. . . . . . . . . . ρκα μγ : Μεταξυ δε και ἀνωτερω των ποταμων Τρυβακτρα
γοʹ ιδ Κοττιαρα μητροπολις . . . . . . ρκα ιδ Βαμμαλα . . . . . . .
9999800 Σικελιᾳ
. : Οἰκησαντα μεν ἐν Κιλικιᾳ , κολασθεντα δε ἐν Σικελιᾳ . Ἡσιοδος δε : τον ποτε Κιλικιον θρεψαι πολυωνυμον
και οὑτως ἐτεχνωθη τα περι τους στιχους . Ἐν τῃ Σικελιᾳ τῃ νησῳ περι τα ὀρεινα αὐτης λεγονται γενεσθαι οἱ
9999773 Πελοποννησῳ
Ἀπιος : ἡ ὀγχνη καλουμενη γενικως , ὁτι πρωτον ἐν Πελοποννησῳ γεγονεν : Ἀπια δε ἡ Πελοποννησος . ἠ παρα
„ ἀντι του ἐρητυετε . Δωριον , μαλιστα των ἐν Πελοποννησῳ Δωριεων . γινεται δε οὑτως : παραλαμβανομενης δοτικης πτωσεως
9999769 δεδοσθω
Δημοσθενους στοχασμον , ὁτι συνεστηκεν : ἀλλ ' ἐστω , δεδοσθω ἀνῃρησθαι παρα του Ἀρισταρχου Νικοδημον : τις με ἐλεγχει
εἱλετο δε κληιδ ' εὐκαμπεα χειρι παχειῃ Πηνελοπη . ” δεδοσθω δη και τουτο : ἀλλ ' ἐκεινα οὐ δοτεα
9999755 σανιδα
περι τινων ἀμφισβητουντας , ἀφικομενους δευρο ἐφ ' ὑψηλου τοπου σανιδα θεντας ἐπιβαλλειν ψαιστα , ἑκατερον χωρις : τους δ
ἐθαψαν αὐτον οἱ ἑταιροι ἐπανω του ταφου αὐτου κωπην ἠ σανιδα πηξαντες ἐκ της Ἀργους . και ὁ μεν Μοψος
9999753 ἐθαυμασθη
παρα τοις ἱερευσιν , ἀλλα και παρα τοις ἀλλοις Αἰγυπτιοις ἐθαυμασθη , δοξας τῃ μεγαλοψυχιᾳ των πεπραγμενων ἀκολουθον πεποιησθαι την
φιλοις δε λιμην . μονος δε ὡν ἰσμεν μαλιστα μεν ἐθαυμασθη , ἡκιστα δε ἐφθονηθη . τοις λογοις μεν ἐξεπληττε
9999752 Περσιδα
. ] μεν γαρ ἱστορειν ὁτι τεθνηκοι και τον την Περσιδα συντεταχοτα κυκλικον ποιητην [ . ] ὁτι και ἀπο
πεντε ἐπι ξεινης ἐγενηθην . ἐπηλθε γαρ Βαβυλωνα τε και Περσιδα και Αἰγυπτον τοις τε μαγοις και τοις ἱερευσι μαθητευων
9999749 φυλακῃ
παρ ' αὐτον , ὁ δ ' ἐκεινον μεν ἐν φυλακῃ ἀδεσμῳ εἰχεν , αὐτος δε προσβαλων τῳ τειχισματι ἐξαπιναιως
παρ ' ἀποντος λαμβανοιμεν . Οὐκ ἀρα τῃ των νομων φυλακῃ και τῳ καλλει των ἀρχων μονον ἀκολουθεις τῳ γενει
9999742 γληχωνα
σκευαζομενον οὑτω : δει λαβειν ὑσσωπον βοτανην , ἐτι δε γληχωνα και ὀριγανον και ἰσχαδας ζʹ ἠ θʹ . και
πυρικαυτα και παρατριμματα . Δικταμνον λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ ἠ κατα γληχωνα , τα δε ἀλλα παραπληϲιον αὐτῃ . το δε
9999741 ὀλιγα
ἐαν εἰπῃς την δικην ἀρτι , νικησεις ζ παραμενει σοι ὀλιγα των ὑπαρχοντων η ληψῃ την φερνην και σκορπισεις αὐτην
Ἡδυ χελωνης κρεα φαγειν ἠ μη φαγειν : της χελωνης ὀλιγα κρεα βρωθεντα στροφους ποιει , πολλα δε καθαιρει :
9999741 κρυσταλλῳ
ὑποψοφουν ἡσυχῃ εἰς βαθος , ἡ δε ὡς ἑστωτι τῳ κρυσταλλῳ θαρσει διαθει τε πρωτη : εἰ δε μη οὐκ
Γενναται δε ἐν τῃ Ἰνδικῃ . Ὁμοιος δε ἐστι τῳ κρυσταλλῳ , ἐξαυγος καθα και ὁ κρυσταλλος . Ὁ μεντοι
9999739 ὁποσα
, οὐδε ἐς ὁτιουν περιελᾳ ψευδος , καθεξει δε , ὁποσα οἰδε , μειον οὐδεν ἠ ἁ ἐμυηθη . ἐγω
ἐθελουσι ταυτ ' ἀσκειν , ἀγωνας τε αὐτοις προειπεν ἁπαντων ὁποσα ἐγιγνωσκεν ἀσκεισθαι ἀγαθον εἰναι ὑπο στρατιωτων και προειπε ταδε
9999738 ἐνεθυμηθη
Χωρις γαρ του μη τρεπεσθαι το θειον , οὐτε το ἐνεθυμηθη οὐτε το ἐνενοησεν δηλωτικα μεταμελειας ἐστιν : [ το
ᾠχετο . Εἰ τοινυν μητε Θρασυβουλος ἀπεγνω τα πραγματα μηδε ἐνεθυμηθη , τι δ ' ἀν εἰεν ἑβδομηκοντα ἀνθρωποι προς
9999738 ἐτεα
της Ἀσιης . Τους δε Σκυθας ἀποδημησαντας ὀκτω και εἰκοσι ἐτεα και δια χρονου τοσουτου κατιοντας ἐς την σφετερην ἐξεδεξατο
μη πολλῳ χρησθαι . Καλλιγενει , περι πεντε και εἰκοσιν ἐτεα γεγενημενῳ , καταῤῥοος : ἡ βηξ πολλη : ἀνηγε
9999736 κολοφωνιαϲ
, ἁλων ἀμμωνιακων ⋖ β , κηρου # Ϛ , κολοφωνιαϲ # Ϛ , μυρϲινου # β : ὀξει λειουται
