μεν ἀντικρυς αὐτου δρομῳ κατελαβεν , και μια τους δυο χαραδρα διειργεν , οἱ δε Λιβυες τοτε μαλιστα ἐπεκειντο τοις
ἀποκριθω , ” οἰμοι ταλας “ , φησιν , ” χαραδρα κατεληλυθεν . “ Γ ” χαραδρας “ , φησιν
9999941 Αἰγυπτιοισι
Αἰγυπτιοι ἠ του Ἡρακλεος . Ἀλλα τις ἀρχαιος ἐστι θεος Αἰγυπτιοισι Ἡρακλεης : ὡς δε αὐτοι λεγουσι , ἐτεα ἐστι
ἐργεσθαι , ἐπεμψαν ἐς Ἀμμωνος φαμενοι οὐδεν σφισι τε και Αἰγυπτιοισι κοινον εἰναι : οἰκεειν τε γαρ ἐξω του Δελτα
9999939 κρατερῳ
θεοειδης μαρναμενος Περσων πολιας και τειχεα μακρα ἀγχεμαχων διεπερσε πυρι κρατερῳ τε σιδηρῳ , νωλεμεως δ ' ἐδαμασσε πολεις τε
ἀρα οἱ φρονεοντι παριστατο Φοιβος Ἀπολλων ἀνερι εἰσαμενος αἰζηῳ τε κρατερῳ τε Ἀσιῳ , ὁς μητρως ἠν Ἑκτορος ἱπποδαμοιο αὐτοκασιγνητος
9999939 ἐτραπετο
νεου συν ἑτερῳ στρατῳ φθασαντος ἐδεισε και ἐς την Κελτικην ἐτραπετο ὡς εὐκαιρον ἐφ ' ἡμιν ὁρμητηριον , ὁτι και
πασι , και οὐκ ἐξεπυησεν , ἀλλ ' ἐπι κυστιν ἐτραπετο : Κρατιστωνακτι , ὁς παρα Ἡρακλειῳ ᾠκει , και
9999937 ἐπωνομασθη
βασιλεως τινος Σικελων , τοὐνομα τουτο ἐχοντος , οὑτως Ἰταλια ἐπωνομασθη . ἐλθοντες δε ἐς την Σικελιαν στρατος πολυς τους
” ἱμερος “ γε τῳ μαλιστα ἑλκοντι την ψυχην ῥῳ ἐπωνομασθη : ὁτι γαρ ἱεμενος ῥει και ἐφιεμενος των πραγματων
9999937 ἀφειλετο
προφασεως , και Λεπιδον κοινωνον ὀντα της ἀρχης το μερος ἀφειλετο και οὐδετερα αὐτων ἐνειματο σοι . ” Λοιπος δ
Παυσανιαν τον Κλεομβροτου Πλαταιασιν ἡγησαμενους , τον μεν τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε
9999936 τυγχανοιεν
και τιμη των ἐπιεικων . εἰ γαρ ἑκαστοι της ἀξιας τυγχανοιεν , οὐκ ἐστιν ὁπως ἀν ἀμεινον σωθειη το δικαιον
ἠ εἰ κακοι γιγνοιντο , μηδεμιας συγγνωμης παρ ' ὑμων τυγχανοιεν , εἰ τοσουτων ἀξιωθεντες τοιαυτ ' εἰς ἡμας ἐξαμαρτανοιεν
9999936 εὑρετο
μετανοια ἐσχεν οἱα Ἀττην ἐδρασε , και οἱ παρα Διος εὑρετο μητε σηπεσθαι τι Ἀττῃ του σωματος μητε τηκεσθαι .
ἰδιων ἁπτομενος παθεων . Μιμνερμος δε , τον ἡδυν ὁς εὑρετο πολλον ἀνατλας ἠχον και μαλακου πνευμα το πενταμετρου ,
9999935 ἀναγιγνωσκε
οἰκετας δευρο ἐπι το βημα , και την των συμπρεσβεων ἀναγιγνωσκε μαρτυριαν . Ἐπειδη τοινυν οὐ δεχεται την προκλησιν ,
τους ὑστερον προσαναγραφεντας προδοτας εἰς ταυτην την στηλην , και ἀναγιγνωσκε γραμματευ . Τι δοκουσιν ὑμιν ὠ ἀνδρες ; ἀρα
9999934 πλατειᾳ
ἐκ τουτου διαδιδομενης δυσφοριας τινος εἰς ὁλον το σωμα , πλατειᾳ χειρι καταληπτεον το στομα της κοιλιας ἠ παιδιον συγκατακλινειν
. μηρους γε μην τους ὑπο τῃ οὐρᾳ ἠν ἁμα πλατειᾳ τῃ γραμμῃ διωρισμενους ἐχῃ , οὑτω και τα ὀπισθεν
9999933 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999933 θελκτηρια
θειον ἀοιδον : “ Φημιε , πολλα γαρ ἀλλα βροτων θελκτηρια οἰδας ἐργ ' ἀνδρων τε θεων τε , τα
και τῃ ᾠδῃ . Κηλα δε ] Ἠγουν : τα θελκτηρια γαρ . Δαιμονων θελγει ] Οὐ μονων των ἀνθρωπων
9999933 ἐργαζοιτο
ἀκραις . εἰ μεν οὐν ἐσχατως θερμῃ διαθεσει προσαχθεν αἰσθησιν ἐργαζοιτο ψυξεως , εἰη ἀν οὑτω ψυχρον : ὡσαυτως δε
εἰναι φθονερους και δυσκολως ἀλληλοις ἐχειν ἠ διοτι ἡττον ἀν ἐργαζοιτο [ της αὐτου τεχνης ] ἐκ του πραγματος ἑκαστος
9999933 τετταρα
τρεις προς τοις πεντηκοντα πηχεις . Πηδαλια δ ' εἰχε τετταρα τριακονταπηχη , κωπας δε θρανιτικας , ὀκτω και τριακοντα
και ἐνδιαιτημα ἑτερας ἐστι χρειας . Τιμηματα δ ' ἠν τετταρα , πεντακοσιομεδιμνων ἱππεων ζευγιτων θητων . οἱ μεν ἐκ
9999932 ἀπηνεγκατο
την καθηκουσαν ἐπιμελειαν ποιησαμενος , μεγαλην εὐνοιαν παρα τοις πληθεσιν ἀπηνεγκατο . Ὁτι τον Μιθροβουζανην ἐπι την πατρῳαν ἀρχην καταγαγοντος
