νικάσαις ἐν ἀγῶνι περικτιόνων ; ἐπέξαθ ' ὁ Κριὸς οὐκ ἀεικέως ἐλθὼν ἐς εὔδενδρον ἀγλαὸν Διὸς τέμενος . ὡς ὁπόταν
τοῦτο τὸ μέλος Σιμωνίδου . . . ⌈ ἀεικείως [ ἀεικέως ] . . . ⌈ παλαιστὴς αἰγινήτης . [
9759288 ἐπεξαθ
Θ ᾆσαι Σιμωνίδου μέλος Θ : Σιμωνίδου Θ ἐξ ἐπινίκου ἐπέξαθ ' ὁ Κριὸς οὐκ ἀεικέως . ἦν δὲ παλαιστὴς
. ὁ Σιμωνίδης , ὃς ἦν ποιητὴς λυρικός . ” ἐπέξαθ ' ὁ Κριὸς οὐκ ἀεικέως ἐλθὼν εἰς δένδρον ἀγαθὸν
5128221 ἀποβλεπον
μυστικόν , ὑποτακτικόν , δίσωμον , ἀνθρωποειδές , στειρῶδες , ἀποβλέπον εἰς τὸν λίβα , ἀπόκλιμα κόσμου , οἶκος Ἑρμοῦ
, ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν , ἀποβλέπον εἰς τὸν ἀπηλιώτην οἶκος Ἡλίου , ὕψωμα καὶ ταπείνωμα
4977437 ἀσελγες
αὔθαδες προσεγίνετο μηδ ' ὄψει δυναμένοις ἰδεῖν , οὓς ἔμελλον ἀσελγές τι πράττοντες αἰσχύνεσθαι . Ἐρημουμένης δὲ τοῦ κρείττονος ἔθνους
πολιτικόν , δημόσιον , στειρῶδες , τετράπουν , μελοκοπούμενον , ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν , ἀποβλέπον
4930837 ἀιεις
κατὰ γᾶν χρυσέαι πτέρυγι φέρηι , τάδε Πενθέως ἀίεις ; ἀίεις οὐχ ὁσίαν ὕβριν ἐς τὸν Βρόμιον , τὸν Σεμέλας
πένθεϊ θυμὸν δάμνασο θηλυτέρῃσιν ἴσον γοόωσα γυναιξίν . Ἦ οὐκ ἀίεις ὅτι πάντας ὅσοι χθονὶ ναιετάουσιν ἀνθρώπους ὀλοὴ περιπέπταται ἄσχετος
4911500 συνεδησεν
κάτω κατὰ τὸ ὑλικόν , ὡς καὶ ὁ Πλάτων λέγει συνέδησεν ὁ θεὸς τὰς κορυφὰς τῶν πραγμάτων ἄνω τε καὶ
ἄγκυρα ἐκπίπτουσα τῆς Σιδονίας ἐς τὴν Ῥοδίαν ἐπάγη τε καὶ συνέδησεν ἄμφω πρὸς ἀλλήλας , ὅθεν ἦν ὁ ἀγὼν ἀτρεμούντων
4905922 Κριος
, Αἰγόκερως , γαίης τε καὶ ὕδατος ἀμφίβιος θήρ , Κριὸς ὅ τ ' οὐρανίου κορυφῆς ὅρος , εἴαρος ἀρχή
ἀνεδήσατο , νικάσαις ἐν ἀγῶνι περικτιόνων ; ἐπέξαθ ' ὁ Κριὸς οὐκ ἀεικέως ἐλθὼν ἐς εὔδενδρον ἀγλαὸν Διὸς τέμενος .
4874503 ἀλφωδες
κάθυγρον , μελοκοπούμενον , λεπιδωτόν , ποικίλον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες , ἄστατον , ἀσελγές , ὀχλικόν , πτερωτόν ,
πλάγιον , χειμερινόν , ἀμφίβιον , γηθαλάσσιον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες , φθοροποιόν , ἄγονον , κατωφερές , κατεψυγμένον ,
4848580 λεπρωδες
τροπικόν , πλάγιον , χειμερινόν , ἀμφίβιον , γηθαλάσσιον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες , φθοροποιόν , ἄγονον , κατωφερές ,
ἄγονον , κάθυγρον καὶ κυρτῶδες , ἡμιτελὲς , γεωργικὸν , λεπρῶδες , ἐψυγμένον , αἰνιγματῶδες , ἀσελγὲς , κατωφερὲς ,
4846799 ταπεινωμα
κριός , καὶ πρὸς ἀκρίβειαν ἡ ἐννεακαιδεκάτη τούτου μοῖρα , ταπείνωμα δὲ τὸ διαμετροῦν ζῴδιον , σελήνης δὲ πάλιν ὕψωμα
: οἶκος Ἀφροδίτης , ὕψωμα Κρόνου περὶ μοίρας καʹ , ταπείνωμα Ἡλίου περὶ μοίρας ιθʹ , ἐναντίωμα Ἄρεως , τρίγωνον
4845208 Σκορπιον
' ἐμμενὲς εὖ ἐπαρηρὼς ποσσὶν ἐπιθλίβει μέγα θηρίον ἀμφοτέροισιν , Σκορπίον , ὀφθαλμοῖς τε καὶ ἐν θώρηκι βεβηκὼς ὀρθός .
