δε συστελλεται . Ὁ ἡδυς του ἡδεος : τα εἰς υς τριγενη και ἑξης . Τριγενη ἐστιν ὁσα ποιει θηλυκον
? [ [ ] μμ ? ? [ [ ] υς ὑμ [ [ ] ις νοσο ? ? [
9999972 κυριωτερον
μεν οὐν των καθ ' ἑκαστα προτασεων και των ἀπροσδιοριστων κυριωτερον ὁρωντες το κατηγορουμενον του ὑποκειμενου και τουτου κυριωτερον οὐδεν
το δε ἀλογον ταττεται και ῥυθμιζεται . ὡστε το λογικον κυριωτερον ἀνθρωπινη ἐνεργεια ἐστιν , ἐπει και τουτο ἐστιν ἐνεργεια
9999972 λαμπρους
ἐσεσθαι . αὐτικα ὁτε ἱππευεν , οὐ μονον ἱππους ἐκτησατο λαμπρους ἀλλα και ἀθλητας οἱς ἐνικησεν Ἰσθμοι και Νεμεᾳ ,
ἀν ἐκεινης λαμπρους μεν τους ταπεινους , ταπεινους δε τους λαμπρους τιθεισης και παλιν αὐ προς τα προσθεν ἑκατερους ἀποφερουσης
9999971 ἀφαιρειν
δι ' ἡμερων σπʹ και ὡρων ιβʹ . ταυτας οὐν ἀφαιρειν δεησει ἀπο των του ἐνιαυτου τξεʹ δʹ ἡμερων ,
. , . . β . . . Βλιττειν : ἀφαιρειν το μελι ἀπο των κηριων , ἐκπιεζειν και θλιβειν
9999971 σκιαν
ἐπι φρεαρ ἀγαγων και δειξας αὐτῳ την ἐν τῳ ὑδατι σκιαν ἠρετο , Τοιουτους ἀρα τους ἀντιποδας εἰναι λεγεις ;
ἡμερας , ἀποτελει τον ποδισμον , τουτ ' ἐστι την σκιαν σου , ποδα τον ἑνα ἡμισυ και γνωριμον τυγχανειν
9999971 ἀπεμφαινον
το το ὁλον ὑφ ' ὁλου ἑαυτου κινεισθαι δια παραδειγματων ἀπεμφαινον δειξας , ἐφεξης ὁτι ἀδυνατον ἐστιν ἐπιδεικνυσι . τα
ἐτι οὐθ ' ἡ εἰς την ναυν καταβασις ἐχοι τι ἀπεμφαινον οὐθ ' ὁ της συνοδιας ἀποσπασμος , εἰς τἀναντια
9999971 φιλολογους
” . , . Ζηνων των μαθητων ἐφασκεν τους μεν φιλολογους εἰναι , τους δε λογοφιλους . ̈ . .
. . ] ονηι [ ! ] περι ] των φιλολογους ] ] στου ο συν ] ς ἡμιν ]
9999971 ἐπιτευκτικους
προκοπτικους , εὐκτημονας , τιμωμενους ἐν πολεσιν , ἡγεμονας , ἐπιτευκτικους ποιει , και μαλλον ἐν οἰκειοις τοποις ὀντες ἁμα
χωρις της προς Κρονον θεωριας ἀγαθους τους χρονους σημαινει , ἐπιτευκτικους και πρακτικους και δοξαστικους και συστασιν ἐχοντας προς ὑπερεχοντας
9999971 βασιλευς
των Ἀμαζονιδων βασιλευουσα συνεμιξεν Ἀλεξανδρῳ . ιγʹ . Ὡς ὁ βασιλευς ἀνικητον ἑαυτον εἰναι νομισας ἐζηλωσε την των Περσων τρυφην
ἀφρονων ἐλευθερον , κἀν Κροισος ἠ Μιδας ἠ ὁ μεγας βασιλευς ὠν τυγχανῃ . | το δε ἐλευθεριας μεν ἀοιδιμον
9999971 ἀνανδρον
της καταδικης , περιοραν δε καθιερουμενην την χωραν οὐ μονον ἀνανδρον ὑπαρχειν , ἀλλα και κινδυνον ἐπιφερειν * τῃ των
και το σημειον μαρτυρει τοιουτωδες . Πλευραι λεπται ἀσθενη , ἀνανδρον και δειλον σημαινουσι τον ἐχοντα : αἱ δε πανυ
9999971 ὑπαρχος
τους πολεμιους . Των ἐστρατηγεε ὁ ἀπο Κυμης της Αἰολιδος ὑπαρχος Σανδωκης ὁ Θαμασιου , τον δη προτερον τουτων βασιλευς
κλοπης ἐδιωκεν ἀρχοντα ἀρχομενος , Φλωρεντιος δε , ὡς μεν ὑπαρχος , ἐδικαζεν , ὡς κλεπτειν δε εἰδως και τοτε
9999971 εὐπορωτερον
και μαλλον ὡστε εὐπορωτερον γιγνεσθαι . . . : ὡστε εὐπορωτερον ἀν εἰη σιτου και χρηματων και ὁσοι ὑπολοιποι στρατηγοι
μη ἐν τῳ ποιουντι εἰναι . οὐδεν οὐν ὁ λογος εὐπορωτερον ἀπαλλαττει μιαν ὑποθεμενος εἰναι την ἀμφοτερων ἐνεργειαν , ὡστε
9999971 δυσχερεστερον
ἀποκοπτειν και το κεφαλιον εὐμεγεθεστερον ὑπαρχον παλιν θλαν : ὁπερ δυσχερεστερον ἐπι τουδε του σχηματος δια το ἀνω το κεφαλιον
πονηρον της γνωμης , δεδωκασιν ἀφορμην του λεγειν ἀλλοις ὁτι δυσχερεστερον ἐστι το φυλαξαι ἠπερ κτησασθαι : ὁπερ οὐκ ἐστιν
9999971 ἀπιστιαν
δηλουντες ὁτι ἰσα ἡμιν φαινεται τα πραγματα προς πιστιν και ἀπιστιαν . και εἰ μεν ἰσα ἐστιν , οὐ διαβεβαιουμεθα
αὐτης διδασκαλον προὐφερεν . Προς οὐν δη την των ἀνθρωπων ἀπιστιαν ἐξευρεν λογον : ἐφασκεν την ψυχην αὐτῳ καταλιπουσαν το
9999970 παρακολουθουντος
δακρυουσιν . Γ κἀπεμορξαμην ] ἠγουν ἐδακρυσα . ἐκ του παρακολουθουντος . ἑπεται γαρ τοις δακρυουσι το ἀπομορξαι τους ὀφθαλμους
και παλιν το ἐναντιον ἀπο των φαινομενων τας ἀκριβεις . παρακολουθουντος δε τῃ τοιαυτῃ ἐπισκεψει του μητε τας κατα μερος
9999970 πλησας
των ὑδατων διαφανες οὑτως ἀν ἐξετασαις καλως , εἰ κολυμβηθραν πλησας το ἐπ ' αὐτης ὑδωρ ἐπισχησεις του ῥεοντος .
