ἀλλο ἠ το ἐπει ἑο κηδετο λιην ; ἠ του Τηλεμαχου , και παλιν προσεχωρει το ἐπει ἑο κηδετο λιην
[ ] ὡμειληκοτα τῃ μητρι κατα [ την τελευτην περι Τηλεμαχου και ] Πηνελοπης ἐρωτησαι , ἐπειδηπερ ὡς ἐνι μαλιστα
9999962 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999959 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999956 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999956 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999955 νεανικως
ἀνθρωπον . Τι οὐν προς τα ἀληθη και τα ὁμολογουμενα νεανικως ἀντιμαχεσθε , οἱ τα ἀφανη και τα ἀτοπα μαλα
κατα του ὑγιεινου : προσπιπτουσαι γαρ αἱ ἀγκυλαι τῳ χρωτι νεανικως τεινουσι τα πασχοντα , αἱ δ ' ἀρχαι ἀφισταμεναι
9999955 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999953 φανεισα
ἐκ της Ταναγρας , ἐκελευσε κατ ' ὀναρ ἡ Δημητηρ φανεισα αὐτοις ἀκολουθησαι τῳ γινομενῳ ἠχῳ , και ὁπου ἀν
, οὐδ ' ἠν γενηται . Ῥαφη δε ἐν ἑλκει φανεισα , ὀστεου ψιλωθεντος , πανταχου της κεφαλης του ἑλκεος
9999953 Τηλεκλειδης
ἱστοριαν συνθεις , εἰτ ' Ἐπιμενιδης ἐστιν ὁ Κρης ἠ Τηλεκλειδης εἰτ ' ἀλλος τις . . . , :
και Διι Κακουμενῳ : τω προσεμφερη την σοφιαν . οὑτω Τηλεκλειδης Ἡσιοδοις και οἱ λοιποι . ἀμφοτερα : κατ '
9999953 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999953 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999953 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999953 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999952 γινομεθα
ἐκινηθημεν ἐξειπειν μετα πονου , ἐξ ἀγαπης των ἀποκαλυφθεντων ἡμιν γινομεθα ὑμιν κοινωνοι . Οἱς ἐντυχοντες και ἀκουσαντες μετα σπουδης
δε κιθαρισται . οὑτω δη και τα δικαια πραττοντες δικαιοι γινομεθα και τα σωφρονα σωφρονες και τα ἀνδρεια ἀνδρειοι .
9999952 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999952 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999952 συλλογιστικη
καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη προτασις ἁπλως πασα ἡ κοινη καταφασις ἠ ἀποφασις τινος
λαμβανοιτο τα ἐναντια ἀλληλοις ἠ τα ἀντικειμενα : οὐδε γαρ συλλογιστικη ἡ των τοιουτων ἐκλογη , ὡς αὐτικα δη μαλα
9999952 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999952 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999950 γραμμασι
γραψαι με δει : τουτοις ἀξιον κοσμησαι την ποικιλην τοις γραμμασι , οὐχι δε τοις ὑπο σου τουτοις πιναξι τιμασθαι
πατερα ἐντεταλθαι ῥημασι , μηδεν δε ἐπεσταλκεναι τοις βασιλειοις ἀρκουμενον γραμμασι , πιστευσας ὁ νεανιας , ἀσχαλλων μεν και δυσφορων
9999950 ἐκομιζοντο
. οἱ μεν οὐν Πελοποννησιοι της νυκτος εὐθυς κατα ταχος ἐκομιζοντο ἐπ ' οἰκου παρα την γην : και ὑπερενεγκοντες
