χρὴ φάναι σχῆμα ἢ μέλος εἶναί ποτε ; φέρε , ἀνδρικῆς ψυχῆς ἐν πόνοις ἐχομένης καὶ δειλῆς ἐν τοῖς αὐτοῖς
βιαίοις ἐμπλακέντων πόνοις σωμάτων μὲν καλῶν , ψυχῆς δ ' ἀνδρικῆς , τὴν δ ' ἐν εὐπραγίαις τε οὔσης ψυχῆς
7026364 παραδιδομενον
* * * * * εἰς τὸ ἐν τοῖς Ἀναλυτικοῖς παραδιδόμενον εἶπεν ὅλην τὴν ἀντίφασιν δεῖν ἐρωτᾶν . ὁ δὲ
συμβουλευτικὴ ἰδέα : ὡς δ ' ἐν φιλοσοφίᾳ , δόγμα παραδιδόμενον : τοιοῦτον γὰρ εἶναι τὸν φιλόσοφον , ὁποῖος ἐν
6040313 παιδικης
διὰ τοῦ τ ἀρτιτρόποις , ταῖς νεωστὶ τραπείσαις ἀπὸ τῆς παιδικῆς ἡλικίας καὶ ἡβησάσαις . εἰ δὲ διὰ τοῦ δ
Κῶλος . . κεκράτητο παρὰ τοῖς παλαιοῖς ἡ τιμωρία τῆς παιδικῆς φύσεως ἀσχημοσύνης . διὸ καὶ οἱ ἐρωτικῶς γεγραφότες περὶ
5655766 θηριωδους
ἅρπαγος , οἱ δὲ προσφυεῖς τῇ σαρκὶ ἐπιπλεῖον ἀναισθήτου καὶ θηριώδους . μικροὶ πάνυ ὄνυχες πανουργίας σημεῖον : ὁμοίως δὲ
εἰς πόλεως περίβολον , καὶ τῆς μὲν ἀνομίας καὶ τοῦ θηριώδους βίου παῦσαι τοὺς ὑπακούοντας , εὑρόντα τὰς τῶν ἡμέρων
5611724 ἀσθενους
προσηνεστάτου , καὶ θρέψαι γονιμωτάτου , ἄλλοθέν ποθεν ἐκ πηγῆς ἀσθενοῦς καὶ ἧττον τὰ αὐτὰ ἀγαθῆς ἀρυσάμενοι κομίζοιμεν τῷ διψῶντι
εἰσι τῶν πρωτευόντων ἐν αὐτῇ ἢ τιμωμένων , αὑτοὺς καθαιροῦσιν ἀσθενοῦς καὶ ἀδόξου πόλεως προεστηκότες : εἴτε τῶν ἀπερριμμένων εἰσὶ
5363762 ἀπρεπους
ἀταξίαν . κορδακισμοὺς ] κορδακισμός ἐστιν εἶδος ὀρχήσεως αἰσχρᾶς καὶ ἀπρεποῦς : τῶν γὰρ ὀρχήσεων ἡ μέν ἐστι πολεμική ,
καὶ πραθεῖσαν ἀρχὴν εἶναι τὸν κωλύοντα , ἀρχηγὸν καὶ αἴτιον ἀπρεποῦς καὶ ἀπειθοῦς καταστάσεως καὶ ἐς τὰ ἐπιόντα ἐγένετο ,
5252784 καλης
συμπαρῇ τοῦ δεκανοῦ πολλάκις , καλλοφώνους καὶ μουσικοὺς , ἐκ καλῆς ἁρμονίας , εὐεργεσίας δέχεσθαι παρ ' ἀνδρῶν μεγιστάνων :
καὶ μετὰ βίας ἁρπαγήσεσθαι τὴν οὐσίαν . Ζεὺς δὲ μετὰ καλῆς πίστεως ἐνδόξως διατηρηθήσεσθαι , ὁμοίως δὲ καὶ Ἀφροδίτη .
5240424 αὐταρκειας
καὶ οἷον τὸ τῇ Ἑλλάδι : συγχαίρω σοι . Τῆς αὐταρκείας καρπὸς μέγιστος ἐλευθερία . Ὁ γενναῖος περὶ σοφίαν καὶ
οὐκ ὂν οὐσία , ἀλλ ' ἐπέκεινα ταύτης καὶ ἐπέκεινα αὐταρκείας . Ἀρκεῖ οὖν ταῦτα λέγοντας ἀπαλλαχθῆναι ; Ἢ ἔτι
5234146 ἀπολυσεως
τῆς φωνῆς ποινὴ , τουτέστιν ἀπόλυσις : ἐπεὶ ἡ ποινὴ ἀπολύσεως ἕνεκεν γίνεται . ποινὰ τίς : ἀμοιβὴ ἢ λύσις
ὑγρὸν καὶ οἷον ἀποπλύματα κρεῶν , ὅταν δὲ καιρὸς τῆς ἀπολύσεως ὑπάρχῃ , αἷμα καθαρόν , ἐπὶ τέλει δὲ θρόμβος
5201548 λαμπρου
ὥστ ' ἐπισκιάζειν ; ὅλως δὲ τοῦ διαφανοῦς καὶ τοῦ λαμπροῦ μᾶλλον ἔοικε τὴν φύσιν ἢ τοῦ λευκοῦ λέγειν .
