ὁ δὲ νοῦς : δεινῶς γὰρ διὰ στόματος τοῦ Ἄργους ἀναβοᾷ σύ : ἄλλως : διὰ τοῦ στόματος , ὡς
διὰ στόμα καὶ Εὐριπίδης δεινὸν γάρ : Ἄργει τ ' ἀναβοᾷ διὰ στόμα . ἡμέτερα . † τοὶδ ' ἄρα
4718280 σημηνον
ἐν ἐμοί . τοιαύτη τίς ἐστιν ἡ τοῦ μοι δύναμις σήμηνον ] εἰπέ ἐν φάραγγι ] ἐν τῷ κρημνώδει τούτῳ
ἔοικας , ὦ γύναι . ἢ Ἀργείοις , φησὶ , σήμηνον , ἀντὶ τοῦ στρατηγοῖς , εἴργειν τὸν ὄχλον :
4707521 Προμηθευ
. . . ἐπιβαίνοντας . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ † λεύσσω Προμηθεῦ : ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη . τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς
οὐκ ἀκούσαις καὶ μὴ βουλομέναις ἡμῖν τοῦτο εἶπας , ὦ Προμηθεῦ , δηλονότι τὸ , ἔλθετε καὶ ἀκούσατε , ἵνα
4669769 διαντλησας
ἀλλὰ κατεύχεται Δημόφιλος ταύτην τὴν ἐνεστῶσαν ὀλεθριωτάτην νόσον τῆς φυγῆς διαντλήσας καὶ ἀποφυγὼν τὸν κατὰ τὴν Κυρήνην οἶκον θεάσασθαι ,
Δημοφίλῳ ὀργίζεσθαι . Εὔχεται ] Δέεται , παρακαλεῖ . Νοῦσον διαντλήσας ] Ἤγουν διανύσας καὶ κουφισθεὶς τῆς νόσου καὶ τῆς
4631375 ἀλγυνει
γάρ , ὥσπερ ἡ παροιμία , πόνος μονωθεὶς οὐκέτ ' ἀλγύνει βροτούς . πέλας δὲ ταύτης δεινὸς ἵδρυται Κράγος ἔνθηρος
τὸν τυγχάνοντα . ἀλγύνει ] εὑρεθείς τινι ἀλγύνει ἐκεῖνον . ἀλγύνει ] λυπεῖ . θ ἀλγύνει ] λυπεῖ ἕτερον .
4586907 ἐπαρῃς
, ἵνα ἀναπαυθῇς : δευτέραν τε καὶ τρίτην μή την ἐπάρῃς , ταπεινὲ , καὶ νὰ μετανοήσῃς . ἐν δ
καὶ εἶπον : Παρακαλῶ σε , κύριέ μου , μὴ ἐπάρῃς τὴν δόξαν τῆς κεφαλῆς μου καὶ τὸ φῶς τοῦ
4584351 ἀποκριθεν
οὖν ἐξευρὸν ἑαυτῷ εὐρυχωρίην , καὶ τοῦ μὲν ὕδρωπος τὸ ἀποκριθὲν ἀπὸ τῆς συστροφῆς ἔρχεται , ἅτε ψυχρότατον καὶ βαρύτατον
. ιζʹ . Ὑδάτων ἀτεχνέων τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ αἰθέρος ἀποκριθὲν ἢ βρονταῖον , ὡραῖον , τὸ δὲ λαιλαπῶδες κακόν
4548840 ὀδυνηραν
τὸν ἵππερον , καὶ τὴν ἐπιθυμίαν τὴν ἱππικήν , νόσον ὀδυνηράν τινα καὶ δαπανηρὰν καὶ τὰ χρήματά μου ἐξαναλοῦν δυναμένην
τῶν οἴκων αὐτῶν . στυγερὰν ] μισητήν . στυγερὰν ] ὀδυνηράν . στυγερὰν ] ἄτιμον . θΞ τί τὸν φθίμενον
4547690 ταραχθησεται
παρασκευάζωνται , τοῦτο ποιοῦσι . στροβήσεται δὲ , ἀντὶ τοῦ ταραχθήσεται . Εὐριπίδου . . ταραχθήσεται . . ὑψιλόφων τε
καὶ φόβοις περιπεσεῖται . Αἰγοκέρωτι μετὰ μοίρας θ εὐπλοήσει , ταραχθήσεται δὲ τὴν ψυχήν . Ὑδροχόῳ βραδυπλοήσει , σω -
4544454 ἀρνουμενη
γε ἅπασι κατέστη ὡς ἡ Ῥωμαίων βασιλεία , τρυφὴν μὲν ἀρνουμένη , πόλεμον δὲ αἱρουμένη , οὐδὲν ἀφίησι τῆς γῆς
ἐκ κακῶν † , ἄναξ , φρόντισον εὖ καλύψαι . ἀρνουμένη μὲν οὐκέτ ' ἂν πίθοιμί σε , πάντως γὰρ
4542014 δεχῃ
φῂς , Ἑρμόγενες : εἰ δὲ καθόλου ὡς ἀσθενὲς αὐτὸ δέχῃ οὐκ ἔστιν ἀσθενές : ἀλλὰ καὶ πάνυ ἰσχύει :
εἰ αὐτὸς νῦν ποιεῖς τὸ τῇ φύσει σου οἰκεῖον καὶ δέχῃ τὸ νῦν τῇ τῶν ὅλων φύσει εὔκαιρον , ἄνθρωπος
4532103 ἀνεται
ἢ ὃν ἄνδρες μετὰ καμάτου ἐποίησαν . . . . ἄνεται : τελειοῦται : ἐκ τοῦ ἄνω , τοῦ σημαίνοντος
σ γράφει λιταί : δεήσει δὲ καὶ αὐτὸν λαμβάνειν τὸ ἄνεται ἀντὶ πληθυντικοῦ τοῦ ἄνονται , ἵνα ᾖ : τελειοῦνται