βοιᾳ τοις συν Ἀγαμεμνονι Ἑλλησιν ἐπιγενομενου χειμωνος ἐνταυθα , ὡς ἐκομιζοντο ἐξ Ἰλιου : Ψυτταλειαν τε την ἐπι Σαλαμινι ἰσμεν
9999950 καταϲταϲιϲ
διαϲωζειν αὐτουϲ . ἐπι μεν των τοιουτων διαθεϲεων ἡ νεκρωδηϲ καταϲταϲιϲ ἐν τῳ προϲωπῳ ἐν ταχει γιγνεται , ῥιϲ ὀξεια
και εἰ μεν εἰη θεροϲ ἠ χωριον φυϲει θερμον ἠ καταϲταϲιϲ θερμη , μεθ ' ὑδατοϲ ψυχρου , εἰ δε
9999950 γραμματικη
οὐκουν ἐπει οὐδεν ἐστιν εἰδησις παρα τον εἰδοτα , οὐδε γραμματικη τι παρα τον εἰδοτα γραμματικον , ὡς οὐδε περιπατησις
, συμβαινειν ἀπο ἐμπειριας την γνωσιν , ὡς και ἡ γραμματικη γνωσις ἐστι τινων , ὡν αὐτος παρατιθησιν . Ἀλλοι
9999950 γραμμαρια
. Φυλλου γραμμαρια ἑξ , ναρδοσταχυος γραμμαρια δωδεκα , ἀλοης γραμμαρια ἐννεα , μελιτος ξεστην ἑνα , οἰνου ξεστας ἑξ
. Ἀγαρικου , ῥοδων ξηρων ἀνα γραμμαρια δυο , ἀλοης γραμμαρια ἑπτα , μαστιχης γραμμαρια δωδεκα , μελιτος ξεστην ἑνα
9999949 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999949 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999949 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999949 οὐρητικα
λεπτυντικη και εὐκοιλιοϲ μηδε γλιϲχρον ἠ βρομωδεϲ ἐχουϲα . και οὐρητικα μαλιϲτα προϲπλεκεϲθω ταιϲ τροφαιϲ . χρηϲτεον δε και τοιϲ
εἰεν οἱ λιθοι , πεφυλαχθαι το πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι
9999949 ἰδιωτικως
λεγομενους κολλικας . φασι δε κολλαβους και τα της μουσικης ἰδιωτικως λεγομενα καβαλια . Θ . ἐπαινω : Οὐ βουλομαι
διακεκοσμηκως . ὁ γαρ ἰδων ταυτα μη φαυλως μηδ ' ἰδιωτικως , οὐδεις οὑτως ἀθεος ἀνθρωπων ποτε πεφυκεν , ὁς
9999949 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999949 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999948 μονογενη
χελιδων , χελιδονος , χελιδονιον . Τα δια του ενιον μονογενη οὐδετερα δια του ι γραφει την παραληγουσαν , και
[ τα ] εἰς ? ην ληγοντα [ ] , μονογενη ? ? [ ὀντα , ἐν τῃ γενικῃ ]
9999948 ἀνεχωρησε
κατα σπουδην δε της ἐλασεως οὐσης , το μεν θηριον ἀνεχωρησε , παρεδραμε δε και ὁ τρωσας και οἱ λοιποι
πολλακις τουτο ποιησας ὠφεληθη μηδεν , μετ ' ὀργης εἰπων ἀνεχωρησε : „ ἀλλ ' ἐγωγε μωροτερος ἀν ὑμων εἰην
9999948 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999947 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999947 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999947 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999947 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999947 φιλημα
του φιληματος ὡσπερ σωματος και ἐφυλαττον ἀκριβως ὡς θησαυρον το φιλημα τηρων ἡδονης , ὁ πρωτον ἐστι γλυκυ . και
το γηρας προς το μη διωκειν ἐμε μετα το ἑν φιλημα . Δυσθηρατος δ ' εἰμι και ἱερακι και ἀετῳ
9999947 κρινοιτο
γινεται δε και δια κακιαν : ὡς ἀν εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας : προειληπται γαρ ἡ κρισις : ὁτι καταψηφιουνται