συμφορᾳ περιβαλων τους πολεμιους μεγαλην ἐπι στρατηγιᾳ και συνεσει δοξαν ἀπηνεγκατο . θαλασσοκρατησαι δε ἐσπευδε και την της Ἀσιας ἡγεμονιαν
9999932 ὠνομαζετο
προς μητρος Ἐμισηνος ἐγεγονει . ὁ πατηρ δε αὐτῳ Βασιλιδης ὠνομαζετο , Θεοκλεια δε ἡ μητηρ . εὐφυης δε ἐπι
μυριοις ἐτεσι προτερον ἠ Μενελαον ἐκεισε προσχειν το χωριον οὑτως ὠνομαζετο . και οὐκ ἀντικρυς μεν ἐλεγε τοὐνομα τουτ '
9999931 ῥητορα
ἀστοχει . Μιμειται που και φαρμακοπωλης ἰατρον , και συκοφαντης ῥητορα , και σοφιστης φιλοσοφον . Και πανταχου εὑροις ἀν
γαρ , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , το αὐτο φθεγγεσθαι τον ῥητορα και τον νομον : ὁταν δε ἑτεραν μεν φωνην
9999931 κτενες
. Σφονδυλος μεντοι και κλεις τα ἐπι του σωματος και κτενες οὐ κατα μεταφοραν ὠνομασται , ἀλλα καθ ' ὁμοιοτητα
ἑλικος . αἱ δε κογχαι και χημαι και σωληνες και κτενες ἐν τοις ἀμμωδεσι λαμβανουσι την συστασιν . αἱ δε
9999931 γραμματικῃ
βητα και ἑκαστον των στοιχειων , τοις ὀνομασιν ἀποδιδωμεν τῃ γραμματικῃ τεχνῃ , ἐαν τι ἀφελωμεν ἠ προσθωμεν ἠ μεταθωμεν
ἀφικνουνται θυρας φιλοσοφιας , πριν ἠ ταις νεωτεραις ἐντυχειν , γραμματικῃ και γεωμετριᾳ και τῃ συμπασῃ των ἐγκυκλιων μουσικῃ :
9999931 Φιλιππιδης
λαμπαδι ἱλασκονται . Τοτε δε πεμφθεις ὑπο των στρατηγων ὁ Φιλιππιδης οὑτος , ὁτε περ οἱ ἐφη και τον Πανα
του ἐπι θατερα ὁ ἑτερος των Περικλεους Ξανθιππος , και Φιλιππιδης ὁ Φιλομηλου και Ἀντιμοιρος ὁ Μενδαιος , ὁσπερ εὐδοκιμει
9999930 διορισμῳ
το ὀν παντα κατα το ἡνωμενον , ὡς παντα ἐν διορισμῳ κατα το διακεκριμενον . Ἐστιν ἀρα ἐν παντι ἑκαστῳ
, οὐ μην διωρισμενον : οὐδε γαρ το διακεκριμενον ἐν διορισμῳ : οὐδε γαρ αὐτο ὀν ὡς τι παρα την
9999930 δημιουργια
' οὐ γνωριστικως αὐταρκης ἡ και ἡ ἐν ζωτικῃ μητρᾳ δημιουργια . τι οὐν ταρασσομεν τα πραγματα ἀποριᾳ του ποθεν
ἠν ἡμων οὐσια , ἐκρατησεν ἀν ἀνευ πονων ἡ ἡμετερα δημιουργια . Καιτοι και ἀνθρωπος δημιουργει εἰδος αὐτου ἀλλο ὁ
9999930 βουλευεσθε
ἐμου πολεμον ἐχητε χρησθαι . ἀλλ ' εἰ τα κρατιστα βουλευεσθε πραττειν και το κοινῃ συμφερον ἀμφοτεροις ἡμιν σκοπειτε ,
ἰδιωται τῳ νομῳ γεγονατε ; ταυτ ' εἰς τον δημον βουλευεσθε ἐξενεγκειν . τι γαρ δη και το κωλυον ἐσται
9999930 ἐξειλετο
πορρω των παιδικων προορωντος , ὁτι και συμβασιλευειν αὑτῳ ἀνδρα ἐξειλετο , ὁντινα αὐτῳ και συνεραν της καλλιπολεως ἀναγκαιον ;
σιγῃ : ἀντι του ἡσυχως . σιγῃ : ἀκαταγνωστως . ἐξειλετο : ἀπηρε Διος νοον ἐξαλεασθαι : οὐ δυνατον ἐστι
9999930 τετρακισχιλια
, ἡ δε Ζ ξδ και το ἀπ ' αὐτης τετρακισχιλια ϘϚ . Δηλον , ὁτι ὡς ἑν το Α
διδωμι , ταλαντον : βους δε ἑξακοσιους και προβατα εἰς τετρακισχιλια και ἀνδραποδα εἰς εἰκοσι και ἑκατον . ταυτα λαβων
9999929 πορρωτερω
. ὁ γαρ μικρον προϲβαλλων τηϲ προκαταληψεωϲ οὐ μικρον ὠφελει πορρωτερω διδουϲ τηϲ μελλουϲηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ . ποτε δ ' “
' ἐγω οὑτως ἐχοντα τον Ἐρυξιαν , και εὐλαβουμενος μη πορρωτερω τις λοιδορια και ἐναντιωσις γενοιτο , Τουτονι μεν τον
9999929 ἐρρυσατο
, τωι ποθωι τωι ἐκεινου . και θεριστην τις ἀετος ἐρρυσατο θανατου , ἀνθ ' ὡν αὐτος ἐξεσωσεν ἐκ δρακοντος
και συνηγορησε μοι : ἐν λογοις Αἰγυπτιων πικροις , και ἐρρυσατο με : ἐν φθονοις συν δολοις , και ὑψωσε
9999929 μαλακα
αὐτα . ποδας δε ἐχει ταυτα μηκιστους , και προσαψασθαι μαλακα ἐστι . φυεται δε ἀρα ἐπι των δενδρων των
τα ψυχρα , τα λεια , τα τραχεα , τα μαλακα και σκληρα , ᾑ σωματα . τι δε ἐστι
9999929 μνηστηρα
ἀγακλειτοιο ? γενεθλης ? ? ? [ : οὐδε τινα μνηστηρα μεταγγελον ? [ ] ? ἀλλον ? ? ?
