| ἐτελεύτησεν , πανηγυρικὸν καὶ μελέτας βοῶν . ὦ πάντα σὺ κάλλιστε παίδων , ὦ τῆς μὲν προσηκούσης ἡλικίας οὐκ ἐπιλαβόμενος | ||
| καὶ πρὸς εἰδότας ἢ λαβόντας λελαλήκασιν . Ἀλλὰ σὺ , κάλλιστε υἱὲ , τὰ δοκοῦντα χρήσιμα ἀναλέγου , παραινούμενος παρὰ |
| ὑπόγειον ἢ καταχθόνιον ἢ Ἐβουσαῖον ἢ Χερσαῖον ἢ Φαρισαῖον . λάλησον ὁποῖον ἐὰν ἦς , ὅτι ὁρκίζω σε θεὸν φωσφόρον | ||
| ” ἐλάλησε κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων : ἐγὼ κύριος , λάλησον Φαραὼ βασιλεῖ Αἰγύπτου , ὅσα ἐγὼ λαλῶ πρὸς σέ |
| σοὶ μὲν μέμφεσθαι τῷ φίλῳ , τὸν δὲ οὐ φίλον ἐπαι - νεῖν τὸν ἄρχοντα . καὶ γὰρ εἰ ἡ | ||
| πάντες οἱ καὶ προσκυνοῦντες καὶ τῶν λεγομένων καὶ πραττομένων ἕκαστα ἐπαι - νοῦντες ἢ φόβῳ ἢ ἐλπίσι ταῦτα ἔδρων , |
| ψηφιεῖται εἰσαγώγιμον εἶναι , ἐμπορικὴν οὖσαν . ἔπειτα , ὦ Λάκριτε , σοὶ μὲν τοῦτο δίκαιον δοκεῖ εἶναι , ἐμοὶ | ||
| οὖν δεῖ ταύτην εἰσελθεῖν τὴν δίκην ; δίδαξον , ὦ Λάκριτε , μόνον δίκαιόν τι λέγων καὶ κατὰ τοὺς νόμους |
| , ἠισθόμην γάρ , Ἀγάμεμνον , σέθεν φωνῆς ἀκούσας , εἰσορᾶις ἃ πάσχομεν ; ἔα : Πολυμῆστορ ὦ δύστηνε , | ||
| ' Ἀργείων δορὶ πλείστους διώλες ' Ἕκτορος , τάδ ' εἰσορᾶις ; ὁρῶ τὰ τῶν θεῶν , ὡς τὰ μὲν |
| βαστάζοντες ἔχουσιν ἐν ἄγγει πρὸς τὰ μαδαῖα ἕλκη , καὶ μυσαρὰς δὲ νομὰς πληροῖ προκαθαῖρον . κἂν σκόλοπες θραυσθῶσιν ὑπ | ||
| : ὅσσα Κιθαιρῶνος δὲ κατὰ πτύχας ἔργα γυναικῶν , ἢ μυσαρὰς κείνας , τὰς ἀλλοτρίας Διονύσου , μητέρας οὐχ ὁσίως |
| ἐμόν , ἐρωτικὰ δέδοται ἔργα : ἀλλὰ σὺ μὲν πολέμους μετέρχου καὶ μάχας , ταῦτα δὲ Ἀδώνιδι καὶ Ἀφροδίτῃ μελήσει | ||
| ἄπελθε ] μετάβηθι εἰς ἕτερον , ἤγουν εὑρὲ ἕτερον , μετέρχου ἐπὶ ἄλλο . τὴν γνώμην ] διὰ τῆς , |
| λεγομένων τὸ πιστὸν συνακολουθεῖν ἐννοούμενος εὐχαῖς ἡμᾶς ἀμείψασθαι τῆσδε τῆς ἐγχειρήσεως προθυμήθητι , τὸν κοινὸν δεσπότην ἐξιλεούμενος ἢ παρενεγκεῖν ἡμῖν | ||
| εἰς ταυτὸν συνθῇ τις , οὐδ ' ἐγγὺς τῆς νῦν ἐγχειρήσεως . τὸ γὰρ Λακεδαιμονίους ἀνελεῖν ἐθέλοντας φανῆναι τίς ἂν |
| πρὸς τὴν ὄψιν δυσερωτιῶν εἶπον καμών : “ Ὀφθαλμοί , νενικήμεθα . ” εἶδον δὲ δύο καινὰ καὶ παράλογα , | ||
| , λέγοντες “ ἥδε ἡ καταστροφὴ ἀπὸ Αἰσώπου : γλώσσαις νενικήμεθα . ” ὁ Ξάνθος λέγει “ Αἴσωπε , ἔχομέν |
| , ὥσπερ καὶ οἱ καταγέλαστοι : τὸ γὰρ παρὰ Ποσειδίππῳ ἐπίχαρμα μοχθηρόν . Φιλωνίδης δὲ τὸν ἐπιχαίροντα ἐπιχάρτην εἴρηκεν : | ||
| ; ἐξεπτοημένη γὰρ οὐ διακονεῖς μοι . τὸ δὲ τὶν ἐπίχαρμα τέτυγμαι : καταγέλαστός εἰμι καὶ παρὰ σοί . . |
| ὑμῖν ἠρτῆσθαι ἀπὸ τοῦ λίνου αὐτῶν . Ἀνάγκη , ὦ Κυνίσκε . τί δ ' οὖν ἐμειδίασας ; Ἀνεμνήσθην ἐκείνων | ||
| ὑπὸ μακρῷ τῷ λίνῳ στρεφομένη . Ἀλλ ' , ὦ Κυνίσκε , τὸ ἀΐδιον τοῦτο καὶ ἄπειρον εὔδαιμον ἡμῖν ἐστι |
| ὑμῖν , πρόσθε δ ' ἄνασσαν , [ λάβετε φέρετε πέμπετ ' ἀείρετέ μου ] γεραιᾶς χειρὸς προσλαζύμεναι : κἀγὼ | ||
| ὕμνος . ἀλλὰ κλύοντες , μάκαρες χθόνιοι , τῆσδε κατευχῆς πέμπετ ' ἀρωγὴν παισὶν προφρόνως ἐπὶ νίκῃ . πάτερ , |
