ἐξ ἄλλης ἀρχῆς τοῦτο συντάσσουσιν : ἐν ὄμμασί τ ' ἀνταῖα λέγοντες οἱονεὶ ἐν τοῖς ὄμμασι τὰ τῶν θεῶν ἐναντία
ἐστὶν ἐπιχθονίων ἀνθρώπων , οἷον ἐπ ' ἦμαρ ἄγῃσιν . ἀνταῖα : ἐναντία μοι φαίνεται τὰ θεῶν : οἷον ἀντικειμένους
6005500 ἀπιστα
δοραῖς , ἐχούσης τῆς Λιβύης ταῦτα τὰ ζῶια τοῖς μεγέθεσιν ἄπιστα , ἀμυντηρίοις δὲ τοῖς ξίφεσι καὶ ταῖς λόγχαις ,
, πῶς οὐχ ὁμοίως τὰ λεγόμενα πιστὰ εἴη ἂν ἢ ἄπιστα ; Ἀνάγκη , εἶπεν . Οὐκοῦν καὶ τοῖς λέγουσιν
5683215 ἡδεα
: διὰ τοῦτο καὶ αὐτὰ ἡδέα γίνεται : φύσει δὲ ἡδέα φησὶν ἃ ποιεῖ πρᾶξιν τῆς τοιᾶσδε φύσεως . πρᾶξιν
μάλιστ ' ἂν δηλώσειεν ὅτι ἐπιφανέστατα ὧν ἴσμεν τὰ μὲν ἡδέα καλὰ νομίζουσι , τὰ δὲ ξυμφέροντα δίκαια . καίτοι
5669298 ὑποχλωρα
, , . = , , . καὶ τὰ περιέχοντα ὑπόχλωρα γίνεται Ὑπόχλωρα λέγει τὰ ὕπωχρα . ταῦτα γὰρ καλά
Ὁ ἀπ ' Ἀμφιλόχου κώμης Ἀριστέης τετάρτῃ παρέκρουσε : κοιλίη ὑπόχλωρα διῄει : καὶ ὕπνοι οὐχ ὑγιέες : λευκόχροος .
5636590 ταπεινα
, διαμαρτάνει : καὶ γὰρ πάθη τινὰ διεστῶτα ὕψους καὶ ταπεινὰ εὑρίσκεται , καθάπερ οἶκτοι λῦπαι φόβοι , καὶ ἔμπαλιν
τοὺς κανθάρους , ὦ τάλαν , ἐκείνους τοὺς ἁδρούς , ταπεινὰ δὲ καὶ γλαφυρὰ πάντες ὥσπερ αὐτὰ τὰ ποτήρια ,
5501227 μαλακα
ἔχων ὀρθὰς ὥσπερ ὀξυάκανθος : φύλλα ἐπιμήκη , ὑπολίπαρα , μαλακά . ἔστι καὶ ἑτέρα παρ ' αὐτὴν λευκοτέρα .
εἰρημένων ἁπάντων τὰ μὲν ἧττόν ἐστι , τὰ δὲ μᾶλλον μαλακά , σκληρὸν δ ' ὁμοίως τούτοις οὐδέν : ἀλλά
5494633 Παντα
αἰτίαν , εἰ μὴ ὅτι ἐκεῖθέν πως καὶ τοῦτο . Πάντα ταῦτα ἕπεται τοῖς δύο μὲν ἀρχὰς ποιοῦσι τῶν ὅλων
φαίνεται τῶν νοσημάτων εἶναι τοῦτό τε καὶ ἡ ἀστροβολησία . Πάντα γὰρ ὡς εἰπεῖν σκώληκα ἴσχει πλὴν τὰ μὲν πλείους
5464457 κουφα
τὰς θερινάς . ἀνάγκη γὰρ λαμπρὰ εἶναι καὶ εὐώδη καὶ κοῦφα . Διοκλῆς δέ φησι τὸ ὕδωρ πεπτικὸν εἶναι καὶ
πολυπραγμονεῖν . καί μοι λέγε : θερμὰ καὶ σκληρὰ καὶ κοῦφα καὶ γλυκέα δι ' ὧν αἰσθάνῃ , ἆρα οὐ
5440611 πολυτροφα
προειρημένοις καὶ πολυτροφώτερα . λέγεται δέ τινα καὶ ἄγρια ὄστρεα πολύτροφα καὶ βρομώδη καὶ εὐτελῆ τὴν γεῦσιν . Ἀριστοτέλης δὲ
λαλεῖν πόρε Φερσεφόνεια . δεῖπνά μοι ἔννεπε , Μοῦσα , πολύτροφα καὶ μάλα πολλά , ἃ Ξενοκλῆς ῥήτωρ ἐν Ἀθήναις
5418448 ἀπορα
. ὡσαύτως δὲ οὐδὲ ἄδηλος προδήλου . ἀμφότερα γὰρ συνδραμεῖται ἄπορα : τό τε γὰρ ἀποδεικνύμενον οὐ δεήσεταί τινος ἀποδείξεως
οὗτος ὁ πόλεμος ὁ ἐρωτικὸς πόριμός ἐστι καὶ εἰς τὰ ἄπορα , καὶ οἷον εἰπεῖν καὶ τοῖς ἀδυνάτοις ἐπιχειρῶν .
5414385 σκοτεινα
παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . αἰανῆ ] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα . βάγματα
λέγουσι δὲ καὶ τὸ ἀμαυρώσειν δηλοῦν : λυγαῖα γὰρ τὰ σκοτεινά . Ἀμερίας δέ φησιν ἀγνοῶν : λύγος ῥάβδος .
