ταρʹ α χαλκιτεως κισσηρεως ὀπτης ἀνα ταρʹ ⊂ χυλου ὑποκιστιδος ταρʹ α λαγωου πιτυας ταρʹ . . . ἐχινων ὀστρακα
ταρʹ α βολου πετροσελινου ἀμμεως καστοριου ἀνα ταρʹ ⊂ πρασιου ταρʹ α τριβολοσπορου ταρʹ τ ⊂ και σακχαριτος το ἀρκουν
9999831 λῃστηρια
ἀλλ ' ἐκεινοι μεν ὁρμητηριοις ἐχρησαντο τοις τοποις προς τα λῃστηρια , αὐτοι πειρατευοντες ἠ τοις πειραταις λαφυροπωλια και ναυσταθμα
προτερον Κλεοπατρα . εὐφυους γαρ ὀντος του τοπου προς τα λῃστηρια και κατα γην και κατα θαλατταν , ἐδοκει προς
9999826 Ἀνθεστηρια
ὀψον θοἰματιον ἀπωλεσα . θυραζε , Καρες : οὐκετ ' Ἀνθεστηρια . ἀνδρος γεροντος αἱ γναθοι βακτηρια . ἀηδονες λεσχαισιν
' Ἀθηναιοις ἀγομενη Ἀνθεστηριωνος δωδεκατῃ . Φησι δε Ἀπολλοδωρος , Ἀνθεστηρια καλεισθαι κοινως την ὁλην ἑορτην Διονυσῳ ἀγομενην , κατα
9999823 οὐρητικα
λεπτυντικη και εὐκοιλιοϲ μηδε γλιϲχρον ἠ βρομωδεϲ ἐχουϲα . και οὐρητικα μαλιϲτα προϲπλεκεϲθω ταιϲ τροφαιϲ . χρηϲτεον δε και τοιϲ
εἰεν οἱ λιθοι , πεφυλαχθαι το πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι
9999823 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999819 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999815 λεγεσθω
ὁλον που και το παν . ὡδ ' οὐν δη λεγεσθω νομῳ : Ἐαν καταλαμβανομενος τις ὑπο πολεμιων και ἐχων
και ἐπι των ἑξης ὁμοιως . μετα ταυτα ὁ τροπος λεγεσθω της διαδασκαλιας . παντι τοινυν κεχρηται τροπῳ , ὁριστικῳ
9999813 Λελεγες
, οἱον Μυτων Μυτωνος , Καυκων Καυκωνος , Κ και Λελεγες και Καυκωνες , Κυδων Κυδωνος , Ἰτων Ἰτωνος ,
' ἡμερας . Οὑτοι κατοικουσιν δε προς μεσημβριαν Αἰτωλιας , Λελεγες το πριν κεκλημενοι . Ἐπειτα Φωκεις εἰσι Λοκρων ἐχομενοι
9999812 διεφυλαξεν
προσανεχοντας ὁς ἐμοι τε και τοις προγονοις ἡμων την βασιλειαν διεφυλαξεν , οὐ μονον ἀπολυω της ἐκ των προσαπεσταλμενων ὑπο
, βασιλει πεμψον αὐτην : και γαρ αὑτη με σοι διεφυλαξεν ὡς ἀδελφου γυναικα παραλαβουσα . “ ” οὐδεν ἐστιν
9999812 Ἀγχισης
οὐ προσυπακουουσι το αἰσχυναι . ὁ βωκολος : βουκολος ὁ Ἀγχισης ὁ Αἰνειου πατηρ , ὁς κατα την Ἰδην ἐμιγη
Γενεαλογιων κυριον ἠκουσε το Ἐχεπωλος οὑτως : Κλεωνυμου δ ' Ἀγχισης , του δε Ἐχεπωλος . . κ Δευκαλιων ,
9999810 Σικελιωτης
μεν γαρ ἐστιν ὁ ἐξ αὐτης της Σικελιας ὠν , Σικελιωτης δε ὁ Σικελος μεν μη ὠν , την δε
ἐπι των τριων χρονων . Σικελος ὁ Σικελιας οἰκητηρ . Σικελιωτης δε ὁ ἐξ ἀλλοδαπης εἰς Σικελιαν ἀποικος ἐλθων .
9999809 δημιουργοι
οἱ θεωροι και οἱ πολεμαρχοι : ἐν δε Ἠλιδι οἱ δημιουργοι και οἱ τα τελη ἐχοντες και οἱ ἑξακοσιοι ,
δ ' αὐλητριδες ἐχουσι μισθον και μαγειροι δωδεκα , και δημιουργοι μελιτος αἰτουσαι σκαφας . το δειπνον ἐστι μαζα κεχαρακωμενη
9999806 ἀκανθαν
μεγισται : αὑται τεινουσι δια της κοιλιας παρα την νωτιαιαν ἀκανθαν , ἡ μεν ἐπι δεξια , ἡ δ '
πυρ ἐκλαμπειν . δελφις δε ὀστα μεν ἐχει και οὐκ ἀκανθαν , τα δε σελαχη και χονδρον και ἀκανθαν .
