| , οἰκείων ἀνέμων ταμίας , δασύς , ἄλλοτε λεῖος , ἀξύνετα ξυνετοῖσι λέγων , νόμον ἐκ νόμου ἕλκων . ἓν | ||
| τὴν ἐγγὺς λίμνην ὠθουμένων τε καὶ νεῖν οὐκ ἐπισταμένων , ἀξύνετα βαρβαριστὶ τοὺς κτενοῦντας παρακαλούντων . Ἀρχέλαος δ ' ἐν |
| τῷ Ἀριστοτέλει ἡ ἀσάφεια μονονουχὶ ἐπάγοντι τὸ Ὀρφικὸν ἐκεῖνο ἀείδω ξυνετοῖσι , θύρας δ ' ἐπίθεσθε βεβήλοις , καὶ τὸ | ||
| οἰκείων ἀνέμων ταμίας , δασύς , ἄλλοτε δεῖος , ἀξύνετα ξυνετοῖσι λέγων , νόμον ἐκ νόμου ἕλκων : ἓν δ |
| ἀδικεῖσθαι καὶ μὴ ἀπειληφέναι τὰ ἴδια , ὡς εἴ τις ἄγλωσσος εἴη ἢ μονόχειρ . ὑπόδειγμα τοῦ μὲν προτέρου ὅ | ||
| ἑτέρᾳ τῶν χειρῶν ἐλάττονας τῶν ε δακτύλους κεκτημένος εἴη ἢ ἄγλωσσος ἢ τοιούτου τινὸς ἐστερημένος , ἐλλιπὴς ἂν ὁ τοιοῦτος |
| ἀνθινή , καὶ φοινικοῦν ἱμάτιον , καὶ χορταῖος , χιτὼν δασύς , ὃν οἱ Σειληνοὶ φοροῦσιν . κωμικὴ δὲ ἐσθὴς | ||
| λάλος , ἓν ὄνομα πολλοῖς , τρωτός , ἄτρωτος , δασύς , λεῖος : τί βούλει ; πνευμάτων πολλῶν φύλαξ |
| ἑτέρωσε ἀποξενοῦσθαι πόλεώς τι μόριον : ἤδη δέ ποτε καὶ συνάπασα πόλις τινῶν ἔφυγεν , ἄρδην κρείττονι κρατηθεῖσα πολέμῳ . | ||
| καὶ ψεύδεται : οἷος ἑκάστου οἶκος , τοίη δὴ καὶ συνάπασα πόλις . . . . : Νῦν τοῦ ἐν |
| τοὺς τρόπους τοῦ εὐμεταβλήτου καὶ ἄλλοτε ἄλλῃ πηδῶντος ἀνθρώπου : ἔμπληκτος γὰρ ὁ εὐμετάβλητος : καὶ μὴ πρὸ χειρῶν : | ||
| ἁδηφάγος καὶ ὑβριστής , ὁ δὲ θυμώδης καὶ ἰτητικὸς καὶ ἔμπληκτος , ὁ δὲ νωθὴς καὶ ἐκλελυμένος , ὁ δὲ |
| ' ἀξίαν ἑκάστῳ τὸ ἐπιτίμιον ὑπάρξαι , πραγματικὸς δὲ καὶ πολύπειρος ἐκ τοῦ πᾶν ἔγκλημα καὶ πρᾶγμα δημόσιόν τε καὶ | ||
| κρατύνει γνώμαις ὀρθοτάταισι συνών , ἀδιάστροφος αἰεί , ὠγύγιος , πολύπειρος , ἀβλάπτως πᾶσι συνοικῶν τοῖς νομίμοις , ἀνόμοις δὲ |
| πόλεσιν , ὅπως μήτε αὐτὸς κίβδηλός ποτε φανεῖται ὁτῳοῦν , ἁπλοῦς δὲ καὶ ἀληθὴς ἀεί , μήτε ἄλλος τοιοῦτος ὢν | ||
| ἡμέτερα + ὅστις δέ , φησίν , ἐστὶν ἀγαθὸς καὶ ἁπλοῦς καὶ ἄκακος τὴν γνώμην , ἢ ἀγαθὸς καὶ ἐπιτήδειος |
| ἀφεστὸς ἦν ὄρος βραχὺ πάντῃ . τούτῳ δ ' ἦν ἔνοικος τῶν ἐκεῖ κατὰ ἀρχὰς ἐκ γῆς ἀνδρῶν γεγονότων Εὐήνωρ | ||
| οι διφθόγγου γράφονται : πάροικος : ἔξοικος : μέτοικος : ἔνοικος : ἄποικος . Πᾶσα λέξις ἁπλὴ εἰς σύνθεσιν ἐρχομένη |
| ᾠῶν πουλυπόδια ἐξέρπει ὥσπερ τὰ φαλάγγια πολλά . ὁ δὲ θῆλυς πουλύπους ὁτὲ μὲν ἐπὶ τοῖς ᾠοῖς , ὁτὲ δ | ||
| τοῦ ω φθόγγος , στρογγύλος τε ὢν καὶ συνεστραμμένος , θῆλυς δὲ ὁ τοῦ η : διαχεῖται γάρ πως ἐν |
| ἀγαθός τέ ἐστι καὶ ποιητὴς καὶ γεννητὴς τῶν ὅλων καὶ προνοητικὸς ὧν ἐγέννησε , σωτήρ τε καὶ εὐεργέτης , μακαριότητος | ||
| Θωμάσιεἀγαθὸς καὶ σοφὸς καὶ δυνατὸς καὶ δίκαιος τῶν τε μελλόντων προνοητικὸς ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἐδείχθη : ταῦτα δὲ παρ ' |
| , ἄμαχος , πρᾶγμα μεῖζον ἢ δοκεῖς . ἐκ διαδοχῆς καθαρὸς δοῦλος μεῖζον μεῖζον , μικρὸν μικρόν ἐπίδημος ἀνακάμψει ἀνὰ | ||
| ἐκείνους , τὰ δὲ καθ ' ἡμέραν τάδε : ἄρτος καθαρὸς εἷς ἑκατέρῳ , ποτήριον ὕδατος : τοσαῦτα ταῦτα . |
| γράφονται : οἷον , σμοῖος τὸ ἐπιθετικόν : σκοῖος ὁ σκολιός : δοῖος : μνοῖος ὁ ἰπνός : γλοῖος ἡ | ||