| κοὐ πρόσειμ ' ἔτι : εἰς τὸ σπυρίδιον ἰσχνά μοι φυλλεῖα δός . Ἀπολεῖς μ ' . Ἰδού σοι . | ||
| φύλλα τῶν λαχάνων . τοιαῦτα γὰρ οἱ πτωχοὶ ἐσθίουσιν . φυλλεῖα καλεῖται καὶ τὰ τῆς θριδακίνης φύλλα . ἢ πάντων |
| ἀκμῆς ἦν . οἳ δὲ ὑπὸ Ῥωμαίων ἐκτριβέντες διεξάνθησαν , ἀλῆται δεῦρο καὶ ἐκεῖσε τὸ ζῆν διατελοῦντες . ὃ δὲ | ||
| ' ἐφ ' ἡμᾶς , οὗ διωκόμεσθ ' ὕπο πάσης ἀλῆται γῆς ἀπεστερημένοι . ὦ μῖσος , εἴθ ' ὄλοιο |
| ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις | ||
| αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν . |
| δὲ δρόμου φέρομαι λύσσης πνεύματι μάργῳ , γλώσσης ἀκρατής : θολεροὶ δὲ λόγοι παίους ' εἰκῇ στυγνῆς πρὸς κύμασιν ἄτης | ||
| εἰκῆ ] ταράττουσι μάτην . . θολεροί ] λόγοι δὲ θολεροὶ καὶ ὑβριστικοὶ καὶ λυπηροὶ καὶ μάρανσιν ἐμποιοῦντες τῷ ἀκούοντι |
| κίχλας . τούτοισι χαίρω , τοῖς δὲ κεκαρυκευμένοις ὄψοισι καὶ ζωμοῖσιν ἥδομ ' , ὦ θεοί . Οἶνον πολύν οὐ | ||
| κίχλας . τούτοισι χαίρω , τοῖς δὲ κεκαρυκευμένοις ὄψοισι καὶ ζωμοῖσιν ἥδωμ ' ὦ θεοί ; οἶνον πολὺν οὐ κεκραμένον |
| ὀνειροπολεῖς περὶ σαυτοῦ : παρακρούῃ καὶ παραλογίζῃ καὶ παραπλανᾷς καὶ ὀνειροπολεῖς ὀνείρους ὁρῶν . ΓΘ ἃ ] ὧν , πραγμάτων | ||
| ψῆφον ἰχνεύων . Ἃ σὺ γιγνώσκων τόνδ ' ἐξαπατᾷς καὶ ὀνειροπολεῖς περὶ αὐτοῦ . Οὔκουν δεινὸν ταυτί σε λέγειν δῆτ |
| τὰ παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . . αἰανῆ ] ἀχλύος γέμοντα . βάγματα ] φωνήματα . . | ||
| πέμποντος . παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . αἰανῆ ] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα |
| Ἴλιον ἐνεγκόντες τὰ τοῦ ἥρωος λείψανα ἔθηκαν αὐτὰ ἐκεῖσε . γενεθλίαν δὲ πλάκα φησὶ τὰς Θήβας παρ ' ὅσον τινές | ||
| λέγε τὴν σπορὰν ἐν ἡμέρᾳ γεγενῆσθαι , ἐὰν δὲ τὴν γενεθλίαν Σελήνην εὕρῃς ἐν τοῖς προανηνεγμένοις ζῳδίοις τοῦ τῆς σπορᾶς |
| πάντα οὐδὲ πολλά ; Ὑπολαβὼν οὖν ὁ σοφώτερος εἶπεν ὅτι Κάλλιστα ταῦτ ' εἴη τῶν μαθημάτων καὶ προσήκοντα ἀφ ' | ||
| τῷ τιμᾶν ἀσκῶμεν τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας . Κάλλιστα , ἔφη , λέγεις . Εἶεν : τῶν δὲ |
| ἔξουσι τὴν ζοὴν θεῖναι . τὸν Βατάλης γὰρ τοῦτον οὐκ ὀρῆις , Κυννοῖ , ὄκως βέβηκεν ? ? ? ? | ||
| τίς ἐστιν ὀ στήσας ; οἰ Πρηξιτέλεω παῖδες : οὐκ ὀρῆις κεῖνα ἐν τῆι βάσι τὰ γράμματ ' ; Εὐθίης |
| εἰς τήνδε τὴν ὥραν χρόνον δόσιν θεῶν λογίων νομιστέον . ἐφρόντισα μέντοι καὶ τοῦ σωφρονίσαι τὸν ἄνθρωπον δῆσαί τε αὐτὸν | ||
| κατὰ πενίας † ταῦτ ' ἔχω ὅσς ' ἔμαθον καὶ ἐφρόντισα καὶ μετὰ Μουσῶν σέμν ' ἐδάην : τὰ δὲ |
| καὶ τῆς ἀνεξαπατήτου ἐλπίδος τυγχάνει . γνώσῃ δ ' ἀνθρώπους αὐθαίρετα πήματ ' ἔχοντας τλήμονας , οἵ τ ' ἀγαθῶν | ||
| ὄντων οὔτ ' ἐσορῶντες οὔτε κλύοντες καὶ διὰ τοῦτ ' αὐθαίρετα πήματ ' ἔχειν λεγόμενοι . αἰτία οὖν ἑλομένου , |
| ? [ ] ε [ ⌋ ! γάρ , ὦ πολυτίμητοι ? ? [ θεοί ] [ ] πως ? | ||
| ἐκ τούτου . τί φήις ; ἐκ Μοσχίωνος ; ὦ πολυτίμητοι θεοί , ἐρρωμένου πράγματος . Ἄπολλον , νοῦν [ |