: γινεται δε και δια κακιαν , ὡς εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας , προειληπται γαρ κρισις , ὁτι καταψηφιουνται αὐτου
9999947 ἀποδοιη
αἰτιαις μεταβαλλεται , και τας διαγνωσεις ἀσφαλεστατα τῳ λογῳ ἀν ἀποδοιη , ἀλλ ' ὁ μεν περι διαγνωσεως λογος ἠδη
χαυνον ἐκπεμποι τον ἠχον , οὐτε ἀν ὁλοκληρους και σαφεις ἀποδοιη τας λεξεις , εἰ δια βραχυτητα του πνευματος ὑποκλεπτοι
9999947 ἀπεστερησε
Νειλῳ και τοις μετα τουτους μεγαλοις . ταυθ ' ἡμας ἀπεστερησε μεν των παρα σου περι του λογου γραμματων ,
προοπτησαντα χλιαινειν παλιν , ἠ μη προοπτησαντα συντελειν ταχυ , ἀπεστερησε της τεχνης την ἡδονην . εἰς τους σοφιστας τον
9999947 σαφηνιζει
πνευμα διατεινει , και τῃ διατασει ποιει την ῥηξιν . σαφηνιζει δε αὐτο και ὁ ἑξης λογος . καλως γαρ
. * αἰει δ ' ἀμβολιεργος ἀνηρ : δια τουτου σαφηνιζει τι καλει ἐργον , ὁτι το ὠφελουν , ὡς
9999947 τετραπλευρῳ
. ἐστι δε και το ΒΕΗ τριγωνον ἰσον τῳ ΛΕ τετραπλευρῳ , και ἐστι το ΑΕΖ τριγωνον ἰσον τῳ ΒΗΕ
χειμερινην , παραπλησια κατα το εἰδος τραπεζιῳ , σχηματι γεωμετρικῳ τετραπλευρῳ , ἀπο Γαδειρων ἀρξαμενη , ἠτοι του Ἡρακλεωτικου πορθμου
9999947 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999947 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999947 οἰκειῳ
ὑπο δρυϊνου δηχθεισιν ἰσχυραι περιωδυνιαι ἐμπιπτουσι και φλυκταινωδεις ἐν τῳ οἰκειῳ μερει , ὁπου δε και ὑδατωδους ἰχωρος ἐκχυσις :
το κοινον ῥευμα ἀναφαινεται κατα τον ἐπιφημισμον ἑκατερος ἐν τῳ οἰκειῳ ποταμῳ . εἰρηται δε και το λεγομενον περι του
9999946 λῃστηρια
ἀλλ ' ἐκεινοι μεν ὁρμητηριοις ἐχρησαντο τοις τοποις προς τα λῃστηρια , αὐτοι πειρατευοντες ἠ τοις πειραταις λαφυροπωλια και ναυσταθμα
προτερον Κλεοπατρα . εὐφυους γαρ ὀντος του τοπου προς τα λῃστηρια και κατα γην και κατα θαλατταν , ἐδοκει προς
9999946 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999946 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999946 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999946 κινουμεθα
των ζῳων ἐξαλλαγην : εἰ γαρ και ἡμεις ἀλλως μεν κινουμεθα ἐμψυγεντες και του φλεγματος πλεονασαντος ἐν ἡμιν , ἀλλως
μαχη , προς ὁ μαλλον πεφυκαμεν και εἰς ὁ πλεον κινουμεθα , ὡστε εἰς ὁ πλεον αὐτοι κινουμεθα , ἐκεινο
9999946 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999946 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999946 ἀφαιρεθεισης
μη χρωμενων , ἀπηλλοτριωται δ ' αὐτων , της χρειας ἀφαιρεθεισης δια το εἰς ἐνια ἀπρεπες . Δεδειγμενου δ '
ἀλλα τινα φυσιν ἐν μεθοριῳ , καθαπερ ἀπο ἀμπελου κληματιδος ἀφαιρεθεισης εἰς ἑτερας ἀμπελου γεννησιν . Διο φησιν : ἑνεκα
9999946 ὑπηγετο
