καμπῆς τε καὶ ἐκτάσεως , καὶ ἀποδιδομένης ἑκάστοις αὐτοῖς αὑτῶν εὐρύθμου κινήσεως , διασπειρομένης ἅμα καὶ συνακολουθούσης εἰς πᾶσαν τὴν | ||
δ ' ἀπὸ τούτου , καὶ μάλισθ ' ὅτι τῆς εὐρύθμου τῶν ᾀσμάτων ἐμνήσθην ἡδυφωνίας , οὐκ οἶδα τίς γένωμαι |
, τὰ δὲ ῥήματα ἠσθῆσθαι , ἀμπέχεσθαι , ἐστάλθαι , ἠμφιέσθαι , ἐνδεδυκέναι . ἀλλὰ καὶ αἱ μετοχαὶ ἠσθημένος , | ||
ποιήσει , ἡ δὲ σκυτικὴ ὑποδεδέσθαι , ἡ δὲ ὑφαντικὴ ἠμφιέσθαι , ἡ δὲ κυβερνητικὴ κωλύσει ἐν τῇ θαλάττῃ ἀποθνῄσκειν |
μὴ λυπούμενος . λέγεται δὲ καὶ ἀλύπητος . Θεόπομπος . ἄλυς : ἡ ἄλη καὶ ὁ ῥιπασμός . καὶ ἀλύειν | ||
τὸ ἀλῶ ἀλύσσω , ὡς ὀρύσσω , ἐξ οὗ καὶ ἄλυς , ἡ πλάνη τῆς διανοίας . ἢ παρὰ τὴν |
τοῖς τοιούτοις κατορθοῦν , ὃ καὶ αὐτὸ μετὰ τῶν ἄλλων διαστέλλει τὴν φρόνησιν ἀπὸ τῶν εἰρημένων τριῶν ἀληθευτικῶν ἕξεων , | ||
χάλαζαν δὲ τὸ ἐν ὑετῷ πεπηγὸς ὕδωρ . διὸ νῦν διαστέλλει ἕκαστον . : ὅτι ὑγιῶς χρώμενοι νείφειν μὲν λέγουσι |
ἤθεσι τῶν Ἰώνων . διόπερ ὑπολαμβάνω οὐχ ἁρμονίαν εἶναι τὴν Ἰαστί , τρόπον δέ τινα θαυμαστὸν σχήματος ἁρμονίας . καταφρονητέον | ||
θρηνῳδίας . ὅθεν καὶ τὸ περιφερόμενον αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί . . . ἥσω καὶ πέμψω θρῆνον καὶ λίαν |
ἰνδαλλόμενον . . . καὶ ἥδ ' ἡ θεολογία Πρωτόγονον ἀνυμνεῖ καὶ Δία καλεῖ πάντων διατάκτορα καὶ ὅλου τοῦ κόσμου | ||
ὑποληπτέον . . . καὶ ἥδ ' ἡ Θεολογία Πρωτόγονον ἀνυμνεῖ καὶ Δία καλεῖ πάντων διατάκτορα καὶ ὅλου τοῦ κόσμου |
. τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα : ἢ κολακευμάτων | ||
: ἢ κολακευμάτων . εἶδος αἰσχροῦ φιλήματος τὸ καταγλώττισμα . καταγλωττισμάτων ] αἰσχρῶν φιλημάτων περιεργοτέρων . λαφυγμοῦ : τῆς περὶ |
τῇ περὶ τῶν ἐναντίων Ἐκλογῇ : ἐκεῖσε γὰρ τοῦτο δείκνυσι διεξερχόμενος περὶ πάντων τῶν ἐναντίων . φησὶν οὖν ὅτι αἱ | ||
δικαιοσύνης καὶ εὐσεβείας καὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν πολλοὺς καὶ καλοὺς διεξερχόμενος λόγους . τελευταῖόν ἐστι τῶν ἔργων αὐτοῦ καὶ χαρακτηρικώτατον |
, τοῖς δ ' ἔχθος εἶναι σωτῆρες εὐσέλμων νεῶν κάλλιστα μουσῶν φθέγγεται πλουτῶν ἀνήρ λυπουμένων παρηγόρημα τολμῶ κατειπεῖν , μήποτ | ||
ἀπ ' ἀλσέων ἐμὰς φρένας δονείτω . Καλλιόπεια σοφά , μουσῶν προκαθαγέτι τερπνῶν , καὶ σοφὲ μυστοδότα , Λατοῦς γόνε |
ἔπασχεν ὑπὲρ πᾶσάν ἐστι τραγῳδίαν , καὶ οὐδεὶς ἂν εἴη μεγαλόφωνος , οὐδὲ ἡδόμενος κακοῖς , ὥστε ἐξαγγέλλειν ἀνδρὸς τοσούτου | ||
κῆρυξ ἀντὶ τοῦ φωνητής , καὶ βριήπυος ὁ φωνητικὸς καὶ μεγαλόφωνος . ἤραρον ἥρμοσαν . ἦρι πρωΐας : “ ἀλλὰ |
γοῦν οἱ πολλοὶ νῦν ῥητορεύουσιν . Εὖ λέγεις ἐπίτομόν τινα ῥητορείαν καὶ ῥᾳδιουργίαν ταύτην εὔκαιρον τοῖς ἀπορουμένοις . Ἄρξαι δ | ||
τὸ ἔτι δεινότερον , Θεμιστίου παραβοηθοῦντος . τὴν μὲν οὖν ῥητορείαν ἐν οἷς ἐνεκάλεσεν ἔδειξεν , τὴν δὲ φιλανθρωπίαν ἐν |
ἀρνὸς ἐσχέθη νώτοις * * * “ δίκην δ ' ἀνοίης ” εἶπεν “ ἀξίως τίνω : τί γὰρ ὢν | ||
καὶ φαῦλα : ἐγὼ δὲ ἕνα γελῶ τὸν ἄνθρωπον , ἀνοίης μὲν γέμοντα , κενεὸν δὲ πρηγμάτων ὀρθῶν , πάσῃσιν |
ταῦτα διὰ χρησμῶν θεραπεύει . πόρεν τε κίθαριν : τὴν κιθαριστικὴν ἐμπειρίαν . Ὅμηρος : ᾧ τόξον Ἀπόλλων , ἀντὶ | ||
ἀγῶσιν . αὐλητικὴν μὲν πᾶσαν ἐκβάλλει τῶν ὀρθῶν πολιτειῶν , κιθαριστικὴν δ ' οὐ πᾶσαν , ἀλλὰ τὴν ἐν τοῖς |