Οἰνομαου τας ἱππους , ὁ δε ἐν τῳ δρομῳ τον μνηστηρα , ὁποτε ἐγγυς γενοιτο , κατηκοντιζεν . Ἱπποδαμειας δε
9999928 δρεπανηφορα
ἀνδρες μετα πολλης βοης ἀλληλοις ἐπεφεροντο . και πρωτον τα δρεπανηφορα των ἁρματων ἀπο κρατους ἐλαυνομενα πολλην ἐκπληξιν και φοβον
Ἐκ τουτου ὁρων ὁ Ἀβραδατας σπουδαζοντα τον Κυρον περι τα δρεπανηφορα ἁρματα και περι τους τεθωρακισμενους ἱππους τε και ἱππεας
9999928 χρειωδες
ἐθεσαν , τον δε λογον ὡς παρεπομενον προς μονον το χρειωδες . κατα δη τουτους εἰκοτως οὐ πανταχῃ αἱ λογικαι
παν ὁτιουν ἱκανωτατος , ἐτι δ ' ἀνυσαι και το χρειωδες και το λυσιτελες αὑτῳ : ὁπερ και ὑστερον ἐργῳ
9999928 ἐτελευτησε
οὑς ἠν κρυφα Παρυσατις , καθ ' ὁν καιρον ἐκεινος ἐτελευτησε , δια εὐνουχων καταχωσασα . . . : ἐπει
καταντησει ἐκεισε ὁ περιπατος . Μη ἀποφηνον περι ἀποδημουντος ὁτι ἐτελευτησε , πριν ἀν σκοπησῃς , ὁτι οὐ μεθυει ,
9999928 ἐνδειᾳ
φερεσθαι ἐπι το μεσον . ἀποσυληθεντα γαρ ἐκεινα και ἐν ἐνδειᾳ της ὑλης γενομενα , την περιψυξιν ὑπομενει . Ἡ
τις ἐχει την αὑτου φυσιν και ἑξιν λοιπαζομενην ἠτοι ἐν ἐνδειᾳ οὐσαν βρωματων , ἐπιθυμει πληρωσαι αὐτην . ἐστιν οὐν
9999928 μαλακτικηϲ
ὁθεν και το ἐξ αὐτου ἐλαιον ἀδηκτου διαφορητικηϲ ἐϲτι και μαλακτικηϲ δυναμεωϲ και ταιϲ τηϲ ὑϲτεραϲ ϲκληροτηϲιν ἐπιτηδειον . και
ἀποϲταϲιν , ϲυνθετου δε δυναμεωϲ ἐϲτι ϲτυπτικηϲ τε ἁμα και μαλακτικηϲ : ὁθεν και ϲτομαχου και κοιλιαϲ και ἐντερων και
9999928 τελικα
ἀπολογια εὐ ἐχει : οἱ δε λεγοντες , ὁτι τα τελικα κεφαλαια ἐν πασαις στασεσιν εὑρεθησονται , ἠγνοησαν , ὁτι
και το ς , των ἀρσενικων και των θηλυκων εἰσι τελικα , οἱον φιλοι Ἑκτορες , Μουσαι μητερες : το
9999928 κλημα
μετρον , και της ἐντεριωνης ἐξελοντες , ἐμβαλλομεν εἰς το κλημα της ἀντιδοτου , εἰτα παπυρῳ περιελιξαντες το σχισθεν μερος
ἠ τριων ὀφθαλμων . Εἰ δε μειζον εἰη πανυ το κλημα , ὡς και δευτεραν καταχωσιν ὑποστηναι , ποιησεις ἐκ
9999927 ἐτυμολογια
. Ἀν ' ἰωχμον : κατα την μαχην . ἡ ἐτυμολογια εἰς το ἰωχμος , . , . * .
, . . Ἀλεξικακος : ἀποτρεπτικη των κακων . ἡ ἐτυμολογια εἰς το εἰλιπους , . , . * .
