ὀφειλόντων διαλαμβάνεσθαι προηγεῖται μὲν ὁ περὶ τυχῆς κτητικῆς τε καὶ ἀξιωματικῆς λόγος , συνῆπται δ ' ὥσπερ ἡ μὲν κτητικὴ
ἔπειθ ' ὁ περὶ τύχης κτητικῆς καὶ ὁ περὶ τύχης ἀξιωματικῆς , μετὰ ταῦτα ὁ περὶ πράξεως ποιότητος , εἶτα
6769536 μαιευτικος
περὶ ἀνδρείας , μαιευτικός : Λύσις ἢ περὶ φιλίας , μαιευτικός . τῆς ἕκτης ἡγεῖται Εὐθύδημος ἢ ἐριστικός , ἀνατρεπτικός
ἠθικός . τῆς πέμπτης ἡγεῖται Θεάγης ἢ περὶ φιλοσοφίας , μαιευτικός : Χαρμίδης ἢ περὶ σωφροσύνης , πειραστικός : Λάχης
6676943 φιλονεικου
τὸ ἀντιγράφειν τῷ Λυσίου λόγῳ καὶ ἁμιλλᾶσθαι βασκάνου τινὸς καὶ φιλονείκου νέου ἔοικεν εἶναι , κωμῳδοῦντος τὸν ῥήτορα καὶ εἰς
τὸ παντάπασιν ἀνανταγώνιστον . ἐρεθίζεται γὰρ ἀεὶ ῥᾳδίως ὑπὸ τοῦ φιλονείκου πρὸς τὸ φιλόπονον ἡ ψυχή . διὰ τοῦτο οὐκ
6592810 περιεργου
προσηκούσης φυσικὸν καὶ τοῦτ ' εἶναι . τὸ δὲ ἐπιθυμεῖν περιέργου τροφῆς ἢ περιέργου τε καὶ τρυφερᾶς ἐσθῆτός τε καὶ
, ἀλλ ' ἀπατᾶι τοὺς φίλους προσποιούμενος ὑπὸ ποικίλης καὶ περιέργου γνώσεως ἀληθὴς εἶναι φίλος . ὄμματα δὲ φωτὸς εἶπεν
6505449 ἀθεοτης
καὶ ἀνοσιότης καὶ ὀλιγωρία περὶ τὸ θεῖον καὶ θεοβλάβεια καὶ ἀθεότης . ῥήματα δὲ εὐσεβεῖν , ὁσιοῦν , σέβειν ,
ἀτόπων τὸ σμῆνος τό τε τῆς ἀνομίας ταύτης κεφάλαιον , ἀθεότης . εἰ δὲ φθείροιτο μὲν τὸ σῶμα καὶ χωροίη
6484330 ἐπιμεληθεις
λύρᾳ τε φωνὴν ἔδωκαν καὶ αὐλῷ καὶ μελῳδίαν ἐπαίδευσαν . ἐπιμεληθεὶς δὲ τοῦ δοκίμως τε καὶ σὺν ἀφελείᾳ ἑρμηνεύειν πνεύματός
ἑαυτοῦ . Ἐδιδαξάμην , ἐπαιδευσάμην δι ' ἑτέρου , αὐτὸς ἐπιμεληθεὶς τούτου . Ἕδος . τὸ ἄγαλμα . καὶ ὁ
6334934 καματηρας
ἐνεργείας ἢ χρηματισμῶν , τὸ θʹ περὶ φορτίου πράσεως ἢ καματηρᾶς ξενιτείας , τὸ ιʹ περὶ ἐπηρείας τινὸς ἢ ξένης
, ἄγοντας δ ' ἐκεχειρίαν καὶ διαφειμένους πάσης ἐπιπόνου καὶ καματηρᾶς φροντίδος , σχολάζοντας οὐχ ὡς ἔνιοι γέλωσιν ἢ παιδιαῖς
6321192 Θεσεις
Περὶ ἡδονῆς ὡς Ἀριστοτέλης αʹ , Περὶ ἡδονῆς αʹ , Θέσεις κδʹ , Περὶ θερμοῦ καὶ ψυχροῦ αʹ , Περὶ
αʹ , Περὶ καλοῦ αʹ , Θέσεις ἐπιχειρηματικαὶ κεʹ , Θέσεις ἐρωτικαὶ δʹ , Θέσεις φιλικαὶ βʹ , Θέσεις περὶ
6307315 ἀγροικικης
ξενιτείας , τὸ ιʹ περὶ ἐπηρείας τινὸς ἢ ξένης ἢ ἀγροικικῆς αἰτίας , τὸ ιαʹ περὶ κλοπῆς ἢ πράγματος λαθραίου
. τὸ γὰρ κισσύβιον , φησί , λέγεται ἐπὶ συνόδου ἀγροικικῆς , ἔνθα προσήκει μάλιστα τὸ ξύλινον ποτήριον . Κλείταρχος
6304020 δυσκολοκοιτου
. . . στίχων ηʹ . : τὸ δὲ ” δυσκολοκοίτου “ ” δυσκολῶς κεῖσθαι ἐώσης “ . . .