ἢ κιρσούς . Τὸ δ ' ἐφεξῆς τούτῳ δωδεκατημόριον ὠνόμασαν Σκορπίον καὶ τούτου τὴν κυρείαν τῶν αἰδοίων ἀνέθεσαν , ἔστι
4843511 κορυδον
, κεκραγμὸς δὲ δόκιμον . Κορυδαλὸν Εὔβουλος , σὺ δὲ κορυδὸν γράφε . Καμμύειν Ἄλεξις , σὺ δὲ καταμύειν γράφε
πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας : ὃς ἔφασκε λέγων κορυδὸν πάντων πρώτην ὄρνιθα γενέσθαι , προτέραν τῆς γῆς :
4837739 μεγαλωνυμον
, ταρακτήν , κινητήν . , ἤγουν τὸν Ποσειδῶνα . μεγαλώνυμον ] ἔνδοξον , τὸν μέγα ὄνομα ἔχοντα , μεγαλόδοξον
, γῆς τε καὶ ἁλμυρᾶς θαλάσσης ἄγριον μοχλευτήν : καὶ μεγαλώνυμον ἡμέτερον πατέρ ' Αἰθέρα σεμνότατον , βιοθρέμμονα πάντων :
4794787 δισωμον
εἰς ἀδελφοὺς ἤ τινας συγγενεῖς , εἰ δὲ οὐκ ἔστι δίσωμον εἰς ἕνα μόνον ἐξετέθη τὸ κλαπέν , καὶ ἐὰν
εἰς ἀδελφοὺς ἤ τινας συγγενεῖς , εἰ δὲ οὐκ ἔστι δίσωμον εἰς ἕνα μόνον ἐξετέθη τὸ κλαπέν , καὶ ἐὰν
4788568 ἀνωφερες
Ἀθηναίων . ἦν γὰρ τὸ χωρίον ἐπάντες : ἀπόκρημνον καὶ ἀνωφερές . παιανίσαντες : δύο παιᾶνες ἦσαν , Ἐνυάλιος ,
μονογενές : ἐστὶ δὲ ἄφωνον , κατάψυχρον , ἐλεύθερον , ἀνωφερές , θηλυνόμενον , ἀμετάβλητον , κακόν , ὀλιγόγονον ,
4716505 κατωφερες
ὂν ἢ μένειν ἢ κυκλοφορεῖσθαι , τὸ δὲ ἀνωφερὲς ἢ κατωφερὲς τῶν μὴ ἐν οἰκείοις ὄντων εἶναι τόποις τὸν οἰκεῖον
ἦν ἐκεῖσε : ἐμπόριον γάρ ἐστι , καὶ διὰ τὸ κατωφερὲς τῶν ναυτῶν ἐκεῖσε ἔτρεχον αἱ πόρναι . οὐ κατορύξεις
4673749 ἡμερινον
, εὐαδεῖς . Ἑνδέκατον ζῴδιόν ἐστιν Ὑδροχόος , ἀρσενικόν , ἡμερινόν , πλάγιον , φωνῆεν , δροσογόνον , στερεόν ,
καὶ τὰ περὶ αὐτὴν κατανοεῖται , ἔστιν οἶκος Ἡλίου , ἡμερινόν , τετράπουν , στειρῶδες , βασιλικόν , ἀρσενικόν ,
4668108 ὑψωμα
ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἀποκλιμάτων νοείσθω . Ἀπὸ δὲ ὑψώματος εἰς ὕψωμα παράδοσις γινομένη ἀγαθοποιῶν ἐπόντων ἢ μαρτυρούντων δοξαστικὴ καὶ ἐπωφελής
, ὃ εἰς στῆθος καὶ πλευρὰς παραλαμβάνεται : καί ἐστιν ὕψωμα τοῦ Διὸς περὶ ιεʹ μοῖραν μάλιστα , οἶκος Σελήνης
4628213 ἀνθρωποειδες
πνιγήσεται ἐν ὕδατι ὁ γεννη - θείς : εἰ δὲ ἀνθρωποειδές ἐστιν , παρ ' ἀνθρώπων πνιγήσεται ἢ ἀγχόνῃ ἢ
ἔστιν Ἑρμοῦ οἶκος , δίσωμον , ἀρσενικόν , λογικόν , ἀνθρωποειδές . καὶ καθόλου μὲν εὐκρασίας ποιητικόν , κατὰ μέρος
4618952 μελοκοπουμενον
ἀνωφερές , πολιτικόν , δημόσιον , στειρῶδες , τετράπουν , μελοκοπούμενον , ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν
ἀγαθόν , εὐμετάβολον , πολύγονον , συνουσιαστικόν , κάθυγρον , μελοκοπούμενον , λεπιδωτόν , ποικίλον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες ,
4615986 πτηνος
ἱππεύειν μαθεῖν ὡς νομίζω , ἢν ἱππεὺς γένωμαι , ἄνθρωπος πτηνὸς ἔσεσθαι . νῦν μὲν γὰρ ἔγωγε ἀγαπῶ ἤν γ
ἀποτμηθείσης δὲ τῆς κεφαλῆς , ἐκ τῆς Γοργόνος ἐξέθορε Πήγασος πτηνὸς ἵππος , καὶ Χρυσάωρ ὁ Γηρυόνου πατήρ : τούτους
4606472 διφυες
Ἀργώ , ἀγαθόν , πτερωτόν , εὐμετάβολον , δίσωμον , διφυές , αἰνιγματῶδες , ὀλιγόγονον , ἡμιτελές , ἡγεμονικόν ,
καὶ ἔχειν . Ὕαινα ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἀνήμερον , διφυές . τὸ γὰρ ζῷον τοῦτο γεννᾶται θῆλυ καὶ μετ
4605924 παιανικον
οὐκ οἶδ ' εἴ τίς τι κατιδεῖν ἐν τούτοις δύναται παιανικὸν ἰδίωμα , σαφῶς ὁμολογοῦντος τοῦ πεποιηκότος τετελευτηκέναι τὸν Ἑρμείαν
ἠελίου χήρωσεν αὐγάς . οὐκ ἔχει δ ' οὐδὲ τὸ παιανικὸν ἐπίρρημα , καθάπερ ὁ εἰς Λύσανδρον τὸν Σπαρτιάτην γραφεὶς
