λυθῆναι μεμοίραται : πολλαῖς δὲ βλάβαις καὶ κακοπαθείαις δαμασθεὶς οὕτως ἀπολυθήσομαι : ἡ ἐμὴ δὲ σοφία κατὰ πολὺ ἀσθενεστέρα τῆς
ἡγησάμην εἶναι τῷ ἐπιχειρήματι , ἐσκοπούμην δὲ ὅπως αὐτός τε ἀπολυθήσομαι τῆς ἐγγύης τῆς ἐπὶ τὴν τράπεζαν , καὶ ὁ
6752229 γενησομαι
. Εἰπέ μοι , καὶ πῶς ἐγὼ ἀλλαντοπώλης ὢν ἀνὴρ γενήσομαι ; Δι ' αὐτὸ γάρ τοι τοῦτο καὶ γίγνει
Κομιδῇ μὲν οὖν . Οὔκουν ἐγώ τε οὐδὲν ἄλλο ποτὲ γενήσομαι οὕτως αἰσθανόμενος : τοῦ γὰρ ἄλλου ἄλλη αἴσθησις ,
6150887 ἀθλια
μ ' ἐθρέψαθ ' ἡδέως . ὦ τῆς ἀώρου θύγατερ ἀθλία τύχης . χαῖρ ' , ὦ τεκοῦσα , χαῖρε
δηλονότι : καὶ μὴ λαχοῦσα : καὶ λαχοῦσα τὸ ζῆν ἀθλία εἰμὶ διὰ τὸ μέλλειν τὸν παῖδά μου φονεύεσθαι καὶ
6092172 φοβουμαι
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ
6078117 ἐσομαι
ἐάσατέ με σὺν αὐτῇ : μόνος ἐγὼ περιπτυξάμενος αὐτῇ δεσμὸς ἔσομαι : μαινέσθω κατ ' ἐμοῦ . τί γάρ με
τοὺς ἀδικοῦντας δεῖ τοῖς ἴσοις ἀμύνεσθαι καὶ προσθέντες ὅτι ὄφελος ἔσομαι πολλοῖς ἀνθρώποις σωθείς , ἀποθανὼν δ ' οὐδενί ,
5912924 μενω
ἢ προτακτικὸν ὂν ἢ ὑποτακτικόν , οἷον ἔχω ἴσχω , μένω μίμνω , τέκω τίκτω , ῥέπω ῥίπτω . Τὰ
αὐτὸν εἶπεν : Ἀλλ ' ἐγὼ τέως νῦν ἄδειπνος οὐ μένω διὰ τό σέ μου ἀφορμὴν πᾶσαν λύειν . Ὅτι
5887543 ση
καὶ τὸ πλῆθος δὲ τῶν ἱππέων ἵππον λέγουσι . . ση : ὅτι οἱ δισχίλιοι δαρεικοὶ γίνονται ἀργυρίου τάλαντα δέκα
εὐθεῖα φερέσθω κατὰ τῆς ΑΔΒ εὐθείας ἑλκομένη διὰ τοῦ Ε ση - μείου οὕτως ὥστε διὰ παντὸς φέρεσθαι τὸ Δ
5821277 γινομαι
ἀτόμους διαλύομαι , ὕδωρ γίνομαι , [ καὶ ] ἀὴρ γίνομαι , πῦρ γίνομαι : εἶτα μετ ' ὀλίγον οὔτε
πεπίστευκ ' : ἐμβλέπων γὰρ αὐτόθι τοῖς ἰχθυοπώλαις λίθινος εὐθὺς γίνομαι : ὥστ ' ἐξ ἀνάγκης ἔστ ' ἀποστραφέντι μοι
5728162 θη
ὄλβιος : οὗτος δέ ἐστιν εὐδαίμων , ὃν ἀγα - θὴ δόξα καὶ φήμη κατέχει . ἤτοι γνωμικῶς : ἢ
ὄλβιος : οὗτος δέ ἐστιν εὐδαίμων , ὃν ἀγα - θὴ δόξα καὶ φήμη κατέχει . ἤτοι γνωμικῶς : ἢ
5718655 ἐπισκοπος
” . καὶ ἀντὶ τῆς κατά , ὡς τὸ „ ἐπίσκοπος „ ἀντὶ τοῦ κατάσκοπος . ἐπικάμψαι βʹ : ἐπικλάσαι
' αὐτὸ διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφονται : οἷον , ἐπίσκοπος : κατάσκοπος . Καθόλου ὅσα ἀπὸ τροπῆς τοῦ ε
5717123 κακοδαιμων
ταῖς μυίαις ποιεῖν βοῦν τοῖς ἀκλήτοις προκατακόπτειν πανταχοῦ . Οἴμοι κακοδαίμων , τὸν τράχηλον ὡς ἔχω . Σφαῖραν λαβών τῷ
πάνυ ἀνεκτόν . τάδε μέντοι ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης
5705476 συναλλαξαι
' ἦν ἔς τε Ῥωμαίους καὶ Καρχηδονίους φιλία , καὶ συναλλάξαι σφᾶς ἐπεχείρησεν ἀλλήλοις . οὐ δυνηθεὶς δ ' ἔφη
ιϚ εἰ προκόψω ἐν τιμῇ ιζ εἰ ἀποδημήσω ιη εἰ συναλλάξαι συμφέρει μοι ιθ εἰ εὐτυχής εἰμι κ εἰ ἀγοράσω
5659323 πλεεις
στρατεύῃ ἄρτι . μεῖνον ε ἐρώτησον ἐὰν πιστεύῃς Ϛ οὐ πλέεις . οὐ συμφέρει σοι ζ εὑρίσκεις τὸν φυγόντα η
? νῦν ? ? ? . ἀνάμεινον καὶ ἐρώτησον δ πλέεις ἐξαίφνης μόνος ε γαμεῖς καὶ λῦσον τὸν γάμον Ϛ
5657430 ἀθλιαν
τὸν ἀριστέα διαφθεῖραι φαρμάκῳ , ἀλλ ' ἔτι καὶ τὴν ἀθλίαν ταύτην αἰχμάλωτον συκοφαντεῖν ἐτόλμησε , προσθεῖναι τῷ ἀριστεῖ τῆς
τῷ Δέλφιδι κεκοινώνηκεν . ἀντὶ γυναικός : ὅς με τὴν ἀθλίαν ἀντὶ κοσμίας γυναικὸς ἀναιδῆ καὶ οἷον μαινάδα ἐποίησεν ἀπολέσας
5653576 γεγον
[ ] τὸν νόθον νο ! [ ] ν πᾶν γεγον [ ] σμίλην θεμ [ ὀλολυγμὸν ] κα !
