κ ! [ κειθι και μ ! [ δοιαι γαρ φατ ? [ σκοποι : πε [ ! ! !
τιον ? ? [ [ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδναν ? [ [ ] !
9999677 φρουριῳ
ἐν πεδιῳ ἱδρυμενον Γαζακα , [ χειμερινον δε ] ἐν φρουριῳ ἐρυμνῳ Ὀυερα , ὁπερ Ἀντωνιος ἐπολιορκησε κατα την ἐπι
φευγοντας ἐκ των πολεμιων . . εἰσω λεγει ἐν τῳ φρουριῳ . λεγει δε ὁτι ὁ βουλομενος ἁρπασαι τι εἰσιτω
9999673 τεσσαρεσκαιδεκατῃ
, ἐκ τρωματος κεφαλης ὡς δωδεκαετης θνησκει ἐν μεσῳ θερει τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἡμερῃ : θυρην τις αὐτῃ ἐνεβαλε , και το
, ὁτι τῃ μεν δεκατῃ ἱδρως ἀνω , τῃ δε τεσσαρεσκαιδεκατῃ κατω . διατι δε , οὐκ ἰσμεν . ἀλλα
9999670 ἀπηντησε
και ἐνταυθα ᾠκειτο πολις μεγαλη ὀνομα Ὠπις : προς ἡν ἀπηντησε τοις Ἑλλησιν ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου νοθος ἀδελφος ἀπο
τοσουτῳ χειμωνι χρησασθαι : και γαρ , εἰ μηδεν φαυλον ἀπηντησε , τουτο τῃ τυχῃ λογιστεον , αὐτους δε οὐ
9999669 κινησω
την ἁρμονιαν . . . : παρα παροιμιας φησι της κινησω τον ἀφ ' ἱερας , ἡ τετακται ἐπι των
χρηματιτης . Ἐλεγον δε ἐπι των ἀργυριον τελουντων . Παντα κινησω πετρον : ὁμοια τῃ , Παντα λιθον κινησω .
9999664 τρισκαιδεκατῃ
Θεοπομπος μεν ἐφη ὁ Χιος ἐν ταις Ἑλληνικαις κἀν τῃ τρισκαιδεκατῃ δε των Φιλιππικων Ἀγησιλαῳ τῳ Λακωνι εἰς Αἰγυπτον ἀφικομενῳ
θεσθαι Τηλεγονον και Ἀντικλειαν . Πολυβιος δ ' ἐν τῃ τρισκαιδεκατῃ των ἱστοριων Φιλιππου του καταλυθεντος ὑπο Ῥωμαιων κολακα γενεσθαι
9999663 φλεγματοϲ
ρδ Κοινον καθαρτηριον ρε Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ ρϚ Χοληϲ και φλεγματοϲ ἀγωγα ρζ Ἀλοηδαρια δοκιμα ρη Ἀλοηδαρια Ὀριβαϲιου ρθ Ἀλλωϲ
ἐμφρονεϲτερον και τουϲ τον ἀλλον τροπον ἐκμανενταϲ και τοιϲ ἀπο φλεγματοϲ νοϲημαϲι κρατιϲτον ἐϲτιν : οἱ δε και εὐϲιτοτεροι ἀντι
9999661 ἐξηπατησε
ἡ προγνωσις ἡμων , ἡ ἀγκυλα και περιστρεπτα βουλευομενη , ἐξηπατησε και παρετρεψε μιν και αὐτην την Εἱμαρμενην : ἐκρυψε
την τοξοθηκην και τα ὀργανα της ὀρχηστριδος . δραμῃ . ἐξηπατησε . παρα τοις Ἰωσιν . ὁ αὐτος ἐν Ὀρνισιν
9999657 Δημητρα
δε τοὐργαστηριον ποιητε περιβοητον , κατασκεδω , νη την φιλην Δημητρα , την μεγιστην ἀρυταιναν ὑμων ἐκ μεσου βαψασα του
νομοθετου ” Ἁιδης “ ἐκληθη . Εἰεν : τι δε Δημητρα τε και Ἡραν και Ἀπολλω και Ἀθηναν και Ἡφαιστον
9999657 δεκαδα
ἀποθανοντων Σπαρτιατων . Δεκαζεσθαι . ἐρρηθη μεν ἀπο του κατα δεκαδα φθειρεσθαι δωροις . ὁτε γαρ βουλοιντο τινες ἀρχης τυχειν
γαρ εἰκαδα οὑτω καλουσιν . την δε εἰκοστην πρωτην ὑστεραν δεκαδα . και την μετα ταυτην θʹ φθινοντος , ἑως
9999654 πλατοϲ
πεφωγμενην ἠ κυϲτεϲι βοων ἐλαιου θερμου ἡμιπληρεϲι , ὡϲ ἐϲ πλατοϲ ἐπικεηνται των πυριωμενων χωριων . ἐβιηϲατο κοτε ἀναγκη πυριηϲαι
ἱκανωϲ ἰϲχνα και μη ῥυπαρα , ἐχουϲηϲ τηϲ κλινηϲ δαψιλεϲ πλατοϲ προϲ το ἐπ ' ἀλλα και ἀλλα των πρωτων
9999653 πιονι
ὀλεθρον ἐυφρονος υἱει Λερνου ὁν τεκετ ' Ἀμφιαλη Ῥοδιων ἐν πιονι γαιῃ . Τον δ ' ὡς οὐν ἐδαμασσε Παρις
εὐνας „ ἐπεισφερουσι ” χωρῳ ἐνι δρυοεντι , Ὑδης ἐν πιονι δημῳ . ” ἀλλοι δ ' ἐν Κιλικιᾳ ,
9999652 δεδοικε
λεων ] ἠ δια τον ἐξωθεν τον πολιορκουμενον ἡμας : δεδοικε γαρ ἡ καρδια μου . ἡ ἀμφι ἀντι του
σῳζουσα ; ὁ γαρ ἀγαθα και ἐννομα διαπραττομενος ἐξουσιαν οὐ δεδοικε . και γαρ , εἰ μη νομος με εἰργε
9999651 Ἀκαρνανες
ἐς τον ἐπειτα χρονον σπονδας και ξυμμαχιαν ἐποιησαντο ἑκατον ἐτη Ἀκαρνανες και Ἀμφιλοχοι προς Ἀμπρακιωτας ἐπι τοισδε , ὡστε μητε
ἐφασαν ἀκολουθειν . στασιαζοντων δ ' αὐτων , οἱ μεν Ἀκαρνανες διαλυσαμενοι τοις Ἀμπρακιωταις συνεθεντο την εἰρηνην εἰς ἐτη ἑκατον
9999651 ἀκροτατῃ
μεγαλοιο πεφυκει λειη , ἀταρ τε οἱ ὀζοι ἐπ ' ἀκροτατῃ πεφυασι : την μεν θ ' ἁρματοπηγος ἀνηρ αἰθωνι
