τακεισα , το δε στεαρ οὐτε τηκεται ῥᾳδιως , κἀν τακῃ , πηγνυται ταχιστα και φαινεται πολυ σκληροτερον της πιμελης
το στομα χρυσοειδες . Οὑτος ἐν ἐλαιῳ παλαιῳ καθεψηθεις ἑως τακῃ , και του ἐλαιου ἀλειφομενου , ὀπισθοτονον διαλυει .
9999860 ἀπαλλαγη
οὐκ ἀλλο τι ἠ ἡ της ψυχης ἀπο του σωματος ἀπαλλαγη , και ἐστι τουτο το τεθναναι , χωρις μεν
' ἀριστα διαπονουμενου . νυν δ ' εὐτυχης γενοιτ ' ἀπαλλαγη πονων εὐαγγελου φανεντος ὀρφναιου πυρος . ὠ χαιρε λαμπτηρ
9999836 Ἀλεξανδρωι
ἐγενετο της Ἐφεσιας Ἀρτεμιδος : ἐπεστελλε τε πολλα κατα Χιων Ἀλεξανδρωι , και μεντοι και αὐτον Ἀλεξανδρον ἐγκωμιασας πολλα .
. Ἀθαμαντι σατυρικῳ , . . δευτερος Εὐριπιδης . . Ἀλεξανδρωι . . Παλαμηδει . . Τρῳασι . . Σισυφῳ
9999829 φθαρτικα
* οὐτε γαρ ὑγιεινα ταὐτα πασιν ὑπαρχει οὐτε θρεπτικα ἠ φθαρτικα οὐτε τα τουτοις ἐναντια , ἀλλα ταὐτα τους μεν
, κατα μερος δε τα μεν προηγουμενα αὐτου καυσωδη και φθαρτικα , τα δε μεσα εὐκρατα , τα δε ἑπομενα
9999828 σφετερῳ
ἀρχειν και φιλον ὀντα πεμπειν στρατιαν και την χορηγιαν τῳ σφετερῳ στρατοπεδῳ . ἀει δε μαλλον αὐξομενος ἐστρατευσεν εἰς την
λεγεται γαρ ὡς ἀρα Διι θηλην ὑπεσχεν ὑς και τῳ σφετερῳ γρυσμῳ περιοιχνευσα τον κνυζηθμον του βρεφεος ἀνεπαιστον τοις παρουσιν
9999828 φανερῳ
καλουσιν ἀει φανερους . ταυτα δε ἐστι τα ἑπομενα τῳ φανερῳ πολῳ ἀστρα ἑως του ἀρκτικου κυκλου . και ἐπι
αὐτον Νεμεα , Πυθια , Ἰσθμια , Ὀλυμπια : ἐν φανερῳ δε μη πλεονεκτει μηδ ' ὑφαρπαζε το κοινον .
9999826 ἀλεα
: φησιν οὐν , τον ἑαυτου οἰκον . ἀλλως : ἀλεα λεγεται ὁ τοπος παρελθε : πολλα δ ' ἀεργος
ὑπο ἡλιου τεθερμασμενον . εἱλη και ἑλη : ἡλιου [ ἀλεα ] αὐγη . εἰλυσπασθαι : ὁμοιως ὀφει και σκωληκι
9999825 ἐθνικα
ἀντικειται . ± ] παντα ? τα δια του ιος ἐθνικα [ ἠ τοπικα προπαροξυνεται ] . ιος , ἐνδαπιος
οἰκησαι , ἠ Κιμμεριδα Κιμμεριων ἐνοικουντων ἑκατον ἐτη . τα ἐθνικα της μεν Ἠδωνιδος Ἠδωνοι , της δε Κιμμεριδος Κιμμεριοι
9999823 κυνη
ἀξιον . ἀρκτη , λεοντη , παρδαλη , μοσχη , κυνη . οὐχι παρα πολλοις ἡ χαρις τικτει χαριν .
μη ἐθελοντα τουτοις ἐκ του ἐμφανους μαχεσθαι , ὡσπερ ἀιδος κυνη τον περικειμενον αὐτην . Οὐ γεγονασιν οἱ ἀνθρωποι των
9999822 κυλικες
φιαλη . Ἀχαιος δε ὁ Ἐρετριευς ἐν Ἀλκμαιωνι ἀντι του κυλικες παραγωγως κυλιχνιδας εἰρηκε δια τουτων : ἀλλ ' ὡς
. νυν γαρ δη ζαπεδον καθαρον και χειρες ἁπαντων και κυλικες : πλεκτους δ ' ἀμφιτιθει στεφανους , ἀλλος δ
9999822 φοβουμεθα
οὐδεν των προς ἡμας καθορωσιν . ἀλλ ' εἰ νυν φοβουμεθα αὐτους ἀν μη ἀδικωμεν , πως οὐ πολυ μαλλον
ἀλλα τῃ θιξει , ἐπειδη νευρωδες ὀν το οὐς , φοβουμεθα μη πληγῃ ὑπο της ψυξεως . λαβων οὐν ἐριον
9999820 χιτωνι
ἀνθρωπων ὁρᾳς . [ ⌊ Συ δε ⌋ συν ] χιτωνι μουνῳ ⌊ παρα την ⌋ φιλην γυναικα φευγεις ⌊
, και προσετι τῳ ἀμφιβληστροειδει σωματι και τεταρτῳ τῳ χοριοειδει χιτωνι : το γαρ ἰσχυροτατον ἐν αὐτοις και μαλιστα στηριζειν
9999820 ἐγραφη
γαρ Ἀθηναιων ἐφθονειτο . , . : ἐπιτετευγμενως δε αὐτῳ ἐγραφη τα Φαινομενα , ὡς παρευδοκιμηθηναι παντας ὑπ ' Ἀρατου
και ἀρχην αὐτου τηνδε παρεθετο : ὁδε ὁ νομος ἰσος ἐγραφη και ὁμοιος , στιχων τριακοσιων εἰκοσι τριων . Καλλιστιον
9999820 ἀριϲτολοχια