9999927 ἀκολουθιᾳ
μεν ἐτι , τῃ δε μεχρι νυν ἀπο των προγονων ἀκολουθιᾳ καλως οἰωνιζεται . Τι προς ταυτα λεγεις , θεσπεσια
Ἀμαληκ ἐμπαλιν του ἀσκητου ” την οὐραγιαν κοπτειν ” , ἀκολουθιᾳ φυσεως : ἐχθρα γαρ | τα ἐναντια και τον
9999927 ἐνεργητικα
ὁριστικοις ὡμοφωνησεν . ] ἐαν τυπτῃ : καθολου τα τριτα ἐνεργητικα των ὑποτακτικων δευτερα εἰσι των παθητικων , ἐαν λεγω
τυπειϲθαι Μετ ' ὀλιγον μελλοντοϲ του και ἀττικου τετυψεϲθαι Προϲτακτικα ἐνεργητικα χρονου ἐνεϲτωτοϲ και παρατατικου Ἑν . τυπτε τυπτετω Δυ
9999927 ἐξικετο
δε ἀχρι της Βουπρασιδος , και περιβλεψαμενον , ὡς οὐδεις ἐξικετο των πολεμιων , ἀναψυξαι τε , και ἐκ του
τουτου Κρητες Δικτυνναν και ἱερα προσηνεγκαν . ἐκφυγουσα δε Μινωα ἐξικετο ἡ Βριτομαρτις εἰς Αἰγιναν ἐν πλοιῳ συν ἀνδρι ἁλιει
9999927 ὀργια
Σικελιαν ἠλθε και ἐπι πολλην ἀλλην γην ἐπλανηθη τα ἐκεινης ὀργια δεικνυων : διο λογον ἐσχεν ὡς Δημητηρ αὐτωι μισγεται
ὑστερον την Ποτνιεως και Ἰσθμιαδην Πελαργῃ συνοικουντα καταστησασθαι μεν τα ὀργια αὐτου λεγουσιν ἐξ ἀρχης , μετενεγκειν δε αὐτα ἐπι
9999927 μνηστηρες
του τοιουτου . τον γαρ Ὀδυσσεα και τον Ἰρον οἱ μνηστηρες συνεβαλον δια το σχημα ὡς οὐδεν διαφεροντας . ἐφη
ἰαλλον . αὐταρ ἐπει ποσιος και ἐδητυος ἐξ ἐρον ἑντο μνηστηρες , τοισιν μεν ἐνι φρεσιν ἀλλα μεμηλει , μολπη
9999926 ἡλισκετο
Ἀδραστον . Λεσχεως δε ἐς την Αἰθραν ἐποιησεν , ἡνικα ἡλισκετο Ἰλιον , ὑπεξελθουσαν ἐς το στρατοπεδον αὐτην ἀφικεσθαι το
τοις Ἀλεξανδρευσιν ἀρχην θορυβου παρεσχε : τελος δε , ὡς ἡλισκετο , ἀπεσφαξεν αὑτον . Λακεδαιμονιοι δε ἀσμενοι Κλεομενους ἀπαλλαγεντες
9999926 φυλακες
τεθηπασι την βουλην ἀμετρως , ὁτι και οἱ ἀρχοντες αὐτων φυλακες ἡμιν ἐπεμφθησαν εἰναι , και το τε ἐργον ἐπιφθονον
ἀρκτουρος : ὁν τινες ἀρκτοφυλακα προσαγορευουσιν . οὐροι γαρ οἱ φυλακες καλουνται . ἐστι δε οὑτος λαμπρος ἀστηρ ἐν τῃ
9999926 στατηρ
. . , : στατηρ : παρα το ἱστημι στησω στατηρ . και παρ ' ἡμιν ἐπι του νομισματος τιθεται
. ἐγω γαρ το γα βαλαντιον : λιτρα και δεκαλιτρος στατηρ , ἑξαντιον τε πεντογκιον . ἁ δε Σικελια πεποσχε
9999925 ἐβουλευετο
κατα στεινον , ὡστε και ὀλιγους σφεας ἀνθρωπους ἰσχειν : ἐβουλευετο ὠν ἐπαναχωρησας ἐς τας Θηβας συμβαλειν προς πολι τε
ἡ των ὁρωμενων περιπαθησις . ἐπεξαναστας δε μετα των συνεδρων ἐβουλευετο τα πρακτεα και ἑωρα τους μεν προ μικρου πανταπασιν
9999925 εὐεργεσια
ἐπι μηκιστον χεομενης βελτιουνται τα ἠθη . Μεγιστη δε ἐστιν εὐεργεσια ψυχῃ πονουσῃ και διαθλουσῃ συνοδοιπορον ἐχειν τον ἐφθακοτα παντῃ
ἐν ἑκαστῳ γαρ και νομος ἐστιν ὁ κελευων , και εὐεργεσια περι την πολιν γεγενηται : διαφερει δε , ὁτι
9999925 ἡμισυν
ὁ Α μητε των ἀπο δυαδος διπλασιαζομενων ἐστω μητε τον ἡμισυν ἐχετω περισσον : λεγω , ὁτι ὁ Α ἀρτιακις
τουτου [ τον ] των ψιλων , ἐτι δε τουτου ἡμισυν τον των ἱππεων και δια τι . Τι ἐστι
9999925 Εὐρωτα
Ἰαμου και Εὐαδνης της ἐν Ἀρκαδιᾳ Ἀρκας . παρ ' Εὐρωτα πορον : προσεθηκε το παρ ' Εὐρωτα πορον :
δε που γης ἐστι πλην ἱνα ῥοαι του καλλιδονακος εἰσιν Εὐρωτα μονον ; διπλουν δε Τυνδαρειον ὀνομα κληιζεται , Λακεδαιμονος
9999925 κουφοτητι
οὐ μενει ἐν τοις ἀγγειοις ἡ χολη , ἀλλα τῃ κουφοτητι εἰς τον ἐγκεφαλον ἀνεδρασεν , εἰ μεν οὐ παρεστι