9999806 διεφθειρετο
ἐγεινετο εἰς τα σωματα προσθεσις , κἀν ? ? ? διεφθειρετο ῥαιδιως ? ? ? τα σωματα . * ὁθεν
ἠ γαρ ἐξημβλουτο τα ἐμβρυα , ἠ κατα τους τοκους διεφθειρετο ἐστιν ἁ και τας φερουσας συνδιαλυμηνα - μενα .
9999806 νεανικως
ἀνθρωπον . Τι οὐν προς τα ἀληθη και τα ὁμολογουμενα νεανικως ἀντιμαχεσθε , οἱ τα ἀφανη και τα ἀτοπα μαλα
κατα του ὑγιεινου : προσπιπτουσαι γαρ αἱ ἀγκυλαι τῳ χρωτι νεανικως τεινουσι τα πασχοντα , αἱ δ ' ἀρχαι ἀφισταμεναι
9999803 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999803 ἀναγκαζομεθα
των ὀδυνων ἠ τας μαλακιας των πασχοντων , οὑς θεραπευειν ἀναγκαζομεθα , μηδε βραχυτατης ὀδυνης ἀνασχεσθαι δυναμενους , τα ναρκωτικα
, οὐκ ἐπιτρεποντες δε ἀλλοις ἁ μη ἐπισταμεθα πραττειν , ἀναγκαζομεθα ἁμαρτανειν αὐτοι πραττοντες . διο παντα ἀνθρωπον χρη φευγειν
9999803 ἐστησε
τηλικουτον ὁσον ἀλλοι πεντηκοντα και τουτῳ γε πολλακις τον λεγοντα ἐστησε . μεγα δε , οἰμαι , τῳ λεγοντι θερμος
οὑτω : ὁ τι μεν ἠν αὐτων δυνατωτατον παν ἀπολεξας ἐστησε ἀντιον Λακεδαιμονιων , το δε ἀσθενεστερον παρεταξε κατα τους
9999802 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999801 πικροι
ὀκνῳ εἰκοντεϲ , ἀθυμοι : βρωμωδεεϲ δε την ὀϲμην , πικροι δε την γευϲιν : την ἀναπνοην οὐκ εὐκολοι :
φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει δε φυματα προπολις , θερμοι πικροι μετ ' ὀξους καταπλασθεντες , σικυου ἀγριου ἡ ῥιζα
9999801 ἀπειλη
ν , οἱον ἀμειων τις ὠν . Ἀρειη : ἡ ἀπειλη , Ἀρεως γενικη : ἁρμοττει δε πολεμικῳ προσωπῳ το
καταχρηστικως δε και ἐπι του ἀπογεγυμνωμενου . . . . ἀπειλη : ἡ μετα ὀργης ἐπιπληξις : παρα το ἀποθεν
9999801 ἡγειτο
την Ἀττικην οὐκ ἐσεβαλον , ἐστρατευσαν δε ἐπι Πλαταιαν : ἡγειτο δε Ἀρχιδαμος ὁ Ζευξιδαμου Λακεδαιμονιων βασιλευς . και καθισας
το γαρ μαλλον κακον της ἀρχης της κατ ' αὐτην ἡγειτο . Το δε κατεπεμψεν ὁ θεος δυναμιν ἐπι την
9999801 σκια
ὀνοματος ἀκριβωσωμεν . ἑρμηνευεται οὐν Βεσελεηλ ἐν σκιᾳ θεου : σκια θεου δε ὁ λογος αὐτου ἐστιν , ᾡ καθαπερ
πραγματος λογος . χρη οὐν ἐκεινο ἀποσκευασασθαι , και ἡ σκια συναπεληλαται τῳ στερεμνιῳ . ἀλλ ' , ὁπερ ἐγω
9999800 ἠναγκασθην
εἰ τι παθοιμι ὡν Σιμων βουλεται , ἀλλα και ὁτι ἠναγκασθην ἐκ τοιουτων πραγματων εἰς τοιουτους ἀγωνας καταστηναι . Θαυμαστον
προβεβηκαμεν ἐχθρας ὡστε βουλομενος ταις ναυσιν εἰς τον Ἑλλησποντον παραβαλειν ἠναγκασθην αὐτας παραπεμψαι δια Χερρονησου τηι στρατιαι , των μεν
9999800 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999800 κολωνια
πολεις μεσογειοι Οὐινδομαγος καʹ ∠ ʹʹ μδʹ ∠ ʹʹ Νεμαυσον κολωνια κβʹ μδʹ ∠ ʹʹ Εἰτ ' ἀπ ' ἀνατολων
μετα την ἐπιστροφην του μυχου του κολπου του Ἀδριου Τεργεστρον κολωνια λδʹ ∠ ʹʹ μδʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Φορμιωνος ποταμου