4511001 Πυθωδ
Παρνύτης . ὄξος ἠκρατισμένος αὐτὸ τοὔμπαλιν λέγεις . αὖθις αὖ Πυθώδ ' ὁδός . αὐτὰ καὶ τὰ φίλτατα Αἴτνη ἅνθρωπος
χερσί . Λητὼ γὰρ ἕλκησε , Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν , Πυθώδ ' ἐρχομένην διὰ καλλιχόρου Πανοπῆος . καὶ μὴν Τάνταλον
4501528 εὐγενως
μεσαιτάτην . ἄνδρας μετ ' αὐτοὺς ἀξιοῦσι πανσόφους ἅπαντα πράττειν εὐγενῶς καὶ κοσμίως , οὕσπερ τὸ λοιπὸν καὶ διδασκάλους ἔφαν
πολλὰς ἀνελεῖν : τέλος δὲ τοῦ πλήθους αὐτὰς πανταχόθεν περιχυθέντος εὐγενῶς μαχομένας ἁπάσας κατακοπῆναι . τὴν δὲ Μύριναν θάψασαν τὰς
4498145 ἁλιδονα
φίλων Περσῶν τὰ πολυβαφῆ ὑπὸ τοῦ αἵματος ἀποθανόντα λέγεις φέρεσθαι ἁλίδονα καὶ ὑπὸ θαλάσσης δονούμενα ἐν πλαγκτοῖς διπλάκεσσι ταῖς ὡς
Σαλαμῖνι . ἀντιστροφὴ κώλων δʹ . ὀττοττοτοῖ ] φεῦ . ἁλίδονα ] ἐν τῇ θαλάσσῃ ταραττόμενα , φερόμενα ἄνω καὶ
4469484 ἐμποιητικον
; Ἡ λαλιὰ κεφαλῆς μὲν ἔχει τι συμπληρωτικὸν καὶ βάρους ἐμποιητικόν : ἔστι δὲ καὶ δυνάμεως καταλυτική , μάλιστα ἐν
καὶ μὴ εὐποροῦντες , ἐνέπηξαν τῇ ἑαυτῶν καρδίᾳ τραῦμα ὀδύνης ἐμποιητικόν , πρόσθε ἀπορῆσαι τοῦ περισχεῖν τῇ διανοίᾳ λελαξευμένα ἐξ
4467326 τυραννει
καὶ μὴ τοῖς ὅπλοις . καί ποτε ἐρωτηθεὶς διὰ τί τυραννεῖ , ἔφη , “ ὅτι καὶ τὸ ἑκουσίως ἀποστῆναι
θεῶν ; εἴ μοι θέμιςθέμις δὲ τἀληθῆ λέγειν , Διὸς τυραννεῖ πλευμόνων , ἄνευ δορός , ἄνευ σιδήρου : πάντα
4418032 κορεννυται
μέσος παρακείμενος κέκληγα καὶ κέκλαγα . . ΑΑΤΑΙ . Ἤγουν κορέννυται : ἄημι γὰρ τὸ ἐκπνέω , καὶ τὸ παθητικὸν
. ἐβουλιμίασαν ] εἶδος νοσήματος ὅταν τις πολλὰ ἐσθίων μηδέποτε κορέννυται . . ἐπείνασαν . κνέφας ] σκότος , νύξ
4416298 ἀναχωρει
καὶ ἥ γε πρώτη τὴν ἑαυτῆς ἐκβαλοῦσα μοῖραν τοῦ δικτύου ἀναχωρεῖ , εἶτα ἡ δευτέρα δρᾷ τοῦτο καὶ ἡ τρίτη
ἑαυτὸν ἀναχωρεῖν . οὐδαμοῦ γὰρ οὔτε ἡσυχιώτερον οὔτε ἀπραγμονέστερον ἄνθρωπος ἀναχωρεῖ ἢ εἰς τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν , μάλισθ ' ὅστις
4413417 σηπομενον
χυμοῖς οἱ μὲν ἐν τῷ παντὶ σώματι τὸν χυμὸν ἔχουσι σηπόμενον , καὶ συνεχεῖς γίνονται : οἱ δὲ ἐν ἑνὶ
, ἢ ὅσα τοιουτότροπά ἐστι : ξυνίσταται γὰρ αἷμα : σηπόμενον δὲ ἐκπυΐσκεται : ὑπὸ δὲ τοῦ ἐκπυϊσκομένου πάσχει ἅπερ
4408885 ἀκατασκευαστον
οὐρανὸν ἐπάνω , οὔτε γῆν τεθέαμαι τεθεμελιωμένην , ἀλλὰ τόπον ἀκατασκεύαστον καὶ φοβερόν . καὶ ἐκεῖ τεθέαμαι ἑπτὰ τῶν ἀστέρων
ὅλως ἀμφίβολον ποιῆσαι ῥητορικὴν τέχνην εἶναι : ἀλλ ' οὐδὲ ἀκατασκεύαστον εἴασεν , ἵνα μὴ τὸ τοῦ προσώπου ἀξιόλογον πείσῃ
4395856 βραδεως
η ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης καὶ μεταμεληθήσῃ θ γενήσῃ ἐπίσκοπος , βραδέως δέ ι οὐ καταληφθήσῃ μοιχὸς ἄρτι , ὕστερον δέ
, ἐκ δὲ τῶν πρὸς τῷ καρπῷ μερῶν ταπεινῶς καὶ βραδέως ὡς ἐπ ' ὀλίγον ἅπτεσθαι τῆς ἁφῆς : ἢ
4393279 ἀπολυθεντα
ἐξοχὰς ὀξείας ἔχοντα καταπηδῶν ἐρείσηται . τὰ μὲν οὖν πάντοθεν ἀπολυθέντα καὶ τελέως ἐκστάντα τῆς ἑαυτῶν χώρας , εἴτε κάτω
ἐγώ τινα μετὰ σφοδρὰν περιωδυνίαν λιποθυμήσαντα καὶ ἱδρώσαντα ἐπιπολὺ , ἀπολυθέντα δὲ μετὰ τὸ ἀναστῆναι ἁπάντων τῶν δυσχερῶν . Θεραπεύειν