| τὰ μέτρα τῆς ζωῆς . νγʹ Ὃ δ ' αὖ σκολιός Εἰπὼν περὶ τοῦ εὐγενεστέρου τῶν ἵππων , λοιπὸν τὰ |
| κατὰ φιλοσοφίαν ἐν τῇ πόλει γενόμενος ἔν τε τοῖς λοιποῖς ἀνὴρ ἀγαθὸς ὢν διετέλεσε καὶ τοὺς εἰς σύστασιν αὐτῷ τῶν | ||
| ὅστις ἦν ὁ τὴν φιλίαν διορύξας , Πρίσκος , Ἠπειρώτης ἀνὴρ ὅτι πλείστοις ἐπὶ σοφίᾳ συγγεγονὼς ἀνδράσι , πλημμελεῖσθαι ταῦτα |
| τε ἢ ῥώμης δεόμενα . ἥ γε μὴν ἐν αὐτοῖς διάφορος ποσότης τὰ μέτρια τῶν κατεργαζομένων χυμῶν παρίστησι . Παχέος | ||
| πάντων δὲ ἤτοι οὐδὲν κνηθομένων προΐεται , ἤ τις ὑγρότης διάφορος τῷ τε χρώματι καὶ τῇ συστάσει , ἀφ ' |
| : ‚ τῆς Ἀχαΐας πόλις Τρομίλεια περὶ ἣν γίνεται τυρὸς αἴγειος ἥδιστος , οὐκ ἔχων σύγκρισιν πρὸς ἕτερον , ὁ | ||
| τὰ ἐξ ὑποδημάτων παρατρίμματα πνεύμων ἄρνειός τε καὶ χοίρειος καὶ αἴγειος ποιεῖ . τὸ ἀπὸ τῶν καττυμάτων δέρμα καυθὲν φλεγμαίνοντα |
| Ἀρίστιππος δὲ ὁ Κυρηναῖος καὶ Ἑλίκων ὁ ἐκ Κυζίκου καὶ Φύτων , ὅτ ' ἔφευγεν , ὁ Ῥηγῖνος , οὕτω | ||
| ἐλευθερίας ἀγῶνά φησιν ἄρασθαι συλλαβὼν τῆς διανοίας ταύτης Δίωνι . Φύτων δὲ Ῥηγίου ἐκπεσὼν κατέφυγε μὲν ἐπὶ Διονύσιον τὸν Σικελίας |
| ' αὐτῶν ἀπόλλυσθαι , ὅταν γένωνται : φθίσις , ὕδρωψ ὑποσαρκίδιος , καὶ γυναῖκα ὁκόταν ἔμβρυον ἔχουσαν περιπλευμονίη ἢ καῦσος | ||
| ὁ μὲν ἀσκίτης , ὁ δὲ τυμπανίτης , ὁ δὲ ὑποσαρκίδιος . κατὰ δὲ Ἱπποκράτην δύο φύσεις . ὁ γὰρ |
| ' εὐπλόκαμος [ νύμφα - ] [ φερεκυδέϊ ] [ νάσῳ ] [ – ˘˘ – ] πρύτανιν [ – | ||
| Ἀσίας οὐκ ἐπακούω , οὐδ ' ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος πώποτε βλαστὸν φύτευμ ' ἀχείρωτον αὐτοποιόν , ἐγχέων |
| ἔξω τῶν πυλῶν μάγειρος ὤν ; ἐντὸς πυλῶν γὰρ ἂν μένων ἄδειπνος ἦν . πότερ ' οὖν ἀφεῖσαι ; κατ | ||
| οὕτω ποιῶν θεωρίας τινὸς ἂν ἐφάπτοιτο ; Ἤ , εἰ μένων ποιεῖ καὶ ἐν αὐτῷ μένων καί ἐστι λόγος , |
| . ἐναντιουμένου δ ' αὐτῷ μάλιστα τῶν πολιτῶν Ἀρχιτέλους , ὃς ἦν μὲν ἐπὶ τῆς ἱερᾶς νεὼς τριήραρχος , οὐκ | ||
| θηρία , ἐπειδὴ τὸν Ἄρεος ὄφιν ἐφόνευσεν ὁ Κάδμος , ὃς τοὺς ἑταίρους αὐτοῦ ἀνεῖλεν , Ἔριφον καὶ Δηιλέοντα , |
| παρόμοιος , καὶ σπανίως εὑρίσκεται : τετράκις γὰρ τῆς ἡμέρας ἀλλάσσει τὴν χρόαν : βλέπεται δὲ ὑπὸ παρθένων τῶν μὴ | ||
| ἐστὶ ζῷον ἑοικὼς κροκοδείλῳ : ἑκάστης ὥρας τῆς ἡμέρας χροιὰν ἀλλάσσει . ἔχει δὲ τὸ πρόσωπον λέοντος , τοὺς δὲ |
| οὖν σοφώτατός τε εἶ καὶ δυνατώτατος μόνον , ἢ καὶ ἄριστος ταῦτα ἅπερ δυνατώτατός τε καὶ σοφώτατος , τὰ λογιστικά | ||
| ὃ σημαίνει τὸν πόλεμον , τὸ συγκριτικὸν ἀρείων . καὶ ἄριστος ὑπερθετικῶς , ὁ ἐν πολέμῳ ἀνδραγαθῶν . τὸ δὲ |
| ὑγροπίϲϲου # β : ποιήϲαϲ ἔμπλαϲτρον ἐπιτίθει κατὰ τοῦ ὄνυχοϲ ἐπιλύων διὰ τρίτηϲ . ] Ἀϲφάλτου , ἀρϲενικοῦ , ϲανδαράχηϲ | ||
| προτιθεμένοις . ὁ δὲ Αἴσωπος τὰ στελλόμενα τῷ Λυκούργῳ προβλήματα ἐπιλύων εὐδοκιμεῖν ἐποίει τὸν βασιλέα , αὐτὸς δὲ διὰ τοῦ |
| ψυχρότητα τίκτει , ἔστι δ ' ὅτε ἐξ ἑτέρων μορίων πρωτοπαθούντων εἰς αὐτὴν συρρεῖ τὰ περιττώματα , οἷον ἥπατος ἢ | ||
| τὴν ὀδύνην ἐργάζεται : οὐδὲ γὰρ τῶν προαιρετικῶν νεύρων ἐϲτὶ πρωτοπαθούντων ἡ φλεγμονή , ἐπεὶ ἂν ἔδει κἀν τοῖϲ μεταξὺ |
| τοὺς λόγους καὶ οὐκ ἐθέλων διδόναι λόγον , ἀλλ ' ἀπομηκύνων ἕως ἂν ἐπιλάθωνται περὶ ὅτου τὸ ἐρώτημα ἦν οἱ | ||
