, καὶ Πλάτων τὸν ἀγήρω , καὶ Εὐριπίδης δὲ κόσμον ἀγήρω , Θουκυδίδης δὲ τὸν ἀγήρων , ὡς καὶ Εὐριπίδης | ||
ἐσιδηροφόρει , ἀντὶ τῶν Ἑλλήνων , καί : τὸ φιλότιμον ἀγήρω μόνον , ἀντὶ τοῦ ἡ φιλοτιμία : οὐδέτερον γὰρ |
εἴσεισιν , οὕτω μαθόντα κατὰ πίστιν , ὡς ἐπὶ χρῆμα μακαριστὸν εἴσεισιν , ἤδη αὐτὸν δοῦναι εἰς τὸ εἴσω καὶ | ||
τέλος δὲ κατέκανε : καὶ τὸν πρῶτον μέντοι βοηθήσαντα πολλοῖς μακαριστὸν ἐποίησεν . ἐπεὶ δὲ κατεπέμφθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς σατράπης |
τιμωρούμενος : ὅθεν καὶ τὸν οἶνον ἐπὶ τοῦτ ' αὐτὸ δεδώρηται . ἐγὼ δὲ τὰ μὲν τοιαῦτα τοῖς ἀσφαλὲς ἡγουμένοις | ||
αὖ καὶ τὸ κακὸν εἰς τὸ δεινότερον οἴχεται , ὅπου δεδώρηται γυναῖκας Σικελικὰς τρεῖς ἀναλέκτους τὸ κάλλος καὶ ἀργύρια πάμπολλα |
εἶδος ἔχουσα πετροῦται : στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει | ||
: ἀνάλγητα γὰρ οὐδ ' ὁ πάντα κραίνων βασιλεὺς ἐπέβαλε θνατοῖς Κρονίδας : ἀλλ ' ἐπὶ πῆμα καὶ χαρὰ πᾶσι |
πολὺ φανῶ κρείττων καὶ σωφρονέστερος ποιητής , τοῦ δόξαντος ὑμῖν ἰσοθέου τὴν σοφίαν , ἣν βούλεσθε ζημίαν ἕτοιμος ὑπέχειν ἐγώ | ||
γὰρ ἀγαθοῦ κῆδος αὐτὸς ἐσθλὸς ὢν λήψηι , κόρης Νηρῆιδος ἰσοθέου γένους . ἑξῆς κάθησο δεῦρό μου ποδός , τέκνον |
ἐλάσσας , ὅσσα βιοφθορίην πέμπει κατὰ γαῖαν ἅπασαν , ἔνδοξον βιοτῆς γλυκερὸν τέλος ἐσθλὸν ὀπάζοις . Λευκοθέαν καλέω Καδμηίδα , | ||
εὐποτμοτάτα μελέων , ἀνέχουσα βίου βραχὺν ἰσθμόν Ἀζειῶται βέβηλος μάσθλης βιοτῆς μὲν γὰρ χρόνος ἐστὶ βραχύς , κρυφθεὶς δ ' |
ὧν αἱ ἀσθένειαι , τὰς δ ' ὑπεικούσας ἄνοσον καὶ ἀγήρων αὐτὸν διαφυλάττειν , αὐταρκέστατόν τε αὐτὸν αὑτῷ καὶ ἀνεπιδεᾶ | ||
μάκαρ ὀλβία τε κείνων γενεὰ ? [ ] βροτῶν , ἀγήρων ἀμίαντον ἃ κτίσῃ ναὸν [ ἄνακτι ] ? ? |
. τί δ ' ἔστι ; βουλεύειν ὀλίγου ' / λαχες πάνυ . ἀτὰρ οὐ λαχὼν ὅμως ἔλαχες , ἢν | ||
. τί δ ' ἔστι ; βουλεύειν ὀλίγου ' / λαχες πάνυ . ἀτὰρ οὐ λαχὼν ὅμως ἔλαχες , ἢν |
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ | ||
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον |
[ , ] τοῖον ἐπεὶ σίγησε λιγὺ στόμα , τοῦ κλέος ? ? εὐρύ τηλόθεν αἰὲν ? [ ] ἄκουσε | ||
τε καὶ ἀργυροῦς σκύφους . ὧν πρῶτοι μὲν ἐγένοντο καὶ κλέος ἔλαβον οἱ Βοιώτιοι λεγόμενοι , χρησαμένου κατὰ τὰς στρατείας |
συμπεσοῦσαν στῆναι καὶ μήποτε αὖθις ἔχειν ὅθεν κινηθέντα γενήσεται . ἀθανάτου δὲ πεφασμένου τοῦ ὑφ ' ἑαυτοῦ κινουμένου , ψυχῆς | ||
δὲ ῥίψασαν ἑαυτὴν εἰς τὴν θάλατταν Λευκοθέαν ὀνομασθῆναι καὶ τιμῆς ἀθανάτου τυχεῖν παρὰ τοῖς ἐγχωρίοις . χρόνῳ δ ' ὕστερον |
ταραχῶν ἀμυθήτων , ἃς οὐκ ἂν ὑπομείναι τις ἅπαξ ὑπὸ σοφίας ἀχθείς , ἀλλὰ τειχῶν ἔξω ποιοῦνται τὰς διατριβὰς ἐν | ||
ὁ πρὸ τοῦ λόγου θεός . ὁ δὴ ξεναγηθεὶς ὑπὸ σοφίας εἰς τὸν πρότερον ἀφικνεῖται τόπον , εὑράμενος τῆς ἀρεσκείας |
υἱόν : καὶ διὰ τοῦτο ἕκτον συγγενῆ τοῦτον νομίζουσι τῆς Κασάνδρας , κακῶς . ἐγὼ δὲ ἑνδέκατον γινώσκων ἢ δωδέκατον | ||