τῶν Χηλῶν ὁ προηγούμενος τοῦ ἐν ἄκρᾳ τῇ βορείᾳ χηλῇ λαμπροῦ [ καὶ τοῦ Ὕδρου ὁ ἐν ἄκρᾳ τῇ οὐρᾷ
5197761 σωφρονος
ὅλον τοῦτο θεῖον πάθος , ἐπειδὴ μέλλει μὲν περὶ τοῦ σώφρονος καὶ κοσμίου ἔρωτος τῆς ψυχῆς διαλέγεσθαι , οὐκ ἀπήλλακται
ἀγώνων ἐμπειρίαν ἔχοντος , πρὸς δὲ τούτοις φρονίμου τε καὶ σώφρονος καὶ μηδὲν ὑπὸ τοῦ μεγέθους τῆς ἐξουσίας ἐπὶ τὸ
5165839 ἁβρου
ἐγένετο πλούσιος καὶ ἁβροδίαιτος . Δύναται δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ ἁβροῦ τὸ ὄνομα γεγονέναι . Ἀγορὰ Κερκώπων : ἐπὶ τῶν
τὸ αὐτὸ δὴ συνιόντων κάλλους σώματος , ἡλικίας ἀκμῆς , ἁβροῦ σχήματος , ἀπείκασεν ἄν τις τὸ μειράκιον Διονύσου καλαῖς
5093728 κοσμιου
αὐτοὺς διώκειν μηδὲ παντοδαπὰς βάσεις , ἀλλὰ βίου ῥυθμοὺς ἰδεῖν κοσμίου τε καὶ ἀνδρείου τίνες εἰσίν : οὓς ἰδόντα τὸν
, καὶ δίψα δὲ ἡ τοιαύτη , πονηρόν . Ἐκ κοσμίου θρασεῖα ἀπόκρισις , κακόν . Φωνὴ ὀξείη , ὑποχόνδρια
5087519 ὀρεγομενου
ὁμοίου πρὸς τὸ ὅμοιον ἄττοντος φύσει , καὶ ἀνακραθῆναι αὐτῷ ὀρεγομένου , δεῖ προστεθῆναι τῷ πάθει τούτῳ ἐπιστάτην λόγον ,
. ἡ δὲ ἀπόδειξις ὁ δεῖνα ὀρέγεται ἀντιλυπῆσαι : τοῦ ὀρεγομένου ἀντιλυπῆσαι ζέει τὸ περὶ τὴν καρδίαν αἷμα : τοῦ
5079619 ἀκμαζουσης
: ἐπὶ δὲ ὑποχόνδρια λίνου σπέρμα καταπλάσσειν ἕως μαζῶν : ἀκμαζούσης δὲ τῆς περιπλευμονίης , ἀβοήθητον μὴ ἀνακαθαιρομένου , καὶ
τῷ πρότερον πεφηνυῖαν τὴν κάθαρσιν μηκέτι παρεῖναι τῆς γυναικὸς ἔτι ἀκμαζούσης , καὶ βάρος ὀσφύος ἢ διάτασιν ἢ πόνον ἐφηβαίου
5079440 ἀφοβου
καὶ τυπτομένους , ἀφαιροῦντας καὶ ἀφαιρουμένους : αὐτὸς δὲ βασιλέως ἀφόβου καὶ ἐλευθέρου δίαιταν διαιτώμενος , οὐκ ἐπιτρίβων ἐν χειμῶνι
γέρας . ἄνδρας δὲ δαμάσας , ἤγουν καταβαλὼν διὰ μηχανῆς ἀφόβου , ὀξυῤῥεποῦς , ἤτοι ταχεῖαν ἐχούσης τὴν ὁρμήν ,
5072378 παιδευοντος
μαθηταῖς εὐλαβεῖσθαι . εἰ γὰρ ὑπὲρ αὑτοῦ τὴν διάνοιαν ἐταράττετο παιδεύοντός τε καὶ πρεσβυτέραν ἄγοντος ἡλικίαν , πῶς ἂν νεωτέροις
μαθηταῖς εὐλαβεῖσθαι . εἰ γὰρ ὑπὲρ αὑτοῦ τὴν διάνοιαν ἐταράττετο παιδεύοντός τε καὶ πρεσβυτέραν ἄγοντος ἡλικίαν , πῶς ἂν νεωτέροις
5059326 ἀγεννους
Θεαίτητε , δρᾶν ; Τίνος πέρι ; Φαινόμεθά μοι ἀλεκτρυόνος ἀγεννοῦς δίκην πρὶν νενικηκέναι ἀποπηδήσαντες ἀπὸ τοῦ λόγου ᾄδειν .
δεινοῖς ὑποβεβλημένος καὶ προστιθεὶς ἑκάστῳ τὸ ὑπεῖκον καὶ εὐένδοτον , ἀγεννοῦς καὶ ἀνάνδρου ψυχῆς πάθη : τλῆναι γὰρ ἔδει καὶ
5054414 παραδοξου
ὃ μὴ συνελογίσατο , συνεπέρανε . Σοφιστικὸν καὶ τὸ κειμένου παραδόξου τὸ φαινόμενον ἀξιοῦν ἀποκρίνεσθαι προσκειμένου τοῦ δόξαντος ἐξ ἀρχῆς
τὸν ἄριστον τῶν ἰατρῶν συντεταχέναι , τῆς ὑγιείας στοχαζόμενον . παραδόξου δ ' εἶναι δοκοῦντος τοῦ μὴ πᾶσαν ἔχειν ἐξουσίαν
5043303 κακοηθους
συνήθους καὶ ἡ συνήθης τῆς συνήθους , ὁ κακοήθης τοῦ κακοήθους καὶ ἡ κακοήθης τῆς κακοήθους , οὕτω καὶ ὁ
τὸ πεντάετες οὐδετέρως , ὥσπερ ἀπὸ τοῦ ὁ κακοήθης τοῦ κακοήθους τὸ κακόηθες οὐδετέρως : εὕρηται παρὰ τῷ συγγραφεῖ καὶ
5016998 Ἀβδηριτου
Ἰουλίδος , φιλόσοφος φυσικὸς καὶ σοφιστής , σύγχρονος Δημοκρίτου τοῦ Ἀβδηρίτου καὶ Γοργίου , μαθητὴς Πρωταγόρου τοῦ Ἀβδηρίτου . ἐν
σύγχρονος Δημοκρίτου τοῦ Ἀβδηρίτου καὶ Γοργίου , μαθητὴς Πρωταγόρου τοῦ Ἀβδηρίτου . ἐν Ἀθήναις κώνειον πιὼν ἀπέθανεν ὡς διαφθείρων τοὺς
4998354 ὑπερβεβληκε
ἀπὸ φαυλοτέρας διαφέροι τις , οὕτως καὶ τῶν δεινῶν ὅσα ὑπερβέβληκε μεγάλης δεῖται τῆς τῶν παθόντων ῥώμης πρὸς αὐτά .