' ἀμφοιν το γυμνητικον ὁμοιοτητα προς τους ἀκρους ἐν πεζῃ κουφοτητι κεκληρωμενον , παλιν δ ' αὐ το πληρωμα το
9999925 ἐγενηθη
αὐτου . Τῃ δε πεμπτῃ ἡμερᾳ τα ἐκ των ὑδατων ἐγενηθη ζωα , δι ' ὡν και ἐν τουτοις δεικνυται
ῥηθεν τεχνικως , μη ποιηθεν δε , μεθοδου ἀτεχνου δεικτικον ἐγενηθη : το γαρ οἰεσθαι μεν , μη πρησσειν δε
9999925 ἀπλανη
αἰσθησις φυσικως παρα του λογου της ἐπιστημονικης μεταλαμβανει τριβης προς ἀπλανη των ὑποκειμενων διαγνωσιν . Ξενοκρατης δε τρεις φησιν οὐσιας
εἰσι παντες οἱ ὑποβεβηκοτες νοες του ἑνος του κινουντος την ἀπλανη . εἰ δε ἐρεις και δια τι τον νουν
9999924 ἀθρουν
και κινδυνωδεστατων παθων ἀπολειπω , ἐφ ' ὡν πολυ και ἀθρουν αἱμα ἐκχεαι δει : προς γαρ τας σφοδροτητας των
ἐν ἀλλῳ δε συστελλεσθαι . Ὡστε το μεν κατ ' ἀθρουν διαστημα γινεσθαι την κινησιν οὑτως ἐστιν ἀπορον τοις προειρημενοις
9999924 πλημμελες
χαιροντας ὁμιλιαις : ὁ τι γαρ ἀτακτον , ἀκοσμον , πλημμελες , ὑπαιτιον , τουτο ὀχλος ἐστι , μεθ '
της προσηκουσης τευξεται διορθωσεως , φιλοσοφως μεντοι και ἀπαθως : πλημμελες γαρ περι τηλικουτων κλεινοις ἀνδρασιν ἐπιτιμαν . Προς τι
9999924 ὁποτερῳ
της ἀντιληψεως . Και ἐαν το ἑτερον μερος των ἀντιδικων ὁποτερῳ χρησεται : ἐπι στοχασμου κακως σφοδρα τουτο εἰρηται ,
. ἀθρει δη και τα περι τους νεανιας , ξυν ὁποτερῳ αὐτων ἡ νικη : ἰδου γαρ και καθῃρηται ὁ
9999924 Κορινθιοι
εἰναι , εἰτα Παγος , εἰτα Ἐφυρα . οἱ πολιται Κορινθιοι , και θηλυκως Κορινθιας . και συνθετον κορινθιουργης ὡς
καθιστωνται Ἀθηναιοις ἐς πολεμον . και οἱ μεν Βοιωτοι και Κορινθιοι ταυτα ἐπεσταλμενοι ἀπο τε του Ξεναρους και Κλεοβουλου και
9999924 ἀφροσυνη
φρονησις ἡγουμενη ὠφελιμα τα της ψυχης ἐποιει , ἡ δε ἀφροσυνη βλαβερα , οὑτως αὐ και τουτοις ἡ ψυχη ὀρθως
ἀπο της Στοας . εἰ γαρ φυσει κακον ἐστιν ἡ ἀφροσυνη , δεησει , ὁν τροπον το θερμον γνωριζεται ,
9999924 κολακες
το περι τας θεραπειας των ἐπιφανων εἰναι ἐκαλουντο προσκυνες και κολακες , οὑτοι οὐν συμπλεοντες τῳ Κνωπῳ , ὡς ἠδη
: τριτην τα διαβεβλημενα , οἱον ἀσωτοι , μοιχοι , κολακες : τεταρτην τα ἠθικα , οἱον γεωργοι , λιχνοι
9999924 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999923 ἐφυγαδευσεν
ὑφ ' ἑαυτῳ ἐποιησατο : οὐ μεντοι ἠνδραποδισατο οὐδε ἀνδρας ἐφυγαδευσεν οὐδε νομους μετεστησεν : ἐξ ὡν τας περι ἐκεινα
ζωντας κατεκαυσε , των δ ' ἀλλων τους μεν πλειους ἐφυγαδευσεν , ὀλιγους δε συλλαβων ἀπεκτεινε . Κασανδρος δε πυθομενος
9999923 πικρια
Ἀκουε , φησιν . ὁταν ὀξυχολια σοι τις προσπεσῃ ἠ πικρια , γινωσκε ὁτι αὐτος ἐστιν ἐν σοι : εἰτα
προς θεους τιμης . Ὀργη : θυμος : χολος : πικρια : μηνις : κοτος : ἐρως : ἱμερος :
9999923 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999922 ἀπεπλευσε
των περι Κυρηνην στασιαζοντων Πτολεμαιος ἐπελθων και παντα καταστησαμενος ὀπισω ἀπεπλευσε . Περδικκας δε Ἀντιγονωι ἐπιβουλευων εἰς δικαστηριον ἐκαλει :
διεταφρευε , μεχρι καταπλευσαντος αὐτῳ του στολου περι δειλην ἑσπεραν ἀπεπλευσε , τους εὐτολμοτατους ἐπι των τειχων ὑπολιπων : οἱ
9999922 πικρα
μεγαλην : πευκεδανον το πικρον ἀπο μεταφοφας της πευκης : πικρα γαρ αὑτη . ἀνεηκε : ἀναβλυσαι ἐποιησεν , ἀνεδωκεν