? ? ? ? ? ? παρηγορη [ ] γάλλος γεγον [ ! ! ! ! ! ! ! !
5651303 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
5641178 συνεχομενος
οὕτω καὶ ὁ καθαρὸς νοῦς ἐν τοῖς μιασμοῖς τῆς γῆς συνεχόμενος μᾶλλον οἰκοδομεῖ , αὐτὸς δὲ οὐ μιαίνεται . Ὑπονοῶ
Ἀπαθίππης * παῖς τὴν μηχανικὴν τέχνην ἀσκήσας καὶ σπάνει βίου συνεχόμενος , νυκτὸς βαθείας τοὺς θησαυροὺς Κροίσου τοῦ βασιλέως ἀνέῳξεν
5637373 σκαιος
ταύτην ἀτιμάζεις : ἐπιδειχθήσει θ ' ἅμα ἀτυχὴς γεγονὼς καὶ σκαιὸς ἀγνώμων τ ' ἀνήρ . ” ὅμοιά γ '
αὐτὸς [ ἐστεφανῶσθαι ] πρότερον . ἀλλὰ πρὸς θεῶν οὕτω σκαιὸς εἶ καὶ ἀναίσθητος , Αἰσχίνη , ὥστ ' οὐ
5608004 μεμ
ασθα [ [ ] μεθ ? [ [ ] ! μεμ ? [ . . . . . . [
] ενεσι ? και εγεννηθη [ ] [ αποκαθημενης ] μεμ [ ] [ ] ς εβδελοιχθημεν [ ] [
5602146 δυστυχης
περὶ τῆς Σικελίας , ἔσθ ' οὕτω τις ἄφρων ἢ δυστυχὴς ὅτῳ ταῦτα ἤδη ἀφικέσθαι παρέστη , ὥστε τὴν πόλιν
τράγον Πανὸς ἱερὸν κατέθυσέ τε καὶ σκευάσας ποικίλως ταύτην ὁ δυστυχὴς ἄρα τὴν δαῖτα ἄσατο , Αἰγυπτίων τε λεὼν πάμπολυν
5594902 ἐσο
ὅτι ἀπαρεμφάτῳ χρῆται ἀντὶ προστακτικοῖ , εἶναι ] ἀντὶ τοῦ ἔσο . . . . . α . ἔσσο α
Τερπάνδρου ἀμφ ' ἐμοὶ ἄνακτα ἑκατηβόλον . λείπει δὲ τὸ ἔσο ἢ τὸ χόρευε ἤ τι τοιοῦτον . ἀμφί μοι
5591966 ἀπολεσω
: ὥσθ ' ἅττ ' ἔχω ταῦτ ' ἐς ταρίχους ἀπολέσω . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσιν : οὐκ αἰσχυνοῦμαι τὸν τάριχον τουτονὶ
τὰ μὴ προςήκοντα λαμβάνειν , ἵνα καὶ τὴν ὑπάρχουσαν δόξαν ἀπολέσω , καὶ ὅσα τοιαῦτα . εὑρήσεις δὲ ἐκ τούτων
5586896 ορ
σεν ? ? [ ] θεραπείας [ ] [ ] ορ ! μενη ? ? ? ? [ ] !
καλέουσι ἀνθρωπ ] ? [ . . . [ ] ορ ? [ [ ] ατηρ ? με [ .
5565806 ἑξω
εἰ γενήσομαι κληρικός ξζ εἰ ἐπιτεύξομαι τῆς ἐπικλήσεως ξη εἰ ἕξω ἐλπίδα πίστεως ξθ εἰ θεὶς παραβόλιον νικήσω ο εἰ
⃞ον , ἐὰν ἄρα τινὶ ⃞ῳ προσθῶ Μο ι , ἕξω τὸν ὑπ ' αὐτῶν : ἔστω τῷ δ .