| εἶτα λογιζόμενος ἐτῶν ἀριθμόν , ὁπόσος ἑκάστῃ ἱκανός , ὑπερεξέπιπτες ἀπομηκύνων τὸ πρᾶγμα ἐς γενεὰς ἄλλας , ὡς ὑπερήμερον γίγνεσθαι |
| : ἀπὸ δὲ τοῦ πράγματος : ἀλλ ' ἡ Πλαταιέων παράνομος ἅλωσις οὐ συγχωρεῖ βέβαιον ἑστάναι τὸν νόμον . Ἰστέον | ||
| παράνομος ἄνισός τίς ἐστι καὶ πλεονέκτης . ἐπεὶ δὲ ὁ παράνομος ἄδικός τίς ἐστι καὶ ὁ νόμιμος δίκαιος , φανερὸν |
| Ἀριστοδήμου τοῦ Ἀριστομάχου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέος , ἐὼν τῆς ἑτέρης οἰκίης τῶν βασιλέων . Οὗτοι πάντες , | ||
| δρῦν εἶχε , πῶς ὁ μὲν λίην λεπτός τ ' ἐὼν καὶ βληχρὸς οὐκ ἐπεπτώκει , Τοιοῦτο πολλῶν ἐστιν ἦθος |
| ταμίᾳ τοὺς νεήλυδας ἐγχειρίσας ἀπέθανε . καὶ τούσδε μὲν ὁ ταμίας , καθὰ προσέτασσεν ἡ βουλή , Δέκμῳ παρεδίδου , | ||
| βωμῷ τε τοῦ Διὸς τῷ μαντικῷ τῷ ἐν τῇ Πίσῃ ταμίας , ἤγουν ἱερεύς , συνοικιστής τε τῶν ἐνδόξων Συρακουσῶν |
| καὶ ὑγροί . Μέλανος διὰ βένθεα : Μέλας πόντος οὕτω λεγόμενος , ὡς ἱστορεῖ Εὔδοξος ἐν δʹ Γῆς περιόδου : | ||
| , μέγα καὶ ὑπὲρ μέτρον . Κάλλιχθυς : ὁ ἱερὸς λεγόμενος , ἱερὸς ἰχθύς . ἰαίνεται : εὐφραίνεται . Ὄρκυνος |
| καλοῦνται , ὁ μὲν πρὸς τὴν ῥῖνα ὁ μέγας , μικρὸς δὲ ὁ πρὸς τὸ οὖς . τὸ δὲ μεταξὺ | ||
| λευκὸν ἔχει τὸ ἐν τῷ μετώπῳ μεῖζον , ὁ δὲ μικρὸς τό τε λευκὸν ἔλαττον καὶ τὸ χρῶμά ἐστιν ἐπίπυρρος |
| ἐστὶν ἀποστηματώδης ἐκ παχέων χυμῶν , ἐν τοῖς σαρκώδεσι τόποις συνιστάμενος , ἐπιεικὴς μὲν ὑπάρχων , ὅτε ἐν αὐτῷ μόνῳ | ||
| τὸ πᾶν ἐστιν ὁ ἀήρ , καὶ οὗτος πυκνούμενος καὶ συνιστάμενος ὕδωρ καὶ γῆ γίνεται , ἀραιούμενος δὲ καὶ διαχεόμενος |
| φάτις δόξα : “ φάτις ἀνθρώπους ἀναβαίνει . ” φαέθων λάμπων . ἔστι δὲ καὶ ἵππου ὄνομα . φαείνω φανῶ | ||
| σφάλλων , ἀγύρτης , οἶστρος , ἀνακάμπτων , δορεύς , λάμπων , Κύκλωπες , ἐπιφέρων , Σόλων , Σίμων . |
| ῥ ' ὁ μὲν ἠϊθέοισι μετέπρεπεν , αὐτὰρ ὁ πόντῳ ὠκύτατος δελφὶς ἑτέρων προφερέστατος ἦεν , δή ῥα τότ ' | ||
| ἐπ ' αὐτοῦ τάχιστα . Ἰδού σοι οὑτοσὶ δελφίνων ὁ ὠκύτατος . Εὖ γε : ἀπελαύνωμεν : σὺ δὲ παρανήχου |
| τὸ αἷμα . Αὕτη ἐστὶν κιννάβαρις τῶν φιλοσόφων καὶ χαλκὸς ἄσκιος ξανθός . Ὧδε μνήσθητι ὡς ἔλεγεν ὁ ἀρχαῖος : | ||
| ] φυε ? [ ] [ ] επται ? ? ἄσκιος ἀήρ [ ] δύω κατὰ βασμὸν ἔασι [ ] |
| βαράθρου δηλητηρίαν αὔραν ἀποπνέοντοϲ : οἷον ἐὰν ἔκ τινων ὀχετῶν ἐκκαθαιρόντων μεγάλην πόλιν ἐπιθολοῦται , μοχθηρόϲ ἐϲτιν : καὶ μὴν | ||
| . οὕτω δὲ καί , ὅϲτιϲ ἔκ τινοϲ ὀχετοῦ τῶν ἐκκαθαιρόντων μεγάλην πόλιν ἐπιθολοῦται , μοχθηρόϲ ἐϲτι , καὶ μὴν |
| ἀρετῇ , διδάσκαλος αὐτὸς καὶ τροφεὺς καὶ σωτὴρ καὶ φύλαξ γινόμενος , μετὰ σιγῆς φθεγγόμενος καὶ τὴν ἀλήθειαν ἐμφανίζων αὐτῇ | ||
| τὸ τάχος τοῦ ἀστέρος , κατ ' ἐκεῖνο τὸ σημεῖον γινόμενος ὁ ἀστήρ , καθ ' ὃ τέμνει ἡ εὐθεῖα |
| ' ἐπεξέλθοις σκοπῶν ἀμνήμονος γὰρ ἀνδρὸς ὄλλυται χάρις σκαιοῖσι πολλοῖς εἷς σοφὸς διόλλυται ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρὸς τοὺς πονοῦντας ὠφελεῖν . | ||
| εἷς δ ' ἀπὸ τᾶσδε : ἡμῶν , φησίν , εἷς καὶ μόνος Μόλων ἐπὶ ταύτης τῆς παλαίστρας ἀπολέσθω . |
| ἀρπεδὲς αὕτως : οἷον ἐπίπλατον καὶ ὁμαλόν : οἷον οὐκ ὀξυκέφαλός τις . ἔστι δὲ παρὰ τὴν ἔραν , ἤγουν | ||