9999799 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999799 κοτυλῃσι
εἰτα ἐλαιον ἐπιχεαι χλιαρον και μιξαι , κλυσαι δε δυο κοτυλῃσι το πλειστον : παντα δε τα κλυσματα μη πλεονι
: και μετα τον κλυσμον ὀνειῳ γαλακτι ἑφθῳ ὑποκαθηραι ὀκτω κοτυλῃσι , μελι δε παραχεων διδοναι πινειν : διδοναι δε
9999799 ὁμογενη
τῳ λογισμῳ : την δε ἑτεραν αὐ την ἀνθρωπινην ἐμπαλιν ὁμογενη και ξυννομον και μιαν , ἀσθενη μεν τῳ σωματι
μεν ἐκ των ὀφθαλμων φωτος ἐπι ποσον ἀπορρεοντος εἰς τον ὁμογενη ἀερα , του δε ἀπο των σωματων ἀντιφερομενου ,
9999799 ἐμηχανησατο
οὐ προσηνεγκεν ἑτεραν πειραν ἰσχυροτεραν . βασιλευς δε ὁ μεγας ἐμηχανησατο και ἐξευρεν ὁτῳ ἀν μονῳ ἐγω ὑπεικαθοιμι και ὑποσχοιμι
? διεταξατο , της των ? τῃδε ἑνεκα ? εὐκοσμιας ἐμηχανησατο θειαν τινα μεθοδον , την πολιτικην φημι γνωσιν ,
9999799 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999799 αἰσθησεσι
μεν παντελως ἀμοιρα , μονοις δε μετεστι θεοις : ὡς αἰσθησεσι γε και ὁρμαις πολλων ἠδη ζῳων της ἀκριβειας και
ἐφη : της ἀνθρωπινης συγγενη φυσεως φυσιν ἀλλαις ἰδεαις και αἰσθησεσι κεραννυντες ὡσθ ' ἑτερον ζῳον εἰναι φυτευουσι τα ἡμερα
9999798 ἀμερες
πρωτων σωματων , ἀπαθη μεν ἐφυλαξεν αὐτα , το δε ἀμερες αὐτων παρειλετο , ὡς δια τουτο ὑπο του Ἀριστοτελους
ἐχει το ἀμερες και το ἀνυποστατον : το γαρ νυν ἀμερες λεγομενον ἁμα λεγομενον και νοουμενον παρεληλυθε και οὐκ ἐστι
9999798 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999798 στυπτηριην
την ἑδρην , σμυρναν τριψας λειην και κηκιδα , και στυπτηριην αἰγυπτιην κατακαυσας , ἑν και ἡμισυ προς τἀλλα ,
τα αὐτα . Ὀξος ὡς ὀξυτατον λευκον , μελι , στυπτηριην αἰγυπτιην , νιτρον ὡς ἀριστον ἡσυχως φρυξας , χολης
9999798 Μελανιππου
Τυδευς μεν οὐν ἐπι Θηβας μετ ' Ἀδραστου στρατευσαμενος ὑπο Μελανιππου τρωθεις ἀπεθανεν : οἱ δε Ἀγριου παιδες , Θερσιτης
ὁς ἀνα δρυμα τε , νεαρε κορε νεβροχιτων Τον στυγνον Μελανιππου φονον αἱ πατροφονων ἐριθοι Χαιρε ἀναξ Ἑκατε , ζαθεας
9999798 εὐσεβεια
και οὐχ οὑτω σοφον βουλευμα τας πολλας χειρας νικᾳ ὡς εὐσεβεια και φιλανθρωπια οὐ μονον νικᾳ τας πολλας χειρας ,
γαρ θεοστυγης τραγικον . ὀνοματα δε του πραγματος ἐκει μεν εὐσεβεια και ὁσιοτης και θεων ἐπιμελεια και λατρεια θεων και
9999798 πελειαδα
στηρισθηναι αὐτας , ἀν διελθῃ αὐτων ἡ ναυς . προεηκε πελειαδα : ὁτι δια πελειαδος ἐπειρασαν οἱ Ἀργοναυται τας Συμπληγαδας
δυσευνητους δια τον φοβον του δρακοντος . παντροφον δε την πελειαδα φησιν , ὁτι παντα τα ὀρνεα ἁπαξ του ἐτους
9999798 ἐγνωρισεν
ὁρᾳ τα λειψανα του παιδιου και πενθει την τροφην και ἐγνωρισεν ὠν του δειπνου πατηρ : γνωρισας μαινεται και σπαται
ἡμιν πολλακις και ἀλλα το της ψυχης σου φιλοπονον ἀριδηλως ἐγνωρισεν , ἀνδρων ἀριστε και φιλομαθεστατε , οὐχ ἡττον δε