εἶναι . τινὲς δὲ νέῳ : ἔλεγον δὲ τὰ τῆς Κασάνδρας λέκτρα οὐκ ὀφείλειν προκριθῆναι τῆς Ἀχιλλέως ἀρετῆς . ὁ |
ἔχει τὰ τοιαῦτα , ὃν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο : ἔστι γὰρ ἕνεκα τοῦ αὐτοῦ κάλλους | ||
γένετο θνητῶν ἀνθρώπων : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο , ἵν ' ἀθανάτοισι μετείη . ἡ |
τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος | ||
τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος |
κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα , | ||
δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς |
αἰΐ καὶ αἰέ καὶ ἀΐ , ἐξ οὗ καὶ τὸ ἀΐδιον , καὶ ἠΐ καὶ αἰή καὶ ἀέ καὶ ἀές | ||
ὅτι οὐ διοίσουσιν ὡς ἀγαθά , ὅτι τὸ μὲν αὐτοάγαθον ἀΐδιον , τὸ δὲ οὔ , ὥσπερ οὐδὲ τὸ πολυχρόνιον |
αὐτῶν ἀποφαίνεται λέγων Κλειώ τ ' Εὐτέρπη τε Θάλειά τε Μελπομένη τε Τερψιχόρη τ ' Ἐρατώ τε Πολύμνιά τ ' | ||
συμποτικὴν ἀρετὴν ἐπιδεξίως καὶ εὐμούσως ἐν ταῖς θαλείαις ἀναστρεφομένους , Μελπομένη δὲ ἀπὸ τῆς μολπῆς γλυκείας τινὸς φωνῆς μετὰ μέλους |
Σμύρνα τὸ τῆς Ἀσίας ἄγαλμα , τῆς δὲ ὑμετέρας ἡγεμονίας ἐγκαλλώπισμα , πυρὶ καὶ σεισμοῖς ἐκτριβεῖσα . ὀρέξατε πρὸς θεῶν | ||
' εἰκὸς χαλεπῶς φέρειν αὐτῶν μᾶλλον ἢ οὐ κηπίον καὶ ἐγκαλλώπισμα πλούτου πρὸς ταύτην νομίσαντας ὀλιγωρῆσαι , καὶ γνῶναι ἐλευθερίαν |
τῆς Ὀδυσσέως γνώμης ἡ ποίησις , καὶ νῦν μὲν αὐτὸν διογενῆ , νῦν δὲ πολύτροπον [ ὀνομάζουσα . . . | ||
ἐκεῖνον ὁρῶντα , πανταχοῦ πρὸς τὴν μίμησιν τεταμένον , ἀτεχνῶς διογενῆ καὶ διοτρεφῆ , καθάπερ Ὅμηρος λέγει , κοινωνοῦντα τῷ |
ἠδ ' ἐμεῦ αὐτοῦ : ἀλλά σε τίσομεν αἰὲν ἀπειρεσίοις γεράεσσι , τίσομεν ὥς τε θεήν , καὶ σὸν τέκος | ||
? [ ὁπλοτέρην ] ? ? ? ? ? [ γεράεσσι ] ? ? ? ? [ ] ? φυλάσσεται |
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι . | ||
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , |
τότε , ἵνα τὸ τῆς εὐδαιμονίας τε καὶ φιλοσοφίας σωτήριον ἔναυσμα χαρίσηται τῇ θνητῇ φύσει , οὗ μεῖζον ἀγαθὸν οὔτε | ||
κτίσεως ἢ περὶ φύσεως ἀνθρώπου , καὶ οὐδὲ τὸ τυχὸν ἔναυσμα ἄξιόν τι τῆς ἀληθείας ἐξεῖπον . δοκεῖ δὲ τὰ |
' ἐννέα εὗρον , Κλειὼ ἱστορίαν , Θάλεια φυτουργίαν , Εὐτέρπη αὐλοὺς , Μελπομένη ᾠδὴν , Τερψιχόρη χορείαν , Ἐρατὼ | ||
δὲ καὶ τὰ ὀνόματα αὐτῶν ἀποφαίνεται λέγων Κλειώ τ ' Εὐτέρπη τε Θάλειά τε Μελπομένη τε Τερψιχόρη τ ' Ἐρατώ |
τὸ ποθούμενον ἴδωσιν . εἶτα διὰ τὸν τῆς ἀθανάτου καὶ μακαρίας ζωῆς ἵμερον τετελευτηκέναι νομίζοντες ἤδη τὸν θνητὸν βίον ἀπολείπουσι | ||
ἰσόθεον ποιεῖ καὶ οὐδὲ διὰ τὴν θνητότητα τῆς ἀφθάρτου καὶ μακαρίας φύσεως λειπομένους ἡμᾶς δείκνυσιν . ὅτε μὲν γὰρ ζῶμεν |
Παρὰ τὰς νεφέλας καὶ τὸν κόκκυγα . ἔστι δὲ εἶδος ὀρ - νέου . χαῦνον δὲ ἀντὶ τοῦ πλατὺ καὶ | ||
ἀνθερίκων . Κορδακισμός : Δημοσθένης Φιλιππικοῖς . ὁ κόρδαξ κωμικῆς ὀρ - χήσεώς ἐστιν εἶδος , καθάπερ φησὶν Ἀριστόξενος ἐν |
χαίρετε πάντες , δεχόμεσθα . Ἀριστοφάνης Εἰρήνῃ καὶ σὲ θυσίαισιν ἱεραῖσιν προσόδοις τε μεγάλαισι διὰ παντὸς , ὦ ποτνία , | ||