4388841 ἀκολουθησασα
ἅμα ἐς τὴν Ἀκαδημίαν : ἡ δὲ ἄχρι τοῦ Διπύλου ἀκολουθήσασα , ἐπεὶ μηδ ' ὅλως ἐπεστράφη , ἐπανῆκεν οὐδὲν
πτεροῖς ὀπαδοῖς καὶ ἀκολούθοις τοῖς κελεύθοις τοῦ ὕπνου , τουτέστιν ἀκολουθήσασα τῆι ὁδῶι τοῦ ὕπνου , ἤγουν σὺν τῶι ὕπνωι
4386215 σταλαγμον
γονεῖς . Θορύβους ὀχλώδεις φεῦγε καὶ παροινίας . Θέλω τύχης σταλαγμὸν ἢ φρενῶν πίθον . Θεοῦ πέφυκε δῶρον εὐγνώμων τρόπος
γαμηλίους μολπὰς ἀϋτεῖ παρθένοις ἡγούμενος . οὐ θᾶσσον ; οὐ σταλαγμὸν ἐξομόρξετε , εἴ πού τίς ἐστιν αἵματος χαμαὶ πεσών
4373520 ληθῃ
δὲ ἐπὶ τὰ ᾄσματα πάλιν , ὧν ἄριστα ἀπομνημονεύετε , λήθῃ τὸν Δημοσθένη παραδόντες ὁμοίως ἅ τε τελευταῖα γέγραπται καὶ
τοῖς δ ' ἔπι καὶ κινάμωμον ἰσάζεο , μηδέ σε λήθῃ ἀγαρικὸν τούτοις ἰσοβαρὲς θέμεναι . ἢ ἔτι καὶ σμύρνης
4367155 ἐση
] πονηρὸς οὗτος καὶ πλείσταις κακίαις ἐνεχόμενος . λείπει † ἔσὴ † . ὀδὰξ τὸ δίκτυον : νῦν πάλιν διὰ
] πονηρὸς οὗτος καὶ πλείσταις κακίαις ἐνεχόμενος . λείπει † ἔσὴ † . ὀδὰξ τὸ δίκτυον : νῦν πάλιν διὰ
4363735 ἀποκλειεται
. καὶ οὗ μὲν λιμὴν ἀναστομοῦται , οὗ δὲ θάλαττα ἀποκλείεται , οὗ δὲ ποταμὸς γεφυροῦται , οὗ δὲ μεταβάλλει
δὲ ἔξω πολλὴ εἰρήνη καὶ ἐλευθερία : καὶ οὔτε λουτρὰ ἀποκλείεται οὔτ ' εἰλαπίναι κωλύονται οὔτε σύλλογοι εἰωθότες : ἔστι
4362067 ἀποσφαλεις
πλανᾷ . πρὸς μὲν οὖν τὸ πλάνῃ οὕτω λέγε , ἀποσφαλεὶς φρενῶν ἐν πλάνῃ , τουτέστιν ἐκπεσὼν καὶ πλανηθεὶς τοῦ
πολλοὺς τῶν ἐν αὐταῖς ὄντων διαφθαρῆναι . ὁ δὲ Δημήτριος ἀποσφαλεὶς τῆς ἐλπίδος οὐδ ' ὣς ἔληγεν , ἀλλὰ προσεκαρτέρει
4360735 ἐπειληπτο
ἀποδιδράσκει τὰ ἱμάτια καταλιπὼν ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῆς , ὧν ἐπείληπτο . τοῦτο παρέσχεν αὐτῇ τὸ ἔργον εὑρεσιλογεῖν προφάσεις σκεπτομένῃ
τοῦ υἱοῦ ἀποκηρύξεως : ἀλλ ' οὖν ὡς πατὴρ ἐξουσίας ἐπείληπτο . Ἰστέον μέντοι , ὡς οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ
4326115 περᾳ
ὑποστρέψει διασωθείς . βαρβάρων ] † ἤτοι τῶν Περσῶν . περᾷ ] † διέρχεται . τὸν Ἕλ . π .
δ ' Ἀσίδος δι ' αἴας μηλοβότου Φρυγίας διαμπάξ : περᾷ δὲ Τεύθραντος ἄστυ Μυσὸν Λύδιά τ ' ἂγ γύαλα
4312114 συνεργον
γένει , ἀντιλέγειν δὲ μὴ σθένοντες μηδ ' ὅλως , συνεργὸν ἐξεύραντο τὸν νυκτὸς χρόνον : κώμαις γὰρ αὐτοί ,
γνώμης ἀνόσιον κατιδόντες φωραθῆναι παρεσκεύασαν , ἀπὸ δὲ ἀγνοίας ὅτι συνεργὸν τὴν ἐρημίαν τῆς κακουργίας λαβὼν ἠγνόεις ὡς ὄψεταί τις
4308247 παραφρονησαι
ἐβουλή - θησαν . κινδυνεῦσαι δ ' ἂν ἔφη καὶ παραφρονῆσαι τὸν ταῦτα μεριμνῶντα οὐδὲν ἧττον ἢ Ἀναξαγόρας παρεφρόνησεν ὁ
θάλπει ἀλογίστως ὁμιλοῖεν , πολλαὶ ἐλπίδες ἐκ τουτέων τῶν διαιτημάτων παραφρονῆσαι αὐτούς . Τούς τε τὰς αἱμοῤῥοΐδας ἔχοντας , εἴ
4299468 βιαι
ἐπειδὴ τἀμφανῆ μὲν οἱ νόμοι ἀπεῖργον αὐτοὺς ἔργα μὴ πράσσειν βίαι , λάθραι δ ' ἔπρασσον , τηνικαῦτά μοι δοκεῖ
μέντοι ὅτε ἔτυχεν , ἀλλὰ κατὰ φύσιν μὲν γήραι , βίαι δὲ παρὰ φύσιν , οὐθὲν δεδήλωκεν . . οἱ
4284139 φοβου
διὰ τούτου τὸν Ξέρξην . βωμὸν . θυσίαν . ὑπὸ φόβου . ἐν τῷ . ἄφωνος . μετὰ τοῦτο .