, κηρου , τερεβινθινηϲ ἀνα # Ϛ . Κηρου , κολοφωνιαϲ , βουτυρου ἀνα λι . α , πιϲϲηϲ ξηραϲ
9999731 Κυκλωπες
τι κατακρυπτουσιν , ἐπει σφισιν ἐγγυθεν εἰμεν , ὡς περ Κυκλωπες τε και ἀγρια φυλα Γιγαντων . ” τον δ
και μεθυσαντες τυφλουσιν αὐτον . του δε βοωντος προσηλθον οἱ Κυκλωπες παντες , ἀκουσαντες δε βοωντος αὐτου Οὐτις με ἐτυφλωσε
9999731 Ἀχιλλεα
και ὁ Πρωτεσιλαος τοιουτον παρεχεται σχημα , ὑπερ δε τον Ἀχιλλεα Πατροκλος ἐστιν ἑστηκως . οὑτοι πλην του Ἀγαμεμνονος οὐκ
Ἑκτορα κορυθαιολον , τον δε Διομηδην βοην ἀγαθον και τον Ἀχιλλεα ποδαρκην και τον Αἰαντα ὁτι παμμεγας τις ἠν ,
9999729 σαλπιγγες
διαστημα συν - ῃρεθη . ὡς δ ' αἱ τε σαλπιγγες το πολεμικον ἐσημαινον και συνηλαλαξαν αἱ δυναμεις ἀμφοτεραι ,
δρομωι ξυνηψαν ἀστυ Καδμειας χθονος ] . παιαν δε και σαλπιγγες ἐκελαδουν ὁμου ἐκειθεν ἐκ τε τειχεων ἡμων παρα .
9999728 Σικυωνι
. γογγρου μεν γαρ ἐχεις κεφαλην , φιλος , ἐν Σικυωνι πιονος , ἰσχυρου , μεγαλου και παντα τα κοιλα
ἡ οἰκουμενη μεστη γεγονεν . τι δ ' Ἀριστρατος ἐν Σικυωνι , και τι Περιλλος ἐν Μεγαροις ; οὐκ ἀπερριμμενοι
9999728 ἐταχθη
αὐτοις ταξει κατα γενος διεστη και ταις δημιουργικαις αἰτιαις ἀναλογον ἐταχθη . ὡς γαρ ἐκει πρωτα και μεσα και ἐσχατα
μηδενα ὀκνειν φοβον ἠ κινδυνον εὐδοκιμων . οὑτος δ ' ἐταχθη μεν ἡγεισθαι των κατα μεσην ἀγωνιζομενων την φαλαγγα και
9999728 σπονδυλῳ
δεξιος αὐτου ὀφθαλμος φορουμενος ἐνδον συν τῳ πρωτῳ της οὐρας σπονδυλῳ ὁμου τε και ἰδιως φορουμενοι ἐν χρυσῳ ἀγγειῳ μεγαλας
∠ ʹ γʹ νο ιε γʹ του ἐν τῳ γʹ σπονδυλῳ διπλου ὁ βορειος . . . . . .
9999727 ψυχροϲ
παντα κεκτηται . ὁ δε ϲικυοϲ ἡττον μεν του πεπονοϲ ψυχροϲ και ὑγροϲ , μαλλον δε διουρητικοϲ και δυϲπεπτοϲ και
ἐχει μηδεν περιεργαζομενουϲ . εἰ δε ἠτοι θερμοϲ ἱκανωϲ ἠ ψυχροϲ ὑπαρχοι , τῳ μεν θερμῳ τοὐναντιον ἐπιτεχναϲθαι , καταγαιουϲ
9999726 δρασω
δε εἰπουσης : Δος μοι περιπλοκαςἀνεβοησεν : Οἰμοι , τι δρασω ; δυσι κακοις μεριζομαι . Ὀζοστομος και ὀζοχρωτος ,
ζην ἐν ἀθυμιᾳ και τοιουτοις αἱρουμαι κακοις . ἀλλα τι δρασω ; τους μεν ἀπελασω , ποιησω δε το περι
9999726 ψηφιεισθε
ὑπο τουτων πολιτων ὀντων ἐπεβουλευεσθε ὁπως μητ ' ἀγαθον μηδεν ψηφιεισθε πολλων τε ἐνδεεις ἐσεσθε . τουτο γαρ καλως ἠπισταντο
' ὁτι και δικαια και εὐορκα και συμφεροντα ὑμιν αὐτοις ψηφιεισθε και πασῃ τῃ πολει . Περι μεν οὐν της
9999724 ὀλιγ
[ . ] ειν φθονων [ . ἀγαθοι ] ? ὀλιγ [ . ] ψε . [ Ἀντωνεινος : κυριε
τοι πολλ ' ἐπιστασθαι λεγειν . εἰς δ ' εὐγενειαν ὀλιγ ' ἐχω φρασαι καλα : ὁ μεν γαρ ἐσθλος
9999720 Δημητριῳ
, τουτο Ξενοκρατης ; πολλ ' ἀγαθα δοιεν οἱ θεοι Δημητριῳ και τοις νομοθεταις , διοτι τους τας των λογων
ταις πιστεσι ῥᾳδιως παραδεχεσθαι την διηγησιν . παρα μεν οὐν Δημητριῳ τῳ Φαληρει φασιν ἐν ἐπιλογῳ και μετ ' ἐπιλογον
9999719 ὀποπανακα
το Ϲικυωνιον ἐλαιον μικτεον και καϲτοριον , ἐνιοτε δε και ὀποπανακα , εἰ ψυξεωϲ αἰϲθηϲιϲ αὐτοιϲ προϲγιγνεται , και χαλβανην
ὀξει ἑρπυλλον ἠ ϲπονδυλιον και ὀϲφραντα δε προϲαγειν καϲτοριον και ὀποπανακα χαλβανην . διανοιξανταϲ δε το ϲτομα μελικρατον ἐνϲταζειν και
9999719 εὐωδεα
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ὑστερας τα εὐωδεα : ἐπην δε καταφρονησῃ , πισαι φαρμακον κατω ,
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ῥινας τα εὐωδεα . Ἠν δε πλειονα χρονον αἱ ὑστεραι ἐξισχωσι και
9999717 τυρῳ
θ ' ὁλον τῳ σιλφιῳ μαστιξον εὐ γε και καλως τυρῳ τε σαξον ἁλσι τ ' ἠδ ' ὀριγανῳ .