5404258 ἐναντιωτατα
χρῄζουσι μὲν γὰρ οἱ λιθιῶντες φαρμάκων καὶ διαιτημάτων λεπτυνόντων : ἐναντιώτατα δέ ἐστι ταῦτα τοῖς ἰσχνοῖς σώμασιν : οἶδα γάρ
οὐδέ γε πλείω ἢ πάντα , ἐὰν ἕτερ ' ἄττα ἐναντιώτατα . λέγω δ ' οἷον ἔνια γυμνόκαρπα μέν ,
5385609 λυπηρα
ὁ Φειδιππίδης τῷ Στρεψιάδῃ , ὅσα μέλλει ποιῆσαι εἰς αὐτὸν λυπηρά : διὰ τοῦτο γὰρ καὶ τὸ “ ἀχθέσῃ ”
μάτην αἰνουμένης τὸ μὲν πρόσωπον ἡδύ , τἀν δόμοισι δὲ λυπηρά : τίς γὰρ μακάριος , τίς εὐτυχής , ὅστις
5382848 κεκρυμμενα
εἰς νότου κέλευθον εἰσδύνων βίαι . διοδὴ πνοαῖσι τἀν βυθῶι κεκρυμμένα ἔδειξαν Ἰχθῦς : πᾶς γὰρ εἰς βυθὸν πεσών ἄνεμος
, οἱ δὲ τὰς τιμωρίας οὐκ ἐνεγκόντες , φανεροῦν τὰ κεκρυμμένα σπουδάζοντες ἦσαν καὶ ἄκοντες . Πρὸς γὰρ πᾶσαν ἀνάγκην
5377407 οἰκτρα
πῶς ἐν ἄντρωι παῖδα σὸν λιπεῖν ἔτλης ; πῶς ; οἰκτρὰ πολλὰ στόματος ἐκβαλοῦς ' ἔπη . φεῦ : τλήμων
. ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων : ὁ δὲ ταπεινὰ καὶ οἰκτρὰ πνέων , τουτέστιν ὁ εὐτελὴς καὶ πένης ἀφώνως ἠχεῖ
5364622 λεπτομερη
καὶ τῶν λιπαρῶν τυγχάνοντα μὴ πολλῷ ξηρότερα , καί πως λεπτομερῆ καὶ ἰσχναντικὰ τὰς ἐμπλεούσας ἀναπίνοντα ὑγρότητας . Ἐπιτεταμένα δ
, ἡ δὲ ῥίζα ξηραντικήν τε καὶ τμητικὴν ἀτρέμα καὶ λεπτομερῆ . Ἀκανθίου ἡ ῥίζα καὶ τὰ φύλλα λεπτομεροῦς τε
5340941 κρυπτα
δὴ φύεται γυναιξὶν ἔν τε τιτθοῖς καὶ ὑπὸ μασχάλαις , κρυπτὰ καρκινώδη ὀνομαζόμενα . καὶ σπονδύλων δὲ κυφώματα , ὅσα
γίγνεται . Χαίρειν προσήκει τοῖς παθῶν ἐλευθέροις . Χρόνος τὰ κρυπτὰ πάντα πρὸς τὸ φῶς φέρει . Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ
5324936 ὑποχωρουντα
πρὸ τῆς τελείας πέψεως , τά τε ἐπιπολάζοντα καὶ δυσκόλως ὑποχωροῦντα καὶ ἐμπνευματοῦντα καὶ παρεμπλαστικὰ ἢ ἄλλως ἐγκαθίζοντα τοῖς σώμασιν
γῆν ἐν ἐρημίᾳ τοῦ κρείττονος φωτός ; τοῦτο δὲ ἄστρα ὑποχωροῦντα ἡλίῳ καὶ μηδὲν ἡγούμενα πάσχειν μηδὲ ἀπόλλυσθαι διὰ τὴν
5307389 καταφερομενα
καὶ οἰκτρᾷ χρώμενος . μισγάγκεια τόπος κοῖλος , εἰς ὃν καταφερόμενα μίσγεται ἀπὸ πλειόνων ὀρῶν ὕδατα . τῶν ἅπαξ εἰρημένων
κλαγγῆς ἐπειγόμεναι πρὸς τροφήν , καὶ ἀράχνια μὴ ὄντος ἀνέμου καταφερόμενα , καὶ λύχνου φλόγες μελαινόμεναι , καὶ ποίμνια σκιρτῶντα
5283523 φιληματα
ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ στυγνοὶ περὶ σῶμα τεὸν
κόρον , καὶ οὐδέν ἐστιν , ἐὰν ἐξέλῃς αὐτοῦ τὰ φιλήματα : φίλημα δὲ καὶ ἀόριστόν ἐστι καὶ ἀκόρεστον καὶ
5279645 πλεα
' ἐκποδὼν ἀπαίρεται Ἄρτεμις Σαρωνία ὀξυπρῴρῳ λιθάργυρος ὄλπη παρῃωρεῖτο χρίματος πλέα τὸν Σπαρτιάτην γραπτὸν ἐν διπλῷ ξύλῳ κύρβιν Διόνυσος ἀκατάσχετος
ὡς καταλλαχθῇ χόλου . Ταῦτ ' ἐστὶ τἄπη μωρίας πολλῆς πλέα , εἴπερ τι Κάλχας εὖ φρονῶν μαντεύεται . Ποῖον
5277184 ἀληθινα
μνήμη καὶ δυσεξάλειπτος . ὅλως δὲ καλὰ νόμιζε ὕψη καὶ ἀληθινὰ τὰ διὰ παντὸς ἀρέσκοντα καὶ πᾶσιν . ὅταν γὰρ
διεψεῦσθαί τε ἐν ἅπασιν οἷς θεωρεῖ . Τὰ μὲν γὰρ ἀληθινὰ ἂν εἴη ἐκεῖνα : θεωρήσει τοίνυν αὐτὰ οὐκ ἔχων
5270772 χαλεπα
. μετὰ ταῦτα πάλιν ἀπὸ τοῦ δυνατοῦ ἀντέπεσεν ἀντίθεσις ἀλλὰ χαλεπὰ καὶ ἐργώδη λέγεις , Δημόσθενες : εἶναι δὲ αὐτὴν
ἐσθλὸν ἔμμεναι : Σόλωνα δὲ μαλακίαν αὐτοῦ καταγνόντα φάναι : χαλεπὰ τὰ καλά . Φασὶ δὲ Περίανδρον τὸν Κορίνθιον κατ
5253219 σιωπωμενα
τὸ κακά : κακόν ἐστί σοι , εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος .
ἡ ἀκοή . διὰ τοῦτο πολλὰ τῶν μέτρων συμβέβηκεν ἀποκρύπτεσθαι σιωπώμενα ἐν τῇ κατὰ πεζὸν ῥήσει : καὶ αὖ πάλιν
5225063 ἁλμυρα
ἐκεῖνος ὁπανίκα καὶ τὺ φιλάσεις . ἁνίκα τὰν κραδίαν ὀπτεύμενος ἁλμυρὰ κλαύσεις . ἀλλὰ τύ , παῖ , καὶ τοῦτο
ῥύπτουϲι χρηϲτέον : τοιαῦτα δέ εἰϲι μάλιϲτα τὰ γλυκέα καὶ ἁλμυρὰ καὶ ἄλλωϲ ϲμηκτικὰ θερμαίνοντα . οἶνον [ τε ]
5224671 καταδηλα
, ὦ Ἑρμόγενες , γράμμασι καὶ συλλαβαῖς τὰ πράγματα μεμιμημένα κατάδηλα γιγνόμενα : ὅμως δὲ ἀνάγκη . οὐ γὰρ ἔχομεν
. ἐκπλυνεῖται : Ἐκπλυνθείη . . ἀποπεσεῖται . . ὄψει κατάδηλα : Θεάσῃ λίαν φανερά . . ὄψει : Θεάσεις
5193257 τερπνα
γράφεται μέγα τέρπεται . Κρέα : ὑπάρχουσι , λείπει . τερπνά : ἡδέα . εὐάντητος : ἐπιθυμητὴ , εὐσυνάντητος ,
τόρευσον ἔαρος κύπελλον ἤδη : τὰ πρῶτ ' ἡμῖν τὰ τερπνά ῥόδα φέρουσαν ὥρην . ἀργύρεον δ ' ἁπλώσας ποτὸν
5177359 καλλιστε
ἐτελεύτησεν , πανηγυρικὸν καὶ μελέτας βοῶν . ὦ πάντα σὺ κάλλιστε παίδων , ὦ τῆς μὲν προσηκούσης ἡλικίας οὐκ ἐπιλαβόμενος
καὶ πρὸς εἰδότας ἢ λαβόντας λελαλήκασιν . Ἀλλὰ σὺ , κάλλιστε υἱὲ , τὰ δοκοῦντα χρήσιμα ἀναλέγου , παραινούμενος παρὰ
5162298 φασματα
πορεύεται τὴν αὑτοῦ χώραν φυλάττων δι ' αἰῶνος καὶ σελήνης φάσματα καὶ ἀστέρων φορὰ χωρεῖ καὶ ὡρῶν περίοδοι καὶ τάξεις
ἡμᾶς αὐτοὺς ἐξετάζοντες , ἅττα ποτ ' ἐστὶ ταῦτα τὰ φάσματα ἐν ἡμῖν ; ὧν πρῶτον ἐπισκοποῦντες φήσομεν , ὡς
5147552 θερμοτατα
ἐπὶ τῶν ζώων , ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν φυτῶν : θερμότατα γὰρ εἶναί φησι τὰ μάλιστα ἔνυγρα οἷον σχοῖνον κάλαμον
κατάρρουν ὑγραϲίαν ἕωϲ ἰϲημερίαϲ ἐαρινῆϲ . δεῖ οὖν προϲφέρεϲθαι τὰ θερμότατα καὶ ἀκρατέϲτερον πίνειν καὶ ἀκρατοποτεῖν καὶ ἀπὸ τῆϲ ὀριγάνου
5137942 ὁρωμενα
ξενοκτόνος καὶ ὁ ψευδόμαντις , οἶδα , ὅπως λυπεῖ σε ὁρώμενα ἐν τοῖς θεοῖς , καὶ μάλιστα ὁπόταν ἡ μὲν
θερίζειν δὲ καὶ τρυγᾶν καὶ κλαδεύειν παρὰ μὲν τὸν καιρὸν ὁρώμενα τὰς πράξεις [ τὰς τοιαύτας ] καὶ τὰς ἐγχειρήσεις
5117234 θεσφατοισιν
' ὧν ταῦτα ἐτελέσθη , κἀκεῖνα συμβῆναι στοχάζομαι . . θεσφάτοισιν ] τοῖς πάλαι περὶ ταύτης τῆς ἥττης δοθεῖσί μοι
] † ἐμὲ ἢ τινά . χρὴ ] πρέπει . θεσφάτοισιν ] τοῖς πάλαι περὶ ταυτησὶ τῆς ἥττης δοθεῖσί μοι
5116234 φιλα
ὅταν δὲ σὺ στένηις , ἡμᾶς παρόντας χρή σε νουθετεῖν φίλα : ἐπικουρίαι γὰρ αἵδε τοῖς φίλοις καλαί . ἀλλ
μορφῆς καὶ μεγέθους , ἴσασιν ἄνθρωποι . Τούτοις οἱ πέρδικες φίλα σπεισάμενοι σύννομοί τε καὶ συνήθεις καὶ ὁμόσκηνοι διαμένουσιν .
5113929 πολυχρονιωτερα
εἶναι βιωφελέστερα καὶ ἡδίω ψυχῇ καὶ σώματι τὰ γυμνάσματα καὶ πολυχρονιώτερα τῶν ἐν ἀθλήσεσι , μὴ συναφηβῶντα τῇ τοῦ σώματος
τοιαῦτα καὶ ἑαυτοῖς . Ὡς δ ' ἁπλῶς εἰπεῖν πάντα πολυχρονιώτερα διὰ τὸ περιέχον : ἐπεὶ καὶ τὸ γίγαρτον καὶ
5083610 βαρυτατα
ἀναγκαῖόν ἐστι , ῥᾳδίως οἴσει τὰ προσπίπτοντα , κἂν ᾖ βαρύτατα , νομίσας δὲ ἀλλότριον ἀνηνύτῳ πιεζόμενος ἄχθει Σισύφειον τιμωρίαν
τοιαύτην αἰτίαν : εἴ τις γὰρ λάβοι τῶν σωμάτων τὰ βαρύτατα , οἷον μόλιβδον , καὶ πάλιν αὐτὰ τὰ κουφότατα
5056327 κακιστα
προσφέρεσθαι φόρον ταλάντων μυρίων δισχιλίων πεντακοσίων . ὅπου οὖν ὁ κάκιστα καὶ ῥᾳθυμότατα τὴν βασιλείαν διοικῶν τοσαῦτα προσωδεύετο , τί
πάνυ λίαν πονηρά , λίαν κακά . , ἀδικώτατα , κάκιστα ψεύσματα . βουλήσεται ] ὁ Στρεψιάδης . φέρειν ]