τεσσαρακοντα σακκους ἑκαστος ἐχετω . προσορμιζομενων δε τους σακκους ἀμμου πλησας * * * κεφαλιδας ἐξηπτεν ἑκαστης νεως και οὑτως
9999970 διακαθαιρειν
θερμαινειν την ψυξιν : τον δε θωρακα και τον πνευμονα διακαθαιρειν και τα εἰς τον στομαχον περιεχομενα . δει δε
, οὐ μην αὐταρκες εἰς ἀκριβη διαγνωσιν . βελτιον οὐν διακαθαιρειν την περι αὐτου ἐννοιαν , ἀφαιρουντα την ἐπεισιουσαν του
9999970 ἐνικων
Μεσσηνιοι και Διονυσιου μισθοφοροι συστραφεντες ἀπηντησαν . γενομενης δε μαχης ἐνικων οἱ Μεσσηνιοι και πλειους των πεντακοσιων ἀπεκτειναν . εὐθυ
: ἐπειτα δε ὡσπερ οὑτοι ὁπλισαμενοι τους πεζους τοτ ' ἐνικων , νυν οὑτω και οἱ ἱππεις αὐτων παρεσκευασμενοι προς
9999970 θαλαμος
κατα την Αἰαν γυμνασια και δισκοι , και της Μηδειας θαλαμος , καθ ' ὁν ἐνυμφευθη ποτε , και προς
' οὑ γραφομεν , καλαμη δε ἡ του σιτου . θαλαμος ὁ ἐνδοτερος οἰκος , θαλαμη δε ἡ ὀπη ,
9999970 γεγραμμενους
τα πατρια ἐθη και τα νομιμα : το σῳζειν τους γεγραμμενους νομους : το ἀληθευειν ἐν τῳ διαφεροντι : το
τουτους ἀψευδεις , και προς το καλλιστον εἰδος ἐνθεου πνευματος γεγραμμενους : και τοι γε οὐτε μετρον ἠπιστατο , οὐτε
9999970 τριαδος
της τριαδος . ὁτι δε ὁρισμος οὑτος ὁ λογος της τριαδος , δηλον ἐστιν ἐκ τωνδε . κεισθω γαρ ἡμιν
ὑπερεχει ὁ δ του γ , τριτον μερος ἐστι της τριαδος . ἐτι ἐχει ἰδιον συμβεβηκος . ἀλλο παρακολουθημα της
9999970 ἐπιφερομενα
ἐχει ἐγκειμενην . φανερον οὐν ὡς ταις συνθετοις ἐξ ἀναγκης ἐπιφερομενα τα ῥηματα της εὐθειας ἐγινετο παραστατικα , ἡς και
ἐπι θανατον ἐξαγονται . Χθονια λουτρα : τα τοις νεκροις ἐπιφερομενα : ἐκομιζον γαρ ἐπι τας ταφας λουτρα . Χαλκιδιζειν
9999970 φαρμακειαν
φερουσι και μαλιστα την της Ἑλενης γενομενην παρα Μενελαῳ Τηλεμαχου φαρμακειαν και ληθην των συμβεβηκοτων κακων . το γαρ νηπενθες
ἀλοη μετα μαννηϲ ὁμοιωϲ . την δε λοιπην των αἰγιλωπων φαρμακειαν ἐν τῳ τριτῳ βιβλιῳ παραδεδωκαμεν . Τουτο το παθοϲ
9999970 καταλαμβανουσι
της ἀπο των θηριων τωι περισωζεσθαι αὐτην , εἰτα χωρησαντες καταλαμβανουσι ? ? ? ? ? ? το θηριον και
γαρ μονης ταυτης των ὑφ ' ἡλιῳ πολεων ἠρισαν και καταλαμβανουσι την ἀκροπολιν ὡσπερ ἐπι μοναρχιᾳ σχεδον ὡς εἰπειν οἱ
9999970 γενικωτατων
γενικωτατα μονως κατηγορειται . ἐπειδη τοινυν αἱ δεκα φωναι των γενικωτατων εἰσι και μονως κατηγορουνται μηδενι ὑποκειμεναι , δια τουτο
ἠν ἡ ἐλασσων του συλλογισμου προτασις , δεικνυσιν ἐκ των γενικωτατων γενων , ὡς ὑπαρχοντος ἐν πασι του ἀγαθου .