. ὅσον δὲ ὁ Ξενοφῶν ἀφελείᾳ τῇ κατ ' αὐτὸν ὑπερβέβληκε τὴν Πλάτωνος ἀφέλειαν , φαίης ἂν ὅτι τοσοῦτον πάλιν
4995776 ποικιλης
δ ' ἧττον πάντα ταῦτ ' ἔχουσα . καὶ τῆς ποικίλης ἡ μὲν μεῖζον ἡ δ ' ἔλαττον τὸ φύλλον
ἐστι τέχνης τὸ νῦν ζητούμενον , ἀλλ ' εὖ μάλα ποικίλης . καὶ γὰρ οὖν ἐν τοῖς πρόσθεν εἰρημένοις φάντασμα
4943699 γυναικειου
ἡ σποδιὰ ἐπιπασσομένη τῷ ποτῷ . πρόσθετα δὲ διὰ τοῦ γυναικείου κόλπου στέλλει τὰς αἱμορραγίας ὑποκιστίδος χυλὸς ἢ ἀκακίας σὺν
. καρκινοῦσθαι : σκληρύνεσθαι . κρημνοί : τὰ χείλη τοῦ γυναικείου αἰδοίου . κόνυζα : λάχανον ὅμοιον σελίνῳ , φυόμενον
4940964 ἀποκρυφου
ἢ ἀπαιτήσεως κριτηρίου , τὸ ηʹ περὶ λαθραίου πράγματος καὶ ἀποκρύφου , τὸ ἔννατον περὶ ὁδοιπορίας ἢ μεταβάσεως ἢ πλοῦ
ἢ κριτηρίου , τὸ δὲ ηʹ περὶ λαθραίου πράγματος καὶ ἀποκρύφου , τὸ δὲ θʹ περὶ ὁδοιπορίας ἢ μεταβάσεως ἢ
4924570 περιεργου
προσηκούσης φυσικὸν καὶ τοῦτ ' εἶναι . τὸ δὲ ἐπιθυμεῖν περιέργου τροφῆς ἢ περιέργου τε καὶ τρυφερᾶς ἐσθῆτός τε καὶ
, ἀλλ ' ἀπατᾶι τοὺς φίλους προσποιούμενος ὑπὸ ποικίλης καὶ περιέργου γνώσεως ἀληθὴς εἶναι φίλος . ὄμματα δὲ φωτὸς εἶπεν
4921391 Δου
Δου . γυνὴ πολλὰ ἀνδρὸς ὀξυτέρη πρὸς κακοφραδμοσύνην . , Δου . κόσμος ὀλιγομυθίη γυναικί : καλὸν δὲ καὶ κόσμου
νικᾶι τῶι ἥσσονι καὶ βεβαίωι τὸ μεῖζον τῆς ἐλπίδος . Δου . οὔτε λόγος ἐσθλὸς φαύλην πρῆξιν ἀμαυρίσκει οὔτε πρῆξις
4919497 ἐνεργητικης
τοιοῦτον ἐπιδεῖξαι . τὰ γὰρ καλούμενα μέσα σχήματα συνέμπτωσιν ἀνεδέξατο ἐνεργητικῆς καὶ παθητικῆς διαθέσεως , ὥς γε ἀκριβέστερον ἐπιδείξομεν ἐν
συνεργούσης κατασκευάσματι ἐμβρύου δὲ πρὸς τὰ τῆς φύσεως ἔργα τῆς ἐνεργητικῆς αὐτοκινήτου ψυχῆς . ἦν δ ' ἀμέλει καὶ τοῦτο
4912903 κριτικης
ἄξιον ὡς ἄριστόν τε καὶ τεχνικώτατον καὶ τῆς τελεωτάτης καὶ κριτικῆς περὶ λόγους ἕξεως οὐδαμῶς ἄμοιρον . ἐπειδὴ τοίνυν πολλὰ
τὰς ζητήσεις ποιούμενος , ἀλλ ' ὡς ἔνι μάλιστα μετὰ κριτικῆς τινος καὶ Σωκρατικῆς ἐπιστήμης , ὡς πάντας θαυμάζειν τῶν
4912246 ἀκρατες
, μάχαι καὶ φθόνος : τό τε κατάμεμπτον ἐπιλέλογχε πύματον ἀκρατὲς ἀπροσόμιλον γῆρας ἄφιλον , ἵνα πρόπαντα κακὰ κακῶν ξυνοικεῖ
οὐκ ἐκείνοις μέμφομαι , τῆς δὲ ἀνθρωπίνης κρίσεως τὸ λίαν ἀκρατὲς καὶ ὀλισθηρὸν καταμέμφομαι , ὅτι θελγόμενοι καὶ καταγοητευόμενοι τὸ
4905634 δυσκολου
] † δυστυχῆ . μεγάλα καὶ ἐκ δαίμονός τινος ἐπελθόντα δυσκόλου . ὀά ] φεῦ . δυρόμενοι ] θρηνοῦντες .
πράττομεν : καὶ ἐπὶ ἑτέρου ζητήματος εἰ λέγοιμεν , ὡς δυσκόλου παῖς ὀλισθήσαντος ἐγέλασε τοῦ πατρὸς καὶ ἀποκηρύττεται : ὁμοίως
4903555 ἐνδεους
. Λεγέσθω τοίνυν τὸ ἀνενδεὲς φύσει πάντως εἶναι πρὸ τοῦ ἐνδεοῦς : τὸ γὰρ ἄλλου δεόμενον δουλεύειν ἐκείνῳ πέφυκεν ἐξ
νέος μεταξύ τινος ἑορτῆς γινομένης ἑτέρας ἠράσθη παρθένου καλῆς , ἐνδεοῦς δὲ χρημάτων ἐν τῇ πανηγύρει ταύτην ἰδών . περὶ
4874270 ἀπεπτου
λέγων , ὅτι δεῖ ποτε καὶ , τοῦ νοσήματος ἔτι ἀπέπτου ὄντος , φλεβοτομεῖν , ὅταν εἴη πολὺ τὸ αἷμα
θερμοῦ καὶ πεπεμμένου σπέρματος , τὰ δὲ θήλεα ὑπὸ τοῦ ἀπέπτου καὶ ψυχροῦ . ὅτι δὲ ταῦθ ' οὕτως ἔχει
4873545 δρωπακος
ἀσθενεστέρων , ἐπὶ δὲ τῶν ἰσχυρῶν καὶ δραστικωτέρου δεομένων τοῦ δρώπακος ἄνευ προξυρήσεως , εἰ μὴ ἄρα τὰ κατὰ κεφαλὴν
. τοὺς δὲ εὐτόνως δρωπακιζομένους καὶ λούειν προσήκει ἐπικειμένου τοῦ δρώπακος καὶ γυμναζομένου , εἰ οἷόν τε : ἀθρόως δὲ
4867817 Κλειτομαχου
καὶ ῥώμην ἔσχεν : ἔδει μὲν θρασυγυίου εἰπεῖν πρὸς τὸ Κλειτομάχου , τουτέστι ῥωμαλέου καὶ ἰσχυροῦ , ὁ δὲ πρὸς
Ἀριστοτέλους τοῦ Σταγειρίτου , ἢ Χρυσίππου τοῦ Κίλικος , ἢ Κλειτομάχου τοῦ Λίβυος , ἢ τῶν τὰ πολλὰ καὶ σοφὰ
4865204 ὑγιους
τὴν χεῖρα θέσιν ἴσχειν παρ ' αὐτὸ τὸ ἀκρώμιον τοῦ ὑγιοῦς ὤμου . τὸ δὲ τοιοῦτον σχῆμα πρὸς τὴν ἐκτὸς