5557720 μενεις
ἀκοῦσαι τὰ παρὰ σοῦ λεχθησόμενα , εἴτε μενεῖς εἴτε οὐ μενεῖς : ἄλλως : σοφὸς ὁ πρῶτος ἐπινενοηκὼς τρόπον τινὰ
, οὐκέτι γυῖα κινήσεις , ἀλύτῳ δ ' ὡς ἀδάμαντι μενεῖς , ἴχνια κολληθείς : τοῖον σέλας ὄμμασιν αἴθει κοῦρος
5542778 γω
κοινός : κοινός : . . . ἢ παρὰ τὸ γῶ , τὸ δέχομαι , γίνεται γοινὸς καὶ κοινός ,
. . γῆ , , : γῆ : παρὰ τὸ γῶ , τὸ χωρῶ : ἡ πάντα χωροῦσα . τοῦτο
5531124 επ
. μοϲ ? [ μο ? ! [ π [ επ [ ἐϲτω ? ? [ } [ εκτ [
γὰρ ὁ ἥλιος τυχοῦσάν τινα περιφέρειαν ἐπὶ τοῦ ἐκκέντρου τὴν επ , καὶ ἐπεζεύχθω ἡ πη , καὶ ἡ ρθ
5519032 οἰμοι
ἡδόμεσθ ' ἀγῶνι δυστυχεῖ δόμοις δισσῶν ἀδελφῶν μόρον ἀκούοντες σέθεν οἴμοι τὸ πᾶν δῆτ ' ἐσφάλημεν ἐλπίδων ται μέγα τείσασθε
τοῦ ἀπό τινος ἐσθίειν , ὡς Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει μου τὴν
5518384 γαμεις
τὸ κρεῖττον ζ ἔχεις βλαβῆναι , ὀλίγον δέ η οὐ γαμεῖς ἄρτι . περίμεινον δέ θ οὐκ ἀγοράζεις τὸ προκείμενον
τὸ ἀπολόμενον ι οὐ γίνῃ πρεσβύτερος . μὴ ἔλπιζε α γαμεῖς τὴν ? ? ? γυναῖκα ? ? ? ?
5513216 γενου
τῷ κατ ' ἐνιαυτὸν συνέχοντι τῶν κακῶν : περίψημα ἡμῶν γενοῦ , ἤγουν σωτηρία καὶ ἀπολύτρωσις : καὶ οὕτως ἐνέβαλλον
παιδὶ πορσυνῶ μολών . μεῖνον παρ ' ἡμῖν καὶ ξυνέστιος γενοῦ . αὖθις τόδ ' ἔσται , νῦν δ '
5507495 ἀπαλλαγησομαι
γεννώμενον θρέψω λα εἰ ὑβρισθήσομαι ἐν τῷ πράγματι λβ εἰ ἀπαλλαγήσομαι τῆς δουλείας λγ εἰ κληρονομήσω τὸν πατέρα λδ εἰ
εἰ καταληφθήσομαι μοιχὸς ἄρτι ρα εἰ γενήσομαι ἐπίσκοπος ρβ εἰ ἀπαλλαγήσομαι τῆς φίλης ργ εἰ ὁ συνεχόμενος ἀπολυθήσεται α οὐχ
5504026 ἑκουσα
περικαλλοῦς καὶ περιμαχήτου ἡδονῆς ἐστι τὰ μεγάλα μυστήρια : ἅπερ ἑκοῦσα ἀπεκρύψατο δέει τοῦ μὴ γνόντα σε ἀποστραφῆναι τὴν εἰς
: κοὐδέποθ ' ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ πείσομαι . κοὐδέποθ ' ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ πείσομαι . Ἐὰν δέ μ ' ἄκουσαν
5480642 ταλαινα
ἐς δεινὸν ἤλθομεν κακὸν πάντες , σύ θ ' ἡ τάλαινα σύγγονοί τε σαὶ ἐγώ θ ' ὁ τλήμων :
. . κύμινδις . οὐ φέρει με τοῦ δοχῆος ἡ τάλαινα καρδία . ἃ δὴ λέγει νοῦς , τῷ νοεῖν
5480528 ὑπαγω
καὶ καθὼς ἠρξάμην ἐρωτᾷν τὴν πορείαν , εἶπέ μοι ὅτι ὑπάγω τηρῆσαι τὸν ἀδελφὸν Λὼτ ἀπὸ Σοδόμων : καὶ τότε
δὲ καὶ τοῦτ ' ἐστί . δός . ἀπέσωσας . ὑπάγω , τρόφιμ ' : ἐκεῖ διώκετε . οὕτως ἔχω
5478726 γενησῃ
συμφέρει σοι γ οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ δ οὐ γενήσῃ βιοπράγος τὸ σύνολον ε ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ μεταμεληθήσῃ
συνεχόμενος ἀπολυθήσεται ἄρτι ε ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης καὶ μεταμεληθήσῃ Ϛ γενήσῃ ἐπίσκοπος ὅταν γηράσῃς ζ καταληφθήσῃ ἐπὶ μοιχείᾳ καὶ ζημιωθήσῃ
5478488 να
τὸν Πυθικὸν ἀγῶνα ἀγωνιούμενον . ἄν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶ - σον : Χαῖρις βούλεται γράφειν ἔν ποτε ἀντὶ
τὸν Πυθικὸν ἀγῶνα ἀγωνιούμενον . ἄν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶ - σον : Χαῖρις βούλεται γράφειν ἔν ποτε ἀντὶ
5462310 ἐξερω
' αἰδοῖ , φίλα , ἐν γράμμασι σφῷν τοὔνομ ' ἐξερῶ βρέφους . ὀρθὴ μακρὰ γραμμή ἐστι : ἐκ δὲ