9999798 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999798 ἐνικμα
εὑρισκομενων και μελιτος και γλυκεος και ῥοδινου , φυλαττειν ἐθελοντας ἐνικμα τε και ὑγρα : και μεντοι και ζυμην ὀλιγην
των ἀλλων ὁμοιως . ἐλαας δε τα μεν των ἀκρεμονων ἐνικμα δια την λιπαροτητα και πυκνοτητα και ἀμφοτερως ἀξηραντα ,
9999798 πολυιστωρ
παρισταμενοι βασιλει ” . Ἀφακη , πολις Λιβυης , ὡς πολυιστωρ ἐν Λιβυκων τριτῃ . το ἐθνικον Ἀφακιτης δια το
ἐθνικον Θυμιατηριος . Θυνη , πολις Λιβυης , ὡς ὁ πολυιστωρ Ἀλεξανδρος . ὁ πολιτης Θυναιος ὡς Δωδωναιος . Θυνια
9999798 γεωμετρικα
οἱπερ ἐκαλουντο πολιτικοι , οἱ δε περι τα μαθηματα , γεωμετρικα και ἀστρονομικα , οἱπερ ἐκαλουντο μαθηματικοι . και οἱ
ἀποβαλλοντας ἐρχεσθαι δει προς τον λογον , ὡς προς τα γεωμετρικα προσαγομεν , ὡς προς τα μουσικα : εἰ δε
9999797 ἐνετειλατο
και Ἰσαακ και Ἰακωβ . Και εἰπων αὐτοις ταυτα , ἐνετειλατο αὐτοις λεγων : Θαψατε με εἰς Χεβρων . Και
ὑπερ ἡμας πορευομενος . μελλον ἐντειλεν : το μελλον ἐσεσθαι ἐνετειλατο , φησιν , ὁ Ἡλιος , ἱνα πρωτοι θυσωσι
9999797 ἀπεστερησε
Νειλῳ και τοις μετα τουτους μεγαλοις . ταυθ ' ἡμας ἀπεστερησε μεν των παρα σου περι του λογου γραμματων ,
προοπτησαντα χλιαινειν παλιν , ἠ μη προοπτησαντα συντελειν ταχυ , ἀπεστερησε της τεχνης την ἡδονην . εἰς τους σοφιστας τον
9999797 ταχειᾳ
της σκληριας ἀλλα εἰς ἀποστασιν τρεπομενης , συνεργειν χρη τῃ ταχειᾳ μεταβολῃ , εἰ μηδε διαφορηθηναι δυναται : πλειστακις δε
ἡ τρεφουσα παντα , συνελθουσα τῳ Ὠκεανῳ , ἠγουν τῃ ταχειᾳ φορᾳ των ὑδατων , τους ποταμους ἀπεγεννησε . .
9999797 μονογενη
χελιδων , χελιδονος , χελιδονιον . Τα δια του ενιον μονογενη οὐδετερα δια του ι γραφει την παραληγουσαν , και
[ τα ] εἰς ? ην ληγοντα [ ] , μονογενη ? ? [ ὀντα , ἐν τῃ γενικῃ ]
9999796 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999796 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999796 οὐδαμωϲ
δι ' ὀπου του Κυρηναϊκου λαμβανομενον . Ὁ δε ἀμφημερινοϲ οὐδαμωϲ μετα ῥιγουϲ εἰϲβαλλει κατα την πρωτην ἡμεραν , ἀλλα
μεν [ χροαν ἰδειν ὁμοιον ἐϲτι , θαλπει δ ' οὐδαμωϲ [ : } ἀξιον γαρ ἐϲτι . δια τοὐπον
9999796 βουλευτηρια
, βασιλευ : τουτο γαρ , τουτο ἐστιν ὁ τα βουλευτηρια κεκενωκε μαλιστα . ἰσως μεν γαρ τι και ἀλλο
ἁρμονιαν ἀπταιστον : ἀλλα πολιτικης και της περι δημους και βουλευτηρια παρασκευης ἡκεις ἐνδεης ὠν ; συ μεν και πεφωρακας
9999796 Καμαριναν
. Ὑψηλαν ἀρεταν : ὁ νους : λεγει προς την Καμαριναν την Ὠκεανου , ᾑ ὁμωνυμος ἡ πολις και ἡ
δια Λυδιου μελῳδιας ὡστε σε ταυτην την πολιν , την Καμαριναν , ταις εὐανδριαις και ταις εὐφημιαις αὐξειν και ἀγαλλειν
9999795 διουρητικα
ἀποτελειται το παν σωμα ἐν ταις φλεβοτομιαις , και τα διουρητικα δε διδομενα ἐπι των χρονιζοντων πολλαπλασιαζει το παθος .