τα βοσκηματα , ἀφ ' ὡν τρεφονται και γαλακτι και τυρῳ και κρεασιν : ἀκολουθουσι δε ταις νομαις μεταλαμβανοντες τοπους
9999716 πυροϲ
ϲτεαρ , και μετα το καλωϲ λειωθηναι ἑψει ἐπι μαλθακου πυροϲ ἑωϲ ἀμολυντου ϲπαθιζων ταιϲ των φοινικων ῥαβδοιϲ . Κηρου
βδελλιον λειοτριβηθεν ἐμπλαϲϲεται μετα το ἀρθηναι την ἐμπλαϲτρον ἐκ του πυροϲ : εἰ δε λιπαρον τυγχανοι και μη δυναιτο λειωθηναι
9999714 Αἰσχινη
ἐφη , ποιον τιν ' ἡγεισθαι δει ; οὐκουν , Αἰσχινη , και κατα σου τα ἰαμβεια ταυθ ' ἁρμοσει
ἐκεινος ἐλυσε τα πλοια λαβων , οὐχ ἡ πολις , Αἰσχινη . Φερε δ ' αὐτα τα ψηφισματα και την
9999712 ἐβληθη
συνεσταλμενως και βαρυτονως ἀναγνωναι , ἐπαλτο , τουτεστιν ἐπαλθη , ἐβληθη το κλεος αὐτων εἰς Αἰθιοπας . βαρυ δε σφιν
. συλληφθεις δε ὑπο των βουκολων του Ἰφικλου ἐν φυλακῃ ἐβληθη . και ἐκει ὠν ἠκουσε λεγοντων των σκωληκων ἐλαχιστον
9999710 φαλαγγα
ἀπο των ἐναντιων αὐτομολειν παριππευσαντας δε και παραλλαξαντας αὐτων την φαλαγγα ἐπιστρεψαντας κατα νωτου την ἐμβολην ποιησασθαι . τουτων οὑτω
ὀντες ἐβιασθησαν , και συχνους ἀποβαλοντες κατεφυγον προς την ἰδιαν φαλαγγα . ἡ μεν οὐν των παρ ' ἀμφοτεροις ἱππεων
9999710 θυριδα
οἰωνοις προσεξων . εἰτ ' ἐκειθεν ἐπι την των θυσιων θυριδα μετῃει , δι ' ἡς ὁ καπνος ἀνιων ἀπηγγελλε
κατα ἀριθμον τε και τοις παλαι ὁμοια ἀποθειναι και την θυριδα δε ἀφανισαι τα μεν αὐτης λιθῳ ἐνοικοδομησαντα , τα
9999710 Ἀλκαιῳ
τεκεν υἱον , ὁ Αἰας του Αἰα , ὡς παρα Ἀλκαιῳ , Αἰαν τον ἀριστον : ταυτα παντα κατα ποιητικην
ἀμφι ῥεεθρα , πελει δ ' ἀρα λαινον οὐδας . Ἀλκαιῳ δ ' ἐπορουσε Μεγης Φυληιος υἱος : και ῥα
9999710 ἀσπαλαξ
τον Φινεα τιθησιν ἐξ ἀνθρωπου σπαλακα : δια τουτο νυν ἀσπαλαξ και λαβρος φαγειν και τυφλος τα ὀμματα . Ἐπει
ἐστι τα ὑποφαινοντα ἐξω τους ὀδοντας , οἱον ὑς , ἀσπαλαξ , και εἰ τι τοιουτον ἀλλο . Ἀϊκτηρ :
9999709 σπλαγχνα
ἐξουσιας διεφθαρμενος , οἰδων τε την ψυχην και ζεων τα σπλαγχνα δια τον ἐρωτα της παιδος , οὐτε τοις λογοις
, και ξυεται , και ἀσιτος ἐων τα ἑωθινα τα σπλαγχνα ἀμυσσεται ὡς ἐπιτοπουλυ , και ὁκοταν ἐγειρῃ τις αὐτον
9999708 κλητικῃ
εὐσεβες και το εὐσεβες , και ὡς δεδεικται ὁμοφωνουσι τῃ κλητικῃ του ἀρσενικου και οὐχι τῃ αἰτιατικῃ , τον εὐσεβη
του ος το τ και το τ ἀποβαλλεται ἐν τῃ κλητικῃ , οἱον θεραπων θεραποντος ὠ θεραπον , γερων γεροντος
9999708 ἐμνησθη
κορυφην ἐχειν ἀναγκη το τριγωνον ἠ ἐκτος . Νυν πρωτον ἐμνησθη του παραπληρωματος ἐν τῳ μγʹ θεωρηματι , το δε
συμπασα πως εἰχεν ἡ χωρα . Οὐδ ' ὁ ποιητης ἐμνησθη Ἑλληνων , Ἀργειους αὐτους ἀποκαλων , ἀλλα Θεσσαλους μονον
9999707 κτωμεθα
. οὐ γαρ ἐκ του πολλακις ἰδειν την ὁρατικην δυναμιν κτωμεθα , ἀλλ ' ἐχοντες αὐτην προτερον οὑτω ταις ἀπ