. στείχοιμ ' ἄν : ἀλλὰ ποῦ γενήσεται τόδε ; ἱεραῖσιν ἐν σκηναῖσιν οὗ θοινᾶι φίλους . ἐπίσημον ὁ φόνος |
πάντων ζώιων , ὁπόσα τρέφει εὐρεῖα χθών : πάντων γὰρ κρατέεις μοῦνος καὶ πᾶσι προσέρχηι σώματα δεσμεύων ἐν ἀχαλκεύτοισι πέδηισι | ||
, οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φέροις γλυκερώτατον εὖχος : πάντων γὰρ κρατέεις , πάσης δ ' ἔριδος κλέος ἐσθλὸν Νίκηι ἐπ |
ποτ ' ὤμοσε μαθόντα παρὰ μηδενὸς [ ἀλλ ' ἀπὸ σοφῆς φύσεως αὐτόματον ἐκμαθεῖν ] γλωττοποιεῖν εἰς τὰ πορνεῖ ' | ||
ὃν ἐγὼ μετὰ τῆς ἐμαυτοῦ τέχνης καὶ τῆς Ἠλείων πόλεως σοφῆς καὶ ἀγαθῆς βουλευσάμενος ἱδρυσάμην , ἥμερον καὶ σεμνὸν ἐν |
ἀπὸ τοῦ τόπου Πετραῖον καλεῖσθαι . Πίνδαρος : παῖ Ποσειδῶνος Πετραίου . Γεραιστόν : ἀκρωτήριον Εὐβοίας . ἀαγές : ἀκαμπές | ||
φωνᾷ ποτιστάζων ὄαρον βάλλετο κˈρηπῖδα σοφῶν ἐπέων : Παῖ Ποσειδᾶνος Πετραίου , ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι πρὸ |
, Χαρίτων ὅπου τὰ τόξα : Μαραθὼν ἔρως Ἀθήνης , σοφίης ὅπου τὰ τόξα : Ὁ γέρων Ἔρως χορεύει ῥόδον | ||
δὲ ἐπί τι κενοτάφιον ἐπέγραψαν αὐτῷ τόδε : πλούτου καὶ σοφίης πρύτανιν πατρὶς ἥδε Κόρινθος κόλποις ἀγχιάλοις γῆ Περίανδρον ἔχει |
ἐξενεχθήσεται , οἷον εὐφυής εὐφυοῦς , εὐσεβής εὐσεβοῦς , εὐκλεής εὐκλεοῦς : τοίνυν καὶ τὸ εὐμενής ὀξυτόνως ἐκφερόμενον παραπλησίως τούτοις | ||
ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλεεῖ προσέθηκε λόγῳ : ὃς τὴν Αἴγιναν εὐκλεοῦς λόγου προσθήκην ἐποίησε λαβεῖν δι ' ἑαυτοῦ : καὶ |
: μέγαν γὰρ ἔσεσθαι τοῖς Ἕλλησιν κίνδυνον ἐκ τούτου . Τερψιχόρη δὲ ἐπιφανεῖσα τὸ τοῦ παιδὸς σῶμα ἀνείλετο . ὡς | ||
, ἡ δὲ κατὰ τὸ τέλος . 〛 Μοῦσα : Τερψιχόρη . Θ . Κλεοφῶντος : Κλεοφῶν στρατηγὸς τῶν Ἀθηναίων |
: ἐγὼ σὺ καὶ σὺ ἐγώ , καὶ ὅπου ἐὰν ᾗς , ἐγὼ ἐκεῖ εἰμι καὶ ἐν ἅπασίν εἰμι ἐσπαρμένος | ||
Διὸς Ἱκεσίοιο ὅρκια , ποῦ δὲ μελιχραὶ ὑποσχεσίαι βεβάασιν ; ᾗς ἐγὼ οὐ κατὰ κόσμον ἀναιδήτῳ ἰότητι πάτρην τε κλέα |
δ ' ἄρα πολλούς , ἑξείης ἥρωας ὁμιλαδὸν ἑδριόωντας , ἀθανάτοις ἰκέλους : περὶ γάρ ῥά ἑ τεύχεα λάμπε . | ||
, καὶ Ἀγχόηι υἱῶι καὶ δαίμονι ἀγαθῶι Σοκονῶπι [ , ἀθανάτοις ὅρμον εὗρε δικαιότατον . Αἰγύπτου τινά φασι γενέσθαι θεῖον |
καθέλοι αὐτόν , τὸν Λοκρὸν δηλονότι , ἤγουν καταστρέψειεν ὁ αἰών , ἀντὶ τοῦ ὁ χρόνος , ἐστερημένον γενεᾶς , | ||
' ἐνορώμενον καὶ ἐνόντα καὶ συνόντα , ὥσπερ κἀκεῖ ὁ αἰών . Νοῆσαι δὲ δεῖ καὶ ἐντεῦθεν , ὡς ἡ |
πάρεδρος ἀσκεῖται Θέμις : Ἀσκληπιάδης ἀντὶ τοῦ τιμᾶται πρὸς τοῦ ξενίου Διός . τουτέστι φιλόξενοί εἰσιν . ἴσως διὰ τὸ | ||
ἐκ τοῦ Παρνασοῦ κατέβαν : ὡς καὶ ὄπισθεν εἶπε Διὸς ξενίου , παραδηλῶν τὴν Αἴγιναν ξενοδόχον , ὡσαύτως καὶ Ζηνὶ |
διὰ φροντίδος ἐστὶν αὐτοῖς , ἤγουν τοῖς Λοκροῖς , ἡ Καλλιόπη , τουτέστι καὶ ποιητικοί εἰσι , καὶ ὁ Ἄρης | ||
ἐπ ' ἄκρον , ἢ εἴπερ ἡ μήτηρ αὐτὸν ἡ Καλλιόπη κιθαρίζοντα ἐπῄνεσέ τε καὶ εἶπε καταψήσασα ἅμα τὴν κεφαλήν |