τῷ τετάρτῳ δὲ περὶ τῶν ὑπ ' ἔρωτος ἁλισκομένων , σκάρου , κεφάλων , σηπιῶν , κοσσύφων , κιχλῶν , | ||
, ἔνθεν ἐν τοῖς βαθυτάτοις τόποις διασκορπίζονται πανταχοῦ . Φασὶ σκάρου κρητηθέντος ἐν ἀγκίστρῳ , ἄλλος ὑπερμαχῶν αὐτοῦ πρῶτα τοῖς |
πολυτελής . Ἅβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος : ὅθεν καὶ ἁβροδίαιτος . Ἀεὶ γεωμόρος εἰς νέωτα πλούσιος . Ἀδεὲς δέος | ||
λόγῳ δὲ τῆς ἀρετῆς ἀντιλαμβανόμενος ἐπέγραψε τοῖς αὐτοῦ ἔργοις : ἁβροδίαιτος ἀνὴρ ἀρετήν τε σέβων τάδε ἔγραψεν . καί τις |
τῶν ἐπὶ ξένης , τὸ δʹ περὶ πραγμάτων λαθραίων ἢ σκολιῶν , τὸ εʹ περὶ πραγματείας ἢ κακοπραγίας ἢ προσδοκίας | ||
ὑπαρχόντων , ἀλλ ' ἔστιν ὧν , καὶ τούτων πλείστων σκολιῶν τε ἅμα καὶ περιφερῶν , ὥστε ἄλλην τινὰ μακρὰν |
] εὑρεσιλόγος , εὑρεσιολόγος . , ἐφευρετὴς λόγων ψευδῶν , πολύλογος , ἑτοιμολόγος . , λόγους ἐφευρίσκων εὑρίσκων καὶ ἀπολογίαν | ||
. Κηφισοδήμῳ ] καὶ οὗτος Ἀθηναῖος , ῥήτωρ καὶ ξυνήγορος πολύλογος . κἀπεμορξάμην : ἔκλαυσα . ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος . |
, ἃ δὴ κατὰ τὸ μᾶλλόν τε καὶ ἧττον τὴν διαμαρτίαν ἐπισημαίνει τῆς πέψεως : ὠχρὰ μὲν γὰρ ἧττον διαπεφευγέναι | ||
: καὶ εὐστοχίαν ἐπιτυχίαν εὐτυχίανοὐ γὰρ καὶ ἐπισκοπίανκαὶ ἀστοχίαν δυστυχίαν διαμαρτίαν ἀτυχίαν : καὶ εὐστόχως καὶ ἐπισκόπως , εὐτυχῶς ἐπιτυχῶς |
ταραχώδους , κακοηχοῦς , κακοήχου . οἴδματα : κύματα . Ἔξοχα : ἐξόχως , λίαν . δειμαίνουσι : φοβοῦνται . | ||
: κατὰ ξιφίου . ὁπλίζονται : τεχνῶνται , μηχανῶνται . Ἔξοχα : ἐξαιρέτως . Τυρσηνόν : Σικελόν . ἀγρώσσουσιν : |
λόγων , εἰσὶ δὲ καὶ παροιμιώδη . Ἰόβας δὲ τὸν σκινδαψὸν ὄργανον λέγει μουσικὸν , τὸ δὲ βλίτυρι χορδῆς μίμημα | ||
βαρβίτους , τριχόρδους , πηκτίδας , κιθάρας , λύρας , σκινδαψὸν ἐξηρτυόμαν . πῶς ἔχεις ; ὡς ἰσχνὸς εἶ . |
δὲ εὐπορίαν . Γόνυ εὐώνυμον ἁλλόμενον ἀηδίαν μεγάλην δηλοῖ . Ἀγκύλη δεξιὰ ἁλλομένη ἀηδίαν δηλοῖ . Ἡ δὲ εὐώνυμος εὐφρασίαν | ||
δεξιὸν κακοπαθείας σημαίνει . Τὸ δὲ εὐώνυμον ἀηδίαν σημαίνει . Ἀγκύλη δεξιὰ ἀηδίαν σημαίνει μεγάλην . Ἡ δὲ ἀριστερὰ εὐφρασίαν |
τὴν θέσιν ὁρῶμεν , πρός τε τὴν ἐπέρεισιν τῶν δακτύλων ἐντυποῦται τὸ δέρμα εἰς παραμήκη κοιλότητα καὶ προσεπινύττεται : ῥαφανηδὸν | ||
τῶν νέων ψυχαῖς ῥᾳδίως ὥσπερ ἐν κηρίοις ἡ τῶν μύθων ἐντυποῦται παραίνεσις , ἀνεξάλειπτον φυλάττουσα τὴν ὠφέλειαν . Ζητεῖται δὲ |
εἰς τὸ πᾶν ἔῃ . . . . . . Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρμονίας . Οὔτε λέξαι | ||
ποτὶ συνέσιος ἑρπύξασιν ἀτραπόν . . . . . . Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρμονίας . Τὴν ἁρμονίην |
τὴν αἰτίαν τοῦ γιγνομένου ἀποδιδόναι . Τόλμαν Ἀλεξάνδρου καὶ ὅλαν ἀπεμάξατο μορφὰν Λύσιππος : τίν ' ὁδὶ χαλκὸς ἔχει δύναμιν | ||
: ἡ Ἀφροδίτη , φησίν , αὐτῆς εἰς τὸν κόλπον ἀπεμάξατο τὰς χεῖρας , τουτέστιν ἐπαφρόδιτον ἐποίησεν αὐτήν : διὸ |
μὲν γὰρ τὸ ὄνομα , κέχρηται δὲ αὐτῷ Ἀριστοφάνης . ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης . Ἀριστοφάνης δὲ μελῳδὸς καὶ | ||
τὸ ἀχειρούργητον , δυσχείρωτα δὲ Δημοσθένης , ἐγχειρίθετον Ἡρόδοτος , ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης , ἐπιχειρηταὶ δὲ Θουκυδίδης , |