: οὐ γὰρ ἀνέλπιστον αὐτοῖς , ἀλλ ' αἰεὶ διὰ φόβου εἰσὶ μή ποτε Ἀθηναῖοι αὐτοῖς ἐπὶ τὴν πόλιν ἔλθωσιν
4280004 λυπηραν
τὸ τὴν φύσιν αὐτῆς καθ ' αὑτὴν εἶναι ἡδεῖαν ἢ λυπηράν . αἴτιον δὲ τοῦ εἶναι ἀνθρώπου τὴν τοιαύτην ὀσμὴν
καὶ καθέδραν καὶ μάθησιν καὶ πᾶσαν κίνησιν ἐροῦμεν ἡδεῖαν ἢ λυπηράν , οὐχ ὅσων συμβαίνει λυπεῖσθαι παρουσῶν ἡμᾶς ἢ χαίρειν
4268189 ἀβαρη
φωτὸς πλήρη νοητοῦ , μᾶλλον δὲ φῶς αὐτὸ καθαρόν , ἀβαρῆ , κοῦφον , θεὸν γενόμενον , μᾶλλον δὲ ὄντα
. οὐ πάντως δὲ σῶμα βάρος ἔχειν , ἀλλ ' ἀβαρῆ εἶναι ἀέρα καὶ πῦρ : τείνεσθαι δὲ καὶ ταῦτά
4265676 ἐντεινεται
: μετὰ δὲ ταῦτα συντόνως ἀλγοῦσι τὸ αἰδοῖον : οὐκ ἐντείνεται δέ . Κοινῇ μὲν οὖν ταῦτα παρέπεται : Κρονολόπτου
τὰ πολλά , ἢ τὸ μὲν ἓν μέρος τοῦ ἱστίου ἐντείνεται , τὸ δὲ ἕτερον ἀναστέλλεται οὗ ἂν μὴ χρεία
4264930 καρδιᾳ
οὖν εἰκὸς βραχὺν οὕτως ὄντα τὸν ἀνθρώπινον νοῦν μήνιγγι ἢ καρδίᾳ , βραχέσιν ὄγκοις , ἐγκατειλημμένον μέγεθος οὐρανοῦ καὶ κόσμου
σφυγμώδης γινομένη κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ταῖς ἀρτηρίαις καὶ τῇ καρδίᾳ . κεκραγότων δ ' ἐξαίρεταί τε καὶ διαφυσᾶται πᾶς
4254582 στερουμενος
εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας τείνοντα . οὐκ ὀδυρεῖται δὴ τούτων στερούμενος , ἀλλ ' οἴσει μετρίως : ὅθεν οὐ δεήσεται
πᾶν , ὅ τι ἂν ἐπὶ τοῦ κρείττονος κατηγορῆται , στερούμενος δὲ τῆς οἰκείας δυνάμεως , ἐφ ' ὧν τοῦτο
4248360 παυσον
ἄνθρωπον συκοφάντην καὶ θρασὺν Ἀριστογείτονος μιαρώτερον ἐπιτιθέμενον Στρατηγίῳ τῷ σοφιστῇ παῦσον ἢ πείθων ἢ ἀναγκάζων . ἰσχύεις δὲ ἀμφότερα :
λόγοι εἰς ἔριν καταντῶσιν : ἐγὼ δὲ ποιήσω τοῦτο . παῦσον πολλά μοι λέγειν : περαίνει γὰρ καὶ τελειοῖ τὸν
4230974 λαβου
κλιτικὴν ἔκτασιν συστείλας τὸ ἴδιον προστακτικὸν ποιεῖ , ἐλαβόμην ἐλάβου λαβοῦ , ἐπραθόμην ἐπράθου πραθοῦ : ταῦτα δὲ παραλόγως Ἀττικοὶ
. . πυθοὺ ] περισπῶσιν Ἀττικοὶ τοῦτο , καὶ τὸ λαβοῦ καὶ ἐμοῦ καὶ τὰ ὅμοια . ἔστι δὲ δεύτερος
4229942 κενωθεντος
τε καὶ σωμασκίας οὐ τῆς τυχούσης . τὸ μὲν γὰρ κενωθέντος τοῦ σώματος τῆς τροφῆς ἐπιθυμεῖν φυσικὸν εἶναι , καὶ
τε καὶ σωμασκίας οὐ τῆς τυχούσης . τὸ μὲν γὰρ κενωθέντος τοῦ σώματος τῆς τροφῆς ἐπιθυμεῖν φυσικὸν εἶναι , καὶ
4228316 νυχιος
] ὥσπερ χαλικραίῃ ] χαλᾷ γὰρ τὸ κάρα εὐανάδοτος χαλικραίῃ νύχιος ] χαλώσῃ κάρα ἑωθινός νύχιος ] ὁ νυκτερινός δεδαμασμένος
ἀνεσκευάσμεθ ' , ὥσπερ αἱ τύχαι ; τῶι ξυγγένωμαι ; νύχιος ἢ καθ ' ἡμέραν ; ποίαν ὁδὸν τραπώμεθ '
4218127 καταψυχεται
εἰρημένην αἰτίαν . ὅθεν δ ' ἐκλείπει τὸ θερμόν , καταψύχεται , καὶ διὰ ψύξιν καταπίπτει τὰ βλέφαρα : τὸ
ζωτικὸν πνεῦμα , τούτου δὲ ἐκκρινομένου τό τε ὅλον σῶμα καταψύχεται καὶ πάντα τὰ φυσικὰ ἔργα χείρω γίνεται , διὰ
4216400 περικαρδιον
θυμουμένῳ , ᾗ θυμούμενός ἐστι , τὸ ζεῖν ὑπάρχει τὸ περικάρδιον αἷμα , ἀλλὰ διὰ μέσου τοῦ ὀρέγεσθαι ἀντιλυπῆσαι .
δὲ μὴ προσδέχονται τοὺς ταύρους αἱ βόες , σκίλλης τὸ περικάρδιον τουτέστι τὰ ἁπαλώτατα τῆς σκίλλης καὶ ὡς ἂν εἴποι
4212994 φρονουν
, τοῦτ ' οὐχὶ λήσει τοὺς θεούς : τὸ γὰρ φρονοῦν ἄγαν ἔνεστι . τούσδε τοὺς λόγους λέγων διδαγμάτων ἥδιστον
καὶ πολλὰ καὶ μοχθήρ ' ἀνωφέλητ ' ἐμοὶ τλάσῃτὸ μὴ φρονοῦν γὰρ ὡσπερεὶ βοτὸν τρέφειν ἀνάγκη , πῶς γὰρ οὔ
4209434 πεπαυται
αὐτὸν ἀπέχεσθαι εἶπε τοῦ παίειν ἢ λοιδορεῖσθαί οἱ , ” πέπαυται γὰρ τῶν ἀνοήτων . „ τοῦτο μὲν δὴ τοιοῦτον
ὑπεναντίου τῇ διαθέϲει : διαφορῆϲαι γὰρ χρὴ τὰ περιττώματα καὶ πέπαυται τὸ πάθημα . διαφορηθήϲεται δὲ τρίψει τε πολλῇ καὶ
4206670 ἱεμενῳ
ἄγρης μαψιδίως ἅλιον καὶ ἐτώσιον ἔργον ἄροιντο : ἀλλά οἱ ἱεμένῳ δολιχὴν ἐφιᾶσιν ἄγεσθαι μήρινθον καὶ νῆα κατασπέρχουσιν ἐρετμοῖς ,
στεφανηφοροῦντι καὶ ἀναβεβλημένῳ λαμπρὰ καὶ περιπόρφυρα μύρου τε ἀποπνέοντι καὶ ἱεμένῳ πρὸς θάλαμον , ὅπου περ ἐξέσται τῇ νύμφῃ περιτυχεῖν
4200691 κτυπει
, διαπεπράγμεθ ' : ἐκβαίνει δόμων ἡ θεσπιωιδὸς Θεονόη : κτυπεῖ δόμος κλήιθρων λυθέντων . φεῦγ ' : ἀτὰρ τί
. εἴποις δ ' ἂν καὶ κροτεῖ καὶ ἠχεῖ καὶ κτυπεῖ . κυνήποδες ἔγκοιλοι , στερεοί , κνῆμαι ἄσαρκοι ,
4200240 ἁμαρτωλων
περὶ τῆς ἀπωλείας , ὅταν φονευθῶσιν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν ἁμαρτωλῶν . καὶ οὕτως ἐκτίσθη τοῖς πνεύμασιν τῶν ἀνθρώπων ,
αὐτοῦ κρατῶν σάλπιγγα ἔνδον αὐτῆς κατέχων πῦρ παμφάγον δοκιμαστήριον τῶν ἁμαρτωλῶν . καὶ ὁ μὲν ἀνὴρ ὁ θαυμάσιος ὁ καθήμενος
4192081 προσπεσουσης
ἧττον αὕτη τὸ ὑποκείμενον ὄψεται : καὶ ἡ ἀκοὴ μέντοι προσπεσούσης φωνῆς ἀντιλήψεται πάντως , κἂν ὁ νοῦς φιλονεικῶν διακελεύηται
ἤ σοι δοκεῖ ἄνθρωπος ὑγιαίνων τῇ ψυχῇ λόγον τινὰ ποιεῖσθαι προσπεσούσης ὀδύνης καὶ τραυμάτων ἤ τινος ἄλλης κακουχίας σωμάτων ;
4191604 ὑγρασιη
καὶ θερμὸν ἐμπέσῃ , οὐκ ἔτι γίνεται ἐν τῇσι μήτρῃσιν ὑγρασίη οὐδεμίη , ἥτις τὸ ἐπεισπῖπτον σπέρμα κρατήσει : διὰ
ἡ τροφὴ , μὴ τυχοῦσα ποτοῦ , οὐ πέττεται . ὑγρασίη γὰρ τροφῆς ὄχημα . δεδώκαμεν οὖν καὶ πόμα .