ἐπὶ τῶν τὰ εὐτελῆ κλεπτόντων . Σπάρταν ἔλαχες , κείναν κόσμει : δῆλον . Σπιθαμὴ τοῦ βίου : τὸ ἐλάχιστον | ||
θέλεις καλὸν ποιεῖν ; γνῶθι πρῶτον τίς εἶ καὶ οὕτως κόσμει σεαυτόν . ἄνθρωπος εἶ : τοῦτο δ ' ἐστὶ |
μίτος κρυερὸς Ἀΐδης τε , καὶ νέον ὄντα κατέσχε τὸν εὐεπίης ὑποφήτην . εἰ δὲ πολύν με χρόνον μίμνειν φθόνος | ||
ἐξ ἐρήμων ὀρέων . ἔκριζον : ἀπορριζῶν τὴν ἁμαρτίαν . εὐεπίης : εὐλαλοῦς . εὐπάθεια : εὐτροφία , σπατάλη . |
λιπαυγῆ , Ζεῦ χθόνιε , σκηπτοῦχε , τάδ ' ἱερὰ δέξο προθύμως , Πλούτων , ὃς κατέχεις γαίης κληῖδας ἁπάσης | ||
ὦ ? θύγατερ Σχοινῆος , ἀμείλιχον [ ἦτορ ἔχουσα , δέξο ] ? τάδ ' ἀγλαὰ ? [ ] δῶρα |
λύρα δέ σφι βˈρέμεται καὶ ἀοιδά : καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις : ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος | ||
: ἐν ᾗ Αἰγίνῃ ἡ Θέμις ἡ τοῦ Διὸς πάρεδρος ἀσκεῖται καὶ θρησκεύεται . ἐπαινεῖ δὲ αὐτοὺς ὡς φιλοξένους , |
. ἐν ταύτῃ τῇ χώρᾳ καὶ γένος ἐστί σοι τὸ αὐτομαθές , τὸ αὐτοδίδακτον , τὸ νηπίας καὶ γαλακτώδους τροφῆς | ||
ἐκείνης μὲν γὰρ τὸ ἔγγονον διδακτόν , ταύτης δὲ πάντως αὐτομαθές ἐστι . μὴ θαυμάσῃς δ ' , εἰ πάντα |
ἄλλος ἐπ ' ἄλλα : πέλει δ ' ἄρα κεῖνο φέριστον ἔργον , ὅ τι φρεσὶν ᾗσιν ἐπιστάμενος πονέηται . | ||
' ἀπεμυθεόμην : σὺ δὲ σῷ μεγαλήτορι θυμῷ εἴξας ἄνδρα φέριστον , ὃν ἀθάνατοί περ ἔτισαν , ἠτίμησας : ἑλὼν |
ζῆν φιλεῖς , τὸν αἴτιον τίνοι ' ἄν , οὐδὲ τοὔνδικον περιβλέποις . Τοιαῦτα μέντοι καὐτὸς εἰσέβην κακά , θεῶν | ||
. Ἀλλ ' εἰς τόδ ' ἥξεις μὴ λέγων γε τοὔνδικον . Πολλῷ γε μᾶλλον , ἢν φράσω , διόλλυμαι |
παιδὸς ἄπο φθιμένου . . . λαοὶ κικλήσκουσιν . Ἱστία ἁγνά , ἀπ ' ἐϋξείνων μέσα τοίχων Ζηνὸς ἕδος Κρονίδαο | ||
τὰ φύλλα οἱ μυούμενοι ὑποστρωννύουσι διὰ τὸ ψυκτικὰ εἶναι καὶ ἁγνά . ἔστι γὰρ τὸ ἁγνεύειν ἀγονεύειν , ἢ χωρὶς |
τοῖς κατὰ τὸν βίον πράγμασιν οὐκ ἀδύνατόν ἐστιν ἕνα συνετὸν ἀμείνονα εἶναι πολλῶν ἀσυνέτων , οὕτω καὶ ἐν φιλοσοφίᾳ οὐκ | ||
μείονά μοι τήνδε ἄγραν , “ εἶπεν , ” ἀλλὰ ἀμείνονα ἧς ἐνομίζετε ἐθηρεύσατε , ὅσῳ κρείττων ἐχθροῦ φίλος . |
Οἱ μὲν τοίνυν χαρακώματα καὶ τείχη προσλαμβάνοντες μικροῖς τισι καὶ θνητοῖς ὡς ἀληθῶς ἐπαύξουσι τὰς ἀρχὰς , οἱ δὲ ἀρετῆς | ||
κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς ἐν βίῳ χωρεῖ . ἅπας μὲν ἀὴρ αἰετῷ περάσιμος |
ἀποβράττεσθαι . διὸ καὶ Πίνδαρος ἐπὶ τῆς Δήλου φησί : Χαῖρ ' , ὦ θεοδμάτα , λιπαροπλοκάμου παίδεσσι Λατοῦς ἱμεροέστατον | ||
ὁ λέμφος ἄνθραξ , τὴν χεῖρα τείνας ὧδέ πως , Χαῖρ ' , εἶπε , χαῖρε , Πλουτεῦ . Γεγόνασι |
δοθεὶς Λαΐῳ δημώδης : Λάιε Λαβδακίδη καὶ τὰ ἑξῆς . μόρσιμος υἱός : ὁ μεμοιραμένος . ἢ ὁ μόρου αἴτιος | ||
κ ' ἔπειτα γήμαιθ ' ὅς κε πλεῖστα πόροι καὶ μόρσιμος ἔλθοι . ” ὣς ἄρ ' ἐφώνησεν καὶ ἀπὸ |
. τοὔνεκα καὶ τῶι πάντα ἐπήκοα , ὅσς ' ἐπὶ γαίηι ἑρπετὰ καὶ πτηνῶν οὐρανίων τε γένη . οὔνομα δ | ||
Β . ἡ δὲ γνῶσις τοῦ ὁμοίου τῶι ὁμοίωι : γαίηι μὲν γάρ , φησί , γαῖαν . . . |