τις φαγειν θελησαι κεχορτασμενος ὠν : ἁτινα , ἠτοι τα πικρα και τα ὀξινα , οὐτε φυσει ἡδεα οὐτε ἁπλως
9999922 Ὀλυνθιοι
ἀνδραποδισασθαι , ὁ ἐστι δουλους ποιησαι . καθως προς Ἀθηναιους Ὀλυνθιοι ἐτολμησαν ὑπερ Ἀμφιπολεως , ὁ προς μικρον μερος χωρας
, ὡς ἐναργες και σαφες τουτων παραδειγμα οἱ ταλαιπωροι γεγονασιν Ὀλυνθιοι ; και παλιν βουλευεσθε , ὠ Ἀθηναιοι , Θηβαιους
9999922 ἐσχετο
ὁν ῥα καθεισεν Αἰγισθος δολομητις ἀγων , ὑπο δ ' ἐσχετο μισθον χρυσου δοια ταλαντα : φυλασσε δ ' ὁ
ἱμερος ὀτρυνεσκεν . τρις μεν ἐπειρηθη , τρις δ ' ἐσχετο : τετρατον αὐτις λεκτροισι πρηνης ἐνικαππεσεν εἱλιχθεισα . ὡς
9999922 δημοτικα
διαφερομεν . οἱ μεν γαρ ἠ μενοντες εἰσω πυλων τα δημοτικα διαπραττονται , ἠ γεωμοριᾳ προσανεχοντες την ἐκ της βωλου
οὐ μονον ἠν των πλουσιων , ἀλλα και των τα δημοτικα φρονουντων . ὁ γε τοι Τιμαιος ἐν τῃ πρωτῃ
9999922 Ἡφαιστιωνι
γην . Οὑτω δη πλεων τριτῃ ἡμερᾳ κατεσχειν , ἱναπερ Ἡφαιστιωνι τε και Κρατερῳ κατα το αὐτο στρατοπεδευειν ἐπι ταις
Ἡφαιστιωνα . θυεσθαι δη τον Πειθαγοραν πρωτα μεν ἐπι τῳ Ἡφαιστιωνι : ὡς δε ἐπι του ἡπατος του ἱερειου ὁ
9999922 Ἀνδρα
ἐθνεων εἰναι το σφετερον , τουτο δε γενεσθαι ὡδε . Ἀνδρα γενεσθαι πρωτον ἐν τῃ γῃ ταυτῃ ἐουσῃ ἐρημῳ τῳ
γαρ τους πολυποδας κρατει , και τα πρωτεια φερει . Ἀνδρα συζευχθεντα γυναικι ἀπο πρωτης ἡλικιας , ἐν ᾑ ἐτεχθησαν
9999922 ἐναργειᾳ
το δε κοινως πασι ληπτον ἀδιδακτον : οὐκ ἀρα το ἐναργειᾳ δεικτον διδακτον . ὁ δε λογος ἠτοι σημαινει ἠ
προς διακρισιν της ἐναργειας . εἰς μεντοι το ἐπιβαλλειν τῃ ἐναργειᾳ και το ἐν ταυτῃ ἀληθες διακρινειν παλιν συνεργου δειται
9999922 ἀγηνορες
δια του ἠχου ποιουσι φοβον . Ξ ἑπτα δ ' ἀγηνορες : ἑπτα πυλας εἰχεν ἡ πολις αὑτη αἱ Θηβαι
τε κυνων ὑπεροπλα γενεθλα : ἐξοχα δ ' ὑβρισται και ἀγηνορες , οὐδε κεν ἀν τι ἀντομενοι τρεσσειαν , ἀναιδειην
9999922 διδασκομεθα
προ των Κατηγοριων ἀναλεγεσθαι , εἰ γε ἐνταυθα τας φωνας διδασκομεθα , ἐκει δε τα πραγματα , προηγειται δε ἀει
εἰς πασαν φιλοσοφιαν , εἰ γε πασαν φιλοσοφον φωνην ἐνταυθα διδασκομεθα . ἀλλα και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες
9999922 αἰτιατικῃ
ἰσοσυλλαβως κλινομενον ἡνικα ποιει οὐδετερον ὁμοφωνον αὐτο ποιει τῃ ἰδιᾳ αἰτιατικῃ , καλος καλου τον καλον και το καλον ,
μεν τα της ἐνεργειας οὐ προσδιετεθη , τῃ μεντοι ἐγκειμενῃ αἰτιατικῃ , ἡς και μονης ἀν εἰη το παθητικον ,
9999922 Ἐμπεδοκλης
τα δε φυτα αὐτοματως πως κεκινησθαι οὐ δια ψυχης . Ἐμπεδοκλης πρωτα τα δενδρα των ζῳων ἐκ γης ἀναδυναι φησι
ἑκαστον , ἀλλα λογῳ τινι και συνθεσει , καθαπερ φησιν Ἐμπεδοκλης το ὀστουν : ἡ δε χθων ἐπιηρος ἐν εὐστερνοις
9999922 Αἰγευς
προς Ἐρεχθεα πολεμος . Ἐρεχθεως μεν γαρ Πανδιων , οὑ Αἰγευς , οὑ Θησευς ὁ των ἐν Καδμειᾳ πεσοντων τα
την ἀρχην τετραχῃ διειλον : εἰχε δε το παν κρατος Αἰγευς . γαμει δε πρωτην μεν Μηταν την Ὁπλητος ,
9999922 ἡμικυκλια
της ΑΒ το ΑΖ παραλληλογραμμον και τα ΚΓΔ , ΗΖΛ ἡμικυκλια περιενεχθεντα εἰς το αὐτο παλιν ἀποκατασταθῃ ὁθεν ἠρξατο φερεσθαι
και ἐπει ἰσα ἐστι τα ΒΕΔ , ΒΞΔ , ΚΞΝ ἡμικυκλια : ἐπι γαρ ἰσων εἰσι διαμετρων των ΒΔ ,