| ἀρπεδὲς αὕτως : οἷον ἐπίπλατον καὶ ὁμαλόν : οἷον οὐκ ὀξυκέφαλός τις . ἔστι δὲ παρὰ τὴν ἔραν , ἤγουν |
| μεταβάλλουσιν . ὅμοιον τῷ , Πολύποδος πολυχρόου νόον ἔσχε . Ἄλλος οὗτος Ἡρακλῆς : ἐπὶ τῶν ἰσχυρῶν καὶ κραταιῶν . | ||
| στραφεὶς ἐφώνει : Πέμψον δέ μοι καὶ τὸ φιβλατώριον . Ἄλλος ὁμοίως μεγαλαυχούμενος , τελείως τε πενητεύων καὶ κατὰ τύχην |
| ἀδιαπτώτως ἐπιλύειν . ἦν δὲ οὗτος μέλας τὴν χροιάν , εἰδεχθὴς τὰς ὄψεις , γραμματιστὴς τὴν ἐπιστήμην , ἐκ Πανὸς | ||
| παρεκάθητο δὲ αὐτῷ γυνὴ ἐπὶ ζεύγους ὁδοιποροῦντι τά τε ἄλλα εἰδεχθὴς καὶ ξηρὰ τὸ ἥμισυ τὸ δεξιὸν καὶ τὸν ὀφθαλμὸν |
| μὲν ἄλλην πτίλωσίν ἐστι τεφρός , τὰς δὲ πτέρυγας ἄκρας ὠχρός ἐστιν . Ἀκούω δὲ ἔγωγε καὶ Ἰνδὸν ἔποπα διπλασίονα | ||
| καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ κοῖλοι γινόμενοι θάνατον ἀπαγγέλλουσι πελιδνός ] ὁ ὠχρός , μολιβδόχρους μυκτήρ ] ἡ μύτις , ἡ ῥίς |
| πανουργίαι συνέθηκε ταύτην τὴν αἰτίαν , ὥσπερ δι ' ἐκεῖνα κράτιστος ἂν ἦν ἀνήρ , οὕτω διὰ ταῦτα κάκιστος ἀνήρ | ||
| ἐπ ' ἄκρων τῶν ποδῶν . Οὗτος ὁ τρόπος παραπολὺ κράτιστος ἐμβολῆς ὤμου : δικαιότατα μὲν γὰρ μοχλεύει , ἢν |
| ἐπίρρημα ' . . . . ἀχρήϊος : ἔστι κτητικὸν ἀχρεῖος , ἀχρήϊος κατὰ ἔκτασιν τοῦ ε εἰς η καὶ | ||
| τὸ τοῦ φιλοσόφου ἔργον καταστησόμεθα ; ὅτι μὲν γὰρ οὐκ ἀχρεῖος ἡμῖν οὐδὲ κηφὴν παρέρχεται , ἄνθρωπος δὲ ὢν ξύννομος |
| λωτοειδές . ] Ἐν Λιβύῃ δὲ ὁ λωτὸς πλεῖστος καὶ κάλλιστος καὶ ὁ παλίουρος καὶ ἔν τισι μέρεσι τῇ τε | ||
| ' ἐραστῶν ἀλλήλοις καταστῆναι , ἐνθυμηθέντες ὡς οὐδ ' ὅστις κάλλιστος ἑαυτοῦ πώποτ ' ἠράσθη , ἀλλ ' ἑτέρου του |
| οἱ πολλοὶ τὰς Μούσας αἰτεῖν . καίτοι Σωκράτης ὁ Ἀθηναῖος ποιητικὸς μὲν οὐκ ἦν , ἐδεήθη δὲ τῶν Μουσῶν παρεῖναί | ||
| χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο . Ὁ δὲ τρόπος ἐστὶ ποιητικὸς πράξεως ἢ παθήματος ἢ σχέσεώς τινος , καθ ' |
| καὶ πάλιν ὅτι ἐν μὲν τοῖς ἄλλοις ζῴοις οὐκ ἔστιν εὐεργετικὸς ἀλλ ' ἀνόμοιος ἐν πᾶσι , τό τε θυμικὸν | ||
| πολλὰ ] δυναμένων καὶ οὐ περιουσιάζεσθαι πάντως , ἵνα τις εὐεργετικὸς ᾖ , δέοντος , ὡς εἴρηται καὶ τὸ ξενίων |
| ] . ἔστιν οὖν τὸ λεγόμενον , μέλαιναν φρῖχ ' ὑπαΐξει , τὸ μέλαν κῦμα ὑποτροχάσεται ἰχθὺς ὃς φάγοι ἂν | ||
| . . Φ θρώσκων τις κατὰ κῦμα μέλαιναν φρῖχ ' ὑπαΐξει ἰχθὺς ] ' πρὸς τὸ σημαινόμενον : Φιλήτας γὰρ |
| ὡς σύ τε ὁ γεωργὸς οὐκ ἀμελήσαις ἥ τε ἄρουρα δέξαιτο εὖ καὶ καλῶς τὸ σπέρμα . τούτοις ὑπερφυῶς χαίρων | ||
| ὀφθῆναι ἢ λιπὼν τάξιν ἢ ὅπλα ἀποβαλὼν ἧττον ἂν δήπου δέξαιτο ἢ ὑπὸ πάντων τῶν ἄλλων , καὶ πρὸ τούτου |
| εἰρημένων , λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός , ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεως , ξανθὰ δὲ | ||
| καλούμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ ὡσεὶ μακρὰς ἀκτῖνας ἀπομηκύνων ἀνέμων σφοδρῶν ἐστι σημαντικὸς |
| , ὁμόφωνος τῶι πάθει , τοῦ δὲ κυρίου τῆς πόλεως βαρύς , ὡς τὸ κόντος καὶ πόντος . . . | ||
| : πορνεία . Ἶρις : ὄνομα θεᾶς . Βριθύς : βαρύς . Πορίζω : δίδωμι . Πινδαρικός : ὄνομα κτητικὸν |