9999970 ἀπολαυων
τῳ λοιπῳ δημῳ των νεκρων , ἐμοι δοκειν , τοσουτον ἀπολαυων του μνηματος , παρ ' ὁσον ἐβαρυνετο τηλικουτον ἀχθος
ἑτοιμον ἠν ἀπολωλεναι κρυμῳ τε και νιφασιν , οὑτω φαιδρας ἀπολαυων ἐπορευετο της ἀκτινος , ὡστ ' ἐαρ ὀνομαζοντες την
9999970 μακροτεραν
οὐχ ] ἑωρωνἐτυχον γαρ ὀντες ἐτι πορρω και ˈ [ μακροτεραν ] ὁδον των ἑτερων βαδιζοντες , ˈ [ τους
. ἐτυχεν ὁ Κλεανθης καθημενος και μεντοι και σχολην ἀγων μακροτεραν ἀλλως . οὐκουν μηρμηκες περι τοις ποσιν ἠσαν αὐτῳ
9999970 παραδεξασθαι
μεν λογος καθιστορησαι δυνησεται , ποια δε ἀκοη την τουτου παραδεξασθαι τραγῳδιαν ; ἐμοι δε ἐκστασις ἐπεισερχεται , ὁσακις εἰς
δευτεραν ἐχων ταξιν . Ὡς γαρ ἰατρου μετα το πεισαι παραδεξασθαι την θεραπειαν το προσαγειν ἐστι τα μεν θεραπευτικα ,
9999970 φανερωτερον
[ , ] ὡς ἐν τῳ περι δεινοτητος μεθοδων ἐσται φανερωτερον δια γαρ το πολυσχιδες της μεθοδου ταυτης και ἰδιον
, ἡ γινεται οὐκ ἐπι μονων των κυκλῳ μεθισταμενων . φανερωτερον μεν ἐπι τουτων : ὁσον ἐμπροσθεν προωθειται , τοσουτον
9999970 ἀκαιρους
ἐπιμελειαν υἱου παρηκα ; ποτε ἀποκοιτος ἐγενομην ; τινας ποτους ἀκαιρους , τινας κωμους ἐγκαλεις ; τις ἀσωτια ; τις
τουτων ἀκριβολογιαν . ἐνοχλησεις δε πανυ εἰκοτως εἰπε σοφιστικας τας ἀκαιρους αὐτων ἐνστασεις , πραγματειωδες μεν οὐδεν ἐχουσας , ὀχλον
9999970 συλλαμβανειν
, παντας μεν φησι δυνασθαι μαρτυρειν , παντας δε κελευει συλλαμβανειν . και δη και το της τεχνης αὐτῳ κεχωρηκεν
χρημασι : ἁμα γαρ ἀν μιν τῳ ἑτερῳ βασιλεϊ ἐλθοντα συλλαμβανειν . Ἐλεγε δε ταυτα ἐξ ἐπιστολης της Δημαρητου .
9999970 ἀφθαρτους
τουτων ᾐ , φοραν και της χωρας νομιζουσιν ὑπαρχειν . ἀφθαρτους δε λεγουσι και οὑτοι και [ οἱ ] ἀλλοι
' αὑτο ὑπαρχον : καθο δε ἑτερας οὐσιας αἰσθητας ποιουσιν ἀφθαρτους και ἀιδιους , οὐκ ὀρθως : οἱον ἀνθρωπος ἀιδιος
9999970 Ἀκουσιλαος
Ὁμηρος περι των γιγαντων μεμνημονευκεν . . , . ὁ Ἀκουσιλαος δε τον Ἡρακλεα πυρι τετελευτηκεναι φησι . , .
κυνων . και τουτον ἐτελευτησε τον τροπον , ὡς μεν Ἀκουσιλαος λεγει , μηνισαντος του Διος ὁτι ἐμνηστευσατο Σεμελην ,
9999969 ἀπολαμβανομενης
. . ὁτι το ἀπο τησδε τῳ ὑπο δοθεισης και ἀπολαμβανομενης ὑπο καθετου ἑως δοθεντος . . ὁτι συναμφοτερος ἡδε
δυνησονται το περιεχομενον ὀρθογωνιον ὑπο της Κ εὐθειας και της ἀπολαμβανομενης ὑπ ' αὐτων προς τῳ Ζ σημειῳ ὑπερβαλλον εἰδει
9999969 ἀπρεπους
ἀμυναι , και αἰκια . λαμβανεται δε και ἐπι του ἀπρεπους : σον γενος , οὐ οἱ ἀεικες , .
μεντοι τα μικρα μεγαλα ἑτερον τροπον , οὐ δια του ἀπρεπους , ἀλλ ' ἐνιοτε ὑπ ' ἀναγκης . οἱον
9999969 τελευτησαντων
λεγουσιν οὐκ ἀν τις ῥᾳδιως συγκαταθοιτο . Ταφας δε των τελευτησαντων ἰδιως οἱ κατα την Αἰθιοπιαν ποιουνται : ταριχευσαντες γαρ
, το δε σωμα ἰνδαλλομενον ἡμων ἑκαστοις ἑπεσθαι , και τελευτησαντων λεγεσθαι καλως εἰδωλα εἰναι τα των νεκρων σωματα ,
9999969 ἱππεων
] ὁ Σιμων και ὁ Παναιτιος ἱππαρχοι και του των ἱππεων ταγματος . κἀπαναστρεφου : ὡς του ἀλλαντοπωλου πεφευγοτος εἰπεν
, ὡς αὐτος φησι : το δε λοιπον πληθος των ἱππεων , το μερισθεν ἐπι το λαιον , ὑποφευγει παν
9999969 ποιητικους
ὑπερ τα ἀτομα και ὑπερ τους καθολου λογους τους τε ποιητικους και τους γνωστικους αἱ κυριως ἀρχαι . οὐδε τα
τοις σωμασιν μαλιστα προσεδρευειν τ ' ἀριστους τῳ ποθῳ , ποιητικους , ἰταμους , προθυμους , εὐπορους ἐν τοις ἀποροις
9999969 ἀπολογιας
γε ἑνεκα , ὡς οὐ φαυλον με ὑποκριτην ἑξων της ἀπολογιας , πειρωμενος δια βραχεων εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον
οὐν και παρα το ὡς ὡσδεἈλλα . τουτο μεν δυναται ἀπολογιας ἐχεσθαι , τῃ μεν ἀπο Δωρικου δυναμενον ἐσχηματισθαι του
9999969 καθαρωτερον
ἡμεραν ἐνεστιν , ἱερον ποιειται τα βασιλεια και τον κηπον καθαρωτερον των παρ ' ἐνιοις ἀδυτων , και γιγνονται τοις
αὐτης ὠνομασμενους σεμιδαλιτας σεμιδαλις , ὡσπερ πιτυριας τους ἀφῃρημενους το καθαρωτερον , συγκομιστους δε τους μονον το πιτυρωδες ἀφῃρημενους .