και [ παλιν ἐν οἱς ] ποντοιο και ἐν τῳ ἀκροτατῃ κορυφῃ πολυδειραδος Οὐλυμποιο : ὁπου γαρ ἐστιν ἀκροτης ,
9999650 δομοιο
οἱ περι τοιχους ἐξειης ἀνεχον , θριγκος δ ' ἐφυπερθε δομοιο λαϊνεος χαλκεῃσιν ἐπι γλυφιδεσσιν ἀρηρει . εὐκηλοι δ '
ἀλγος . ” Ἠ ῥα , και ὀρθωθεισα θυρας ὠιξε δομοιο νηλιπος οἰεανος , και δη λελιητο νεεσθαι αὐτοκασιγνητηνδε και
9999649 Θουκυδιδης
παυσασθαι τον πολεμον ἐστιν ὁ Κλεων . ὁπερ οὐν και Θουκυδιδης ἱστορει δια τουτων : “ ἐπειδη και ἡ ἐν
ἑκατερον αὐτων . και ὁριστικῳ συντασσεται ῥηματι και ἀπαρεμφατῳ . Θουκυδιδης ἐν δʹ : ” ἐφ ' ᾡ φυλακῃ τῃ
9999649 δεκανῳ
ἡ κεφαλη του Λεοντος της δωδεκαωρου . τῳ δε βʹ δεκανῳ παρανατελλουσι Μουσα λυριζουσα και τα μεσα του Κορακος και
των ποδων ὁ της δωδεκαωρου . και τῳ μεν πρωτῳ δεκανῳ ὀνομα Χοου πελει . παρανατελλουσιν αὐτῳ των κατησττερισμενων Πλειαδες
9999649 ἐβαινε
τοὐπισω . . . . ἡ δ ' ἐς διφρον ἐβαινε παραι Διομηδεα διον ἐμμεμαυια θεα . μεγα δ '
ὡμιλει και ξυνεπαιζε και ἐγελωτοποιει και ἐπεσκωπτε και ἐν ῥυθμῳ ἐβαινε προς αὐλον ἐνιοτε και το ὁλον ἀναπαιστοις μετροις ἐποχουμενη
9999647 ἑκκαιδεκατῳ
λεγειν βαρυνειν Ἀττικους το στρουθος , ὁμοιως και ἐν τῳ ἑκκαιδεκατῳ της καθολου λεγων και Τρυφωνα μεμνησθαι ἐν δευτερῳ περι
δε Γινδαρους ἐφη . Γιττα , πολις Παλαιστινης . Πολυβιος ἑκκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Γιτταιος . Γλανις , ποταμος Κυμης
9999643 τεσσαρεσκαιδεκα
Εὐναπιου Χρονικης ἱστοριας της μετα Δεξιππον νεας ἐκδοσεως ἐν βιβλιοις τεσσαρεσκαιδεκα . ἀρχεται μεν της ἱστοριας ἀπο της Κλαυδιου βασιλειας
πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε ἑκατον τεσσαρεσκαιδεκα . Ἀντιγονος δ ' ἐκ μετεωρων τοπων κατιδων την
9999641 Πανα
Σαεττης δε της Λυδης . κλωποπατωρ : ἡ Πηνελοπη τον Πανα ἐγεννησε κατα μεν τινας ἀπο Ἑρμου , κατα δε
ἐστι των δυο πρωτων στιχων αὑτη : ἡ Πηνελοπη ἐγεννησε Πανα τον αἰπολον . εἰπε δε την Πηνελοπην Οὐδενος εὐνατειραν
9999641 Πριαμοιο
και Σιμοεις : μυροντο δ ' ἀποπροθι παντες ἐναυλοι Ἰδαιοι Πριαμοιο πολιν περικωκυοντες . Ἀργειοι δ ' ἐπι νηας ἐβαν
μεγα πημα : ὡς οἱ γ ' ἐκ πολεμοιο ποτι Πριαμοιο ποληα φευγον ὀιζυρως ἐπιειμενοι ἀκλεα φυζαν , Αἰαντος μεγαλοιο
9999640 ἐνεπλησε
δ ' ἐμβαλων εἰς την των πολεμιων χωραν τους στρατιωτας ἐνεπλησε παντοιας ὠφελειας . Τισσαφερνους δε μετα πολλης ἱππου παραγενομενου
ἠδη ἐουσης κοιλης ἐσμος μελισσεων ἐσδυς ἐς αὐτην κηριων μιν ἐνεπλησε . Τουτου δε γενομενου τοιουτου , ἐχρεωντο γαρ περι
9999640 φαρμακα
προσφυεις . των δε ἀλλων τους μεν εὐθραυστους , τα φαρμακα δυνανται διαλυοντα ἐκκρινειν . τους δε στερεους και δυσλυτους
δοκει καλλιστος των θεων . και μην τα γε ὠφελιμα φαρμακα τοις μεν νοσουσιν ὠφελιμα , τοις δε ὑγιαινουσι περιττα
9999639 δυσωδες
ἐστι και την αἰτιαν ἑκαστου εἰπειν . το λεπτον και δυσωδες οὐρον ἐνδεικνυται ἐσχατην ἀπεψιαν και ἀκραν καταβολην των φυσικων
οἱ πολλοι ἀπολλυνται . Οἱσι καιομενοισι πυον βορβορωδες ἐρχεται και δυσωδες , ἀπολλυνται ὡς τα πολλα . Οἱσιν ἀπο του
9999639 ψευδες
συλλογισμος διχως λεγεται : ἠ γαρ εἰ συλλελογισται και συνηξε ψευδες συμπερασμαψευδους δε του συμπερασματος ὀντος , ἀναγκη και τας
συναγεσθαι μεν δοξει το νοσον ἐξ ἀναγκης μηδενι ἀνθρωπῳ : ψευδες δε τουτο , ἐπειδη ἐπιδεκτικος ὁ ἀνθρωπος νοσου ὡσπερ
9999637 ἐμελησε
ἠ ἀναγινωσκειν . ταυτας δε τας σχεσεις καλουσιν , οἱς ἐμελησε της τουτων τεχνολογιας , των προτασεων ὑλας , και
τας λειτουργιας : σεμνη γαρ ἡ ἀναπαυσις και βεβηκυια : ἐμελησε γαρ τῳ ῥητορι του μη διολου καλλωπιζειν δοκειν .