: τῆς δ ' ἀποκεκαθαρμένης πύριος ὁ τύπος βλέπεται καὶ ἄχραντον καὶ ἀμιγὲς τὸ πῦρ , τό τε ἐγκραδιαῖον αὐτῆς | ||
ἀμόλυντον : παρὰ τὸ χραίνω χρανῶ ἥψατο , κατὰ συγκοπὴν ἄχραντον . ἢ τὸ μηδέπω ἐν χρείᾳ γεγονός ' . |
δὲ τοῖος . ιεʹ Πῇ δὴ οὖν θνητόν τε καὶ ἀθάνατον Εἰπὼν περὶ τῆς οὐσίας τῆς ψυχῆς ἐν τῷ περὶ | ||
ἐπ ' αὐτοῦ τὸ ὅτι ἐστίν , ἤγουν ἐὰν τὸ ἀθάνατον ὑπάρχῃ τῇ ψυχῇ . γινώσκομεν δὲ τὸ τί ἐστιν |
χρόνοις ὕστερον γνήσιος ἀπεγνωκόσι τὴν ἐξ ἀλλήλων γένεσιν , ἆθλον καλοκἀγαθίας ἐλπίδος πάσης τελειότερον τοῦ φιλοδώρου θεοῦ παρασχόντος . Τοσαῦτα | ||
γονεῖς νομίζοντες οἰκειοτέρους τῶν ἀφ ' αἵματος , εἴ γε καλοκἀγαθίας οὐδὲν οἰκειότερόν ἐστι τοῖς εὖ φρονοῦσιν : ἄζωστοι δὲ |
τῆσδέ ποθ ' ἡ μεγάλαυχος ἀνίκητός τε πρὸς ἀλκὴν Ἑλλὰς ἐδουλώθη κάλλεος ἰσοθέου , Λαίδος : ἣν ἐτέκνωσεν Ἔρως , | ||
τῆσδέ ποθ ' ἡ μεγάλαυχος ἀνίκητός τε πρὸς ἀλκὴν Ἑλλὰς ἐδουλώθη κάλλεος ἰσοθέου , Λαίδος : ἣν ἐτέκνωσεν Ἔρως , |
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε | ||
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε , |
ἀξίαν , ὡς τῶν οἰκείων τυγχάνων ἢ καὶ ἐλαττόνων : ἀρετῆς γὰρ παντελοῦς οὐκ ἂν γένοιτο ἀξία τιμή . λέγει | ||
τοῖς μὴ τελείοις , προκαλούμενος αὐτοὺς εἰς μετουσίαν καὶ ζῆλον ἀρετῆς ἅμα καὶ τὸν περιττὸν πλοῦτον ἐπιδεικνύμενος αὑτοῦ , ὅτι |
καὶ Ἰλλυρίοις καὶ Τριβαλλοῖς καὶ Ἀγριᾶσι καὶ ὅσα τῆς Ἠπείρου ἐξέτι Ἀλεξάνδρου στρατηγὸς αὐτοκράτωρ ἐτέτακτο . Τὴν δὲ κηδεμονίαν καὶ | ||
, Ἄτταλ ' , ἐπεί σεο ῥίζαν ἐπέκλυον Ἡρακλῆος , ἐξέτι Λυσιδίκης τε περίφρονος , ἣν Πελοπηῒς Ἱπποδάμη ἐφύτευσεν , |
Ἑρμοῦθι ἄνασσα , Ἶσι ἁγνή , ἁγία , μεγάλη , μεγαλώνυμε Δηοῖ , σεμνοτάτη δώτειρ ' ἀγαθῶν μερόπεσσι ἅπασι εὐσεβέσιν | ||
θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε , ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους ἠδ |
Οὐρανὸς Ὠκεανός τε καὶ Γῆ πάντων τε θεῶν μακάρων γένος ἄφθιτον . . πρῶτος ποικιλόμουσος Ὀρφεὺς χέλυν ἐτέκνωσεν υἱὸς Καλλιόπας | ||
λαβεῖν : Εἰς πόλιν , ἣν κτίσητε , θεοῖς σέβας ἄφθιτον αἰεὶ θεῖναι , καὶ φυλακαῖς τε σέβειν θυσίαις τε |
χέρσος θαλαττωθεῖσα μυριοφόροις ναυσὶν ἐμπλεῖται . ἦ τὴν περὶ τὸν ἱερώτατον Σικελικὸν πορθμὸν ᾀδομένην ἱστορίαν ἀγνοεῖτε ; τὸ μὲν παλαιὸν | ||
' εἶναι ” τὸν δεδομένον δίδωμι ” , κατὰ τὸ ἱερώτατον Μωυσέως γράμμα τοῦτο : „ τὰ δῶρά μου , |
, τόθι ] Δεινομένεος ἔθηκαν ὄλβιον τέκος [ στεφάνων ] κυρῆσαι : θρόησε δὲ λαὸς [ ˘ – ] [ | ||
ὑπώρειαν ὑψικρήμνοιο Μίμαντος αἰδοίων μ ' ἐλθόντα βροτῶν ὁσίων τε κυρῆσαι , Φῶτά τε τισαίμην ὃς ἐμὸν νόον ἠπεροπεύσας ὠδύσατο |
γινομένοισι τοῦ Διὸς τοῦ Ἐλευθερίου , τῷ αὐτός τε ἱρὸν ἱδρυσάμην καὶ τὴν ἐλευθερίην ὑμῖν περιτίθημι . Ὁ μὲν δὴ | ||
Ἀφροδίτη , σύ με ἐνήδρευσας , ἣν ἐν τοῖς ἐμοῖς ἱδρυσάμην , ᾗ θύω πολλάκις . τί γὰρ ἔδειξάς μοι |
προ [ ] ἐπὶ τοῦ τραχὺ ἀκούει . τὸ δὲ πάνσοφος ἡ εἰωθυῖά ἐστι τοῦ Σωκράτους εἰρωνεία : τὸ γὰρ | ||