. Πετασῖτις ἐκ τῆς τρίτης τάξεώς ἐστι τῶν ξηραινόντων . Πετροσελίνου τὸ σπέρμα ὥσπερ ἐν τῇ γεύσει δριμὺ μετὰ πικρότητος | ||
ὑπερεξηρασμένον . ἀμφότερα δ ' ἰσχυρῶς θερμαίνει καὶ ξηραίνει . Πετροσελίνου τὸ σπέρμα δριμὺ μετὰ πικρότητός ἐστι : διὰ τοῦτο |
ἔθος Ἐριχθόνιον συνίστησιν . μνημονεύει τοῦ ἔθους Κρατῖνος μὲν ἐν Δηλιάσιν , Φερεκράτης δὲ ἐν Ἐπιλήσμονι . Γ ] ἀντὶ | ||
Εὐρώπῃ : ῥύζων ἅπαντας ἀπέδομαι τοὺς δακτύλους . καὶ Κρατῖνος Δηλιάσιν : † ἵνα σιωπῇ † τῆς τέχνης ῥάζωσι τὸν |
τὸ ω ἐπὶ τῆς γενικῆς , οἷον Ἀτρείων Ἀτρείωνος , Πηλείων Πηλείωνος : ὅθεν τὸ Κρονίων ἀναλογώτερόν ἐστι κλινόμενον διὰ | ||
τὸ μὲν γὰρ Ἀτρείων πατρωνυμικόν ἐστι , ὡσαύτως καὶ τὸ Πηλείων , τὸ δὲ Καδμείων ἐθνικόν . πρόσκειται βαρύτονα διὰ |
* κατὰ μίμησιν προφερόμενος . ἡ δὲ βαττολογία σημαίνει τὴν πολυλογίαν ἀπὸ Βάττου τινὸς Ἕλληνος μακροὺς καὶ πολυμήκεις στίχους ποιήσαντος | ||
βλάπτειν δυναμένων φαρμάκων ἐνερ - γείας . Παραιτησάμενοι οὖν τὴν πολυλογίαν ἐπάνιμεν ἐπὶ τὸ προκείμενον . ] Μεριζομένου δὲ τοῦ |
εἰ μὴ Βόγην μοῦνον τὸν ἐξ Ἠιόνος . Τοῦτον δὲ αἰνέων οὐκ ἐπαύετο καὶ τοὺς περιεόντας αὐτοῦ ἐν Πέρσῃσι παῖδας | ||
ἐπαινοῦντος αὐτὸν ἀκοῦσαι , ἐφ ' οὗ προεῖπε τὸ οἷον αἰνέων κε Μελησίαν . τὰ δὲ ἑξῆς ἐπὶ τοῦ Μελησίου |
τὴν ἀλώπεκα ὡς ἐνεδρεύσασαν αὐτῷ ἐκείνη ἔφη : ” ὦ πίθηκε , σὺ δὲ τοιαύτην ψυχὴν ἔχων τῶν ἀλόγων ζῴων | ||
αὐτόν . ἐκείνη δὲ πρὸς αὐτὸν ἔφη : „ ὦ πίθηκε , τοιαύτην μωρὰν ψυχὴν ἔχων τῶν ἀλόγων βασιλεύεις ; |
ἥψατο δὲ καὶ τῶν Ἀθήνησι ῥητόρων ἡ ποιητική τε καὶ τροπικὴ φράσις , ὡς μὲν Τίμαιός φησι , Γοργίου ἄρξαντος | ||
τουτέστι μεγάλη φαίνουσα καὶ συγκοπῇ αἰολικῇ λοφνίς . δομήσατο : τροπικὴ ἡ λέξις ἀπὸ τῶν τεκτόνων καὶ δομητόρων , ἀντὶ |
τεχθέντων καὶ ὁμοίως λεγομένων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ὁ Αἴας γὰρ παραφροσύνην νοσήσας καὶ μανεὶς | ||
ἐπὶ τῶν μηδὲν ὠφελούντων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Αἲξ οὔπω τέτοκεν , ἔριφος δ ' |
ἀλάβαστον ἀναπετῶ ἀνάριστον ἀνατρέχω ἀπέλιπε , ἀπέπεμψε ἀπέφησεν ἀπονυχίζειν ἀποσοβῶμεν ἀριστόδειπνον ἀσχολοῦμαι , καὶ ἀσχολεῖται καὶ ἀσχολεῖσθαι ἀττικουργές βαθύς βοίδης | ||
κύλικα προπίομαι . Ἀφ ' ὧν γένοιτ ' ἂν συντόμως ἀριστόδειπνον . Μετὰ ταῦτ ' ἀναπεσεῖν ἐκέλευον αὐτὴν παρ ' |
τὸ δοκοῦν ἡμῖν κατασκευάζειν εὐχερῶς . Ἀνασκευὴ τοίνυν ἐστὶ λόγος ἀνατρεπτικὸς τοῦ πιθανῶς προτεθέντος λόγου καὶ κατασκευὴ τοὐναντίον λόγος κατασκευαστικὸς | ||
ὁ τοῦ σοφίσματος αὐτῶν καθέστηκεν ἔλεγχος . Δεύτερος πάλιν λόγος ἀνατρεπτικὸς τῆς ῥητορικῆς τοιοῦτός ἐστιν : εἰ ἔστιν ἡ ῥητορική |
παθημάτων , συστατικὴ τοῦ βίου , διὰ γέλωτος καὶ ἡδονῆς τυπουμένη . διαφέρει δὲ τραγῳδία κωμῳδίας , ὅτι ἡ μὲν | ||
καὶ φύσεως ἐλευθερίᾳ νομοθετεῖ : ἡ δέ τοι ἐνέργεια τοῖσδε τυπουμένη καθηκόντως καὶ τῆς τέχνης ἀξίως ἂν γένοιτο . Ἀναγκαίως |
, Φαίδων Φαίδωνος , χλίδων χλίδωνος . Τὸ Λάδων ὑπὸ Ἀντιμάχου διὰ τοῦ ω κλίνεται , ἐγγύθι δὲ προχοαὶ ποταμοῦ | ||
θυγάτηρ δὲ τοὔνομα Ὑρνηθὼ , ἥντινα ἔδωκε γυναῖκα Δηιφόντῃ τῷ Ἀντιμάχου τοῦ Θρασυάνορος τοῦ Κτησίππου τοῦ Ἡρακλέους . Στέργων οὖν |