4185011 χαρᾳ
. κραιπνή : ταχεῖα . Γηθοσύνη : χαροπὴ , ἐν χαρᾷ . Λαῖτμα : βαθὺ , κῦμα . κατὰ λαῖτμα
δὲ τὸν ἄνδρα τοῦτον τὴν ἐσχάτην τραγῳδίαν εἰσαγαγόντα καὶ νικήσαντα χαρᾷ περιπεσεῖν ἀνυπερβλήτῳ , δι ' ἣν καὶ τελευτῆσαι .
4182801 ἐπισχεσις
ἐγίνετο τὰ τῆς Σαπφοῦς ἐκεῖνα περὶ αὐτὸν πάντα . Φωνῆς ἐπίσχεσις . ἐρύθημα πυρῶδες . ὄψεων ὑπολήψεις . ἱδρῶτες ὀξεῖς
καταπνίγῃ . μεμαθήκαμεν γὰρ ὅτι καὶ ἀθρόα φορὰ καὶ ἀθρόα ἐπίσχεσις ψύχει , κένωσις μὲν τῇ διαφορήσει , ἐπίσχεσις δὲ
4176365 ἑσπερους
οἱ μὲν Τεῦκρον ἐν τάχει μολεῖν : οἱ δ ' ἑσπέρους ἀγκῶνας , οἱ δ ' ἀντηλίους ζητεῖτ ' ἰόντες
σοῦ ἀδελφοῦ δυστυχίαι . . τείρους ' ] λυποῦσι . ἑσπέρους ] δυτικούς . . ἕστηκε ] ἐστάθη . .
4169418 κακοχρουν
μολύνεται τὸ ἔμφυτον θερμὸν καὶ ὁ ζωτικὸς τόνος καὶ ἐντεῦθεν κακόχρουν γίνεται τὸ πρόσωπον , ἢ δι ' ἀσθένειαν ἐνδεὴς
ἐνδεὴς γίνεται ἡ τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ ἀνάδοσις καὶ διὰ τοῦτο κακόχρουν γίνεται τὸ πρόσωπον . ἀλλὰ καὶ τὸ ἧπαρ σημαίνει
4168022 καρδιαν
τῶν μελῶν : Ἔρως με δαὖτε Κύπριδος ἕκατι γλυκὺς κατείβων καρδίαν ἰαίνει . λέγει δὲ καὶ ὡς τῆς Μεγαλοστράτης οὐ
ῥεόντων , ὡϲ κίνδυνον εἶναι καὶ πρὸϲ τὸν πνεύμονα καὶ καρδίαν ἀφικέϲθαι καί ποτε καὶ εἰϲ τὸν ἐγκέφαλον ἀναδραμεῖν .
4166398 σαλευει
Ἄδωνιν θρηνοῦσα . καὶ σηλάζειν Ἀνακρέων ἐπὶ τοῦ θρηνεῖν . σαλεύει γὰρ , καὶ ταράττει τὴν διάνοιαν ἡ τοιαύτη ὀδύνη
τὴν τρίαιναν , αἰχμὴν τοῦ Ποσειδῶνος , δι ' ἧς σαλεύει τὴν γῆν , διασκεδάσει καὶ ἀφανίσει καὶ διαλύσει .