ἀγχιστεύει . οὔκουν δεοίμην ἂν εὔχεσθαι ἔτι , καθάπερ ὁ πάνσοφος Πλάτων , ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ γένους τοῦ ἀνθρωπίνου , |
ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά σευ καλέω παναοίδιμον Ἀφρογενείην : ῥηιδίως Παφίης πολυήρατος [ ] ἔπλεο | ||
, ἐλθεῖν εὐάντητον ἐπ ' εὐιέρωι σέο μύστηι . Θεσμοφόρον καλέω ναρθηκοφόρον Διόνυσον , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμον Εὐβουλῆα , |
τοκήων , ] [ ὧδε καὶ ] ? ἐκ ? μακάρων ? ? γάμον ὄρνυται ἑδνώσασθαι ? ? ? [ | ||
ἤθελον τιμᾷν , οὐδὲ θύειν ἐπὶ τοῖς ἱεροῖς βωμοῖς τῶν μακάρων , ἤγουν τῶν θεῶν , καθὰ πρέπον ἐστὶ τοῖς |
τεχνῶν , ὡς καὶ ὁ ποιητὴς δηλοῖ λέγων ἐπεὶ σοφὸς ἤραρε τέκτων , τὸ σοφός κατὰ τοῦ τέκτονος θείς , | ||
πῖνε καὶ ἦσθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης . αὐτὰρ ἐπεὶ δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ , καὶ τότε δή μιν ἔπεσσιν ἀμειβόμενος |
. οὔκουν δεινόν , εἰ γῆ μὲν κακὴ τυχοῦσα καιροῦ θεόθεν εὖ στάχυν φέρει , χρηστὴ δ ' ἁμαρτοῦς ' | ||
καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν . θεόθεν δὲ πνέοντ ' οὖρον ἀνάγκη τλῆναι καμάτοις ἀνοδύρτοις . |
τῶν πραγμάτων ἔλαχεν ἐπιτροπὴν καὶ πλείστων τῶν εὖ βουλευθέντων ἐκείνῳ καθηγητὴς ἐγένετο : ὃς καὶ Πρίσκον τὸν συγγραφέα τῶν τῆς | ||
. ὁ Χῖος . ̈ . , Μ . ὁ καθηγητὴς Ἐπικούρου φησὶν ἄτοπον εἶναι ἐν μεγάλωι πεδίωι ἕνα στάχυν |
Χρησμός : Πῖν ' οἶνον τρυγίαν , ἐπεὶ οὐκ Ἀνθηδόνα ναίεις , οὐδ ' ἱερὰν Ὑπέραν , ὅθι γ ' | ||
δηλοῖ , ἣν ἐδωρήσατο τῇ περσεφόνῃ ὁ ζεύς : ἥτις ναίεις καὶ οἰκεῖς ἐπὶ τοῦ μηλοβότου ἀκράγαντος , τοῦ ὁμωνύμου |
τοῦτον ὁρᾶν ἅπαν καθαρόν τε καὶ γνήσιον τῆσδε τῆς γῆς βλάστημα , ποιητὴς ἂν εἴποι , καὶ μάλ ' ἐπανθοῦν | ||
χείρονος παράγειν ὑπομένων : εἰ δ ' οὐκ ἔστι μὲν βλάστημα ἡ ψυχή , ἐνοῦσα δὲ ἐν τῷ σώματι κρατεῖται |
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς | ||
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ |
εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον , | ||
πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ , |
διὸ φιλίαν μὲν τὴν πρὸς τοὺς γεννήσαντας ὡς αὐτομαθῆ καὶ αὐτοδίδακτον καὶ προστάξεως οὐ δεομένην ἀπέλιπε , φόβον δὲ προστάττει | ||
ἀσφαλῶς ἐνωρμίσατο . τῷ δ ' υἱῷ πάλιν αὐτομαθῆ καὶ αὐτοδίδακτον κτησαμένῳ φύσιν δύο συνέβη παῖδας γενέσθαι , τὸν μὲν |
οἱ πλεῖστοι μεθ ' ἡδονῆς εἶναί φασι καὶ τὸν εὐδαίμονα μακάριον ὠνομάσθαι , οἷον ὡς ἂν εἴποις μάλα χαίροντα . | ||
βίῳ γιγνόμενοι τὸν αὐτὸν λόγον φέρουσιν , ὡς οὐκ ἔσται μακάριον τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος οὐδ ' εὔδαιμον . ἕπου |
δέ ποτε τοῦ Διὸς πρὸς τὴν Ἥραν καὶ λέγοντος πλείονα πόθον ἔχειν ἐν τῇ συνουσίᾳ τὰς γυναῖκας ἤπερ τοὺς ἄνδρας | ||
λόγων καθ ' ἡδονήν ἐστι καὶ ἡ ἄκανθα πρὸς μείζονα πόθον τῆς φιλίας ἐκκαίουσα . Εἰ ταῦτα γλώττης ἀργοτέρας , |
τοῦ ἐπιθυμητικοῦ καθ ' ἣν κατέχουσι τῷ λογισμῷ τὴν ἐπιθυμίαν ὁρμῶσαν ἐπὶ φαύλας ἡδονάς . ἔργα δὲ αὐτῆς : τὸ | ||