4592127 ὀλιγογονον
ἰσημερινόν , ἀνωφερές , τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , πυρῶδες , κόσμου μεσουράνημα
ἀρρενικὸν , βασιλικὸν , ἀνωφερὲς , τετράπουν , χερσαῖον , ὀλιγόγονον , εὐμετάβλητον λίαν θυμικόν τε καὶ τροπικὸν , ἐαρινὸν
4589388 πορθμευει
τῶν πλανήτων : τί ποτ ' ἄρα ὁ ἀστὴρ ὅδε πορθμεύει σείριος ; ἔνιοι δὲ Σειρῆνας οὐ τοὺς ἀστέρας λέγεσθαί
Ὑγίεια μυρίαις παγαῖς δακρύων ἀχέων τε βρύει , Ἀχέρων ἄχεα πορθμεύει βροτοῖσιν . Ὕπνος δὲ χαίρων ὀμμάτων αὐγαῖς , ἀναπεπταμένοις
4584014 Ταμυνας
προσεποιοῦνθ ' ὑμῖν εἶναι φίλοι , ἐπειδὴ δὲ τάχιστα εἰς Ταμύνας παρήλθομεν , καὶ τὸ Κοτύλαιον ὀνομαζόμενον ὅρος ὑπερεβάλομεν ,
ἐν Ταμύναις μάχης ἐνίκων Ἀθηναῖοι Ἐρετριεῖς . . . . Ταμύνας ] Ταμύνη πόλις τῆς Εὐβοίας . Κοτύλαιον δὲ ὄρος
4567572 Βελλεροφοντην
τῶν κάτω καταφρονῶν ἄνθρωπος δηλαδή , καὶ οἷον ὑπερπηδῶν . Βελλεροφόντην δέ φησι τὸν φονεύοντα τὰ κακά : ὑπερενίκησε γὰρ
καὶ Εὐριπίδης περὶ τῆς Σθενεβοίας φησίν , ἐπειδὴ νομίζει τὸν Βελλεροφόντην τεθνάναι : πεσὸν δέ νιν λέληθεν οὐδὲν ἐκ χερός
4558200 χερσαιον
πάντων σχεδὸν τῶν θηρίων ἰσχυρότατον . ποτάμιον δὲ ὑπάρχον καὶ χερσαῖον τὰς μὲν ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι ποιεῖ γυμναζόμενον κατὰ
τροπικόν , ἐαρινόν , ἰσημερινόν , ἀνωφερές , τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν ,
4548028 ἀϊεις
νηπιάας ὀχέειν , ἐπεὶ οὐκέτι τηλίκος ἐσσί . ἦ οὐκ ἀΐεις οἷον κλέος ἔλλαβε δῖος Ὀρέστης πάντας ἐπ ' ἀνθρώπους
Δευκαλίωνος . σοὶ λέγω , ὦ καλὲ Κριτία , οὐκ ἀΐεις ἐμοῦ ἐπιβοωμένου τὰ πολλὰ καὶ ἐς βραχὺ γειτνιάσαντος ;
4535191 λιβα
τῷ τόπῳ ἀνίσταται τὸ κῦμα , καὶ μάλιστα περὶ τὸν λίβα , ὁπόταν ἐπιλάβῃ καὶ τοῦ νότου : κατ '
ὅμοιον καὶ τὸ ἀνιηρέστερον καὶ παρ ' Αἰσχύλῳ τὸ ἀφθονέστερον λίβα . καὶ Ἐπίχαρμος δὲ εὐωνέστερον ἔφη . καὶ Ὑπερίδης
4524795 Ὑδροχοον
Κρόνου καὶ τῷ τοῦ Διός . Τῶν δὲ περὶ τὸν Ὑδροχόον οἱ μὲν ἐν τοῖς ὤμοις ὁμοίως διατιθέασι τῷ τε
ἀλλ ' ἔτι ταύτης αἱ κατὰ τοὺς Διδύμους καὶ τὸν Ὑδροχόον περιγειότεραι καὶ ἀλλήλαις ἔγγιστα ἴσαι , δῆλον , ὅτι
4512502 νυκτερινον
ἀποστερῶν , ἀπεῖπε πρὸς τοὺς μεθ ' ἡμέραν ἀγῶνας καὶ νυκτερινὸν ἐσκέψατο δόλον καθεύδειν ὑπὸ τῶν κακῶν οὐ δυνάμενος καὶ
δ ' ἐχθρὴν σκυλάκεσσιν ἀρειοτέροις τε κύνεσσι : τὸν μὲν νυκτερινὸν διὰ γαστρὸς ἄφυκτον ἐρωὴν ἀρνειῶν ἐρίφων τε πολυπλόκον ἁρπακτῆρα
4497366 ἐαι
πάλλευκον κάρα . ἔα : τίς οὗτος σῶμα τοὐμὸν οὐκ ἐᾶι κεῖσθαι ; τί κινεῖς μ ' , ὅστις εἶ
] ! οϲοϲτιϲε [ Χῖοϲ παραϲτὰϲ ⌋ Κῶιον ⌊ οὐκ ἐᾶι λέγειν ] ν ? τοιοῖϲδε ϲυν ! [ ]
4495270 ἐξευρημενον
, εἶναι δὲ καὶ πρὸς τὰς ἐπιθυμίας ἄλλο γένος μελοποιίας ἐξευρημένον . χρῆσθαι δὲ καὶ ὀρχήσεσιν . ὀργάνῳ δὲ χρῆσθαι
τούτων τὸν ἀκροατὴν προσδέξασθαι ὡς κάλλιστα καὶ ἐντελέστατα τὸν λόγον ἐξευρημένον . καὶ ἔστιν ἀρχὴ τοῦ προοιμίου : ἐγὼ τοίνυν
4488798 διατεταμενον
τὸ ὄργανον ᾧ διέρχεται τὸ πνεῦμα , καὶ πᾶν τὸ διατεταμένον εἰς εὐθύτητα σχῆμα αὐλὸν καλοῦμεν ὥσπερ τὸ στάδιον καὶ
δόξα , μάζα , πίσσα , δίψα . Πᾶν τὸ διατεταμένον εἰς εὐθύτητα σχῆμα αὐλὸν καλοῦμεν , ὥσπερ τὸ στάδιον
4470690 ὀχλικον
ἀλφῶδες , ἄφωνον , ἀμετάβλητον , ποικίλον καὶ λεπρῶδες , ὀχλικόν τε καὶ πτερωτὸν , καταφερὲς , ὑγρῶδες , κόσμου
λέγεται δὲ οἷον ἀνάβη τις οὖσα . | ἀγωνιστικόν : ὀχλικόν . καὶ γὰρ ὁ ἀγὼν ἀπὸ τῆς ὀχλήσεως .