4164482 προδιδασκει
λέγει τίς ἀτιμόθεος καὶ παραδαίμων , ὃς τάδε λεύσσων οὐ προδιδάσκει ψυχὴν αὑτοῦ θεὸν ἡγεῖσθαι , μετεωρολόγων δ ' ἑκὰς
βαρυδαίμων ] [ ] [ ὃς ] τάδε λεύσσων οὐ προδιδάσκει [ ] ψυχὴν αὑτοῦ θεὸν ἡγεῖσθαι [ ] ,
4161136 μυσαντες
Ἢ οὐκ ἀνάγκη τοῦτό γε : καὶ γὰρ τοῦ ἡλίου μύσαντες ἀφιστάμεθα μὴ ἀφισταμένου , καὶ ὁ ἥλιος ἀνακλᾶται ,
ὕλης πεδιάδος , ἐν δ ' ἐμεστώθη μέγας αἰθήρ : μύσαντες δ ' εἴχομεν θείαν νόσον . Καὶ τοῦδ '
4155230 τεινομενα
σώματι εἶναι , ἵνα μὴ τὰ πολλὰ ἀγγεῖα τοῦ νεφροῦ τεινόμενα ὀδυνήσωσι πλεῖον . τὸ γὰρ ὀδυνώμενον καὶ θερμαινόμενον καὶ
ταναὸν αἰθέρα : τὸν λεπτομερῆ , τροπικῶς : τὰ γὰρ τεινόμενα τῶν σωμάτων λεπτύνεται . τὸ ἀμπάλλεσθε ὡς , ἀνακινουσῶν
4155044 γεγωτες
ἐν βροτοῖσι πολλάκις πλείω πορίζει φίλτρα τοῦ φῦσαι τέκνα θνητοὶ γεγῶτες μὴ φρονεῖθ ' ὑπὲρ θεούς κόλαζε κρίνων , ἀλλὰ
τρόπος . Θεὸς δὲ τοῖς ἀργοῖσιν οὐ παρίσταται . Θνητοὶ γεγῶτες μὴ φρονεῖθ ' ὑπὲρ θεούς . Θεράπευε τὸν δυνάμενον
4154314 ποθουσα
γὰρ κεκλήσῃ γυνή . κἀκείνη περιβλέψασα πάντας ἀπῄει δακρύουσα , ποθοῦσα τὸν Ζαριάδρην ἰδεῖν : ἐπεστάλκει γὰρ αὐτῷ ὅτι μέλλουσιν
οὐδὲν κέρδος ἐν τοῖς κακοῖς ἡ σιωπή : ἡ γὰρ ποθοῦσα : ἡ γὰρ καρδία ἐπιζητοῦσα πάντα ἀκούειν δαπανᾶται :
4143472 διανταιαν
. . ἀντιφόνων ] τῶν ἐξ ἐναντίας γινομένων . . διανταίαν ] τὴν ἀλλήλων ἐξ ἐναντίας γινομένην . . δόμοισι
] διπλῆν . διανταίαν ] δι ' ἐναντίαν ἐλθοῦσαν . διανταίαν ] διόλου . διανταίαν ] διπλῆν ἢ ἐξ ἐναντίας
4141921 ὀλισθων
ἀδηλότερά πως ᾖ τὰ νοήματα , κατὰ κενοῦ βαίνει καὶ ὀλισθὼν πολλάκις μέγα πτῶμα ἔπεσεν , ὡς μηκέτι ἀναστῆναι δύνασθαι
τάφου αὑτοῦ ἐπίγραμμα . ἀναχωρῶν δὲ ἐκεῖθεν , ὄντος πηλοῦ ὀλισθὼν καὶ πεσὼν ἐπὶ τὴν πλευράν , τριταῖος ὥς φασι
4138064 πνευματωδους
ἐκ χρηστοῦ περιττώματος ἐχούσης τὴν γένεσιν , οὔσης δὲ καὶ πνευματώδους , τρόφιμά τε ἅμα χρὴ καὶ πνευματώδη πάντα ὑπάρχειν
ἡ διάνοια , εἴπερ μὴ κατέχηται ὑπερβαλλούσῃ τῇ ἐπικαταφορᾷ τοῦ πνευματώδους ὑγροῦ . ὅλως γὰρ τὸ ἀφ ' ἑκάστης αἰσθήσεως
4130234 καταφρυγει
μικροῦ . ὁμοίω ] ⌈ ἤγουν πάρισα καὶ ἰσοκατάληκτα . καταφρύγει ] διόλου καίει . τοὺς δὲ ζῶντας ] ⌈
καίει . φλέγει , τὸ λεγόμενον τζουρουφαίζει ? ? . καταφρύγει τοὺς πένητας , διότι εἰσὶν ἄστεγοι : οἱ δὲ
4122212 γλιχομενος
τὸ κάλλος καὶ ἀεὶ παρεῖναι θέλων καὶ τῆς παρουσίας αὐτοῦ γλιχόμενος , οὕτω καὶ φίλοι καὶ λέγονται καὶ εἰσὶν οὐχ
' αὐτὰ καὶ τοῦ φωτὸς τοῦ ἐπιθέοντος ἐπ ' αὐτοῖς γλιχόμενος εὐφραίνεται , ὥσπερ κἀπὶ τῶν ἐνταῦθα σωμάτων οὐ τῶν
4105188 καταπινει
' ἡμίοπον [ καὶ τὸν ἐλάσσονα ] ταχέως ὁ μέγας καταπίνει . εἰσὶν δ ' οἱ αὐτοὶ τοῖς παιδικοῖς καλουμένοις
ὑπὸ παιδίου [ . τοῦτ ] ' οὖν δεδοικὼϲ πάντα καταπίνει [ τέκνα . ἐγὼ δ ' ἀπόσιτος ὢν τοιαῦτ
4101844 σκοτωσιν
ὁ δὲ νοῦς : ὑπὸ τῆς λεπτῆς ἐκείνης διὰ τὴν σκότωσιν καταφορᾶς ἔκειτο ἄφωνος . κώματι δὲ ὕπνῳ , ἐκλύσει
πινόμενον ξηρόν , λάθρα , πᾶσαν ἐπιληψίαν καὶ μανίαν καὶ σκότωσιν καὶ πᾶν πάθος ἰᾶται . ὁμοίως καὶ τὸ ἧπαρ
4101747 πηλινον
ἐπιστάτης δὲ χαλκοῦς τρίπους χυτρόποδος ἐκτελῶν χρείαν . οἱ δὲ πήλινον Ἥφαιστον πρὸς ταῖς ἑστίαις ἱδρυμένον ὡς ἔφορον τοῦ πυρός
. διὰ . . . δῖνον ] καυκίον ⌈ τι πήλινον ⌈ εἶχε / [ ἔφερε ] καλούμενον ⌈ δῖνον
4100755 λυπην
ὁ ἐγκρατὴς καὶ ἀκρατής , ἤτοι περὶ πᾶσαν ἡδονὴν καὶ λύπην καταγίνεται ὁ ἐγκρατὴς καὶ ὁ ἀκρατὴς ἢ περί τινας
ἐγράφομεν ἔπραττες , παρεμυθεῖτ ' ἂν τὴν ἀπ ' ἐκείνου λύπην ἡ ἐπὶ τῶν ἄλλων χάρις : νῦν δὲ καὶ
4092921 προσπεσειν
δὲ κόλπος τετυλωμένος καὶ μὴ δυνάμενος χωρὶς χειρουργίας ἢ φαρμακείας προσπεσεῖν . γίνεται δὲ τὰ πολλὰ ἐξ ἀποστημάτων μὴ κατὰ
ἠσπάζετο καὶ ἐξελογεῖτο τῆς ἀνάγκης . οἱ δὲ αὐτὸν καὶ προσπεσεῖν Ἀντωνίῳ νομίζουσιν , ἄπρακτον μὲν ὄντα καὶ ἄτολμον ,
4085358 λωφησῃ
πατρός ] τοῦ σοῦ τὸ Δῖον ] τὸ τοῦ Διός λωφήσῃ ] παύσῃ τοιοῖσδε ] τοιούτοις εὐφρόνας ] νύκτας ὁνείρασιν
, καὶ λουέσθω θερμῷ μὴ πολλῷ . Ἢν δὲ μὴ λωφήσῃ ὁ ῥόος , ἀλλ ' ὑπολείπηται , καὶ ὑγράζωνται
4084962 ἐστερηται
Οὐδεὶς ὑμῶν διὰ τὰς ἐμὰς ἡδονὰς κάκιον οἰκεῖ , οὐδὲ ἐστέρηται τῆς πατρίδος κατηγόρου τυχὼν ὅτ ' ἦσαν αἱ διαψηφίσεις
καὶ γνώσεσθε δὲ αὐτίκα , ὡς οὐδὲ τῆς οἴκοθεν κινήσεως ἐστέρηται τὸ εἰς θεωρίαν προκείμενον ἄγαλμα , ἀλλὰ καὶ ὁμοῦ
4083547 ἀποστῃ
αὑτοῦ ἕνεκα ποιεῖν . ἐπεὶ τί ἐκδέχῃ ; ἵνα τις ἀποστῇ αὑτοῦ καὶ τοῦ ἰδίου συμφέροντος ; καὶ πῶς ἔτι
] ὑποχωρήσει . χωρήσεται ] ἐκστῇ . χωρήσεται ] + ἀποστῇ ἐάσας αὐτάς . χωρήσεται ] ἀπαγήσεται . Ξ ἀλλ
4078732 ἐξαγεις
συνθανεῖν ἂν ἤθελον . ἄκραντ ' ὀδύρηι ταῖσδέ τ ' ἐξάγεις δάκρυ . δοκῶ μέν , αὐταί γ ' εἰσὶν
ὅτι ἐκ τοῦ αὐτοῦ στόματος τὸ θερμὸν καὶ τὸ ψυχρὸν ἐξάγεις . „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι δεῖ φεύγειν
4075836 ὀλεκῃ
τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ; . ὀλέκῃ ] πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] εἰπὲ ποῦ .