| αʹ , Ἄλλη τέχνη αʹ βʹ , Μεθοδικὸν αʹ , Τέχνης τῆς Θεοδέκτου συναγωγὴ αʹ , Πραγματεία τέχνης ποιητικῆς αʹ | ||
| σημεῖον καὶ τεκμήριον διαφέρει . [ Ἀντιφῶν ] ἐν πρώτῳ Τέχνης : τὰ μὲν παροιχόμενα σημείοις [ ] πιστοῦσθαι , |
| . διὰ τοῦτο ἐν τοῖς χρησμοῖς οἱ σοφίας καὶ ἐπιστήμης ἄπληστοι διατελοῦντες ἀνακεκλῆσθαι λέγονται : πρὸς γὰρ τὸ θεῖον ἄνω | ||
| ὑπογάστριον , ἐμπαθεῖς ἔσονται . Ἐὰν εἰς τὸ κρυπτὸν , ἄπληστοι ἔσονται ὑπὸ τῆς συνουσίας . Ἐὰν εἰς τὸ φυσικὸν |
| ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ , ὄντως , τὸ δῶμα μάτην ἔχει | ||
| καὶ κατέπιε στήλας Ἀρνών . οὐαί σοι , Μωάβ : ἀπώλου , λαὸς Χαμώς . ἀπεδόθησαν οἱ υἱοὶ αὐτῶν σῴζεσθαι |
| ἂν ἐκμάθω εἴ τίς με λύειν τῆσδε κωλύσει χέρας . ἔπαιρε σαυτήν : ὡς ἐγὼ καίπερ τρέμων πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας | ||
| ἵνα καταισχύνωσιν αὐτὴν οἱ Ἕλληνες : ὀρθρεύου σὰν ψυχάν : ἔπαιρε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν , ὦ χορέ . ἀπὸ μεταφορᾶς |
| τοῖς εὐδιεινοῖς καὶ ἀπνευμάτοις ἔτι δὲ ὅταν ἡ φυτεία πυκνὴ εὐαυξῆ μὲν τὰ δένδρα μανὰ δὲ καὶ ὑγρὰ μᾶλλον . | ||
| καθύγροις τόποις * δήεις : μάθε * πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος |
| κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει | ||
| κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει |
| ἀλλ ' ἴδοις ἂν καὶ νέας δούλας ἄρτι πρῶτον δυστυχησάσας τλήμονας καὶ ἀθλίας τὴν αὐτῶν εὐνὴν αἰχμάλωτον , ζώντων τῶν | ||
| γνώσῃ δ ' ἀνθρώπους αὐθαίρετα πήματ ' ἔχοντας , οὓς τλήμονας δεῖ καλεῖν καὶ ἀθλίους , ὅτι πρὸς αὐτοπροαίρετον κακίαν |
| οἰκοῦσι . . μεγαλοστόνοισι ] τῶν μεγάλων δεομένοις στεναγμάτων . πήμασι ] δυστυχήμασι . . συγκάμνουσι ] συμπάσχουσι . . | ||
| στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα πήμασι κεκμηῶτα παρ ' Ἑρκείῳ κτάνε βωμῷ οἶκτον ἀπωσάμενος πατρώιον |
| ' ἐκποδὼν ἀπαίρεται Ἄρτεμις Σαρωνία ὀξυπρῴρῳ λιθάργυρος ὄλπη παρῃωρεῖτο χρίματος πλέα τὸν Σπαρτιάτην γραπτὸν ἐν διπλῷ ξύλῳ κύρβιν Διόνυσος ἀκατάσχετος | ||
| ὡς καταλλαχθῇ χόλου . Ταῦτ ' ἐστὶ τἄπη μωρίας πολλῆς πλέα , εἴπερ τι Κάλχας εὖ φρονῶν μαντεύεται . Ποῖον |
| , κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε | ||
| ἐπὶ τῇ λίμνῃ ἑστώς ; Ὅτι , ὦ Μένιππε , ἀπόλωλα ὑπὸ τοῦ δίψους . Οὕτως ἀργὸς εἶ , ὡς |
| δόμοι , ὦ πλεῖστ ' ἔχων μάλιστά τ ' εὐτεκνώτατε Πρίαμε , γεραιά θ ' ἥδ ' ἐγὼ μήτηρ τέκνων | ||
| [ × – ˘ × × – ˘ – × Πρίαμε ] ⋮ συμ [ × – ˘ × × |
| γυναῖκας εἶναι τάσδε μηδ ' ἀνειμένας . Φεύγουσι γάρ τοι χοἰ θρασεῖς , ὅταν πέλας ἤδη τὸν ᾅδην εἰσορῶσι τοῦ | ||
| Ἀντιόπη [ ] αι πέτραν δρασμοῖς ἐπ [ τίνες δὲ χοἰ συνδρῶντες ἐκ ποίας χθονός [ ; σημήνατ ' , |
| τοῖσιν δ ' αὐτίκ ' ἔπειτα θεοὶ τέραα προὔφαινον : εἷρπον μὲν ῥινοί , κρέα δ ' ἀμφ ' ὀβελοῖς | ||
| ε θέματα προσλαμβάνει τὸ ι ἐν τῇ κινήσει οἷον ἕρπω εἷρπον , ἕλκω εἷλκον , ἕπομαι εἱπόμην , ἐπιφέρει καὶ |