καλαμοϲ ἀρωματικοϲ ϲτυραξ κενταυριου του μεγαλου ἡ ῥιζα βραθυ ἰριϲ ἀριϲτολοχια κυδωνιων το ἀνθοϲ και ὁ χνουϲ λαπαθου ῥιζηϲ ἀφεψημα
δε ϲκολοπαϲ και ἀκανθαϲ , ἐπιϲπωνται ἀναγαλλιδεϲ αἱ δυο , ἀριϲτολοχια ϲτρογγυλη , ἀμμωνιακον ϲυν μελιτι , ὑοϲκυαμου καρποϲ λειοϲ
9999820 θυμιαματοϲ
ʹ : κοχλιαριον ὑδατι . Ἀλλο . καϲτοριου , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖ η , πεπερεωϲ κοκκουϲ μ : γλυκει
, ἰξου το ἀρκουν . Ἀλλο , ἐπιϲπαϲτικον . ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # Ϛ , κηρου , τερμινθινηϲ ἀνα # δ
9999820 ψηφισμα
του τοιουτου θανατου περισωθεις οὐκετι κωμῳδιαν μετηλθεν ἀπαρακαλυπτον , ἀλλα ψηφισμα θεντος Ἀλκιβιαδου κωμῳδειν ἐσχηματισμενως και μη προδηλως αὐτος τε
ἀξιολογος , εἱς των πολιτευομενων , Ἀμυντωρ , ᾡ το ψηφισμα ἐπεδειξατο Δημοσθενης και ἀνεκοινουτο , εἰ δῳ τῳ γραμματει
9999820 καθαρϲεωϲ
πεπτηκοτι δει διδοναι το φαρμακον και κωλυειν ὑπνουν μεχρι παντελουϲ καθαρϲεωϲ και κινηϲιν μετριαν , εἰ δυνατον , παραλαμβανειν και
δε διαλιποντα παλιν ἀνακαμπτεον ἀπο τηϲ δια τηϲ ἱεραϲ ἀρχομενον καθαρϲεωϲ ὑπερτιθεμενουϲ την φλεβοτομιαν ἐπιβλαβεϲτεραν μαλλον ἠ ὠφελιμον ἐϲομενην ,
9999819 λιγνυν
ἀργυρου καμινους ποιουσιν ὑψηλας , ὡστε την ἐκ των βωλων λιγνυν μετεωρον ἐξαιρεσθαι : βαρεια γαρ ἐστι και ὀλεθριος .
, και ὁ ἐσκιρρωμενος συνδεσμος ἠ τενων κατα την ἀναφερομενην λιγνυν διακινουμενος τῃδε κἀκεισε , ὠφελειται μεγαλως : και μετα
9999819 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999819 Ἐπικουρῳ
Πλατων κατα το συμποσιον και Ξενοφων . παρα δ ' Ἐπικουρῳ οὐκ ἀπαρχη θεοις , οὐ σπονδη , ἀλλ '
ἡ δε του ἀλγουντος ὑπεξαιρεσις , ὡς εἰρηται παρ ' Ἐπικουρῳ , δοκει αὐτοις μη εἰναι ἡδονη : οὐδε ἡ
9999819 ἀμφορεα
, ὁσον ἐμοιγε φαινεται . τρεχ ' εἰς τον οἰνον ἀμφορεα κενον λαβων των ἐνδοθεν και βυσμα και γευστηριον ,
το μερος αὐτου ἐν τῳ μερει , ἐπει και τον ἀμφορεα του οἰνου φησαιμι ἀν εἰναι ἐν ἑαυτῳ , ὁτι
9999818 ἐννεακαιδεκα
ἡ Ἑκαβη οὐ δυσχεραινει . λεγει γουν ὁ Πριαμος : ἐννεακαιδεκα μεν μοι ἰης ἐκ νηδυος ἠσαν , τους δ
και δεκατην τε ὁ λιψ προσεπιπνεει : προς δε τας ἐννεακαιδεκα Ὑαδες μεσαι δυνουν , την εἰκοστην δε του μηνος
9999816 τυραννιδα
και αἰτει το γερας : ἡ προβολη : ἐπαυσα την τυραννιδα και δει λαμβανειν με την δωρεαν : τουτο δε
μεν οὐν και ἀριστοκρατιαν και δημοκρατιαν ἐφιεσθαι του ὀρθου : τυραννιδα δε και ὀλιγαρχιαν και ὀχλοκρατιαν του φαυλου . Γιγνεσθαι
9999816 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς
9999816 γιγνωσκετε
ἐπλετο ἐργον ἁπασι : και δ ' αὐτοι τοδε που γιγνωσκετε . μη τις ὀπισσω τετραφθω ποτι νηας ὁμοκλητηρος ἀκουσας
τας σκηνας , τους μεν ἀρχοντας ἐπι τας μεγιστας , γιγνωσκετε δε , τους δ ' ἀλλους ὡς ἀν δοκῃ
9999815 Τυανα
δια Τυανων : κατα μεσην δε την ὁδον κειται τα Τυανα , διεχει δε Κυβιστρων τριακοσιους σταδιους . χρωνται δε
Ἐπει δε τεθνεωτα τον πατερα ἠκουσεν , ἐδραμεν ἐς τα Τυανα , κἀκεινον μεν ταις ἑαυτου χερσιν ἐθαψε προς τῳ
9999815 χαρακτηρ
περι των ἑξης διαλεξομαι , τις ὁ πραγματικος ἐστι Λυσιου χαρακτηρ , ἐπειδη τον ὑπερ της λεξεως λογον ἀποδεδωκα :
Ποθεν ὠνομασται ἡ των μαθηματων ἐπιστημη και τις αὐτης ὁ χαρακτηρ , τισι τε δει προσεχειν ἐν τῳ το εἰδος