. τοὔνεκά με προέηκε διδασκέμεναι τάδε πάντα , μύθων τε ῥητῆρ ' ἔμεναι πρηκτῆρά τε ἔργων . ἐν οἷς καὶ | ||
Φοῖνιξ παρ ' Ὁμήρῳ , ἔπεμψεν ὁ Πηλεὺς μύθων τε ῥητῆρ ' ἔμεναι πρηκτῆρά τε ἔργων . προσέτι γε μὴν |
θάνατον τῶν μνηστήρων αὐτὸς λέγει , τὰ δὲ μέγιστα τῶν ψευσμάτων οὐχ ὑπέμεινεν εἰπεῖν , τὰ περὶ τὴν Σκύλλαν καὶ | ||
. Ψευδῶν πλέ ' ἀτράφαξις : ἀντὶ τοῦ , πλήρης ψευσμάτων . ἀτράφαξις δέ ἐστιν εἶδος λαχάνου , ὃ ταχέως |
παναίτιοι τοῖς ἀνδράσι φροντίδων εἰσίν . * ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον : εἰκότως καὶ ταῦτα φέρειν ἂν εἴποις | ||
καὶ πόθον ἀργαλέον καὶ γυιοβόρους μελεδώνας : ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον καὶ ἐπίκλοπον ἦθος Ἑρμείην ἤνωγε , διάκτορον |
. μὴ τοίνυν , ὦ Χαρίκλεις , ἀκολάστου βίου συμφορήσας ἑταιρικὰ διηγήματα γυμνῷ τῷ λόγῳ τῆς σεμνότητος ἡμῶν καταπόμπευε μηδὲ | ||
μὴ ἀποστραφῆναι καὶ ἁπτομένου μὴ δυσχερᾶναι καὶ φιλοῦντος ὑπομεῖναι , ἑταιρικὰ εὖ μάλα μαθήματα καὶ διδάγματα καὶ γυναικῶν καπηλικῶς τῷ |
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ ' | ||
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει . |
τόπων συνεχῶς ἐνοχλουμένους συρίγγων ἕνεκεν ἢ καὶ αἱμορροΐδων ἢ καὶ κονδυλωμάτων ἢ καὶ τῶν ἐμπυρωδῶν ἑλκώσεων ἢ νομῶν , τὰς | ||
οαʹ . Περὶ τῶν ἐν τοῖϲ γυναικείοιϲ τόποιϲ θύμων καὶ κονδυλωμάτων καὶ αἱμορροΐδων . οβʹ . Περὶ ἀτρήτων καὶ φίμου |
καὶ οὕτω λέγουσιν : ἐς Μακαρίαν καὶ εἰς Μακαρίαν . βαμβαίνων : βῆματα [ ] πρὸ βήματος βαίνων , κατὰ | ||
. . βαμβαίνων Κ . . , = . : βαμβαίνων : διὰ τρόμον οὐκ ἠρεμοῦσαν τὴν βάσιν ποιούμενος . |
ὕμνον δὲ χαριστήριον τῷ Ποσειδῶνι , μάρτυρα τῆς τῶν δελφίνων φιλομουσίας , οἱονεὶ καὶ τούτοις ζωάγρια ἐκτίνων ὁ Ἀρίων ἔγραψε | ||
ἀναθέμενος αὐτὸν ἐξενηξάμην ἔχων εἰς Ταίναρον . Ἐπαινῶ σε τῆς φιλομουσίας : ἄξιον γὰρ τὸν μισθὸν ἀπέδωκας αὐτῷ τῆς ἀκροάσεως |
ἐδίδαξεν : ἐγκαλεῖ γοῦν ὁ ἐν τῷ Γοργίᾳ Σωκράτης τῷ Πώλῳ ἐρομένῳ αὐτὸν εἰ μὴ δοκοῦσιν αὐτῷ οἱ ῥήτορες ὥσπερ | ||
ἄρα κυνῶν καὶ ἐκεῖνα , εὐνοίας ὑπερβολὴν πᾶσαν ἐκνενικηκότα . Πώλῳ μὲν τῶν τῆς τραγῳδίας ὑποκριτῶν ὁ κύων ὁ τρόφιμος |
ἄξιον ὡς ἄριστόν τε καὶ τεχνικώτατον καὶ τῆς τελεωτάτης καὶ κριτικῆς περὶ λόγους ἕξεως οὐδαμῶς ἄμοιρον . ἐπειδὴ τοίνυν πολλὰ | ||
τὰς ζητήσεις ποιούμενος , ἀλλ ' ὡς ἔνι μάλιστα μετὰ κριτικῆς τινος καὶ Σωκρατικῆς ἐπιστήμης , ὡς πάντας θαυμάζειν τῶν |
τὸ ἀεκαστί , ὡς ἰάζω ἰαστί , αἰολίζω αἰολιστί , δωρίζω δωριστί . τοῦτο ἐν ἐνδείᾳ τοῦ ς καὶ Ἰωνικῇ | ||
ἀπὸ ῥημάτων παραχθεῖσιν ἐπιρρήμασι καὶ ὀξυνομένοις σύνεστι τὸ ς , δωρίζω δωριστί , αἰολίζω αἰολιστί . τὸ δὴ οὖν αἴτιον |
ἡμᾶς σειρηνικῆς περιεπείας καὶ ὁμιλίας λόγων εὐτραπέλων καὶ κωτιλότητος : αἱμύλα κωτίλλουσα , τεὴν διφῶσα ἐμὴν κενοῦσα καλιήν . δαπάνης | ||
περιβλημάτων δηλοῖ τὸ ἐπίθετον , καὶ τὴν ἑταιρικὴν κολακείαν τὸ αἱμύλα κωτίλλειν . δεῖ οὖν ὑπὸ τούτων μὴ ἀπατᾶσθαι : |
' ἔμπης καὶ ταῦτα μαθήσεαι , ὡς τὰ δοκοῦντα χρῆν δοκίμως εἶναι διὰ παντὸς πάντα περῶντα . . . , | ||
τῶν οἰχομένων ] τῶν φθαρέντων . αἴρω ] φέρω . δοκίμως ] λαμπρῶς . στροφὴ κώλων ιʹ . πρόπασα ] |