και χλωρον . Τουτον θερμῳ λουειν , και διδοναι πινειν διουρητικα : ἐπην δε σοι δοκεῃ καθαρωτερος εἰναι και ἡ
9999795 ἐνειμε
ἐκτερισεν . Ἐξ οὑ γ ' Εὐρωπην Ἀσιας διχα ποντος ἐνειμε και πολεμον λαων θουρος Ἀρης ἐφεπει , οὐδαμα πω
. ὁθεν γε κοσμου κοσμον ἀντηλλαξατο . ὁ γαρ βροτοις ἐνειμε παρα θεων ἐχει . διο δη κρισει και τοὐνομ
9999795 διεπεμπετο
ηὐτρεπιζε πεμπειν προς ἀντιπαραταξιν . Στρατευματος δ ' ἀπορων οἰκειου διεπεμπετο προς τους των Τουρκων ἐξαρχοντας ἐν Νικαιᾳ της Βιθυνιας
ἐπι τα προσω πορειας . Ἀλλ ' ἐν Ἀγκυρᾳ γενομενος διεπεμπετο πανταχοθεν μαθειν τι πλεον και ὡς βουλοιντο οἱ τον
9999795 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999795 ὀξυβαφου
τι ἀν εἰη ἠ ἐκπεταλον ποτηριον . μνημονευει δε του ὀξυβαφου ὡς ποτηριου και Εὐβουλος ἐν Μυλωθριδι : και πιειν
ὁν λεγει Δημοσθενης , ἀλλα λοιδορος . τρυβλια : Εἰδος ὀξυβαφου το τρυβλιον . κεραμευειν : Ἀπο κοινου το κεραμευειν
9999795 Τηλεμαχου
ἀλλο ἠ το ἐπει ἑο κηδετο λιην ; ἠ του Τηλεμαχου , και παλιν προσεχωρει το ἐπει ἑο κηδετο λιην
[ ] ὡμειληκοτα τῃ μητρι κατα [ την τελευτην περι Τηλεμαχου και ] Πηνελοπης ἐρωτησαι , ἐπειδηπερ ὡς ἐνι μαλιστα
9999795 πονοϲ
τερπεται : ὀνομαζουϲι δε θερμην τηνδε . ἠν δε ὁ πονοϲ ἐν τοιϲι νευροιϲι εἰϲω μιμνῃ , ξυμπεπτωκῃ δε το
μετριαι δε κατα ξηροτητα , ταιϲ δε ὑγροτηϲιν οὐδειϲ ἑπεται πονοϲ . ὡϲαυτωϲ δε κἀν ἐπι χυμοιϲ πλεοναϲαϲιν ἠτοι κατα
9999794 Καρχηδονιων
Καρχηδονα . , . . ) Ὑπηρχον γαρ οἱ μετα Καρχηδονιων στρατευσαμενοι Ἰβηρες , Κελτοι , Βαλεαρεις , Λιβυες ,
τῃ ἀποικιᾳ την πολιν διεγραφον , ἐνθα ποτε ἠν ἡ Καρχηδονιων , οὐδεν φροντισαντες , ὁτι Σκιπιων αὐτην , ὁτε
9999794 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999794 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999794 συμβουλευτικῳ
μαρτυς Δημοσθενης , ἐν οἱς μεν ἐγυμνασατο , πανυ εὐδοκιμωντῳ συμβουλευτικῳ φημι και δικανικῳ , ἐν δε τῳ πανηγυρικῳ του
ὁ Δημοσθενης ἡμιν κατα τον πολιτικον λογον ἐν τε τῳ συμβουλευτικῳ και δικανικῳ και ὁ Πλατων ἐν τῳ πεζῳ πανηγυρικῳ
9999794 ἀπηνες
αὐτῳ , οἱα και Παρθενοπαιῳ καλουμενῳ , ἀλλα ὠμον και ἀπηνες και χαλεπον , ἐτι δε και γοργον ὀμμα ἐχων
, ἐριῳ δε μαλακῳ λεπτῳ σκεπειν : ἐπει γαρ ἐστιν ἀπηνες το ξυλον , το ἐριον περιτιθεμενον αὐτῳ ὡς μαλαγμα
9999794 ἐνεπιπτεν
δειν των ἐσχατων . σπανιως δε που πραγμα οὑτως ἐνδοιαζομενον ἐνεπιπτεν , ὡστε μεχρι της ἐσχατης ψηφου της των ἀπορωτατων
πολλους των Ἑλληνων μετεωρους εἰναι προς καινοτομιαν εἰς πολλην ἀγωνιαν ἐνεπιπτεν . Ἀθηναιοι μεν γαρ Δημοσθενους δημαγωγουντος κατα των Μακεδονων
9999794 ψηφισματι
μεν την Βοιωτιαν ἁπασαν ἐποιησε Θηβαιοις , γραψας ἐν τῳ ψηφισματι , ἐαν τις ἀφιστηται πολις ἀπο Θηβαιων , βοηθειν
ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , βοηθησοντ ' Ἀριοβαρζανῃ , προσγραψαντες τῳ ψηφισματι μη λυοντα τας σπονδας τας προς τον βασιλεα .