9999815 Ἑλλαδι
Ἀρτεμιδι και Ἐνυαλιῳ και ἀλλοις θεοις , ὡν χαλεπον ἐξειπειν Ἑλλαδι γλωττῃ τα ὀνοματα , ἐν ἁπασαις τε ταις κουριαις
ζωγραφημασι , και ἀνδριασι , και ὑφασματων ποικιλιαις , ἐν Ἑλλαδι και βαρβαρῳ κατα πολιν ἑκαστην εὐδοκιμουντα ; τουτων οὐν
9999815 φαρμακῳ
ὁς ἀφικομενος εἰς το Ῥηγιον ἐναλειφει τους ὀφθαλμους αὐτου καυστικῳ φαρμακῳ και διακελευσαμενος ἀνεχεσθαι τας περιωδυνιας , ἑως ἀν ἀφικηται
κινηϲειϲ οὐ δυναται ἐπιτελειν : και εἰ τιϲ ὑπαλειφοι δριμυτερῳ φαρμακῳ , οὐκ ἐπιδακνεται . εἰ μεν οὐν του βλεφαρου
9999815 ἱστορησε
ἀναλωματι : ἑκατον γαρ μνας ἀνηλισκεν , ὡς ὁ Ἐφιππος ἱστορησε . Μενανδρος δ ' ἐν Μεθῃ του μεγιστου δειπνου
λεγον , οὐτε Ἀριστοτελης αὐτην προσεθηκεν , Εὐδημος δε συντομως ἱστορησε τινων φαινομενων ἑνεκα ταυτας προσθετεας εἰναι τας σφαιρας ᾠετο
9999815 φαρμακοιϲ
ἐτι νεοπαγηϲ ὁ πωροϲ εἰη , τοιϲ ἀγαν ϲτυφουϲιν χρηϲομεθα φαρμακοιϲ δια ἐπιδεϲεωϲ προϲτυπουντεϲ : ἐϲθ ' ὁτε δε και
διηθηϲαϲ ἐψε ἑωϲ μελιτωδουϲ ϲυϲταϲεωϲ , και οὑτωϲ ἐμβαλλε τοιϲ φαρμακοιϲ : ποτιζων δε το φαρμακον το προειρημενον , ϲπογγουϲ
9999815 ὀξυμελιτι
ταυτα δ ' ἠτοι φοινιξιν ἀναλαμβανεσθω ἠ συν αἰρινῳ ἀλευρῳ ὀξυμελιτι ἡψησθω . εἰ δ ' ἀνευ νομης φλεγμαινοι ,
αἱ δι ' ἁλων . κατα δε της ἐμπλαστρου σπογγον ὀξυμελιτι ἠ ὀξυκρατῳ ἠ οἰνῳ διαβροχον ἐπιβαλουμεν : ἐπιδησομεν δε
9999815 τραγακανθηϲ
, ὀπιου , ϲμυρνηϲ , αἱματιτου ἀνα ⋖ Ϛ , τραγακανθηϲ ⋖ μη , κομμεωϲ ⋖ ιϚ : οἰνῳ Ἰταλικῳ
ξηραινε , εἰτα κοψαϲ και ϲηϲαϲ χρω . Ἀλλωϲ . τραγακανθηϲ , λιβανου , μαϲτιχηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999815 ἠπειλησε
καλος ἠν και ἀστικος και ἡλικιωτης Χαιρεου ; Ἀλλ ' ἠπειλησε Χαιρεας ἀποσφαξειν ἀμφοτερους , εἰ λαβοι με ποτε μετ
ἀνακτι : ἐπι δε ὀργης : αἰψα δ ' ἀναστας ἠπειλησε μυθον . το δε εὐχομαι παρα τας † ἀπελλας
9999813 ἡγεμονι
και μενοντας ἐκστρατευσαι βουλεται κατα γενη ἑκαστους ὑπο τῳ οἰκειῳ ἡγεμονι . και ἐστιν αὐτῳ ἡ των λογων ὑποθεσις οὐχ
ἐπιταττομενα , και τα πλειστα αὐτοκελευστος ὑφιστατο κινδυνευματα δοξαν τῳ ἡγεμονι και τιμην πραττουσα : και διεξηλθε πολλην της Αἰκανων
9999813 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999813 ἀκριβειᾳ
το ἐπικατηγορουμενον ὀνομα μη κολαζειν πριν ἠ τἀληθες ἐπ ' ἀκριβειᾳ καταμανθανειν , ἡμας δε προλημματι λοιδοριας ἀνεξεταστως μεμισηκεναι ;
ἀμεινον . τῳ τε γαρ τροπῳ της ἀπαγγελιας και τῃ ἀκριβειᾳ των διανοηματων πανυ συνηθεις ποιει . λεγω δε οὐχ
9999812 δωδεκατῳ
διαφορᾳ τοις # Ϛ , και την ΟΠ ἰσην τῳ δωδεκατῳ μερει της ΘΠ τοις # δ , και τῃ
Καρχηδονος κτισεως ἐτη ρνεʹ , μηνες ὀκτω . τῳ δε δωδεκατῳ ἐτει της Ἱερωμου βασιλειας ἐν Ἱεροσολυμοις ὁ ναος ᾠκοδομηθη
9999812 θεα
κουρη τις μεγαροισιν ἐνιτρεφετ ' Αἰηταο , την Ἑκατη περιαλλα θεα δαε τεχνησασθαι φαρμαχ ' ὁς ' ἠπειρος τε φυει
, ταυτην ἡμιν χαριν ἑκτεον , εἰ δε ἡμιν ἡ θεα , ἡμας ταυτῃ ; εἰποντος δε τινος ὁτι δικαια
9999812 ἐκκλησιᾳ
' ἀρχας ἠναγκαζον τοις νομοις χρησθαι , και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ και ἐν τῃ βουλῃ μετα των προεδρων ἐκαθηντο ,