| κρᾶτα σεῖσαι πολιόν ; ἐξηγοῦ σύ μοι γέρων γέροντι , Τειρεσία : σὺ γὰρ σοφός . ὡς οὐ κάμοιμ ' | ||
| βαίνων ἤλυσιν μόλις περῶ . θάρσει : πέλας γάρ , Τειρεσία , φίλοισι σοῖς ἔσθ ' ὁρμίσαι σὸν πόδα : |
| τοῦτο γινώσκεις , ὦ Προμηθεῦ , ὅτι οἱ λόγοι οἱ παρακλητικοὶ θεραπεύουσι τὴν ὀργὴν ἀγριαίνουσαν καὶ ἐπαιρομένην ; . οὔκουν | ||
| : νόσος γὰρ ψυχῆς ἐστιν ἡ ὀργή λόγοι ] οἱ παρακλητικοὶ δηλονότι ἐάν ] ναί ἐν καιρῷ ] τῷ πρέποντι |
| μετὰ ὑγιοῦς φρονήσεως ἦν ἂν ἡ κρίσις ἡ ὑμετέρα . ἀντερῶν : τῷ Κλέωνι δηλονότι . ἀλλὰ περὶ τῆς ἡμετέρας | ||
| , ἐπιθυμία , ἴυγξ , ἀντέρως , ἀφ ' οὗ ἀντερῶν καὶ ἀντεραστής , παρὰ δ ' Εὐπόλιδι καὶ ἀντερώμενος |
| λέγω γε σπαρτίδα τὴν σπάρτινον . μόλ ' ὦ Ζεῦ ξένιε καὶ μακάριε . Ψύρα τε τὴν Σπάρτην ἄγεις . | ||
| λέγω γε σπαρτίδα τὴν σπάρτινον . Μόλ ' ὦ Ζεῦ ξένιε καὶ μακάριε . Ἀλλὰ μὰ Δί ' οὐκ οἶδ |
| . μὴ οὖν , φησὶ , διεργάσῃ σαυτὴν , ἀλλὰ συγγίνωσκε τῷ πάθει , βιαζομένη παρὰ τοῦ κρείσσονος , ἄλλως | ||
| τῆς Τροίας , ὡς τῶν Ἑλλήνων τὰ λείψανα καταρριπτούντων : συγγίνωσκε συγγίνωσκε μὲν . . ? . διαθήσω καλῶς : |
| βίον ζῇς : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀλλοτρίων βιούντων . Ἀποτίσεις χοῖρε γίγαρτα : ἤτοι ἃ ἔφαγες ἀποδώσεις . Ἀπήντησε κακοῦ | ||
| Ἀναγυράσιος δαίμων : ὠμότατος γὰρ ὁ Ἀναγυράσιος οὗτος . Ἀποτίσεις χοῖρε γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες , ἀποδώσεις πλείονα . |
| , Σάτυρε , καὶ τὴν παροῦσαν τύχην . ” “ Παίζεις , ὠγαθέ : συγκαθεύδεις . ” “ Οἶδα μὲν | ||
| γυναῖκας . ” Καὶ ὁ Σωσθένης σπουδάσας εἶπε : “ Παίζεις ; ” “ Ποῖ παίζω ; ” ἔφη : |
| τοῖς σχέτλια πάσχουσιν . γέλωτα πάνυ κινεῖ τῆς μὲν κεφαλῆς ἀφροντίστως ἔχων , τῆς δὲ χύτρας προνοούμενος , ἐν ᾗ | ||
| λαμβάνειν . Ἄιδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον πλέων : ἐπὶ τῶν ἀφροντίστως καὶ φιληδόνως βιούντων . Ἅλα καὶ κύαμον : ἐπὶ |
| καὶ σκορπίοι καὶ τρίγλαι καὶ κόκκυγες καὶ καλλιώνυμοι καὶ γλαῦκοι ξηρότατοι τῶν ἰχθύων : διὸ δὴ τρέφουσι καὶ ἰσχὺν παρασκευάζουσιν | ||
| ἢ ἐν ὕδασι , πάντα ὑγρά . Τῶν δὲ ἰχθύων ξηρότατοι μὲν οὗτοι , σκορπίος , δράκων , καλλιώνυμος , |
| : κέλευον ἐπικαθίσαι ὑπτίαν ἢ ἐπὶ κουρικοῦ βάθρου καθίσαι καὶ κοιμωμένη ἀπόνως ἐκβάλλει . [ κβʹ . Ἐκβόλιον ἀκίνδυνον ὥστε | ||
| ἥκοντα αὐτὸν οὐ προσίετο , ἀλλ ' ὑπὸ τοὐμὸν ἠγάπα κοιμωμένη χλανίσκιον τὸ λιτὸν τοῦτο καὶ δημοτικόν , καὶ τοῖς |
| ⌉ ὁ πατὴρ αὐτῆς τῇ χειρὶ αὐτοῦ τῇ δεξιᾷ τὴν χείραν τὴν δεξιὰν αὐτῆς καὶ εἶπεν αὐτῇ : τέκνον . | ||
| πολὺ εὐκέλαδον , εὖ ἠχοῦντα . ὠλεσίκαρπον : ὀλλύων τὴν χείραν . Παταγεῖ : ἠχεῖ . εὔθροα : εὔηχον . |
| καὶ σωφροσύνης καὶ τοῦ καρτερεῖν ὀρθῶς , ἐπεὶ δὲ καὶ μνημοσύνην ἐν αὐτῷ εἶδον , πολυμαθέστατόν τε καὶ φιλομαθίας ἥττω | ||
| τῶν χειρῶν , ἤτοι τὴν νίκην , ἐγείροντα τοῖς Βλεψιάδαις μνημοσύνην καὶ ἐνθύμησιν αὐτῶν : τουτέστιν εἰ καὶ οἱ Βλεψιάδαι |
| ὀργὴ καὶ τὰ εἴδη αὐτῆς , ἔρωτες σφοδροί , καὶ πόθοι , καὶ ἵμεροι , καὶ φιληδονίαι , καὶ φιλοπλουσίαι | ||