9999921 ἐλιπες
. τε ] και . τ ' ] και . ἐλιπες κατελιπες ἐκει . ὠ ] φευ . δαϊων ]
ἐε , κἀν κακοις ] ? ? μονην μ ' ἐλιπες . τι στεφανους ] ? ? ῥοδινους πυκαζεις ;
9999921 ἐξελιπεν
Τῳ δ ' ἐπιοντι ἐτει , ᾡ ἡ τε σεληνη ἐξελιπεν ἑσπερας και ὁ παλαιος της Ἀθηνας νεως ἐν Ἀθηναις
. : μετα δε τας σπονδας και τας νενομισμενας κατευχας ἐξελιπεν ἡ σεληνη . και τοις μεν περι τον Διωνα
9999921 Ἐπιζεφυριοι
μεν οὐν ἀποικοι των Ἐπικνημιδιων εἰσιν , οἱ δ ' Ἐπιζεφυριοι τουτων . Τοις δε Λοκροις τοις μεν ἑσπεριοις συνεχεις
. ὀρχησεις δε ἐθνικαι αἱδε : Λακωνικαι , Τροιζηνιαι , Ἐπιζεφυριοι , | Κρητικαι , Ἰωνικαι , Μαντινικαι , ἁς
9999921 ὡροσκοπουσα
αὐτης . και ὁτι ἐκτροπη λεγεται ἡ της ἀποκυητικης ἡμερας ὡροσκοπουσα μοιρα , και μην και περι κλιμακτηρων ποιοι τουτων
ἀκριβης μοιρα της γενεσεως . δηλον δε ὡς και ἡ ὡροσκοπουσα μοιρα τῃ ὡρᾳ της σπορας ἡ αὐτη ἐσται τῃ
9999921 ἀγαθοποιῳ
ἀγαθοποιου ἐπιμεριζοντος ἀγαθοποιου και παραδουναι τον ἐπιμεριζοντα ἀγαθοποιον ὀντα ἑτερῳ ἀγαθοποιῳ ἐν ὁριοις ἀγαθοποιου : δηλοι γαρ ἐν ἐκεινῳ τῳ
ὁριων κακοποιων ἐπι ὁρια ἀγαθοποιων ἐπιμεριζοντος ἀγαθοποιου ἠ παραδουναι κακοποιον ἀγαθοποιῳ ἐν ὁριοις ἀγαθοποιου : δηλοι δε ἐν τῳ τοιουτῳ
9999921 Ἀλεξανδρειᾳ
γνωμονος σκιας ἐπι την βασιν αὐτην του γνωμονος του ἐν Ἀλεξανδρειᾳ ὡρολογιου , αὑτη ἡ περιφερεια τμημα γενησεται του μεγιστου
της Ἀλεξανδρου τελευτης κατ ' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχεν της ἐαρινης
9999921 συνδεσμῳ
παρακεισεται ἐγκλιτικον ἀοριστον το που . Χαριν . Δοκει ἰσοδυναμειν συνδεσμῳ τῳ ἑνεκα , χαριν Ἀπολλωνιου ἑνεκα Ἀπολλωνιου . φησι
, συμπεριελαμβανεν ἀν και την τοιαυτην προτασιν . Ἠ ὁ συνδεσμῳ εἱς : λεγει ὁ Ἰαμβλιχος ὁτι ἀνω το συνδεσμῳ
9999921 ἀφεψημα
ὠφελειαν , παλιν χρησθαι τῳ αὐτῳ ἀντι ἁπλου ὑδατος κενταυριου ἀφεψημα μιγνυντα . τα μεν οὐν πλειστα ἰσχιαδικα ταυτῃ τῃ
των ϲυνηθων ϲπερματων , οἱον ἀνιϲου ἠ ϲελινου , το ἀφεψημα πινειν ἐδιδου , και θαυμαϲτωϲ ὁπωϲ κενουμενοι δια γαϲτροϲ
9999920 τεκμαιρομεθα
μοριον . ἐτι δε κἀκ του καιρου της γενεσεως αὐτου τεκμαιρομεθα αὐτον Ἀπολλωνιακον ὀντα : ἐγενηθη γαρ ἐν τῃ ζʹ
θαυμα δ ' , εἰ και μελανων οὐρων διαχωρουντων λυσιν τεκμαιρομεθα του τεταρταιου . Αὐτος γαρ οἱον ἀρχη και ῥιζα
9999920 ἐνι
κολωνον , μεσσῳ ἐνι πρηωνι κατασκιον , ἐνθαδε Χειρων ναιει ἐνι σπηλυγγι , δικαιοτατος Κενταυρων οἱ τραφεν ἐν Φολοῃ ,
καλη τε και ἀγαθη και ἀγχου Ἰωνιης , χρηματα δε ἐνι πολλα και ἀνδραποδα . Συ ὠν ἐπι ταυτην την
9999920 ἐχρησε
αἰσθανονται . παλιν τοινυν Ἀθηναιοις ἐρωτωσι περι της νησου Σικελιας ἐχρησε προσλαβειν τῃ πολει την Σικελιαν , λοφον τινα ἐγγυς
ὑπο Μεσσηνιων ἡττηθεντες εἰς Δελφους πεμψαντες ἠρωτων περι πολεμου . ἐχρησε δε αὐτοις παρα Ἀθηναιων λαβειν ἡγεμονα . Ὁτι οἱ
9999920 εὐδοκιμησεν
ἀντιστροφος ἐστι το ” ὠ καλλιπυργον “ μεχρι του ” εὐδοκιμησεν ἀνηρ “ . ἰστεον , ὁτι ἡ ᾠδη τῃ
πειθεσθαι . ἠρεμιᾳ χρησθαι . Των δε ᾀδομενων αὐτου μαλιστα εὐδοκιμησεν ἐκεινο : Ἐν μεν λιθιναις ἀκοναις ὁ χρυσος ἐξεταζεται
9999920 γραμματειῳ
] ἐμου . Γ τουτι περι : ⌈ ἐν τῳ γραμματειῳ ὁ Βδελυκλεων ἀπογραφεται , ⌈ ὡς ὁτι ἀντιβολουνται οἱ