5051740 ἀψυχα
πραγμάτων ἀσχολεῖται εὐφημίας τὸ ἐγκώμιον : τὰ δὲ πράγματα ἢ ἄψυχά ἐστιν , ὄντα ἐν σώμασιν οἷον ἀσπὶς ἢ δόρυ
τὰ ἔμψυχα καὶ ἄλογα , οἷον ὁ βοῦς , τὰ ἄψυχά φησι χρῆναι παρασκευάζειν καὶ ἔχειν οἴκοι κείμενα : καὶ
5048890 φοβερα
] διὰ τὰ προσόντα κακὰ τοῖς εἰσερχομένοις καὶ τὰ λεγόμενα φοβερά . κακῶν γὰρ ] παρὰ τὸ λεγόμενον ἐν τῆι
θάνατος δεινόν , ἀλλ ' ἡ περὶ τὴν τελευτὴν ὕβρις φοβερά . Πῶς δὲ οὐκ οἰκτρὸν βλέπειν ἐχθροῦ πρόσωπον ἐπεγγελῶντος
5028527 περιεργα
τοῦ Συρακοσίου ἔχθραν κολάσασθαι . ταῦτα γὰρ καὶ μειρακιώδη καὶ περίεργα καὶ τῶν λεγομένων αἰνιγμάτων ἀσαφέστερα . καὶ ἐκεῖνα ἔτι
ἄρχειν , ἀλλὰ φόβῳ . τούτοις ἕτερα προσθεὶς πάλιν ἀμοιβαῖα περίεργα καὶ πικρά , τοὺς Μηλίους ὑποτίθεται λέγοντας , ὅτι
5025231 προδηλα
ξ διὰ τοῦ γ ἢ κ ἢ χ κλίνεται : πρόδηλα τὰ παραδείγματα . Ἡ δὲ τρίτη τὸ τρίτον τὸ
τῷ αὐτῷ πάθει κεχρημέναις συμπράσσει : τὰ γὰρ περὶ Ἐνδυμίωνα πρόδηλα . ἢ ὅτι διάπυρος ἡ θεός , καὶ τὸ
5019945 ἀναρπασαντες
βωμοῦ πέλας ἐξέβαλον ἐκτὸς θυοδόκων ἀνακτόρων . ἡμεῖς δ ' ἀναρπάσαντες ὡς τάχος χεροῖν κομίζομέν νίν σοι κατοιμῶξαι γόοις κλαῦσαί
τῆς Θρᾴκης . ἐν ᾧ δὲ ταῦτα διελέγοντο οἱ στρατιῶται ἀναρπάσαντες τὰ ὅπλα θέουσι δρόμῳ πρὸς τὰς πύλας , ὡς
5019417 ταχεα
ἀναρριχᾶσθαι διὰ σχοινίου καὶ πλεῖστα ἄλλα ὁμοιότροπα . τὰ δὲ ταχέα χωρὶς εὐτονίας καὶ βίας ἐστίν : δρόμοι δ '
ἀμφότερον βασιλεὺς ἀγαθὸς κρατερός τ ' αἰχμήτης . κραιπνά : ταχέα , ταχύτατα . ἄλκιμα : ἰσχυρὰ , καὶ στερεὰ
5015131 εὐαυξη
τοῖς εὐδιεινοῖς καὶ ἀπνευμάτοις ἔτι δὲ ὅταν ἡ φυτεία πυκνὴ εὐαυξῆ μὲν τὰ δένδρα μανὰ δὲ καὶ ὑγρὰ μᾶλλον .
καθύγροις τόποις * δήεις : μάθε * πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος
5014231 καταγελαστα
ἀλαζονείαν , καὶ τὴν τῆς νηστείας καὶ νουμηνίας εἰρωνείαν , καταγέλαστα καὶ οὐδενὸς ἄξια λόγου , οὐ νομίζω σε χρῄζειν
γὰρ ἂν κέρδος εἴη καὶ τῆς ἡμετέρας μούσης ἐπιχώριονἀλλὰ μὴ καταγέλαστα . Βαλών γε , φάναι , ὦ Ἀριστόφανες ,
5013552 πελια
δὲ πυρία συνεχὴς διὰ ὕδατος θερμοῦ . ταῦτα πρὸς τὰ πέλια τῶν ὑπωπίων : ἐφ ' ὧν δὲ αἱματώδη εἰσὶν
χυλῷ ῥαφάνου ἀναλειφθεῖσα : ἄκρως ποιεῖ πρὸς τὰ πρόσφατα καὶ πέλια τῶν ὑπωπίων σπόγγος ἐν ἅλμῃ ἀποβαπτόμενος καὶ συνεχῶς προστιθέμενος
5013524 ἰατα
ἰατὰ δ ' ἐστὶ βροτοῖς : τὰ προσπίπτοντα μετὰ ἐλευθερίας ἰατά ἐστι καὶ ἐὰν ἀτυχία ὑπάρχῃ . ἠλευθερωμένοι οὖν καὶ
ἐάν τις ἀδικῶν τινα κερδαίνειν ποιῇ , τούτων ὁπόσα μὲν ἰατά , ὡς οὐσῶν ἐν ψυχῇ νόσων , ἰᾶσθαι :
5009679 ῥυπαρα
βλαβήσεται : ἔσται γὰρ ἡ γυνὴ μοιχαλίς , πολύκοινος , ῥυπαρά . Σελήνης Διδύμοις : ὁ γήμας ἐν τῇ βʹ
καὶ ἀνώμαλα τὰ ἕλκη θεωρεῖται , κατὰ μὲν τὸ πλεῖϲτον ῥυπαρά , ὀχθώδη , λευκανθίζοντα , εἰδεχθεῖϲ ἐπιπάγουϲ ἔχοντα ,
5007034 ἀλγεινα
ἐπῆλθε : καὶ λεγόμενα ταῦτα λυπηρά εἰσι , καὶ σιωπώμενα ἀλγεινά . . ἐπεὶ τάχιστ ' ἤρξαντο : Ἐπεί ,
δυστυχία ἐπῆλθε : καὶ λεγόμενα ταῦτα λυπηρά εἰσι καὶ σιωπώμενα ἀλγεινά . . ἀλγεινὰ ] λυπηρά . . ἄλγος ]
5002571 βαρυτερα
φόρου ὁ τῶν δύο δούλων ἀριθμός . Ὁ δὲ τὰ βαρύτερα δῶρα πέμπων οὐχ ἧττον λυπεῖ τοῦ βαρεῖαν πέμποντος ἐπὶ
φιλάνθρωπα , τὰ δ ' ἀπὸ τοῦ δήμου πᾶν τοὐναντίον βαρύτερα καὶ ἀπηνῆ . στοχάσαιτο δ ' ἄν τις τὴν