9999794 ἐψηφισαντο
γνωμην ἐσχον παραδουναι Ῥωμαιοις την ἡγεμονιαν ἐφ ' οἱς προτερον ἐψηφισαντο . και παρησαν ἀπο πασης πολεως οἱ προχειρισθεντες συν
ἐξεδωκε τοις δικασταις , οἱ παθοντες ἀφεσιν αὐτῳ του ἐγκληματος ἐψηφισαντο . ἀφεθεις Ἀπολλοδωρος οὐκ ἐς μακραν την τυραννιδα κατεσχε
9999794 ἐγραψαμην
ἀχρι τελους : δυναμις γαρ οὐκ ἐμπιπτει . ὁτι τοιγαρουν ἐγραψαμην καθυφεσεως αὐτον και εἱλον , και δηλον ὁτι κἀκεινος
Δια , οὐκουν οὑτω γε ἀπο στοματος : ἀλλ ' ἐγραψαμην μεν τοτ ' εὐθυς οἰκαδ ' ἐλθων ὑπομνηματα ,
9999793 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο
9999793 γενῃ
. ξενους ξενιζε και προτιμα , μηποτε και συ ξενος γενῃ . ὁ λογος ἰατρος ἐστι των κατα ψυχην πονων
ἀγχινους τε και λιαν σοφος και ἐξεταστης ὡν ἐφη λογων γενῃ των κειμενων παντων μεν ἐν βιβλοις σοφων , ἐσῃ
9999793 κροταφοι
ὑπνος το παθος , ἀλλ ' ἐγρηγορσεως ἀδυναμια . και κροταφοι συμπεπτωκοτες εἰσιν : και τι γαρ ἀλλο ἠ ὀστα
και τα κατα το προσωπον . ὀφθαλμοι γαρ κοιλοι , κροταφοι συμπεπτωκοτες , ῥις ὀξεια , καρφαλεον μετωπον , ἠν
9999793 ἀποδοιη
αἰτιαις μεταβαλλεται , και τας διαγνωσεις ἀσφαλεστατα τῳ λογῳ ἀν ἀποδοιη , ἀλλ ' ὁ μεν περι διαγνωσεως λογος ἠδη
χαυνον ἐκπεμποι τον ἠχον , οὐτε ἀν ὁλοκληρους και σαφεις ἀποδοιη τας λεξεις , εἰ δια βραχυτητα του πνευματος ὑποκλεπτοι
9999793 ἐρωτημα
δηλονοτι φ ἐκσπονδοι ἠδη : γενομενοι . το αὐτο : ἐρωτημα δηλονοτι . ἐξαιρετον : ἐκβεβλημενον του φονου . τα
ἀλλ ' οὐ τουτον : οὐ γαρ ἐξελληνιζει οὑτω το ἐρωτημα λεχθεν ἐστι τουτον . ἐτι ποτερον ἐπιστασαι τουτο ;
9999793 ἀποθανῃ
δηλονοτι ὁ καμνων , ταις ἰδιαις χερσιν , ἑως οὑ ἀποθανῃ εἰς τας χειρας αὐτου μαλασσομενος , θεραπευθησεται παντως ἀπο
. , : Πανηβοι Λιβυες , ὁταν αὐτοις ὁ βασιλευς ἀποθανῃ , το μεν σωμα κατορυττουσι , την δε κεφαλην
9999792 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999792 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999792 κατελιπε
, των δε Ἀντιπατριστων λεγομενων , των δε Παναιτιαστων . κατελιπε δε και Θεοφραστος εἰς την τοιαυτην συνοδον χρηματα ,
Ἀριαραθης βασιλευει καθ ' ἑαυτον , και μεταλλασσων τον βιον κατελιπε την βασιλειαν Ἀριαραθῃ τῳ υἱῳ , νηπιῳ παντελως ὀντι
9999792 ἀποδεδωκε
' ἡς αὐτους ἐτρεψατο ἀν . ὁ μεντοι Ἀπολλωνιος αἰτιαν ἀποδεδωκε , δι ' ἡς ὁ Ἡφαιστος κατεσκευασε τῳ Αἰητῃ
. , = . , : γελοιως ὁ Ἀπιων ἱπποκορυστας ἀποδεδωκε τους κορυθας ἐχοντας ἱππειαις θριξι κεκοσμημενας . εἰ γαρ
9999792 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999792 φοβερωτερα
μικρον ἀναγκαζονται καταφρονειν : οὑτως ἐνιοτε τα πρωτα και ἀρχομενα φοβερωτερα των χρονιζομενων εἰναι δοκει . διο πολλακις ἠδη τινες