κράδης δὲ ἤτοι ἀγρίας συκῆς . * κυέουσαν : ἔγκαρπον ὁρμῶσαν εἰς βλάστην , ἣ εἰς τοὺς ὀλύνθους προβάλλεται * |
μαντείας . Αὐδῶ Ἐρεχθείδῃσιν , ὅσοι Πανδίονος ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ | ||
δεῖ ἐς εὐελπιστίην εὐδαιμονίης , νόμοισί τε καὶ θεσμοῖσι πειθομένην πατρίοισι . μετὰ δὲ τούτους μυθεύομαι [ τοὺς θεοὺς ] |
ἰδεῶν ἀσώματος χώρα , καὶ τῶν συμπάντων πατήρ , ἅτε γεγεννηκὼς αὐτά , καὶ σοφίας ἀνὴρ σπέρμα τῷ θνητῷ γένει | ||
πλείονα εὑρίσκεται χρησιμώτατον . Ζεὺς τὸν Ἡρακλέα ἐκ τῆς Ἀλκμήνης γεγεννηκὼς θνητὸν ὄντα , ἀθανασίας μέτοχον ἠβουλήθη ἐργάσασθαι , καὶ |
[ τοὺς δὲ κλεπτικούς ] , [ ἢ καὶ ὑπὸ θνητῶν ] παιομένους [ δόρατι ] , πρὸς τῷ [ | ||
πολλάκις ἤδη φανέντος πελαγίοις ἐν ἀγκάλαις , ὃν καὶ τὰ θνητῶν φασιν ἀγγέλλειν πάθη . γλαῦκον λέγεις ; ἔγνωκας . |
, ἀλλ ' ἄνοδον ζητῶν ἐς Διὸς ἥτις ἄγοι , παιδείης παρ ' ἑῆς Ἑλληνικὰ πράγματα δείξας , ὡς καλὸν | ||
τε γραπτῶν πρῆξιν ἔδωκ ' , ἢ παισὶν ὑφηγητῆρας ἔφηνεν παιδείης , τοὺς δ ' αὖτε τραπέζης ἀργυραμοιβοῦ εἷσεν ὕπερ |
. . . . ὀρθῶς γὰρ ὑπελάμβανε Ζήνων ὁ Κιτιεὺς βασιλικωτέραν εἶναι τῆς ἀγχινοίας τὴν εὐπείθειαν . . . . | ||
ἐστι : βούλεται δὲ τὸν δεσπότην Ἑρμῆν εἰς ὑπερτέραν καὶ βασιλικωτέραν δύναμιν ἀνάγειν : τάξις γὰρ καὶ ἐν θεοῖς , |
, παῖ Ζηνὸς Ἐλευθερίου , Ἱμέραν εὐρυσθενέ ' ἀμφιπόλει , σώτειρα Τύχα . τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαί νᾶες | ||
βοτήρ : καὶ ἀπὸ τοῦ βοτὴρ βότειρα , ὡς σωτὴρ σώτειρα καὶ Δημήτηρ Δημήτειρα , καὶ βότης , ὅπερ καὶ |
ἐπενθείτην μὲν οὖν καὶ τἄλλα ἐλοιδορείσθην βίαιον , πλεονέκτην , ἀκόρεστον , οὐδαμοῦ στῆναι δυνάμενον , τὰ τοιαῦτα ἀναισχυντοῦντες . | ||
Ἀρσάκην ἱππιάνακτας , κἠγδαδάταν καὶ Λυθίμναν Τόλμον τ ' αἰχμᾶς ἀκόρεστον . ἔταφον ἔταφον , οὐκ ἀμφὶ σκηναῖς τροχηλάτοις , |
οὖν οὕτω ταῦτ ' ἔχει , ἀνάγκη καὶ σοὶ ἥνπερ ἔλαχες τέχνην στέργειν καὶ τὰ παρὰ τοῦ Διὸς ἐπιτεταγμένα σοι | ||
σαυτοῦ πατέων : τοῦτο ἀπὸ τῆς παροιμίας : Σπάρταν ἣν ἔλαχες κόσμει . λέγει δὲ τὸ χωρίον ἤτοι τὸν τόπον |
τὰς βροντὰς οἶδ ' ὅτι δείσεις , καὶ γαλήνην σαυτῷ παρασκευάζων ἀνθ ' ἁπάντων ἀξιώσεις γενέσθαι Μικκάλῳ . Νῦν ἔδει | ||
ἀσεβήματα γίγνηται ἐν τοῖς ἱεροῖς , ἱκανὸν φόβον ταῖς γυναιξὶ παρασκευάζων τοῦ σωφρονεῖν καὶ μηδὲν ἁμαρτάνειν , ἀλλὰ δικαίως οἰκουρεῖν |
Ἀμάσιος ἀνὴρ γένος μὲν Ἁλικαρνησσεύς , οὔνομα δέ οἱ ἦν Φάνης , καὶ γνώμην ἱκανὸς καὶ τὰ πολέμια ἄλκιμος . | ||
χάος , τριὰς δὲ τὸ ᾠὸν , τετρὰς δὲ ὁ Φάνης , ὡς καὶ Ὀρφεύς φησι : τετράσιν ὀφθαλμοῖσιν ὁρώμενος |
αὐτὸ Ἀρριχίων ἐπαποθανὼν τῇ νίκῃ καὶ στεφανοῖ αὐτὸν οὑτοσὶ Ἑλλανοδίκης ἀτρεκὴς δὲ προσειρήσθω διά τε τὸ ἐπιμελεῖσθαι ἀληθείας διά τε | ||
καὶ Ἠλεῖος , Ἑλλανοδίκης καὶ τῶν ἐκεῖσε ἀγωνιζομένων Ἑλλήνων κριτὴς ἀτρεκὴς καὶ ἀληθὴς καὶ ἀπροσωπόληπτος , βάλῃ καὶ τίθησι περὶ |
Ἑλικῶνος ἀγαθὰ ἔχουσα , οὐχ ὥσπερ ἡ Κλειὼ καὶ ἡ Πολύμνια καὶ ἡ Καλλιόπη καὶ αἱ ἄλλαι ἕν τι ἑκάστη | ||