καὶ βουλῇ καὶ λόγῳ τοὺς ἄλλους νικᾷ . ⸎ . δυσκολοκοίτου ] ⌈ κακοπαθείας μεστῆς καὶ ἐπιπόνου : ⌈ οἱ
6270536 λαθραιου
, μισητῆς κυνὸς λείξασα κἀκτείνασα φαιδρὸν οὖς δίκην , ἄτης λαθραίου τεύξεται κακῇ τύχῃ . τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος
. ἀναστάτης ] πορθητής . μισητῆς ] τῆς Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ]
6262873 οἰκειωθηναι
φίλον τοῦ κατανοηθῆναι χάριν καὶ ἐκ τῆς ἀκριβεστέρας προσόψεως μᾶλλον οἰκειωθῆναι , ὡς γραφαί τε καὶ ἀνδριάντες ἀρχέτυποι γραφεῦσι καὶ
τοιαῦτα ἐπτοῆσθαι : καὶ τὸ ἀνέχεσθαι παρρησίας : καὶ τὸ οἰκειωθῆναι φιλοσοφίᾳ καὶ τὸ ἀκοῦσαι πρῶτον μὲν Βακχείου , εἶτα
6255177 Πρισκιανος
καὶ Πρισκιανός . ὁ μὲν ἀνέγνω Τιτιανοῦ τοὺς λόγους , Πρισκιανὸς δέ , τότε γὰρ ἄσχολος ἦν , νῦν ἀπαιτεῖ
ὑμῖν ἔπραξας , καὶ κατῆλθεν εἰς μικρὸν ἡ χάρις . Πρισκιανὸς γὰρ ἐμοὶ τὰ πάντα καὶ τοσοῦτον ὅσον οἱ πάντες
6229627 Σαρδωνιος
πάλιν , χαλκῆν ἢ ὀστρακίνην ; ἀπεφήνατο , οὐδετέραν . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν μὴ ἐκ χαιρούσης ψυχῆς γελώντων
ἄλλαι τε πόλεις πολλαὶ , καὶ Ἰόπη καὶ Λύδα . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ τῷ σφῶν
6228681 χρηματισμων
: μετὰ δέ τινα χρόνον τελευτήσαντος αὐτοῦ , καί τινων χρηματισμῶν ζητουμένων κατὰ τὴν οἰκίαν , εὗρον λόγον γεγραμμένον πολυτελῶς
τοὺς πρέποντάς τε καὶ ἱκανοὺς θήσουσι : καπηλείαν δὲ ἕνεκα χρηματισμῶν μήτε οὖν τούτου μήτε ἄλλου μηδενὸς ἐν τῇ χώρᾳ
6215939 ὀξυχολια
πολλῇ , ἔχον τὴν εὐθηνίαν ἐν ἑαυτῷ . ἐὰν δὲ ὀξυχολία τις προσέλθῃ , εὐθὺς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον ,
πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ ἐκτρίβει αὐτό . εἶτα πάλιν ἡ ὀξυχολία ὅταν κολληθῇ τῷ ἀνθρώπῳ περὶ πράγματός τινος , καὶ
6172073 σκινδαψον
λόγων , εἰσὶ δὲ καὶ παροιμιώδη . Ἰόβας δὲ τὸν σκινδαψὸν ὄργανον λέγει μουσικὸν , τὸ δὲ βλίτυρι χορδῆς μίμημα
βαρβίτους , τριχόρδους , πηκτίδας , κιθάρας , λύρας , σκινδαψὸν ἐξηρτυόμαν . πῶς ἔχεις ; ὡς ἰσχνὸς εἶ .
6169377 λαθραιων
τῶν πεδίων ταῖς μὲν ὑδρείας χάριν ταῖς δ ' ἐξόδων λαθραίων , ὧν ἐν μιᾷ Μάριος πολιορκούμενος ἀπέθανε . ταῖς
γεωργιῶν τῶν ἐπὶ ξένης , τὸ δὲ δʹ περὶ πραγμάτων λαθραίων ἢ σκολιῶν , τὸ δὲ πέμπτον περὶ πραγματείας ἢ
6166724 Πομπιλιου
τὴν ἀρχὴν Ἄγκος Μάρκιος , ἔκγονος ἀπὸ θυγατρὸς τοῦ Νουμᾶ Πομπιλίου . Οὗτος ἤρατο πόλεμον πρὸς Λατίνους , καὶ τῇ
ἡσυχία , οἵαν οὐδενὶ χρόνῳ συνέβη γενέσθαι πλὴν ἐπὶ Νουμᾶ Πομπιλίου , ὃς μετὰ Ῥωμύλον ἐβασίλευσε . Διαδεξαμένων δὲ τὴν
6129976 Ἐσω
ἡλίου . ; , . . : πόντου πόντον ] Ἔσω δηλονότι . : πόντον ] Εὐξείνου εἴσω . .
ἐστι . Αὕτη τοῦ ἱροῦ κεῖται παρὰ τὴν ἔσοδον . Ἔσω γάρ μιν ἐς τὸ ἱρόν φασι τῶνδε εἵνεκα οὐκ
6124265 φοναν
: εἰ μὴ ἄρα ἐπὶ μὲν ἀτιμίᾳ πατρὸς ἢ μητρὸς φονᾶν ἄξιον , ἐπὶ δ ' ὀνόματι τῷ καὶ αὐτῆς
ἀνδρὸς ἀνοσίου τιμωρίαις ἐπιδραμοῦνται κρίνοντες εὐαγὲς τὸ κατ ' αὐτοῦ φονᾶν . ἔστω γὰρ ἡμῖν μία οἰκειότης καὶ φιλίας ἓν
6120898 βουλιμιας
τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας , ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας , τράπεζα . περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν ,
λειποθυμίας , συγκοπῆς , ὀδύνης , λυγμοῦ , ἀνορεξίας , βουλιμίας , ναυτίας , ἐμέτων , κυνικῆς ὀρέξεως , ἀγρυπνίας
6107725 τυραννουμενης
, θεασάμενόν γε μὴν τὸ πραττόμενον ἀλγῆσαι , ὥσπερ οὖν τυραννουμένης τῆς μητρὸς ὑπὸ τοῦ δεσπότου , καὶ ἐμπηδῆσαι καὶ
, θεασάμενόν γε μὴν τὸ πραττόμενον ἀλγῆσαι , ὥσπερ οὖν τυραννουμένης τῆς μητρὸς ὑπὸ τοῦ δεσπότου , καὶ ἐμπηδῆσαι καὶ
6086891 ἀπεφθιτο
' αὐτὰ σαφῶς Ὅμηρος . ἤ τίς τοι καὶ πηὸς ἀπέφθιτο Ἰλιόθι πρὸ ἐσθλὸς ἐών , γαμβρὸς ἢ πενθερός ;
ᾖσι καὶ ἐσσομένοισιν ἀοιδή . ἦ τίς τοι καὶ πηὸς ἀπέφθιτο Ἰλιόθι πρό , ἐσθλὸς ἐών , γαμβρὸς ἢ πενθερός
6067920 εὐελπι
ἡμῶν ἐν τῇ συμμαχίᾳ προσλαμβανομένων : τὸ δὲ θαρσοῦν καὶ εὔελπι , τὸ μὴ ἡμᾶς προσδέξασθαι , ἀσθενὲς ὄν .