9999969 ἀπεστιν
και λιτῳ σχηματι , ἐπιτετηδευται δε ὑπερ κοσμου και οὐδε ἀπεστιν αὐτου το ἑτερῳ φασι τυφῳ . τα δε Ἡλιου
κἀκεινου οἱον ἐξηρτημενη , οὑ το ἀποσταν κἀκεινου της ἐνεργειας ἀπεστιν . Ἀσωματον δε παντως δει τιθεναι , κἀν σωματος
9999969 εὑρισκεται
ὑπο ἰασονος : νεον δε το ἐκβληθηναι της κορινθιας : εὑρισκεται κακος ὠν προς τους φιλους : ἑως τουτου ἡ
δριμεων και ἰσχυρων ζῳων , ὁτι οὐδεν αὐτων κενον ὀστεον εὑρισκεται . παντα γαρ πληρη . ἀλλ ' ἀπορητεον ἐτι
9999969 Ἡρακλειους
νησος ἐν δεξιᾳ τα Γαδειρα κειμενη τυγχανει , ἐνθα τας Ἡρακλειους στηλας εἰναι συνεστηκεν . Οἱ μεν γαρ κατα Καλπην
. κατα τουτο δε και ὁ κατα τας στηλας τας Ἡρακλειους πορθμος ἐστι , περι οὑ πολλα εἰρηται . ἐξω
9999969 νηπιους
/ ὡν αἱ τεκουσαι την ἑκηβολον τεχνην / ἀδορπα παιδευσουσι νηπιους γονας : / οὐ γαρ τις αὐτων ψισεται πυρνον
ὑπερβολην γενος : ἡ τε γαρ μητηρ ἁπαλους ἐτι και νηπιους τους παιδας κομιδης μαλα ἐπιμελους ἀξιοι , κἀκεινοι την
9999969 νοσουντων
: σοι δ ' ἀρκεσει γνωριζειν ἐπι των κατα περιοδον νοσουντων την μεν ἀκμην ἐκ του τους παροξυσμους μενειν ἐπι
φανεντα οὐρα τα παραπλησια ἀν σημανειεν . Οὐ μεντοι ἐπι νοσουντων ἠ πολλου ποματος προσφοραν ἠ αὐχμον ἐκ κοπου και
9999969 συλλογου
Φουφεττιος χρονον εἰς βουλην ᾐτησατο , και μεταστας ἐκ του συλλογου μετα των παροντων Ἀλβανων εἰ χρη δεχεσθαι τας αἱρεσεις
θαυμαζω . ποιου γαρ τροπαιου , τινος ἐξοδου , τινος συλλογου , ποιας πραξεως ἀπελειποντο Θηβαιοι Λακεδαιμονιων τον προτερον χρονον
9999969 ἀμοιρους
ἀμετοχους . Ξ ἀμοιρους ] ἠγουν της βασιλειας στερηθεντας . ἀμοιρους ] ποιησας . Ξ ἀμοιρους ] κοινη συλλαβη το
ψυχῃ τηνδε την δοξαν , ἀλλ ' ἡγησαμενος τους παιδειας ἀμοιρους οὐκ ἐν ἀμεινονι ταξει των ἀνδραποδων εἰναι θεατρα μεν
9999968 καβαλλαριους
ὀλιγων σκουτατων εἰς το δηφενδευσαι τους εἰς το ἐξωτερον ἑστωτας καβαλλαριους , ἐαν πολλοι εἰσιν οἱ ψιλοι . Οἱ δε
συμμικτου ταξεως , της ἐπικαμπιου ὀπισθιας , ἐχουσης πεζους και καβαλλαριους : ἡτις ἀναγκαια ἐστιν ἐν ταις περιστασεσι φαλαγξι .
9999968 δισμυριους
πλησιον πολεις ἐκπολιορκησας ἐξηνδραποδισατο . των δε ἀλλων ἐγχωριων συναθροισθεντων δισμυριους μεν καταφυγοντας εἰς πολιν μεγαλην κατα κρατος εἱλε ,
καθοδον του βασιλεως οἱ συμπαντες ἠθροισθησαν πεζοι μεν ὑπερ τους δισμυριους , ἱππεις δ ' οὐκ ἐλαττους χιλιων . και
9999968 ὀξυτερους
τεσσαρας φθογγους ἀποτεμνειν προς τοις ΑΒΓΔ περασι , τους δε ὀξυτερους προς τοις ΕΖΗΘ , του μεν ΔΘ διαιρουμενου εἰς
ποιειν , τα δε λεπτοτερα και ὀξυτερα , νυγματωδεις και ὀξυτερους . παντα δε ταις τε καθ ' ὁλον το
9999968 φλεγμαινοντων
τῃ ἀκοῃ μηδαμωϲ , ὡϲ οἱον τε , ψαυοντα των φλεγμαινοντων μοριων . ἐγχρονιζουϲηϲ δε τηϲ ὀδυνηϲ και μελλουϲηϲ εἰϲ
και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα τοις ἀποκρουστικοις , οὑτω και ἐπι των παρωτιδων
9999968 πληρουσθαι
ἐπι τρυτανης το ἑτερον βαρυνοντες μερος προϊζειν ἐποιουν , ὡστε πληρουσθαι τα ἐλλυχνια . εἰτα το ἑτερον παλιν βαρυνοντες μερος
και ὠμα κενωθεν το σωμα : τῳ γαρ κενῳ ἑτοιμοτατον πληρουσθαι . δια ταυτα ἐπι ταις κενωσεσι μετριαζειν συμφερει ,
9999968 φιλοτησιας
ἐστι παραδειγμα . οὐ γαρ , ὡς οἰονται τινες , φιλοτησιας τας κυλικας λεγει , ἀλλα της φιλοτησιας λεγει .