πραγματων , και ὁλως παντα τα ἀγαθα δι ' αὐτην κτωμεθα . Ὁτι τοινυν τοις ἑλομενοις τον κατα νουν βιον
9999707 ἐτυγχανε
. Ταυτην δε Διονυσος μεν ἠρα , ἐρων δε οὐκ ἐτυγχανε . Μη τυγχανων δε μηχαναις το λειπον τῃ γνωμῃ
γαρ πινῳ δε οἱ αὐσταλεος χρως , ἀπεσκληρυμμενος τῳ ῥυπῳ ἐτυγχανε . φοιβησαντες οὐν λαμπρυναντες , καθαραντες : φοιβον γαρ
9999706 σοφωτατῳ
καιτοι ἰσως ἀτοπον βαρβαριζοντα των πολιτων μαλιστα τῳ ἑλληνικωτατῳ και σοφωτατῳ χαιρειν και ξυνειναι , καθαπερ εἰ τις μικρου τυφλος
ἐξ ἐμευ ὑποκειμενῳ ἀκεο . Βασιλευς Αἰγυπτιων Ἀμασις λεγει Βιαντι σοφωτατῳ . Ἑλληνων . Βασιλευς Αἰθιοπων ἐχει προς ἐμε σοφιας
9999705 ῥητωρ
? ἀρχας οὐ μονον ἀγαθος ἐστιν διαλεκτικος και γραμματικος και ῥητωρ και τελειως ὁ καλος ἐπι πασαις ταις τεχναις ,
μετα ἠθους προαγουσιν αὐτον , ὡσπερ τον προς Λεπτινην ὁ ῥητωρ ἐποιησε : και δει ἐν τουτοις βαθυτερᾳ τῃ μεταχειρησει
9999704 ὑδατωδουϲ
δυναμιν ἑλξινῃ ψυχουϲαν τε και ὑγραινουϲαν . ἐϲτι γαρ οὐϲιαϲ ὑδατωδουϲ ψυχραϲ , διο και χωριϲ ϲτυψεωϲ ἐμψυχει : ταυτ
τε και κραϲεωϲ . ἐχει μεν γαρ τι διαφορητικον ἐξ ὑδατωδουϲ οὐϲιαϲ θερμηϲ ϲυμμετρωϲ , ἐχει δε τι και ϲτυπτικον
9999704 ἐθηκα
ἀν δοξειεν , ὡς ἐπ ' ἐκεινοις “ ἐγω σε ἐθηκα δουλον ὀντα ἐλευθερον ” , και “ πεντηκοντ '
ἐστιν οὐδεμια κλισις μετα τα ὁριστικα : ἡμαρτημενοι γαρ ὁ ἐθηκα ἐδωκα ἡκα οὐκ ἐποιησαν μετοχας , ἁπαξ δε μη
9999703 Σφακτηριᾳ
των ἰατρων ʃ ἀληλεομενον . ἐν τῃ νησῳ : τῃ Σφακτηριᾳ . ἐπιλαβῃ : κωλυσῃ . περιγενησεσθαι : ἀντι του
: μεταναστας ποιησαι . τους ἐν τῃ νησῳ : τῃ Σφακτηριᾳ . του δ ' αὐτου θερους . . .
9999701 ἱερεα
, τον δε Μαρωνα οὐ Διονυσου , ἀλλ ' Ἀπολλωνος ἱερεα , δι ' ὁλης της ποιησεως οἰνου μνημονευων :
τουτο μεν γαρ ἐν Μεσσηνῃ τῃ προς τῳ πορθμῳ τον ἱερεα του Ἡρακλεους λεγουσιν ὀνειρατος ἰδειν ὀψιντον Ἡρακλεα ἐδοξε κληθηναι
9999700 Μητροδωρῳ
ὀρνιθιαι βορεαι , μεταξυ ἀργεστης . Ἱππαρχῳ βορεαι ψυχροι . Μητροδωρῳ χελιδων φαινεται , και ἐπισημαινει . Δημοκριτῳ ποικιλαι ἡμεραι
ποδος Ὠριωνος ἐπιτελλει . Αἰγυπτιοις προδρομος ὡρᾳ αʹ πνει . Μητροδωρῳ ζεφυρος ἠ ἀργεστης . ιθʹ . ὡρων ιγ ∠
9999699 ἠθελε
. ἑψομαι , εἰ εἰδον , τι ἡ κοινη φυσις ἠθελε , και ἑαυτους ἐπαιδαγωγησαν : εἰ δε ἐτραγῳδησαν ,
προσεφη κεχολωμενος , ἠ κεν ἐγω τον : ἀλλα μοι ἠθελε θυμος ἐνι στηθεσσι φιλοισι των ἀλλων ψυχας ἰδεειν κατατεθνηωτων
9999699 βαροϲ
ἐϲεϲθαι και μαλιϲτα των οὐρων ἐλαττωθεντων . προϲ τουτοιϲ δε βαροϲ ἐπιϲημον και ἀλγημα και ταϲιϲ ἐν τοιϲ καθ '
κατακαιει τα κατα την γαϲτερα , μηδε ἀναδοθηναι δυναμενα δια βαροϲ . ἀμεινον οὐν γευεϲθαι πολλων ἐφεξηϲ ἀλλων ἐπιϲκοπουμενον εἰλικρινη
9999698 Πειραιεα
το μεν ἀστυ της πολεως ἑαλωκος καταλιποι , τον δε Πειραιεα πολιορκουμενον , αὐτος δε μολις διασωθεις ἡκοι : και