5000651 ἀσημα
βδελυγμία : ἡ ναυτία ἡ κινοῦσα ἔμετον . βατταρίζειν : ἄσημα καὶ ἀδιάρθρωτα διαλέγεσθαι . βαμβαλύζειν : τὸ ὑπὸ ῥίγους
τοὺς λεγομένους παρ ' αὐτὰς βυκανισμοὺς καὶ βηχίας , φθέγματα ἄσημα καὶ ἄναρθρα καὶ ἐκμελῆ , ἐπὶ δὲ τὸ ὀξὺ
4998409 ὀξεα
λιγαίνειν ] θρηνεῖν . Ξ λιγαίνειν ] ἤγουν λίγα καὶ ὀξέα θρηνεῖν . λιγαίνειν ] ὑμνεῖν . λιγαίνειν ] βοᾶν
μνώοντ ' ὀλοοῖο φόβοιο . πολλὰ δὲ Κεβριόνην ἀμφ ' ὀξέα δοῦρα πεπήγει ἰοί τε πτερόεντες ἀπὸ νευρῆφι θορόντες ,
4995118 θερμα
ὄπτησον ἅπασαν ἁλσὶ μόνον λεπτοῖσι πάσας καὶ ἐλαίῳ ἀλείψας . θερμά τ ' ἔχειν τεμάχη βάπτων δριμεῖαν ἐς ἅλμην :
μέλαν λέγωμεν ὅμοιον εἶναι κατὰ τὸ θερμόν : ἀμφότερα γὰρ θερμά ἐστιν , ἀλλὰ κατὰ τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον :
4990249 ἐλαιωδη
δὲ τοῦ δεινοῦ , ἤδη μὲν ἐλαιοφανῆ καὶ ἐλαιόχροα καὶ ἐλαιώδη γίνεται . Κἂν ἤδη δὲ τὴν πιμελὴν ἐπινεμηθὲν τὸ
χολῆς σημαίνει ἐξόπτησιν . τὰ δὲ ἐλαιόχροα καὶ ἐλαιοφανῆ καὶ ἐλαιώδη , τὸ πλέον ἐπὶ ταῖς ἀρχαῖς τῶν ἑκτικῶν συνίστασθαι
4989079 ἀτελεστερα
ἕκαστον τῶν ἐν μαθηματικῇ θεωρημάτων τὰ μὲν αὐτόθεν φαινόμενα καὶ ἀτελέστερα ὑποδείκνυσιν ὡς πρότερα , οἷον ὅτι τὸ ὀρθογώνιον τρίγωνον
τοῖσιν ἄνωθεν κυφοῖσιν : ἥβη δὲ καὶ γένειον βραδύτερα καὶ ἀτελέστερα , καὶ ἀγονώτεροι οὗτοι τῶν ἄνωθεν κυφῶν . Οἷσι
4985464 ξυμμετρα
Εἴδεα μὲν γὰρ ἀγαθά ἐστι τὰ τοιάδε : ἐλαφρὰ καὶ ξύμμετρα , καὶ εὔσπλαγχνα , καὶ μήτε σαρκώδεα ἰσχυρῶς μήτε
ὕπνον ἕλκοντι . Περὶ τὸν Νεῖλον οἱ Πήχεις ἀθύρουσι παιδία ξύμμετρα τῷ ὀνόματι , καὶ ὁ Νεῖλος αὐτοῖς ὑπεργάνυται τά
4969163 βουλευματα
οὖν φραπὶς καὶ πραπίς . ἀφ ' ἧς προΐεται τὰ βουλεύματα . οὕτω Φιλόξενος . Περίπατος . ἡ περὶ σχέσιν
δ ' , ὅτι ἀκούω . τὰ γὰρ τοιαῦτα ὑμῶν βουλεύματα ἠξίουν μήθ ' ὁρᾶν μήτ ' ἀκούειν , οἳ
4968645 οἱαπερ
ἀγνῶτα , ἀλλὰ καὶ λόγων ἐπιμελητὰν τῶν Σωκρατικῶν κατέχει , οἷάπερ ἔφην σιτίζων καὶ ἀλείφων καὶ ἀμφιεννύς , καὶ οὔτε
σχεδὸν γάρ τι καὶ ἐγὼ πρὸς αὐτὴν ἕτερα τοιαῦτα ἔλεγον οἷάπερ νῦν πρὸς ἐμὲ Ἀγάθων , ὡς εἴη ὁ Ἔρως
4967606 ἀκριτα
πρὸ τοῦ ταύτην ἔχειν τὴν ἐπωνυμίαν , ἀλλὰ τότε μὲν ἄκριτα ἦν καὶ ἀδιάλλακτα καὶ ὥς φασί τινες ‖ ὕλην
θλίψει . Θρώσκει : πηδᾷ . ἑλίσσεται : συστρέφεται . ἄκριτα : ἀδιαχώριστα , πολλά . θύων : ὁρμῶν .
4967586 ἡλικα
χήτει . ἀπορεῖ , στέρεται . ἔνδεια , σπάνη . ἥλικα γὰρ κτλ . παροιμία εἴρηται μὲν ἐνταῦθα τῷ Πλάτωνι
βούλεσθαι αὐτὸν συναρμόζεσθαι . . . Ἐπειδὴ δὲ εἶπεν : ἥλικα γὰρ καὶ ὁ παλαιὸς λόγος τέρπειν τὸν ἥλικα ,
4966673 ἀσυμφωνα
ἀκέοντε ξ . „ ἀλλὰ καὶ ὣς δαίνυσθε „ . ἀσύμφωνα λέγουσι τοῖς παλαιοῖς . . , . ἐώλπει ‖
οὕτω προσφερόμενος καὶ βλασφημῶν δῆλός ἐστιν ὑπὸ λύπης ἐξιστάμενος καὶ ἀσύμφωνα αὑτῷ λέγων . πάθους οὖν προβολὴ κλοπὴ γίνεται διοικήσεως
4964480 ἀηδη
τὴν λέξιν αὐτοῦ , τὸ δὲ μὴ κρατεῖν τῶν καιρῶν ἀηδῆ . ὁ δὲ ῥήτωρ τοῦ τε ἀρκοῦντος στοχάζεται καὶ
ὄντως ἡδέα , ἀλλ ' ἅμα τε ἐπράχθη καὶ ἅμα ἀηδῆ καὶ λυπηρὰ τοῖς πράξασιν ἔδοξε . διὸ καὶ ἐπ
4961911 δειλα
θεῶν μακάρων , ἀλλ ' ἀνδρῶν τε βίη καὶ κέρδεα δειλὰ καὶ ὕβρις πολλῶν ἐξ ἀγαθῶν ἐς κακότητ ' ἔβαλεν
καὶ δὴ κατάχαρμα μὲν ἐχθροῖς , τοῖς δὲ φίλοισι πόνος δειλὰ παθὼν γενόμην . Κύρν ' , οἱ πρόσθ '
4958430 ἑλκεα