ὑπηρετουντας του Παυσανιου και μαλλον το μηδενα ἀπονοστησαι των πεμπομενων φοβερωτερα μηνυσις ἐγενετο τοις μηπω ἀπεσταλμενοις . και ἐπει το
9999792 χρειᾳ
, ὡν μεν οἱ ἀλλοι δεονται , οὐδενος ὠν ἐν χρειᾳ τυγχανει , ἁ δ ' ἀν αὐτος ἐπαγγειλαιθ '
ὁ τριγωνος και ὁ ἐλυμος και το ἐννεαχορδον ἀμαυροτερα τῃ χρειᾳ καθεστηκε . : Παρθενιος δ ' ὁ του Διονυσιου
9999792 τελευτᾳ
. ὠνομασθη δε ἀπο Βαργυλου , ὁς πληγεις ὑπο Πηγασου τελευτᾳ , Βελλεροφοντης δ ' ἀνιαθεις ἐπι τῳ ἑταιρῳ πολιν
μετα μικρον και αὐτη κατεργασθεισα τῃ λυπῃ και μικρον νοσησασα τελευτᾳ τον βιον και θαπτεται αὐτου . Λαζαρος δε ὁ
9999792 ἀκουσῃ
ἡμιν γενηται τε και τρεφηται . κἀν μεταπεμπῃ τουτον , ἀκουσῃ τον πρεσβυτερον ἀπαιτουντων . Ἐγω του Ποσειδωνος ἐδεηθην ,
προειπειν ἁπασι μη τοιαυτα τολμαν ; πως οὐν στεφανωθησομαι βοωντος ἀκουσῃ δικαιως ἑκαστου . ἀκουε δη , φασι , προς
9999792 γραες
ὁθεν ἀκριβως οἰκοι καθειργουσιν αὑτας οὐδενι των ἀρρενων βλεπομενας : γραες δε και θεραπαινιδων ὁ συμμορφος ὀχλος ἐν κυκλῳ περιεστασι
τουτων γευεται . ΚΟΤΥΛΗ . Ἀριστοφανης Κωκαλῳ : ἀλλαι ὑποπρεσβυτεραι γραες Θασιου μελανος μεστον κεραμευομεναις κοτυλαις μεγαλαις ἐγχεον ἐς σφετερον
9999792 πελια
τους βουβωνας και τα σκελεα και τας ἰγνυας : και πελια γινεται , και ὀλιγον ποτε χρονον ῥᾳων δοκεει εἰναι
ἀχροιαι ὁλου του ϲωματοϲ , ὑπνοι βαρειϲ , τα οὐρα πελια και μολιϲ ἐκπορευομενα , οἰδηματα περι τα αἰδοια γινονται
9999792 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999792 ἀφειλατο
Τελεστην παιδα την ἡλικιαν , οὑ την κατα γενος βασιλειαν ἀφειλατο θειος ὠν και ἐπιτροπος Ἀγημων , ὁς ἠρξεν ἐτη
ἀληθους , ἀνηψε τῃ Διομηδους ψυχῃ φως και την ἀχλυν ἀφειλατο , ἠγουν την ἀγνωσιαν , ἡς παρουσης οὐχ ὁρᾳ
9999792 τριπλασιονι
ηʹ ιϚʹ λβʹ ξδʹ . ἀπο μοναδος ζʹ ἀριθμοι ἐν τριπλασιονι λογῳ προσαυξηθεντες ποιουσι τετραγωνον και κυβον τον ψκθʹ ,
τα τριγωνα εὑρεθησονται ἐν τετραπλασιονι , εἰ δε ἐκειναι ἐν τριπλασιονι , ταυτα ἐν ἑξαπλασιονι και καθεξης ὁμοιως . Ἀντιστρεφει
9999792 μαντειῳ
. εἰ δ ' εἰη μεν Ὀλυμπιονικας , βωμῳ τε μαντειῳ ταμιας Διος ἐν Πισᾳ , συνοικιστηρ τε ταν κλειναν
, ὑστερον δε και οἱ πορρωθεν ἀφικνουντο και ἐχρωντο τῳ μαντειῳ και ἐπεμπον δωρα και θησαυρους κατεσκευαζον , καθαπερ Κροισος
9999792 δηλητηρια
διακεινται προϲ τινα ζῳα , ϲηπτικουϲ τε πανταϲ εἰναι και δηλητηρια ἐκεινων των ζῳων , ὡϲ κανθαριϲ και βουπρηϲτιϲ ἀνθρωπου
διαφθειρεται , κἀπειτα συνδιασηπει τε και συνδιαφθειρει το σωμα : δηλητηρια δ ' ἐστιν ἐτι και ταυτα . τριτον δ
9999791 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999791 τριτηι
: Ἀρκαδικον δε δειπνον διαγραφων ὁ Μιλησιος Ἑκαταιος ἐν τηι τριτηι των Γενεαλογιων μαζας φησιν εἰναι και ὑεα κρεα .