φασὶν αὐτοὺς μὴ προαγωνιστῇ σοι καὶ ὑπερμάχῳ χρῆσθαι , δόξης ὑγιοῦς διαμαρτάνουσι . σαφὴς δ ' ἐγὼ πίστις : ὅσα
4852176 ἐπικαιρου
ἥ τε πόλις καὶ χώρα πάμφορός τε οὖσα καὶ θέσεως ἐπικαίρου λαχοῦσα ἐν καλῷ τε κειμένη τῆς Πελοποννήσου καὶ πρὸς
ἀναποδείκτου λαμβανομένων εἰς οὔρου καὶ χολῆς διάκρισιν δεόμεθα καί τινος ἐπικαίρου θέσεως . ἐν ᾧ μόνον σωφρονεῖν ἔοικεν ὁ Ἐρασίστρατος
4841645 ἀξιωματικης
ὀφειλόντων διαλαμβάνεσθαι προηγεῖται μὲν ὁ περὶ τυχῆς κτητικῆς τε καὶ ἀξιωματικῆς λόγος , συνῆπται δ ' ὥσπερ ἡ μὲν κτητικὴ
ἔπειθ ' ὁ περὶ τύχης κτητικῆς καὶ ὁ περὶ τύχης ἀξιωματικῆς , μετὰ ταῦτα ὁ περὶ πράξεως ποιότητος , εἶτα
4837856 καταποσεως
μόνον ἀπιδεῖν ἠβουλήθη τοῦτο , καὶ πρὸ τῆς πείρας τῆς καταπόσεως . ἡ τροφὴ δὲ ἡμῶν ἄρτου τρύφος ἦν μόνον
χολῆς καὶ ἕδρας , ἡ δὲ σελήνη γεύσεώς τε καὶ καταπόσεως καὶ στομάχου καὶ κοιλίας καὶ μήτρας καὶ τῶν εὐωνύμων
4829950 Περικτιονης
εἰς τὸ πᾶν ἔῃ . . . . . . Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρμονίας . Οὔτε λέξαι
ποτὶ συνέσιος ἑρπύξασιν ἀτραπόν . . . . . . Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρμονίας . Τὴν ἁρμονίην
4827107 παντοδαπου
τειχῶν ἐνέπεσον εἰς λοιμικὴν περίστασιν : πολλοῦ γὰρ πλήθους καὶ παντοδαποῦ συνερρυηκότος εἰς τὴν πόλιν διὰ τὴν στενοχωρίαν εὐλόγως εἰς
εἶδος ] , περὶ ἀγώνων , περὶ βαλανείου καὶ λουτροῦ παντοδαποῦ , περὶ τροφῆς πάσης ὑγρᾶς τε καὶ ξηρᾶς ,
4826918 μεγαλοφωνως
ἱμάντα ἐνείρουσι . θαύμαζε οὖν , φησίν , αὐτὸν οὕτω μεγαλοφώνως καὶ θαρρούντως , ὥσπερ οἱ πλέοντες ἐπὶ πνεύματος οὐρίου
ἕνεκεν ἐμοῦ , χάριν ἐμοῦ . μέγα ] πολύ , μεγαλοφώνως . , μεγάλως . . μὲν οὖν ] μᾶλλον
4820502 γενναιας
φοιτῶντι διδασκάλου πολεμικῶν δεῖ μὲν σώματος εὐεξίας , δεῖ δὲ γενναίας ψυχῆς : ὧν ἀμφοτέρων ἡ γυναικεία διέστηκε φύσις .
μὲν ἀφέψοντες ἐλαίῳ καὶ συναλείφοντες ὅλον τὸ σῶμα μετὰ τρίψεως γενναίας , ἔσωθεν δὲ λαμβάνοντες , ὡς εἴρηται , καὶ
4810583 θεωρητικης
ἐν τῇ θεωρίᾳ ἤπερ ἐν τῇ πράξει . διό φησι θεωρητικῆς μὲν γὰρ τέλος ἀλήθεια καὶ γνῶσις , πρακτικῆς δὲ
γὰρ σοφώτατός ἐστι καὶ θεωρῆσαι τὰ ὄντα δυνατός , τῆς θεωρητικῆς αὐτὸν καὶ θεολογικῆς σοφίας δεῖ ἀντιποιεῖσθαι : καὶ εἴπερ
4801589 εὐτελους
, ἐκ τοῦ γλίσχρου καὶ ἀντιλόγου πεποιημένου , ἀπρεποῦς καὶ εὐτελοῦς . , μικροῦ τινος καὶ δι ' ὀλίγων λόγων
τὸ πόνον δ ' ἀμέγαρτον ὄφελλεν . ἐπὶ μὲν τοῦ εὐτελοῦς κατὰ στέρησιν τοῦ α παρὰ τὸ μεγαίρω , τὸ
4786571 μονιμου
ἐρῶν : καὶ γὰρ οὐδὲ μόνιμός ἐστιν , ἅτε οὐδὲ μονίμου ἐρῶν πράγματος . ἅμα γὰρ τῷ τοῦ σώματος ἄνθει
πλημμελὲς ἐκ τῆς οὐσίας ἐκείνης ὑπελάμβανον διακρίσεως καὶ ταὐτότητος καὶ μονίμου καταστάσεως καὶ εὐταξίας μεταλαγχάνειν , καθ ' ὅσον αὐτῷ
4781651 κομψου
καὶ ἐπεινᾶτε καὶ ἀπεθνῄσκετε . εἴ τις ὑμῶν ἠράσθη κορασίου κομψοῦ , οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγω . Πυθομένου δέ τινος
γὰρ ἡ διάνοια πολλάκις τῷ ῥυθμῷ τῆς λέξεως καὶ τοῦ κομψοῦ λείπεται τὸ ἀληθινόν . κράτιστον δὲ ἐπιτήδευμα ἐν διαλέκτῳ
4755575 εὐφυους
ἁβροδίαιτοι . Ἔφορος μέντοι τοὔμπαλιν ἐπαινεῖ τὸν λόγον ὡς ἐξ εὐφυοῦς πρὸς ἀρετὴν ψυχῆς . . . : Ὁμόλη δὲ
Περσικὴν ἀλαζονείαν ἢ βασιλικὴν μεγαλαυχίαν οὐδὲ πένητος μόνον , ἀλλὰ εὐφυοῦς θεατοῦ δεόμενον καὶ ὅτῳ μὴ ἐν τῇ ὄψει ἡ
4741223 ἀπολυτεον
ᾗ τὰ τῶν ἀνθρώπων ὁ ἄρχων ἀπευθύνει . ἢ οὖν ἀπολυτέον τῷ λόγῳ τὸν ποιμένα τῆς δουλείας ἐκείνης ἢ συγχωρητέον
τοῦ πεπονθότος ὀσταρίου . ἐὰν μὲν οὖν ᾖ ἀποτεθραυσμένον , ἀπολυτέον τὸ ὀστέον , καὶ μετὰ τὴν τῶν σωμάτων ἀναστολὴν
4741091 προκοπης
ἀπ ' οἰκείων καρπῶν ἑτέρας ἀπάρχονται ἑκατοστὸν λόγον περιεχούσας . προκοπῆς μὲν γὰρ δεκάς , ἑκατοντὰς δὲ τελειότητος σύμβολον .