κἀνακούφισιν κακῶν . Ἁγὼ ξένος μὲν τοῦ λόγου τοῦδ ' ἐξερῶ , ξένος δὲ τοῦ πραχθέντος : οὐ γὰρ ἂν
5445192 γυναι
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς '
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες
5436185 ἀποδημος
[ οἴκοθεν ; ἐβουλόμην ἄν . ἀλλὰ [ τυγχάνεις ] ἀπόδημος ὢν ἐκεῖθεν ; ἐκ Κύπρου παρὼν ἐνταῦθα πρῶτον τῶν
μὴ φοβοῦ Ϛ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος ζ ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ ἔρχεται η λαμβάνεις τὸ ἀργύριον κατὰ μόνας θ
5427027 δεδοικα
εἰσεδέξατο δι ' εὐπετείας τειχέων ἔσω μολεῖν . ὃ καὶ δέδοικα μή με δικτύων ἔσω λαβόντες οὐκ ἐκφρῶς ' ἀναίμακτον
Πειθοῦς παγχρίστῳ συγκραθεὶς ἐπὶ προφάνσει θηρός . Γυναῖκες , ὡς δέδοικα μὴ περαιτέρω πεπραγμέν ' ᾖ μοι πάνθ ' ὅς
5398833 πασχω
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ
5393492 κληρικος
β ἕξεις ἐλπίδα πίστεως γ ἐπιτεύξῃ τῆς ἐπικλήσεως δ κατασταθήσῃ κληρικὸς μετὰ χρόνον μακρόν ε οὐ συμφέρει σοι στρατηγῆσαι Ϛ
πίστεως καλήν θ ἐπιτεύξῃ ἐπικλήσεως , ἧς ποθεῖς ι κατασταθήσῃ κληρικὸς βραδέως α προσγραφήσεται τὰ σά β κερδανεῖς ἀπὸ τοῦ
5392722 ἀποληψομαι
χάριν , ἣν ἐν ταῖς περὶ τὸν νόθον τὸν ἐμὸν ἀπολήψομαι σπουδαῖς : πλάττουσι γὰρ τὸν Ἀρράβιον ἄμφω . Βασσιανὸς
ἆρά μέ ποτε γνωρίσεις ; ἆρά σου τὴν φωνὴν ἐκείνην ἀπολήψομαι ; μάντευσαί τι καὶ νῦν καθεύδουσα : καὶ γὰρ
5379068 εὐτυχης
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος
5371122 κἀιθ
σὴν δεῦρ ' ἀποστέλλειν , Ἀχιλλεῖ πρόφασιν ὡς γαμουμένην . κἆιθ ' ὑποστρέψας λέληψαι μεταβαλὼν ἄλλας γραφάς , ὡς φονεὺς
ὡς ἐμοῦ πεφευγότος ἵεται ξίφος κελαινὸν ἁρπάσας δόμων ἔσω . κἆιθ ' ὁ Βρόμιος , ὡς ἔμοιγε φαίνεται , δόξαν
5363740 πεπονθα
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ :
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως
5353907 Πλαγγων
- του . ” κατέσχε δὲ αὐτῆς τὰς χεῖρας ἡ Πλαγγών , ἐπαγγειλαμένη τῆς ὑστεραίας εὐκολωτέραν αὐτῇ ἔκτρωσιν παρασκευάσειν .
πεισθῆναι , ὡς οὗτοι γεγόνασιν ἐξ αὑτοῦ , τελευτῶσα ἡ Πλαγγών , ὦ ἄνδρες δικασταί , μετὰ τοῦ Μενεκλέους ἐνεδρεύσασα
5340307 παραβολιον
οὐ γαμήσεις τὴν φίλην : πεπόρνευκε γάρ γ μὴ θῇς παραβόλιον : νικηθήσῃ γάρ δ ἕξεις ἐλπίδα πίστεως καλήν ε
ζ ποιεῖ ὁ ἀδελφὸς εἰς τὴν ἐγχείρησιν η ἐὰν θῇς παραβόλιον , ἀπολεῖται θ ἔχεις ἐλπίδα πίστεως ι οὐκ ἀποτυγχάνεις
5333703 ἀφικομην
ἄν . ὅτε γὰρ κατ ' ἀρχὰς εἰς Συρακούσας ἐγὼ ἀφικόμην , σχεδὸν ἔτη τετταράκοντα γεγονώς , Δίων εἶχε τὴν
τὸ μειράκιον , ἵνα μὴ τούτῳ μαχοίμην , ἐπειδὴ δὲ ἀφικόμην πάλιν , ἦγον αὐτὸν ἐπὶ τὴν οἰκίαν τὴν Σίμωνος
5332664 τεκουσα
τὴν φήμην αἰδουμένη , / τὸν μὲν Σύρισκον ἀφαντοῖ , τεκοῦσα δὲ τὸ βρέφος / ἐν τοῖς ἀγροῖς ἐκτίθεται :
' ἐφώνει “ δυστυχὴς ἀποθνῄσκω : τὰ σπλάγχνα γάρ , τεκοῦσα , πάντα μου πίπτει . ” ἡ δ '
5330346 ἐμη
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον :
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ
5329174 ἀσπαζομαι
