ἀληθινοις θηριοις , οἱς συνηθεις ὀντες οἱ των Ἰνδων ἱπποι τεθαρρηκοτως προσιππευον : τοις δ ' ἐγγισασιν ἡ τε ὀσμη
δειν εἰς τας ναυς ἀπιεναι , οἱ δε μενειν και τεθαρρηκοτως παραταξασθαι . ἐτι δ ' αὐτοις τεθορυβημενοις ἐπεφανησαν οἱ
9999963 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999961 καιροϲ
τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ διδωϲι ταϲ τροφαϲ : και γαρ οὑτοϲ ὁ καιροϲ πλειϲτον ἀπεχει του μελλοντοϲ παροξυϲμου . ἐτι δε και
μηδενοϲ κωλυοντοϲ των προρρηθεντων ἐπι του ϲυνοχου πυρετου , ἠδη καιροϲ τηϲ του ψυχρου δοϲεωϲ . ἐφ ' ὡν μεν
9999959 χαλεποτητα
ὁρωντες οἱ Λακεδαιμονιοι τεταραγμενην την δυναμιν των ἐναντιων δια την χαλεποτητα της διαβασεως , καιρον ἐλαβον εὐθετον προς την ἐπιθεσιν
πασιν μεσον τεμειν , τοις τε φευγουσιν της ἀρχης την χαλεποτητα ὑμιν και τοις της ἀρχης παλιν ἐρωσιν τυχειν ,
9999958 ἐξαιρετως
τε Βυβλῳ και Τυρῳ και κατα πολλα της Συριας μερη ἐξαιρετως ἱερουργουμενας , και οὐχι δεισιδαιμονιας ἑνεκα το τοιουτον ὑπομεινας
οὐδεις ἀν εἰποι . το πλαττομενον οὐν τουτον τον τροπον ἐξαιρετως σχημα καλειται , και ἡμεις περι τουτου ποιουμεθα τον
9999958 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999956 δρομευς
τ ' εἰη φερειν . και παλιν ὁ μεν ποδωκης δρομευς ῥᾳδιως παρεπεσθαι τοις βραδυτεροις δυναιτ ' ἀν : ὁ
: κωλον οὐν ἐκπλεθρον μεγα πηδημα ὡς ὑπερβαινειν πλεθρον : δρομευς ἱππος : ὁ στεφανος θαυμαστην ῥυσιν του φθαρτικου πυρος
9999956 τετραπλευρῳ
. ἐστι δε και το ΒΕΗ τριγωνον ἰσον τῳ ΛΕ τετραπλευρῳ , και ἐστι το ΑΕΖ τριγωνον ἰσον τῳ ΒΗΕ
χειμερινην , παραπλησια κατα το εἰδος τραπεζιῳ , σχηματι γεωμετρικῳ τετραπλευρῳ , ἀπο Γαδειρων ἀρξαμενη , ἠτοι του Ἡρακλεωτικου πορθμου
9999956 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999956 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999955 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999955 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999954 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999954 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999953 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999953 συνηνεχθη
. οὐ πολυ δε ὑστερον και το περι Κυνανην παθος συνηνεχθη , ὁ Περδικκας τε και ὁ ἀδελφος Ἀλκετας διεπραξαντο
καλος εἰναι και ταις Ἐφεσιων γυναιξι περιποθητος , και που συνηνεχθη πολλα ἱκετευθεις . το ἐντευθεν ἠδη ῥᾳον , ὡς
9999953 ἡγεμονες
δ ' οἱ φθονου και βασκανιας ἑταιροι , πονηρας ἀγελης ἡγεμονες , ἐλαυνουσιν αὐτας της κατα φυσιν χρησεως . αἱ
ἀφεικεναι . πορευομενοι δε ἀφικοντο εἰς κωμας ὁθεν ἀπεδειξαν οἱ ἡγεμονες λαμβανειν τα ἐπιτηδεια . ἐνην δε σιτος πολυς και
9999952 δαιμονι
τεταρταιων ἀπηλλαχθαι δι ' αὐτου φησοντας και νυκτωρ ἐντετυχηκεναι τῳ δαιμονι τῳ νυκτοφυλακι . οἱ καταρατοι δε οὑτοι μαθηται αὐτου
οἰκουσιν ἀφθονεστατην τε χρημασιν . Μη τρηχυς ἰσθι . Ὠ δαιμονι ' ἀνδρων , μη φθονερον ἰσθ ' ἀνδριον .