τῳ Φιλονεῳ της αὐτης ὁδου ἁμα μεν προπεμψαι εἰς τον Πειραιεα τον πατερα τον ἐμον φιλον ὀντα ἑαυτῳ , ἁμα
9999698 βραχεα
πολλα Ἑκαταιου του Μιλησιου κατα λεξιν μετηνεγκεν ἐκ της Περιηγησεως βραχεα παραποιησας , τα του φοινικος ὀρνεου , και περι
ἐντος ἀδικα γιγνεται . Τα δ ' ὀνοματα αὐταις τιθεσθαι βραχεα , ἱνα εὐανακλητα ᾐ . εἰναι δε χρη τοιαδε
9999697 ἐθηκε
' εἰπε , / [ το παραδειγμα τουτο της γυναικος ἐθηκε , ] δια το την ⌈ ἐννην / [
θηκεν θεος , ὁς περ ἐφηνεν . λααν γαρ μιν ἐθηκε Κρονου παις ἀγκυλομητεω . ὁτι Ζηνοδοτος γραφει ἀριδηλον και
9999697 λοπαδα
πατανια και κακκαβια και λοπαδια ὡς ἑτερον ὀν παρα την λοπαδα τουτο τῳ σχηματι . και κακκαβον δε την κακκαβην
Φοινικιδης δ ' ὡς εἰδεν ἐν πληθει νεων μεστην ζεουσαν λοπαδα Νηρειων τεκνων , ἐπισχετ ' ὀργῃ χειρας ἠρεθισμενας :
9999697 Δημητηρ
ᾑ το προς τους θεους εὐσεβες ἀναμεμικται . οἰδε ταυτα Δημητηρ και Κορη και Σαραπις και Ποσειδων και ὁ την
τουτο ὑπερβαλλοντως εὐσεβη την πολιν δειξαι βουλομενος . ὡν ἡ Δημητηρ και Κορη . το ” οὐρανιοις “ δε ”
9999696 χαλεπη
την ἐν τουτοις φρονησιν ἀγουσα ἡμας ἐπιστημη βραδεια ἐστι και χαλεπη νεοις , μαλλον δε ἀδυνατος εἰς ἀγενειων και μειρακιων
ἠγουν ἀναρχος δοκουσα και ἀπειθης . δεινον το κοινον : χαλεπη και βιαιος ἡ φυσις αὑτη ἐξ ἡς γεγοναμεν ἡμεις
9999696 ὑδατωδεα
ἀλγηματος ἀναδρομαι ἐς καρδιην , πυρετωδεες , φρικωδεες , ἀνεμεουσαι ὑδατωδεα , λεπτα , πλεονα , παρενεχθεισαι , ἀφωνοι ,
των οὐρων κακιστα , τοισι δ ' αὐ παιδιοισι τα ὑδατωδεα , ἡττον δε ὀλεθρια γινονται τα μελανα των ἐχοντων
9999695 κοπρῳ
, ἐπην ἁπαξ ἐκ των μητρεων ἐξελθῃ , χρονος τῃ κοπρῳ ἐν τῃ κοιλιῃ τοσουτος , ὡστε σαπεισης και χρονισασης
βληχρον και ἀσινες , και ἐξηλθε το πονεον ξυν τῃ κοπρῳ . Ἠν δε ἡ κοιλιη πληρης ἐουσα πολλον ἐχῃ
9999694 ὠφεληθησῃ
θ καταλλαγησῃ τοις κυριοις καματῳ ι δωσεις τα γραμματα και ὠφεληθησῃ α οὐ κληρονομησεις την γυναικα β λεγε την δικην
τον τοπον σου ἑως γηρως ε ἐαν συναλλαξῃς ἑτερῳ , ὠφεληθησῃ Ϛ οὐχ ἑξεις ὠφελειαν ἀπο του φιλου σου ζ
9999693 Καριᾳ
ὡς ὁρατε , στρηνιω : δειπνον γαρ οὐτ ' ἐν Καριᾳ , μα τους θεους , οὐτ ' ἐν Ῥοδῳ
ὀφθαλμους κατα το φθινοπωρον και πολλοις τοποις ἐσεσθαι τα σημεια Καριᾳ , Ἰωνιᾳ , Αἰγυπτῳ , Ἀραβιᾳ , Βαβυλωνιᾳ ,
9999692 Θησεα
αὐτου ἐκει κατακρημνισ - θειη . ὀστρακισθηναι δε πρωτον Ἀθηνησι Θησεα ἱστορει Θεοφραστος ἐν Τοις πρωτοις καιροις . ἀρχοντες :
ποιουμενοι περι πλειονος ἠ δοξαν ἀθανατον . οὐκ ἠγνοουν Αἰγειδαι Θησεα τον Αἰγεως πρωτον ἰσηγοριαν καταστησαμενον τῃ πολει . δεινον
9999692 ὠφελιᾳ
Ὁμηρον και κατα Σιμωνιδην κλεπτικη τις εἰναι , ἐπ ' ὠφελιᾳ μεντοι των φιλων και ἐπι βλαβῃ των ἐχθρων .