ὦ φίλη γῆ , διὰ χρόνου πολλοῦ ς ' ἰδὼν ἀσπάζομαι : τουτὶ γὰρ οὐ πᾶσαν ποιῶ τὴν γῆν ,
, ὦνδρες δημόται , ἀρχαῖον ἤδη προσαγορεύειν καὶ σαπρόν : ἀσπάζομαι δ ' ὁτιὴ προθύμως ἥκετε καὶ συντεταμένως κοὐ κατεβλακευμένως
5327817 ουν
ὁ ἐάν ἐπιζευκτικὸς ἐδείχθη γινόμενος . . . . ι ουν καὶ τῷ ἐπεί παράκειται ἐπεάν . . ἅπαντός τε
[ αι ] ? . [ νυν ] ? [ ουν ] ? [ επι ] ? ? [ ειν
5316951 δοξασθησῃ
νῦν , μετὰ χρόνου δέ Ϛ ἄρξεις καὶ εὐδοκιμήσεις καὶ δοξασθήσῃ ζ κληρονομήσεις τὴν μητέρα ἐξ ἡμισείας η οὐ κληρονομήσεις
ἄρτι : οὐ γὰρ συμφέρει σοι η οἰκονομήσεις νῦν καὶ δοξασθήσῃ θ οὐκ ἐκτρώσει ἡ γυνή . μὴ φρόντιζε ι
5316922 κερδανεις
η οὐ προσγραφήσεται ἄρτι τὰ σά . μὴ ἀγωνία θ κερδανεῖς ἀπὸ τοῦ πράγματος ὀλίγον ι ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ
ἀποκατασταθήσῃ εἰς τὸν τόπον σου ταχέως ζ συναλλάξεις ἑτέρῳ καὶ κερδανεῖς πολύ η οὐχ ἕξεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου σου
5315165 χη
[ ] α ? : νεο ? [ [ ] χη [ [ ] φήρι [ [ ] ! ω
χαῖρε καὶ οφρας˘˘ ! [ – – – [ ] χη τοίας φυσεπιδεμνι ? [ [ ] τοιω Τίμανδρ '
5310749 ομ
τὸ δεύτερον ἑαυτοῦ πρόσωπον πρὸ τῆς αι διφθόγγου δεχόμενος τὸ ομ μετ ' ὀλίγον μέλλοντα ποιεῖ , τέτυμμαι τέτυψαι τετύψομαι
[ ? ] δετοις ? ? ] λτ [ ] ομ [ ] οι φανερο [ ] [ ! εἶναι
5304184 ἀγορασεις
ἀγωνισάμενος η οὐ καταληφθήσῃ ἐπὶ μοιχείᾳ . μὴ φοβοῦ θ ἀγοράσεις χωρίον μετὰ καμάτου ι οὐ παραμενεῖς πρεσβύτερος α οὐκ
ὅταν γηράσῃς ζ καταληφθήσῃ ἐπὶ μοιχείᾳ καὶ ζημιωθήσῃ η οὐκ ἀγοράσεις τὸ κτῆμα . μὴ προσδόκα θ οὐ παραμενεῖς πρεσβύτερος
5297592 κλυω
ἒ ἕ , ἒ ἕ , ὄτοβον ἁρμάτων ἀμφὶ πόλιν κλύω : ὦ πότνι ' Ἥρα . ἔλακον ἀξόνων βριθομένων
! ! ! ! ! ! ] Φοῖβε , τίνα κλύω τὸν α ? [ ὁ θυηπόλος [ ! !
5295166 εο
[ ] κρω [ ] [ ] οναικ [ ] εο [ ] ! ι [ ] ! ! [
! τε ? ? ! [ ] [ ] ! εο ? [ ] [ ] ! αικ [ ]
5291942 ἡξω
βελτίω τὰ πράγματα . ἄγαμαι κεραμέωϲ αἴθωνοϲ ἐϲτεφανωμένου . ἱμάνταϲ ἥξω δεῦρο πυκτικοὺϲ ἔχων . κἀν ποίᾳ πόλει τοϲοῦτοϲ ὢν
αὐτὸς ἱστορεῖ , εἰς τὸ λοιπόν , εἶπεν , οὐχ ἥξω πρὸς σέ , ἂν οὕτως ὑποδέχῃ , ἵνα μήτε
5281046 νμ
] ! νοια ? [ ! ] [ [ ] νμ ? [ . . . . . . ]
! ριζο ? [ [ ] κυψαν [ [ ] νμ [ ! ] ! ? ! [ [ ]
5279311 φερω
πρόσπολοι , δόμων πάρος , οὗ σῶμα μοχθῶν μυρίοις ζητήμασιν φέρω τόδ ' , εὑρὼν ἐν Κιθαιρῶνος πτυχαῖς διασπαρακτὸν κοὐδὲν
, οἶμαι , βαδίζειν εἰς τὸ χωρίον τοῦ ἔργου : φέρω γὰρ ἐν ἐμαυτῷ τὰ τῆς ἐμῆς τέχνης ἀγάλματα ,
5269171 τεθνηξομαι
πρότερον ἔρωτος ἐμπύρευμα λαβὼν ἐγὼ μὲν εἶπε , Χλόη , τεθνήξομαι μετ ' ὀλίγον : οἱ γάρ με ἀσεβεῖς λῃσταὶ
] ποντία νοτὶς κρύψῃ , πάλιν οὕτως εἶπον ὅτι ἐνθάδε τεθνήξομαι , ἤτοι πεσοῦσα εἰς θάλασσαν ἐκεῖ ἀποθανοῦμαι , ἢ
5258020 εὑρησω
, ὥσπερ ἄρτι ἔλεγον , σκεψάμενος εὖ οἶδ ' ὅτι εὑρήσω . Ἀλλ ' ἐγώ μοι δοκῶ ὑπὸ ἐπιθυμίας τοῦ
μοι μόνον , ὦ στρατηγὲ , δευτέρων εἰκόνων ὑπόθεσιν . εὑρήσω γὰρ ἕτερον ἐγὼ συμφιλοτιμούμενόν μοι τοῖς εὐτυχήμασι : τότε
5255365 λα
. . Καρκίνου ιγ Ϛʹ βο νϚ δʹ γʹ ἀστέρες λα , ὧν γʹ μεγέθους η , δʹ ιϚ ,
. . . . . . . ξε ∠ ʹγ λα Ϛʹ Ἔλουσα . . . . . . .