παιδίοισι κῆλαι ἐπιγίγνονται μάλιστα , καὶ τοῖσιν ἀνδράσι κίρσοι καὶ ἕλκεα ἐν τῇσι κνήμῃσιν , ὥστε τὰς τοιαύτας φύσιας οὐχ
, κίνδυνος πάλιν γενέσθαι ἕλκεα . Τὰ παλινδρομήσαντα ἐν ἰσθμίοις ἕλκεα τοῖσιν ὁμοίοισι κινδυνώδη . Τοῖσι παιδίοισιν ἀξιολόγοις ἕλκεσιν ἐν
4957552 ἀνιατα
διαιροῦντος . ὅμως οὐκ ἔστιν ἄλυτα τὰ ἐγκλήματα οὐδ ' ἀνίατα τὰ ἁμαρτήματα , ἀλλ ' ἐνδέχεται λῦσαι ταῦτα καὶ
ῥαγοειδοῦϲ καὶ τοῦ κρυϲταλλοειδοῦϲ . ἔϲτι δὲ πάντα τὰ γλαυκώματα ἀνίατα , τὰ δὲ ὑποχύματα ἰᾶται οὐ πάντα . θεραπεύειν
4954877 δυσνοητα
πέμποντος τὰ βάρβαρα λόγια σαφηνῆ καὶ σαφῆ ; οὐ γὰρ δυσνόητα ταῦτά φημι τὰ ποικίλα βάγματα καὶ φωνήματα , τὰ
σκότῳ ποδηγετεῖ φανεροῖ καὶ σαφηνίζει τὰ * δεινὰ καὶ * δυσνόητα . * τὸ δὲ ποδηγετεῖ δὲ ἀπὸ τῶν κυνηγῶν
4948186 πληρωτικα
τὸ α ἐπιτατικόν . ἢ μότα λέγονται τὰ ῥάκη τὰ πληρωτικὰ τῶν πληγῶν , καὶ ἄμοτον κατὰ ἀπόφασιν τὸ μὴ
τοὺϲ παχεῖϲ οἴνουϲ , καὶ τὰ δριμέα τῶν ὀϲφραντῶν καὶ πληρωτικὰ τῆϲ κεφαλῆϲ καὶ τὸ ἀτενίζειν ἐξ ὕψουϲ καὶ τὸ
4944323 δακνοντα
τύχης Γ τοῦ Φειδίου . Γ τὸν αὐτοδὰξ : τὸν δάκνοντα , τὸν ἐμπεσόντα . Γ τὸν αὐθάδη , ὀργίλον
ἐμοῦντα συμφέρει συνεχέστερον τοῦ ὕδατος ἐπιρροφεῖν , μὴ ὀξύνοντα καὶ δάκνοντα λήσῃ τὰ ἐμούμενα . ἐμετικὸν δὲ καὶ τὸ μὴ
4938068 ἀπρακτα
ποτε φιλίας τῷ καιρῷ χρήσιμον : ἀλλ ' ἢ μόνον ἄπρακτα τῷ κειμένῳ περιαλγήσαντες πάλιν περὶ τῶν καθ ' ἑαυτοὺς
Ἑλληνικῶν μεταθεὶς ὁ Θεόπομπος ἀργά τε καὶ ἀκίνητα πεποίηκε καὶ ἄπρακτα . λόγου γὰρ δύναμιν καὶ διὰ τὴν κλοπὴν ἐξεργασίαν
4936636 ἀναμεμιγμενα
ἐστι καὶ μονοειδῆ καὶ ἀκατασκεύαστα , τὰ δὲ τοῖς κακοῖς ἀναμεμιγμένα πολλοὺς ἔχει τρόπους καὶ παντοίας διαθέσεις , ἐξ ὧν
τὸν μεθ ' ἑλκώϲεωϲ δηλοῦϲα καρκίνον . εἰ μὲν οὖν ἀναμεμιγμένα τῇ κόπρῳ τὰ τῆϲ ἑλκώϲεωϲ ἐκκρίνοιτο ϲημεῖα μετὰ πόνων
4932396 γεμοντα
ἔσται γάρ , ἔσται κεῖνος αἰῶνος χρόνος , ὅταν πυρὸς γέμοντα θησαυρὸν σχάσῃ χρυσωπὸς αἰθήρ , ἡ δὲ βοσκηθεῖσα φλὸξ
. Καὶ πρὸς τοὺς κριοὺς ἀντίκεινται τύλαι καὶ σακκία , γέμοντα ἄχυρα καὶ ψάμμον , πρὸς δὲ τοὺς παλλίωνας ἤτοι
4923646 πιστα
] βεβαίωσις , βεβαιώσεις , τὰ προτεινόμενα ἐπὶ βεβαιώσει , πιστά . , δεσμοί , τεκμήρια , πίστεις . ἡ
ἐπόπτας εἶναι καὶ ἐπιτηρητὰς τῆς χώρας αὐτοῦ . τὸ δὲ πιστά τινές φασιν , οἱ ὑποπτεύσαντες τοὺς κατὰ τὸν χορὸν
4916376 μικροψυχον
τοῦ μικροψύχου καὶ παντελῶς ἀπορήσαι τις ἄν : λέγει γὰρ μικρόψυχον εἶναι , ἐάν τε μεγάλων ἐάν τε μικρῶν ἄξιος
παντελῶς μικρόψυχος , καίτοι ὁ Ἀριστοτέλης λέγει μάλιστα ἂν δοκεῖν μικρόψυχον τὸν μεγάλων ἄξιον μικρῶν δὲ ἑαυτὸν ἀξιοῦντα , ἴσως
4911995 ἐγκειμενα
μετὰ τοῦ μηδὲν ἀνιᾶν τι συμπέττει τε καὶ διαφορεῖ τὰ ἐγκείμενα καὶ καθ ' ὅλου ἀεὶ δεῖ κεχρῆσθαι τοῖς κολλουρίοις
τῶν δρυῶν ἐξήρτηται δικτύοις ἔλαφος , οἶμαι , καὶ σῦς ἐγκείμενα . ἦ γὰρ οὐκ ἐπῆρθαί σοι δοκεῖ καὶ χαίρειν
4906295 ὑπερτατα
ἀξιοπίστου οἰκήσεως διὰ τοῦ εἰπεῖν : Ζεὺς ὑψιβρεμέτης . * ὑπέρτατα δώματα : τὰ ἄκρα τοῦ κόσμου τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς
ἀρετὰ περὶ πάθεα , τῶν δὲ παθέων ἁδονὰ καὶ λύπα ὑπέρτατα , φανερὸν ὅτι οὐκ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα
4905783 πονηροτερα
ἤ τι ἄλλο τῶν εἰς τὴν τέχνην τά τε ἔργα πονηρότερα ἐργάσεται καὶ τοὺς ὑεῖς ἢ ἄλλους οὓς ἂν διδάσκῃ