| ; οὐκ ἂν μαθητὴς διδασκάλῳ ἡδέως συνημερεύσαι , ἢ υἱὸς καθήκων πατρί ; Ἢ ῥητέον ὅτι διττὴ ἡ ἀνομοιότης , | ||
| ἔνθεν καὶ ἀκρόδρυα . ἢ ὅτι ὥσπερ ὁ εἰς θάλασσαν καθήκων τόπος ἔσχατος ὢν τῆς ἠπείρου ἀκτὴ λέγεται , οὕτως |
| πρὸς συνουσίαν . ὀδὰξ ἤτοι δηγματικῶς καὶ τμητικῶς συμπλακεῖσα τῷ ἄρρενι . γράφεται δὲ καὶ ἀμύξ , ἀντὶ τοῦ ἀμυκτικῶς | ||
| σωφροσύνην , οὐ μὴν τέλεον τῆς φυσικῆς ἀποφοιτῶσαν θηλύτητος οὐκέτι ἄρρενι θεῶν , τῇ δὲ θηλείᾳ μὲν κατὰ γένος , |
| ᾀσεῖ δ ' ὥς ποκ ' ἔδεκτο : τὶς αἰπόλος καλούμενος Κομάταςταὐτὸν δέ ἐστιν εἰπεῖν Μενάλκαςτοῦ οἰκείου δεσπότου θρέμματα βόσκων | ||
| ἔτι δὲ καλλιώνυμον καὶ ἔλλοπας . περὶ τοῦ τίς ὁ καλούμενος ἱερὸς ἰχθὺς ὁ τὴν Τελχινικὴν ἱστορίαν συνθείς , εἴτε |
| ' αὐτόν : διὸ καὶ τῆς παρ ' αὐτῶν δόξης καταφρονητικός : πρὸς μέντοι τοὺς σπουδαίους ἀληθευτικός , οὐχ ὑποστελλόμενος | ||
| ' αὐτόν : διὸ καὶ τῆς παρ ' αὐτῶν δόξης καταφρονητικός : πρὸς μέντοι τοὺς σπουδαίους ἀληθευτικός , οὐχ ὑποστελλόμενος |
| ὅτι οὐδὲν ἔχω , οὐδενὸς δέομαι : ἴδετε , πῶς ἄοικος ὢν καὶ ἄπολις καὶ φυγάς , ἂν οὕτως τύχῃ | ||
| εἰς ος δισύλλαβα προπερισπώμενα ἐν τῇ συνθέσει προπαροξύνονται , οἶκος ἄοικος , κοῦρος ἐπίκουρος : οὕτως καὶ πῶλος αἰολόπωλος , |
| εὑρίσκεται , οἷον ὁ αὐτός ωὐτός , Ε εὖτέ μιν ωὐτὸς ἀνήρ , ἐμέο αὐτοῦ ἐμεωυτοῦ καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ | ||
| ἐπισείῳ τρίχες πολλαὶ καὶ ἐν τῷ σώματι παντί εἰσιν : ωὐτὸς λόγος περὶ τουτέου : ὅπου τυγχάνει τοῦ σώματος τὸ |
| νόμος τὸν ἀποκαθευδήσαντα τῶν φρουρῶν θανάτῳ ζημιοῦσθαι , πόλεως πολιορκουμένης φύλαξ τις ἀποκαθευδήσας εἶδεν ὄναρ , ᾧ χρησάμενοι περιγένοιντο τῶν | ||
| γὰρ μικρὸν τῶν βασιλέων ἁμάρτημα μέγα δοκεῖ τοῖς ἄλλοις . φύλαξ ἤτοι ἄρχων . ἤτοι τοῖς καλοῖς καὶ κακοῖς . |
| . Γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι Ξενοκράτεις πέντε : ὅ τε τακτικὸς ἀρχαῖος σφόδρα καὶ ὁ συγγενὴς ἅμα καὶ πολίτης τῷ | ||
| κεδνὸς κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι . τίς οὕτως τακτικὸς ἀκριβὴς ἢ τίς οὕτως κριτὴς ὄψων ὡς ὁ ἐκ |
| πτῆξε δὲ φῦλά τε ποικίλα θηρῶν , κύματά τ ' ἔσβεσε νήνεμος αἴθρη , τοτοτοτοτοτοτοτοτοτιγξ : πᾶς δ ' ἐπεκτύπης | ||
| πυρὶ λᾶαν , ἥ θ ' ὕδατι βρεχθεῖσα σελάσσεται , ἔσβεσε δ ' αὐγήν τυτθὸν ὅτ ' ὀδμήσαιτο ἐπιρρανθέντος ἐλαίου |
| ἄγαλμα Ἀθηνᾶς πεποίηται . Γυθίου δὲ τρεῖς μάλιστα ἀπέχει σταδίους ἀργὸς λίθος : Ὀρέστην λέγουσι καθεσθέντα ἐπ ' αὐτοῦ παύσασθαι | ||
| τοῦ κατηνάλισκε , κατήσθιε , καὶ διὰ . . . ἀργὸς ἦν . : Ἀττικοὶ δὲ ἐπὶ τῶν θηλυκῶν ἀρσενικῶν |
| πεῖραν ἔλαβεν αὐτῶν : καὶ ὁ μὲν ἔν τισι μερικοῖς πεπαιδευμένος ἐκεῖνα κρινεῖ καλῶς , ὁ δὲ περὶ πᾶν πεπαιδευμένος | ||
| λέγει , ὡς ἂν εἰ ἔλεγε “ σώφρων εἰμι καὶ πεπαιδευμένος ” . ὁ δὲ αὐχεῖ ἐπὶ τῷ κλέπτειν . |
| αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι γεγραφώς [ ] . Ἀ . Πραξιάδου Μιλήσιος φιλόσοφος συγγενὴς καὶ μαθητὴς καὶ διάδοχος θάλητος . | ||
| ὠκεανός θ ' ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται . Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιός φησι τῶν ὄντων ἀρχὴν εἶναι τὸ ἄπειρον : |