χαριν ἠ ἑνεκα , ἱν ' ᾐ το ἐντελες , φιλοτησιας ἑνεκα σοι προπινω , οἱον φιλιας . Λουκιανος .
9999968 ἐνιαυσιους
τηρησαι τα καθ ' ἡμεραν γινομενα , τας δ ' ἐνιαυσιους περιοδους ἐκ των ἁπαξ συμβαινοντων κατ ' ἐτος τηρησαι
φερηται ἐκ της καθολικης ὑποστασεως , οἱ μεν ἀγαθοποιοι τους ἐνιαυσιους χρονους λαβοντες ἠ ἐπεμβαντες ἀσθενεστεροι εἰς το εὐεργετειν γενησονται
9999968 βουλομενης
το κακον ὡμολογουν και ταυτα της του γηρως φιλοτιμιας παντα βουλομενης εἰδεναι δοκειν . ἀνελογιζομεθα τοινυν τον ἐμπροσθεν χρονον μεχρι
, το δ ' ἐκει ὁρωμενον ἀει μεταφερειν εἰς ἀλλο βουλομενης , το μεν ἀθροον αὐτῃ παν παρειναι οὐκ ἠθελεν
9999968 ὑπεμεινας
ποιησῃς . εἰ τοινυν ταυτα παντα φιλανθρωπως και πεποιηκας και ὑπεμεινας δι ' ἐμε , πως νυν ἐασεις , ὠ
ἀνδρος γυναικα γεγονοτα , Ὠ ταλαιπωρε , ἐφη , πως ὑπεμεινας ὡδε λωβηθηναι , και οὐ προτερον ἀπεθανες ; Ὁ
9999968 παρακολουθουντων
κατα συμβολικον τροπον , ὁς οὐδεν δυναται των συστατικων ἠ παρακολουθουντων ἐμφαινειν . εἰ δε το ποιουμενον καθα δεδηλωκαμεν ἁτε
φασιν οἱ περι τον Καρυστιον Ἀντιγονον , ὑπο των γνωριμων παρακολουθουντων . Αἰνεσιδημος δε φησι φιλοσοφειν μεν αὐτον κατα τον
9999968 λαμπροτεραν
ἑτοιμαζοντος τῳ βασιλει , την σωτηριαν δε , οἰμαι , λαμπροτεραν ποιουντος . οὐ γαρ ἰσον εἰς ἐλεγχον φωνη μαρτυρος
; ὁτι εὐσχημονει ; [ ὁτι ] κατηγορει ; ὁτι λαμπροτεραν ἐπιδεικνυται την ἀρετην την ἑαυτου ; ἀγε , περι
9999968 παλιγγενεσιαν
και εἰς την ἀπειριαν του αἰωνος ἐκτεινεται και την περιοδικην παλιγγενεσιαν των ὁλων ἐμπεριλαμβανει και περινοει και θεωρει ὁτι οὐδεν
δε παντα τροπον ἐπενοει ἀνοικιζεσθαι την πολιν , καθαπερ εἰς παλιγγενεσιαν ἀνακαλουμενος . Ἀλλα παντα πραττων μολις εἰς ὀκτακισχιλιους ,
9999968 πρεσβυτερους
ἀσυμβατων . Θυμος ἐσχατον γηρασκει : λεγεται δε δια τους πρεσβυτερους . ὁσον γαρ γηρασκουσι , τον θυμον ἐῤῥωμενεστερον ἐχουσι
πατερα μεν της ψυχης ἡμων τον ὀρθον λογον καλει , πρεσβυτερους δε τους ἑταιρους αὐτου και φιλους . οὑτοι της
9999968 Θηβαιους
Θηβαιων φυγαδων ἀξιωσαι τον Ἀλεξανδρον συγχωρησαι τῳ δημῳ τους πεφευγοτας Θηβαιους ὑποδεχεσθαι . ὁ δε Δημαδης πρεσβευσας και τῃ του
εἰμι μεν , ὠ Ἀθηναιοι , των οὐ προτερον φιλους Θηβαιους ἠπερ ὑμεις ἁπαντες κριναντων , ὁρω δε τοις μεν
9999968 ἀποκαταστησαι
και την μεταβολην του πολιτευματος εἰς τον ἐξ ἀρχης κοσμον ἀποκαταστησαι προθυμουμενος αὐτος τ ' ἀναφανδον , ὡσπερ και προτερον
Δεομεθα σου , μακροθυμησον ἐφ ' ἡμας : ἰδωμεν πως ἀποκαταστησαι σοι δυναμεθα . κἀγω ἀνυπερθετως προεφερον αὐτοις το χειρογραφον
9999968 πονηροτατους
τῳ δεσμωτηριῳ τοσουτον ἀρετης μεγεθος ἐπεδειξατο , ὡς και τους πονηροτατους των ἐκει τεθηπεναι και καταπληττεσθαι και παρηγορημα των συμφορων
γενει προσηκοντας , τους ἀτυχουντας των πολιτων , οὐχι τους πονηροτατους , ὁ ἐστιν ἐκ της του ἀκολουθου ἀπαιτησεως ,
9999968 πλησιαζειν
τῳ αὐτῳ ἀναπαυομεναι ὁ τι περ πονηρον του χρωτος τῳ πλησιαζειν τε και ἐκθερμαινειν ἐπαυξουσιν : ὡστε ψωρας ἐμπιμπλασθαι το
και τον Ἀλκιβιαδην αὐτον οὐ προς ὑβριν φαναι τῃ Τιμαιᾳ πλησιαζειν , ἀλλα φιλοτιμουμενον βασιλευεσθαι Σπαρτιατας ὑπο των ἐξ ἑαυτου
9999968 σκληροτερος