κλῆρον τῆς ἀνδρείας καὶ τῆς τόλμης καὶ τὸν κλῆρον τῆς προκοπῆς καὶ τῆς νίκης ἔτος ἓν μῆνας Ϛ ἡμέρας η
4741002 Πυθαγορειου
. . . . . . ναὶ μὴν Ἀθάμαντος τοῦ Πυθαγορείου εἰπόντος : ὧδε ἀγέννατος παντὸς ἀρχὰ καὶ ῥιζώματα τέτταρα
ἐξ ἁδονᾶς ζῴων . . . . . . Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ πολιτείας . Πάντα μὲν ὦν τὰ
4733577 χολερας
ἐπὶ πλέον τὸ κακοστόμαχον καὶ ἐμετικὸν ἀμέτρως βρωθέντες τὸ τῆς χολέρας ἐργάζονται πάθος . ὅτι δὲ τὸ ἐμετικὸν ἔχουσι καὶ
, οὔτε μὴν τῶν παρὰ φύσιν , οἷον πυρετοῦ καὶ χολέρας , οὔτε τῶν κατὰ μέρος , οἷον Σωκράτους καὶ
4713178 Της
ὁ Ξανθίας λέγειν . ξυνέτυχον : Συνήντησα . ἐξιών : Τῆς οἰκίας . . κάθιζ ' ἐπὶ κώπην : Ἤγουν
τότε ἴσχει πνεύματα , ὡς ἂν μὴ διαφορουμένων αὐτῶν . Τῆς μήτρας πνεούσης . Οὐκ εἶπεν ἀντιπνεούσης , ἀλλὰ πνεούσης
4712130 κλεμματος
ἢ κριτηρίου ἢ δόσεως ἢ λήψεως , τὸ βʹ περὶ κλέμματος ἢ νοσφισμοῦ , τὸ γʹ περὶ ἐμπορίας ἢ ἔργων
ταῦτα : ” διὰ τὸ συμμετασχεῖν καὶ αὐτὸς μέρους τοῦ κλέμματος “ . ” ἀφελεῖν “ λέγεται τὸ πονηρῶς ἐπαίρειν
4708495 εὐσχημονος
εἶχεν εὐσχήμως πεσεῖν , κόρη καὶ ταῦτα : Δημοσθένης δὲ εὐσχήμονος θανάτου βίον προκρινεῖ ἀσχήμονα τῶν Ξενοκράτους καὶ Πλάτωνος ὑπὲρ
δὲ νεωτέρων Ἰάμβλιχος καὶ Πλούταρχος : κτλ . Δημοσθένης δὲ εὐσχήμονος θανάτου βίον προκρινεῖ ἀσχήμονα , τῶν Ξενοκράτους καὶ Πλάτωνος
4700988 προσειληφε
δίκας ἑκάστῳ τῶν ἐπιτρόπων λαγχάνων Ἀργᾶς , ἀνὴρ δὲ γενόμενος προσείληφε τὴν τῶν πονηρῶν κοινὴν ἐπωνυμίαν , συκοφάντης . Ἐπορεύετο
κόρον ἐφαρμόσας . διὰ γὰρ τοῦ κόρου , φησὶ , προσείληφε τὴν ἄτην , ἀδυνατήσας κατασχεῖν τὴν εὐδαιμονίαν . τίκτει
4698135 ἐθνικος
διαφέρει διάλεξις διαλέκτου , ὅτι διάλεκτος μέν ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός , διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ
διάλεκτος καὶ διάλεξις : διάλεκτος μὲν γάρ ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός , διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐπὶ τὸ σεμνότερον
4694468 ταπεινοτητος
νῦν μᾶλλον ἂν ταπεινοτέρου καταστάντος . σημαντικώτατον δὲ τῆς Φιλίππου ταπεινότητος καὶ τὸ ἐχρώμεθα . καθ ' ὧν γὰρ ἐξουσίαν
γοργόν τε καὶ ἀγωνιστικὸν καὶ οἷον εὔζωνον χωρὶς εὐτελείας καὶ ταπεινότητος , τῷ δὲ ἀκμαίῳ πάλιν τὸ πιθανὸν καὶ τὸ
4688076 ἀσπαζομενη
νόμον προυτέθη . περιβάλλουσα δὲ αὐτὸν ἡ μήτηρ καὶ πανύστατον ἀσπαζομένη , τοῦ προσώπου θοἰμάτιον ἀφελοῦσα καὶ καταφιλοῦσα τὸν νεκρὸν
δι ' ὀλίγου χρόνου ἴδοι , ἐπιπηδᾷ ἀτρέμα , ὥσπερ ἀσπαζομένη , καὶ τῷ ἀσπασμῷ ἐπιφθέγγεται , οἷα φιλοφρονουμένη .
4684483 εὐρυθμου
καμπῆς τε καὶ ἐκτάσεως , καὶ ἀποδιδομένης ἑκάστοις αὐτοῖς αὑτῶν εὐρύθμου κινήσεως , διασπειρομένης ἅμα καὶ συνακολουθούσης εἰς πᾶσαν τὴν
δ ' ἀπὸ τούτου , καὶ μάλισθ ' ὅτι τῆς εὐρύθμου τῶν ᾀσμάτων ἐμνήσθην ἡδυφωνίας , οὐκ οἶδα τίς γένωμαι
4683275 ἀθεου
ἀπειρίας τῶν παθῶν ἡ τομή . ταῦτα οὖν καὶ τῆς ἀθέου ἔριδος ἀποφυγὴ γένοιτ ' ἂν καὶ σωτηρία ψυχῆς καὶ
, οἱ δὲ μέλανες δυσοργητότερον καὶ ἀναίσχυντον [ ἐκ τοῦ ἀθέου σημείου ] . ὀφθαλμοὶ κλυζόμενοι κυμαίνοντες ἐν αὑτοῖς ἐπαφρόδιτον
4678612 λαθραιου
, μισητῆς κυνὸς λείξασα κἀκτείνασα φαιδρὸν οὖς δίκην , ἄτης λαθραίου τεύξεται κακῇ τύχῃ . τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος
. ἀναστάτης ] πορθητής . μισητῆς ] τῆς Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ]
4670556 δεινης
ἐμείχθη [ ! ! ! ἀπαρνῆται ] τάδε αὐτή τε δεινῆς [ συμφορᾶς ἀπηλλάγη ] παῖδάς τε τούσδ ' [
! ! ! ! ! ! ] , αὐτή τε δεινῆς [ συμφορᾶς ἀπηλλάγη ] παῖδάς τε τούσδ ' [
4664114 ἐπιστημονος
ἐν τοῖς μεγέθους ἀναλωμάτων δεομένοις ἔργοις , τὸ δὲ θεωρεῖν ἐπιστήμονος : κατὰ τοῦτο ἐπιστήμονι ἐοικέναι λέγοι τὸν μεγαλοπρεπῆ .