ἀπειριαν : το δ ' αὐτο τουτο και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ διεπραξατο ἐπιψηφισθηναι και γενεσθαι δημου ψηφισμα , ἐπ '
9999811 Πρωταγορα
σοφιστην λεγουσι ποιειν . ἑκαστου γαρ των προσιοντων λεγοντος ὠ Πρωταγορα , ποσου με διδαξεις ; ἀπεκρινατο φοιτων παρ '
εἰ οὐν εἰποι : ” Ἀληθη ὁδε λεγει , ὠ Πρωταγορα ; συ φῃς οὐκ εἰναι το ἑτερον μοριον οἱον
9999810 Ἑκατη
: Εὐρυτον δε θυρσῳ Διονυσος ἐκτεινε , Κλυτιον δε δᾳσιν Ἑκατη , μαλλον δε Ἡφαιστος βαλων μυδροις . Ἀθηνα δε
χθονιην ἐνεροισιν ἀνασσαν . . . . Βριμω ἡ αὐτη Ἑκατη , ὁτι Ἑρμου ἐν κυνηγεσιῳ βιαζοντος αὐτην ἐνεβριμησατο και
9999810 νοσωδες
προς την ἀκοην δυσχερειαννοσηροτερον , ὁθεν και νοσηρον χωριον και νοσωδες χωριον : το γαρ νοσακερον ἐσχατως κωμικον . ἀσθενως
. ἀνευ δε τουτων ὁ μεν ἀλυπου και καθαρας και νοσωδες ἐχουσης οὐδεν ὑγειας αἰτιος ἁπασι γινεται , ὁ δε
9999810 φοινικες
ἀρνων σαρξ , το του σησαμου σπερμα , βολβοι , φοινικες οἱ λιπαροι . Φοινικες χλωροι χυμων ὠμων ἐμπιπλωσι τους
, και στεφανος κυκλῳ χρυσους ἀμπελινος . Παρηλθον δε και φοινικες ἐπιχρυσοι ὀκταπηχεις ἑπτα , και κηρυκειον ἐπιχρυσον πηχων τεσσαρακοντα
9999809 βορειῳ
ὁτι ἡμεις ἐσμεν ἐν θατερῳ των ἡμισφαιριων , και τῳ βορειῳ γε , ἐν ἀμφοτεροις δ ' οὐχ οἱον τε
και ΗΘ ἐκβαλλομενας γραμμας , και ὁσον το περιττευον τῳ βορειῳ ἠ τῳ νοτιῳ ἐννοησον . Οὑτω γαρ ποιων ῥᾳδιως
9999809 ἀσπιδες
καλειται δε Λαλιχμιον του ἀναθεντος ἐπωνυμον . περι δε αὐτο ἀσπιδες ἀνακεινται , θεας ἑνεκα και οὐκ ἐς ἐργον πολεμου
λευκην ἀσπιδα φερων . λευκασπις ] + ἀπεστιλβον γαρ αἱ ἀσπιδες αὐτῳ τῳ χαλκῳ . ὀρνυται ] διεγειρεται . ὀρνυται
9999809 ὀργισθεισα
, φησιν , ἀποβλεπει εἰς ἡμας ὀργιλως , ὡς λεαινα ὀργισθεισα ὑπερ των τεκνων αὐτης : ἀνοητους ἀπαιδευτους . τους
οὐν ὑπ ' αὐτης τον κυβερνητην θεωρησασα ἡ Ἑλενη και ὀργισθεισα ταις αἱμορροϊσιν , ἐκλασε την ἀκανθαν αὐτης και ἐξεβαλε
9999809 πνευμονοϲ
περι μυελου τεκμαιρεϲθαι χρη περι των ὑπολοιπων μεθοδων . Περι πνευμονοϲ . Πνευμων ἀρνειοϲ και χοιρειοϲ καιομενοι και λειοι ἐπιτιθεμενοι
, ὁδοϲ ἀρτηριη , χωρη δε πνευμων , θωρηξ δε πνευμονοϲ ἐρυμα και δοχη . ἀλλα τἀλλα μεν ὁκωϲ ὀργανα
9999808 ἀπεσφαξε
εἱλεν Ἀθηναιοις συμμαχουσαν , και τους μεν ἡβωντας ὀκτακοσιους ὀντας ἀπεσφαξε , παιδας δε και γυναικας λαφυροπωλησας κατεσκαψε την πολιν
το Ἀδραμυττιον ἐν τῳ Μιθριδατικῳ πολεμῳ : την γαρ βουλην ἀπεσφαξε των πολιτων Διοδωρος στρατηγος χαριζομενος τῳ βασιλει , προσποιουμενος
9999807 χαρακτηρι
πληθυντικος . Εἰρηται ὁτι παντα τα μετα τα δυϊκα ἑνι χαρακτηρι παραλαμβανεται τῳ πληθυντικῳ , ὡς μη τα του λογου
δε των Ἰλλυριων μοιρα . το ἐθνικον Βηγιτης τῳ κοινῳ χαρακτηρι . Βηθλεμα , πολις Παλαιστινης προς τοις Ἱεροσολυμοις ,
9999807 πουλυβοτειρῃ
θεοις . Τρις γαρ ὡς ἀληθως μυριοι εἰσιν ἐπι χθονι πουλυβοτειρῃ οὐκ ἀθανατοι , ἀλλα λιθινοι και ξυλινοι δεσποται ἀνθρωπων
τουτων ποιητων : ἁρματα δ ' ἀλλοτε μεν χθονι πιλνατο πουλυβοτειρῃ , ἀλλοτε δ ' ἀϊξασκε μετηορα : τοι δε
9999807 ἀπελιπε
και ῥᾳθυμιᾳ ἐπειρωντο το χωριον ἀβατον φυλαττειν . Ἀριστοτελης ὁτε ἀπελιπε τας Ἀθηνας δεει της κρισεως , προς τον ἐρομενον
τοιουτῳ συνων σωματι τινα ἡγουμεθα εἰχε ψυχην ; Διογενης ἡνικα ἀπελιπε την πατριδα , εἱς αὐτῳ των οἰκετων ἠκολουθει ὀνομα