εἰπειν προς το μηδεν ἀσαφες ὑπολειπεσθαι τοις ἑξης λογοις . σκληροτερος ἐστιν ὁ τενων νευρου τοσουτον ὁσον συνδεσμου μαλακωτερος ,
ὁ λογος ἀποφαντικου οἱον δοκει δ ' ἐμοι γε , σκληροτερος ἀν ἐγενετο ὁ λογος και μαλλον Κριτιου ἐδοξεν ἀν
9999968 γεγενημενας
πολλα της βουλης ἀπειλουσης και παραινουσης μη λυειν συνθηκας ἀρτι γεγενημενας . οἱ δε και ταις συνθηκαις ἐπεμεμφοντο ὡς ἀδικως
ἱππεις , ἐπι το πλειον ποιων την ἀπουσιαν προς τας γεγενημενας χρειας , ὁμως πεζοι μεν ἀπολειφθησονται τετρακισμυριοι δισχιλιοι ,
9999968 δυσχερειαν
περιπτισαντες και ἀφελοντες το κελυφος , τουτο γαρ το την δυσχερειαν παρεχον δυσκατεργαστον ὀν , μετα ταυτα κοπτουσιν ἐν τῳ
και τον τοπον και την θεσιν της χωρας ἐξαιροντος προς δυσχερειαν , Κλεωνος δε τα τοιαυτα παρατρεχοντος : εἰτα ὁτι
9999968 ἐξεταζειν
την των πραγματων ἑκαστοτε φυσιν ἀποβλεπειν και τα ὀνοματα σαφως ἐξεταζειν , ἐπι τισιν ὁ νομοθετης ταυτα διωρισεν . προδηλον
το δε ὀνυχιζειν και ἐξονυχιζειν ἐπι του ἐρευναν ἀκριβως και ἐξεταζειν το ὑποκειμενον πραγμα τιθεται . Κρατινος μεντοι το ὠνυχισμενον
9999968 ἐπαναστασεως
πυθομενοι τοις Παρθενιαις σημειον συγκειμενον , ὁταν μελλωσιν ἀρχεσθαι της ἐπαναστασεως , ἐκ μεσης της ἀγορας πιλον ἀνασχειν , προσεταξαν
λογαδων . Προ δε της κατα την Σικελιαν των δουλων ἐπαναστασεως ἐγενοντο κατα την Ἰταλιαν πλειους ἀποστασεις ὀλιγοχρονιοι και μικραι
9999968 σκοτους
ὁ θεος ἀνα μεσον του φωτος και ἀνα μεσον του σκοτους „ : ἀλλως τε ὡς ἡλιος ἀνατειλας τα κεκρυμμενα
, Θεοφραστος δε ἐοικε διαπορουντι και ἰσως ὑφεωρατο τας ἀπο σκοτους εἰς φως μεταβολας , ὁταν εἰσκομισθεντος εἰς το δωματιον
9999968 τρωσας
και ἰασεται : ἐπανερομενου δ ' αὐτου και τις ὁ τρωσας ἀκουσαι ὁτι ὁ Ἀχιλλευς : ἀπελθοντα οὐν αὐτον εἰς
περιαπτειν τῳ λογῳ χαριζομενος τῃ φαλαγγι . δευτερῳ δη τουτῳ τρωσας αὑτον λογῳ λογον ἐμον ἑτερον φανηναι διακωλυει τον ἀρχοντα
9999968 μεγαλοπρεπους
παιδες εὐπορησαντες και των τε συμβολαιων και των ἐγκληματων ἀπολυσαντες μεγαλοπρεπους ταφης ἀξιουσι . σεμνοτατον δε διειληπται παρ ' Αἰγυπτιοις
το Ἀ˘ρα˘βι˘α – . Δει δε ἐν τοις κωλοις του μεγαλοπρεπους λογου τον προκαταρκτικον μεν παιωνα ἀρχειν των κωλων ,
9999968 προσταξει
ἐν τῃ οἰκιᾳ „ : εἰτα ἐπιφερει : ” και προσταξει ὁ ἱερευς ἀποσκευασαι την οἰκιαν προ του εἰσελθοντα τον
ῥιψαι . φασι δε ἐκβρασθεντας εἰς Κορινθον αὐτους ἀναληφθηναι και προσταξει του Σισυφου [ ὡς και ] ἀγωνα Ἰσθμιον ἐπι
9999968 ἀφοριζεται
' ἑν ἑστηκε και νενοηται και μιᾳ ἰδιοτητι τῃ σχετικῃ ἀφοριζεται , ἑνικως ἐπιγραφεται . ἐπει δε καθαπαξ τα προς
περιεχοντος , ἐπειδηπερ ὑφ ' ἑνος των του ἰσημερινου ἡμικυκλιων ἀφοριζεται . των δε κατα μερος ὀφειλοντων θεωρηθηναι μαλιστ '
9999968 τιμιωτερον
: ἀπ ' αὐτων τουτων ἀν τις λαβοι και ὁτι τιμιωτερον ἐστι το διανοεισθαι του αἰσθανεσθαι , τουτ ' ἐστιν
και ἀμιγης , τῃ οὐσιᾳ ὠν ἐνεργεια : ἀει γαρ τιμιωτερον το ποιουν του πασχοντος και ἡ ἀρχη της ὑλης
9999968 ἐμετους
ἀλφιτῳ καταπλασθεντα , ποθεντα δ ' ἀμβλυνει τον στομαχον και ἐμετους κινει . Δαφνη Ἀλεξανδρεια φυλλα ἐχει ὀξυμυρσινῃ ὁμοια ,