οἱ φόβοι δ ' [ ἔχουσί με . [ ] εὔελπι [ δ ' οὔτι ] [ ῥῆμ ' ]
6067880 Κυρτος
ἰατρός , ἀπὸ τῆς πατρίδος , οὐκ ἀπὸ τοῦ σώματος Κυρτός ὀνομαζόμενος , οὗ μέμνηται Ἑρέννιος Φίλων ἐν τῷ περὶ
ἰατρός , ἀπὸ τῆς πατρίδος , οὐκ ἀπὸ τοῦ σώματος Κυρτός ὀνομαζόμενος , οὗ μέμνηται Ἑρέννιος Φίλων ἐν τῷ περὶ
6065706 κατεπειγων
, φόβος ἀδοξίας : θόρυβος δέ , φόβος μετὰ φωνῆς κατεπείγων : δεισιδαιμονία δέ , φόβος θεῶν καὶ δαιμόνων :
' , ὦ Χαριτιμίδη καὶ Σμίκυθε καὶ Δράκης , ἕπου κατεπείγων , σαυτῷ προσέχων ὅπως μηδὲν παραχορδιεῖς ὧν δεῖ ς
6061315 προαγουσης
συναλγῆσαι τῇ τἀνδρὸς τελευτῇ , τῆς διὰ τὴν ἐπιείκειαν μνήμης προαγούσης εἰς δάκρυα . οὐ μὴν ἔληγόν γε τῆς παρανομίας
εὖ ἐχομένη τῆς αἰτίας ἡμῶν τῆς εἴς τε τὸ εἶναι προαγούσης ἡμᾶς καὶ πρὸς τὸ εὖ εἶναι τελειούσης . πῶς
6060600 ἀλεξικακε
ὦ Ἡράκλεις “ ἐπὶ θαυμασμοῦ λαμβάνεται . τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ ἐπὶ σχετλιασμοῦ καὶ λαμβάνεται διὰ μέσου . ὁμομητρίαν
. σχετλιάζων δ ' ἔθηκε διὰ μέσου τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ : ἔστι δὲ ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους . ὦ
6059680 ἀπαφρισας
λ , στύρακος # α , οἴνου # Ϛ : ἀπαφρίσας τὸ μέλι καὶ τρίψας τὸν στύρακα μῖξον , καὶ
ἡμέρας κ καὶ διυλίσας αὐτά , ἑψήσας τὸ μέλι καὶ ἀπαφρίσας ἕνωσον καὶ ἀναδήσας ἔα . Μέλιτος ξέστην α ,
6056974 λαιμαργου
ὀρέξεως : λιμὸς ἡ λεγομένη κυνώδης ὄρεξις . βαρείης : λαιμάργου , ἀπλήστου . βαρείης : κακῶν , λαίμαργον καὶ
δ ' ὠὰ οὐχ ὅμοια . λάβροιο : ὁρμητικοῦ , λαιμάργου , ἰσχυροῦ . αἰετοῦ : εἶδος ἰχθύος : ἀετὸς
6046371 ἐπιζητησις
παρακοπή . σνστʹ . Βούλιμός ἐστι διάθεσις καθ ' ἣν ἐπιζήτησις ἐκ μικρῶν διαλειμμάτων γίνεται τροφῆς . ἐκλύονται δὲ καὶ
τῷ χειμῶνι . Τί ἐστιν ὄρεξις ; τροφῆς καὶ ποτοῦ ἐπιζήτησις : καὶ ἄλλως : μύζησις καὶ κατάψυξις τῶν ἐν
6037893 ἠφανισμενη
ἐπεί . . φροῦδα ] ἠφανισμένα . ; φρούδη ] ἠφανισμένη . . χροία ] ὄψις , χρῶμα . φρούδη
μετὰ τοῦ πρέμνου ὃν καλοῦσι στέλεχον . πανώλεθρον ] παντελῶς ἠφανισμένη . πανώλεθρον ] παντελῶς ὀλεθρευθεῖσαν . ἐκθαμνίσητε : δίκην
6036819 ὑπομνηματιζειν
ὑδραργυρίζονται καὶ εἰς σῆψιν ἀποχωρίζονται . Θεοῦ δὲ βοηθοῦντος ἄρξομαι ὑπομνηματίζειν . Ἐὰν μὴ τὰ σώματα ἀσωματώσῃς καὶ τὰ ἀσώματα
ὅπερ σοφοὶ καὶ ἐλλόγιμοι ἔφθασαν ἐξηγήσασθαι , τοῦτο καὶ αὐτὸς ὑπομνηματίζειν πειρώμενος , ὥσπερ οὐκ ἐξαρκουσῶν ὧν ἐκεῖνοι εἰς αὐτὸ
6021559 διανιζειν
; τὸ ταῦτα διορᾶν ἐστιν εὐψύχου τέχνης , οὐ τοῦ διανίζειν λοπάδας οὐδ ' ὄζειν καπνοῦ . ἐγὼ γὰρ εἰς
δ ' ἀπολοπίζειν τε κᾆτ ' ἐπ ' ἀνθράκων ὑδρίαν διανίζειν πεντέχουν ἢ μείζονα ταῖς πολιόχρωσι βεμβράσιν τεθραμμένη κοπίδι τῶν
6015716 ὀλιγοδεϊας
συμβέβηκεν , αἳ τῆς ψυχῆς ὑποτέμνονται τὴν πολυτέλειαν εὐκολίας καὶ ὀλιγοδεΐας ἔρωτας ἐντίκτουσαι κατὰ τὴν πρὸς θεὸν ἐξομοίωσιν . ἔστι
| ἅλες , ὁ μὲν σύμβολον τοῦ μηδὲν ἥδυσμα εὐωδέστερον ὀλιγοδεΐας εἶναι καὶ ἐγκρατείας παρὰ σοφίᾳ δικαζούσῃ , οἱ δ
6008387 παρῳνησεν
δὲ ἐξέπλευσε τῶν φρενῶν , καὶ πολλὰ ἐς τὸ ἄγαλμα παρῴνησεν . ὡς εἶδεν ἄγαλμα ξενικὸν καὶ ἱερουργίαν οὐκ ἐπιχώριον
; τίς ἢ κυβερνήτης ἢ ναύκληρος οὕτω ποτὲ ἐμεθύσθη καὶ παρῴνησεν , ὡς ὅσων εἶπον κατασκηψάντων ἐθελῆσαι πλεῖν , ἵνα
6008045 Καβυλη
νγʹ δʹʹ μγʹ Ϛʹʹ Τόνζος νδʹ ∠ ʹʹ μγʹ γʹʹ Καβύλη νδʹ ∠ ʹʹγʹʹ μγʹ δʹʹ Βεργούλη νδʹ ∠ ʹʹ
Ταρρακωνήσιος , κατὰ δὲ τὸν Ἑλληνικὸν Καβελλιωνίτης ὡς Ταρρακωνίτης . Καβύλη , πόλις Θρᾴκης οὐ πόρρω τῆς τῶν Ἀστῶν χώρας
6003304 χαλκανθης
τῆς βρυωνίας . Σχιστῆς , σμύρνης ἀνὰ ⋖ δ , χαλκάνθης ⋖ β , λιβάνου ⋖ η , κυπέρου ⋖
η , σχιστῆς ⋖ ε , λιβάνου ⋖ α , χαλκάνθης ⋖ γ , χολῆς ταυρείας ⋖ Ϛ : οἴνῳ
5999511 πολυηκοος
δὲ τοῦ πολυ τάδε σύνθετα . πολυπράγμων , πολυλόγος , πολυήκοος , πολυθεάμων , πολύφωνος , πολυμελής , πολύχειρ ,
ἐπιστομίζων δὲ τοὺς ἀποροῦντας . , ; , . . πολυήκοος ἀγχίσποροι οὐδὲ ἦν τῶν βιβλίων πολυήκοος , ἀλλὰ ῥώμῃ
5998808 εὐπαθεια
ἔκριζον : ἀπορριζῶν τὴν ἁμαρτίαν . εὐεπίης : εὐλαλοῦς . εὐπάθεια : εὐτροφία , σπατάλη . ἐνάλιος : θαλάσσιος .