μεμαρτυρηκεν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος τα ἐν τῳ γραμματειῳ γεγραμμενα , τας δε διαθηκας μη ἐχει ἐπιδειξαι μηθ
9999919 κενωτικα
βετονικη ϲαρξιφαγοϲ λιθοι οἱ ἐν τοιϲ ϲπογγοιϲ ἠλεκτρον . Ὑϲτεραϲ κενωτικα . Αἱμα ἀπο ὑϲτεραϲ ἀγει ἐγκολπιζομενα και προϲτιθεμενα ταυτα
δυϲκραϲια μονη ἐγκαταμεινῃ μετ ' ὀδυνηϲ εἰτε ἐμφραξιϲ . Ϲπληνοϲ κενωτικα . Ἐλλεβοροϲ μελαϲ ἐπιθυμον πολυποδιον ϲκολοπενδριον παιωνιαϲ ῥιζα χαμαιδρυοϲ
9999919 γεγενημεθα
, ἀλλ ' ἐν ταξει γε πατερων και παιδων ἀλληλοις γεγενημεθα . ἀρα σοι δοκω και αὐτος τρυφαν τας ἀφορμας
εὐθυς συναψαι το Δημοσθενικον , ὁτι οὐ μονον τοις γονευσι γεγενημεθα , ἀλλα και τῃ πολει : προς δε τουτοις
9999919 νημα
το πηθω , ὡς παρα το νηθω , νησω , νημα . Πηος . κυριως , ὁ κατ ' ἐπιγαμιαν
. ἀραχνη μεν γαρ ἐστι θηλυκως το ὑφασμακαι οὐδετερως ἀραχνιον νημα , ἀραχνης δε αὐτο το ζῳον . ἀρνες οἱ
9999919 τεκτονι
λεγεις ; Ὡσπερ , οἰμαι , και το σκεπαρνον τῳ τεκτονι και το τρυπανον συνεργει μεν τι προς την τεχνην
δεικνυμενον τε και γινομενον : το γαρ ἀχρηστον σκεπαρνον τῳ τεκτονι οὐκ ἐστι σκεπαρνον ἀλλ ' ἠ ὁμωνυμως . περι
9999919 Καπανευς
δειπνῳ , ἐφη : ὁ παρ ' Εὐρυπιδῃ ἐν Ἱκετισιν Καπανευς ὑπεραστειος ἠν μισων τραπεζας ὁστις ἐξογκοιτ ' ἀγαν .
μετα δε ταυτα Ἐτεοκλης μεν και Πολυνεικης ἀλληλους ἀνειλον , Καπανευς δε βιαζομενος και δια κλιμακος ἀναβαινων ἐπι το τειχος
9999919 ἀνθοϲ
ϲυγχριομενον , ἀγνου ϲπερμα ϲυν ἐλαιῳ , λιβανωτιδοϲ καρποϲ ἁλοϲ ἀνθοϲ νιτρον ἀφρονιτρον δαφνιδεϲ πυρεθρον ϲμυρνιου ϲπερμα ὑπερικον καλαμινθη καχρυ
α , καρυοφυλλου κοκκοι ιε , ἀναγαλλιδοϲ τηϲ το ῥουϲιον ἀνθοϲ ἐχουϲηϲ , ἡν καλουϲι κοραλλιον , # ∠ ʹ
9999918 μεμψαιτο
πατριδα φιλοστοργιαν . Εἰτα , τις οὐκ εἰκοτως ἀν Ζηνωνι μεμψαιτο , διοτι το πλειον οὐ περι την των πραγματων
χρειας καταφυγην : οὐδε γε οὑτω φιλαιτιος οὐδεις ὁστις ἀν μεμψαιτο ἐκεινης της πολεως τους ὁρους . πολλη μεν γαρ
9999918 Ἁλικαρνασσευς
Ἀργολικα , τα ἀπο Ἰναχου λεγω , ὡς Διονυσιος ὁ Ἁλικαρνασσευς ἐν τοις Χρονοις διδασκει . . . : τον
Στησιμβροτος ὁ Θασιος και Ἀντιμαχος ὁ Κολοφωνιος Ἡροδοτος τε ὁ Ἁλικαρνασσευς και Διονυσιος ὁ Ὀλυνθιος , μετα δε ἐκεινους Ἐφορος
9999918 πλεονασμῳ
. , . . . Ἀρεπυιαι : Ἁρπυιαι , και πλεονασμῳ του ε Ἀρεπυιαι . οὑτως Ἡρωδιανος ἐν τοις Περι
χρονικον ἐπιρρημα και ἀναφορικον ἠν το ὁτε , ὁ δη πλεονασμῳ του υ , κατα μεταθεσιν του ο εἰς το
9999918 στηριγμα
δοτηρ ὁ Ἑρμης . ἠ παρα το ἑρμα , και στηριγμα εἰναι . τοις γαρ ποσι στηριζεται ἡ κλινη .
πομπεια . . . . , προπρατας συμπρατας . , στηριγμα . , συνδουλοι . , τιμη . . τιμωρια
9999918 ναυτικα
νεων ἀκροισιν ἠδη ναυτικοις ἑδωλιοις πυρος φλεγοντος , εἰς δε ναυτικα σκαφη πηδωντος ἀρδην Ἑκτορος ταφρων ὑπερ ; Τις ταυτ
ἡντινα Αἰγιναν ηὐξαντο ἀγαθων ἀνδρων ἐπιτυχειν και ἐνδοξον γενεσθαι τα ναυτικα : ηὐξαντο δε σταντες παρα τον Ἑλλανιου Διος βωμον
9999918 ᾐσθετο
τουτοις ἠν : ὡς δ ' ὁ χρηστος οὑτος ὠργισμενους ᾐσθετο τους ἀνθρωπους και πεπιστευμενον αὑτον ὡς οὐ πανταπασιν ἀνοσιον
ψυχην τεταμενη εἰς μιαν συνταξιν την του ἀρχοντος ἐν αὐτῃ ᾐσθετο τε και πασα ἁμα συνηλγησεν μερους πονησαντος ὁλη ,

Back