4469629 Ὠριωνα
οὐρὰν τοῦ ἐχομένου Ὄφεως , τῶν δὲ πρὸς νότον τὸν Ὠρίωνα ὅλον , καὶ τοῦ νοτίου Ἰχθύος τὸ πρὸς τὴν
ἀρχαγὸν ] κόσμεισα [ λόγυς ] , πολλὰ δ ' Ὠρίωνα [ ] μέγαν κὴ πεντείκοντ [ ' ] οὑψιβίας
4467743 ὀρνιθα
ἀλάστορον ἱερεῖτιν οὔτοι γυναιξὶ – κυδάζεσθαι . τί γάρ ; ὄρνιθα δ ' οὐ ποιῶ σε τῆς ἐμῆς ὁδοῦ μήποτε
ὅτι καταφανὴς ἔσται . τὴν γὰρ χελιδόνα σύντροφόν τε εἶναι ὄρνιθα καὶ εὔνουν ἀνθρώποις καὶ λάλον μᾶλλον ἢ ἄλλην ὄρνιθα
4437120 μετεβληθη
ἀπὸ τούτου δὲ καὶ τῇ μεγίστῃ τῶν ἐν Βιθυνίᾳ πόλεων μετεβλήθη τὸ ὄνομα , Ἀστακῷ τὰ πρὸ τούτου καλουμένῃ :
ἐπειδὴ ὑπὸ Διὸς ἐρασθεῖσα Ἰὼ εἰς βοῦν ὑπ ' αὐτοῦ μετεβλήθη ἵνα λάθῃ τὴν Ἥραν , γνοῦσα αὕτη φύλακα ταύτῃ
4426421 ἡμιτελες
Χρυσὶς ἱέρεια ʃ τὸ ὄγδοον ἐπλήρωσε , τὸ δὲ ἔννατον ἡμιτελὲς ἦν ἀμφιδήριτος : ἀμφίβολος . ʃ ἀμφισβητήσιμος ἀγχωμάλου :
οἰκήτορας εἰς τὴν οἰκείαν ἑκάστου ἀπέλυσε , τὸ δὲ κτίσμα ἡμιτελὲς ἔτι ὂν κατέσπασε προσβαλὼν καὶ μικρὰν κώμην κατέλιπεν ,
4424526 αὐλητικον
καὶ μέρη τῆς ἐπιστήμης , τό τε ναυστὸν καὶ τὸ αὐλητικὸν , καὶ τὸ κιθαρικὸν καὶ ἡ τετρακτὺς τῶν στοχῶν
* ἐκπέμπουσαι συριγμόν , ἐξ ὧνπερ Ἀθηνᾶ κατὰ Πίνδαρον τὸν αὐλητικὸν καλούμενον πολυκέφαλον εὗρε νόμον . Περσεὺς δὲ τότε τῇ
4423830 Ἱπποκενταυρος
καὶ πρὸς νεφέλην παρεικασθείσῃ προσδραμεῖν καὶ μιγῆναι , ὅθεν καὶ Ἱπποκένταυρος γέγονε : Σίσυφος δὲ πέτρον μέγιστον εἰς ἀνάντη τόπον
. Ὅσα τεράστια ἐστὶ καὶ οὐδαμῶς ἐνδεχόμενα γενέσθαι , ὡς Ἱπποκένταυρος καὶ Σκύλλα , ψευδεῖς τὰς προσδοκίας ἔσεσθαι σημαίνει ,
4417019 μεσουρανουντα
ὁρῶμεν αὐτὸν διὰ παχυτέρου τοῦ ἀέρος καὶ νοτερωτέρου μᾶλλον , μεσουρανοῦντα δὲ διὰ καθαρωτέρου . Καὶ οὕτως ἐνταῦθα μὲν ἡ
ἔσται ὁ ἐχθρός . [ Πάσης πόλεως ἐχούσης τὸν Ἄρην μεσουρανοῦντα οἱ βασιλεῖς σπάθαις ἀναιροῦνται ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον .
4407842 Λεοντα
. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἀκούσαντες ταῦτα ἀνέπεμψαν Τιμαγόραν τε καὶ Λέοντα . ἐπεὶ δὲ ἐκεῖ ἐγένοντο , πολὺ ἐπλεονέκτει ὁ
τοῦ Σοφοκλέους τοῦ Λέοντος τούτους τε ἐς τὸν τέταρτον πρόγονον Λέοντα δᾳδούχους πάντας ὑπῆρξε γενέσθαι καὶ παρὰ τὸν βίον τὸν
4400720 ὡρονομον
. ὣς δ ' αὕτως ἀτροφεῖς καὶ ὅσοις ἔπι γεινομένοισιν ὡρονόμον διέπει Φαίνων , δῦνον δέ τε κέντρον Ἄρης ,
. Ὁ δὲ Ἀνουβίων ἐν τοῖς ἐλεγείοις τάδε φησίν : ὡρονόμον δὲ μάθοις ὥρης ἄτερ ἄστρασιν ἄλλοις σκεπτόμενος Μήνην καὶ
4396746 Τοξοτην
γὰρ Διὶ συναιρετιστῇ ὄντι καὶ τριγώνου συμπάθειαν κεκτημένῳ διὰ τὸν Τοξότην ὁ Ἥλιος τὴν ἡμίσειαν τῶν ρκʹ ἐτῶν ἐμέρισε καὶ
δόξει κινεῖσθαι περὶ τοὺς Διδύμους , βραδύτατα δὲ περὶ τὸν Τοξότην : φαίνεται δὲ τοὐναντίον : οὐκ ἄρα , τοῦ
4383464 Παρθενον
κἂν εἴκοσι καὶ πλέον : ὅταν δὲ πρὸς τὴν κάλλιστον Παρθένον ἔλθῃ τόπων , ἀμφίκυρτος ἐνναήμερος γνωρίζεται τοῖς πᾶσιν ,
. ὁ δὲ Ἄρατος : δὲ ποσσὶν ὕπο σκέπτοιο Βοώτεω Παρθένον . Ἐπὶ δὲ τοῦ Ἐνγόνασιν ὁ μὲν Εὔδοξός φησι
4368623 ἐπιεικτον
γὰρ μάλα κέντρον ἐν ἄρσεσιν εἰς Ἀφροδίτην , ὀστέον οὐκ ἐπιεικτόν , ἀτερπέϊ θήγεται εὐνῇ . τοὔνεκα μάρνανταί τε παλιγνάμπτοισί
. οἶσθα μέν , οἷον ἐμὸν μένος ἔμπεδον οὐδ ' ἐπιεικτόν : ἕξω δ ' ὡς ὅτε τις στερεὴ λίθος
4368023 δολιον
βόσκον . . ὁ δὲ πορεύεται ] πρὸ ὀφθαλμῶν . δόλιον ] κακὸν , εἰς οἶστρον γάρ με φανεὶς ἐπαίρει
ταπεινόν . ἐπεί τοι καὶ τὸν Ὀδυσσέα εἰσῆγε δριμὺν καὶ δόλιον ὡς ἐν τοῖς τότε , πολὺ δὲ ἀπέχοντα τῆς
4366362 συνουσιαστικον
ὁ : δ ' ὄνος χθόνιον ὡς Τυφῶνι φίλον καὶ συνουσιαστικόν : ἡ δὲ σελήνη μέση ἀμφοῖν , γῆς μὲν
, ἕτεροι ἀπ ' ἐκείνου πᾶνά φασι τὸν καταφερῆ καὶ συνουσιαστικόν , ὅθεν παρὰ Καλλιμάχῳ τὸ πᾶν τρύπανον αἰπολικόν .