| ψυχᾷ : καὶ ἐξαγγελλόμεναι ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ πόθοι ἵμεροί τε ἔκλυτοι ὀργαί τε σύντονοι καὶ θυμοὶ βαρεῖς |
| λόγους . σὺ δ ' ἐκτὸς ὤν γε συμφορᾶς με νουθετεῖς . ὁ πολλὰ δὴ τλὰς Ἡρακλῆς λέγει τάδε ; | ||
| ὢν καὶ ταῖς ἄλλαις ἁπάσαις ὡς ἀνεπίληπτος εἰς πονηρίαν οὕτω νουθετεῖς . Ἀχθομένῳ σοι βαρέως ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς τελευτῇ |
| . προσήγοροι ] αἱ προσαγορεύουσαι καὶ μαντευόμεναι δρύες , αἱ ἔμφωνοι , ὑφ ' ὧν μαντείων καὶ τῶν μαντικῶν δρυῶν | ||
| κλεινὴ δάμαρ μέλλουσα ἔσεσθαι . : αἱ προσήγοροι ] Αἱ ἔμφωνοι . : ὑφ ' ὧν ] Τῶν δρυῶν . |
| παιδευτῶν . Δεῦρ ' ἴθι παῖ , ἐπὶ τῶν ἐμῶν καθίζου γονάτων . οὐ φαυλότερος ἔσομαί σοι τοῦ Φοίνικος τοῦ | ||
| : „ σὺ δ ' , ὦ τέκνον , τέως καθίζου μοὐνθαδί „ . λέγουσι δὲ καὶ καθίζανε : Φερεκράτης |
| οἶνον διαλύει , ἀμφότεροι δὲ τὸν ἄνθρωπον . Ἑρμηνεία . Κακοῖς κακὰ θέλοντες ἰᾶσθαι βροτοὶ Εἰς κινδύνους πίπτουσι τοὺς θανατώδεις | ||
| μέτρον . Καιρὸς γάρ ἐστι τῶν νόμων κρείττων πολύ . Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός . Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία |
| . ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι | ||
| βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν |
| σοι τάδ ' ἔστ ' , ἐκεῖ χώρας ἀλάστωρ οὑμὸς ἐνναίων ἀεί : ἔστιν δὲ παισὶ τοῖς ἐμοῖσι τῆς ἐμῆς | ||
| Παιάν , βακχευτᾷ . εἰς σὲ ζωὰν γὰρ τείνω γυίοις ἐνναίων ῥευστοῖς : οἴκτειρον τόσσον , Τιτάν , ἀνθρώπου δειλοῦ |
| εὐθηνία , εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , | ||
| . Ἔστιν δέ γ ' , ἔφην , ἡ μὲν εὐμαθία ταχέως μανθάνειν , ἡ δὲ δυσμαθία ἡσυχῇ καὶ βραδέως |
| κουροβόρῳ παρέξει . ἰὼ ἰὼ βασιλεῦ βασιλεῦ , πῶς σε δακρύσω ; φρενὸς ἐκ φιλίας τί ποτ ' εἴπω ; | ||
| θεόκραντόν ἐστιν ; ἰὼ ἰὼ βασιλεῦ βασιλεῦ , πῶς σε δακρύσω ; φρενὸς ἐκ φιλίας τί ποτ ' εἴπω ; |
| διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν | ||
| τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε |
| ἐν τῇ κεφαλῇ , κείνοισιν ἡ ἐπιδερμὶς , ὅκου αἱ πολιαί εἰσι , λευκοτέρη τῆς ἄλλης ἐστίν : ἐκεῖ γὰρ | ||
| πρὸς πέδῳ θαναταφόρα κεῖται ἀνοίκτως : ἐν δ ' ἄλοχοι πολιαί τ ' ἔπι ματέρες ἀκτὰν παρὰ βώμιον ἄλλοθεν ἄλλαι |
| λικαούρι . Ὠτειλαί : πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο | ||
| ἡμέραι , ἤτοι αἱ ἐφημερίδες αὐτοῦ , ἄρχονται οὕτως : Πάντ ' ἐδάης Μουσαῖε θεοφραδές . εἰ δέ ς ' |
| , ἱκανὰς λύπας καὶ φροντίδας προσβέβληκεν . Εἰς τοῦτο γὰρ βαρυδαιμονίας ἥκω , ὥστε οὐκ ἀρκοῦν μοί ἐστιν ἐμαυτὸν ὅσιον | ||
| . οἱ μὲν οὖν ἑαυτοῖς ταῦτα ἐπιγράφοντες ἄξια τῆς ἑαυτῶν βαρυδαιμονίας | ἐκληρώσαντο , ψυχὴν μὲν ἐπίβουλον , ἀλόγοις πάθεσι |
| ἔμμεναι . ἔρωτος δὲ ἀφανέος πολλὰ σημήια , ὀφθαλμοί τε ἀσθενέες καὶ φωνὴ καὶ χροιὴ καὶ δάκρυα . μαθὼν δὲ | ||
| λαγνεύειν : καὶ ἔτι ὑπὸ τῶν ἵππων αἰεὶ κοπτόμενοι , ἀσθενέες γίγνονται ἐς τὴν μίξιν . Τοῖσι μὲν ἀνδράσιν αὗται |