9999952 φιλημα
του φιληματος ὡσπερ σωματος και ἐφυλαττον ἀκριβως ὡς θησαυρον το φιλημα τηρων ἡδονης , ὁ πρωτον ἐστι γλυκυ . και
το γηρας προς το μη διωκειν ἐμε μετα το ἑν φιλημα . Δυσθηρατος δ ' εἰμι και ἱερακι και ἀετῳ
9999952 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999952 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999952 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999952 πειρασθε
μη κωλυει νομος . ὁπως δε ὡς κρατιστα κλεπτητε και πειρασθε λανθανειν , νομιμον ἀρα ὑμιν ἐστιν , ἐαν ληφθητε
ῥαβδων δεσμην ἐνεγκειν . ἡκε τις φερων ταυτην . “ πειρασθε δη μοι , τεκνα , συν βιῃ πασῃ ῥαβδους
9999952 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999951 ἐσπουδακοτα
Ἀκακιον ἐπεμψας , οἰδα σοι χαριν , ἐδεικνυ γαρ τον ἐσπουδακοτα και βουλομενον ἐργον ἰδειν , ἀλλος δ ' ἀν
πως ἀν , πυθομενος ] μηδε ἑν του πραγματος , ἐσπουδακοτα μ ' αἰσθοιο συλλαβοις τε μοι ; ἐσπουδακοτα ;
9999950 μακαιρα
ἀστρων εἱλειται φυσει ἀεναωι και ῥευμασι δεινοις . ἀλλα , μακαιρα θεα , καρπους αὐξοις πολυγηθεις εὐμενες ἠτορ ἐχουσα ,
μνημοσυνηισιν . Φερσεφονη , θυγατερ μεγαλου Διος , ἐλθε , μακαιρα , μουνογενεια θεα , κεχαρισμενα δ ' ἱερα δεξαι
9999950 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999950 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999950 μαντειῳ
. εἰ δ ' εἰη μεν Ὀλυμπιονικας , βωμῳ τε μαντειῳ ταμιας Διος ἐν Πισᾳ , συνοικιστηρ τε ταν κλειναν
, ὑστερον δε και οἱ πορρωθεν ἀφικνουντο και ἐχρωντο τῳ μαντειῳ και ἐπεμπον δωρα και θησαυρους κατεσκευαζον , καθαπερ Κροισος
9999950 ἐβασιλευσε
Ναβουχοδονοσορος την Τυρον ἐπ ' ἐτη τρισκαιδεκα . Μετα τουτον ἐβασιλευσε Βααλ ἐτη δεκα . Μετα τουτον δικασται κατεσταθησαν και
καλουμενης ἀπο του Σικελου τουτου , ὁς και ἐν αὐτηι ἐβασιλευσε . και Μενιππος δε ταὐτα φησιν . Θουκυδιδης δε
9999950 φανεισα
ἐκ της Ταναγρας , ἐκελευσε κατ ' ὀναρ ἡ Δημητηρ φανεισα αὐτοις ἀκολουθησαι τῳ γινομενῳ ἠχῳ , και ὁπου ἀν
, οὐδ ' ἠν γενηται . Ῥαφη δε ἐν ἑλκει φανεισα , ὀστεου ψιλωθεντος , πανταχου της κεφαλης του ἑλκεος
9999950 ἐνεπιπτεν
δειν των ἐσχατων . σπανιως δε που πραγμα οὑτως ἐνδοιαζομενον ἐνεπιπτεν , ὡστε μεχρι της ἐσχατης ψηφου της των ἀπορωτατων
πολλους των Ἑλληνων μετεωρους εἰναι προς καινοτομιαν εἰς πολλην ἀγωνιαν ἐνεπιπτεν . Ἀθηναιοι μεν γαρ Δημοσθενους δημαγωγουντος κατα των Μακεδονων
9999950 φυσικα
. Παιτος βασιλει βασιλεων τῳ μεγαλῳ Ἀρταξερξῃ χαιρειν . Τα φυσικα βοηθηματα οὐ λυει την ἐπιδημιην λοιμικου παθους : ἁ
οὐν ζητει ἐν τοις ψυχικοις . ἐρχου δε εἰς τα φυσικα . ἀλλα των φυσικων προηγειται ἡ πεινα . διο
