καρποφορειν . πδʹ . δενδρων θεραπεια ἑκαστην βλαβην ἰωμενη . πεʹ . πως ἐστι μεγαλα δενδρα και ἐγκαρπα μεταφυτευσαι .
πεʹ . [ Ἀπο Μινωας ἐπι την Κερειαν πλευσεις σταδιους πεʹ ] . Ἐκ της Κερειας , εὐωνυμον ἐχων την
9999931 κρηπιδος
, ἡκων ἐπ ' αἰσχροις . ἐρχεται δ ' ἀνακτορων κρηπιδος ἐντος , ὡς παρος χρηστηριων εὐξαιτο Φοιβωι , τυγχανει
τους Αἰσχινου λογους και τουτων καθαπτεται ὡσπερει τινος ἀρχης και κρηπιδος και προς τουτους ἀποβλεπων την ὁλην κατηγοριαν ποιειται .
9999930 φιλανθρωποι
των αὑτοις οἰκειων ὁσηνπερ των ἀλλοτριων ποιεισθαι , ἱνα μη φιλανθρωποι μονον , ἀλλα και νουν ἐχοντες φαινησθε . Ἰσως
προς αὐτους ὁτι εἰσιν Ἑλληνες τινες ἀνθρωποι οὑτως ἡμεροι και φιλανθρωποι τους τροπους ὡστε πολλ ' ὑφ ' ὑμων ἠδικημενοι
9999929 ἐρχομενῳ
πριν ἠ διαβηναι τον Ἀλφειον , ἐστιν ὀρος ἐκ Σκιλλουντος ἐρχομενῳ πετραις ὑψηλαις ἀποτομον : ὀνομαζεται δε Τυπαιον το ὀρος
πεποιημενα : ἐν δε Ἀρτεμιδος της Ἐφεσιας προς το οἰκημα ἐρχομενῳ το ἐχον τας γραφας λιθου θριγκος ἐστιν ὑπερ του
9999929 ἀκουσα
ἠε και ἐργῳ . πολλακι γαρ σεο πατρος ἐνι μεγαροισιν ἀκουσα εὐχομενης ὁτ ' ἐφησθα κελαινεφεϊ Κρονιωνι οἰη ἐν ἀθανατοισιν
ἰσθι ὁτι οὐκ ἠθελεν ψευδει συγκαταθεσθαι : πασα γαρ ψυχη ἀκουσα στερεται της ἀληθειας , ὡς λεγει Πλατων : ἀλλα
9999928 μανιην
δυσιν το πρωτον : μετα δε πληϊαδων δυσιν χολωδης ἐς μανιην : κρισις περι ἐνατην ἀνευ ἱδρωτος . Περι ἰσημεριην
ἐκλελοιπεν . Γυναιξιν ὁκοσῃσιν ἐς τους τιτθους αἱμα συστρεφεται , μανιην σημαινει . Γυναικα ἠν θελῃς εἰδεναι εἰ κυει ,
9999927 Καλυψους
της ἑτερας Τα ἐν Πυλῳ και Τα ἐν Λακεδαιμονι και Καλυψους ἀντρον και Τα περι την σχεδιαν και Ἀλκινου ἀπολογους
κἀν παθητικοις πολλακις ὁ συνδεσμος οὑτος , ὡσπερ ἐπι της Καλυψους προς τον Ὀδυσσεα Διογενες Λαερτιαδη πολυμηχαν ' Ὀδυσσευ ,
9999927 ὠφελεια
ἐργαζεσθαι και καταμηχανασθαι , ἐξ ὡν αὐτοις οὐδ ' ἡτισουν ὠφελεια ἀν γιγνοιτο . Εἰ οὐν μητε σωματικαις αἰτιαις ἀναθησομεν
ἀν ἀπατηθειη . . ὠ κοινον ὠφελημα ] ὠ κοινη ὠφελεια γεγονως ὁλου του γενους των ἀνθρωπων , ἀθλιε Προμηθευ
9999927 ἀποκεκλικως
μοιρᾳ γʹ ἠ ζʹ , κατ ' ἀμφοτερα οὑτος ἐσται ἀποκεκλικως , και μοιρικως και ζῳδιακως , και οὐκ ἐστιν
τον τουτου συνεργον , ποτερον ποτε ἐπικεντρος ἠ ἐπαναφερομενος ἠ ἀποκεκλικως , ἀνατολικος ἠ δυτικος , ἠ ἐν οἰκειοις ζῳδιοις
9999927 πεδοι