5254810 εγω
μα προς ? [ αυ ] τον ο μισητος εφη εγω τι [ ] ως απολεισθε [ ] εν ?
[ [ ! ! ! ! ! ! ! ] εγω ? ? [ [ ! ! ! ! !
5254720 ἐπιβαλλῃ
πλεύσῃς , ναυαγήσεις γ ὁ ἀπόδημος ἀπέθανεν δ ἀπαρτίζεις ὃ ἐπιβάλλῃ ε πρεσβεύεις καὶ κινδυνεύεις Ϛ προγράφεται τὰ σὰ ἅπαντα
ἕξεις τὴν πατρίδα ἰδεῖν , βραδέως δέ ζ ἀπαρτίσεις ὃ ἐπιβάλλῃ ταχέως η λήψῃ λεγάτον , ὀλίγον δέ θ οὐ
5252637 γινῃ
τίκτει μετὰ κινδύνου α οὐχ εὑρήσεις τὸ ἀπολόμενον β οὐ γίνῃ πρεσβύτερος ἄρτι γ κληρονομεῖς τὸν φίλον δ οὐκ ἔχεις
παραμένει σου ὁ πάλληξ α οὐκ ἀπολύεσαι τῆς συνοχῆς β γίνῃ μοναχός γ σώζεται τῆς ἀσθενείας δ σώζῃ τῆς συκοφαντίας
5231747 γινου
ἰδέαν δημιουργεῖς , εἰ μὲν θεατὴς ὢν τυγχάνεις , μιμητὴς γίνου τῆς θέας : ἂν δὲ τὸ εἶδος ἀκοῇ παραλάβῃς
ἐπιβόητος δὲ ὁ μοχθηρὰν ἔχων τὴν φήμην . ἴσθι καὶ γίνου διαφέρει , ὅτι τὸ ἴσθι σημαίνει τὸ γίνωσκε :
5227935 αιτ
δὲ καὶ ὄρμως [ πριστῶ ἐξ ἐλέφαντος , ἰδῆν ποτεοικότας αιτ ? ? [ . . . . . [
[ π [ ημα [ ηιθα ? [ λαθρ [ αιτ ? ! [ ! φ ! [ τ !
5226765 ἀπολυθησεται
τὴν ἀλήθειαν ζ πλεύσεις μετὰ τὸ ἐκκοπῆναι καὶ καλῶς η ἀπολυθήσεται ὁ συνεχόμενος μετὰ κόπου θ ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης ταχέως
περὶ τῆς θεραπείας . τούτου δὲ χρήσαντος ὅτι ῥᾷον οὕτως ἀπολυθήσεται τῆς νόσου , εἰ πραθεὶς δικαίως τὴν ἑαυτοῦ τιμὴν
5226679 ληψομαι
, φης ' , ἕως ἂν οὗ βινητιάσω καὶ τοσοῦτον λήψομαι . Νικὼ λέγεται τὴν Αἶγα , Πύθωνός τινος αὐτήν
: ἀλγῶ γάρ μὴ σιγᾶν ] λέγων γὰρ ταύτας παραμυθίαν λήψομαι τύχας ] δυστυχίας τάσδ ' ] ἃς πάσχω θνητοῖς
5222561 ἐμαυτην
λόγους πικρῶς φέρουσι τῶν ἐλασσόνων ὕπο : ὅμως δ ' ἐμαυτὴν οὐ προδοῦς ' ἁλώσομαι . εἴπ ' , ὦ
δὲ ἔφη ‚ τό τε ἀπόρρητον ἐκφαίνουσα ἥκω καὶ παύσουσα ἐμαυτὴν ἱερωμένην ‚ . ταῦτα δὲ ἔλεγεν , ὅτι ἦν
5215912 βλεπω
] Τῷ πολέμῳ . Θεάομαι σαφὲς ] * Θεάομαι καὶ βλέπω πρᾶγμα σαφές , τὸν Ἀλκμαίωνα πρῶτον διεξάγοντα καὶ ἰθύνοντα
: ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω , βλεπέαρόν τι ὄν : τὰ γοῦν
5215316 ρι
. . . . . . . . . . ρι ∠ ʹ λζ ∠ ʹ Φοραύα . . .