ὑποτεταγμενος τῃ πικρᾳ τροχισκος ἐπιτηδειως διδοται : μετριους γαρ τους ἐμετους δια τουτου ἀποφηναντες , οὑτω χρωμεθα τῃ δι '
9999968 Ἐπικουρειων
την ἐνδεχομενην ἐχειν ἀσφαλειαν . Τοιαυτα μεν και τα των Ἐπικουρειων . | Τοιαυτα μεν και τα παρα Κλωδιῳ και
' αὐτων ὡς γλυκυς , εὐπαθειας ἡγησεται τους πονους . Ἐπικουρειων δε χορον , οἱς οὐδεν μελει τουτων , παραιτουμαι
9999968 ἀναιρεσις
οὑτως ὡρισατο το συμβεβηκος . ἐπειδη δε ἡ των τεσσαρων ἀναιρεσις οὐ μονον το συμβεβηκος εἰσφερει , ἀλλα και τραγελαφον
πας προς το κατηγορουμενον και ταις ἀει ἀληθευουσαις ἡ τουτου ἀναιρεσις : και γαρ αὑται πασαι το οὐ πας ἐχουσι
9999968 ἀριστερα
καρδιωσσειν , ἐν τῳ ὑποχονδριῳ ἐπι δεξια ἠ ἐπ ' ἀριστερα ξυντεινεται τι μητε ξυν ὀδυνῃ μητε ξυν φλεγμονῃ ,
' ἱερωσυνα , κωλη , το πλευρον , ἡμικραιρ ' ἀριστερα . Ὀρφοισι σελαχιοις τε και φαγροις βορα . Και
9999968 γνωριμωτερον
ἀν οὐν ἡττον εἰη ; Ἀλλα το καθεκαστον προς ἡμας γνωριμωτερον ὀν προτερον : τουτο δ ' οὐκ ἐν τοις
μετρον κοινον παντων των ἐν μουσικῃ λογων , ἁτε και γνωριμωτερον ὀν , ὁτι ἀρα και διαφορα των πρωτων και
9999968 μουσικου
μετα του και την οὐσιαν αὐτου χονδρον οὐσαν ἠχειον ὀργανου μουσικου μεμιμησθαι . δηλοι δε μαλιστα και αὐτοις τοις παθεσιν
, μη ἀσυμφωνα λεγε : Ἐμηρεπης εἰπε τουτο Φρυνιδος του μουσικου σκεπαρνῳ τας δυο των ἐννεα γε ἐκτεμων . Μηχανικωτερος
9999968 πορρωτερον
νυν τουτου , δια τουτο προ του Α λαμβανεται ὀντος πορρωτερον του νυν . Ὡσπερ δε το Γ ὑστερον ὀν
χωρᾳ , διεφερον δ ' ἀλληλων ἐν τῳ πλησιαιτερον ἠ πορρωτερον εἰναι της διαρθρωσεως κατα τε το μηκος του κωλου
9999968 δανειστης
: [ δανειστης Πασιας : ] μαρτυς : ἑτερος ⌈ δανειστης . [ δανειστης Ἀμυνιας : ] ⌈ Χαιρεφων .
παντες . ξυρεισθαι : οὐδε ξυρασθαι λεγουσιν . ὀβολοστατης : δανειστης ἐπ ' ἐνεχυροις : στησασθαι γαρ το δανεισασθαι .
9999968 θυσιαστηριον
, λεγω δε ψυχων ἀσινων και κεκαθαρμενων , το | θυσιαστηριον ἀναπλεων ἐστι : δυσιατος δε ἠ παντελως ἀνιατος μωμος
ζυμης και μελιτος προσαγεσθαι , μηδετερον ἀξιων ἀναφερειν ἐπι το θυσιαστηριον : μελι μεν ἰσως , ἐπειδηπερ ἡ συναγωγος αὐτου
9999968 δαιμονιον
πορευεσθαι μετα πολλων , και ἀφικνεισθαι σφας εἰς τοπον τινα δαιμονιον , ἐν ᾡ της τε γης δυ ' εἰναι
οὐν την ὑψηλοφροσυνην πολλοι ἐκενωθησαν ὑψουντες ἑαυτους : μεγα γαρ δαιμονιον [ ἐστιν ] [ ἡ αὐθαδεια ] [ και
9999968 προσηκουσης
Ἀρμενιας ἐν τῃ Σακασηνῃ και τῃ Ἀραξηνῃ . της μεντοι προσηκουσης ἐπιμελειας οὐκ ἐτυχεν οὐτε αὐτη οὐτε ἡ ἐπωνυμος αὐτῃ
της ἀγωγης δοξας κακως προεσταναι της προειρημενης ἐπιμελειας ἐπιτιμησεως ἐτυχε προσηκουσης . ἡ γαρ συγκλητος παρελομενη την ἐξουσιαν παρεδωκεν ἀλλοις
9999968 Ἀττικους
τον Ἑκτορι μυθον ἐνισπε ἐπιμερισμῳ φησι τον Χαιριδα λεγειν βαρυνειν Ἀττικους το στρουθος , ὁμοιως και ἐν τῳ ἑκκαιδεκατῳ της
του μελιτος , οἱον ἡμεις δε καθαπερ οἱ ὀπωριζοντες τους Ἀττικους ὀλυν - θους βλιμαζομεν . εἰρηται δε βλιμαζειν το
9999968 παραγγελματα
, ἐνδιδῳ δε ἐλπιδας χρηστας ἁπτομενοις της ἰατρειας και τα παραγγελματα καταδεχηται γεννικως , και ἀπαιτῃ την παρρησιαν ὡσπερ ὀφλημα
το του Διος ἀντρον και διατριβων ἐνθαδε ἀπηιει συντεταγμενα ἐχων παραγγελματα τινα , ἁ ἐφασκεν εἰναι προσταγματα του Διος .