9999635 Ἐνδυμιωνα
πολυμηλον ἀντρον ὑπο ζαθεον καλλιπλοκαμων Νυμφαων , ἡχι ποτ ' Ἐνδυμιωνα παρυπνωοντα βοεσσιν ὑψοθεν ἀθρησασα κατηλυθε δια Σεληνη οὐρανοθεν :
ὀργανον της συριγγος φησι : τουτο γαρ πολυφωνον ὀν και Ἐνδυμιωνα ἐγειραι δυναιτ ' ἀν : ἀπηχησις συριγξεως : συριγγος
9999635 λιθινα
τε παντοδαπα ὑπερεχοντα του τειχιου και ἀνδριαντας και ἀλλα ζῳα λιθινα τε και ξυλινα και παντοια εἰργασμενα , οἱον εἰκος
πεντε ἀνδρων ἐργον , ἐν πενθ ' ἡμεραις ἀποτελουμενον : λιθινα δε ἐπιστηματα μη μειζω ποιειν ἠ ὁσα δεχεσθαι των
9999635 Λυσανδρῳ
, ἐπυνθανετο [ τε ] την τε ἡτταν των ὁμου Λυσανδρῳ και αὐτου Λυσανδρου την τελευτην , ἐπηγε δε ὁμως
ὡν ἀν τις ὀμοσῃ πραγματων , οὐχ ὁμοιαν ἀποφασιν ποιουμενος Λυσανδρῳ τε τῳ Λακωνι και Δημαδῃ τῳ Ἀθηναιῳ , ὡν
9999635 Θεσσαλια
δε πˈροσθεν πτερα δεξατο νικαν . Ὀλβια Λακεδαιμων , μακαιρα Θεσσαλια . πατρος δ ' ἀμφοτεραις ἐξ ἑνος ἀριστομαχου γενος
την φρασιν ἀντι του μετεβαλλε τους οἰκητορας ἡ τε νυν Θεσσαλια καλουμενη : προτερον γαρ Ἠμαθια ἐκαλειτο ʃ Αἱμονια τα
9999633 θαλαμῳ
. ἐν θαλαμῳ : το σημειον , ὁτι το ἐν θαλαμῳ πλεοναζει : ἱκανον γαρ ἠν εἰπειν εἰς Ἀϊδαο δομον
πεσοντος του συνδεσμου ἐγενετο καδ δ ' ἱς ' ἐν θαλαμῳ , ὁμολογως οὐν γενομενης ἐσωθεν της κλισεως , ὁτι
9999632 σφαιροειδη
. . ΚΑΤ ' ΑΠΕΙΡΟΝΑ ΓΑΙΑΝ . Ἀπειρονα , την σφαιροειδη : οὐτε γαρ σφαιρα , οὐτε κυκλος περας ,
εἰναι και τον περιεχοντα αὐτα αἰθερα της ὁμοιας ὀντα φυσεως σφαιροειδη τε εἰναι και δια την ὁμοιομερειαν ἐγκυκλιως τε φερεσθαι
9999631 βελτιστη
ἀρχας και αἰτιας ἐνῳκισθη τοις Ἑλλησι . πολιτεια δε ἡ βελτιστη και ὁμοδημια και κοινα τα φιλων και θρησκεια θεων
τελος δε ἀφνω καταλιπων οὑτως ἀπιστως και προδοτικως : ἡ βελτιστη δε Πενια πονοις με τοις ἀνδρικωτατοις καταγυμνασασα και μετ
9999631 σπουδη
ὑπαρχειν ἐξ οὑ παρ ' αὐτοις ἐστιν ἡ περι ταυτα σπουδη : δοκουσι δε και Ἀλεξανδρῳ προειπειν ὁτι παρελθων εἰς
των ἀλλων ἠ βασιλεων ἠ ἰδιωτων ἐμιμησατο , οἱς μια σπουδη τε και εὐχη κληρονομους παιδας καταλιπειν , ἀλλα καιτοι
9999630 θωρακες
το Εὐριπιδου , καταχαλκον ὁραν πεδιον τοτε φησεις ἀληθως . θωρακες δε οὑτως ἀλληλων ἐχονται ὡστε εἰ και γυμνον ταξαις
μελλων ῥησω : ῥηδην , και διαρρηδην : δρυφακτοι ξυλινοι θωρακες : τα διαφραγματα : ἠ τα περιτειχισματα : ἠ
9999629 ἐφονευσε
ῥητορων ὑπ ' αὐτου γεγενημενων . . φευγει ] καθο ἐφονευσε τον Νικοδημον . . . . προλαβων ] ἀντι
. Ἐσχε δε και δυο υἱους ξενοκτονουντας : τουτους Ἡρακλης ἐφονευσε . Παρακαλεσας δε τον Ποσειδωνα δια των ἀδυτων της
9999629 φλεγματωδεα
λευκα γινεται μαλιστα ταυτην την ὡρην , και τἀλλα νοσηματα φλεγματωδεα . Του δε ἠρος το φλεγμα ἐτι μενει ἰσχυρον
ἐπιμηνια χωρησει οἱ φλεγματωδεα : γνωστον δε ἐστιν ἠν χωρεῃ φλεγματωδεα : ὑμενωδεα τε γαρ φαινεται οἱ , και ὡσπερ