9999950 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999950 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999950 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999950 ὁμοφωνως
. . δ : . . . λεγεται δε και ὁμοφωνως τωι ἀρσενικωι , κατα τους παλαιους : Αἰθιοπα γουν
Γελωνου του Ἡρακλεους , του Ἀγαθυρσου ἀδελφου . ὁ οἰκητωρ ὁμοφωνως . ὀξυνεται δε . ἐστι δε ἡ πολις ξυλινη
9999950 ἐστρατευσε
θυσας εὐωχειτο . ὁ δε Θειοδαμας ἐλθων εἰς την πολιν ἐστρατευσε καθ ' Ἡρακλεους , και εἰς τοσαυτην ἀναγκην κατεστη
Οὐολουσκοι δε και Ἑρνικες , ἐφ ' οὑς ὁ Κασσιος ἐστρατευσε , γνωμην μεν ἐποιησαντο δῃουμενης της χωρας περιοραν και
9999950 ἀλυσιτελες
πλουσιον και το ἀνδρειον και το ἰσχυρον μη ὀντα δοκειν ἀλυσιτελες ἀπεφαινε : προσταττεσθαι γαρ αὐτοις ἐφη μειζω ἠ κατα
. οὑτος ὁ μυθος δηλοι , ὁτι πραττων τις ἐργον ἀλυσιτελες ὡς ἐπωφελες μαλλον και τουτῳ δυσαποσπαστως προσκειμενος ἐς ὑστερον
9999950 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999950 συστατικα
και μη ἠσαν ἐναντια , ἀδυνατον τα δυο εἰναι ἡμων συστατικα : ἰδου γαρ και ἡ λογικη και ἡ ἀλογος
οὐ σαφετεραις τοις πολλοις ἐχρησαντο παραδοσεσι , τα ἀναγκαια και συστατικα και ὡν νυν χρεια παραδραμοντες . Ἡμεις δε χρειωδες
9999950 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999950 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999950 Πελοποννησος
οὐχ ὑπερσυντελικος . . . + . Ἀπια : ἡ Πελοποννησος , ποταμου , και Μελιτης της Ὠκεανου , τελευταιον
Ἰωνια , ” ἐκ δε θατερου ” ταδ ' ἐστι Πελοποννησος οὐκ Ἰωνια . „ Ἀλεξανδρος δε της Ἰνδικης στρατειας
9999949 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999949 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999949 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999949 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999949 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999949 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999949 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999949 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999949 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999949 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999949 μανεισα
φανεντος ἀλλου . Ἀρα τις τορευσε ποντον ; ἀρα τις μανεισα τεχνα ἀνεχευε κυμα δισκωι ; ἐπι νωτα της θαλαττης
ἀκουσα ἡ μητρυια πεφονευκε τον προγονον ἠ ἑκουσα και μη μανεισα : και ἡ μεν στασις ἐστι , το δε
9999949 ἀπεδεχετο
ἀντεποιουντο δ ' αὐτου και οἱ ἐν Σιδωνι Κιτιεις . ἀπεδεχετο δ ' αὐτον και Ἀντιγονος , και εἰ ποτ
τα δικαια λεγων ἠνθουν “ . ταυτα γαρ ἀγαν Ἀριστοφανης ἀπεδεχετο ὡς εὐ πεποιημενα . λεξω τοινυν την ἀρχαιαν :
9999949 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999949 συμβουλευτικῳ