ἀποδωσοντα ἀθροως ” . Ὁ μεν οὑτωσι τον στρατον οἰκειουμενος ὑπηγετο , των δε ὑπατων Πανσας μεν ἀνα την Ἰταλιαν
Ἀσιας βασιλεων ὑπηκουον . ἐς τε την Εὐρωπην διαπλευσας Θρᾳκην ὑπηγετο και τα ἀπειθουντα ἐβιαζετο Χερρονησον τε ὠχυρου και Λυσιμαχειαν
9999946 φανταζομεθα
. και ἐνταυθα το μεν ἐργον του φιλοσοφουντος τοιουτον τι φανταζομεθα , ὁτι δει την αὑτου βουλησιν συναρμοσαι τοις γινομενοις
ἐγρηγορεναι διαφοροι γινονται φαντασιαι , ἐπει ὡς καθ ' ὑπνους φανταζομεθα , οὐ φανταζομεθα ἐγρηγοροτες , οὐδε ὡς φανταζομεθα ἐγρηγοροτες
9999946 ἡγεμονες
δ ' οἱ φθονου και βασκανιας ἑταιροι , πονηρας ἀγελης ἡγεμονες , ἐλαυνουσιν αὐτας της κατα φυσιν χρησεως . αἱ
ἀφεικεναι . πορευομενοι δε ἀφικοντο εἰς κωμας ὁθεν ἀπεδειξαν οἱ ἡγεμονες λαμβανειν τα ἐπιτηδεια . ἐνην δε σιτος πολυς και
9999946 πημα
ἐβραχεν . Οἱ δε κυδοιμου ἀργαλεου μνωοντο , μετα σφισι πημα τιθεντες . Και τοτ ' ἀρ ' Αἰνειαο μολε
νομῳ ; Ὁρα , τιθεισα τονδε τον νομον βροτοις μη πημα σαυτῃ και μεταγνοιαν τιθῃς : εἰ γαρ κτενουμεν ἀλλον
9999946 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999946 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999945 μειρακιωδες
γαρ σχηματιουμεν , φιλοτιμεισθαι δοξομεν , φιλοτιμια δε ἐν ἐπιστολῃ μειρακιωδες . κυκλον δε ἀποτορνευειν ἐν μεν ταις βραχυτεραις των
οὐν οὐκ ἐπιτηδειωςφρονιμωτατος δ ' ἀνθρωπων γενομενος διεβαλλεν αὐτο ὡς μειρακιωδες , ἱνα ὑπερεωρακως αὐτου μαλλον ἠ ἀπολειπομενος φαινοιτοτα δε
9999945 κτημα
δ ' ἐλαβον ] τε αὐτον και ἐκτησαμην ὡς ἰδιον κτημα . ἐπιστευσα δ ' αὐτον ἐμον ὑπαρχοντα τε και
ἐμῃ ψυχῃ πλουτου . και μην και το ἁβροτατον γε κτημα , την σχολην ἀει ὁρατε μοι παρουσαν , ὡστε
9999945 ἀκανθαν
μεγισται : αὑται τεινουσι δια της κοιλιας παρα την νωτιαιαν ἀκανθαν , ἡ μεν ἐπι δεξια , ἡ δ '
πυρ ἐκλαμπειν . δελφις δε ὀστα μεν ἐχει και οὐκ ἀκανθαν , τα δε σελαχη και χονδρον και ἀκανθαν .
9999945 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999945 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999944 συστατικα
και μη ἠσαν ἐναντια , ἀδυνατον τα δυο εἰναι ἡμων συστατικα : ἰδου γαρ και ἡ λογικη και ἡ ἀλογος
οὐ σαφετεραις τοις πολλοις ἐχρησαντο παραδοσεσι , τα ἀναγκαια και συστατικα και ὡν νυν χρεια παραδραμοντες . Ἡμεις δε χρειωδες
9999944 γραες
ὁθεν ἀκριβως οἰκοι καθειργουσιν αὑτας οὐδενι των ἀρρενων βλεπομενας : γραες δε και θεραπαινιδων ὁ συμμορφος ὀχλος ἐν κυκλῳ περιεστασι
τουτων γευεται . ΚΟΤΥΛΗ . Ἀριστοφανης Κωκαλῳ : ἀλλαι ὑποπρεσβυτεραι γραες Θασιου μελανος μεστον κεραμευομεναις κοτυλαις μεγαλαις ἐγχεον ἐς σφετερον
9999944 σκοροδου
τουτεστιν ἀνθρωπειᾳ κεφαλῃ ἐοικεναι . Τουτον δε φασι τριβομενον μετα σκοροδου και πινομενον ἀλεξιφαρμακον των ὑπο σκορπιου δηγματων γινεσθαι .