9999629 γνησιῳ
γνησιῳ : ὁ νοθος δεδωκε της νομης την ἐξουσιαν τῳ γνησιῳ , ὁ δε την πασαν οὐσιαν μιαν μεριδα θεις
δεσποιναν οἰκιας και αὐτους πολλα λαβοντας ἰδιῳ φυλαττειν αὐτα και γνησιῳ παιδιῳἐγεγονει δε αὐτοις ἀρρεν παιδιον οὐ προ πολλου τινος
9999629 θαυμαστῃ
κατορωρυγμενα πλησιον ἐκεινα , τα δε ἰυγγι τινι ἀπορρητῳ και θαυμαστῃ δε το ὑδωρ ἐκεινο ἐκ των ἀσκων ἑλκει ,
. ταυτα τοι και τεθνεωτα ἐθαψεν αὐτον ὁ βασιλευς ταφῃ θαυμαστῃ . τεθνεωτων δε πολλων και σαλευοντων ὑπερ του ζην
9999627 ἀριθμητικῃ
τε και γεωμετρικῃ ταυτην ἐκδεχεσθαι , ἐφαμεν δε ἡμεις τῃ ἀριθμητικῃ μονῃ ὑπεναντιον τι πασχειν , συλληψεται ἡμιν κἀκεινο :
πλευρας ἐκ των ἀριθμων . διο εἰρηται και ἐν τῃ ἀριθμητικῃ πραγματειᾳ ὁτι προτερα ἐστι πασων των ἐπιστημων ἡ ἀριθμητικη
9999627 ἀφελη
οὑτως ἐπιμειναι τις τοις κατα μερος , πανυ ἀν ἐργασαιτο ἀφελη τον λογον . Ἐτι ἀφελες τε και ἠθικον κατ
μικρον ἐρω . οὐδε την συνθεσιν ἐπιδεικνυται την φυσικην και ἀφελη και ἐναγωνιον , ὡσπερ ἡ Λυσιου , εἰ μεν
9999627 πυωδες
τῃ πεμπτῃ και ἑκτῃ ἐπι δεκα ξηρανθῃ και μηκετι ἀποβησσῃ πυωδες , ὑγιης ἐστιν : ἠν δε μη , προσεχε
οἱ κοποι , οἱον ἡ Κλινια ἀποσιτος , τηκομενη , πυωδες , ἀλλοτε σμικρον αἱματωδες , ποδες ἐπῳδεον . Ἡ
9999626 ἀλεξιφαρμακα
φυλλον ὁμοιον σκιλλῃ : χρησθαι δε αὐτῳ προς τε τα ἀλεξιφαρμακα και τας μαγειας : οὐ μην ὀρυττειν γ '
μιξασα ἐδωκεν Ἰασονι ἡ Μηδεια . ἀντιτομα δε εἰπε τα ἀλεξιφαρμακα κατα μεταφοραν την ἀπο των ῥιζοτομων : ἁπλουστερον γαρ
9999626 γλυκεσι
πολλῳ , ἐμεσαι σιτιοισι χρησαμενον τοισι δριμεσιν , ὑγροισι και γλυκεσι και ἁλμυροισιν , ἐξ ἐμετου δε ὁσον ἐξαναστηναι :
. μετα δε ταυτα αἰγιαλος παρηκει καθυγρος , ναματιαιοις και γλυκεσι ῥειθροις διειλημμενος : καθ ' ὁν ἐστιν ὀρος ὀνομαζομενον
9999626 Δευκαλιωνα
ὡς Θησεα ἀνασωθεντα ὑστερον ἀπωσθηναι . στελλεται δη Θησευς παρα Δευκαλιωνα ἐς Κρητην , ἐξενεχθεντα δε αὐτον ὑπο πνευματων ἐς
διειργομενος σταδιων ἑξηκοντα και ἑκατον . ἐν δε τῳ Κυνῳ Δευκαλιωνα φασιν οἰκησαι , και της Πυρρας αὐτοθι δεικνυται σημα
9999625 ψευδομεθα
οὐν ὁτι πολλη ἡ ἐν τουτοις διαφορα : πολλακις γαρ ψευδομεθα ἐπ ' ἀγαθῳ και ἀληθευομεν ἐπι κακῳ : οἱον
ἀλογον ἀληθευομεν , εἰ δε ἀντιστρεψαντες εἰπωμεν παν ἀλογον ἱππος ψευδομεθα . οὐ γαρ ἐστι το τυχον ποιησαι ὑποκειμενον :
9999624 ἀκροατῃ
τα μεμισημενα , ὡν ἡ κατηγορια βλαβην οὐ προστιθησι τῳ ἀκροατῃ , ἀλλα προληψει τινι και ὑπονοιᾳ πονηριας εἰσαγεται προς
Δι ' , ἐφη , οὐκουν ὡς γ ' ἐμοι ἀκροατῃ . Ἀλλ ' ὡς ἐμοι , ἠν δ '
9999624 πλατεα
ταις κεναις ; εἰτ ' ἐκεραμευσαντο τοις μεν ἀνδρασιν ποτηρια πλατεα , τοιχους οὐκ ἐχοντ ' ἀλλ ' αὐτο τοὐδαφος
ὑπερ αὐτην , μαλλον δε και ἁπαλωτερα , ἐχοντα θηκαρια πλατεα , ἱνα ἐν καιρῳ δυνατον ἐστι τεταμενα χωρειν τα