4364174 Συριγξ
Συρηκόσιος ἤκμασεν ἐπὶ Πτολεμαίου τοῦ Φιλαδέλφου . τὸ ἐπιγραμμάτιον ἡ Σῦριγξ τοῦ Θεοκρίτου συνέστηκεν ἐκ μέτρων ὅλων μὲν δακτυλικῶν ,
. Χελιδόνος κόπρος μεθ ' ὕδατος ἐπιχριόμενος οὐλὰς λευκαίνει . Σῦριγξ ὠνόμασται μὲν κατὰ μεταφορὰν ἀπὸ τῶν συρίγγων τῶν ἐκ
4363729 Αἰγοκερωτα
Ζυγὸς πρὸς Ταῦρον : Αἰγόκερως πρὸς Ὑδροχόον καὶ Ὑδροχόος πρὸς Αἰγοκέρωτα . τῶν δὲ ἰσαναφόρων ζῳδίων αἱ τάξεις εἰσὶν αἵδε
κύκλων , τοῦ χειμερινοῦ [ τροπικοῦ ἐφάπτεται ] κατὰ τὸν Αἰγοκέρωτα , τοῦ δὲ θερινοῦ κατὰ τὸν Καρκίνον . τοῦ
4360469 ἀασατο
καὶ δείν ' ἔρξ ? ? [ ' , ἐπεὶ ἀάσατο ] ? μέγα θυμῶι , ὁππότε φάρμακον ! [
ὧδέ πως : ἢ λάθετ ' ἢ οὐκ ἐνόησεν , ἀάσατο δὲ μέγα θυμῷ : καὶ Εὐριπίδης : Καλυδὼν μὲν
4358402 Ταυρος
Τοξότης ἢ Ἰχθύες ἢ Δίδυμοι οὐχ εὑρεθήσεται ὁ φυγών . Ταῦρος ἔχων τὴν Σελήνην ἢ τὸν ὡροσκόπον τὸν φυγόντα κομίζει
ὅροι δὲ τῆς Ἰνδῶν γῆς πρὸς μὲν βορέου ἀνέμου ὁ Ταῦρος τὸ ὄρος . καλέεται δὲ οὐ Ταῦρος ἔτι ἐν
4346890 ἀνθιστασαι
σοι γέγονεν [ ] ἢ ? τί σοι ὤφθη ; ἀνθίστασαι [ ] ? γὰρ ἡμῶν τῶι [ νόμωι ]
, εἰς τὸν περὶ τοῦ κάλλους ἀγῶνα πρὸς Σωκράτην οὐκ ἀνθίστασαι ; Νὴ Δί ' , ἔφη ὁ Σωκράτης ,
4336418 Κηϋκα
ᾧ καθεζόμενος τοὺς παριόντας διεπόρθμευεν . Ἀπερχόμενος δὲ Ἡρακλῆς πρὸς Κήϋκα εἰς Τραχῖνα ἧκε † μεθ ' ἑαυτοῦ καὶ Δηϊάνειραν
, σκέψιν ἔχων τὴν εἰς τὴν Τραχῖνα πρὸς τὸν βασιλέα Κήϋκα ἄφιξιν : ὃν ἀνελὼν αὖθις τὸν Ἄρεα ὑπερασπίζοντα τοῦ
4332944 ἐφαρμοσει
οὐκ ἐφαρμόσει καὶ τὸ ΑΕΒ τμῆμα ἐπὶ τὸ ΓΖΔ : ἐφαρμόσει ἄρα , καὶ ἴσον αὐτῷ ἔσται . Τὰ ἄρα
τῇ ΓΔ : τῆς δὲ ΑΒ ἐπὶ τὴν ΓΔ ἐφαρμοσάσης ἐφαρμόσει καὶ τὸ ΑΕΒ τμῆμα ἐπὶ τὸ ΓΖΔ . εἰ
4326230 ἀστερα
τὸν αὐτὸν τοῖς ἄλλοις τῆς ἐποχῆς χρόνον τὸν τοῦ Διὸς ἀστέρα μέσως κατὰ μῆκος μὲν ἐπέχοντα Χηλῶν μοίρας δ μα
φασίν , ἕνα τινὰ τῶν ἐν τῷ ζῳδιακῷ κύκλῳ λαμπρὸν ἀστέρα παρατηρήσαντες ἀνατέλλοντα οἱ πάλαι , εἶτα ἀμφορέα τετρημένον πληρώσαντες
4323119 πατων
σέβων ; Οὐ γὰρ σέβεις , τιμάς γε τὰς θεῶν πατῶν . Ὦ μιαρὸν ἦθος καὶ γυναικὸς ὕστερον . Οὔ
καὶ ὁ ταώς . Γλύφεται οὖν ἐπὶ τοῦ λίθου ταὼς πατῶν τρυγόνα θαλασσίαν , καὶ ὑπὸ τὸν λίθον ἡ φωνὴ
4320383 στειρωδες
θῆλυ , προστάσσον , λογικόν , φωνῆεν , ἀνθρωποειδές , στειρῶδες , δίσωμον , πτερωτόν . καὶ καθόλου μέν ἐστι
θυμικόν , δυσυπότακτον , ἀνωφερές , πολιτικόν , δημόσιον , στειρῶδες , τετράπουν , μελοκοπούμενον , ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου
4319695 ἀπολιβαξεις
ἐμπιεῖν : ἔγχει δ ' ἐπιθεὶς τὸν ἡθμόν . οὐκ ἀπολιβάξεις καὶ τριγώνους καὶ λύρας ; ἀντ ' ἀστραγάλων κονδύλοισι
Φιλῖνος οὗτος , τί ἄρα πρὸς ταύτην βλέπεις ; οὐκ ἀπολιβάξεις εἰς ἀποικίαν τινά ; Συρακόσιος δ ' ἔοικεν ,
4318644 ἀπιθησε
ἁρπάξαις ἀρούρας δεξιτερᾷ προτυχὸν ξένιον μάστευσε δοῦναι , οὐδ ' ἀπίθησέ ἱν , ἀλλ ' ἥρως ἐπ ' ἀκταῖσιν θορών
τῆς νεὼς τὴν βῶλον παρὰ Τρίτωνος λαβεῖν . οὐδ ' ἀπίθησέ νιν : παθητικῶς : οὐκ ἀπειθῆ αὐτὸν πεποίηκε πρὸς
4317592 αἰνιγματωδες
θυσιῶν μετέχουσιν , οὐδὲ καταβαλόντες ἡμῖν τὸ μετοίκιον . Μηδὲν αἰνιγματῶδες , ὦ Μῶμε , ἀλλὰ σαφῶς καὶ διαρρήδην λέγε
, δουλικόν , κακῶν αἴτιον , ἀσελγές , λατρευτικόν , αἰνιγματῶδες , διφυές , κάθυγρον , ἡμιτελές , κυρτοειδές ,
4317282 κομητην
τερπνοῖς πόνοις . αἱ μὲν γὰρ αὐτῶν θύρσον ἐκλελοιπότα κισσῶι κομήτην αὖθις ἐξανέστεφον , αἱ δ ' ἐκλιποῦσαι ποικίλ '
τινας τῶν πολιτευομένων βούλεται . κᾆτ ' ἢν μὲν ἴδωσι κομήτην : Κλεῖτον λέγει , ὃς ἦν ἐπὶ κόμῃ σκωπτόμενος
4315403 ἀναφερεται
τὴν ἀμφιβολίαν ἢ ψευδοδοξίαν . καὶ πρὸς ἓν μὲν ἑκάτερος ἀναφέρεται τέλος : εἰς γὰρ τὴν εὐσέβειαν ἔχει τὴν ἀναφορὰν
κάτωθεν ἄνω τῆς ἀντικειμένης ταῖς ἀρχαῖς ἀγκύλης : ἐντεῦθεν γὰρ ἀναφέρεται παρὰ μέρος μὲν ἡ τοῦ βρόχου πλοκή , παρὰ
4313242 ὀμνυσι
παντελὴς αὐτὸν καθέξει στέρησις , ὥσπερ δὴ καὶ ὁ ἥλιος ὄμνυσι τῷ Διί . μζʹ Βαβαὶ ὦ μιαρέ Πῶς μιαρὸν
λέγει μηδέπω ἐμφανίσας ἑαυτὸν , καὶ γελοίως καθ ' ἑαυτοῦ ὄμνυσι . ναβαισατρεῦ : Βαρβαρίζων συγκατατίθεται ὁ βάρβαρος θεός .