τῷ προσιόντι καὶ μεταπείθοντι ὁ μουσικός . ἃς νυνδή . δωριστὶ καὶ φρυγιστί . πρὸ Μαρσύου Μαρσύας Ὀλύμπου μὲν τοῦ | ||
τὸν βίον σύμφωνον τοῖς λόγοις πρὸς τὰ ἔργα , ἀτεχνῶς δωριστὶ ἀλλ ' οὐκ ἰαστί , οἴομαι δὲ οὐδὲ φρυγιστὶ |
ἦν ἐξ Ἀγχομενοῦ . χθονία θ ' Ἑκάτη σπείρας ὄφεων ἐλελιζομένη . τί καλεῖς τὴν Ἔμπουσαν ; φέρε παῖ ταχέως | ||
καὶ Ὅμηρος : ἦτοι ὃ φορμίζων ἀνεβάλλετο καλὸν ἀείδειν . ἐλελιζομένη δέ , ἢ διακινουμένη ἢ διακρουομένη . κεραυνὸν σβεννύεις |
ὁ Μῆδος , δεξιούμενος δέ με εἰπεῖν , πότε ἡμῖν ἀναγιγνώσκεις ; κἀγὼ ἡσθῆναί τε τῷ ῥήματι καὶ φάναι , | ||
διαλεγομένου , μηδὲ ὅπου καθίζῃς ἔχων ὀρθὸς ὑπ ' ἀπορίας ἀναγιγνώσκεις τὸ βιβλίον προχειρισάμενος . Ἐπειδὰν δὲ ἄσιτόν τε καὶ |
. . . . . . ναὶ μὴν Ἀθάμαντος τοῦ Πυθαγορείου εἰπόντος : ὧδε ἀγέννατος παντὸς ἀρχὰ καὶ ῥιζώματα τέτταρα | ||
ἐξ ἁδονᾶς ζῴων . . . . . . Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ πολιτείας . Πάντα μὲν ὦν τὰ |
εὐώδης μετά τινος δριμύτητος : τοιαύτη δ ' ἐστὶν ἡ Κιλίκιος καὶ Συριακὴ καὶ ἡ ἀπὸ τῶν Κυκλάδων νήσων . | ||
τὴν ἰλὺν ταλαιπωρῶν , ὡς φησὶν Ἀριστοτέλης περὶ ζώων . Κιλίκιος ὄλεθρος : ὁ πονηρός : πονηροὶ γὰρ οἱ Κίλικες |
τοῦτο ἐνῆν ἀποκρίνασθαι ; Οὐκοῦν καὶ ἡμεῖς ἐπισκοποῦντες περὶ θεοῦ μιμήσεως , βασιλεία δὲ αὕτη , ὡς ἐρρήθη , ἐννόμως | ||
μηδαμοῦ ἑαυτὸν ἀποκρύπτοιτο ὁ ποιητής , πᾶσα ἂν αὐτῷ ἄνευ μιμήσεως ἡ ποίησίς τε καὶ διήγησις γεγονυῖα εἴη . ἵνα |
ἐν τῇ περὶ τοῦ Λάχης διδασκαλίᾳ , ἡνίκα περὶ τοῦ Ἀριφράδης διελαμβάνομεν : ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ φαίνω γίνεται Ἀριστοφάνης | ||
α καὶ ὅμως εἰς ους ἔχει τὴν γενικήν , οἷον Ἀριφράδης Ἀριφράδους : εἰς ους δὲ ἔχει τὴν γενικήν , |
, ὃς ἔγημε θυγατέρα Ἀλκμήνης Λαονόμην , ἀφ ' οὗ ἑπτακαιδέκατος ὢν ὁ Βάττος [ ὁ καὶ Ἀριστοτέλης ] ἀποικίαν | ||
ἑπτακαιδεκάτῃ γενεᾷ ἀπὸ Εὐφήμου : Βάττος γὰρ ἀπ ' αὐτοῦ ἑπτακαιδέκατος : ἃ Πίνδαρος κατὰ λεπτὸν ἱστορεῖ . Ἀγκομίσαιθ ' |
πορεύῃ , ἄριστε φίλων ; Ὁ δὲ ταῦρος ἔφησεν : Ὁρῶ σοι , ἄναξ , οὐκ εἰς πρόβατον παρασκευὴν τυγχάνειν | ||
οἶδ ' ὅ τι δεῖ πλείω περὶ τούτων λέγειν . Ὁρῶ δέ , ὦ ἄνδρες , τὴν πλείστην διατριβὴν τῶν |
περὶ ἀνδρείας , μαιευτικός : Λύσις ἢ περὶ φιλίας , μαιευτικός . τῆς ἕκτης ἡγεῖται Εὐθύδημος ἢ ἐριστικός , ἀνατρεπτικός | ||
ἠθικός . τῆς πέμπτης ἡγεῖται Θεάγης ἢ περὶ φιλοσοφίας , μαιευτικός : Χαρμίδης ἢ περὶ σωφροσύνης , πειραστικός : Λάχης |
ἐκπλύνειέ σε ] ἐπὶ συνουσίᾳ εἶπε . αἰσχρῶς ἐπὶ συνουσίᾳ καπηλικῶς ] τεθρυμμένως . πανουργικῶς : ἐπικαλύπτει γὰρ τὸ εἶδος | ||
ἐπισκίως , κρυψίνως , ὑπούλως , πολυτρόπως , παλιμβόλως , καπηλικῶς , μεταβλητικῶς , μισθαρνικῶς μισθοφορικῶς , καταπεπλασμένως , πεπλασμένως |
τῶν μὴ ἐν γυμνάσμασιν . Ἴδωμεν δὲ καὶ τὸν τοῦ ῥητορικοῦ προγυμνάσματος ὅρον : ἔστι δὲ προγύμνασμα ῥητορικὸν εἰσαγωγικὴ τριβὴ | ||
πάντα τὸν προκείμενον διαθέσθαι λόγον . βʹ . Εἴδη τοῦ ῥητορικοῦ ἐστι τέσσαρα , δικανικὸν συμβουλευτικὸν ἐγκωμιαστικὸν ἱστορικόν . Δικανικὸν |
χαρακτῆρα : ὧν ἐστιν ὅ τε φορτικὸς καὶ κενὸς καὶ παιδαριώδης ἐπιτάφιος καὶ τὸ τοῦ σοφιστικοῦ λήρου μεστὸν ἐγκώμιον εἰς | ||
ἀλλ ' εἰ ἐπὶ τούτῳ ἄχθοιτό τις , οὐκ ἂν παιδαριώδης εἴη ; οὐδὲ εἰς τὸ γυμνάσιον ἐνίοτε ἐξουσίαν ἔχω |