και ὀπωρας ξηρας παντοιας ἀπεχεσθαι οἱον πηγανου , θρυμβης , σκοροδου , πρασων , καρδαμου , ῥεφανου και σινηπεως .
9999944 καιροϲ
τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ διδωϲι ταϲ τροφαϲ : και γαρ οὑτοϲ ὁ καιροϲ πλειϲτον ἀπεχει του μελλοντοϲ παροξυϲμου . ἐτι δε και
μηδενοϲ κωλυοντοϲ των προρρηθεντων ἐπι του ϲυνοχου πυρετου , ἠδη καιροϲ τηϲ του ψυχρου δοϲεωϲ . ἐφ ' ὡν μεν
9999944 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999944 λογιστικη
λογον ἐχειν δυ ' αὐτας εἰναι . Τι δε ; λογιστικη και μετρητικη ἡ κατα τεκτονικην και κατ ' ἐμπορικην
: ὀρεκτικον δε οὐκ ἀνευ φαντασιας : αὑτη δε ἠ λογιστικη ἠ αἰσθητικη , ὡς κἀν τοις περι φαντασιας ἐλεγετο
9999944 χαλεποτητα
ὁρωντες οἱ Λακεδαιμονιοι τεταραγμενην την δυναμιν των ἐναντιων δια την χαλεποτητα της διαβασεως , καιρον ἐλαβον εὐθετον προς την ἐπιθεσιν
πασιν μεσον τεμειν , τοις τε φευγουσιν της ἀρχης την χαλεποτητα ὑμιν και τοις της ἀρχης παλιν ἐρωσιν τυχειν ,
9999944 ὁποτερᾳ
και ἐπεζευχθω ἡ ΒΕ , και δια μεν του Δ ὁποτερᾳ των ΓΕ , ΒΖ παραλληλος ἠχθω ἡ ΔΗ ,
, και ὁτι ἀφαιρετικης μεν οὐσης της πρωτης ἀνωμαλιας ἐν ὁποτερᾳ των διχοτομων ἐτι ἐλασσων ὁ τοπος αὐτης εὑρισκεται του
9999944 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999944 ἀναγκαζομεθα
των ὀδυνων ἠ τας μαλακιας των πασχοντων , οὑς θεραπευειν ἀναγκαζομεθα , μηδε βραχυτατης ὀδυνης ἀνασχεσθαι δυναμενους , τα ναρκωτικα
, οὐκ ἐπιτρεποντες δε ἀλλοις ἁ μη ἐπισταμεθα πραττειν , ἀναγκαζομεθα ἁμαρτανειν αὐτοι πραττοντες . διο παντα ἀνθρωπον χρη φευγειν
9999944 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999944 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999944 ἀρχομεθα
λογου περι των ἐν μερεσι διωρισμενων μαθηματων ἀπο της ἀριθμητικης ἀρχομεθα : αὑτη γαρ φυσει πρεσβυτεραν ἐχει την θεωριαν τῳ
τουτοις : ὁταν δε την τουτων ἐπιστημην λαβωμεν , τοτε ἀρχομεθα γραφειν τε και ἀναγινωσκειν , κατα συλλαβην μεν και
9999944 γρα
κοπις , σαφως ἐκτιθεται Μολπις ἐν τῃ Λακεδαιμονιων πολιτειᾳ , γρα - φων οὑτως : Ποιουσι δε και τας καλουμενας
. . , . ποιησειας και γραψειας και ποιησειαν και γρα - ψειαν : Ἀττικοι μαλλον , οἱ Ἰωνες δε
9999944 ἐτιμωρησατο
διανοιᾳ χρηται λεγων , ὁτι τον ἐκ πορνης ὁ νομος ἐτιμωρησατο , ὁ δε τῃ διανοιᾳ ὁ διωκων ταὐτον εἰναι
τῳ νοστῳ ὑπεμεινε και ὁπως τους ἐπιβουλευοντας τῳ οἰκῳ αὐτου ἐτιμωρησατο . ἐξ ὡν δηλος ἐστι παριστας δια μεν της