9999807 εὐωδες
μελαν , φησι , την μεν αὐτην θεωριαν ἐχει , εὐωδες δ ' ἐστι πολυ μαλλον . Ἀπολλοδωρος δε ἐν
ἐκπιεσθεντων και ἀναπλασσομενων : ἐστι δ ' αὐτου καλον το εὐωδες , μεσως κατασμυρνον , βαρυ , μελαν , ἀξυλον
9999806 Ἀρταξερξης
παρασκευην , ῥᾳδιως ἀπο των τειχων ἠμυνοντο τους πολιορκουντας . Ἀρταξερξης δε ὁ βασιλευς πυθομενος τα περι την Κυπρον ἐλαττωματα
, ἀλλα λειτουργησει τοις κοινοις , κἀν μη προαιρηται . Ἀρταξερξης γαρ αἰτουμενῳ Σατιβαρζανῃ σατραπειαν τινα μη προσηκουσαν ἐπι τρισχιλιοις
9999806 κοιλη
το παν . φανερον δη ὁτι ἐν ᾡ χρονῳ ἡ κοιλη σφαιρα του πλανωμενου της των ἀπλανων ὑπολειπεται φερουσα την
ὑπαρχουσιν ἐν ταις εὐδιαις ἐχρητο , εἰ δε ἡ θαλασσα κοιλη γενοιτο , θατερα δια της παρεξειρεσιας κατα τας θρανιτιδας
9999806 χοριαμβικα
, εἰτα παραγραφος . στροφη ἑτερα κωλων ζʹ . + χοριαμβικα κωλα ὁμοια τοις ῥηθεισιν ζʹ , εἰτα παραγραφος και
. ἀνδροκμητας ] στροφη ἑτερα . τα δε κωλα εἰσι χοριαμβικα ὁμοια τοις ῥηθεισι ιβʹ . ταδε τοι χωρᾳ ]
9999806 ἡγεμονιᾳ
δυναστειαις ἐπιστησας τον νουν και τῃ μετα ταυτα γενομενῃ Ῥωμαιων ἡγεμονιᾳ . Ὁτι των πρεσβευτων των Καρχηδονιων τους αἰτιους του
ἐπανασταντων γαρ των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων τῃ της Ῥωμης ἡγεμονιᾳ και των ἐξ αἰωνος ἀριστων κεκριμενων ἐλθοντων εἰς ἐριν
9999806 εὐμεγεθες
τῃ ἑβδομηκοστῃ πνειν ἐπετρεπεν , ἀριθμου κρατος και φυσεως το εὐμεγεθες ἁμα και μονιμον τοις νοτοις δωρουμενος . ἀναγκαιως οὐν
λωτος δενδρον ἐστιν ἐν Λιβυῃ κατα την Μεμφιν φυομενον , εὐμεγεθες , ἡλικον ἀπιος ἠ μικρῳ ἐλαττον : φυλλον δε
9999806 ψευδομεθα
οὐν ὁτι πολλη ἡ ἐν τουτοις διαφορα : πολλακις γαρ ψευδομεθα ἐπ ' ἀγαθῳ και ἀληθευομεν ἐπι κακῳ : οἱον
ἀλογον ἀληθευομεν , εἰ δε ἀντιστρεψαντες εἰπωμεν παν ἀλογον ἱππος ψευδομεθα . οὐ γαρ ἐστι το τυχον ποιησαι ὑποκειμενον :
9999804 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999804 ἐνεθηκε
αἰσθησεις , ὁπου και Πραξιτελης εἰς την εἰκονα του Ἐρωτος ἐνεθηκε μικρου και νοηματα και πτερυγι τον ἀερα τεμνειν ἐμηχανησατο
Ἀθηνα δε ἐν μεσῃ τῃ ἀσπιδι της Γοργονος την κεφαλην ἐνεθηκε . λεγεται δε ὑπ ' ἐνιων ὁτι δι '
9999804 ἡδομεθα
οὐκ ἀει εἰσιν ἡδεις και χρησιμοι : ἀλλοτε γαρ ἀλλοις ἡδομεθα και ἀλλοτε ἀλλο ἐστι το χρησιμον . μη παραμενοντος
ἑνεκα του ἀγαθου . Ἡδυ δε ἐστιν τουτο οὑ παραγενομενου ἡδομεθα , ἀγαθον δε οὑ παροντος ἀγαθοι ἐσμεν ; Πανυ
9999804 ξυλωδες
ἐχοντα τιν ' ἡδονην αἱ ῥιζαι δε ἀβρωτοι δια το ξυλωδες ἠ πικρον ἠ ὁλως δυσχυμον ἠ ἀχυμον : διαφορα
το ἀγγειον ἀποτακησεται ὡς δι ' ἠθμου , το δε ξυλωδες ἐν τῳ ὀθονιῳ μενει . Χαμαιδαφνη ῥαβδους ἀνιησι πηχυαιους
9999804 εὐδιᾳ
: οὐδετερου γαρ ἡ χαρις εὐνοιαν γεννᾳ . Ἐν μεν εὐδιᾳ σπανιον το ναυαγησαι , ἐν δε εὐβουλιᾳ το ἀτυχησαι
μετα της ἀγουσης ὁλκαδος , ὁ δε πολυ τοὐναντιον ἐν εὐδιᾳ τε δια - περαιωθηναι , ὡς φασι , παρεσχεν
9999804 σκληρα
τεκτονες οὑτως . τα δε μοχθηρα σιδηρια δυναται τεμνειν τα σκληρα μαλλον των μαλακων : ἀνιησι γαρ ἐν τοις μαλακοις
σωφρονιστης και ἐπανορθωτης : ἀπο γαρ των λοιπων τα μεν σκληρα τα δε μαλλον προς ἑτερα , πλην του ἐπιτιμητου
9999804 ἐθεραπευε