| ἀπολέσασα διὰ τὴν σὴν θυγατέρα . [ ὥστε ] τὸ πονοῦμεν ἡμεῖς διασταλτικῶς εἶπεν , οἷον : ἐγὼ πονῶ τοιαῦτα | ||
| δ ' Ὤκιμον λαμπρὸν πάνυ . Καί τοι πολύ γε πονοῦμεν . τὸν ἀσύμβολον εὗρε γελοῖα λέγειν Ῥαδάμανθυς καὶ Παλαμήδης |
| πολλὰ καὶ καλὰ σοφῶν ἀνδρῶν ἀποφθέγματα προανεφώνησεν , οἷον τὸ ἕπου θεῷ ὅς κε θεοῖς ἐπιπείθηται , μάλα δ ' | ||
| θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί . ὡς δ ' |
| ἐπιστολὴν ἔγραψα . ἣν δεξάμενος καὶ ψαύων χερσὶ γνώσῃ ὡς κρυερά τις αὐτὴ καὶ τὸν πέμψαντα χαρακτηρίζει ἐμφωλεύοντα καὶ μὴ | ||
| ἐπιστολὴν ἔγραψα . ἣν δεξάμενος καὶ ψαύων χερσὶ γνώσῃ ὡς κρυερά τις αὐτὴ καὶ τὸν πέμψαντα χαρακτηρίζει ἐμφωλεύοντα καὶ μὴ |
| οἱ γονεῖς οἱ γέροντες ἔρρανται καὶ βρέχονται καὶ βέβληνται τοῖς δάκρυσιν ὀδυρόμενοι τὰ ἐκ τοῦ δαίμονος καὶ τῆς τύχης αὐτοῖς | ||
| λέγοιτ ' ἂν οὐδενὶ ἄλλῳ τοσοῦτον χαιρούσης ὅσον ὀδυρμοῖς καὶ δάκρυσιν , ὃν ὀδυρμὸν καὶ παιᾶνα καλεῖ Αἵδου . . |
| ὤνθρωπον λέγοντες καὶ τὰ ὅμοια . οὕτω καὶ τὸ ἄναξ ὤναξ . εἰ δέ ἐστιν ἀττικὴ συναλοιφὴ ἀντὶ τοῦ ὦ | ||
| τοῦ κλῦθι ἀττικῶς , τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ προστακτικοῦ . * ὤναξ ἀντὶ τοῦ * ἄναξ δωρικῶς ὀξύνεται : τὸ γὰρ |
| δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον δηλονότι , ἀλλὰ τὸν Ἐριούνιον . 〛 πρὸς τὴν ἐκδοχὴν τοῦ Ἐριουνίου , ὅτι | ||
| ἐναργῶς τὸ νοούμενον , διὰ τοῦτο εἶπεν αὐτὸν ἀργειφόντην . Ἐριούνιον καὶ σῶκον , ἔτι δ ' ἀκάκητα λόγων ἐμφρόνων |
| φησίν , ἴσθι τοῦ κέρδους , ἀλλὰ καὶ ἑκὼν ζημίαν ὑπόμεινον , ἵνα καὶ τὴν ἀκούσιον βλάβην , εἴ ποτε | ||
| ᾖ τὸ σὲ μὴ ταραχθῆναι . Εἰ προκόψαι θέλεις , ὑπόμεινον ἕνεκα τῶν ἐκτὸς ἀνόητος δόξας καὶ ἠλίθιος , μηδὲν |
| . θεραπεύειν , θεραπεία . ἀκέσασθαι ἐξακέσασθαι , ἀκεστής , ἀκήματα ὡς Ὅμηρος καὶ πανακῆ φάρμακα , καὶ ἐξακούμενος . | ||
| χεῖρας ἀνασχεῖν . ” ἀκήματα ἰάματα : “ φάρμακ ' ἀκήματα ἔπασσε μελαινάων ὀδυνάων . ” καὶ μεταφορικῶς “ ἀκεσταί |
| βδελυγμία : ἡ ναυτία ἡ κινοῦσα ἔμετον . βατταρίζειν : ἄσημα καὶ ἀδιάρθρωτα διαλέγεσθαι . βαμβαλύζειν : τὸ ὑπὸ ῥίγους | ||
| τοὺς λεγομένους παρ ' αὐτὰς βυκανισμοὺς καὶ βηχίας , φθέγματα ἄσημα καὶ ἄναρθρα καὶ ἐκμελῆ , ἐπὶ δὲ τὸ ὀξὺ |
| κατέπλασεν ψιμυθίῳ . λευκόχρως λίαν τίς ἐστιν : παιδέρωτ ' ἐντρίβεται . καλὸν ἔχει τοῦ σώματός τι : τοῦτο γυμνὸν | ||
| κατέπλασε ψιμυθίῳ . λευκόχρως λίαν τίς ἐστι , παιδέρωτ ' ἐντρίβεται . καλὸν ἔχει τοῦ σώματός τι , τοῦτο γυμνὸν |
| ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | ||
| Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν |
| . ἔτι δέ , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ἐὰν αὐτῶν ἀποψηφίσησθε , οὐδεμίαν ὑμῖν εἴσονται χάριν , ἀλλὰ τοῖς ἀνηλωμένοις | ||
| δικαία , πρὸς ἅπαντας ἀψευδὴς φανήσεται . ἐὰν δ ' ἀποψηφίσησθε , ὃ μὴ ποιήσαιτε , οἱ μὲν χρηστοὶ διὰ |