τοῖς εἰρηνεύουσιν ἐλευθερίαν . ἔστι δὲ ὡς τὸ : Χρύσην ἀμφιβέβηκας . ἱκετεύω οὖν σε , ὦ τοῦ ἐλευθερίου Διὸς | ||
ὅτι κατὰ μεταφορὰν τὸ ὑπερμαχῆσαι , καὶ τὸ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας τοιοῦτόν ἐστιν . . ἐπεὶ ἴδον υἷε Δάρητος τὸν |
ἐπιδιδόντων . Ἅπας ἐχῖνος τραχύς : ἐπὶ τῶν δυσκόλων καὶ δυστρόπων . ἐξαιρετῶς δὲ ἐπὶ τῶν κακωτικῶν ἢ εὐνούχων . | ||
ἄφρονας . Ἅπας ἐχῖνος τραχύς : ἐπὶ τῶν δυσκόλων καὶ δυστρόπων . ἐξαιρέτως χρειῶδες ἐπὶ τῶν κακωτικῶν ἢ εὐνούχων . |
. Κλειὼ μὲν γὰρ ἐφεῦρε ῥητορικήν , Εὐτέρπη αὐλητικήν , Θάλεια κωμῳδίαν , Μελπομένη τραγῳδίαν , Τερψιχόρη κιθαρῳδίαν , Ἐρατὼ | ||
ἐχομένας ἀλλήλων . εἰσὶ δὲ ταῦτα τὰ ὀνόματα τούτων : Θάλεια , Εὐφροσύνη καὶ Ἀγλαΐα . ταύτας δὲ οὕτως ἐζωγράφουν |
μυλωθρός , ἐν δὲ γάμοις ὑμεναῖος , ἐν δὲ πένθεσιν ἰάλεμος . λίνος δὲ καὶ αἴλινος οὐ μόνον ἐν πένθεσιν | ||
βροτοῖς : ὀτοτοῖ ἰαλέμων : ὀτοτοῖ ἐπίφθεγμά ἐστι θρηνητικόν . ἰάλεμος θρῆνος . Δαρδανία δὲ πόλις πλησίον τῆς Τροίας ἀπὸ |
δὲ τὴν κύστιν ταῦτα συνίσταται τὰ πάθη , πάρεσις , πιτυρίασις , λιθίασις , ἕλκωσις , περὶ τὸν τράχηλον μάλιστα | ||
, καμάρωσις , διάτασις ῥαφῶν , ὑδροκέφαλον , ἀχῶρες , πιτυρίασις , μελικηρὶς , ἀθέρωμα , κηρίον . περὶ δὲ |
σύνθετον Φαγρωριόπολις καὶ Φαγρωριοπολίτης . Φαίαξ καὶ Φαιακία , ἀπὸ Φαίακος . Ἑλλάνικος Ἱερειῶν αʹ ” Φαίαξ ὁ Ποσειδῶνος καὶ | ||
Εὔπολις ἐν Αἰξὶν οὕτως : πλὴν ἅπαξ ποτ ' ἐν Φαίακος ἔφαγον καρίδας . καὶ ἐν Δήμοις : ἔχων τὸ |
βʹ περὶ καθύγρων πραγμάτων καὶ φορτίου , τὸ γʹ περὶ λέσχης τινός , τὸ δʹ περὶ κόπων ἰδίων , τὸ | ||
τὴν ου δίφθογγον ἔχουσι τὴν γενικήν , οἷον λέσχη ὁ λέσχης τοῦ λέσχου , ἀράχνη ὁ ἀράχνης τοῦ ἀράχνου , |
. ἀπηνέα δ ' αἶψα νοήσας πυγμαχίην , ᾗ κάρτος ἀάατος ᾗ τε χερείων , στῆ ῥ ' ἄμοτον καὶ | ||
Ὅμηρος ? [ ] οὗτος [ ] μὲν δὴ ἄεθλος ἀάατος ἐκτετέλεσται , ἐπὶ δὲ τῶν ἐπάθλων : ἀέθλια ἐπαγαγόντες |
τεχνῶν , ὡς καὶ ὁ ποιητὴς δηλοῖ λέγων ἐπεὶ σοφὸς ἤραρε τέκτων , τὸ σοφός κατὰ τοῦ τέκτονος θείς , | ||
πῖνε καὶ ἦσθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης . αὐτὰρ ἐπεὶ δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ , καὶ τότε δή μιν ἔπεσσιν ἀμειβόμενος |
καινὸν κακόν , εἴ γε τῷ πάντα μακαρίῳ ὁ πάντα βαρυδαίμων ἑαυτὸν ἐξομοιοῦν ἐτόλμησεν . ὑπερθεῖτ ' ἂν οὗτος ἥλιον | ||
θνητὸς ὢν ἀγνωμόνει τίς ἀτιμόθεος ] [ καὶ ] [ βαρυδαίμων ] [ ] [ ὃς ] τάδε λεύσσων οὐ |
αʹ βʹ γʹ δʹ : . Πτολεμαῖος αʹ : . Ἐρωτικός αʹ : . Φαιδώνδας αʹ : . Μαίδων αʹ | ||
Ἀθηναίων , Πολιτεία , Τέχνη ἠθική , Περὶ πλούτου , Ἐρωτικός , Θεόδωρος , Ὑψίας , Ἀρίσταρχος , Περὶ θανάτου |
ἀμφότεραι , ἄσπληνος , ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα , καὶ μᾶλλον καυθείσης ἡ τέφρα , βάλσαμον , βάτου ἡ ῥίζα , | ||
ἄρκευθος , ἀσάρου ῥίζα , ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα καὶ μᾶλλον καυθείσης ἡ τέφρα , ἀψίνθιον , βράθυ , βαλαύστιον , |
τρεῖς δ ' εἰσὶ τῆς σκηνικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις , τραγικὴ κωμικὴ σατυρική . ὁμοίως δὲ καὶ τῆς λυρικῆς ποιήσεως τρεῖς | ||