αἷς ἄξιον σεμνύνεσθαι , τὰ δὲ περὶ αὐτὸν ἢ ἡ εὐπάθεια σώματος ἢ ἡ τῶν ἐκτὸς ἀφθονία , ἐφ '
5997413 ἀπαθανατιζει
τέχνη συναύξει καὶ τό γε ἐφ ' ἑαυτὴν ἧκον μέρος ἀπαθανατίζει ταῖς ἐπιμελείαις . Ἐναργῶς οὖν ἐπιδέδεικται γεωργὸς μὲν ὁ
πρὸς λόγον κοινωνίαν , ὃς αὐτὸν καίτοι θνητὸν εἶναι δοκοῦντα ἀπαθανατίζει . διὸ καὶ πᾶς , ὅτῳ ζῆλος ἀρετῆς εἰσέρχεται
5988528 ἰσονομια
καὶ οὐ μάχη . ἐπὶ δὲ τῆς ἀκρασίας οὐκ ἔστιν ἰσονομία τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς . ἡ δὲ ἡρωϊκὴ καὶ
αὐτὴ τῇ ἀρετῇ , ᾗ δὲ ἐπὶ τῆς ἀρετῆς ἐστιν ἰσονομία τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς καὶ οὐ μάχη τίς ἐστιν
5985396 διανοητικος
συνεχῶς ἐνεργῇ , τουτέστιν ἵνα ἐνδελεχῶς ἐνεργείᾳ ᾖ αἰσθητικὸς καὶ διανοητικός . τοῦτο γὰρ κρεῖττον τοῦ δυνάμει , εἴπερ αἱ
ἄλογος ὤν . ὅτι οὖν μὴ ἄλογος : πᾶς ἄνθρωπος διανοητικός , οὐδὲν διανοητικὸν ἄλογον , οὐδεὶς ἄρα ἄνθρωπος ἄλογος
5982155 Δαμασκιος
, . , τοῦτον . . . ἐξηγητὴν αὑτῷ γεγενῆσθαι Δαμάσκιος ἀναγράφει καὶ τῆς συντάξεως τῶν ἀστρονομικῶν Πτολεμαίου βιβλίων .
ὡς Πρόκλος πολιτικὴ ψυχή καθαρτικὴ καὶ θεωρητικὴ ψυχή ἄτομον ὡς Δαμάσκιος τί ποτ ' ἐσμὲν αὐτοί . ἐντεῦθεν κατασκευάζει ὅτι
5973155 ἐγχειρητης
μὲν γὰρ τὸ ὄνομα , κέχρηται δὲ αὐτῷ Ἀριστοφάνης . ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης . Ἀριστοφάνης δὲ μελῳδὸς καὶ
τὸ ἀχειρούργητον , δυσχείρωτα δὲ Δημοσθένης , ἐγχειρίθετον Ἡρόδοτος , ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης , ἐπιχειρηταὶ δὲ Θουκυδίδης ,
5971163 πεφροντικεν
περιπλάττωσι τοῖς χρηστοῖς λόγοις . οὐδέποθ ' ἑταίρα τοῦ καλῶς πεφρόντικεν , ἣ τὸ κακόηθες πρόσοδον εἴωθεν ποιεῖν . ἢ
ἄλλοι ἐπτόηνται καὶ τοὺς ἐκείνων φόβους περὶ τῶν ἰδίων ἔργων πεφρόντικεν , ὅπου αὐτός ἐστιν : εἶτα ἐρῶ αὐτῷ εἰ
5970493 ἀσσιου
, τερεβινθίνης λι αʹ , ἀφρονίτρου γο Ϛʹ , λίθου ἀσσίου ἄνθους γο Ϛʹ , λιβάνου γο Ϛʹ , ἐλαίου
, σμύρνης , πεπέρεως , ἁλῶν ὀρυκτῶν ῥυπαρῶν , λίθου ἀσσίου ἄνθους , στυπτηρίας σχιστῆς ἀνὰ γο αʹ , χαλβάνης
5968410 εὐτελεια
σχῆμα τοῦ λόγου . τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα
. Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία : αὐτάρκεια .
5966640 κρατησεως
πλοῦ ἢ κοινῶν πραγμάτων , τὸ Ϛʹ περὶ ἐπιταγῆς καὶ κρατήσεως καὶ ἀδοκήτου βίας , τὸ ζʹ περί τινος ἐπὶ
μετέωρα πρὸς τὰς ἐξόδους ἀπωθεῖ . εἰ δὲ καὶ μετὰ κρατήσεως ἁλτηρίων παραλαμβάνοιτο , τῶν στιβαρωτάτων γυμνασίων ἕν τι γίνεται
5966639 ἀναφανειται
μὴ τὸ περὶ αὐτὸ ἁμάρτημα πλῆρες ἀναφανείη καὶ τέλειον : ἀναφανεῖται δὲ ἐκ τοῦ μὴ περιέργως διελεγχθῆναι κατὰ τὴν τοῦ
εἶναι τῆς παρούσης ἀρχῆς ἀγαθόν , ὃ μὴ κοινὸν ἁπάντων ἀναφανεῖται . οὐκοῦν οὐδὲ ἐμοὶ θεμιτὸν ἦν ἀπώσασθαι ταύτην τὴν
5965891 ὀλλυμενας
- εντ ' ὀλολυγμὸν ἀνδρὸς θεινομένου , γυναικός τ ' ὀλλυμένας : τί γὰρ κεύθω † φρενὸς θεῖον ἔμπας †
λαοῦ . λαΐδος ὀλλυμένας ] ἤτοι τῆς λείας . λαΐδος ὀλλυμένας ] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας .
5963020 βιασαμενης
βραχέ ' ἄττα προδιαλαβὼν τῷ λόγῳ περὶ ψυχῆς , οὕτω βιασαμένης τῆς περὶ τὸν λόγον μεθόδου . Ὅτι μὲν οὖν
ὥσπερ εἶχεν ηὐτομόλησεν παρ ' ἐμέ , οὔτε ἐπικαλεσαμένης οὔτε βιασαμένης , ὡς αὕτη φησίν , ἐμοῦ , ἀλλ '
5962397 ἠρασαμην
γένοιτ ' ἐμοῦ ξυνειδότος , παθεῖν ἅπερ τοῖσδ ' ἀρτίως ἠρασάμην . Ὑμῖν δὲ ταῦτα πάντ ' ἐπισκήπτω τελεῖν ,
Ζεῦ πάτριε καὶ θεοί , ἕτοιμος ἀμύνειν ὡς ὤμοσα καὶ ἠρασάμην : ἐπεὶ δὲ τοῖς ὁμοτίμοις δοκεῖ συνοίσειν τὰ ἐγνωσμένα
5960236 μεμοιραται
θάνατον τὸ οἰκεῖον πάθος ἀναχέοντος ἐπὶ φθορᾷ πάντων ὅσα ψυχῆς μεμοίραται ; τί χρὴ μακρηγορεῖν περὶ πυρός ; ἀτροφῆσαν γὰρ
ἐπιδοῦναι θαλάττῃ καὶ κύμασι . ζῆν μὲν γὰρ καὶ τεθνάναι μεμοίραται πᾶσιν ἡμῖν , καὶ οὐκ ἔστι τὸ χρεὼν φυγεῖν
5955056 φθαρτης
καὶ νοητῆς , πρεσβυτέρας τε καὶ νεωτέρας , ἔτι δὲ φθαρτῆς καὶ ἀφθάρτου μεθόριος φύσεώς ἐστι . νοητὸς μὲν γὰρ
ψυχὴ πρόεισι καὶ ἄπεισιν , ἢ ὅτι ἐξ ὕλης ἐστὶ φθαρτῆς , ἢ ὅτι βέλτιον αὐτῷ τὸ ἀποθνῄσκειν . ἔρχεται
5950772 διαλαμβανεσθαι
τοῦ ἀριθμεῖσθαι , τὸ δὲ πρότερον αὐτῆς καὶ τὸ ὕστερον διαλαμβάνεσθαί τε καὶ διακρίνεσθαι , ὧν ἡ διάληψις καὶ διάκρισις
τοῦ ἀριθμεῖσθαι , τὸ δὲ πρότερον αὐτῆς καὶ τὸ ὕστερον διαλαμβάνεσθαί τε καὶ διακρίνεσθαι , ὧν ἡ διάληψις καὶ διάκρισις
5950352 καταστρεφει
ὁ θεὸς τὴν μοῖραν , ὅ ἐστι τὴν εὐμοιρίαν , καταστρέφει καὶ μέγα φρονεῖν οὐκ ἐᾷ : ἄλλως : τῶν
σχεδόν τι τὰς τῆς οἰκουμένης πράξεις ἐν βίβλοις ἐννέα , καταστρέφει δὲ τὴν σύνταξιν εἰς τὴν περὶ Μυκάλην μάχην τοῖς
5948040 παιδαριωδης
χαρακτῆρα : ὧν ἐστιν ὅ τε φορτικὸς καὶ κενὸς καὶ παιδαριώδης ἐπιτάφιος καὶ τὸ τοῦ σοφιστικοῦ λήρου μεστὸν ἐγκώμιον εἰς
ἀλλ ' εἰ ἐπὶ τούτῳ ἄχθοιτό τις , οὐκ ἂν παιδαριώδης εἴη ; οὐδὲ εἰς τὸ γυμνάσιον ἐνίοτε ἐξουσίαν ἔχω
5947656 φθισεως
ἑτέρους . ἀτὰρ οὖν καὶ Βάσιλιν τὸν Κρῆτα ἐς νόσον φθίσεως ἐμπεσόντα ἐξάντη τοῦ τοσούτου κακοῦ ὅδε ὁ θεὸς εἰργάσατο
ψυχρότητος καὶ παχέος φλέγματος καὶ βλάβης γαστρὸς καὶ λιθιάσεως καὶ φθίσεως καὶ οἰδήματος καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας
5942405 ὑβριζω
, μὴ ἀτίμαζε τὸν γάμον . ἀτιμόω δὲ ἀτιμῶ τὸ ὑβρίζω . Καλῶ τὸ ὀνομάζω , ὡς παρὰ Πλάτωνι ,
σκώμματα αἱ μετὰ χάριτος παιδιαὶ καὶ σκώπτω τὸ μετὰ χάριτος ὑβρίζω . εἰσῇξε , - ῆξε ] εἰσῆλθεν ἡ κωμῳδία
5930887 εὐεπειας
' , ὦ ξέν ' : ἄξιος γὰρ εἶ τῆς εὐεπείας οὕνεκ ' . Ἀλλὰ φράζ ' ὅτου χρῄζων ἀφῖξαι
, ὀνομάτων τε Λικυμνιείων , ἃ ἐκείνωι ἐδωρήσατο πρὸς ποίησιν εὐεπείας ; Πρωταγόρεια δέ , ὦ Σώκρατες , οὐκ ἦν
5930525 συνιστορα
ἐνεδρεύσοντας τοῖς ἐμβεβληκόσι πολεμίοις : αὐτοὶ δὲ λαβόντες σώματα αὐτοῖς συνίστορα τῆς πράξεως προεπορεύοντο ὡς κατασκεψόμενοί τε τὰ ἀγγελλόμενα καὶ
' οὐκ ἐρεῖς ψύθη . μισόθεον μὲν οὖν : πολλὰ συνίστορα , αὐτόφονα , † κακὰ καρτάναι † ἀνδρὸς σφαγεῖον
5924196 κληρονομουσιν
εἰ , πρὶν εἰς χεῖρας ἐλθεῖν , διαλύσονται , μείζονος κληρονομοῦσιν αἰσχύνης , ὥσπερ ὁ τὸν πλησίον εἰς ἅμιλλαν προκαλούμενος
παῖς ὁ ἐπὶ τῆς οἰκίας : ἀμφότεροι γὰρ ἐξ ἴσου κληρονομοῦσιν οἱ παῖδες : καὶ τὸ αὐτὸ κατ ' ἀμφοτέρους
5918966 Ἀνδριας