9999944 στενη
ἀποτομος παντοθεν , ἀνοδος δε ἐς αὐτην μια και αὐτη στενη τε και οὐκ εὐπορος , οἱα δη παρα την
. ἀμφιβαλων : περιξ αὐτου . λευρη : πλαγια , στενη , ὁμαλη . Γαστηρ : ὁ κολπος , το
9999944 εὑρεθεισης
ἐξ ἐκεινου καλειται του χρονου Καπιτωλινος ὁ λοφος ἐπι της εὑρεθεισης ἐν αὐτῳ κεφαλης : καπιτα γαρ οἱ Ῥωμαιοι καλουσι
και το μερος της ὡροσκοπουσης προγινωσκειν , ἐξ αὐτης της εὑρεθεισης μοιρας καταληπτος ἐσται , καθως και ἐν τῃ προτερᾳ
9999944 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999944 ἑτεροιϲ
τριτηϲ ταξεωϲ : ἁ πολυχρηϲτα ἐϲτιν ἐν ὀψοιϲ τε και ἑτεροιϲ φαρμακοιϲ . Καϲαμον . τουτο φαϲιν εἰναι τον καρπον
ἐπι καταρροιϲ ἰϲχυροιϲ ἠ ϲυναγχαιϲ ἠ ἀϲθμαϲιν ἠ πλευριτιϲιν ἠ ἑτεροιϲ γινομενη νοϲημαϲιν , ἐϲτι δε ὁτε και αὐτη καταρχεται
9999943 τεθαρρηκοτως
ἀληθινοις θηριοις , οἱς συνηθεις ὀντες οἱ των Ἰνδων ἱπποι τεθαρρηκοτως προσιππευον : τοις δ ' ἐγγισασιν ἡ τε ὀσμη
δειν εἰς τας ναυς ἀπιεναι , οἱ δε μενειν και τεθαρρηκοτως παραταξασθαι . ἐτι δ ' αὐτοις τεθορυβημενοις ἐπεφανησαν οἱ
9999943 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999943 Ἀνθεστηρια
ὀψον θοἰματιον ἀπωλεσα . θυραζε , Καρες : οὐκετ ' Ἀνθεστηρια . ἀνδρος γεροντος αἱ γναθοι βακτηρια . ἀηδονες λεσχαισιν
' Ἀθηναιοις ἀγομενη Ἀνθεστηριωνος δωδεκατῃ . Φησι δε Ἀπολλοδωρος , Ἀνθεστηρια καλεισθαι κοινως την ὁλην ἑορτην Διονυσῳ ἀγομενην , κατα
9999943 ἐπισκεψωμεθα
και των Μεθοδικων , φερε , τοις κριτηριοις τουτοις χρωμενοι ἐπισκεψωμεθα και τας αἱρεσεις , ἱνα τῃ ὑγιει προσθωμεθα .
εἰωθος οὐ πανταπασιν ἀδιερευνητον παραδραμειν δοκιμασαντες . ἑξης δε τουτοις ἐπισκεψωμεθα τον συλλογισμον , ὁν ὁ Ἀφροδισιευς ἐξηγητης ἐκτιθεται ,
9999943 ματηρ
, διοπερ και ταν ἀλλαν ἀρεταν αὑτα ἁγεμων ἐντι και ματηρ . πασαι γαρ ποτι τον λογον και νομον τον
φερε δ ' ἰνιν ἀπο δειραδος εἰναλιας λοχεια κλεινα λιπουσα ματηρ ταν ἀστακτων ὑδατων συμβακχευουσαν Διονυσωι Παρνασιον κορυφαν , ὁθι
9999943 φυλαττοιτο
ἀριθμον ἑν εἰη , οὐκετ ' ἀν ἡ κινησις μια φυλαττοιτο , οἱον εἰ Κορισκος ἁμα βαδιζοι και λευκαινοιτο :
το Ἀθηναιων ὡς ἐν Ὑμηττῳ χρυσου ψηγμα πολυ φανειη και φυλαττοιτο ὑπο των μαχιμων μυρμηκων . οἱ δ ' ἀναλαβοντες
9999943 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999943 ἰδιοτητι
το ἀληθες ] : οὐτε δε κοινον ἐστιν οὐτε ἐν ἰδιοτητι κειμενον : οὐκ ἀρα αἰσθητον ἐστι το ἀληθες .