4298251 αὐλον
δὲ οὕτως , εἰ ἤδη που ἐθεάσω ἄθροισμα ὀργάνων , αὐλὸν ἠχοῦντα , καὶ λύραν ψαλλομένην , καὶ ᾠδὴν χοροῦ
ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι : ὁ δὲ διατρήσας αὐτὴν ὅλην ὥσπερ αὐλὸν χρυσῆν ῥάβδον ἐνέθηκεν οὐδενὸς ἐπισταμένου : μετὰ τοῦτ '
4291843 Ὀλυμπον
πάντων , ἦ τι μέγ ' ἀθανάτους μάκαρας , τοὶ Ὄλυμπον ἔχουσιν , ἤλιτεν Ἀμφιτρύων , ὅτ ' ἐυστέφανον ποτὶ
Ἄρη φησὶ κατασχεῖν , ὠκύτατόν περ ἐόντα θεῶν , οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν , ἠΰτ ' ἀράχνια λεπτά , τά γ
4290228 ληγοντας
εἰ μὲν εἰς Σ λήγει ἀνάδραμε εἰς τοὺς εἰς Σ λήγοντας κανόνας καὶ οἵῳ ἂν αὐτῶν ἐστιν ἐμφερὲς πρὸς ἐκεῖνον
ἀπὸ τοῦ ἔχειν τοὺς ὦπας ὡς κώνους , εἰς ὀξὺ λήγοντας : ἐμπίδες δὲ ἀπὸ τοῦ ἐμπνέειν ἤτοι ᾄδειν ἀεί
4283970 τομεα
ἔλαττόν ἐστιν , τὸ ΕΖΓ ἄρα τρίγωνον πρὸς τὸν ΕΖΗ τομέα μείζονα λόγον ἔχει ἤπερ τὸ ΕΖΔ τρίγωνον πρὸς τὸν
περιφέρειαν , τουτέστιν ἤπερ ὁ ΑΒΓ κύκλος πρὸς τὸν ΒΔΕ τομέα , ἕξει δηλονότι καὶ ὁ ΑΒΓ κύκλος πρὸς τὸν
4275285 Αἰγοκερως
' ἐπί οἱ Χηλαὶ καὶ Σκορπίος αὐτὸς Τοξευτής τε καὶ Αἰγόκερως , ἐπὶ δ ' Αἰγοκερῆϊ Ὑδροχόος : δύο δ
θηλυκά . Τροπικὰ δὲ Κριός , Καρκίνος , Ζυγός , Αἰγόκερως : ἰσημερινὰ δὲ Κριὸς καὶ Ζυγός : ἰσάριθμα δὲ
4270658 ἀεκοντε
, μάστιξεν δ ' ἐλάαν , τὼ δ ' οὐκ ἀέκοντε πετέσθην ἐς πεδίον , λιπέτην δὲ Πύλου αἰπὺ πτολίεθρον
, . + . . Βάτην : τὼ δ ' ἀέκοντε βάτην . ἔστι τὸ θέμα βῆμι , ὁ παρατατικὸς
4263421 Σισυφον
αὐτῶι τὸν Σίσυφον παραδίδωσιν . πρὶν ἢ δὲ ἀποθανεῖν τὸν Σίσυφον , ἐντέλλεται τῆι γυναικὶ Μερόπηι τὰ νενομισμένα αὐτῶι μὴ
γήμας Ἐναρέτην τὴν Δηιμάχου παῖδας μὲν ἐγέννησεν ἑπτά , Κρηθέα Σίσυφον Ἀθάμαντα Σαλμωνέα Δηιόνα Μάγνητα Περιήρην , θυγατέρας δὲ πέντε
4257350 ἐνοησε
ἔην προγενεστέρη . Οὐδέ μιν ἔμπης ἔλλαθεν , ἀλλ ' ἐνόησε κακορραφίην , καὶ ἔδεκτο παῖδ ' ἑτέρην , ἀμφοῖν
προδεικνύς πάντοθεν : ἀλλ ' ὅτε δή μιν ἀμηχανέοντ ' ἐνόησε , μέσσης ῥινὸς ὕπερθε κατ ' ὀφρύος ἤλασε πυγμῇ
4256869 ἀγγελθεντος
τῶν ἀγωνιστῶν ἐνεδρευθέντα διὰ φθόνον ἀπολέσθαι . Μίνως δέ , ἀγγελθέντος αὐτῷ τοῦ θανάτου , θύων ἐν Πάρῳ ταῖς χάρισι
ἔστησε μὴ παντελῶς ἄπορα εἶναι , παρασχὼν πειραθεῖσι πιστεῦσαι . ἀγγελθέντος δὲ τοῦ περὶ τὰς Πύλας πάθους καὶ τῆς κοινῆς
4247334 Ἀργον
ταύτης Ζεὺς ἠράσθη : Ἥρα δὲ ζηλοτυποῦσα φύλακα αὐτῇ κατέστησεν Ἄργον τὸν πολυόμματον κύνα . τοῦτον Ἑρμῆς κατὰ πρόσταγμα Διὸς
Ἀνδρομάχης γενέσθαι τοὺς προειρημένους , ἐκ δὲ Λεωνάσσης τῆς Κλεωδαίου Ἄργον , Πέργαμον , Πάνδαρον , Δωριέα , Ἔραον ,
4244578 ἀται
! φέρ ' εἰ φέρεις τι , τἄλλα δ ' ἀται [ ! ] ! [ ! ! ! !