διδόντων . Ἀγαθώνειος αὔλησις : ἡ ἡδίστη καὶ εὐφραντή . Ἀνδριὰς σφυρήλατος : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἀγέλαστος πέτρα :
ἐπὶ Αἰθιοπίας , ὅπου καὶ Μέμνων ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ . Ἀνδριὰς γὰρ ἵστατο ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις Μέμνονος , διά
5914013 ἀποτροπων
γίνεται , ἐν τῷ δημηγορικῷ καὶ ἐπὶ τῶν προτροπῶν καὶ ἀποτροπῶν εἰρήκαμεν καὶ ἐν τῷ ἀπολογικῷ εἴδει πάλιν ἐπὶ τελευτῆς
καὶ τῶν πράξεων καὶ περὶ τῶν καθηκόντων προτροπῶν τε καὶ ἀποτροπῶν . οὕτω δ ' ὑποδιαιροῦσιν οἱ περὶ Χρύσιππον καὶ
5912377 λυμη
δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷον , λύμη : ῥύμη : Κύμη ἡ πόλις : Δύμη :
εἰρήνης ἀπορρίπτειν , ὁ μισόπολις , ὁ δημοβόρος , ἡ λύμη , τὸ φθοροποιὸν κακόν . λέγεται μὴ μόνον ἰατρὸς
5906659 λιπτοντα
ὃν δὴ νῦν Χείρωνος ἐν ἤθεσι Κενταύροιο νηιάδες κομέουσι τεοῦ λίπτοντα γάλακτος , χρειώ μιν κούρης πόσιν ἔμμεναι Αἰήταο Μηδείης
Ἡλίου θυγατρὸς Ἰχναίας βραβεύς , ἐπεσβολήσας λυγρὰ νοσφιεῖ γάμων , λίπτοντα κάσσης ἐκβαλὼν πελειάδος . ὃς τοὺς Λύκου τε καὶ
5900120 εὐνομουμενης
ἂν μάλιστα τὸν υἱὸν παιδεύσειεν , εἰπεῖν , εἰ πόλεως εὐνομουμένης γενηθείη . ἄλλους τε πολλοὺς κατὰ τὴν Ἰταλίαν ἀπεργάσασθαι
κόλαξ πρὸς τοὺς κατὰ ψυχήν . Δεῖ , ὥσπερ ἐξ εὐνομουμένης πόλεως φυγαδεύειν στασιαστὴν ἄνθρωπον , οὕτως ἐκ τῆς σωθησομένης
5897288 ἀπληστου
ὀπίσω τὸν πόρον διεξῄει . [ Βίος ἀβέβαιος παντὸς ἀνδρὸς ἀπλήστου ἐλπίσι ματαίαις πραγμάτων ἀναλοῦται . ] Κάμηλον ἠνάγκαζε δεσπότης
τῶι ὄντι τὸν θάνατον παιᾶνα εἶναι καὶ ἀπαλλακτὴν κακοῦ καὶ ἀπλήστου καὶ νοσεροῦ θρέμματος , ἡγεῖ καλῶς . . .
5894531 τροφεως
ἔδοξα δὲ καὶ περὶ τῶν ἐν Σμύρνῃ θεῶν ἀκοῦσαι τοῦ τροφέως , οἶμαι , ὡς οὐκ ὀρθῶς αὐτῶν ἐπιλελησμένος τυγχάνοιμι
γενόμενος τοίνυν ἐπ ' ἐξουσίας καὶ δυνάμεως τοσαύτης ὥστε καὶ τροφέως χώραν , οὐχὶ διδασκάλου μόνον τῶν παίδων ἔχειν ,
5879887 βλασφημουμενος
ἑλεῖν οὐκ ἴσχυσαν . Ἀσδρούβας δὲ ὁ στρατηγὸς τῶν Καρχηδονίων βλασφημούμενος ὑπὸ τῶν ἰδίων διὰ τὸ μὴ πολεμεῖν , ἀναζεύξας
τὴν ἀρχὴν μηδεμίαν ἔχειν ἀξιόλογον ἀφορμὴν εἰς τὸν πόλεμον . βλασφημούμενος γὰρ ἐπὶ τῷ δοκεῖν τὸν πόλεμον αὔξειν ὑπελάμβανε τῇ
5872733 Οὐηρου
ἡμέρας ιʹ . γίνεται οὖν ὁ χρόνος τῶν Καισάρων μέχρι Οὐήρου αὐτοκράτορος τελευτῆς ἔτη σκεʹ . ἀπὸ οὖν τῆς Κύρου
ιʹ . ἀπὸ δὲ τῆς Κύρου ἀρχῆς μέχρι αὐτοκράτορος Αὐρηλίου Οὐήρου τελευτῆς ἔτη ψμαʹ . Ὁμοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου συνάγονται
5872686 Ἐμφαινει
ἀλλὰ Ἀρσαφὴς λέγεσθαι , δηλοῦντος τὸ ἀνδρεῖον τοῦ ὀνόματος . Ἐμφαίνει δὲ τοῦτο καὶ ὁ Ἑρμαῖος ἐν τῇ πρώτῃ Περὶ
καὶ ἩΣΥΧΟΙ ταυτόν ἐστιν : ἡσύχως καὶ ἑκουσίᾳ γνώμῃ . Ἐμφαίνει δὲ διάθεσιν ψυχῆς ἀρίστης , ἀφ ' ἧς ἐστι
5867653 ἐπικευσω
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . φῆ μιν ὅ γ ' ἐν νήσῳ ἰδέειν
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . Αἰγύπτῳ μ ' ἔτι δεῦρο θεοὶ μεμαῶτα νέεσθαι
5867192 υνʹ
εἰς Πάταρα στάδιοι ψʹ . Ἐκ Ῥόδου εἰς Καῦνον στάδιοι υνʹ . Ἐκ Ῥόδου εἰς νῆσον Ῥόπουσαν στάδιοι τνʹ .