ἱστορία . ἡ Πειθὼ μία ἐστὶ τῶν Χαρίτων , ἡ Πολύμνια δὲ μία ἐστὶ τῶν Μουσῶν . οὕτω μὲν ταῦτα |
Κλεοφήμα δ ' ὀνομάσθη . Ἐγ δὲ Φλεγύα γένετο , Αἴγλα δ ' ὀνομάσθη : τόδ ' ἐπώνυμον : τὸ | ||
Ποδαλείριος [ ] ἠδ ' Ἰασώ , ἰὲ Παιάν , Αἴγλα [ τ ' ] ἐοῶπις Πανάκειά τε Ἠπιόνας παῖδες |
τοῦ Ἀχέροντος δίνη . τὸν Μοίσαις φίλον : καθὸ πρῶτος εὕρατο βουκολικά . τὸν οὐ Νύμφαισιν ἀπεχθῆ : ἐπεὶ μία | ||
τὴν ἰατρικήν . Οὗτος καὶ τὴν διὰ ξεστῶν λίθων οἰκοδομὴν εὕρατο , ἀλλὰ καὶ γραφῆς ἐπεμελήθη . Οἱ δὲ λοιποὶ |
δ ' ἄμυδις πυρσοῖο σέλας προπάροιθεν ἰδόντες τό σφιν παρθενικὴ τέκμαρ μετιοῦσιν ἄειρεν , Κολχίδος ἀγχόθι νηὸς ἑὴν παρὰ νῆα | ||
τις ποιῆσαι , καὶ ἐλπίζει τοῦτο τελέσαι . θεὸς ἅπαν τέκμαρ καὶ σημεῖον ἀνύεται καὶ τελειοῖ ἐπὶ ταῖς ἐλπίδεσσι : |
: εἵματα γάρ ἑ βάρυνε , τά οἱ πόρε δῖα Καλυψώ . ὀψὲ δὲ δή ῥ ' ἀνέδυ , στόματος | ||
τόπῳ . ὁμοίως δὲ καὶ ἐφ ' οὗ φησιν ἡ Καλυψώ ἐνθάδε κ ' αὖθι μένων σὺν ἐμοὶ τόδε δῶμα |
πῦρ ἀίδηλον , στοργὴν δὲ στοργῇ , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῷ , συνήσει ὅτι ὁ Ἐμπεδοκλῆς θεὸν ἑαυτὸν προσηγόρευσεν | ||
στοργῇ δὲ [ τε ] στοργήν , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῷ : Ὡς μὴ ἄλλως τὴν ψυχὴν τὰς ἀρχὰς |
γένος ἔφθιτο , οὐδὲ θέμιστας οὐκέτι γινώσκους ' οὐδὲ μὲν εὐσεβίας . ἀλλ ' ὄφρα τις ζώει καὶ ὁρᾶι φῶς | ||
' ἄκρας ὀλέσας βίοτον , μόχθους δ ' ἄλλως τῆς εὐσεβίας εἰς ἀνθρώπους ἐπόνησα . αἰαῖ αἰαῖ : καὶ νῦν |
ἐναντία φαίνεται , τουτέστιν ἀντικειμένους ἡμῖν ὁρῶ τοὺς θεούς . ἁγνὴν τὴν βοῦν καλεῖ ἢ διὰ τὸ τοῖς θεοῖς ἀεὶ | ||
ὅρον περὶ πᾶσι τιθεῖσαν ἄτροπον ἀκαμάτην : δεκάδα κλείουσί μιν ἁγνὴν ἀθάνατοί τε θεοὶ καὶ γηγενέες ἄνθρωποι . ” λέλεκται |
, ὦ θεία κεφαλή , καὶ ποιήσας μοι τὸ γῆρας εὔδαιμον τῷ περὶ ὧν ἀφῖγμαι κατωρθωκέναι χρηστὴν ἀγγελίαν φέροντα τοῖς | ||
μεταβολῆς ἔτι ὑπάρχοντος , τοὺς δὲ τεθνεῶτας βεβαίως ἔχοντας τὸ εὔδαιμον καὶ μεταβολῆς ἐκτὸς τελειότερον τετράκις : λέγει γὰρ ἐπὶ |
πολλὰ ! [ τὸ πολλὰ τ [ πράσσετ [ σχολὴ βλ [ ὡς ομιμ [ τολλ [ χαλεποὶ [ ] | ||
] ! [ [ ] ! ον ! ! ! βλ [ × – ˘ – × ⋮ δεῦρ ] |
ἐσεῖδε τὴν νέα τὴν Ἀττικὴν ὁ Πολύκριτος , ἔγνω τὸ σημήιον ἰδὼν τῆς στρατηγίδος , καὶ βώσας τὸν Θεμιστοκλέα ἐπεκερτόμησε | ||
τέχνης ἀθανάτοις ἐκέλευον ἀρήιον ἵππον ἀνάψαι , ὕστερον Ἀργείοιο μόθου σημήιον εἶναι . φραζομένοις δ ' ἐπὶ τοῖσι παναίολα γυῖα |
ἀνίει Δαρεῖον οἶον ἄνακτα Δαρειὰν ] ὁ Ἀϊδωνεὺς δὲ ὁ ἀναπομπὸς τῶν νεκρῶν ἀνίει καὶ ἀναπέμψει καὶ ἀναδώσει τῆς γῆς | ||
αἰσθήσιος ληφθέντων : ἐφαντασιώθη γὰρ ἐναργέως ἡ αἴσθησις προπαθὴς καὶ ἀναπομπὸς ἐοῦσα εἰς διάνοιαν τῶν ὑποκειμένων : ἡ δὲ παραδεξαμένη |
σύμμαχοι , Λακεδαιμονίων δὲ οὐδείς : ἀπείρητο γὰρ αὐτοῖς τέχνην βάναυσον ἐργάζεσθαι . οὕτως ἄρα ἐδιδάχθησαν οἱ σύμμαχοι πλείονας αὐτῶν | ||
μὲν οὖν ὀλίγων ἡμερῶν ἀπεστραγγάλισεν ἡ βασίλισσα οὐ φέρουσα τὸ βάναυσον καὶ τὸ ἀνελεύθερον . ἧκε δ ' ἀντ ' |