! φέρ ' εἰ φέρεις τι , τἄλλα δ ' ἀται [ ! ] ! [ ! ! ! !
4243033 τετραπουν
δὴ δεῖν τότε εὐθὺς τὸ πεζὸν τῷ δίποδι πρὸς τὸ τετράπουν γένος διανεῖμαι , κατιδόντα δὲ τἀνθρώπινον ἔτι μόνῳ τῷ
, ἵνα μὴ βλάβης γένωνται πρόξενα . Λύκος ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἄγριον καὶ πονηρόν . Τοῦ οὖν αἵματος αὐτοῦ
4239393 δισκον
ἀποτομὰς καὶ ζώνας , κατὰ δέ τινα καιρὸν ἐκπίπτειν τὸν δίσκον εἴς τινα ἀποτομὴν τῆς γῆς οὐκ οἰκουμένης ὑφ '
εἰργάσατο : ἐγὼ μὲν ἀνέρριψα , ὥσπερ εἰώθειμεν , τὸν δίσκον εἰς τὸ ἄνω , ὁ δὲ ἀπὸ τοῦ Ταϋγέτου
4238887 Εὐμηλον
ἀπεικάσαι : οὐ γὰρ μέλιτος οἶδα γλυκίω ῥέειν αὐδήν . Εὔμηλον δὲ τὸν Ἀδμήτου , καὶ γὰρ ἐτύγχανον τότε λοῖσθος
πατρῴαν βασιλείαν . οἱ δὲ περὶ τὸν Ἀριφάρνην καὶ τὸν Εὔμηλον λειφθέντες ἐν τῇ μάχῃ συνέφυγον εἰς τὰ βασίλεια .
4238503 πετεσθην
ἵπποι μετὰ ἀνάγκης ἕλκονται . καὶ Ὁμηρός φησιν ” ἄκοντε πετέσθην . “ . ἢ ὑπὸ ἵππων σύρεσθαι τῶν πλοκάμων
μάστιξεν δ ' ἐλάαν : τὼ δ ' οὐκ ἀέκοντε πετέσθην μεσσηγὺς γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστερόεντος . Ἴδην δ
4235116 Ἰχθυς
λαμπρὸς ἀστὴρ καὶ μέγιστος γνωριζόμενος πᾶσιν καὶ λέγεται ὁ νότιος Ἰχθὺς ἐν μοίραις δέκα , πρώτου μεγέθους , κράσεως Ἑρμοῦ
' ἐναλλάσσονται πρὸς πρώτην Σεπτεβρίου , τὴν δὲ δευτέραν ὁ Ἰχθὺς ἀπὸ τοῦ νότου παύει , τὴν δὲ τριτάτην τὸ
4233236 πολον
τῶν ὅλων μέση , περὶ τὸν διὰ παντὸς τεταμένον σφιγγομένη πόλον , ἡμέρας φύλαξ καὶ νυκτός , πρεσβυτάτη τῶν ἐντὸς
τὴν ἐνέργειαν , τὰ δὲ ἐπέκεινα πρὸς αὐτὸν τὸν βόρειον πόλον ἔτι λύει καὶ θάλπει καὶ ἀνορθοῖ πρὸς ἀναθυμίασιν ,
4228580 ᾐσεν
ἴσως μετρίως ἔχει . Πέλαγος δὲ οὐδείς πω διὰ τέλους ᾖσεν οὔτε ποιητὴς οὔτε λογογράφος , ἀλλ ' Ὅμηρος λέγει
τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν κλέα . τοῦ δὲ Πάριδος τί ἄρα ᾖσεν ἡ λύρα , εἰ μὴ μέλη μοιχικὰ καὶ οἷα
4223778 ἐρειδων
δὲ χειρίζων τῷ ἀντίχειρι τῆϲ ἀριϲτερᾶϲ ἀνατεινέτω τὸ βλέφαρον , ἐρείδων τὸν δάκτυλον ὑπὸ τὴν ὀφρύν , ἵνα ἰϲότονοϲ γένηται
πλῆκτρον τὸν ἥλιον καλεῖ : ἐν γὰρ ταῖς ἀνατολαῖς , ἐρείδων τὰς αὐγάς , οἷον πλήσσων τὸν κόσμον εἰς τὴν
4223753 ἐσειε
μάντις , δικαστής , στρατιώτης , διὰ πάντων σωτήρ . ἔσειε μὲν ὁ Ποσειδῶν τὴν μεγάλην ἐν Θρᾴκῃ πόλιν ,
ὀρνίθων , πρόσωπα δ ' αὑτῶν ἐξέλουε καὶ κνήμας , ἔσειε ταρσούς , ἐκτένιζε τὰς χαίτας . ἦλθεν δ '
4223589 Ἱππωνακτα
νόει Πάριον Ἀρχίλοχον , αἰσχρὸν ἐν λόγοις , καὶ δεινὸν Ἱππώνακτα πικρίας πλέων , οὗπερ παρεισέγραψέ τις τύμβῳ τάδε :
, Μαρσύας δ ' ὁ νεώτερος ἐν χλόῃ κριθῶν . Ἱππώνακτα δὲ τετρακίνην τὴν θρίδακα καλεῖν Πάμφιλος ἐν Γλώσσαις φησί
4221412 ἀποκλιμα
μετῆλθεν , καὶ πότερον ἀπὸ κέντρου εἰς ἐπαναφορὰν ἢ εἰς ἀπόκλιμα ἢ ἀπὸ ἀποκλίματος εἰς ἐπίκεντρον τόπον , ἢ ἀνατολικὸς
ἀπὸ ὡροσκόπου καλεῖται Κακὴ Τύχη καὶ ποινὴ καὶ πρόδυσις καὶ ἀπόκλιμα φαῦλον , τόπος Ἄρεως χρηματίζων . σημαίνει δὲ τὸν
4215975 οἰμον
ἄδην ἐπάτησε κοθόρνῳ . Προπρὸ δέ μιν δασπλῆτες ὀφειλομένην ἄγον οἶμον γήλοφον εἰς ἀργῆτα θυγατριδέαι Φόρκυνος Εὐμενίδες ναρκίσσου ἐπιστεφέες πλοκαμῖδας
κατ ' ὀρθὸν εὐδρομεῖ , τὸ δ ' ἔργον ἄλλην οἶμον ἐκπορεύεται . ὁ μὴ φρονῶν μέν , πολλὰ δ
4205922 ἰθυνων
ἄνδρα αὐλὸν ἔχοντα , ὃς διὰ τοῦ στόματος τὸν αὐλὸν ἰθύνων ὀξὺν καὶ ἀπηνῆ φθόγγον προΐηται . οὕτως ἔμαθον οἱ
ἐκείνην τὴν ἐκτροπὴν κλίνει τῶν ὤτων τὸ ἕτερον , οἷον ἰθύνων ἑαυτῷ διὰ τούτου τὸν δρόμον . οὐ μὴν ἀναλίσκει
4205530 Σιμοεντι
ὀξὺ κατ ' ἀκροτάτης πόλιος Τρώεσσι κελεύων , ἄλλοτε πὰρ Σιμόεντι θέων ἐπὶ Καλλικολώνῃ . Ὣς τοὺς ἀμφοτέρους μάκαρες θεοὶ
[ ] [ ] αι τλευτάν : [ ἀενάῳ ] Σιμόεντι [ ] πε [ ] [ ] ! !