εἰς Σιγνάτιος ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι φʹ , [ στάδιοι ] υνʹ . Ἀπὸ δὲ Σιγνάτιος ποταμοῦ ἐκβολῶν εἰς Κουρίαννον ἀκρωτήριον
5863733 ἀπηλλαγμαι
ὑμῶν κυκωμένων καὶ θορυβουμένων περὶ τὰ μηδενὸς ἄξια μόνος ἐγὼ ἀπήλλαγμαι πάσης ταραχῆς . οὕτως οὐκ ἀρκεῖ σοι τὸ μηδὲν
ἀπληστίαν οὐκ ἐπιτηδεύω , στεφάνους ἔχειν οὐκ ἀγωνίζομαι , δοξομανίας ἀπήλλαγμαι , θανάτου καταφρονῶ , νόσου παντοδαπῆς ἀνώτερος γίνομαι ,
5857541 ἀτροφων
δεδεμένοις τοὺς παχεῖς τε καὶ ὀγκώδεις τῶν λεπτῶν τε καὶ ἀτρόφων μᾶλλον ὁ δεσμὸς πιέζει : τινὰς μέντοι καὶ λίαν
ἑλκοῦϲθαι κίνδυνοϲ νεφροὺϲ ἢ κύϲτιν ἢ μήτραν καὶ ἐπὶ τῶν ἀτρόφων μὲν καὶ λεπτῶν δεομένων δὲ καθάρϲεωϲ . μάλιϲτα δὲ
5855123 Κακη
σκιαί : ἐπὶ τῶν φοβουμένων τὰ μὴ ἄξια φόβου . Κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δειλαῖαι φρένες : Κατὰ
χρεώστην , ἐὰν δὲ ᾖ λειψίφως ἡ Σελήνη ἐναντίως . Κακὴ δὲ ἡ Σελήνη ἐν τοῖς συνδέσμοις ἢ ἐν τῷ
5853676 ὁσιωτατον
, τότε μάλιστα κινδυνεύοντι τῷ Ὀκταουίῳ λιπαρῶς ἐνέκειτο μὴ ἔργον ὁσιώτατον καὶ χρησιμώτατον Ἰταλίᾳ πάσῃ συγχέαι μηδὲ σπουδὴν τοῦ δήμου
μὲν πάντων ἄριστον , ἐπὶ δὲ τῶν θείων ἀποφθεγμάτων καὶ ὁσιώτατον . τὰ τρία κανᾶ σύμβολον τριῶν ἡμερῶν ἐστιν :
5846062 Μελιτος
καὶ μαστίχης γράμματα στ . καὶ μαλάσσει τὴν κοιλίαν . Μέλιτος ξστα ἤτοι ξέστ . α . οἴνου ξεε ἤτοι
, Ἀέρα , Νεφέλας καὶ τὰ τοιαῦτα . Ἄνυτος καὶ Μέλιτος . . . ⌈ δράμα [ δράματα ] .
5845136 ἐπιρρεπης
καὶ ἡ νεότης ἡδύ , ἤτοι περὶ ἡδονὰς μᾶλλόν ἐστιν ἐπιρρεπὴς καὶ ἐμπαθῶς διάκειται . Οἱ δὲ μελαγχολικοὶ κατὰ τὴν
μέν , μᾶλλον δὲ προσανανενευκὼς πρὸς τὸ ὕπτιον σχῆμα , ἐπιρρεπὴς πρὸς τὸ ἕτερον ἰσχίον . ἔπειτα γίνεται τὸ κράτημα
5845032 ἀποδιδομενου
μέσον λαμβάνεσθαι ἐν ταῖς ἀποδείξεσιν ἀναφαίνονται . τοῦ μέσου γὰρ ἀποδιδομένου πῇ μὲν οὕτως πῇ δ ' ἑτέρως , διὰ
, ἀλλὰ καὶ τὸν ὅρον ἐπὶ πάντα τὰ εἴδη τοῦ ἀποδιδομένου πράγματος διήκειν , οἷον τὸν μὲν τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ
5844964 τυπουμενη
παθημάτων , συστατικὴ τοῦ βίου , διὰ γέλωτος καὶ ἡδονῆς τυπουμένη . διαφέρει δὲ τραγῳδία κωμῳδίας , ὅτι ἡ μὲν
καὶ φύσεως ἐλευθερίᾳ νομοθετεῖ : ἡ δέ τοι ἐνέργεια τοῖσδε τυπουμένη καθηκόντως καὶ τῆς τέχνης ἀξίως ἂν γένοιτο . Ἀναγκαίως
5843146 ἀηδους
γινόμενον φθείρεσθαι μέλλουσαν τὴν τροφὴν ἐκώλυσεν . Ἐρυγῆς δὲ διασημαινούσης ἀηδοῦς , ὡς δήλην εἶναι τὴν διαφθοράν , οὐκ ὀκνητέον
. Γενομένης οὖν τινος ἐς τοῦτο πείρας καὶ ἐλπίδος οὐκ ἀηδοῦς , τὸν στρατὸν συναγαγὼν ἔλεξεν ὧδε : “ γνώμη
5838999 ἑαλωκαμεν
ἔχθρας ἀμειβόμεθα οὐδὲ φιλίας οὐδὲ φαινόμεθα τοῖς οἰκείοις ὧν μάλιστα ἑαλώκαμεν . διὸ καὶ ἐν τοῖς πρώτοις αὐτὸ διορθώσεως καὶ
ἅπασιν ἀσκῶ . μηδεμίαν μου καταγνῷς ἀκρασίαν . οὐχ οὕτως ἑαλώκαμεν . ” δείσας Ἀρταξάτης ὡς εἰπών τι προπετές ,
5838433 εἰρωνικον
αὐτοὺς ἔχῃς διὰ τὴν δωροδοκίαν . Θ . . . εἰρωνικὸν τοῦτο . Θ . . . φίλως : Προσφιλῶς
. Οὐκοῦν τὸν μὲν ἁπλοῦν μιμητήν τινα , τὸν δὲ εἰρωνικὸν μιμητὴν θήσομεν ; Εἰκὸς γοῦν . Τούτου δ '
5828337 Γνωμης
: Ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν κακῶν . Θυέστου : Γνώμης γὰρ οὐδὲν ἀρετὴ μονουμένη . Ἐκ τῆς Ὑψιπύλης :
, τὸ δὲ παχὺ τὸν μελαγχολικὸν χυμόν . γʹ . Γνώμης , μνήμης , ὀδμῆς καὶ τῶν ἄλλων καὶ πείνης
5827638 σκηνωμα
ἔπειτα . βούλεται γὰρ πρῶτον τὸν Φοίνικα ἀπεληλυθότα εἰς τὸ σκήνωμα , εἶτα τὸν Ὀδυσσέα καὶ τὸν Αἴαντα ὡς πρεσβεύοντας
ρ , στέφος καὶ στέρφος . Σκῆνος . παρὰ τὸ σκήνωμα καὶ σκηνὴν εἶναι τῆς ψυχῆς , οἷον οἰκητήριον .