9999624 φαλαγγες
νηας , στησε δ ' ἀγων ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες . ἐς δε την Ὀδυσσειην ταδε ἐποιησεν , ὡς
„ στησε δ ' ἀγων , ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες ” , „ μαρτυρι χρησασθαι τῳ ποιητῃ του την
9999624 ἐκινδυνευσε
Θεμιστοκλης οὐκ ἐχων ὁπου ὑποστρεψει ἐπι την Περσιδα ἐπλει . ἐκινδυνευσε δε και πλεων ἁλωναι και παραληφθηναι . Ναξον γαρ
' εἰ μεν μιαν ἀπωλεσε ναυν , περι θανατου ἀν ἐκινδυνευσε : τουτο μεντοι και διπλην ἐχει την της πλασεως
9999623 μυκτηρες
, ἐμον βοσκημα , και γλωττης στροφιγξ και ξυνεσι και μυκτηρες ὀσφραντηριοι , ὀρθως μ ' ἐλεγχειν ὡν ἀν ἁπτωμαι
ἐποιησαν ἡμιν ῥινας οἱ θεοι . οἱ μεν γαρ σοι μυκτηρες εἰς γην ὁρωσιν , οἱ δε ἐμοι ἀναπεπτανται ,
9999621 κρατηθῃ
την παθην οὐκ ἐλαβεν εὐπετες ὀργανον , ἱνα μη παμπαν κρατηθῃ ὑπο του ἐσιοντος . Λοιπος ἐστιν ὁ λογος ὁ
ὀντων ἐν αὐξησει ἐπι πασης μηρου ἐξαρθρησεως , ὁταν μη κρατηθῃ , τα [ μη ] παρακολουθουντα διηριθμηται , ἁ
9999621 φαρμακωδη
λαμπροτατον κατασκευασαντας κατα σκηνην ἐμβαλειν εἰς τα σιτια ποαν τινα φαρμακωδη δυναμενην διακοπτειν τας κοιλιας και διακαθαιρειν . γενομενου δε
λαμπροτατον παρασκευασαντας κατα σκηνην ἐμβαλειν εἰς τα σιτια ποαν τινα φαρμακωδη δυναμενην διακοπτειν τας κοιλιας και διακαθαιρειν . γενομενου δε
9999621 αἰσχυνη
μεν τουτο ἐν σπουδῃ , σοι δε οὐκ ἐργον , αἰσχυνη δε ἀπεστι της χαριτος , τι οὐ διδως ;
βροτολοιγος ἰδησι ἠ Φαινων κρυοεις ὀλοον τοδε σημα δαμαρτι ἐσσεται αἰσχυνη τε και οὐκ ἐπι δηθα μενουσιν , ἠν δ
9999621 καρκινῳ
βιβρωσκεται ὑπ ' αὐτου . πινοτηρης ] ζῳον συννομον τῳ καρκινῳ . ποιει ] κοινη . των ὀρχιλων : ὀρχιλος
αἱ μελαιναι ὑδατικον και μαλλον αἱ δειλης . Ἐν τῳ καρκινῳ δυο ἀστερες εἰσιν , οἱ καλουμενοι ὀνοι , ὡν
9999621 θυμιατηρια
στεφανος ἐπεκειτο ἐκ μυριων κατεσκευασμενος χρυσων . ἐπομπευσε δε και θυμιατηρια χρυσα τριακοσια και πεντηκοντα , και βωμοι δε ἐπιχρυσοι
. μεθ ' οὑς Νικαι χρυσας ἐχουσαι πτερυγας , φερουσαι θυμιατηρια ἑξαπηχη , ζῳωτους ἐνδεδυκυιαι χιτωνας , μετα δε ταυτας
9999620 φαλαγγια
' ἡμερας πεντηκοντα ἐκ των ᾠων πουλυποδια ἐξερπει ὡσπερ τα φαλαγγια πολλα . ὁ δε θηλυς πουλυπους ὁτε μεν ἐπι
περι θηριων και Ἀριστοτελης φησιν ὁτι ἐν γυργαθοις γεννωσι τα φαλαγγια , τικτει δε ὑπερ τα τριακοντα , γεννηθεντα δε
9999620 κονιᾳ
ἁλμυρος ἐκ τε ὀρνιθος και χηνος : γλυκυς τε συν κονιᾳ παραλαμβανομενος . [ Περι ψυλλιου . ] Και το
' ὀπῳ Κυρηναϊκῳ ἠ Παρθικῳ συν οἰνῳ γλυκει , ἠ κονιᾳ ἀσβεστῳ συν ἐλαιῳ ἠ κοριου χυλῳ χριομεν : [
9999620 εὐρυν
[ = ? ] . ὡς αὐγη τυψασα σεληναιης κυκλον εὐρυν . . . . . . . ὑμεις δε
κηρ εἰδεται εἰναι . ἠ πολυ λωϊον ἐστι κατα στρατον εὐρυν Ἀχαιων δωρ ' ἀποαιρεισθαι ὁς τις σεθεν ἀντιον εἰπῃ