τοιαῦτα πάντα ἀϲθένειαν δηλοῖ τῆϲ πεπτικῆϲ ἐνεργείαϲ . τούτων δὲ πονηρότερα τό τε ἄκρωϲ πυρρόν , χολῆϲ γὰρ ξανθῆϲ ἀκράτου
4905015 πετραια
χάσματος γενομένου μετέωρος ἔσῃ , κρεμάμενος τῶν χειρῶν . . πετραία δ ' ἀγκάλη σε βαστάσει ] ἐντὸς αὐτῆς τριβήσῃ
ἐγὼ τοὺς ἄνδρας οὐ στέρξω ποτέ : ἀλλ ' ἡ πετραία Σκῦρος ἐξαρκοῦσά μοι ἔσται τὸ λοιπόν , ὥστε τέρπεσθαι
4904840 πιλια
ἔνδεια θερμοῦ , ἡ ξηρότης μαραίνει . διὸ καὶ τὰ πιλία θᾶττον ποιεῖ πολιούς : ἐκπίνεται γὰρ ἡ οἰκεία τῆς
τοὺς πόδας : ἀσκέραι δὲ κυρίως τὰ ἐν τοῖς ποσὶ πιλία ἤτοι ἀρτάρια λέγονται . ὦ Λύκοφρον , γίνωσκε ὅτι
4902521 κρεισσω
, ἐπιούσης , καὶ εἰ δὶς τοσαύτη ἔλθοι , πολὺ κρείσσω εἶναι , οἷς γ ' ἐπίσταμαι οὔθ ' ἵππους
δόρυ οὔτε πρίν τιν ' οὔτε νῦν ἀνδρῶν ἐπόρευσε σέθεν κρείσσω . πῶς μοι Ἀχιλεὺς τὸ σὸν ἔγχος ἂν δύναιτο
4899627 ἀξιοθεατα
τοὺς τυράννους . ἄλλα μέν γε ἐν ἄλλῃ χώρᾳ ἐστὶν ἀξιοθέατα : ἐπὶ δὲ τούτων ἕκαστα οἱ μὲν ἰδιῶται ἔρχονται
σχολὴν ἀεὶ ὁρᾶτέ μοι παροῦσαν , ὥστε καὶ θεᾶσθαι τὰ ἀξιοθέατα καὶ ἀκούειν τὰ ἀξιάκουστα καὶ ὃ πλείστου ἐγὼ τιμῶμαι
4897430 σαρκια
οἷα τύλοι : οὐ κέρατα δέ , ἀλλὰ τύλοι καὶ σαρκία τινά . ἄλλως : ὑπὲρ τοὺς ὀφθαλμοὺς κατὰ τὸν
, ἐπὶ δὲ τὸ χεῖρον , ἐὰν ὦσι χείρονες . σαρκία δὲ ἢ ἀκάνθια ἢ ἄλλο τι δοκεῖν ἐν τοῖς
4883665 πεπαιτερα
; ἀλλ ' οὐκ ἀνεκτόν , ἀλλὰ κατθανεῖν κρατεῖ : πεπαιτέρα γὰρ μοῖρα τῆς τυραννίδος . ἦ γὰρ τεκμηρίοισιν ἐξ
εἰσελθεῖν καὶ θῆρά τινα φοβουμένη . ἐπιξενοῦμαι ] φιλιοῦμαι . πεπαιτέρα ] ὡριμωτέρα , γλυκυτέρα . ἡδύτερος , φησὶν ,
4880627 ἡδομενου
μισθῶν ὀφειλομένων οὐκ ἦν ἐσπουδακότος λόγος , ἀλλ ' ἀνδρὸς ἡδομένου τῇ μνήμῃ τῆς συνουσίας . εἰ γὰρ δὴ καὶ
ἴδῃς Παρθένιον καὶ τὰ γράμματα λάβῃς , πρόσωπον μὲν δείξεις ἡδομένου τῷ τε ἐκεῖνον ἰδεῖν καὶ τῷ ταῦτα λαβεῖν ,
4880599 νιτρωδη
τοιοῦτον καὶ εἶναι . Καὶ ἡ θάλαττα δὲ καὶ τὰ νιτρώδη καὶ σαπρὰ καὶ ὀξέα τῶν ὑδάτων ἔχει τινὰ μίξιν
ἐστὶ τὰ βραδέως τὰ ὄσπρια τήκοντα . τοιαῦτα δὲ τὰ νιτρώδη καὶ ἁλμυρά . ἐν δὲ τῷ περὶ ὑδάτων Ἱπποκράτης
4877835 λεπιδωτα
γαλεὸς , δελφὶν , καὶ τὰ τοιαῦτα , τὰ δὲ λεπιδωτὰ , τὰ δὲ φολιδωτὰ , καὶ ὠοτοκοῦσιν , ὥσπερ
ξηρᾷ διαιτῶνται , καθάπερ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ ἄλλῃ πολλαχῇ . λεπιδωτὰ δὲ εἴρηται πάντα τὰ τῶν ἰχθύων γένη ἔξω τῶν
4876875 βαγματα
καὶ σαφῆ ; οὐ γὰρ δυσνόητα ταῦτά φημι τὰ ποικίλα βάγματα καὶ φωνήματα , τὰ αἰανῆ καὶ σκοτεινὰ καὶ θλίψιν
] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα . βάγματα ] φωνή - ματα . παντάλαν ' ] πανάθλια
4875853 αἰτιατα
ἀλλήλοις ἑπόμενα ἐκ τοῦ ἐξ ἀλλήλων γίνεσθαι καὶ ἀλλήλων εἶναι αἰτιατά τε καὶ αἴτια . γῆς γὰρ βραχείσης ἐξ ὑετοῦ
ἰδεῶν : τὰ μὲν γὰρ αἴτια ὑπάρχουσι , τὰ δὲ αἰτιατά . τὰ οὖν αἴτια [ τὰ ] ἐξῃρημένα ὑπάρχουσι
4866290 ὑπνωι
δ ' ἐπέμυξαν . τὸ δὲ ἐγείρεσθαι ἀθρόως τὰς παρειμένας ὕπνωι οὐ πιθανόν : κατὰ βραχὺ οὖν ἐκ προσβάσεως τὴν
πατρὸς ἐτιμωρήθη ὑπὸ Μίνωος . πνέονθ ' . . . ὕπνωι ] τὸ ἑξῆς : ἀπώλεσεν ἁ κυνόφρων Νῖσον πνέοντα
4866161 ῥοθιοισι
ῥεύμασιν . . ἀκριτόφυρτος ] ἀδιαίρετος . . οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοισι ] ἀχρείοις , ἤτοι ἀνευφράντοις , οὔτι δάνος καὶ