Εἶτα μέντοι καὶ ἡ κλῆσις καὶ τὰ δρώμενα ὑπὸ τοῦ ἐπιστήμονος τῇ ἐξομοιώσει καὶ τῇ οἰκειώσει προστρέχει τοῖς κρείττοσιν αὐτὰ
4656314 σκεμματος
: οὐδὲν γὰρ διασαφεῖ περαιτέρω . ἡ μέντοι χαλεπότης τοῦ σκέμματος καὶ ἐντεῦθεν δήλη : εἴτε γὰρ εἶδος εἴτε ὕλη
βίου καὶ νόμου καὶ λόγου , δέοι ἂν ἴσως τοῦ σκέμματος : πότερα ἐατέον τουτὶ τὸ γένος , ἐπεὶ τῶν
4652815 μεταμελειας
καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας καὶ στυγνότητος καὶ μεταμελείας καὶ συγχύσεως καὶ βίας καὶ ἐκεχειρίας τῶν ὠφελίμων πράξεων
, οἷον ἀνεμοφόρητα : οὕτως Ἀπίων . οἱ δὲ τὰ μεταμελείας ἄξια . μηκάδες Λ . . . . μ
4646960 λεσχης
βʹ περὶ καθύγρων πραγμάτων καὶ φορτίου , τὸ γʹ περὶ λέσχης τινός , τὸ δʹ περὶ κόπων ἰδίων , τὸ
τὴν ου δίφθογγον ἔχουσι τὴν γενικήν , οἷον λέσχη ὁ λέσχης τοῦ λέσχου , ἀράχνη ὁ ἀράχνης τοῦ ἀράχνου ,
4644321 ἐπαινουμενης
αὐτῷ περιττότερον τοὺς πεπαιδευμένους . καθόλου δὲ τοὺς ἀπό τινος ἐπαινουμένης μούσης ὁρμωμένους εὐεργέτει , συλλαμβάνων ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας
ἢ χρημάτων ἢ σώματος ἢ γένους , ἀλλὰ μὴ γελᾶν ἐπαινουμένης ἀκούοντα ; ὡς δή τοι εἴ τις ἔχει ψευδῆ
4643690 λαθραιων
τῶν πεδίων ταῖς μὲν ὑδρείας χάριν ταῖς δ ' ἐξόδων λαθραίων , ὧν ἐν μιᾷ Μάριος πολιορκούμενος ἀπέθανε . ταῖς
γεωργιῶν τῶν ἐπὶ ξένης , τὸ δὲ δʹ περὶ πραγμάτων λαθραίων ἢ σκολιῶν , τὸ δὲ πέμπτον περὶ πραγματείας ἢ
4640366 ἀκολαστου
ὑπηρέτην αὐτῆς δεξιοῦται . τρεῖς δ ' εἰσὶν οἱ τῆς ἀκολάστου καὶ ἀκράτορος ψυχῆς ἑστιοῦχοί τε καὶ θεραπευταί , ἀρχισιτοποιός
δι ' ἧτταν ἀλλὰ διὰ προαίρεσιν . καὶ γὰρ τοῦ ἀκολάστου φεύγειν τὰς σωματικὰς λύπας , οἷον τὰς ἀπὸ πείνης
4640224 αἰφνιδιου
καὶ αὐτίκα τὸν πρεσβύτην ἐπαγομένου τῷ θαλάμῳ , ἡ παῖς αἰφνιδίου ψόφου γενηθέντος ἵετο διὰ θυρῶν οἰομένη λήσεσθαι τὸν ἐπιόντα
εὐημερίας , τὸ δὲ ιαʹ περὶ ἀγνοίας τινὸς ἢ ὕβρεως αἰφνιδίου , τὸ δὲ δωδέκατον περὶ σωμάτων ἢ φορτίου πολιτικοῦ
4623519 εὐιατον
, ὁτὲ δὲ εἰς θώρακα , καὶ κατάῤῥους λέγεται . εὐίατον μὲν οὖν καὶ πρόσκαιρον ἡ κόρυζα : δεύτερον ὁ
εἰ γὰρ μετ ' ὀλίγην τρῖψιν ἐρυθραίνοιτο τὸ μέρος , εὐίατον ὑπολαμβάνειν τὴν διάθεσιν : εἰ δὲ μετὰ τὴν προσφορὰν
4606975 ἐμπειρου
Οὕτω δ ' εἰρηκότος Εὐδόξου , μαθηματικοῦ ἀνδρὸς καὶ σχημάτων ἐμπείρου καὶ κλιμάτων καὶ τοὺς τόπους τούτους εἰδότος , δεῖ
ἐμπείρου ἐστίν , ὁρᾷς ὅτι καὶ τὸ ἀκούειν ὠφελίμως τοῦ ἐμπείρου ἐστίν ; καὶ τὸ μὲν τελείως καὶ ὠφελίμως ,
4590807 ἐκβρασματα
θαυμάσαι : ποιεῖ πρὸς στρέμματα καὶ λυγίσματα τῶν ἄρθρων καὶ ἐκβράσματα κνημῶν καὶ ἀποσύρματα , διαλύει δὲ καὶ τοὺς ἐπὶ
τῶν δὲ κεφαλικῶν τὰ μὲν πρὸς ἀχῶρας καὶ πίτυρα καὶ ἐκβράσματα ἁρμόζει , τὰ δὲ πρὸς κεφαλαλγίαν καὶ ἑτεροκρανίαν .
4588219 φιλομαθης
μόλις πολλοῖς καὶ μεγάλοις πόνοις ἀνευρισκόμενα . οὗ χάριν ὁ φιλομαθὴς τοῦ τόπου Συχὲμ ἐνείληπται , μεταληφθὲν δὲ τοὔνομα Συχὲμ
μάλιστα ἐξ ὧν ἀναγινώσκεις ἕως τοῦ δεῦρο , ἵνα ὡς φιλομαθὴς ἐγενήθης ἕως τοῦ δεῦρο οὕτως καὶ φιλομαθὴς ἔσῃ .