δέ γε τὸ μισεῖν κοινότερον ἐπὶ τοῦ ἐχθραίνειν τεθὲν ἡ κωμικὴ σεμνότης ἐπὶ μίξεων ἔθετο ἀσέμνων . Ἀριστοφάνης γοῦν μισητίαν |
κέντρα , ὀφρὺς δὲ αὐτῷ περιβέβληται διασημαίνουσα τὸν νοῦν τῶν αὐλημάτων , ἡ παρειὰ δὲ πάλλεσθαι δοκεῖ καὶ οἷον ὑπορχεῖσθαι | ||
πάντων μὲν φέρει , πορνῳδιῶν , σκολίων Μελήτου , Καρικῶν αὐλημάτων , θρήνων , χορειῶν . Τάχα δὲ δηλωθήσεται . |
ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην , φωνὴν μίαν ἱεῖσαν , ἕνα τόνον : ἐκ πασῶν δὲ ὀκτὼ οὐσῶν | ||
αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην φωνὴν μίαν ἱεῖσαν ἕνα τόνον : ἁπασῶν δ ' ὀκτὼ οὐσῶν μίαν |
] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπὰ κλαγγὰ θράττει , [ νεῖται ] πνεῖται . κούραν κασίας | ||
. σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπά , κλαγγὰ θράττει , [ νεῖται ] πνεῖται . κούραν Κασίας |
ἅπτουσα προσθείμην πλέον ; Εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει . Ποῖόν τι κινδύνευμα ; ποῖ γνώμης ποτ ' εἶ ; | ||
τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ καὶ τό : Ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων . . Ἔρεφον δὲ |
συστολὴν ἀκή , . , . * . Ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων , . , | ||
ἡ ὀξύτης τὴν ὀξύτητα . . . . ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων : παρὰ τὸ |
παραδέχοιτο , ἐξ αὐτοῦ τοῦ φερομένου ὑγροῦ τὴν εἰς ὀστοῦν ἀπόληξιν κατανοήσομεν : ὡς ἐπίπαν γὰρ ἀπὸ τῶν τοιούτων λεπτὸν | ||
τῆς εἱμαρμένης ἀπολωλέναι . ἄλλως . ἀντὶ τοῦ ἐξοίχεσθαι πρὸς ἀπόληξιν τῆς ἐν αὐτῷ διατριβῆς ἐκπίπτοντα . ἄλλως . ἀπολωλέναι |
ἀπὸ δὲ τῶν τραγικῶν χορῶν Μέλητος , ἀπὸ δὲ τῶν κυκλίων Κινησίας . * * * * Ὡς σφόδρ ' | ||
καὶ θεαμάτων σπουδαίων , εἰ τούτων τις δέοιτο , τῶν κυκλίων αὐλητῶν καὶ τῶν κιθάρᾳ τὰ ἔννομα προσᾳδόντων , καὶ |
πάσχειν ἢ πεπονθέναι αʹ , Περὶ ἐπιστημῶν αʹ , Περὶ ἐριστικῶν αʹ βʹ , Λύσεις ἐριστικαὶ δʹ , Διαιρέσεις σοφιστικαὶ | ||
οὐ πολλοῖς περιλήψεται : ἔτι δὲ πρόχειρον μὲν ποιήσει τῶν ἐριστικῶν λόγων τὸν ἔλεγχον : ἐνδείξεται δὲ καὶ πῶς ἂν |
ἐς ἰσχία πόνους . Ἐν πυρετοῖσι κώφωσις κοιλίην ἐφίστησιν . Ὦτα ψυχρὰ καὶ διαφανέα καὶ συνεσταλμένα , ὀλέθριον . Βόμβος | ||
περὶ τῶν ἄλλων ζῴων κατὰ τὸ οἰκεῖον ἐκλαμβάνειν δεῖ . Ὦτα ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἔχειν κωφὸν σημαίνει γενέσθαι καὶ τὰ |
κόλλοψ : ἦν γὰρ δερμάτινος . ἐκπηνιεῖται : ἐξειλήσει εἰς πηνίον . ἐκστέψαι : ποτοῦ ἐκκενῶσαι καὶ τὸ ἀποθέσθαι τι | ||
περιστροφὴν τοῦ λίνου Εὐριπίδης ὠνόμασεν λίνου κλωστῆρα περιφέρει λαβών . πηνίον , ἀγαθίς , ὅθεν καὶ παροιμία ἀγαθῶν ἀγαθίδες , |
' ἔλεξας Ταντάλωι τε τῶι Διὸς πρέποντα : προγόνους οὐ καταισχύνεις σέθεν . αἰνῶ σε , Μενέλα ' , ὅτι | ||
σου θείους μεταδιώκων καὶ ζηλῶν οὔτε τὸν Ὀλυμπίᾳ Θεόγνητον νικήσαντα καταισχύνεις οὔτε τὴν Κλειτομάχου ἐν Ἰσθμοῖ νίκην , καὶ ἀπὸ |
καὶ τοῦτο Βοιώτιον . μάτην ἄρα τὴν ὁδὸν ἀνύτομεν . ἀνθρήνη : εἶδος μελίσσης . Ἀρίσταρχος . παρ ' ᾧ | ||
οἱ ποιηταὶ τὰς μελίσσας συνεχῶς λέγουσιν . εἶδος σφηκὸς ἡ ἀνθρήνη . καταχρῶνται δὲ οἱ ποιηταὶ καὶ ἐπὶ μελίττης συνεχῶς |