, παῖδες δ ' ἐπ ' ἐρετμοῖς ἥμενοι γλαυκὴν ἅλα ῥοθίοισι λευκαίνοντες ἐζήτουν ς ' , ἄναξ . ἤδη δὲ
4863621 κἀκεινα
καὶ θερμότης . διὸ καὶ τὸ μέσον πρὸς τὰ ἄκρα κἀκεῖνα πρὸς τοῦτο λέγεταί πως ἐναντία , ὡς ἡ μέση
ἐκεῖνα : ὥστε , ὅπου ψυχὴ σώματος ἐξανέδυ , ἐκεῖ κἀκεῖνα . Ὁ μὲν γὰρ αἰσθητὸς κόσμος μοναχοῦ , ὁ
4861786 διαφανη
γῇ δὲ ὄνυχα , χαλβάνην δὲ ἀέρι , τὸν δὲ διαφανῆ λιβανωτὸν πυρὶ ἀπεικάζει : στακτὴ μὲν γὰρ παρὰ τὰς
* . τίς οὖν τὰς πολυτελεῖς ἁλουργίδας , τίς τὰ διαφανῆ καὶ λεπτὰ θέριστρα , τίς τὰς ἀραχνοϋφεῖς ἀμπεχόνας ,
4853794 ἁλυκα
δεῖ εὔχυμον δίαιταν αὐτοῖς ἐπιδιδόναι , τὰ γὰρ δριμέα ἢ ἁλυκὰ ἀναζέουσι τὸ ἕλκος : ὠφελεῖ δὲ αὐτοὺς καὶ ὁ
καὶ τὴν λινόζωστιν ἐσθιέτω καὶ τὴν ἀκτὴν , καὶ μήτε ἁλυκὰ μήτε λιπαρὰ μήτε δριμέα , οἷον ὀρίγανον ἢ θύμον
4848669 πελωρια
δ ' ἀνέμων ἐπ ' ἀϋτμένα χεῦε κύματά τε τροφόεντα πελώρια , ἶσα ὄρεσσιν . ἔνθα διατμήξας τὰς μὲν Κρήτῃ
' ὀλίγον κατερείσαντος ἀνέμου κλύδωνα ἰσχυρὸν καὶ κύματα τροφόεντα , πελώρια ἶσα ὄρεσσι , κυρτὰ φαληριόωντα : καὶ τὸν νῦν
4847337 οἰμωζειν
ποιεῖν : τὸν μὲν γελᾶν , τὸν δ ' ἕτερον οἰμώζειν μακρά . ὅτι δὲ καὶ παμπόλλου πιπράσκουσιν Ἄλεξις ἐν
τὸ ὀΐζω ὀϊζύω , ἔστι δὲ καὶ παρὰ τὸ οἴμοι οἰμώζειν : ὅπερ ἴδιον ἐπιρρημάτων . Καὶ τὸ χρή δὲ
4843407 ὠφελιμα
, ὅτι οὐκ εὔχομαι γενέσθαι ὑμῖν τὰ ἡδέα καὶ τὰ ὠφέλιμα . πλὴν . . . εὔξασθαι ] πλὴν εἰ
τῶν ζῴων , ἄλλα καὶ ἄλλα λέγων τὰ ἑκάστῃ φύσει ὠφέλιμα , ὥστε καὶ διαφέρειν τὰς ἀντιποιουμένας αὐτῶν ἕξεις καθ
4833361 ηὐχομην
ηὔχουν ] ἐθάρρουν , ἤλπιζον , προσεδόκων . γρ . ηὐχόμην . . ηὐχόμην ] ὁ χορὸς ἀκούσας τῶν τῆς
ὡς καὶ παρ ' Ἀττικοῖς : ηὐφράνθην γὰρ λέγουσι καὶ ηὐχόμην . ἀλλ ' ἐπεκράτησε κατὰ τὴν κοινὴν διάλεκτον ἡ
4826968 ἀπιστ
φροντίδων , ἑλών μιν ὡς μεθήμων λύρης γένωμαι λαροῦ . ἄπιστ ' , ἄπιστε Χρυσέ , μάταν δόλοις με θέλγεις
γὰρ ἄλλοσε . τάχ ' οὖν ἐρωτῶν ς ' εἰς ἄπιστ ' ἀφίξεται : λέγ ' οὕνεκ ' ἔλαφον ἀντιδοῦσά
4825112 γεωργουμενα
δὲ ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . Βελτίω δὲ καὶ χαίρει γεωργούμενα . . . καὶ γὰρ τοὺς πυρῆνας ὥσπερ εἴπομεν
δὲ καὶ τὸ μὴ ἰσχυρόν : διὰ τοῦτο καὶ τὰ γεωργούμενα τῶν ἀγεωργήτων θᾶττον γηράσκει καὶ τὰ βελτίω τῶν χειρόνων
4825051 ἀχθη
εἰς τὸ κοινόν : οἱ δὲ ὦμοι , ὅτι τὰ ἄχθη πάντα ἐπ ' αὐτοῖς κομίζεται : τὸ δὲ στόμα
καὶ οἴονται ἀκούειν ὅτι οὐ λῆροί εἰσι , γῆς ἄλλως ἄχθη , ἀλλὰ ἄνδρες οἵους δεῖ ἐν πόλει τοὺς σωθησομένους
4817048 ἀμικτα
μὲν ἄνθη καὶ ὑγρότερα τὴν φύσιν ὄντα μᾶλλον τὰ δὲ ἄμικτα καὶ ξηρὰ ἐλάττω καὶ ἀσθενέστερα , δι ' ὃ
ἐξ ἔρωτος . Ἔτι δὲ τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι ἄμικτα , οἷον ἐπιστήμην , τὰ δὲ μεμιγμένα , οἷον
4813696 βλαστηματα
ἑαυτοῖς , πάνθ ' ὅσα καλὰ καὶ τρόφιμα καὶ σπουδαῖα βλαστήματα καθιεροῦντες . Ἀλλ ' ὅ γε τῶν ἐνυπνίων μύστης
: εὑρέθη ἔχων καὶ κύστιν σκληρὴν καὶ ὀδυνώδεα : καὶ βλαστήματα , καὶ θέρμαι . Καὶ μετὰ ταῦτα ἠλγήκει παρ
4813144 ἠρτημενα
τίκτει . Δεδοίκασιν ἔλαφοι σχοῖνον περικειμένην , τινὰ ἔχουσαν πτερὰ ἠρτημένα , τὴν τῶν πτερῶν κίνησιν φανταζόμεναι . καταφρονοῦσι δὲ
. τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον ἀπ ' ὀρθώσεως : πάντα ἠρτημένα τὰ εἰρημένα κακὰ γέγονεν . εἰς μέγιστα κτλ .

Back