τοις Κορινθιακοις λογοις εἰρηκα , παραγενομενος ἐς την Ῥωμην ὑστερον ἐθεραπευε μεν τον Ἀπολλωνιον , ἐπηφιει δ ' αὑτον τῳ
. ὁ γαρ Μαρινος ἐμμενων τῃ παραδοθεισῃ σεμνοτητι των φιλοσοφων ἐθεραπευε μεν τα εἰκοτα τον Θεαγενη : και οὐκ ἠν
9999804 θαλλῳ
μηδαμως ἑλκομενον προς την ὀψιν , οὑτος ἐστω ὁ τῳ θαλλῳ στεφομενος , ὁν δ ' ἀν ἀτενες ἀποβλεποντα και
, ἐπει ἀραμενος αὐτο εἰσεκομισεν ὁ πατηρ εἰς το βουλευτηριον θαλλῳ ἐστεμμενον και μελανα ἀμπεχομενον , ὡς ἐλεεινοτερον φανειη ὑπερ
9999804 ἀμετρῳ
τας ψυχας ἡμων ἐπεισιοντα μη παραδεχεσθαι . ἀκολουθει γαρ τῳ ἀμετρῳ πλουτῳ και ἀκολαστῳ συνημμενη και ἰσα , φασι ,
πεποιημενων , οἱς ἡδυνεται ποιησις , εἰς κορον ἐγκαταμιγεντων τῃ ἀμετρῳ λεξει , ὁ ποιουσιν ἀλλοι τε πολλοι και οὐχ
9999804 αἰσχυνη
μεν τουτο ἐν σπουδῃ , σοι δε οὐκ ἐργον , αἰσχυνη δε ἀπεστι της χαριτος , τι οὐ διδως ;
βροτολοιγος ἰδησι ἠ Φαινων κρυοεις ὀλοον τοδε σημα δαμαρτι ἐσσεται αἰσχυνη τε και οὐκ ἐπι δηθα μενουσιν , ἠν δ
9999803 κτητικη
ἐμαυτου οἰκου δεσποζω . φαινεται δε ὁτι παρηξεν αὐτον ἡ κτητικη συνταξις και ἡ προσθεσις του ἀρθρου , ἁπερ οὐκ
παραδεξασθαι την ἐμειο , καθο κυριωτερα λεξις , λεγω ἡ κτητικη ἀντωνυμια , δυναμενη και ἑνεκα μετρου και ἑνεκα λογου
9999803 θωρακες
το Εὐριπιδου , καταχαλκον ὁραν πεδιον τοτε φησεις ἀληθως . θωρακες δε οὑτως ἀλληλων ἐχονται ὡστε εἰ και γυμνον ταξαις
μελλων ῥησω : ῥηδην , και διαρρηδην : δρυφακτοι ξυλινοι θωρακες : τα διαφραγματα : ἠ τα περιτειχισματα : ἠ
9999802 θαυμαστῃ
κατορωρυγμενα πλησιον ἐκεινα , τα δε ἰυγγι τινι ἀπορρητῳ και θαυμαστῃ δε το ὑδωρ ἐκεινο ἐκ των ἀσκων ἑλκει ,
. ταυτα τοι και τεθνεωτα ἐθαψεν αὐτον ὁ βασιλευς ταφῃ θαυμαστῃ . τεθνεωτων δε πολλων και σαλευοντων ὑπερ του ζην
9999801 φοινικα
ἐχθρον , ἀλλ ' αὐτος παρελθων τα βραβεια και τον φοινικα ἀναδος και στεφανωσον , εἰ θελει , και ταις
Ὁτι ἀναθηλαι λογος ἐστι Δηλιος φυτα ἐν Δηλῳ ἐλαιαν και φοινικα , ὡν ἁψαμενην την Λητω εὐθυς ἀποκυησαι , τεως
9999801 οἰκοδομικη
ἐστι το ὁλον τοιουτον , ὁτι ἐπει οὐ μονον ἡ οἰκοδομικη ἐπιδεχεται τουτον τον ὁρισμον ἀλλα και πασα τεχνη ,
ὑλας λαμβανουσαι συμφορητον ἐκ τουτων ποιουσι το τελος , ὡς οἰκοδομικη και τεκτονικη και πολιτικη , το αὐτο συμβαινει :
9999801 βουλωμεθα
προτασεων παντος του προτεθεντος προβληματος . δει , ὁταν τι βουλωμεθα ὑπαρχον τινι ἠ μη ὑπαρχον κατασκευασαι , πρωτον ἐκλαβειν
ὑμετεροις . Ὡσπερ γαρ ἐν τῃ τεκτονικῃ , ὁταν εἰδεναι βουλωμεθα το ὀρθον και το μη , τον κανονα προσφερομεν
9999801 μανιᾳ
δηθεν ἐλεους ἐχομενον καθ ' ἑαυτον βουλευσαμενος , ταχα τῃ μανιᾳ της φιλαργυριας εἰς τουτο συνελαθεις , οὐχι δε συμπαθειᾳ
την αὐτου του καλλους ἀχραντον τε και καθαραν ἰδεαν ἐξορμωσαν μανιᾳ σωφρονι των ψυχων , “ ὁσαι Ζηνος ἐγγυς και
9999801 εὐπρεπες
το μεν οὐν προτερον μετα την ἀπαγγελιαν ὁλης της χρειας εὐπρεπες ἐστιν ἐπενεγκειν , οἱον Ἰσοκρατους του ῥητορος τους εὐφυεις
δε ἐπελθουσης ὑπεδυετο αὐτον μισοπονηρια μεν δια το της βασιλειας εὐπρεπες , εὐλαβεια δε περι του μελλοντος : ἀρχην γαρ
9999801 Ὀδυσσειᾳ
τε δαιμων ” ἀντι του ἐμαρτυρησε . και ἐν τῃ Ὀδυσσειᾳ “ ξεινοδοκος μεν ἐγω ” ἐδοξε τισι λεγειν .