ἱμάντα ἐνείρουσι . θαύμαζε οὖν , φησίν , αὐτὸν οὕτω μεγαλοφώνως καὶ θαρρούντως , ὥσπερ οἱ πλέοντες ἐπὶ πνεύματος οὐρίου | ||
ἕνεκεν ἐμοῦ , χάριν ἐμοῦ . μέγα ] πολύ , μεγαλοφώνως . , μεγάλως . . μὲν οὖν ] μᾶλλον |
. . . . . πήληξ βαλλομένη καναχὴν ἔχε , βάλλετο δ ' αἰεί καὶ φάλαρ ' εὐποίηθ ' . | ||
δεινὴν δὲ περὶ κροτάφοισι φαεινὴ πήληξ βαλλομένη καναχὴν ἔχε , βάλλετο δ ' αἰεὶ κὰπ φάλαρ ' εὐποίηθ ' : |
ἐπὶ τούτοις εἰσάγεται ῥήτωρ ὁ Νέστωρ , ὃν ἡδυεπῆ καὶ λιγὺν ἀγορητὴν προσεῖπε : τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων | ||
ὃν γοῦν μόνον ἐξ ἁπάντων ἐβλασφήμησε Θερσίτην , καὶ τοῦτον λιγὺν εἶναί φησιν ἀγορητήν . Ἀρχίλοχος δὲ ἐπὶ τὴν ἐναντίαν |
ἔχθουσιν βροτοί : ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι ἀποπτύξαι δεῖ καὶ καθήρασθαι στόμα ○○ | ||
διὰ τῶν ὅπλων δεινὸς εἶναι καὶ κατὰ τὸν Αἰσχύλον βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι . . . Π . τῆς |
, οἵτινες ἐπιφανέστατοι ἦσαν . τούτους οὖν στήσας ἐπὶ τὸ προσκήνιον μετὰ τοῦ χοροῦ αὐλεῖν ἐκέλευσεν ἅμα πάντας . τῶν | ||
πρωτοτύπῳ : οἷον , Ἐλευσὶν , Ἐλευσίνιον : σκηνὴ , προσκήνιον , περισκήνιον : θὶν , θινὸς , θίνιον , |
, πάσαις ἀποδέδειχα . Δεδηλωκότες οὖν ἑκάτερον , ἠρεμίαν τε ἀστείου καὶ ἄφρονος σάλον , τὸ ἑπόμενον τῷ λόγῳ συνεπισκεψώμεθα | ||
, καὶ μιαρούς , καὶ ἀνεορτάστους . Τὸ γὰρ ἑορτάζειν ἀστείου φασὶν εἶναι , τῆς ἑορτῆς οὔσης χρόνου τινὸς ἐν |
κατὰ λόγον ἐξαιμάτωσιν , τότε ἐστὶν ὁ πρέπων καιρὸς τῆς ἀποθέσεως τοῦ οὔρου . παρὰ φύσιν δὲ καιρός ἐστιν ἡ | ||
τῶν καταγμάτων θεραπείᾳ , κατατάσεως , διαπλάσεως , ἐπιδέσεως , ἀποθέσεως , ἀπὸ τῆς κατατάσεως ἄρχεσθαι προσήκει τὴν θεραπείαν . |
περί γε τῆς φιάλης τῆς ἀνατεθείσης οὔτ ' ἂν Εὐξένιππον ᾐτιῶ , οὔτ ' ἂν ἄλλον λόγον οὐδένα ἐνταῦθα ἐποιήσω | ||
ἐπεπτώκεις , οὐκ ἂν τὴν σεαυτοῦ ἀβουλίαν ἀλλ ' ἐμὲ ᾐτιῶ . „ οὕτω πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων δι ' ἑαυτοὺς |
ἐῤῥιζομένων . Ἄλλος οὗτος Ἡρακλῆς : ἐπὶ τῶν ἰσχυρῶν . Ἅλις δρυός : ἐπὶ τῶν εἴς τινα δίαιταν βελτίονα μεταβαλλομένων | ||
τοὺς ἀποῤῥήτων κοινωνοῦντας τοὺς περὶ ἅλα καὶ κύαμον ἔλεγον . Ἅλις δρυός : ἐπὶ τῶν εἴς τινα δίαιταν βελτίονα μεταβαλλομένων |
τε περιόδων καὶ κώλων ἀπηκριβωμένην σύνθεσιν , τὴν δέ γε διθυραμβώδη καὶ ποιητικὴν συνθήκην ἥκιστα ζηλώσαντα , οἵα τίς ἐστιν | ||
δογματίας ὁ Κριτίας καὶ πολυγνώμων σεμνολογῆσαί τε ἱκανώτατος οὐ τὴν διθυραμβώδη σεμνολογίαν , οὐδὲ καταφεύγουσαν ἐς τὰ ἐκ ποιητικῆς ὀνόματα |
κοιλᾶναι . ἀεῖραι : παρατρέψαι . Μαινομένην : ἐρῶσαν . ἐξεκύλισας : ἐξέφυγες . Ἀντεβόλησας : ἐξ ἐναντίας ἦλθες , | ||
ἐλέους τυχεῖν ἄξιε , σὺ μὲν ἐμὲ ἐξήλικας , καὶ ἐξεκύλισας ἐκ τῶν ἐμῶν ἤτοι τῆς περιουσίας με ἀπεστέρησας . |
ἑλληνισμός , ἀττικισμός , πολυγνωμοσύνη , πολύνοια , πολυλογία , εὐγλωττία , εὐφωνία , ἀφθονία , βραχυλογία , συντομία , | ||
εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία , |
Ἐκφαντίδης παλαιότατος ποιητὴς τῶν ἀρχαίων φησὶ “ Μεγαρικῆς κωμῳδίας † ἆσμα δίειμαι αἰσχυνόμενος τὸ δρᾶμα Μεγαρικὸν ποιεῖν . ” δείκνυται | ||
, ἐπειδὰν ὁ θεῖος ἐντακεὶς ἵμερος τὸν τοῦ γενητοῦ θρῆνον ἆσμα εἰς τὸν ἀγένητον ὕμνου ποιήσῃ . ἔνιοι μὲν οὖν |