5820994 τηλικαυτ
[ ] ! κδασ ! ? [ ] [ ] τηλικαυτ ? [ ] [ ] [ τοῦ ] παιδὸς
[ ] ! κδασ ! ? [ ] [ ] τηλικαυτ ? [ ] [ ] [ τοῦ ] παιδὸς
5820647 φιληδονιαν
ὥστε εἰς ἐπιείκειαν φέρειν : ἐκτρέπει γὰρ τοὺς πλείους εἰς φιληδονίαν τε καὶ ὑπερηφανίαν . Ὅτι τοὺς ἑαυτοῦ οἰκέτας ἐκπαιδεύσας
διὰ τέκνα ἤθελε συνεῖναι τῷ Ἰακώβ , καὶ οὐ διὰ φιληδονίαν . Προσθῆσα γὰρ καὶ τῇ ἐπαύριον ἀπέδοτο τὸν Ἰακώβ
5819930 ἀχθεσθητε
κἂν δοκῶ παρὰ τὸ πρέπον θρασύνεσθαι : καὶ πρὸς θεῶν ἀχθέσθητε μηδὲν , ἂν μικρὸν τοῖς λόγοις χρήσωμαι καὶ τολμηρότερον
κἂν δοκῶ παρὰ τὸ πρέπον θρασύνεσθαι : καὶ πρὸς θεῶν ἀχθέσθητε μηδὲν , ἂν μικρὸν τοῖς λόγοις χρήσωμαι καὶ τολμηρότερον
5817699 ἰδικης
σκεδασθῆναι ἢ συμμεῖναι . τὸ δὲ ἕτοιμον τοῦτο ἵνα ἀπὸ ἰδικῆς κρίσεως ἔρχηται , μὴ κατὰ ψιλὴν παράταξιν ὡς οἱ
οἱ ἑστιώμενοι καὶ διαλύεται τὸ συμπόσιον . οὕτως οὖν καὶ ἰδικῆς τινος περιστάσεως καταλαβούσης εὐλόγως τις ἀναιρεῖ ἑαυτόν . ὅθεν
5815077 Πειθομαι
ἐπλούτουν . ἱερόσυλοι , ῥήτορες καὶ συκοφάνται καὶ πονηροί . Πείθομαι . Ἐπερησόμενος οὖν ᾠχόμην ὡς τὸν θεόν , τὸν
καὶ εὐμενῆ , καὶ ὀργίλα αὖ , εἰ ἀμελοῖτο . Πείθομαι , νὴ τὸν Πρωτεσίλεων , ἀμπελουργέ : καλὸν γάρ
5813257 ἐπιτροπευσαι
μεμαρτυρηκέναι τὸν μὲν ἐπιτροπευθῆναι κατὰ διαθήκας , τὸν δ ' ἐπιτροπεῦσαι , τὸν δ ' ἔχειν , ποίας ; ἐν
μετέβη δὲ ἐκ τοῦ ἐξηγητικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικόν : ὀρφανοτροφῆσαι ἐπιτροπεῦσαι . καὶ ὀρφανιστὰς τοὺς ἐπιτρόπους λέγουσιν : ἀπὸ πτόρθων
5805729 ἀλλοφυλου
διαμένει , τὸ δ ' ἡμέτερον ἐξέφθαρται ταῖς ἐπιμιξίαις τοῦ ἀλλοφύλου , καὶ οὐκ ἠξίους ἄρχειν τῶν γνησίων τοὺς νόθους
ἔθνους καὶ πολυτελῆ φθορὰν τῶν πάλαι οἰκητόρων ἐλθούσης , ἐξ ἀλλοφύλου τε γένους συνοικισθείσης , ἡ μετέπειτα συστᾶσα Ῥωμαϊκὴ πόλις
5805036 Ὀργη
Οἷς μὲν δίδωσιν , οἷς δ ' ἀφαιρεῖται τύχη . Ὀργὴ δὲ πολλὰ δρᾶν ἀναγκάζει κακά . Ὁ μηδὲν εἰδὼς
αὐτοῦ . καὶ νῦν ἐγὼ λέγω ὑμῖν υἱοῖς ἀνθρώπων , Ὀργὴ μεγάλη καθ ' ὑμῶν , καὶ κατὰ τῶν υἱῶν
5802707 ἐκδεια
: Ὑπερείδης ἐν τῷ κατὰ Πασικλέους “ ἐὰν δέ τις ἔκδεια ” γένηται , “ ἤγουν ἐὰν δέ τις ἐνδεήσῃ
ἀπορία , ἀχρημοσύνη ἀχρηματία , ἀκτημοσύνη , σπάνις , ἔνδεια ἔκδεια , ἐπίλειψις . ἰδίως δὲ τοὺς μὲν πλουσίους καὶ
5802482 Στρατεια
. στεῖραι , παρὰ τὸ στερεὰν ἔχειν τὴν ὑστέραν . Στρατεία . ἡ ἐνέργεια καὶ ὥσπερ πάλη . Στρατιά .
κήπου καὶ τῶν ἄλλων τῶν κατὰ τὴν Βαβυλωνίαν παραδόξων . Στρατεία Σεμιράμιδος εἰς Αἴγυπτον καὶ Αἰθιοπίαν , ἔτι δὲ τὴν
5798852 ἀποπτωσις
τὸ γένος ἡμῶν ἀπολιπεῖν αἰδῶ καὶ νέμεσιν : τούτων γὰρ ἀπόπτωσίς ἐστιν ἡ ἀναίδεια καὶ ὁ φθόνος . Ἀλλ '
τὸ γένος ἡμῶν ἀπολιπεῖν Αἰδῶ καὶ Νέμεσιν . τούτων γὰρ ἀπόπτωσίς ἐστιν ἡ ἀναίδεια καὶ ὁ φθόνος : ἀλλ '
5798690 Θεαιτητωι
προθέμενον ? ? ζητεῖν ? [ ] ἐν μὲν τῶι Θεαιτήτωι [ ] περὶ ἃ οὐκ ἔστιν δεικνύναι - ,
, εὐθέως [ - ] καὶ ἀδύνατον . τῶι γοῦν Θεαιτήτωι μαρτυρεῖ [ - ] ὡς ἔχοντι ταῦτα . Ἀλλ

Back