4587513 αἰσχιστης
ὅλως φροντίζων . ἐπὶ τοσοῦτο δὲ προήχθη τρυφῆς καὶ τῆς αἰσχίστης ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ὥστ ' ἐπικήδειον εἰς αὑτὸν ποιῆσαι
ἂν εἴη χρηστὸς ὄλβιος γεγώς ; οὐκ ἔστι πενίας ἱερὸν αἰσχίστης θεοῦ . μισῶ γὰρ ὄντως οἵτινες φρονοῦσι μέν ,
4587321 πανουργου
τὰ δ ' ἡμᾶς διαβάλλων ] ἔστι μὲν καὶ τοῦτο πανούργου τὸ διαβάλλειν , οὐ μὴν ἕξει Φίλιππος ᾧ διαβάλλει
ἀσκητὴς ἐπιμελείας ἀξιώσει , τὰ σφάλματα αὐταῖς οὐκ ἀπὸ κακίας πανούργου μᾶλλον ἢ ἀπὸ ἀμαθίας ἀναγώγου προσγεγενῆσθαι νομίζων . ἀμαθία
4582554 χρηματισμων
: μετὰ δέ τινα χρόνον τελευτήσαντος αὐτοῦ , καί τινων χρηματισμῶν ζητουμένων κατὰ τὴν οἰκίαν , εὗρον λόγον γεγραμμένον πολυτελῶς
τοὺς πρέποντάς τε καὶ ἱκανοὺς θήσουσι : καπηλείαν δὲ ἕνεκα χρηματισμῶν μήτε οὖν τούτου μήτε ἄλλου μηδενὸς ἐν τῇ χώρᾳ
4582343 τυπου
πολὺ δὲ ἔτι τούτων λαμπρότερον καί πως ἤδη τοῦ Περικλείου τύπου περὶ τὴν τοῦ λόγου τελευτὴν ” Εἰ δ '
αὐτοῖς ἐνδόξοις οὖσι , τοῦτο ἀπάγει τὸν λόγον ἀπὸ τοῦ τύπου τοῦ ἀρχαίου . ἐνταῦθα λέγεται , μή τι εἶπεν
4578060 εὐρυθμιας
ἐσπούδακε τῆς τε συμπλοκῆς τῶν φωνηέντων γραμμάτων καὶ τῆς κυκλικῆς εὐρυθμίας τῶν περιόδων καὶ τῆς ὁμοειδείας τῶν σχηματισμῶν , πολὺ
Δημοσθένει πλείονα ποιεῖσθαι πρόνοιαν τῆς ἀκριβείας τῶν κώλων ἢ τῆς εὐρυθμίας . τὰ δ ' αὐτὰ εἰρήσθω μοι καὶ περὶ
4577185 φθισεως
ἑτέρους . ἀτὰρ οὖν καὶ Βάσιλιν τὸν Κρῆτα ἐς νόσον φθίσεως ἐμπεσόντα ἐξάντη τοῦ τοσούτου κακοῦ ὅδε ὁ θεὸς εἰργάσατο
ψυχρότητος καὶ παχέος φλέγματος καὶ βλάβης γαστρὸς καὶ λιθιάσεως καὶ φθίσεως καὶ οἰδήματος καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας
4575885 χερειονος
γενικῇ , οἷον μείζων μείζονος , κρείσσων κρείσσονος , χερείων χερείονος , βελτίων βελτίονος , γλυκίων γλυκίονος , ἡδίων ἡδίονος
. καὶ μεῖος μείων , ῥᾷος ῥᾴων . τοῦ δὲ χερείονος δοτικὴ χερείονι , συγκοπῇ χέρειϊ , ὅπερ διὰ τὴν
4570897 Ψυχης
, ᾧ ἐπακολουθεῖ ὕστερον καὶ τὸ ἐξίσ - τασθαι . Ψυχῆς μὲν οὖν καί τινος τῶν ἐν αὐτῇ δυνάμεων ,
βελτίω δυνατά , τοῦτ ' αὐτὸ ὡς ἄριστα ἀποτελεῖν . Ψυχῆς οὖν ἀνθρώπῳ κτῆμα οὐκ ἔστιν εὐφυέστερον εἰς τὸ φυγεῖν
4570698 Πολλου
Ἀνθρώπινα φρονεῖ . πόσου δέ ἐστιν ; Εἴκοσι μνῶν . Πολλοῦ λέγεις . Οὔκ , ὦ μακάριε : καὶ γὰρ
ὡρίσθαι καὶ ἀπραγμονέστερον . Ἄγκυραν ἐντειλαμένῳ ἐκόμισα πέντε δραχμῶν . Πολλοῦ λέγεις . Νὴ τὸν Ἀϊδωνέα , τῶν πέντε ὠνησάμην
4567534 ἀπειθες
. Ἢ παρὰ τὸ ἐκμελὲς καὶ ἄῤῥυθμον εἶναι , καὶ ἀπειθὲς ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ μέλους τοῦ μουσικοῦ . . ΟΜΒΡΙΜΟΝ
ταῖς ἐκ πρώτης ἡλικίας νομίμοις ὑφηγήσεσιν ὅσον ἐν ταῖς ψυχαῖς ἀπειθὲς μεθαρμοζομένου πρὸς τὸ τιθασόν . ἐπαποδύεται δὲ αὐτὸς ἑαυτῷ
4565314 Ἀσταβορα
ἐκ νότου ταῖς * συμβολαῖς τῶν ποταμῶν , τοῦ τε Ἀσταβόρα καὶ τοῦ Ἀστάποδος καὶ τοῦ Ἀστασόβα : πρὸς ἄρκτον
, οὗ ἡ θέσις ξα ιβ εἶτα ἡ συναφὴ τοῦ Ἀσταβόρα ποταμοῦ καὶ τοῦ Ἀστάποδος . . . . .