μαρτυς Δημοσθενης , ἐν οἱς μεν ἐγυμνασατο , πανυ εὐδοκιμωντῳ συμβουλευτικῳ φημι και δικανικῳ , ἐν δε τῳ πανηγυρικῳ του
ὁ Δημοσθενης ἡμιν κατα τον πολιτικον λογον ἐν τε τῳ συμβουλευτικῳ και δικανικῳ και ὁ Πλατων ἐν τῳ πεζῳ πανηγυρικῳ
9999949 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999948 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999947 συμβολῃ
ὁμωνυμον γην . Ὁ δε τουτων πατηρ ὁ Ὑψιστος ἐν συμβολῃ θηριων τελευτησας ἀφιερωθη , ᾡ χοας και θυσιας οἱ
δειλιαν και ἐξεληλεγμενοι . τοτε , φησιν , ἐν τῃ συμβολῃ τῃ προς τον Ὀρεστην και προς τον Πυλαδην ,
9999947 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999947 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999947 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999947 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999947 ἀλεξητηρια
λεγει τα ἀλεξητηρια : ἱνα δε και πασαις ταις βλαβαις ἀλεξητηρια κατασκευασας θαρρῃς : λειπει δε το λεγω σοι ,
ποιεει , ἑλκωδες τε ἐστι και ἐντερου και ἑδρης : ἀλεξητηρια δε τουτεων γεγραψεται . Ἀνευ μεν οὐν ῥοφηματων μελικρητῳ
9999947 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999947 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999947 ἐκομιζοντο
. οἱ μεν οὐν Πελοποννησιοι της νυκτος εὐθυς κατα ταχος ἐκομιζοντο ἐπ ' οἰκου παρα την γην : και ὑπερενεγκοντες
βοιᾳ τοις συν Ἀγαμεμνονι Ἑλλησιν ἐπιγενομενου χειμωνος ἐνταυθα , ὡς ἐκομιζοντο ἐξ Ἰλιου : Ψυτταλειαν τε την ἐπι Σαλαμινι ἰσμεν
9999947 χειρουργιᾳ
δρᾳ , στοχαζομενη του τελους , τα δε ἑπεται τῃ χειρουργιᾳ , οὐ τεχνης ἐργα , ἀλλ ' ὑλης παθη
οὑτος ἀσκιτης , ἐπι κατακλυζουσῃ ὑγροτητι , και ἐδοξε σοι χειρουργιᾳ χρησασθαι τῃ παρακεντησει . μη ἀναμεινῃς , μηπως το
9999947 φανταζομεθα
. και ἐνταυθα το μεν ἐργον του φιλοσοφουντος τοιουτον τι φανταζομεθα , ὁτι δει την αὑτου βουλησιν συναρμοσαι τοις γινομενοις
ἐγρηγορεναι διαφοροι γινονται φαντασιαι , ἐπει ὡς καθ ' ὑπνους φανταζομεθα , οὐ φανταζομεθα ἐγρηγοροτες , οὐδε ὡς φανταζομεθα ἐγρηγοροτες
9999947 ἐπαινῃ
ἀν εἰκοτως εἰναι του σεσωσμενου δοκοιη . ὁταν οὐν τις ἐπαινῃ βασιλεας ἐξ ὡν ἐδοσαν τῃ γῃ πολεων , ἐξεστιν
μεμψει δε πως χωραν δεδωκως . συ δε πανταχοθεν μεν ἐπαινῃ , μαλιστα δε τῳ συγγνωμην νεμειν εἰδεναι : παντως
9999947 νεανικως
ἀνθρωπον . Τι οὐν προς τα ἀληθη και τα ὁμολογουμενα νεανικως ἀντιμαχεσθε , οἱ τα ἀφανη και τα ἀτοπα μαλα
κατα του ὑγιεινου : προσπιπτουσαι γαρ αἱ ἀγκυλαι τῳ χρωτι νεανικως τεινουσι τα πασχοντα , αἱ δ ' ἀρχαι ἀφισταμεναι
9999947 ἐδοξεν
ἐτη ιʹ και μηνας θʹ . Ἐμοι δ ' οὐκ ἐδοξεν ὡς τινες κατα την ἑπταζωνον τα ὁρια ὑπεθεντο ,