συγκειμενα δια του ι γραφεται , οἱον ἀληθες ἀληθινος , πεδοι πεδινος , πυκα πυκινος , ταχα ταχινος . το
οὐτᾳ , διαι Δικαςτο μη θεμιςγαρ [ οὐ ] λαξ πεδοι πατουμενας , το παν Διος σεβας παρεκβαντας οὐ θεμιστως
9999926 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999926 ἀμελεια
„ Πλεθρον . ἑκτον μερος σταδιου . Πλημμελεια . πολλη ἀμελεια . Πλημμελειν , το ἀτακτειν και ὑβριζειν και ῥᾳθυμειν
ἐρων , ἡ του τοιουτου ἀπληστια και ἡ των ἀλλων ἀμελεια και ταυτην την πολιτειαν μεθιστησιν τε και παρασκευαζει τυραννιδος
9999926 ἠκουσεν
προσηλθεν ἡγεμων τις : ἠρωτα ποσου ταυτ ' ἐστιν : ἠκουσεν , συνεχωρης ' , ἐπριατο [ . παλιμβολος δε
τῃ τροφιμῃ σου μητρυιαν ἐπαγαγηται . ” τουτων ὁ Λεωνας ἠκουσεν ἀσμενως και “ θεος μοι τις ” εἰπεν “
9999926 φιλαν
πρωτον , ἠ σε ταν πατραν , ἠ σε ταν φιλαν παρθενων δραμωνφρμανει ? ! ! ! ? ταφωι ?
οὐδε βιαιον οὐδ ' ὀλιγαρχικον προσταττουσιν , ἀλλα τοὐναντιον παντα φιλαν - θρωπως και δημοτικως φραζουσι πραττειν . και πρωτον
9999925 συνηθες
ὀθονιων : ἐφεξης δε δι ' ἐλαιου τριβεσθω , καθοτι συνηθες ἠν αὐτῳ , κἀπειτα γυμναζεσθω πληθει μεν ἰσα γυμνασια
νυν κατα τον ἀρχαιον της διαλεκτου τροπον Οὐελια ὀνομαζεται . συνηθες γαρ ἠν τοις ἀρχαιοις Ἑλλησιν ὡς τα πολλα προτιθεναι
9999925 Ἐπιδαμνου
ἀλλα φανερων και αὐτοθεν ἐκμαρτυρεισθαι δυναμενων : οἱον ὁτι ἐξ Ἐπιδαμνου προς τον Θερμαιον κολπον ἡ ὑπερβασις ἐστι πλειονων ἠ
φρουρους τε και οἰκητορας ἀπαγειν , ὡς οὐ μετον αὐτοις Ἐπιδαμνου . εἰ δε τι ἀντιποιουνται , δικας ἠθελον δουναι
9999925 φιλαληθως
θεσιν του ὀνοματος : μονον εἰη δικαιως και ἐμφρονως και φιλαληθως ἐν αὐτοις διαγιγνεσθαι . Ἀρκτεον δε ἐντευθεν . προειπων
ἀληθειαν σημαναι . ὁτι γαρ ἐν τοις τοιουτοις μαλιστα πως φιλαληθως ἱσταται , ὁ και κατατρεχει των ἀλαζονικωτερον ἱσταμενων ἐν
9999925 ἐμβαλουσα
την ἀνθρωπον ἀκρατως ἠνεμωσθαι . οἰκτον γε μην και δακρυα ἐμβαλουσα παντας , ὡς και τους ἀτεγκτους τε και ἀτεραμονας
και εὐθυς μετα τον ἐγκαθισμον ἡ μαια λελιπασμενον τον δακτυλον ἐμβαλουσα και τον ἐγκειμενον θρομβον πραεως διαλυσασα κομιζεσθω . Χρονιζουσης
9999924 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999924 ἐκπιπτουσι
οὑτως ἐχει , και τοδε : τοισι γαρ βουσι τοτε ἐκπιπτουσι μαλλον οἱ μηροι ἐκ της κοτυλης , ἡνικα ἀν
δε των Ἀθηναιων αἱ μεν μαλιστα ὁρμησασαι τρεις διαφθειρονται και ἐκπιπτουσι προς την πολιν των Χιων , και ἀνδρες οἱ