περι τας των οὐρων κρισεις τα παχεα των οὐρων οὐκ ἰδιοτητι τινι διαθεσεων των αὐτοις ἁρμοζουσων συμβαινειν οἰονται , ἀλλα
9999943 ἀνακτορα
: Τηνερος Ἀπολλωνος υἱος βασιλευς των Θηβων Τηνερου τ ' ἀνακτορα τα του Τηνερου μαντεια και βασιλεια . ὁ δε
τα μουσεια δικαστηρια καθισταναι και πρατηριον ποιειν του δικαιου τα ἀνακτορα των Μουσων και ἀναφυρειν τους μανθανοντας τοις δικαζομενοις ,
9999943 μανεισα
φανεντος ἀλλου . Ἀρα τις τορευσε ποντον ; ἀρα τις μανεισα τεχνα ἀνεχευε κυμα δισκωι ; ἐπι νωτα της θαλαττης
ἀκουσα ἡ μητρυια πεφονευκε τον προγονον ἠ ἑκουσα και μη μανεισα : και ἡ μεν στασις ἐστι , το δε
9999943 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999942 ἀπεδεχετο
ἀντεποιουντο δ ' αὐτου και οἱ ἐν Σιδωνι Κιτιεις . ἀπεδεχετο δ ' αὐτον και Ἀντιγονος , και εἰ ποτ
τα δικαια λεγων ἠνθουν “ . ταυτα γαρ ἀγαν Ἀριστοφανης ἀπεδεχετο ὡς εὐ πεποιημενα . λεξω τοινυν την ἀρχαιαν :
9999942 Ἀνδρομαχης
Μολοσσιαν ὀνομαζειν . Διο τον Αἰακιδην ὑπ ' αὐτης ὑπεκτεθηναι Ἀνδρομαχης , προς το , εἰ δια την ἀπαιδιαν Ἑρμιονης
, φησιν ὁ Ἀρισταρχος , προκαταχρησαμενος ὁ ποιητης τῳ της Ἀνδρομαχης προσωπῳ κατα την προς Ἑκτορος κοινολογιαν , ἀπεσχησθαι νυν
9999942 ἑτερᾳ
ἐξελθειν βουλοιτο , παλιν εἰσηγες εἰς τον δρομον οὐ συγχωρων ἑτερᾳ μνημῃ την ὑπερ ἐμου των ὑμετερων ἐξελασαι στοματων .
ΗΕ οὐδεν νγ μα λ , ἡ προστιθεμενη πλευρα τῃ ἑτερᾳ ἡμισειᾳ μεταξυ των τομων , το ΑΘ ἠτοι το
9999942 ἐψηφισαντο
γνωμην ἐσχον παραδουναι Ῥωμαιοις την ἡγεμονιαν ἐφ ' οἱς προτερον ἐψηφισαντο . και παρησαν ἀπο πασης πολεως οἱ προχειρισθεντες συν
ἐξεδωκε τοις δικασταις , οἱ παθοντες ἀφεσιν αὐτῳ του ἐγκληματος ἐψηφισαντο . ἀφεθεις Ἀπολλοδωρος οὐκ ἐς μακραν την τυραννιδα κατεσχε
9999942 ἐπεκληθη
πεπληρωται δ ' ὁ κυκλος . ἐντευθεν ἠδη και τριοδιτις ἐπεκληθη και των τριοδων ἐποπτης ἐνομισθη δια το τριχως μεταβαλλειν
οὑτως ἀπωλετο του σανδαλιου αὐτου ἐκβρασθεντος ὑπο του πυρος . ἐπεκληθη δε και κωλυσανεμας δια το ἀνεμου πολλου ἐπιθεμενου τηι

Back