τῇ καρδίᾳ τοῦ Λέοντος Κρόνου ἀπὸ τοῦ ἀπογείου . . ρι λ καὶ ἀναβιβάζοντος . . τνγ λ Διὸς ἀπογείου
5207396 σιγ
ἐπαινεῖ τις , ἀντὶ τοῦ ἐργάζεται : καὶ τὸ , σίγ ' ἐπαινῶ , ἀντὶ τοῦ σιγῶ , οὕτω καὶ
ἐπαινεῖ τις , ἀντὶ τοῦ ἐργάζεται : καὶ τὸ , σίγ ' ἐπαινῶ , ἀντὶ τοῦ σιγῶ , οὕτω καὶ
5203017 ηπ
! [ [ ] ! ευ [ [ ] ! ηπ ? [ ! ] ! ! ? [ [
κείσθω τῇ με ἴση ἡ θη , καὶ ἐπεζεύχθωσαν αἱ ηπ θρ : ἐπεὶ οὖν ὁμοία ἡ ρπ περιφέρεια τῇ
5202154 ταλαιν
λόγοις . φθέγξαι τι , δεῦρ ' ἄθρησον . ὦ τάλαιν ' ἐγώ , γυναῖκες , ἄλλως τούσδε μοχθοῦμεν πόνους
δάμαρ νιν ἐξέπεμπε δωμάτων ἄλαις : πίτνει δ ' ἁ τάλαιν ' ἐς ἅλμαν φόνωι τέκνων δυσσεβεῖ , ἀκτῆς ὑπερτείνασα
5196721 αμα
τροφης ετι ? ουσης [ ] ! ατο ? και αμα πολυν το κακως απολουμενον τουτο κορασιον [ ] τινα
ανατετραμμεναις ] ! : αμυν [ ] [ και ] αμα νηφοντες : και ο μεν [ ] [ χωρησεν
5195956 ἐκτρωσει
: εἰ δὲ καὶ ἔγγυός ἐστιν ἡ τούτου γυνή , ἐκτρώσει . εἰ δὲ νυκτερινή ἐστιν ἡ γέννησις , ἀρρωστήσει
πωλήσω τὸν φόρτον νη εἰ δανείσας οὐκ ἀπολέσω νθ εἰ ἐκτρώσει μου ἡ γυνή ξ εἰ οἰκονομήσω ξα εἰ μισθώσομαι
5179422 φευγω
καὶ μόνον οὐ λέγει τί ποιήσομεν ; εἰ ἀνάγκῃ ἀποληφθεὶς φεύγω τὸ λέγειν περὶ ἐμαυτοῦ , τί τὸ συμβαῖνον ;
δοκεῖν καὶ τὴν ἀλήθειαν βιάζεται : διὰ τὸ ἐκεῖ παραγενέσθαι φεύγω τὸ εἶναι δειλός : μέγα γὰρ ἡ εὐγένειά σου
5174525 κληρονομω
[ να εἰ εἴπω τὴν δίκην ] [ νβ εἰ κληρονομῶ τὴν γυναῖκα ] [ νγ εἰ συκοφαντούμενος σώζομαι ]
[ λβ εἰ ἐλευθεροῦμαι τῆς δουλείας ] [ λγ εἰ κληρονομῶ τὸν πατέρα ] [ λδ εἰ κληρονομῶ τὴν μητέρα
5170761 αλλο
] [ ] επαρεστην [ ] [ ] νυεν ? αλλο ? [ ] [ ] ! υσε Δηριαδη [
] ράνω [ [ ] τυλ ! [ [ ] αλλο ? ! [ [ ] πόλ ! [ .
5166808 ἀθλιος
γὰρ πάλιν ἀναβλέψαι . Τί φῄς ; Ἅνθρωπος οὗτός ἐστιν ἄθλιος φύσει . Ὁ Ζεὺς μὲν οὖν οἶδ ' ὡς
θ ἀρτίφρων ] ἐν αἰσθήσει γεγονώς . Ξ μέλεος ] ἄθλιος . ἀθλίων ] τῶν παρανόμων . ἀθλίων ] τῶν
5163400 Καλλιροη
πόσων δὲ δακρύων ὁμοῦ καὶ φιλημάτων ; πρώτη μὲν ἤρξατο Καλλιρόη διηγεῖσθαι , πῶς ἀνέζησεν ἐν τῷ τάφῳ , πῶς
εὐγενῶν . ἀλλὰ ταχεῖαν ἐποίησεν ὁ θεὸς τὴν μεταβολήν : Καλλιρόη γὰρ εἰσδραμοῦσα περιεπλάκη τῇ Στατείρᾳ . ” χαῖρε “
5161945 ταλας
οἷς ἐποχοῦνται οἱ ναῦται . . τοιαῦτα μηχανήματ ' ἐξευρὼν τάλας ] προειπὼν καὶ ἀπαριθμησάμενος ὅσα καλὰ καὶ ἀγαθὰ μηχανήματα
. πρὸς αὐτὸν ἀπέτεινε τὸν λόγον : οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ τοῦ τρίποδος δεξάμενος
5161857 οἰκονομησω
νὴ Δί ' . ἀλλ ' ἐγὼ σοφῶς ταῦτ ' οἰκονομήσω καὶ γλαφυρῶς καὶ ποικίλως . ὅτι Μετάνειρα ἡ ἑταίρα
νθ εἰ ἐκτιτρώσκει μου ἡ γυνή ] [ ξ εἰ οἰκονομήσω ] [ ξα εἰ μισθωσάμενος κερδήσω ] [ ξβ
5156797 ἀγορασω
. ὁ δὲ εἶπεν : Ἐὰν τοιούτους μὴ εὕρω , ἀγοράσω σοι ἕνα τριάκοντα ἐτῶν . Σχολαστικοὶ δύο πατραλοῖαι ἐδυσφόρουν
τοῦτο καὶ ἐγέλασεν . “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” θέλεις ἀγοράσω σε ; “ καὶ ὁ Αἴσωπος : ” ἐμοῦ
5152516 ιτο
‖ [ ] ναλ ? [ [ ] [ ] ιτο μὲν ? ? στάσις : [ ] πόδα ?