| χεῖρα πῶς κατεστάθη ; ἐδέξατ ' ἀντακαῖον , ὃν τρέφει μέγας Ἴστρος Σκύθαισιν ἡμίνηρον ἡδονήν . Μενδήσιός θ ' ὡραῖος | ||
| ἀνθηρόν . ἐπὶ ταύτῃ φέρων εἰς τὸ μέσον ἐπεχόρευσε σαπέρδης μέγας , ὑπό τι δυσώδης οὗτος ηρος ἀνθίαν , ὃν |
| . Ἀϲπάλαθοϲ ἀνομοιομερήϲ ἐϲτι τὴν δύναμιν δριμύϲ τε καὶ ϲτυπτικὸϲ ὑπάρχων καὶ δι ' ἄμφω ξηραίνων : διὰ τοῦτο πρόϲ | ||
| ἔστω δὲ ὑπὸ τὴν ὄψιν κείμενος ὁ παραστάτης τῷ σχήματι ὑπάρχων ὁ ὑπογεγραμμένος , ἐφ ' οὗ τὸ Α : |
| ἀπὸ πλευρῆς τε τριγώνου , δωρεῖται φιλίην βασιλήιον ἢ καὶ ἄναξιν εἰκελίων ἀνδρῶν , αὐτοὺς δ ' ἄρα φῆμιν ἀρίστην | ||
| . ἥμισυ δ ' αὖτε ὄφιν , διὰ τὴν σφοδρὰν ἄναξιν τῶν ἀτμίδων , οἷος καὶ ὁ ὄφις ἐστίν , |
| , Ἀριστόδαμος Θράσυος Ἀλεῖος πάλᾳ . τοιοῦτός ἐστι καὶ ὁ Μαργίτης Ὁμήρου : οὐ γὰρ τεταγμένῳ ἀριθμῷ ἐπῶν τὸ ἰαμβικὸν | ||
| Λυκάων Ἕκτορα , ἢ ὁ Κόροιβος Παλαμήδην , ἢ ὁ Μαργίτης Νέστορα , ἢ Βάττος Στέντορα , ὁ περὶ τῆς |
| . Ἀναισθήτου σημεῖα ταῦτα : ἢ λευκὸς πάνυ ἢ πάνυ μέλας , σαρκώδης , προγάστωρ , παχυσκελής , τὰ δὲ | ||
| τῷ θέρει πολλὰ λαλοῦν , τὸ μὲν ὅλον πτερὸν κατακόρως μέλας ὑπάρχει , μόνον δὲ τὸ στόμα χρυσοειδές . Οὗτος |
| μόνον δέ , ἀλλὰ καὶ τοῖς τῷ γένει ἐνίοτε : λευκὸς γὰρ ἔσται καὶ λίθος καὶ ἄνθρωπος , καὶ ἄλλα | ||
| . καίτοι οὐκ ἔστι λευκὸς ἄνθρωπος ἀπόφασις οὖσα τῆς ἔστι λευκὸς ἄνθρωπος ὅμως ἀναιρεῖ τὴν ἔστιν ἄνθρωπος λευκός , διὰ |
| . ὁ δὲ πρὸς ταῖς δυσμαῖς τόπος αὐτός τέ ἐστιν ὑγρὸς διὰ τὸ κατ ' αὐτὸν γινομένου τοῦ ἡλίου τὰ | ||
| εὔδιος , ἀντὶ τοῦ ἐν εὐδίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ τυγχάνων ἀνθρώπων ὑγρὸς τόπος . ἀδινῆς εὐνῆς : νῦν οἰκτρᾶς , λυπηρᾶς |
| διαφθαρήσεσθαι τῶν μόρων . οὕτω δ ' ἄρα παρεφρόνει καὶ θεοβλαβὴς ἦν ταῦτα πείθων ὑμᾶς , ὥστ ' οὐδ ' | ||
| μέλλειν . ὁ δὲ Κέραμβος ὑπὸ μεγαλαυχίας ἐκ νεότητος οἷα θεοβλαβὴς ἀπελαύνειν μὲν ἐκ τῆς Ὄθρυος εἰς τὸ πεδίον οὐκ |
| νοῦν δὲ ταπεινόν , ὡς ἔχει τὰ τοῦ Λυκόφρονος : ταπεινὸς δὲ ὁ νοῦν μὲν ἔχων ὑψηλόν , λέξεις δὲ | ||
| ἤθη πρὸς ἀπόνοιαν ἀποθηριοῦται : πᾶς γὰρ ὁ τῇ τύχῃ ταπεινὸς τοῦ μὲν καλοῦ καὶ τῆς δόξης ἑκουσίως ἐκχωρεῖ τοῖς |
| ἦν καθημένη καὶ ἐπὶ τῶν γονάτων αὐτῆς Ἀλκιβιάδης , καλλίων φαινόμενος τῶν γυναικείων προσώπων . καὶ στρατηγῶν δὲ ἔτι καλὸς | ||
| ; ὡς γὰρ ἀγωνιστὴς δειλός , ἐν τοῖς γυμνασίοις γενναῖος φαινόμενος , ὑπολέλοιπας ἐν τοῖς ἄθλοις . οὐκ ἐπιλογιῇ τὴν |
| , ἀπαγορεύει δὲ τοῖς συνήθεσιν . καὶ ἢν μὲν φύσει γεννάδας ᾖ , κἂν ἀφῇς τὸν χαλινόν , ὀρθῇ τῇ | ||
| καὶ οὐρὰς ἅπαντες . ὁρᾶτε οἵους ἡμῖν θεοὺς ποιεῖ ὁ γεννάδας ; Εἶτα θαυμάζομεν εἰ καταφρονοῦσιν ἡμῶν οἱ ἄνθρωποι ὁρῶντες |
| μὲν οὖν ὁ ἀνὴρ κατέχει πήχεις τέσσα - ρας , πεπυκνωμένος δὲ κατέχει πήχεις δύο , συνησπικὼς δὲ κατέχει πῆχυν | ||
| τὰ πάντα καταλέξω . σοφός τις ἐκ τῶν παλαιῶν ῥήτωρ πεπυκνωμένος , Ῥητόριος Αἰγύπτιος οὕτως ὠνομασμένος , πρὸς ἐπιστήμην ἔμπειρος |
| , ἄρτων δὲ χοίνικας τέσσαρας καὶ ἔπινεν οἴνου χοᾶ . Λιτυέρσας δὲ ἦν μὲν υἱὸς Μίδου νόθος , Κελαινῶν δὲ | ||