9999968 πιπρασκοντες
, μονους δε τους καταπειθεις γινομενους , ἀγεληδον ἐστιν ὁτε πιπρασκοντες τους ἀνιατως ἐχοντας το ἠθος ὡς και δουλευειν ἀγαθοις
ἀλλης ὑλης αὐτοσχεδιου : τῃ τελευταιᾳ δε των τριων πανηγυριζουσι πιπρασκοντες και ἀνδραποδα και κτηνη τα παντα , ἐτι δε
9999968 ἐπιθυμητικου
γινεται ἀρετη : του μεν θυμοειδους ἀνδρεια , του δε ἐπιθυμητικου σωφροσυνη , του δ ' αὐ φιλοχρηματου και φιλοκερδους
ψυχης : ἡ δε δυναμις και ἑξις ἐρρωμενη ἐστι του ἐπιθυμητικου , και λεγεται και αὐτη ἐπιθυμια , οἱον ἐπιθυμητικως
9999968 ἀποφατικων
του ἑτερου των καταφατικων προσδιορισμων και μονου του καθολου των ἀποφατικων : ὁ γαρ εἰπων μονον το ζῳον αἰσθητικον ἠ
σχηματι ἐκ δυο ἐνδεχομενων οὐ γινεται συλλογισμος οὐτε καταφατικων οὐτε ἀποφατικων οὐσων , οὐτε ἀν ἡ μεν καταφατικη ἡ δε
9999968 τεταρτος
ἐχει , διο οὐδ ' ἐπιτριτου δεκτικος , και ὁ τεταρτος τεσσαρων ἡγεμων ἐστι λογων και ὁ πεμπτος δηλονοτι πεντε
, ὁ δευτερος δυο , ὁ τριτος τρεις , ὁ τεταρτος τεσσαρας , ὁ πεμπτος πεντε , ὁ ἑκτος ἑξ
9999968 φθειρεσθαι
; εἰτα ἐξ ἀρχης ἐρεις , τι κηδεμονος ἰδιον το φθειρεσθαι , το μηδεν αἰσχρον πασχειν , ἐαν το ἐπιμελεισθαι
χρονος ὁ παρελθων και ὁ μελλων , ἐν χρονῳ δε φθειρεσθαι το νυν οὐ δυνατον : συμπαρεκτεινοιτο γαρ ἀν το
9999968 Καρδιανος
ἐν ταις Ἐφημερισιν αὐτου , ἁς ἀνεγραψαν Εὐμενης τε ὁ Καρδιανος και Διοδοτος ὁ Ἐρυθραιος . Μενανδρος δε ἐν Κολακι
Φιλωτας δε Κιλικιας και Πιθων Μηδιας : Εὐμενης δε ὁ Καρδιανος Καππαδοκιας και Παφλαγονιας και ὁσα του ποντου του Εὐξεινου
9999968 πρεσβυτεραν
: διο μη παρακολουθειν : την δε τῳ Διονυσιῳ παρατεθεισαν πρεσβυτεραν οὐσαν εἰδεναι παντα σαφως ἁ βουλεται μαθειν . τον
Ἰωνων ; ἀλλ ' ὁ πολιτης αὐτου Ἀναξιμανδρος του ὑγρου πρεσβυτεραν ἀρχην εἰναι λεγει την ἀιδιον κινησιν και ταυτῃ τα
9999968 μακρους
, οὐδε ᾐσχυνθη τοις πεπραγμενοις , ἀλλα μυθους ἐπεβαλλετο λεγειν μακρους , τους ἁπανταχοθι τροχων ἀξια εἰργασμενους καταριθμουμενος . Και
ἰσως μεν οὐν ἀτοπον πεποιηκα , ὁτι σε οὐκ ἐων μακρους λογους λεγειν αὐτος συχνον λογον ἀποτετακα . ἀξιον μεν
9999968 θεσπιζειν
ἑκουσιον γνωμην αἱρηται τα βελτιστα , μετα κολασεως οὐκ ἠξιωσε θεσπιζειν , οὐκ ἀσυλιαν τοις ἀδικοπραγουσι διδους , ἀλλ '
, προσκαλουμενων κατα ταξιν των χρησμωνπρο μιας δε τουτο του θεσπιζειν ἐγιγνετοκαι ἐρομενου του κηρυκος εἰ θεσπιζει τῳδε , ἀνειπεν
9999968 ἐγκαταλιπειν
τοινυν : οὐ γαρ ἀστειον γε το θεαμα κεχηνοτα φιλον ἐγκαταλιπειν , και ταυτα ὡς συ φης ἐκ των ὠτων
γνωμῃ , και μη την ἐξ ἀρχης θαυμαστην ταυτην ἐνστασιν ἐγκαταλιπειν , ἐπειτ ' οὐκ ἐθελησομεν ; και πως οὐκ
9999968 στρατοπεδειαν
ἐπιγνωσιν , ἡ τε ταραχη καθ ' ὁλην οὐσα την στρατοπεδειαν εὐλογως πολυν ἐποιει φονον : ἐκτεινον γαρ ἀλληλους ,
, τοπους δε ὀχυρους καταλαβεσθαι και χαρακι και ταφρῳ την στρατοπεδειαν ἀσφαλισαμενους ὑπομενειν των πολεμιων την ἐφοδον . οὑτοι μεν
9999968 ἀπολυσας
Σολων εἰς τας Ἀθηνας μετενεγκειν , ὁν ὠνομασε σεισαχθειαν , ἀπολυσας τους πολιτας ἁπαντας των ἐπι τοις σωμασι πεπιστευμενων δανειων
γενεσθαι : ὁ μεν ἐτυχε δικην τινα δικασας ὀρθως και ἀπολυσας ἐγκληματος του μεγιστου ἀδικως συκοφαντουμενον ἀνθρωπον , ὁ δε
9999968 ἀγαθοποιον
ἐπιμεριζοντα κακοποιον , τον δε κοινωνουντα αὐτῳ σωματικως ἠ ἀκτινοβολικως ἀγαθοποιον . και εἰ γε τοιουτον ἐστι το σχημα ,
ἡξει θανατου . Τεταρτον εἰπομεν εἰδος το εἰναι τον ἐπιμεριζοντα ἀγαθοποιον , τον δε συνεπιμεριζοντα αὐτῳ κακοποιον . και εἰ

Back