? [ [ ] [ ] ω [ [ ] ιτο ? ! ? ! ! [ [ ] !
5150351 γεγενημαι
, ἔφη , ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδ ' ὅστις ἄνθρωπος γεγένημαι : οὐδὲ γὰρ οἷός τ ' εἰμὶ λέγειν ἔγωγε
δ ' ὅς , “ σίλλος , ὦ δέσποτα , γεγένημαι σὲ περιορῶν . σὺ δὲ ποῦ χθὲς ἐδείπνεις ;
5149162 μεταμεληθησῃ
ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου σου ζ ὅπου ἂν πραθῇς , μεταμεληθήσῃ η μενεῖς ὅπου ὑπάγεις καὶ καλῶς θ συναλλάξεις ἐν
ὅτε οὐκ ἐλπίζεις ἐπὶ τὸ κρεῖττον ζ κοινωνήσεις καὶ βλαβεὶς μεταμεληθήσῃ η στρατεύσῃ καὶ ταχὺ προκόψεις ἐπὶ τὸ κρεῖττον θ
5148494 οἰκτρος
οὐκ ἐμποιεῖ : οἰκώδης , φορεύς : οἰκῆϊ λευκῷ : οἰκτρός : οἴκυλος , τὸ ὄσπριον : οἶκτος : οἰκτίρμων
μύστρα : στρύχνος : ἀμυδρός : σεσημείωται τὸ οἶκτος καὶ οἰκτρός : οἶστρος : οἰκτίρμων : οἶδμα : οἴτη ὁ
5143673 τλημων
ἀγαθὸς ποητὴς καὶ ποθεινὸς τοῖς φίλοις . Ποῖ γῆς ὁ τλήμων ; Ἐς μακάρων εὐωχίαν . Ὁ δὲ Ξενοκλέης ;
τρυφῆσαι καί τι τερφθῆναι βίου ἀπεστερήθην φιλτάτης μητρὸς τροφῆς . τλήμων δὲ χἠ τεκοῦσά μ ' : ὡς ταὐτὸν πάθος
5143072 φιλτατ
μεδέων Σουνιάρατε , ὦ Γεραίστιε παῖ Κρόνου , Φορμίωνί τε φίλτατ ' ἐκ τῶν ἄλλων τε θεῶν Ἀθηναίοις πρὸς τὸ
Ὦ σκῆπτρα φωτός . Δυσμόρου γε δύσμορα . Ἔχω τὰ φίλτατ ' , οὐδ ' ἔτ ' ἂν πανάθλιος θανὼν
5140588 ἐμ
[ ] αι πιθεῖν εοθε [ ] [ ] καὶ ἐμ ' ἀμβρο [ ] ? [ ! ! !
καὶ τὰ ὦτα βεβλαμμένους ὅμοιον ἀδίκημα δρῶσιν οἱ τυφλοῖς ὀλίσθους ἐμ - ποιοῦντες καὶ ἕτερ ' ἄττα ἐν ποσὶ τιθέντες
5138884 φρον
! ΥΟΣ [ ! ] ! ! ! ! ! φρον ! ? ! ! ! ! ! ! !
– × – ˘ × × – ˘ν ] εὖ φρον ? [ - – ˘ ⋮ – × –
5128288 κινδυνευω
νύκτωρ κατακλινεὶς οὐκ ἐκοιμᾶτο λέγων πρὸς ἑαυτὸν “ ἀλλὰ ἐγὼ κινδυνεύω μαχόμενος τῇ θαλάσσῃ καὶ τοὺς ζῶντας ἀποκτείνων ἕνεκα λημμάτων
γὰρ ἔμοιγέ ἐστι τοιοῦτον πεπραγμένον , ἀλλ ' ἀλογώτατον πάντων κινδυνεύω πολὺ μείζω συμφορὰν ἐμαυτῷ διὰ τούτους ἐπαγαγέσθαι . πρὸς
5126701 λαμβαν
Γ προβάτων δέρματα . Γ τουτονί . Γ ἃ ' λάμβαν ' αὐτὸς Γ : ὡς τῶν μάντεων ἐξαπατώντων καὶ
καὶ πίωμεν : ἐν τούτῳ δέ μου τὴν πεῖραν εὐθὺς λάμβαν ' εἰ κρείσσων ἔσῃ . τοῖς μὲν δικαίοις ἔνδικος
5125232 ειν
υθ ' ημ ! [ ! ! ! ] ] ειν ? ? ἀπέρχεται ! ! ! ! ] !
? ? . αρα ? ΙΙ ! ποεΙΙΙΙΙ ! ? ειν . # θας ? πολλ ? ? ποι .
5124503 γαμβρε
εἰμι . Χαίροις , ὦ νύμφα : χαίροις , εὐπένθερε γαμβρέ . Λατὼ μὲν δοίη , Λατὼ κουροτρόφος , ὔμμιν
εἰς τὴν ἰαμβικὴν κατάκλειδα , ἡ αὐτὴ ποιήτρια , ὄλβιε γαμβρέ , σοὶ μὲν δὴ γάμος , ὡς ἄραο .

Back