ἡρωος ἐπιχωριου ἐκληθη . της μεν Παραλου και Σαλαμινιας ἐν τριτηι μνημονευει Θουκυδιδης και Ἀριστοφανης ἐν Ὀρνισιν . Ἀριστοτελης δε
9999791 συνεδριῳ
και εὐγνωμονα . ἐπειδη δε τοις πλειοσι των ἐν τῳ συνεδριῳ τα κρατιστα ἐδοκει λεγειν , προελθων εἰς την ἐκκλησιαν
βασιλευς ἀποθανοι , την μεν ἐξουσιαν ὁ δημος ἐδιδου τῳ συνεδριῳ της βουλης , οἱαν προελοιτο καταστησασθαι πολιτειαν : ἡ
9999791 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999791 ἐμαρτυρησεν
αὐτου . οὐδ ' ἀν εἱς ἐτι δηπου τουτ ' ἐμαρτυρησεν , εἰ μη τις και παρην διατιθεμενῳ τῳ πατρι
ὀν το μαντευεσθαι , ὁπερ και των ποιητων ἠδη τις ἐμαρτυρησεν , ἀλλα κἀν ἀποκρινηται το ἐρωτηθεν , εἰκαζει τα
9999791 ἠγωνισατο
ὁ μεν Κρατερος πρωτος μετα των ἐπιλεκτων ἐπιρραξας τοις πολεμιοις ἠγωνισατο μεν περιβλεπτως , σφαλεντος δε του ἱππου ἐπεσεν ἐπι
Ἐργοτελης Κρης μεν ἠν τῳ γενει πολεως Κνωσσου , ὁς ἠγωνισατο ἑβδομηκοστην ἑβδομην Ὀλυμπιαδα και την ἑξης Πυθιαδα εἰκοστην ἐννατην
9999791 μακαριοτητα
το βεβαιον ἐχουσιν , οὐκ ἀποβαλειται ὁ εὐδαιμων την προσουσαν μακαριοτητα δια τυχης μετακλισιν . ἀει γαρ ἠ μαλιστα παντων
. Ὡν ἡ σοφια παρασκευαζεται εἰς την του ὁλου βιου μακαριοτητα πολυ μεγιστον ἐστιν ἡ της φιλιας κτησις . Ἡ
9999790 ἐμπορια
ταυτην Λευκη νησος . Εἰτα Ναουρα και Τυνδις τα πρωτα ἐμπορια της Λιμυρικης , και μετα ταυτας Μουζιρις και Νελκυνδα
δοκεει , Σαρδιων οὐ πολλῳ ἐλασσονος , ἀπο ταυτης τα ἐμπορια τα ἐπι θαλασσης μεχρις Ἰηνυσου πολιος ἐστι του Ἀραβιου
9999790 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999790 γρα
κοπις , σαφως ἐκτιθεται Μολπις ἐν τῃ Λακεδαιμονιων πολιτειᾳ , γρα - φων οὑτως : Ποιουσι δε και τας καλουμενας
. . , . ποιησειας και γραψειας και ποιησειαν και γρα - ψειαν : Ἀττικοι μαλλον , οἱ Ἰωνες δε
9999789 κινουμεθα
των ζῳων ἐξαλλαγην : εἰ γαρ και ἡμεις ἀλλως μεν κινουμεθα ἐμψυγεντες και του φλεγματος πλεονασαντος ἐν ἡμιν , ἀλλως
μαχη , προς ὁ μαλλον πεφυκαμεν και εἰς ὁ πλεον κινουμεθα , ὡστε εἰς ὁ πλεον αὐτοι κινουμεθα , ἐκεινο

Back