, τους γε μην σκυμνους αὐτης κομιζων προηλθε , και ἐδοξεν ἐπι τουτῳ θαυμαζεσθαι ὁ Περδικκας . πεπιστευται δε οὐ
9999947 συλλογιστικη
καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη προτασις ἁπλως πασα ἡ κοινη καταφασις ἠ ἀποφασις τινος
λαμβανοιτο τα ἐναντια ἀλληλοις ἠ τα ἀντικειμενα : οὐδε γαρ συλλογιστικη ἡ των τοιουτων ἐκλογη , ὡς αὐτικα δη μαλα
9999946 ἐγχειριδια
πεδιλα νεβρων , προς δε ἀκοντια τε και πελτας και ἐγχειριδια σμικρα . Οὑτοι δε διαβαντες μεν ἐς την Ἀσιην
αἰωρεομενα , περι δε τῃσι κεφαλῃσι πιλους πτεροισι περιεστεφανωμενους : ἐγχειριδια δε και δρεπανα εἰχον : Λυκιοι δε Τερμιλαι ἐκαλεοντο
9999946 κινουμεθα
των ζῳων ἐξαλλαγην : εἰ γαρ και ἡμεις ἀλλως μεν κινουμεθα ἐμψυγεντες και του φλεγματος πλεονασαντος ἐν ἡμιν , ἀλλως
μαχη , προς ὁ μαλλον πεφυκαμεν και εἰς ὁ πλεον κινουμεθα , ὡστε εἰς ὁ πλεον αὐτοι κινουμεθα , ἐκεινο
9999946 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999946 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ
9999946 στυπτηριην
την ἑδρην , σμυρναν τριψας λειην και κηκιδα , και στυπτηριην αἰγυπτιην κατακαυσας , ἑν και ἡμισυ προς τἀλλα ,
τα αὐτα . Ὀξος ὡς ὀξυτατον λευκον , μελι , στυπτηριην αἰγυπτιην , νιτρον ὡς ἀριστον ἡσυχως φρυξας , χολης
9999946 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999946 τελευτᾳ
. ὠνομασθη δε ἀπο Βαργυλου , ὁς πληγεις ὑπο Πηγασου τελευτᾳ , Βελλεροφοντης δ ' ἀνιαθεις ἐπι τῳ ἑταιρῳ πολιν
μετα μικρον και αὐτη κατεργασθεισα τῃ λυπῃ και μικρον νοσησασα τελευτᾳ τον βιον και θαπτεται αὐτου . Λαζαρος δε ὁ
9999946 ὑπηγετο
ἀποδωσοντα ἀθροως ” . Ὁ μεν οὑτωσι τον στρατον οἰκειουμενος ὑπηγετο , των δε ὑπατων Πανσας μεν ἀνα την Ἰταλιαν
Ἀσιας βασιλεων ὑπηκουον . ἐς τε την Εὐρωπην διαπλευσας Θρᾳκην ὑπηγετο και τα ἀπειθουντα ἐβιαζετο Χερρονησον τε ὠχυρου και Λυσιμαχειαν
9999946 μαρτυρες
Και εἰπεν ὁ πατηρ ἡμων , Μαρτυς Κυριος , και μαρτυρες οἱ ἀγγελοι αὐτου , και μαρτυς ἐγω , και
πεπεισμενα τα πραγματα οὐτε χαριζομενα τῳ λεξει , ὡσπερ οἱ μαρτυρες πολλακις : ἀλλ ' οἱα ἐστι φυσει , τοιαυτα
9999946 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999946 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999946 ἐτιμωρησατο
διανοιᾳ χρηται λεγων , ὁτι τον ἐκ πορνης ὁ νομος ἐτιμωρησατο , ὁ δε τῃ διανοιᾳ ὁ διωκων ταὐτον εἰναι
τῳ νοστῳ ὑπεμεινε και ὁπως τους ἐπιβουλευοντας τῳ οἰκῳ αὐτου ἐτιμωρησατο . ἐξ ὡν δηλος ἐστι παριστας δια μεν της
9999946 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999946 συγγενη
νυξ . ὡσπερ δε ἐκει ἐκλειψιν σεληνης και αὐξησιν ὡς συγγενη ἀλληλοις τῳ περι αὐτην και ἀμφω ζητεισθαι παρελαβε ,
ταυτα οὑτως , ἀρ ' οὐκ ἐξ ἀναγκης τα ψυχης συγγενη προτερα ἀν εἰη γεγονοτα των σωματι προσηκοντων , οὐσης