9999924 φοβουμενη
ἀχρι νυν παρα ποταμους βοωσι και λιμνας . Ἡνικα Ῥεα φοβουμενη Κρονον κατεκρυψεν ἐν τῳ κευθμωνι της Κρητης τον Δια
φαυλοτεροις μειζω και διατελει δη τουτο ποι - ουσα καθαπερ φοβουμενη μη της ἰσχυος αὑτης ἐπιλαθωμεθα . ἐγω δε ὁτι
9999924 ζωσαν
, φανερον ἐξ ὡν φησιν ” ἐξαγαγετω ἡ γη ψυχην ζωσαν ” οὐ κατ ' εἰδος , ἀλλα „ κατα
: εἰτ ' ἐμβαλων τον γλοιον τῃ κακαβῃ , τιτανον ζωσαν λειωσας , ἐπιπασε ὡς ἀλευρον μεχρι πηλωδους συστασεως και
9999924 ἐχετωσαν
! ] ? [ ! ! ! ! ] μη ἐχετωσαν ? μητε [ ] ἀρετης στεφανον ? [ ]
ἡ ΒΓΔ της ΑΒ ἐφαπτεσθω κατα το Β , και ἐχετωσαν ἀντεστραμμενα τα κυρτα , και συμπιπτετω πρωτον ἡ ΒΓΔ
9999924 ἀκουσατε
ἐζησα ἐκει . Και νυν ὁσα ἐγω ὑμιν ἐντελλομαι , ἀκουσατε , τεκνα , του πατρος ὑμων , και φυλαξατε
βουλεται . προς δε ταυτα τι παραινω νυν πραττειν , ἀκουσατε μου . ἐγω τον δημον οὐτ ' ἀδιαλλακτως οἰομαι
9999924 Ὀρχομενῳ
ἀναστησαντες αὐτον ἑως Ἀρκαδιας παρακομιζουσιν , οἰκησαι δε λεγουσιν ἐν Ὀρχομενῳ τε τῳ Ἀρκαδικῳ , και Νησῳ δε λεγομενῃ ,
προτερον . [ Των δε νησων των πλοαδων των ἐν Ὀρχομενῳ τα μεν μεγεθη παντοδαπα τυγχανει , τα δε μεγιστα
9999924 βαλανοι
ἁρμοττει δε ταυτην την ὡραν ἀμυγδαλα πεφρυγμενα , μυρτα , βαλανοι ὀπτοι , καρυα πλατεα , και ἑφθα και ὀπτα
ἐγω κατ ' ἀγρον ἐπειραθην . οἱ δε τηϲ δρυοϲ βαλανοι ἐϲθιομενοι τροφην μεν δαψιλη παρεχουϲι τῳ ϲωματι . ἐϲτι
9999924 οἰκοδεσποτης
μη δηπου . Οἰκιας δεσποτης ἐρεις , οὐχ ὡς Ἀλεξις οἰκοδεσποτης . Ὁνδηποτουν μη λεγε , ἀλλ ' ὁντινουν .
και τοις δε περι κληρονομιας ἠ παρακαταθηκης πυνθανομενοις παραφυλακτεος ὁ οἰκοδεσποτης του θεου μη τυχῃ ἐναντιουμενος τῳ κυριῳ του κληρου
9999924 ἐδειπνουν
τις ἐξω λινων ὑν κεντησειεν : ἑως δε τοτε καθημενοι ἐδειπνουν . Κασανδρος γουν , πεντε και τριακοντα ὠν ἐτων
γενομενα οὑτως ἐτι και νυν διαμενοντα αἰσθανομεθα . Ἐπει δε ἐδειπνουν , ἐδοκει τῳ Γωβρυᾳ το μεν πολλα ἑκαστα εἰναι
9999924 ἐπαθες
μοι , κἀν πεντ ' ἐτη . Τι δ ' ἐπαθες ; Ἐπετριβην ἀπολεσας τω βοε . Ποθεν ; Ἀπο
, πεψαι , το τελευταιον παραθειναι . Τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα κἀλεκτ ' , ἀλλα βουλομαι μονῃ αὐτῃ
9999924 οἰκοι
” [ ὁ λογος δηλοι , ὁτι τοτε μαλιστα και οἰκοι και πολεις ἐρημουνται , ὁταν οἱ προεστωτες χαλεποι ὠσιν