| τοῦ κολοσσοῦ λέγε . Τί πρῶτον εἴπω σοι , ὦ Μίκυλλε ; τοὺς φόβους καὶ τὰ δείματα καὶ ὑποψίας καὶ | ||
| τὰ πορθμεῖα καταβαλεῖν . Τί τοῦτο ; περίμεινον , ὦ Μίκυλλε : οὐ θέμις οὕτω σε διελθεῖν . Καὶ μὴν |
| Ἀγωνοθέται καὶ ἀθλοθέται διαφέρει . ἀγωνοθέται μὲν οἱ ἐν τοῖς σκηνικοῖς , ἀθλοθέται δὲ οἱ ἐν τοῖς γυμνικοῖς ἀγῶσιν . | ||
| ῥᾳστώνην θηλυδριῶτιν . ἔχαιρε γὰρ μίμοις καὶ θαυματοποιοῖς καὶ πᾶσι σκηνικοῖς ἀθύρμασι , καὶ τοῖς τοιούτοις διημερεύων αἰσχροῖς ἠλόγει πάμπαν |
| οὐκ ἔζων τότε . Οὐκ ἔστι δούλων , ὦ ' γάθ ' , οὐδαμοῦ πόλις , τύχη δὲ πάντα μεταφέρει | ||
| ταὐτὸν δύναταί σοι κάρδοπος Κλεωνύμῳ . ἀλλ ' ὦ ' γάθ ' , οὐδ ' ἦν κάρδοπος Κλεωνύμῳ , ἀλλ |
| ἀνδράσι θήσω , μή ποτέ σοι βαρύμηνις ἐπιβρίσειεν Ἐνυώ . πείθεο , καὶ πολέμους τε καὶ ἠνορέην σε διδάξω . | ||
| ἀτρεκέως μάλα τοι λέξαντος ἕκαστα ἡμετέροις , ἥρως ἑκατηβόλε , πείθεο μύθοις . Ὣς ἄρ ' ἔφη Πριάμοιο διοτρεφέος φίλος |
| καὶ δέχεται τὰ προσπίπτοντα . Οὐ γὰρ δύναται τὸ μὴ ὁμότροπον ἐν τοῖσιν ἀσυμφό - ροισι χωρίοισιν ἐμμένειν : πλανᾶται | ||
| τὸν ἐφευρετὰν χορείας , τὸν ὅλας ποθοῦντα μολπάς , τὸν ὁμότροπον Ἐρώτων , τὸν ἐρώμενον Κυθήρης : δι ' ὃν |
| Τηλέφου ἐστὶν Εὐριπίδου : ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἥττων ] ἐμοῦ . | ||
| ἐκ τοῦ Τηλέφου Εὐριπίδου ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἴθι , πορεύου . |
| ? ? ? [ ] [ ! ! ! ] θεο [ ] [ ! ! ! ] ! σσα | ||
| δὲ πρὸς τὰς διαθέσεις , ὡς τὰ νάρδινα καὶ τὰ θεο - δότια καλούμενα . τὰ δὲ πρὸς ῥεύματα , |
| ] ταῖς ναυμαχίαις . ἀτεκμαρτοτάτης ] κακοτελευτήτου . κἀμέ ] ὑπομιμνησκόμενος γὰρ τῶν παίδων αὐτῶν αἰσχύνῃ καὶ ἐλέῳ πιέζομαι . | ||
| ὡς ἐπιθαλάμιον . τούτου γὰρ , φασὶν , ὁ Φρὺξ ὑπομιμνησκόμενος στε - νάζει τὸν Ἑλένης γάμον καὶ ὑμέναιον . |
| με ” , ἀντὶ τοῦ κινεῖ , προτρέπεται . Γ αἰκάλλει ] κινεῖ , προτρέπει . οἷός τ ' ἐπιτροπεύειν | ||
| ἔτι ζῶ ; Τῶν κοράκων πονηρίᾳ . Ἀλλ ' ὥσπερ αἰκάλλει τι καρδίαν ἐμήν : μὴ ψεῦσον , ὦ Ζεῦ |
| σίσυρναν , Αἰσχύλου μὲν ἐν Κήρυξι σατύροις λέγοντος καὶ τῆς σισύρνης τῆς λεοντείου δορᾶς , Σοφοκλέους δ ' ἐν Μούσαις | ||
| σίσυρναν , Αἰσχύλου μὲν ἐν Κήρυξι σατύροις λέγοντος καὶ τῆς σισύρνης τῆς λεοντέας , Σοφοκλέους δ ' ἐν Μούσαις ψαλίδας |
| ταῦτα καὶ πολὺς γέλως . ] ἀνοιγέτω τις δῶμα : προσπόλοις λέγω ὠθεῖν πύλας τάσδ ' , ὡς ἂν ἀλλὰ | ||
| χρὴ τήνδε δέξασθαι δόμοις . οὐκ ἂν μεθείην σοῖς γυναῖκα προσπόλοις . σὺ δ ' αὐτὸς αὐτὴν εἴσαγ ' , |
| γίνεται . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , τὸ ἀροτριῶ , ἀρός καὶ ἀγρός . . . . , . ἀγρώσσω | ||
| γίνεται . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , τὸ ἀροτριῶ , ἀρός καὶ ἀγρός . . . . , . ἀγρώσσω |
| , πίστευσον , οὐ φανήσομαι : σὲ δ ' ἐξελέγξω πάντοτ ' ἠδικηκότα : Ἐτεοκλέης σκῆπτρα συγγόνῳ φέρειν [ ] | ||
| . Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν . Λύπη παροῦσα πάντοτ ' ἐστὶν ἡ γυνή . Λόγον παρ ' ἐχθροῦ |