ποτερον οἱ Ἑλληνος παιδες τους ἀλλους ἠ οἱ ἀλλοι τουτους ὠφελιᾳ : ὠφελειαν εἰωθεν ὁ Θουκυδιδης την συμμαχιαν καλειν καθ
9999690 λαρνακα
Παρνασσιακος . ἐκαλειτο δε προτερον Λαρνασσος δια το την Δευκαλιωνος λαρνακα αὐτοθι προσενεχθηναι . ἐνιοι δε φασιν ἀπο Παρνασσου Παρνασσον
Κυψελου το ἀπ ' αὐτου γενος οἱ ὀνομαζομενοι Κυψελιδαι την λαρνακα ἐς Ὀλυμπιαν ἀνεθεσαν , τας δε λαρνακας οἱ τοτε
9999689 χαλινῳ
τον της ποιητικης κορυβαντα , ὡστε μαλιστα πειστεον τηνικαυτα τῳ χαλινῳ και σωφρονητεον , εἰδοτας ὡς ἱπποτυφια τις και ἐν
, ὀρθῃ τῃ κεφαλῃ τρεχει : τον δε ἀγεννη τῳ χαλινῳ ὡς εἰς εὐσχημοσυνην βιαζου . παραφυλακτεον δε ὁτι τους
9999688 βελεα
εὐθυν ἀκοντων ἱεντα ῥομβον παρα σκοπον οὐ χρη τα πολλα βελεα καρτυνειν χεροιν . Μοισαις γαρ ἀγˈλαοθˈρονοις ἑκων Ὀλιγαιθιδαισιν τ
ἀλληλους τρωσητε , ἀλληλους δ ' ἐληϊσαν , ἀλληλων ἀλεεινοντες βελεα στονοεντα . αἱ δη τοιαυται συνταξεις ἐν ὀρθῃ και
9999688 Μενανδρῳ
που δε και χλαιναι και ῥηγεα σιγαλοεντα και οἱ παρα Μενανδρῳ καυνακαι , και χειμωνος σισυραι και το παρ '
το στεφανουν , ὡς παρα τε Θεοπομπῳ ἐν νζʹ και Μενανδρῳ ἐν Αὑτον πενθουντι . Στειριευς : Ὑπερειδης κατ '
9999687 οἰνωδεα
ὁ Ἀρκας την κιχλην ὀνομασι πολλοις φησι καλεισθαι : κιχλην οἰνωδεα , την καλαμηες σαυρον κικλῃσκουσι και αἰολιην . Νικανδρος
. , οἱ δε την ἰσομεγεθη ὀροβῳ ἀκροχορδονην . οἰνον οἰνωδεα : οὐχ , ὡς τινες , τον ἁπαλον και
9999687 ἐμβληθῃ
ἰοβολα τα ψυχοντα και σηποντα . Ὁταν εἰς τους πιθους ἐμβληθῃ το γλευκος , εἰς μετρητας δεκα πρασιου μναν ἐμβαλλε
ἐτι ζεον και ὠγκωμενον το ἐνθεμα παραχρημα εἰς το ὑποδεχομενον ἐμβληθῃ , πασα ἀναγκη προ του την ἑνωσιν γενεσθαι ,
9999685 δορᾳ
, ἐχον φολιδας μελαινας ἐν τῃ ῥαχει και ἐν τῃ δορᾳ , ἰοβολον και ὁρμητικον ἐπ ' ἀνθρωποις . ἐναντια
, τολμα δε ἀμαχος : και θαρρουσι δυο ὁπλοις , δορᾳ τε εὐτονῳ και ὀδοντων κρατει : μαχονται δε και
9999685 εὐωνυμῳ
ὀπισθιον σφυρον : ὁ δ ' ἐν τῳ ὀπισθιῳ και εὐωνυμῳ πηχει ἐν μεσῳ κειται τῳ γαλακτι , ὁ δ
ταξεως ἐν τῃ τοτε ἡμερᾳ ἠν . ἐπι δε τῳ εὐωνυμῳ ἐπεταξεν ἡγεμονα Ἀμυνταν τον Ἀρραβαιου . προεταχθησαν δε αὐτῳ
9999684 γλυκυν
' ὑστεραιῃ παλιν προστιθεσθαι μεχρι μεσημβριης , και ἐπιπινετω οἰνον γλυκυν , μελιτι τον οἰνον ξυμμισγουσα . Κλυσμα ἠν ἡλκωμεναι
το δηγμα ὑδατι ψυχρῳ καταντλητεον , τοιϲ δε παλαιοτεροιϲ | γλυκυν δοτεον μετα θερμου πολλου . μετα δε τον ἐμετον
9999683 χαλκεα
ποιῃσιν ἐπιχλοοι ὑγρα μετωπα πετραι σαργον ἐχουσιν ἐφεστιον ἠδε σκιαιναν χαλκεα και κορακινον ἐπωνυμον αἰθοπι χροιῃ , και σκαρον ,
πελεκυν : τον Σιμωνιδην οὐν νεον ὀντα βαδισαι προς τον χαλκεα κομιουμενον αὐτον . ἰδοντα δε και τον τεχνιτην κοιμωμενον
9999683 σφαλῃ
τῳ ὀντι ὠσι και προς τινα εἰπων τις τι ἀγνοιᾳ σφαλῃ . και οἱ τετρακοσιοι δια τουτο οὐκ ἠθελον τους
δ ' ἐστι θνατον . ἀλλ ' ᾡτινι μη λιποτεκˈνος σφαλῃ παμπαν οἰκος βιαιᾳ δαμεις ἀναγκᾳ , ζωει καματον προφυγων
9999682 μιαϲ
ζηλοτυπιαι [ τρ ? ? ! [ } ] ϲυλλαβηϲ μιαϲ . τι ; πυρ . } ] ! ὀνομα
, δια τε τηϲ του μεϲοπλευριου μετριαϲ ἐπιτομηϲ ἠ και μιαϲ ἐκκοπτομενηϲ πλευραϲ μηνιγγοφυλακοϲ ὑποβληθεντοϲ βελουλκητεον . ὁμοιωϲ δε κἀπι
9999681 Διοκλεα
προς ἀλληλους . και τους Μεγαρεις ἐπαινει ἐπι τῳ τετιμηκεναι Διοκλεα ἐμπεσοντος πολεμου ὑπερασπισαντα του ἰδιου ἐρωμενου και ὑπερ [