4203717 Μαντινεα
τέτρασιν Ἥρως ὁ ἀπὸ Μαντινέας ἐνίκα : ἥ ἐστιν ἡ Μαντινέα σημεῖον καὶ ἱερὰ τοῦ Ποσειδῶνος . Ἁλιρρόθιον γὰρ ἐπιθετικῶς
Πορθέα Πλάτωνα Αἵμονα , Κύναιθον Λέοντα Ἁρπάλυκον Ἡραιέα Τιτάναν , Μαντινέα Κλείτορα Στύμφαλον Ὀρχομενόν . . . οὗτοι πάντας ἀνθρώπους
4201209 παιαν
πᾶσι βαρβάροις παρῆν γνώμης ἀποσφαλεῖσιν : οὐ γὰρ ὡς φυγῇ παιᾶν ' ἐφύμνουν σεμνὸν Ἕλληνες τότε , ἀλλ ' ἐς
τῶν Ἀργείων . θ χθονὶ ] τῇ πόλει . ἁλώσιμον παιᾶν ' ἐπεξιακχάσας : καὶ βοήσας καὶ ἀλαλάξας παιᾶνα καὶ
4193646 Πολυβον
ἀκούσας δὲ τοῦ χρησμοῦ κατέλειψεν ἀπελθεῖν εἰς Κόρινθον πρὸς τὸν Πόλυβον διὰ τὰ εἰρημένα , ὡς δοκῶν αὐτὸν τὸν Πόλυβον
ἀκούσας δὲ τοῦ χρησμοῦ κατέλειψεν ἀπελθεῖν εἰς Κόρινθον πρὸς τὸν Πόλυβον διὰ τὰ εἰρημένα , ὡς δοκῶν αὐτὸν τὸν Πόλυβον
4187733 πεπλακε
Ἴθακος ] ὅτι Ἰθακήσιος ὁ Ὀδυσσεύς . ἀπὸ Δρασιππίδου : πέπλακε ⌈ τὸ ὄνομα ἀπὸ τοῦ ἀποδρᾶσαι ὥσπερ ἀπὸ φυλῆς
καὶ Πηγάς καὶ Ταγών . τὰ γὰρ ὀνόματα ὁ ποιητὴς πέπλακε καὶ οὐκ ἔστιν Αἰγυπτιακά . ἕτεροι δὲ τὸ πηγάς
4181870 Ἰχθυας
, ἐν δὲ τῆι ἡμέραι τῶν Βακχαναλίων Δος δύεσθαι τοὺς Ἰχθύας λέγει . . , ἐν ταύτηι τῆι ἡμέραι ὁ
αἱ παραδόσεις ἢ παραλήψεις κριθήσονται , οἷον ἀπὸ Κριοῦ εἰς Ἰχθύας καὶ ἀπὸ Ταύρου εἰς Ὑδροχόον καὶ ἀπὸ Διδύμων εἰς
4181195 Σιλλους
αὐτὸν ἐπαινέσας [ τὸν Ξενοφάνην ] , ὡς καὶ τοὺς Σίλλους αὐτῶι ἀναθεῖναι , ἐποίησεν [ ] αὐτὸν ὀδυρόμενον καὶ
τινα πρὸς τοὺς κατ ' αὐτὸν φιλοσόφους καὶ ποιητὰς μικροψυχίαν Σίλλους ἀτόπους συνθεῖναι κατὰ πάντων φιλοσόφων καὶ ποιητῶν : ἀλλὰ
4179733 Παφῳ
. ἐν τίνι τόπῳ μάλιστα ; λέγε γάρ . ἐν Πάφῳ . οὗ πρᾶγμα τρυφερὸν διαφερόντως ἦν ἰδεῖν ἄλλως τ
εἰς τὴν ἀκρόπολιν οὐδεμία ἑώραται εἰσερχομένη . καθάπερ οὐδὲ ἐν Πάφῳ περὶ τὰ θυρώματα τὰ τῆς Ἀφροδίτης μυῖα ἐφιπταμένη .
4168893 Ἐχινον
πλείους μέν , ἐν δ ' αὐταῖς Θήβας τὰς Φθιώτιδας Ἐχῖνον Λάμιαν , περὶ ἣν ὁ Λαμιακὸς συνέστη πόλεμος Μακεδόσι
καὶ οὕτω δόξαν ἀπενέγκασθαι οὐ τὴν τυχοῦσαν . Αἰλιανοῦ . Ἐχῖνον τὸν χερσαῖον οὐκ ἄσοφον οὐδ ' ἀμαθῆ ταμείας τῆς
4168299 ὀναγρον
ὑπέτρεσαν , ὁπλοφόρων ἐπιόντων καὶ ἀκοντιστῶν κατεφρόνησαν . Οὐδὲ τὸν ὄναγρον σιωπῇ παρελθεῖν εὐπρεπὲς ὡς ἀρετῆς προσηκούσης ἀγρίοις οὐκ ἄμοιρον
, ἠερόεντα , κραιπνόν , ἀελλοπόδην , κρατερώνυχον , αἰπὺν ὄναγρον : ὄσσε πέλει φαιδρός , δέμας ἄρκιος , εὐρὺς
4160098 ἀνεφερεν
τὸν Ἀχιλλέως καὶ Ἕλενον τὸν Πριάμου τὸ γένος τὸ ἀνέκαθεν ἀνέφερεν , ὥς φησι Θεόπομπος καὶ Πύρανδρος . ἀναφέρεται δὲ
κλέος εἰς Πλωτῖνον πᾶσα μὲν ἀγορά , πᾶσα δὲ πληθὺς ἀνέφερεν . ὁ μὲν γὰρ Πλωτῖνος τῷ τε τῆς ψυχῆς

Back