| καὶ ἔστι τὸ σχῆμα αἴσθησις ἀντὶ αἰσθήσεως . ὁ δὲ Λιτυέρσας ἦν Μίδου νόθος παῖς , γεωργὸς δὲ ὢν τοὺς |
| τὸν σίδηρον εὐχερῶς ἕλκων , καὶ τὴν χρόαν κυανίζων : πυκνὸς δὲ καὶ οὐκ ἄγαν βαρύς : εὐεργεῖ δὲ εἰς | ||
| , καὶ ἀντὶ ἀραιοῦ τε καὶ μαλθακοῦ σκληρός τε καὶ πυκνὸς ἐγένετο , καὶ οὔτ ' ἐκπέσσει οὔτ ' ἀφίησι |
| εὐήθους ἄγαν . οὗτος δ ' ἐκείνου παῖς , πατρὶ πλαστὸς νόθος , μητρὸς δ ' ὁποίας ἡ τεκοῦς ' | ||
| ἐν δείπνοις μ ' ὑπερπλησθεὶς μέθῃ καλεῖ παρ ' οἴνῳ πλαστὸς ὡς εἴην πατρί . Κἀγὼ βαρυνθεὶς τὴν μὲν οὖσαν |
| πάντα τἀμὰ κινήματα τερπνὰ νομίσας ἐκ νέου : καὶ τῶν περιφερομένων δ ' ὡς ἐκείνου λέγε δήμοι Πολύαινε συναπέριμεν μεγάλη | ||
| δείπνων Αἰγυπτιακὴ , τραπεζῶν μὲν οὐ παρατιθεμένων , πινάκων δὲ περιφερομένων . : Πρωταγορίδης δ ' ὁ Κυζικηνὸς ἐν δευτέρῳ |
| : τὸ εʹ ” ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς ἐπὶ “ ⌊ ὅμοιος ⌋ δακτυλικὸς τετράμετρος : τὸ Ϛʹ ” δενδροκόμους ἵνα | ||
| χρήσει : οἷον , σὺ καὶ ὁ πατὴρ ὁ σὸς ὅμοιος . ἔχει δὲ ὁμοίως τῷ : Δαμοίτας καὶ Δάφνις |
| στοχασμὸς ἐκ μόνων προσώπων οὐκ ἔστι κατά γε ἐμέ , διπλοῦς δὲ ἔστι . πρῶτον δὲ περὶ τοῦ τελείου διπλοῦ | ||
| παριέντες ἑτέρου ἐπιδέσμου . ἀρχαὶ κατ ' ἐπιγαστρίου καὶ συντελεῖται διπλοῦς βουβωνίσκος τῶν κάτω παρειμένων ταινιδίων πτυσσομένων ὡς ἐπὶ τοῦ |
| δ ' ἂν οἶκος τεκτόνων πλασθεὶς ὕπο δέμας τὸ θεῖον περιβάλοι τοίχων πτυχαῖς ; ὁρᾶθ ' ὅσοι νομίζετ ' οὐκ | ||
| ἀρνακίδων ” † . δέον εἰπεῖν : τίς ἄν μοι περιβάλοι ἐξ ἀρνακίδων σισύραν ; ἀποστερητρίδα : ἅμα μὲν καὶ |
| πάντων τῶν ἀνθρωπίνων . ὅστις ἂν οὖν ὑμῶν βούληται ἢ οἰκονομικὸς ἢ δημηγορικὸς ἢ στρατηγικὸς γενέσθαι ἢ ὅμοιος Ἀχιλλεῖ ἢ | ||
| , ; , ; , . . Ἀσκληπιόδοτος ἀποθάνωμεν χρηματισμός οἰκονομικὸς δὲ ὢν καὶ γεωργικός , ἀποθανόντος αὐτῷ τοῦ πατρός |
| ἐξ ἀριστεροῦ : ἦν γὰρ καὶ ὁ σπλὴν κυρτὸς καὶ σκληρὸς , καὶ ἄνω : περιεγένετο : ὑποστροφή . Ἦν | ||
| ὄρνις ἀπὸ ζέματος ἡ ἁπλουστέρῳ γειναμένη ζωμῷ καὶ ἰσικὸς ὁμοίως σκληρὸς , οἷός ἐστιν ὁ ἀπὸ τῆς κηρίδος καὶ ὁ |
| καὶ σοί ; Ἔμοιγε . Οὐκοῦν ὅπου τύραννός ἐστιν ἄρχων ἄγριος καὶ ἀπαίδευτος , εἴ τις τούτου ἐν τῇ πόλει | ||
| ] Κυδώνιον : Κρητικόν . μονιὸν δάκος : [ ὗς ἄγριος ὃς ἂν μὴ συναγελάζηται ] ? ? ἑτέροις . |
| σοφώτατος εἶναι καὶ ἀληθέστατος , ἔτι δὲ καὶ καλὰν σκοπιὰν ἀνευρηκέναι , ἀφ ' ἇς δυνατὸς ἐσσεῖται τόν τε θεὸν | ||
| , οὗτος δὲ ὑπὸ πολλῆς τῆς σοφίας καὶ ἐπιστήμης μόνος ἀνευρηκέναι τὴν ἀλήθειαν διαβεβαιοῦται καὶ διὰ τοῦτο καὶ τὰ πρωτεῖα |
| ἀρσενικῶς καὶ θηλυκῶς λεγόμενα , οἷον ὁ κυματοπλήξ καὶ ἡ κυματοπλήξ , ὁ παραπλήξ καὶ ἡ παραπλήξ , ὁ οἰστροπλήξ | ||
| γένει , τουτέστιν ἀρσενικῶς καὶ θηλυκῶς λεγόμενα , οἷον ὁ κυματοπλήξ καὶ ἡ κυματοπλήξ , ὁ παραπλήξ καὶ ἡ παραπλήξ |
| ἓν ὄνομα πολλοῖς , τρωτός , ἄτρωτος , δασύς , λεῖος : τί βούλει ; πνευμάτων πολλῶν φύλαξ . Ἀττελεβόφθαλμος | ||
| , θάμνος πηχυαῖος τὸ ὕψος , πολύκλαδος , ἐξ ἄκρου λεῖος , φύλλα ἔχων λεῖα , μεγάλου δακτύλου τὸ πάχος |
| γενεθλίοις , βωμοὶ δὲ ᾑμάττοντο , ἦγε δὲ πανήγυριν ὁ σύμπας οἶκος : δαίμων δέ , ὡς ἔοικεν , ἐπετώθασε | ||