9999620 ἱκανα
' αὐτου οἱ τοσουτοις ὑστερον ὑπατευσαντες χρονοις , ταυθ ' ἱκανα . περι δε του βιασαμενους τινας ἠ λαθοντας σφετερισασθαι
εἰς το μεσον ἑαυτων και των πολεμιων . ἐπει δε ἱκανα ἠδη ἠν , ἐνηψαν : ἐνηπτον δε και τας
9999620 θερμῳ
λουσαντας οὑτως ἀποσχαζειν , εἰ δε μη , καταιοναν ὑδατι θερμῳ μεχρι φοινιξεως ἠ πυριαν δια σπογγων ἠ παραβαλλειν ἡλιῳ
τριψας , διεις ὑδατι , διδου πιειν : και τῳ θερμῳ λουεσθω , και πρασα και κραμβην ἐσθιετω : συνεψειν
9999619 μαλθακα
. ] : οὐ ταυτολογει ἐνταυθα ὁ Ἱπποκρατης εἰπων “ μαλθακα ” και παλιν “ τῳ δακτυλῳ ὑπεικοντα ” ,
δε της ἐκφυσιος των φλεβων σωματα τῃσι κοιλιῃσιν ἀμφιβεβηκασι , μαλθακα , σηραγγωδεα , ἁ κληϊσκεται μεν οὐατα , τρηματα
9999619 μανιᾳ
δηθεν ἐλεους ἐχομενον καθ ' ἑαυτον βουλευσαμενος , ταχα τῃ μανιᾳ της φιλαργυριας εἰς τουτο συνελαθεις , οὐχι δε συμπαθειᾳ
την αὐτου του καλλους ἀχραντον τε και καθαραν ἰδεαν ἐξορμωσαν μανιᾳ σωφρονι των ψυχων , “ ὁσαι Ζηνος ἐγγυς και
9999619 ἐμετοιϲ
οἱϲ δ ' ἀν ἡ ἀνω κοιλια φλεγμα ἐχῃ , ἐμετοιϲ κενουν , οἱϲ δ ' ἀν το αἱμα ὑπερβαλλῃ
χλωρα και κρομυου ὀλιγον και πραϲου . ϲυνεργει δε τοιϲ ἐμετοιϲ και των ὀϲπριων αἱ τε πτιϲαναι μελιτοϲ ἐχουϲαι και
9999619 Θουκυδιδην
την εἰκονα ἐποιησε Κριτιας , Οἰνοβιῳ δε ἐργον ἐστιν ἐς Θουκυδιδην τον Ὀλορου χρηστον : ψηφισμα γαρ ἐνικησεν Οἰνοβιος κατελθειν
. ἀφικνουμενου αὐτου : του Θουκυδιδου . αὐτον : τον Θουκυδιδην . περιποιησειν : σωσειν . ἀνειπων : ἀνακηρυξας .
9999619 ῥητορικη
γαρ ζητουμενον ὡς ὁμολογουμενον ἐλαβε : ζητουμενου γαρ εἰ ἐστι ῥητορικη , ὡς ἐφ ' ὡμολογημενων αὑτη προβαινουσα ἐφη ,
ἀγαθου τινος ἑνεκα ποιουσιν ἁ ποιουσιν , ἰατρικη ὑγειας , ῥητορικη του εὐ λεγειν , σκυτοτομικη του περισωζεσθαι το σωμα
9999618 ἐπλησθη
διοπερ τοσουτων νεων και των ἐν αὐταις γεγενημενων ἀνδρων ἀπολωλοτων ἐπλησθη της Κυμαιων και Φωκαεων ἡ παραθαλαττιος χωρα νεκρων και
μεν Ἰωνες συστελλουσι και ὁ Ποιητης των δ ' ἁπαν ἐπλησθη πεδιον . . . οἱ δε Ἀττικοι ἐκτεινουσι την
9999618 ῥητορι
και προπετης και εὐχερως ἐπι το λοιδορειν αἰσχρως και ἀπρεπως ῥητορι ἐξαγομενη , ἐχουσα δε τι και εὐφυες και εὐαγωγον
διανοιας και δρομον ῥηματων κεκραμενον καταπληξει και εὐμενειᾳ οὐδε ἐν ῥητορι τουτο ἐργον ποιουμενῳ ῥᾳδιως κατειδον . ὡστε μοι μικρος
9999617 φαινω
ὁ δηλοι το λαμπω , ἀφ ' οὑ παραγωγον το φαινω , ἀφ ' οὑ φαος , και κατα κρασιν
. , : ἀϊδνος : εἰδω , το βλεπω ἠ φαινω , ῥηματικον ὀνομα ἰδνος και μετα του στερητικου α
9999617 δηποτ
γιγνοιτο ἠ νη Δια το πνευμα το θερμον ὁτι , δηποτ ' ἐν ἡμιν ἐπιτεινοι παρα την συμμετρον και την
ἀνεπιθεωρητου οὐσης ἠ κατα προσθεσιν ἠ ἀφαιρεσιν ἠ κατα οἱον δηποτ ' οὐν τροπον σχηματος κατακλιθῃ τις , αἱμοῤῥοησει .