9999946 ἐπεκληθη
πεπληρωται δ ' ὁ κυκλος . ἐντευθεν ἠδη και τριοδιτις ἐπεκληθη και των τριοδων ἐποπτης ἐνομισθη δια το τριχως μεταβαλλειν
οὑτως ἀπωλετο του σανδαλιου αὐτου ἐκβρασθεντος ὑπο του πυρος . ἐπεκληθη δε και κωλυσανεμας δια το ἀνεμου πολλου ἐπιθεμενου τηι
9999946 ἐκινδυνευσεν
μηδεν προσηκοντων κηδεται . παις ποτε λουομενος ἐν τινι ποταμῳ ἐκινδυνευσεν ἀποπνιγηναι : ἰδων δε τινα ὁδοιπορον τουτον ἐπι βοηθειαν
και ἀποθετον . ἐφ ' οἱς φωραθεις ἐν ταις Ἀθηναις ἐκινδυνευσεν ἀν , εἰ μη ἐφυγεν . και μετ '
9999946 δημιουργοι
οἱ θεωροι και οἱ πολεμαρχοι : ἐν δε Ἠλιδι οἱ δημιουργοι και οἱ τα τελη ἐχοντες και οἱ ἑξακοσιοι ,
δ ' αὐλητριδες ἐχουσι μισθον και μαγειροι δωδεκα , και δημιουργοι μελιτος αἰτουσαι σκαφας . το δειπνον ἐστι μαζα κεχαρακωμενη
9999946 οὐρητικα
λεπτυντικη και εὐκοιλιοϲ μηδε γλιϲχρον ἠ βρομωδεϲ ἐχουϲα . και οὐρητικα μαλιϲτα προϲπλεκεϲθω ταιϲ τροφαιϲ . χρηϲτεον δε και τοιϲ
εἰεν οἱ λιθοι , πεφυλαχθαι το πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι
9999946 δηλητηρια
διακεινται προϲ τινα ζῳα , ϲηπτικουϲ τε πανταϲ εἰναι και δηλητηρια ἐκεινων των ζῳων , ὡϲ κανθαριϲ και βουπρηϲτιϲ ἀνθρωπου
διαφθειρεται , κἀπειτα συνδιασηπει τε και συνδιαφθειρει το σωμα : δηλητηρια δ ' ἐστιν ἐτι και ταυτα . τριτον δ
9999946 ἐγκλημα
καειν , Ἀθηναιοις δε και το μη τρεφειν ἠ χειραγωγειν ἐγκλημα ἐδοκει . τινες δε και τουτο φασιν : ὡς
οὐν αὐξει το γεγονος δεινουντος του κατηγορου και μεγαλοποιουντος το ἐγκλημα ἠ το εὐεργετημα : ἐκ δε των ἐναντιων του
9999946 ἀφαιρεθεισης
μη χρωμενων , ἀπηλλοτριωται δ ' αὐτων , της χρειας ἀφαιρεθεισης δια το εἰς ἐνια ἀπρεπες . Δεδειγμενου δ '
ἀλλα τινα φυσιν ἐν μεθοριῳ , καθαπερ ἀπο ἀμπελου κληματιδος ἀφαιρεθεισης εἰς ἑτερας ἀμπελου γεννησιν . Διο φησιν : ἑνεκα
9999946 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999945 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999945 ἀληθεα
ψευδεσι ἰκελα περι του ἀνδρος τουτου , τα δε μετεξετερα ἀληθεα : περι μεντοι τουτου γνωμη μοι ἀποδεδεχθω πλοιῳ μιν
ἱπποτα Νεστωρ : “ τοιγαρ ἐγω τοι , τεκνον , ἀληθεα παντ ' ἀγορευσω . ἠ τοι μεν τοδε καὐτος
9999945 διεπεμπετο
ηὐτρεπιζε πεμπειν προς ἀντιπαραταξιν . Στρατευματος δ ' ἀπορων οἰκειου διεπεμπετο προς τους των Τουρκων ἐξαρχοντας ἐν Νικαιᾳ της Βιθυνιας
ἐπι τα προσω πορειας . Ἀλλ ' ἐν Ἀγκυρᾳ γενομενος διεπεμπετο πανταχοθεν μαθειν τι πλεον και ὡς βουλοιντο οἱ τον
9999945 μηνη
ἠν , ἐν δε μετωπῳ λευκον σημα τετυκτο περιτροχον ἠϋτε μηνη . στη δ ' ὀρθος και μυθον ἐν Ἀργειοισιν
. ἀφθονοι Οὐρανιδαι και ἐν ἀλληλοις τελεθουσιν . οὐ φθονεει μηνη πολυ κρεισσοσιν ἡλιου αὐγαις , οὐ χθων οὐρανιοις '

Back