| . Ἑρμηνεία . Κἂν πλούσιος γέγονας καὶ περίβλεπτος , Πενίας μνημόνευε τῆς σῆς συντρόφου . Κλείσωμεν τὴν θύραν , τὴν | ||
| † ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ , καὶ ὅταν πλουτήσῃς ἐμοῦ μνημόνευε . ” Καλλιρόη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὥρμησεν , |
| ἐστὶν αἰσχύνη , εἰ Θηβαῖοι μὲν οὐκ ὤκνησαν ἡμῖν φανῆναι συναλγοῦντες κακῶς πράττουσι μηδεμιᾶς παρακλήσεως αὐτοῖς παρ ' ἡμῶν ἐλθούσης | ||
| ἀνθρώπους ἐξετάζονται , συνηδόμενοι μὲν ἐπὶ τοῖς κοινοῖς ἀγαθοῖς , συναλγοῦντες δ ' ἐπὶ τοῖς ἐναντίοις , μήτ ' εὐσεβείας |
| φίλον πίασμα Βοιωτῶν χθονί : οὗ σφιν κακῶν ὕψιστ ' ἐπαμμένει παθεῖν , ὕβρεως ἄποινα κἀθέων φρονημάτων : οἳ γῆν | ||
| . τορῶς τέκμηρον ] ἀληθῶς , σαφῶς διασάφησον . . ἐπαμμένει ] ἀπόκειται . . χρὴ ] ἀπόκειται . φάρμακον |
| . ὁ δὲ λόγος : ἐπὶ κακῷ κακὸν ἀποίσῃ . ἀίδηλα : ἀπροόρατα . ἀνιάζουσά περ ἔμπης : ὅτι ὁ | ||
| δεσπότας αὐτῶν ὥς φησι καὶ Ἡσίοδος πάντα γὰρ ὅσσα λάβεσκεν ἀίδηλα πάντα τίθεσκε . Σίσυφος δὲ μονογράμμῳ τυπώματι τὸ τούτου |
| καὶ ὠκύμορον λαβὼν ἀγαθόν , εὐχόμενος τοὐναντίον , πολυήμερον καὶ μακροχρόνιον καὶ ἀκήρατον καὶ ἀθάνατον , ὡς δυνηθῆναι καὶ σπέρματα | ||
| , ἐμμελετῶντος ἀεὶ τοῖς νόμοις , ἆθλον εἶναί φησι τὴν μακροχρόνιον ἡγεμονίαν , οὐχ ἵνα πολυετῆ ζωὴν αὐτῷ χαρίσηται μετὰ |
| ] δημοσίων . δημίων ] τῶν τοῦ δήμου . Ξ μελόμενοι ] φροντίζοντες . Ξ μελόμενοι ] φροντίδα ἔχοντες . | ||
| τί χρέος ; ἦ λόγων πόλεος , ἔνεπέ μοι , μελόμενοι τυχεῖν ; μήτ ' ἐκδοθῆναι μήτε πρὸς βίαν θεῶν |
| ἐγὼ δέ , ὅτε μάλιστα πολὺς ἐν ταῖς τοῦ πολιτεύεσθαι κενοδοξίαις ἦν , τότε τὰ μέγιστα ᾤκτειρον αὐτὸν καὶ ἐπέστελλόν | ||
| ἱστορῇς ] ζητῇς . . τοιοῖσδε ] ἐν ταύταις ταῖς κενοδοξίαις καὶ ὑπερηφανίαις καὶ ἀναισχυντίαις καὶ πρὶν σαυτὸν εἰσήγαγες καὶ |
| ῥόδον τιτρώσκει , τὸ ῥόδον δὲ νῦν τὸ πλῆττον ποτέροις πόθοις ἐτρώθη , ὅτι Κύπριδι προσῆλθεν ; Ῥοδέην ἄκανθαν εἴθε | ||
| μέλλει Φιρμῖνος ; ἔτ ' ἐστὶν ἐν τοῖς τῶν γάμων πόθοις ; ἢ ἐκεῖνα μὲν πάλαι πέπαυται , βαρεῖα δὲ |
| τέχνης τὴν παρὰ τοῦ θεοῦ τύχην ἑλομένων . ἀλλὰ καὶ ὀνείρασι χρώμεθα οὐ προειδότες , οἶμαι , τῆς ἑσπέρας ὅ | ||
| ἵνα . λωφήσῃ ] καταπαύσῃ . . τοιοῖσδε πάσας εὐφρόνας ὀνείρασι ] τοιούτοις ὀνείροις συνειχόμην ἡ ἀθλία κατὰ πάσας νύκτας |
| τῇ ὑπὸ ΔΚΜ , ἡ δὲ ὑπὸ ΗΒΚ τῇ ὑπὸ ΗΔΚ : μείζονα ἄρα λόγον ἔχει καὶ ἡ ΔΘ πρὸς | ||
| ἤπερ ἡ ὑπὸ ΗΘΚ γωνία πρὸς τὴν διπλῆν τῆς ὑπὸ ΗΔΚ , τουτέστιν τὴν ὑπὸ ΗΕΚ . λόγος δὲ τῆς |
| ψυχῶν ὑμῶν , μάθετε καλὸν ποιεῖν , ἐκζητήσατε κρίσιν , ῥύσασθε ἀδικούμενον , κρίνατε ὀρφανῷ καὶ δικαιώσατε χήραν . “ | ||
| προέστατε τῆς Ἑλλάδος . Νῦν ὦν πρὸς θεῶν τῶν Ἑλληνίων ῥύσασθε Ἴωνας ἐκ δουλοσύνης , ἄνδρας ὁμαίμονας . Εὐπετέως δὲ |
| εἰπὼν περὶ πάντων ἐδήλωσεν . οὐ γὰρ δήπου , ὦ Θεόμνηστε , εἰ μέν τίς σε εἴποι πατραλοίαν ἢ μητραλοίαν | ||
| ἐμῶν ἐρώτων κρίσις , ἤδη φέρε . Παιδιᾶς , ὦ Θεόμνηστε , καὶ γέλωτος ἡγῇ τὴν διήγησιν ; ἡ δ |