οὕτως , εἰ δὲ βαρύνεται , οὕτω : τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ἀμπλακίας ] ἁμαρτίας ποινὰς
4073757 ἀπεχομενων
ἡ μήτρα : κίνδυνος οὖν δι ' ὅλου τῆς συμπλοκῆς ἀπεχομένων αὐτῶν παραπολέσθαι τὴν τῆς ὑστέρας ἐνέργειαν . πρὸς δὲ
ἵππων νομίζω ἂν αὐτοῖς χρήματα ὑπάρξαι καὶ παρὰ τῶν σφόδρα ἀπεχομένων μὴ ἱππεύειν , ὅτι καὶ † οἷς καθίστησι †
4071043 καθευδῃς
ὡς ἔμ ' ἐξηνέγκατε ; ἵνα γ ' , ἢν καθεύδῃς ἀπολογουμένου τινός , ᾄδων ἄνωθεν ἐξεγείρῃ ς ' οὑτοσί
ἀποδύσους ' ἄρα τῶν νυκτῶν ; οὐκ ἢν οἴκοι γε καθεύδῃς : οὐδ ' ἤν γε θύραζ ' ὥσπερ πρότερον
4063742 πνευματος
ἡ φύσις μετὰ τῶν οἰκείων ὀχημάτων , αἵματος λέγω καὶ πνεύματος , ἐκεῖσε ὥρμηται . καὶ διὰ τοῦτο ὅσον ἐστέρηνται
τριβόμενα μόρια , καὶ πρὸς τούτοις ἔτι τὴν καλουμένην τοῦ πνεύματος κατάληψιν . χρὴ δ ' ἔλαιον δαψιλὲς περικεχύσθαι τῷ
4063735 προσεχει
ἐν μεσημβρίᾳ ἀκμάζοντος τοῦ ἡλίου θερμαινόμενος εὐκίνητός ἐστι καὶ συριγμοῖς προσέχει . δράκων ] ὄφις . θείνει ] τύπτει .
, καὶ τὰ μικρὰ μεγάλα ποιεῖ , τὸ σκότος φῶς προσέχει , τὸ γλυκὺ πικρὸν λέγει , καὶ συκοφαντίαν ἐκδιδάσκει
4063124 εὐψυχῳ
ἄνθεσι : οὐ πορεύσῃ , οὐ βαδίζεις : τῇ περισσῶς εὐψύχῳ καὶ εὐθαρσεῖ καὶ εὐτόλμῳ : τῇ κατὰ ψυχὴν ἀρίστῃ
τὰς χρηστὰς ἀφῄρουν ἐλπίδας , ἀλλὰ τῷ τε σφῶν αὐτῶν εὐψύχῳ καὶ τῇ ἐλπίδι τοῦ μέλλοντος τὸ πᾶν ἐπιτρέποντες ,
4062196 δυσμενους
† νέαι τλήμονες εὐνὰν αἰχμάλωτον † ἀνδρὸς εὐτυχοῦντος , ὡς δυσμενοῦς ὑπερτέρου , ἐλπίς ἐστι νύκτερον τέλος μολεῖν , παγκλαύτων
ἀναλογίζεται ἤδη καὶ σκοπεῖ , ὡς οὐ τῷ φόνῳ τοῦ δυσμενοῦς τὸν οἰκεῖον ἀπείληφε ζῶντα . ταῦτα μὲν εἰκόνος χωρὶς
4057891 δυστυχη
' : “ ἐν μιᾶι γὰρ ἡμέραι τὸν εὐτυχῆ τίθησι δυστυχῆ θεός . ” εὖ πάντα ταῦτα , Σμικρίνη .
Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον , τοῦ μὴ πειραθέντος μὲν τῆς ὁμιλίας ,
4051511 κατθανειν
; Τίς δ ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν , τὸ πνεῖν δὲ δειπνεῖν , τὸ δὲ καθεύδειν
φησὶν τίς δ ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν , τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται ; καὶ
4049770 κλυειν
πορθμίδ ' ἀναβοᾶι , καλεῖ δὲ μοῖρα νύχιος , ἧς κλύειν χρεών , . . . ἔρχομαι : τί μ
ἐστρατευκότων οὗτος ὁ ἄγγελος πρὸς ἡμᾶς ἰὼν καὶ φέρων ἡμῖν κλύειν καὶ ἀκούειν σαφές τι πρᾶγος καὶ πρᾶγμα ἐσθλὸν ἢ
4048370 αὐγοειδους
' αὕτη μὲν ἐπιτηδειότητα μόνον καὶ ἀποκάθαρσιν τοῦ ἐν ἡμῖν αὐγοειδοῦς πνεύματος ἐμποιεῖ , δι ' ἣν δυνατοὶ γιγνόμεθα χωρεῖν
φιλοσόφῳ νῷ ἑπομένη . τελεστικὴν δὲ ἐνέργειαν λέγω τὴν τοῦ αὐγοειδοῦς καθαρτικὴν δύναμιν , ἵνα τῆς ὅλης φιλοσοφίας τὸ μὲν
4037439 σπουδηι
πρὸς Ἡρακλέα λέγων : ἔα , τί χρῆμα ; δέρκομαι σπουδῆι τινα δεῦρ ' ἐγκονοῦντα καὶ μάλ ' εὐτόλμωι φρενί
νενομίσθαι , καθ ' ἣν ἡμέραν Ἴων ὁ Ξούθου ἐβοήθησε σπουδῆι πολλῆι πολεμουμένοις Ἀθηναίοις ὑπὸ Εὐμόλπου τοῦ Ποσει - δῶνος
4037394 κασιγνητ
μετὰ τοῦ ζημιῶσαί τινα τῶν ἐχθρῶν καὶ τιμωρήσασθαι : ἐγὼ κασίγνητ ' : τοῦτο αὐτὸ , φησὶ , τὸ τινὰ
διὰ στόμα πτηνοῖσι μύθοις ἀδαπάνως τέρψαι φρένα . ἐγώ , κασίγνητ ' , αὐτὸ τοῦτ ' ἔχειν δοκῶ , σωτηρίαν
4029431 ἀπεγινωσκον
περιεστῶτος κινδύνου . οὐ μὴν κατὰ πᾶν γε τὴν σωτηρίαν ἀπεγίνωσκον , ἀλλὰ προσδοκῶντες συντόμως ἥξειν τοὺς Συρακοσίους καὶ τοὺς
ἐνέπιπτον καὶ τὸ μέγεθος τοῦ διείργοντος πελάγους ἀναλογιζόμενοι τὴν σωτηρίαν ἀπεγίνωσκον . ὁ δ ' Ἀγαθοκλῆς σπεύδων ἀπαλλάξαι τῆς ἀθυμίας
4025394 σχωσι
εἶναι , ἀλλὰ προΐεσθαι τοῖς ποιηταῖς μισθὸν , ὅπως ἂν σχῶσι τῆς ἀρετῆς ἀδιάλειπτον τὴν μνήμην . ὅτι δὲ φιλοκερδὴς
ἀλλ ' ἐξ ἐπιδρομῆς ἢ φυγῆς κερδαίνειν νομίζουσιν ὅπερ ἂν σχῶσι δι ' ἁρπαγῆς . ἡμῖν δὲ καὶ τὸ εὔτακτον
4021473 στυγνης
, γλώσσης ἀκρατής : θολεροὶ δὲ λόγοι παίους ' εἰκῇ στυγνῆς πρὸς κύμασιν ἄτης . ἦ σοφὸς ἦ σοφὸς ἦν
εἰς σωφρονισμὸν τῆς ἐπιστάσης νόσου . καὶ νυκτὸς ἄρτι τῆς στυγνῆς ἁπλουμένης καὶ τοῦ στρατοῦ χαίροντος ἢ καυχωμένου καὶ πρὸς
4018667 πολεμοκραντον
' Ἄπολλον : ὦ φίλε Ἄπολλον καὶ Ἀθηνᾶ καὶ διόθεν πολεμόκραντον . εἰπὼν ὦ Ἄπολλον καὶ δέον εἰπεῖν : ὦ
] συνίζησις . ὦ μάκαιρα ἄνασσα Ὄγκα , τέλος ἁγνὸν πολεμόκραντον διόθεν , ἤτοι ἀπὸ τοῦ Διός , ἐν ταῖς
4017600 κλυοντες
μὲν πόλις εὐτυχῇ , οἱ ἐχθροὶ δὲ πάντες ἡττηθῶσιν . κλύοντες ] ἀκούοντες . λιτὰς ] παρακλήσεις . λιτὰς ]
ταῦτα ἀντιστροφή . ἀντιστροφὴ κώλων εʹ . ἡμέτερα : + κλύοντες θεοί : ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς
4008912 ἀνιαις
τοῦ ἀγρίου σύκου νηδὺν δέ τὴν νηδὺν καίπερ βαρυνομένην ταῖς ἀνίαις καὶ τὰ ἑξῆς . * ἤμυνεν : ἔσωσε εὐρρήχου
, φρεσὶν καταπεπτηῶτας , αὐχμηρούς , ἑὸν ἦτορ ἀεὶ βλάπτοντας ἀνίαις . ἀλλ ' Ἄρης οἴκοισι Κρόνου πολιοῖο βεβηκὼς πανθαρσεῖς
4002650 ἐπειγεται
καὶ γοῦνα καὶ ἰξύν . Ἡ δὲ καὶ αὐτὴ παιδὸς ἐπείγεται εἰδώλοιο δειλὴ Κασσιέπεια : τὰ δ ' οὐκέτι οἱ
, δοκῶν τι δρᾶν . οὔκουν ὁρᾶις μου κῶλον ὡς ἐπείγεται ; ὁρῶ δοκοῦντα μᾶλλον ἢ σπεύδοντά σε . οὐ
3996694 ἐξορμᾳ
διάκοσμον , κατὰ τοὺς νεοττοὺς τῶν στρουθίων πτερυγίζει τε καὶ ἐξορμᾷ , γῆς μὲν ἀφίπτασθαι , ἀέρος δ ' ἐπιβαίνειν
τε γὰρ καὶ πνεύματος ἐμπιπλᾶσι τὸ αἷμα , ὃ δὴ ἐξορμᾷ πρὸς ἀφροδίσια . τῷ μέλλοντι δ ' ἀφροδισιάζειν πλησμονὰς
3993681 ἐλπιζομενος
θαλάσσης ἐραστής . Χρυσοῦν φορτίον , ἡδονῶν ὑπηρέτης , φόβος ἐλπιζόμενος , ἀπόλαυσις ἄνευ φροντίδος , συνεστιώμενος φθόνος , καθημερινὴ
γάρ ἐστιν ὁ ἐπίσημος , ἐπίδοξος δὲ ὁ προσδοκώμενος καὶ ἐλπιζόμενος . ἕνεκα καὶ χάριν διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ
3991786 ἀνιαρον
καὶ συνεξετάζεσθαί σοι ἕτοιμος ἐπὶ τῆς δίκης . Ἀλλὰ ἐκεῖνο ἀνιαρόν , ὦ Πολύστρατε , ὅτι μὴ ἐκείνης παρούσης ποιήσομαι
αἰσχυνόμενοι θυλήμασι κρύπτετε πολλοῖς ; Νὴ τὴν Δήμητρ ' , ἀνιαρόν γ ' ἦν τὸ κακῶς ᾄδοντος ἀκούειν : βουλοίμην

Back