9999617 κουρε
τον ἐναρμονιον δρομον ἑλκων , ἐργων σημαντωρ ἀγαθων , ὡροτροφε κουρε , κοσμοκρατωρ , συρικτα , πυριδρομε , κυκλοελικτε ,
μαντι , ἀγριε , φωσφορε δαιμον , ἐρασμιε , κυδιμε κουρε , † μουσαγετα , χοροποιε , ἑκηβολε , τοξοβελεμνε
9999617 φαρμακῳ
ὁς ἀφικομενος εἰς το Ῥηγιον ἐναλειφει τους ὀφθαλμους αὐτου καυστικῳ φαρμακῳ και διακελευσαμενος ἀνεχεσθαι τας περιωδυνιας , ἑως ἀν ἀφικηται
κινηϲειϲ οὐ δυναται ἐπιτελειν : και εἰ τιϲ ὑπαλειφοι δριμυτερῳ φαρμακῳ , οὐκ ἐπιδακνεται . εἰ μεν οὐν του βλεφαρου
9999617 δεκαδι
ἀποριων . παλιν γαρ μοναδος προστιθεμενης δεκαδι ἠτοι τῃ ὁλῃ δεκαδι ῥητεον γινεσθαι την προσθεσιν ἠ τῳ τελευταιῳ μερει της
μεν πως ὡς ὑπασπιστου της τετραδος και αὐτη γαρ ἐν δεκαδι μεσοτης ὠφθη συν αὐτῃ τῃ ἑβδομαδι , ὡστε ἀναγκαιως
9999615 φλεγμαινῃ
ἠν δε τα οὐλα ἠ τι των ὑπο τῃ γλωσσῃ φλεγμαινῃ , διαμασσητοισι χρησθαι : ἀπο φλεγματος δε και ταυτα
: ἠν γαρ ἑλκωσῃ το στομα των ὑστερεων , ὁταν φλεγμαινῃ , το παμπαν κινδυνος ἀτοκον γενεσθαι : ἀλλα προστιθεσθαι
9999615 αὐλητριδα
ἀν ἐξ ὀξους δικην . οὐ δεινα τωθαζειν σε την αὐλητριδα των ξυμποτων κλεψαντα ; ποιαν αὐλητριδα ; τι ταυτα
Ἀλεξανδρου ᾡ ἐπιγραφη Ποτος : εἰς αὐριον με δει λαβειν αὐλητριδα . τραπεζοποιον δημιουργον ληψομαι : ἐπι τουτ ' ἀπεστειλ
9999615 κεστρεα
δ ' ἀπολλυμαι . ὁ δε καλος Ἀρχεστρατος φησι : κεστρεα δ ' Αἰγινης ἐξ ἀμφιρυτης ἀγοραζε , ἀνδρασι τ
: λαμβανε δ ' ἐκ Γαισωνος ὁταν Μιλητον ἱκηαι , κεστρεα τον κεφαλον και τον θεοπαιδα λαβρακα . εἰσι γαρ
9999615 πινε
ἠγουν σιδηρον κεκαυμενον , ἐναποσβεννυς , φησι , εἰς ὑδωρ πινε γενυεσσι πυραγρης ] τοις χειλησι του ὀξυλαβου γενυεσσι ]
σε βιασθω γαστηρ ὡστε κακον λατριν ἐφημεριον ἠ παρεων μη πινε . συ δ ' ἐγχεε τουτο ματαιον κωτιλλεις αἰει
9999614 δεησῃ
ἐντευθε και προς εὐωνυμον παρακλινας οὐκετι προς την ὁδον ἡγεμονος δεησῃ του νεω περιφανως ὁρωμενου και προς αὑτον ἀρκουντος ἰθυνειν
πολλα ὀντα . Ἠν δε ποτε και λογους ἐρουντα τινα δεησῃ εἰσαγειν , μαλιστα μεν ἐοικοτα τῳ προσωπῳ και τῳ
9999614 σκωμμα
οἰδα δ ' Ἀκεστορ ' αὐτο τον στιγματιαν παθοντα : σκωμμα γαρ εἰπ ' ἀσελγες , εἰτ ' αὐτον ὁ
των συμβεβηκοτων τοις σωμασι . ῥητεον δε και προς το σκωμμα , ὁτι μηδε τους ἱππους ἀριθμησαι δυνατον , εἰ
9999614 λινοιο
δεμας ἠπαφε νηων . Και μεν δη σκολιῃσιν ἐν ἀγκοινῃσι λινοιο κυκλωθεις ξιφιης μεγα νηπιος ἀφροσυνῃσιν ὀλλυται , ὁς θρωσκει
δωσων , χαριν ἀζυγος ἀμβροτοπωλου : κλωστου δ ' ἀμφιβολοις λινοιο ναος ὡσει σκαφος κελαινον εἰς ἑδρανα λαϊνα δαπεδα τε
9999614 ἐξω
. τι γαρ ἀλλ ' ἐστιν το μεταποιειν ἠ ὁταν ἐξω των τεταγμενων δικαστηριων και ὁρων , [ ὡν εἰργεσθαι
ὡστε ἀνα μεσον εἰναι του ἐδωδιμου του ἐντος και του ἐξω . ὑφαινεται δ ' ἐξ αὐτου και ποδεια και
9999614 Περσικα
Κιμμεριων ἀφανιζων το φως σκοτος ποιει , οὑτως και τα Περσικα βελη πεμπομενα συγκρυψει τον ἡλιον . Λοκρων : ὁ
φησιν Ἱερωνυμος , το μεν προοιμιον ἀκουσα , τα δε Περσικα βουληθεισα δια το ἀτελειωτα εἰναι . καθολου δε φησι
9999614 λοιμῳ
κρυφα το βρεφος κατεθετο ἐν τῳ τεμενει της Ἀθηνας . λοιμῳ δε της χωρας φθειρομενης , Ἀλεος εἰσελθων εἰς το
: δεοϲ δε ξυμβιουν τε και ξυνδιαιταϲθαι οὐ μειον ἠ λοιμῳ . ἀναπνοηϲ γαρ ἐϲ μεταδοϲιν ῥηϊδιη βαφη . τι
9999614 ἡγεμονιᾳ
δυναστειαις ἐπιστησας τον νουν και τῃ μετα ταυτα γενομενῃ Ῥωμαιων ἡγεμονιᾳ . Ὁτι των πρεσβευτων των Καρχηδονιων τους αἰτιους του
ἐπανασταντων γαρ των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων τῃ της Ῥωμης ἡγεμονιᾳ και των ἐξ αἰωνος ἀριστων κεκριμενων ἐλθοντων εἰς ἐριν
9999614 ἀργυριῳ
ἀγανακτησας φανησεται , ἀλλ ' ἰδιᾳ πεισθεις ὁποσῳ δηποτ ' ἀργυριῳ καθυφεις τον ἀγωνα : ἐπειθ ' ὁ πληγεις ἐκεινος
ὑπο φιλοσοφου , οὑτως παρασιτει φιλοσοφος , οὑτως ἐπ ' ἀργυριῳ ἐκμισθοι ἑαυτον , οὑτως ἐν συγκλητῳ τις οὐ λεγει
9999613 ἐσχατη
γαρ ἀρτος ἡ πρωτη τροφη , το δε αἱμα ἡ ἐσχατη . δηλον οὐν ὡς οἱ μεν το οἱ δε
σφοδρα ἀδικος εἰναι . τον ἁλισκομενον δε φαυλον ἡγητεον : ἐσχατη γαρ ἀδικια δοκειν δικαιον εἰναι μη ὀντα . δοτεον
9999613 τεχνῃ
γαρ ἠ τεχνωμενος ἑτερον τι δηλοι , ἀμεινον δε το τεχνῃ μετιων . και ταυτα παραπλησια , εἰδεναι , γινωσκειν
τῳ λυπειν , ὡσθ ' ὁταν φανωσι , καταρωμαι τῃ τεχνῃ . Καλον μοι δωρον ἐξ Αἰγαιου μεσου πεπομφας της
9999613 σκληροτητι
το μεν γαρ δερμα αὐτου παν φολιδωτον ἐστι και τηι σκληροτητι διαφορον : ὀδοντες δε ἐξ ἀμφοτερων των μερων ὑπαρχουσι
δ ' οὐ δεχοιτο ἀλλ ' ἀποστεγοι τῃ πυκνοτητι και σκληροτητι . Διῃρημενου δ ' οὑτω του τεραμονος και ἀτεραμονος
9999612 σπινθηρες
γενησεσθαι [ γενεσθαι ] οἱ περι την θρυαλλιδα του λυχνου σπινθηρες ἀποπηδωσιν , οὑς μυκητας νυν λεγει , ὡς του
σφηκων εἰσαγονται . σφηκιᾳ ] συστηματι σφηκων . φεψαλοι ] σπινθηρες . οἱον πυρ πνεουσιν . στροφη στιχων ιηʹ .