4561276 ἀναισθητου
ὡς εἰ λέγοι τις πλευμονίαν ἀπὸ τοῦ θαλαττίου ζῴου ὄντος ἀναισθήτου . οἱ δ ' ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Κύμῃ
κακούργου , κακοῦργον ἀναπλάττομεν τὴν διάνοιαν : δειλοῦ δὲ καὶ ἀναισθήτου ἐλάφου , κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον , ὡς ,
4560119 ἀπηρτισμενου
λόγον κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς πρώτης ὑποβολῆς τῶν πραγμάτων μὴ ἀπηρτισμένου τοῦ νοήματος , πολλάκις φησὶν ἐθαύμασα τίσι ποτὲ λόγοις
ἐστι χρονικὸν ἐπίρρημα , τὸ δ ' ἀρτίως ἐπὶ τοῦ ἀπηρτισμένου ἔργου τελείως . ὥστε ἁμαρτάνει Σαπφὼ λέγουσα ἀρτίως μὲν
4559495 παρεσκευασμενου
ἑτοίμου κατακληρουχεῖν ἤλπιζον τὴν Σικελίαν . ἤδη δὲ τοῦ στόλου παρεσκευασμένου , τοὺς ἑρμᾶς τοὺς κατὰ τὴν πόλιν παμπληθεῖς ὄντας
τινὸς κατὰ τύχην ἰχθύος παρατεθέντος , ἄλλου δ ' οὐδενὸς παρεσκευασμένου , λαβὼν ὅλον ὁ Ζήνων ἀπὸ τοῦ πίνακος οἷος
4555069 κατηκοον
καὶ ἐπιθυμητικόν : τοῦτο γὰρ κοινωνεῖ λόγου καθ ' ὅσον κατήκοόν ἐστιν αὐτοῦ καὶ πειθαρχικόν . ὅτι δὲ πείθεταί πως
ὀρεκτικὸν καὶ παθητικόν , ταύτῃ λέγεται μετέχειν λόγου , ᾗ κατήκοόν ἐστιν αὐτοῦ , ὡς καὶ τοῦ πατρός φαμεν ἔχειν
4553928 σεμνοτητος
τέσσαρα γίνεται τοῦ τελευταίου τρίτον . Ταῦτα μὲν ἀναγκαίως περὶ σεμνότητος , ἣν ἔχει τὸ διάγραμμα ἢ πλινθίον ἢ ὅ
λέγειν , τῆς πραότητος Ξενοκράτους , ! ! ! Πλάτωνος σεμνότητος , Πολέμωνος ἐγκρατείας ! ! ! ; διὸ καὶ
4552938 καταφανους
ταύτῃ πορευτέον . ἀμελῆσαι δὲ οὐ θεμιτόν ἐστι θεῶν , καταφανοῦς γενομένης τῆς πάντων αὐτῶν κατὰ τρόπον λεγομένης φήμης εὐτυχοῦς
εἰς τὰ Κεντόριπα παρεισπεσεῖν εἰσδεχομένων αὐτόν τινων πολιτικῶν ἀνδρῶν , καταφανοῦς δὲ τῆς ἐπιβουλῆς γενομένης καὶ τῶν φρουρῶν παραβοηθησάντων ἐξέπεσεν
4546837 εὐπρεπεστερον
Φρύξ . καὶ γὰρ οὗτος ἐνεδύσατο ἀνθινὴν ἐσθῆτα καὶ γυναικὸς εὐπρεπέστερον ἐκοσμεῖτο , ὡς Μνασέας φησὶν ἐν τρίτῳ Εὐρώπης .
πανταχοῦ . καί μοι πολλάκις ἔδοξενοὐ γὰρ ἂν τἀληθὲς ἀποκρυψαίμην εὐπρεπέστερον μὲν ῥᾳθυμίας Ἀττικῆς καθάπτεσθαι Δημοσθένης ὁ τὴν παρρησίαν ,
4546302 ἀπαραδεκτον
τε κατὰ φιλοσοφίαν καὶ τῶν παντὸς ἐλευθερίου ἄλλου παντελῶς ὑπάρξαι ἀπαράδεκτον , καὶ νοῦν δὲ πρὸς τὰς μιαιφονίας μόνον ὀξύρροπον
μὲν τὸ συνηρτημένον τοῖς εἰρημένοις πτωτικοῖς , ἐκκλίνασα δὲ τὴν ἀπαράδεκτον τῶν ἄρθρων ἀντωνυμίαν , ὅπου γε καὶ μέχρι ῥήματος
4546025 μιμησεως
τοῦτο ἐνῆν ἀποκρίνασθαι ; Οὐκοῦν καὶ ἡμεῖς ἐπισκοποῦντες περὶ θεοῦ μιμήσεως , βασιλεία δὲ αὕτη , ὡς ἐρρήθη , ἐννόμως
μηδαμοῦ ἑαυτὸν ἀποκρύπτοιτο ὁ ποιητής , πᾶσα ἂν αὐτῷ ἄνευ μιμήσεως ἡ ποίησίς τε καὶ διήγησις γεγονυῖα εἴη . ἵνα
4541160 ὁλοσχερους
ὡσπερεί τινι προαγῶνι λαμπρῶς προτερήσαντες , εὐέλπιδες ἐγένοντο περὶ τῆς ὁλοσχεροῦς νίκης : μετὰ δὲ ταῦτα ἐκ τῆς ὑπωρείας μετεστρατοπέδευσαν
πρὸς δέησιν εἰπόντες ἔλαβον ἀποκρίσεις δι ' ὧν τοῦ μὲν ὁλοσχεροῦς φόβου παρείθησαν , περὶ δὲ τῶν κατὰ μέρος ἐγκλημάτων
4540984 εὐστοχια
τῇ φρονήσει εὐβουλία : εὐλογιστία : ἀγχίνοια : νουνέχεια : εὐστοχία : εὐμηχανία . Εὐλογιστία δέ ἐστιν ἐπιστήμη συγκεφαλαιωτικὴ τῶν
φάσις ἀπηρτισμένη : οὔτε τοίνυν ἐπιστήμη ἐστιν ἡ εὐβουλία οὔτε εὐστοχία οὔτε δόξα . ἀλλ ' ἐπεὶ ὀρθότης ἐστὶ βουλῆς
4529493 ἐπιθυμουν
τῆς ψυχῆς ἢ εἴδη τρία : λογιζόμενον , θυμούμενον , ἐπιθυμοῦν . ἀναγκαῖον οὖν καὶ τριττὴ πολιτεία ἐγένετο , ἔχουσα
' ἂν οὕτως ἀσφαλῶς ἐκπλεῦσαι : οἱ δὲ τὸ μὲν ἐπιθυμοῦν τοῦ πλοῦ οὐκ ἐξῃρέθησαν ὑπὸ τοῦ ὀχλώδους τῆς παρασκευῆς
4527693 ὑπηρχετο
Ῥωμαίοις τὰ ἐν Μακεδονίᾳ . ἥκοντας δὲ ἐς τὴν Ἑλλάδα ὑπήρχετο ὁ Καλλικράτης οὔτε ἔργον τῶν ἐς τὴν κολακείαν οὔτε
ζῆλον αὐτῶν , ἀλλ ' ὥστε φεύγειν αὐτά . Ὅτε ὑπήρχετο ἡ γραφικὴ τέχνη καὶ ἦν τρόπον τινὰ ἐν γάλαξι
4526053 ἀγαθης
μένειν μὲν ἐν οἴκοις σῶμα ἔχοντας κατασκευασθεῖσιν ὑπὸ ψυχῆς ἀδελφῆς ἀγαθῆς πολλὴν δύναμιν εἰς τὸ δημιουργεῖν ἀπόνως ἐχούσης . Ἢ
λόγῳ , καθάπερ ἐν δράματι , πόλεώς τε καὶ πολιτείας ἀγαθῆς εἰκόνα , καὶ τίθεται νόμους , καὶ παῖδας τρέφει
4525798 ἐπακολουθουσης
ἔπειτα τὸν Ἥλιον ἀπὸ τῶν Ϛʹ ὡρῶν ἕως γʹ τῆς ἐπακολουθούσης νυκτός , καὶ πάλιν ἀπὸ τῆς αὐτῆς νυκτὸς ὥρας
ἀναγκασθεὶς ἐπὶ τὸν φόνον κατεκρίθη . τῆς δὲ μητρὸς αὐτοῦ ἐπακολουθούσης καὶ ὀλοφυρομένης εἶπεν ὁ παῖς πρὸς τοὺς δημίους :

Back