. Ι διπλη ὁτι ὀνοματοθετικος ὁ ποιητης , και ἐν Ὀδυσσειᾳ παραπλησιως ποιει . οἱ δ ' εὑδειν ὠρνυντο κατα
9999800 ἐκινηθη
: και εἰ τουτο , ματην ἀρα και την ἀρχην ἐκινηθη . ἀλλ ' οὐδεν ματην ἡ φυσις ποιει ,
ταυτην καταλυσαντων Μακεδονων , πολλα των πατριων τοις Ἰουδαιοις νομιμων ἐκινηθη . οὑτως μεν κἀνταυθα φησιν περι των παρα Ἰουδαιοις
9999800 ἀτελη
τον υἱον αὐτου γραφειϲα πολλων εἰϲ το παντελεϲ λειπομενη νοϲηματων ἀτελη την των λοιπων περιεχει θεωριαν πη μεν αἰτιων πη
συνδεδεμενα , κλειδας συμπεφυκυιας , τραχηλον κολοβον παχυν , ἀκρα ἀτελη , παρειας σαρκωδεις , μετωπον στρογγυλον , βλεμμα κωφον
9999799 ἐμπλεα
. ἀναμεστα ] πληρη . , πεπληρωμενα , γεγεμισμενα , ἐμπλεα . και . . . Βουφονιων ] ἁπαντα φλυαριαι
και γαρ και τοιϲι κακοχυμοιϲι ἱερειοιϲι τα κρεα χαλαζηϲ ἐϲτι ἐμπλεα . ἠν δε πολλον αἰρηται ἀπο των ἐνδοθεν ἡ
9999798 Κρητικη
ἀφροδιϲιαϲ . ἀντι κομαρεαϲ ἀμμωνιακον θυμιαμα . ἀντι κιϲηρεωϲ γη Κρητικη . ἀντι κυφεωϲ ἰϲχαϲ κεκαυμενη . ἀντι κηρυκων ὀϲτρεα
. εἰσι δε δυο γενη της βοτανης , ἡ μεν Κρητικη , ἡ δε Ἀσιατικη . ὁ δε Πλουταρχος πλειονα
9999798 χειμωνοϲ
: καλα δε και , ὁϲα θερουϲ μεν ψυχροτερα , χειμωνοϲ δε θερμοτερα . τινεϲ δε και τῳ ϲταθμῳ δοκιμαζουϲι
ἐπιμελειϲθαι ῥητεον . κατακεκλιϲθαι τοινυν προϲηκει τον νοϲουντα ἐν οἰκῳ χειμωνοϲ μεν ἀλεεινῳ , θερουϲ δε ψυχεινοτερῳ , ἡϲυχιαν δε
9999798 οἰδα
; διοτι φυλην περιμενω σφοδρα φιλονεικουσαν λαχειν τιν ' : οἰδα γαρ ὁτι παντα πραγματ ' ἀνατριαινωσω κροτοις . τι
” Ὁ αὐτος εἰπε : „ μονον οἰδα ὁτι οὐκ οἰδα „ . Εὐριπιδης ὁ των τραγῳδιων ποιητης εἰπεν ὁτι
9999798 εὐτυχιᾳ
ᾑπερ οὐ προσεδεχοντο προτερον τας σπονδας , δοκουντες τῃ παρουσῃ εὐτυχιᾳ καθυπερτεροι γενησεσθαι : και τους ξυμμαχους ἁμα ἐδεδισαν σφων
πολιν ὠδυρετο ; πολις γαρ αὑτη τας ἀλλας ὁσον ἐν εὐτυχιᾳ πολλῳ τῳ μετρῳ παρηνεγκε , πανταχοθεν αὑτην λαμπραν και
9999798 ϲτυπτηρια
ἀναλαμβανοντεϲ ἐριῳ το ἡμετερον φαρμακον ἀκρωϲ ἐνεργουν : ἐϲτι δε ϲτυπτηρια ὑγρα και μελι και ῥοδινον ἰϲα ἐπ ' ὀλιγον
τουτων τινι και ἀκανθηϲ Αἰγυπτιαϲ ὁ καρποϲ και ἡ ϲχιϲτη ϲτυπτηρια , του δε ῥοδου και το ϲπερμα και τα
9999797 ἐγεννηθη
ἐμον αὐχενα τριψει . ” Λυκος τις ἁδρος ἐν λυκοις ἐγεννηθη , λεοντα δ ' αὐτον ἐπεκαλουν . ὁ δ
προχοαις : τριτων ποταμος Λιβυης , ἐν ᾡ ἡ Ἀθηνα ἐγεννηθη [ ἀφ ' οὑ και Τριτογενεια ὀνομαζεται ] .