| θυμίαμα συντίθεται , σύμβολα τῶν στοιχείων , ἐξ ὧν ἀπετελέσθη σύμπας ὁ κόσμος . στακτὴν μὲν γὰρ ὕδατι , γῇ |
| ? ? ἐτῶν ἀδιάφθοροι ; νόμος δὲ βλάπτει με οὐ γεγραμμένος ἄλλως δὲ ἔθει φλυάρωι πληρούμενος ἐπειδὴ παρ ' ἡμῖν | ||
| εἶναι τὴν καρδίαν . ὁ μὲν πρῶτος ὑπ ' αὐτοῦ γεγραμμένος οὐσιώδης ἐστὶ κατὰ τὴν Ἐρασιστράτου δόξαν συγκείμενος , ἐπειδὴ |
| , καὶ ὁ θαλάττιος , καὶ ὁ σοφὸς καὶ ὁ ἄσοφος : κἂν ἐπὶ τοῦ ὠκεανοῦ ἔλθῃς τὰς ἠϊόνας , | ||
| καὶ ᾠδῇ ᾑρημέναι πρῶτον . Ὄρκυνος ὄνομα κητώδης ἰχθὺς οὐκ ἄσοφος ἐς τὰ αὑτοῦ λυσιτελέστατα , δῶρον λαχὼν φύσει τοῦτο |
| πατητήριον , ὡς Ἀνδροτίων ἢ Φίλιππος ἐν τῷ Γεωργικῷ . Στεφανηφόρος : Ἀντιφῶν ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . Στεφανηφόρου ἡρῷον | ||
| γένους τῶν ἱεροφαντῶν δεδήλωκεν Ἑλλάνικος ἐν β Ἀτθίδος . . Στεφανηφόρος : . . . Στεφανηφόρου ἡρῶιον , ὡς ἔοικεν |
| ὁπότε εἰσίοιμι ὑποστένων καὶ μύχιόν τι καθάπερ ἐξ ᾠοῦ νεοττὸς ἀτελὴς ὑποκρώζων ὥστ ' ἐμὲ ὅσον αὐτίκα οἰόμενον ἐπιβήσειν αὐτὸν | ||
| : καταμελήσας δέ , χωλὴν τοῦ βίου διαπορευθεὶς ζωήν , ἀτελὴς καὶ ἀνόητος εἰς Ἅιδου πάλιν ἔρχεται . ταῦτα μὲν |
| καὶ φιλαργύρους , εἰς μισθοφορὰν καταστήσας . περὶ μὲν δὴ λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν | ||
| Ἄλλοισι μὲν γλῶσσα , ἄλλοισι δὲ γομφίοι : ἐπὶ τῶν λάλων καὶ φάγων . Ἀνδρὸς γέροντος σταφὶς τὸ κρανίον : |
| μένος ἠδὲ χαλάζης , βροντὴ δ ' ἐκ λαμπρῆς γίγνεται ἀστεροπῆς : ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται , | ||
| μένος ἠδὲ χαλάζης : βροντὴ δ ' ἐκ λαμπρῆς γίγνεται ἀστεροπῆς : ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται : |
| ἀποθανεῖν . Τῆς δὲ μάχης μελλούσης ἔσεσθαι καὶ Πλειστοάναξ ὁ ἕτερος βασιλεὺς ἔχων τούς τε πρεσβυτέρους καὶ νεωτέρους ἐβοήθησε , | ||
| ? [ ! ! ! ! ! ! ! ] ἕτερος ὑμῖν . ποικίλον ἄριστον ἀριστῶσιν . ὢ τρισάθλιος ἐγὼ |
| ἀκίνητον εἶναι , ἀλλὰ ἀκίνητος οὕτως , ὅτι οὐ μεθίσταται ὅλος οὐδὲ ἄλλος καὶ ἄλλος ὑπάρχει , ἀλλ ' ὁ | ||
| θανατηφόρους ἔσεσθαι μηνύει . Ἐὰν δὲ ὁ Ἥλιος ἐν Κριῷ ὅλος ἐκλείπῃ ἢ καὶ ἀμαυρωθεὶς γένηται ὡς κάτοπτρον ἢ ὡς |
| Πτιβιοῦ . ὁ οὖν τὸν αʹ δεκανὸν ὡροσκοποῦντα ἔχων ἔσται παρρησιαστικός , μισοπόνηρος , δικαιοκρίτης , καὶ πολλοὶ ἐπ ' | ||
| ἐπαγωγός , γλυκύς , ἀφειδής , εὐθυρρήμων , ἐλεγκτικός , παρρησιαστικός , ἀνυπόστολος , τεχνίτης , ἔντεχνος , βαθὺς τὴν |
| ἐπιμελεστέραν ἔχει ἑτέρου θεραπείαν : ἀγαθὸς ἂν γένῃ κύων , ἐντιμότερος εἶ τοῦ κακοῦ κυνὸς πολύ . ἀλεκτρυὼν γενναῖος ἐν | ||
| ἐπιμελεστέραν ἔχει ἑτέρου θεραπείαν : ἀγαθὸς ἂν γένηι κύων , ἐντιμότερος εἶ τοῦ κακοῦ κυνὸς πολύ : ἀλεκτρυὼν γενναῖος ἐν |
| καὶ ἐγχυματιζομένη ἢ καταχριομένη ποιεῖ ἄκρως . προσέτι δὲ τῶν καυστικῶν ἐστι καὶ τοῦτο : ἀσβέστου ζώσης ⋖ β , | ||
| πατὴρ ὁ γεννήτωρ τῶν ἀκτίνων τῶν ὀξειῶν , τουτέστι τῶν καυστικῶν ἢ τῶν ταχειῶν , ἤτοι ὁ Ἥλιος ὁ ἀρχός |
| ] ἐννοίαις , ἐξετάσεσι . , φροντίσι . ὁπότερος ] ὁποῖος ἤγουν ὑμῶν ἐξ ὑμῶν τῶν δύο , ποῖος . | ||
| τέχνην . Ποίαν ; ἔφη ὁ Χρυσάντας . Τὸ γνῶναι ὁποῖος ἂν γάμος ἑκάστῳ συναρμόσειε . καὶ ὁ Χρυσάντας ἔφη |