νομῳ . Ἀλλ ' ἐστιν ἀνθρωπου γε . Ναι τον Διοκλεα , ἐμα γα . Τυ δε νιν εἰμεναι τινος
9999679 Αἰγυπτωι
' ἐστι κου και γινετ ' , ἐστ ' ἐν Αἰγυπτωι : πλουτος , παλαιστρη , δυναμις [ ] ,
τοτ ' , αὐταρ ἐπειτα ] / Βουσειριν μεν ἐν Αἰγυπτωι [ κτανεν , ἐν Λιβυηι δε ] / Ἀνταιον
9999679 φαλαγγι
, οἱ δ ' ὡς ἀπο τυχης τινος ἠ φαλαγξ φαλαγγι ἠ λοχος λοχῳ ἠ ἀνηρ ἀνδρι συνεπεσον , ἱππεις
Βραχυτερας Ἀρμενιας μυριους ἱππεας και Δορυλαος . . . ἐν φαλαγγι ταττομενους , Κρατερος δ ' ἑκατον και τριακοντα ἁρματα
9999679 ἰϲχιαδικοιϲ
ἁρμοττει και παϲι τοιϲ ὑπο ψυξεωϲ ἐνοχλουμενοιϲ τα ἀρθρα και ἰϲχιαδικοιϲ καταλληλον : ἀναιρει και ϲκωληκαϲ και φθειραϲ ἀγριουϲ και
τα φυλλα , τηϲ δε ῥιζηϲ αὐτηϲ το ἀφεψημα πινομενον ἰϲχιαδικοιϲ βοηθει πλευριτικοιϲ τε και αἱμοπτυϊκοιϲ ἀρτηριαϲ τε τραχυτητι μετα
9999677 Αἰγυπτιῳ
τα τεκνα και τους των φιλων παιδας ὁμηρους παρα τῳ Αἰγυπτιῳ ἐγκαταλιπων και τους μεγιστους ὁρκους παραβας βασιλει δοξῃ τι
∠ ʹ λδ ∠ ʹγ : ἀπο δε μεσημβριας τῳ Αἰγυπτιῳ πελαγει και τῳ Συριακῳ κατα περιγραφην τοιαυτην : μετα
9999676 φοβεισθε
γε ἡμας τους ἀλλους . εἰ δε ὑμεις οἱ νεοι φοβεισθε , ὡσπερ ἐν Καρι ἐν ἐμοι ἐστω ὁ κινδυνος
τον ἀνδρα . κατεγνωτε και της θεου ἀκρασιαν , εἰ φοβεισθε ὑπ ' ἀνδρος αὐτην θεραπευεσθαι . μη συγκαθιζετω μοι
9999675 νεκρῳ
ἀμεινον δε το πρωτον ἐπιφερει : ἐναγιζει ʃ ἐπιτιθει τῳ νεκρῳ . κυπαρισσινας : δια το ἀσηπτον εἰναι ἐνεστι :
του μικρον ἐμπνειν τουτον . εἰτα δυσχεραινουσα φησι τῳ ἀθλιῳ νεκρῳ , ἱν ' ᾐ : νεκρῳ ὀντι ἀθλιῳ .
9999674 λιμνη
: νικη νικητης : ἀλη ἀλητης : κομη κομητης : λιμνη λιμνητης : πλην του τεχνιτης : στυλιτης : στηλη
και χερρονησον ταυτην ποιουσιν , ἀλλα δη και ἑτερα τις λιμνη μεγαλη ἐμβαλλουσα ἐς αὐτας ὀπισθεν του προ της πολεως
9999674 θελησῃς
σκωπτων φησιν : ὀψοφαγει Κλειοι : καταμυομεν : ἠν δε θελησῃς , ἐσθε μονη . δραχμης ἐστιν ὁ γογγρος ἁπας
ἀκουσαι ἐπειγῃ , ἐπειδαν δε ἀκουσῃς ἁπαξ , οὐ μη θελησῃς ἀκηκοεναι : ἠθικον ἐπιρρημα , ἀντι του ἀληθως :
9999673 ἐδοθη
τριτον προσωπον και συστολῃ της ἀρχουσης , ἐτεθη τεθησομαι , ἐδοθη δοθησομαι . Δυϊκα . Τεθησομεθον , τεθησεσθον , τεθησεσθον
ἀπατηθεις ἐπεστρατευσε και κατοπιν ἐπραξε . και τοις Ἀθηναιοις χρησμος ἐδοθη τειχος Τριτογενει ξυλινον διδοι εὐρυοπα Ζευς : ἐδηλου γαρ
9999673 ὁρωσα
των ὑπατων ἀρχην μειωσειε μητε την των δημαρχων , ἑκατερον ὁρωσα μεγαλων κινδυνων αἰτιον ἐσομενον . Ἐπει δε κἀκειθεν ἀπηλαθησαν
και Δομετιανῳ μελαγχολωντι : ἀλλ ' εἰ ἡ ψυχη ἀνω ὁρωσα προς τον του παντος βασιλεα συντεταμενη και ἀρχομενη ἐκειθεν
9999671 πεψεωϲ
ἐν ἀκμῃ δε ὀντοϲ του νοϲηματοϲ , προφανειϲηϲ δηλονοτι ϲαφεϲτατηϲ πεψεωϲ , μηδενοϲ των ϲπλαγχνων βεβλαμμενου , τοιϲ εἰθιϲμενοιϲ κατα
ἐπι γυναικων ἐπιμηνιου καθαρϲεωϲ ἐκραγειϲηϲ . χρη δε κἀπο τουτων πεψεωϲ προηγηϲαμενηϲ και ἐν ἀκμῃ τηϲ νοϲου την ἐκκριϲιν γενεϲθαι
9999671 αἰγιδα
ἡ Ἀθηνα , ἡ κυαναιγις , ἠγουν ἡ μελαιναν ἐχουσα αἰγιδα . ἀνεπηδησε δε ὁ Βελλεροφοντης γενομενος δηλονοτι ἐν ὀρθῳ
ἐπαυρειν ἐν γαιῃ ἱσταντο λιλαιομενα χροος ἀσαι . ὀφρα μεν αἰγιδα χερσιν ἐχ ' ἀτρεμα Φοιβος Ἀπολλων , τοφρα μαλ
9999670 ἐδοκεε