9999797 ἡδυσμα
: ⌈ προς Γ το γητειον ⌈ : ὁτι Γ ἡδυσμα ⌈ τι ἐστιν , οὐχ , ὡς ἐν τισιν
λιβανωτος και | ἁλες , ὁ μεν συμβολον του μηδεν ἡδυσμα εὐωδεστερον ὀλιγοδεϊας εἰναι και ἐγκρατειας παρα σοφιᾳ δικαζουσῃ ,
9999797 δυστυχιᾳ
κατηγορον αὐτην τουτων γινεσθαι φησι , τουτεστιν , οἱ κομπαζοντες δυστυχιᾳ περιπιπτοντες ὑστερον αὐτοι ὑπ ' αὐτων ἐξελεγχονται , ἐπι
τουτο γνωρισμα εἰναι ἐπιχωριον και νομιμον Ἀττικον των ἐπι τοιαυτῃ δυστυχιᾳ τετελευτηκοτων και μη ἐν Ἀθηναις ταφεντων . Διδυμος δ
9999797 ἐθεραπευσε
ἀλλ ' ἡ μετα μετρου του προσηκοντος ἐναλλαξ αὐτων χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα
ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω Περσων τινος πορευθεις
9999797 φυλακα
ὡν φλεχθεις ὠλετο . Ῥυτηρα : ῥυστην , βοηθον , φυλακα . Τυφαονιον : του Τυφωνος . ὀλετηρα : φθορεα
λωβαις , οὐδε χωρις ὀντ ' ἐμου : τοιον πυλωρον φυλακα Τευκρον ἀμφι σοι λειψω τροφης ἀοκνον ἐμπα , κεἰ
9999797 Φαρναβαζου
τα πεδια οὐδε ἐν τῃ Φρυγιᾳ ἐδυνατο στρατευεσθαι δια την Φαρναβαζου ἱππειαν , ἐδοξεν αὐτῳ ἱππικον κατασκευαστεον εἰναι , ὡς
Ἀθηναιοι ἐπι Κυζικον . οἱ δε Κυζικηνοι των Πελοποννησιων και Φαρναβαζου ἐκλιποντων αὐτην ἐδεχοντο τους Ἀθηναιους : Ἀλκιβιαδης δε μεινας
9999797 ληφθεισα
ἡμων ὀψεως προς την ἀνατολην ἐκβαλλομενη εὐθεια , ἑξακις αὑτη ληφθεισα τον ζῳδιακον καταμετρησει κυκλον ὡστε δυο αὐτην ἀποτεμνεσθαι ζῳδια
την ἐξωθεν , ὡς ἐτυχεν , ληφθεισαν και ὁν ἡ ληφθεισα προς την ἑτεραν . Ὁ ἀρα συγκειμενος . ,
9999797 θαυμαζετε
οὐν ἐτι τας των τυραννων τυχας ὡς μακαριων ζηλουτε και θαυμαζετε , δι ' ἁς εὐπετως ἑκαστα ἐπεξιασιν , ὡν
δοκω σπουδαιολογησαι μαλλον ἠ παρα ποτον πρεπει , μηδε τουτο θαυμαζετε . ἀγαθων γαρ φυσει και της ἀρετης φιλοτιμως ἐφιεμενων
9999796 μακρῳ
, ἠν νοσημα ἐμπεσον διαφθειρῃ , ταυτης δ ' αὐ μακρῳ πραγματωδεστεραν νομιστεον , ᾑ τα των ἀνθρωπων ὁ ἀρχων
αὐτους κατα κρατος ἐνικησεν . Ὁτι Ταρκυνιος Γαβιους πολιορκων χρονῳ μακρῳ και μη δυναμενος ἑλειν τον ἑαυτου παιδα Σεξτον πληγαις
9999796 Ἀναλυτικα
δυο βιβλιοις και ἐν τοις ἀλλοις δυο τοις μετα ταυτα Ἀναλυτικα αὐτα ἐπεγραψεν . ἀλλ ' εἰποι τις , οὑ
ἐπιχειρηματων οἱον τε εὐπορειν : προς δε την κρισιν τα Ἀναλυτικα προτερα και ὑστερα . δια μεν οὐν των προτερων
9999796 φρικωδες
. ιβʹ . Το θηριωδες φθινοπωρον , καρδιαλγιαι και το φρικωδες και τα μελαγχολικα . Πολλων ζητουμενων λογων ἐν τῳ
πριν δη τις ἀδυτων ἐκ μεσων ἐφθεγξατο δεινον τι και φρικωδες , ὠρσε δε στρατον στρεψας προς ἀλκην . ἐνθ
9999795 ἀγριᾳ
εὐμαρης ἠν ὁ βιος αὐτοις γῃ τε λυπρᾳ και θαλαττῃ ἀγριᾳ μαχομενοις , ὀλιγους τινας ἐν τῃ νησῳ λειπομενοι ἀπανιστανται
Αἰγυπτῳ και Συριᾳ ἡμερος , κατα τα ἀλλα ὁμοια τῃ ἀγριᾳ , καρπον φερουσα ἐμφερη κηκιδι , ἀνωμαλον , στυφοντα
9999795 θυμοειδη
ἐν οἰκισκῳ στερεῳ τε και εὐσχημονι ἱδρυται γενναια ἰσχυρα ἀνοσα θυμοειδη ξυν καιρῳ , [ και ] χαριεντα δε των
φυσει ἀθυμον λαβῃ , ταχυ τουτο διεπραξατο : ἐαν δε θυμοειδη , ἀσθενη ποιησας τον θυμον ὀξυρροπον ἀπηργασατο , ἀπο
9999795 κτητικα
ἰδιαν ποιοτητα σημαινει , ὀρθως οὐδε τα ἀπ ' αὐτων κτητικα ἐπι πληθους νοειται , λεγω δε το Ἑκτορειος και
σχηματιζομεναι , ἐχουσι τινα παρεκδεδραμηκοτα παρα τας εὐθειας : τα κτητικα των εἰς κος ληγοντων παρα γενικας σχηματιζεται , ποιμενικον
9999795 ἡσυχια
ἐοικοτα μορφᾳ , οὐκετι πορσω , και τα ἑξης . ἡσυχια δε φιλει μεν συμποσιον : τῃ μεν οὐν εἰρηνῃ
και το πληρωσαντα αὐθις ἀπορρειν , και ἡ μετα τουτο ἡσυχια του ῥευματος οὐκ ἐᾳ παρα τοις ὑετοις εἰναι την

Back