9999612 ἀμιγες
την θαλατταν κατα μεν την πρωτην ἐκβολην σωζουσιν το ῥευμα ἀμιγες ἀλλῃ φυσει πικροτερᾳ , και τοις ναυταις θαλαττιοις προσπλευσασιν
κρειττον , ὁτι το μεν ληθῃ κεκραται , το δε ἀμιγες και ἀκρατον ἐξ ἀρχης ἀχρι τελους διαμενει . Και
9999612 ἀερωδες
: τρεφεται δε τῳ ψυχρῳ το κατα το λευκον και ἀερωδες διαπνεομενον . Οὐδε γαρ ἀγνοειν χρη ὁτι κατα την
φωνηεν , τροπικον , ἀνθρωποειδες , ἀνωφερες , δικαιον , ἀερωδες , εὐμεταβολον , μετοπωρινον , ὑπογειον κοσμου , δημοσιον
9999611 Καταπλασμα
ἠ λεκιθου , και ὀλιγου οἰνου , καταπλασσε . [ Καταπλασμα ὀφθαλμων . ] Καλως ποιει πιτυος φλοιος και ἀλφιτα
φυλλων , βατου ἀκρεμονων ἰσα ἑψησας ἐν ὑδατι ἐγκαθιζε . Καταπλασμα . Κυτινους ὀξυμελιτι προσλαβων , ἠ κηκιδα ἠ βαλαυστιον
9999611 κινδυνωδες
, κακιον γιγνεται : το τε γαρ ξανθον ἀκρητον ἐον κινδυνωδες , το δε λευκον και γλισχρον και στρογγυλον ἀλυσιτελες
. ἐνθεν τοι και ἀνθρωπῳ δηγμα ἀνθρωπου μιαρον ἐστι και κινδυνωδες οὐδενος θηριου μειον . Ἐν ὡρᾳ θερειῳ , ἀμητου
9999610 κεραμῳ
βασιλεως , φησι ταδε : Δειπνα Ῥωμαϊκως ἠν κατεσκευασμενα , κεραμῳ παντι χορηγουμενα ἀργυρῳ . Τας δε των δευτερων τραπεζας
και το Ὁμηρικον ἐπος γραφομενον : Χαλκεῳ δ ' ἐν κεραμῳ δεδετο τρισκαιδεκα μηνας . Κατεχει τον καρπον και λιθος
9999610 ἀφρωδες
ἐαν το διαχωρημα ὑδαρες ἐστιν ἠ λευκον ἠ ὠχρον ἠ ἀφρωδες , πονηρα ἐστι ταυτα παντα . και ἡ αἰτια
καθαιρεται ἁμα τῃ βηχι , το μεν πρωτον πολυ και ἀφρωδες σιαλον , ἑβδομῃ δε και ὀγδοῃ , ὁκοταν ὁ
9999610 φανηι
κακοηθως , Ἁβροτονον . ἀν δ ' ἐξετασθηι ταυτα και φανηι πατηρ ὠν οὑτος αὐτου , την κορην ζητησομεν κατα
τἀλλα σοι λεγειν παρα . πως οὐν ὁπλιτης τευχεων ἀτερ φανηι ; ἐστ ' ἐν δομοισιν ἐνδον αἰχμαλωθ ' ὁπλα
9999609 ἠγγελλετο
. ἀφ ' ὡν αὐτην μαλλον ἠ προτερον ἐθαυμασαμεν : ἠγγελλετο μεν γαρ και προτερον μεγαλα , νενικηται δε παντα
ὡς πλειονας ἐκ της πολεως ταυτης ἐχοι συμμαχους . ταυτα ἠγγελλετο τοις ἐν τῃ πολει : οἱ δε ζηλωσαντες την
9999609 ἱστοριᾳ
δικην Πολυευκτος , ὡς φησι Φαβωρι - νος ἐν Παντοδαπῃ ἱστοριᾳ : συνεγραψε δε τον λογον Πολυκρατης ὁ σοφιστης ,
, παθος , τροπος : και οὐδεν ἐξω τουτων ἐν ἱστοριᾳ περιεχει οὐδεμια διηγησις . οὑτως ἐστι και παρα τῳ
9999609 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς

Back