: ὁσοι προτερον οὐκ ἐδοσαν Δαρειῳ πεμψαντι , τουτους παγχυ ἐδοκεε τοτε δεισαντας δωσειν : βουλομενος ὠν αὐτο τουτο ἐκμαθειν
ἐσιναντο ἐσβαλοντες οἱ βαρβαροι : ἐμηδιζον τε γαρ και οὐκ ἐδοκεε Θεσσαλοισι . Ὡς δε ἐκ της Δωριδος ἐς την
9999670 σπηλαιῳ
τον καιρον ἐπι τας νομας , τας δε ἡμερας ἐν σπηλαιῳ αὐτον ἀναπαυεσθαι , ὡς τινας οἰεσθαι παντοτε αὐτον κοιμασθαι
πολυς ἠν αὐτων και φυγη . ἐληφθησαν δ ' ἐν σπηλαιῳ κρυπτομενοι Οὐαριος τε και Ἀλεξανδρος και Διονυσιος ὁ εὐνουχος
9999669 λαβῃς
δημοσιᾳ μετ ' ἀξιοπιστιας ἐκδικος γινῃ σαυτου , κἀν μη λαβῃς , λοιδορεις , και γινεται σοι τεχνη του ποριζειν
ἀνδρα και καλα πραττοντα τιμᾳς ἠ ὡς ἀδικουντα , ἠν λαβῃς , κολαζεις ; Κολαζω , ἐφη : οὐ γαρ
9999667 θη
] [ ] ! [ . . . ] ! θη [ [ ] τιον ? ? [ [ ]
] [ ] ι ? Καμαριν ? [ ] [ θη ] ! [ ] [ ης ] ! [
9999666 ϲυκα
. α , περιϲτερεωνοϲ ποαϲ ξηραϲ # α : τα ϲυκα δει ἀποβρεχειν ὀξει δριμυτατῳ και ἑψειν μετα των ἀλλων
ἠ πορφυρων κεκαυμενων τεφραν μετα μελιτοϲ ἠ ὀξυγγιαϲ ἐπιθηϲομεν ἠ ϲυκα ἑψημενα θαλαϲϲῃ ἠ πραϲιον μετα ἁλων . ταϲ δε
9999666 ἀφορᾳ
ἐκτεινομενον και προς την πολιν κατα βραχυ συστελλομενον . και ἀφορᾳ μεν ὁ κολπος ἐκ νοτου την λοιπην θαλασσαν ,
ὁ πατος , ὁ κωλος αὐτων . . βλεπει ] ἀφορᾳ . . αὐτος καθ ' αὑτον ] ἠγουν μεμονωμενος
9999666 ὡμιλησε
ὁ Ἀβδηριτης σοφιστης και Δημοκριτου μεν ἀκροατης οἰκοι ἐγενετο , ὡμιλησε δε και τοις ἐκ Περσων μαγοις κατα την Ξερξου
φυσιν δοκουσα εἰναι ἐς την Πελοποννησιων δυναμιν λογοις τε πρεπουσιν ὡμιλησε και ὀργῃ πιστιν παρασχομενη ἐπεισεν . και νυν μη
9999664 Χαιρεα
και Καλλιροης παραμυθιον . ” εἰσελθωμεν “ ἐφη , ” Χαιρεα . “ ὑπερβας οὐν τον οὐδον και θεασαμενος ἐρριμμενην
παλαι . ἀλλως ἐδεισα ] . σοι μεν αὑτη , Χαιρεα . σοι δ ' ἐγγυω ] ταυτην , ἐμαυτου
9999664 εἱλεσθε
. ἀλλ ' οὐδ ' αὐτον , ὁν οὑτως ἀρχοντα εἱλεσθε , φυλαξαι ἠ σωσαι ἐδυνηθητε , ἀνανδρως δε προυδωκατε
ἀλλοτριον ἐπαινειν ; τοιγαρουν ἀγρυπνειτε και κᾳεσθε , ἀπαλλαγην ὡν εἱλεσθε εὑρειν μη δυναμενοι . ιγʹ . Ὁ καλος ἀν
9999663 Ἀλλῳ
, εἰκοτως παραιτειται το κατοχος ὑπο των Νυμφων γενεσθαι . Ἀλλῳ γαρ ἀλλα καθηκει και ἀλλῳ προς ἀλλους οἰκειοτης :
; και ὁ Δημωναξ , Δρωπακισθηναι τοτε αὐτον κελευσον . Ἀλλῳ δε τινι στρατοπεδων ἁμα και ἐθνους του μεγιστου την
9999663 κινηθῃ
: χολωδεϲ γαρ τουτο το νοϲημα : και ὁταν ϲφοδρωϲ κινηθῃ , ῥιγοϲ ἐργαζεται . εἰ μεν οὐν ἀλογωϲ ἐπιϲχεθῃ
τοιαυτῃ , ὡς ἡνικα ἡ ὑλη ὑπο της φυσεως ὠθουμενη κινηθῃ προς ἐκκρισιν : ταυτης δε κινουμενης μερος φερεται προς
9999662 Κυρηνη
την ἡρωιδα , ἀφ ' ἡς τοὐνομα ἐλαβεν ἡ πολις Κυρηνη , μεταγει τον λογον . ἀπο δε Ἠοιας Ἡσιοδου
Κορινθια γαρ ἠν . τα δε ὀνοματα αὐτων Λαϊς , Κυρηνη , Λεαινα , Σινωπη , Μυρρινη , Σκιωνη .
9999661 σοφωτατη
βραβευσει την νικην ; ” ἀλωπηξ δε , δικαια και σοφωτατη , ἐταξεν ὁδον των δρο - μων την εὐθειαν
οὑτω μεν δη και τουτους ἀλληλοις συμμαχειν και ἐπικουρειν ἡ σοφωτατη φυσις ἐξεπαιδευσεν . Ἐλλοχωσιν οἱ κροκοδειλοι τους ὑδρευομενους ἐκ
9999661 κυνηγεσιῳ
Νομητορα ὁ Ἀμουλιος ἐξηλασε και Αἰγεστην τον Νομητορος υἱον ἐν κυνηγεσιῳ ἀναιρει , την δε ἀδελφην Αἰγεστου , θυγατερα δε
τον Ὠριωνα πληξαι , και οὑτως ἀποθανειν , ἐπειδη ἐν κυνηγεσιῳ ἀκοσμως αὐτην ἐβιασατο : ὁν Ζευς ἐν τοις λαμπροις

Back