εἰναι δοκουσαι κατεσκευαζοντο , καλουμεναι κοτταβιδες . προς δε τουτοις οἰκοι κατεσκευαζοντο κυκλοτερεις , ἱνα παντες εἰς το μεσον του
9999924 Λευκιος
ὁ τι πρακτεον ἠν . Κατιδων δ ' αὐτον ἀμηχανουντα Λευκιος Ἰουνιος Βρουτος , ἐκεινος ὁ δημαγωγος ὁ τεχνησαμενος ,
ὑπατων ἐγενοντο χιλιαρχοι ἑξ , Γναιος Γενουκιος [ και ] Λευκιος Ἀτιλιος , Μαρκος Πομπωνιος , Γαιος Δυιλιος , Μαρκος
9999924 θαυμασθηναι
ἐκαθημεθα δε ἐν τῃ στοᾳ . και ἀποβλεφθηναι ἐπι του θαυμασθηναι Αἰσχινης εἰπεν ὁ Σωκρατικος . γλωττας δε τας των
. ῥηθεντων δε τουτων των ἐπων , οὑτω σφοδρως φασι θαυμασθηναι τους στιχους ὑπο των Ἑλληνων ὡστε χρυσους αὐτους προσαγορευθηναι
9999923 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999923 οὐρεσι
δ ' ὡς ὁτ ' Ἀρης ἐγχεσπαλος ἠ ὀλοον πυρ οὐρεσι μαινηται , βαθεης ἐν ταρφεσιν ὑλης : . Ο
με και αὐτον θυμος ἀνωγει . ἐστι τις αἰπεινοισι περιδρομος οὐρεσι γαια , παμπαν ἐυρρηνος τε και εὐβοτος , ἐνθα
9999923 πετρα
εὐεργεσιας την ἰσην ἀντιδιδοντες . ἀκρα δε δεικνυται και ὑπαντρος πετρα , ἐνθα ἐξενηξαντο ὀχουντες αὐτον , και καλειται ὁ
γιγνεται χιων , ἠ λισσας αἰγιλιψ ἀπροσδεικτος οἰοφρων κρεμας γυπιας πετρα , βαθυ πτωμα μαρτυρουσα μοι , πριν δαϊκτορος βιᾳ
9999923 προστακτικα
, ἐξ ἀμφοιν δε παν διακριθεν εἰς τα συνεχη και προστακτικα των ὁλων σχισθηναι . Πιθανως δε και την νησον
ἐνεστωτος βραχειᾳ θελει παραληγεσθαι . τιθετω : τα εἰς θι προστακτικα τροπῃ του θι εἰς τω το τριτον ποιει .
9999923 κατεσκευασαν
Ἀπολλον , ἐν τῃ ἐξοχωτατῃ Πυθωνι τον σον οἰκον θαυμαστον κατεσκευασαν . Ἀπολλον , οἱ τεον τε δομον : οἱ
πασαν την δεκατην , εὐωχιας ποιων συνεχεις και πολυδαπανους . κατεσκευασαν δε και Ῥωμαιοι τουτῳ τῳ θεῳ παρα τον Τιβεριν
9999923 ἐδυνηθησαν
ἐμον θειον οὑτοι ἀπεκτειναν και μισθον ἐλαβον , οἱ οὐκ ἐδυνηθησαν ἐμης νοσου λογον εἰπειν , οὐδε ἐξ ἐπομβριας πως
: ἠτοι ἀριθμῳ , ἠ ἀντι του πολλακις . ὁσοι ἐδυνηθησαν ἐν γῃ και ἐν Ἁιδῃ . . . .
9999923 συνειχετο
τοις ἀδικοις ἐναντιουται . ὁδοιπορος πολλην ὁδον διανυσας ἐπειδη κοπῳ συνειχετο , πεσων παρα τι φρεαρ ἐκοιματο . μελλοντος δε
. οὑτος ὡδε ἐκ Κροτωνος ἀπιγμενος Πολυκρατει ὡμιλησε . πατρι συνειχετο ἐν τηι Κροτωνι ὀργην χαλεπωι . τουτον ἐπειτε οὐκ
9999923 ἀνῃρουντο
το στρατοπεδον ὡς διαρπασομενοι τας σκηνας ὑπο των Ἰβηρων παραβοηθουντων ἀνῃρουντο . Θηρων πολυν τον ὀλεθρον ἰδων ἐπεμψε τους κυκλωσομενους
ἡ βακτηρια , ᾡ κεντουντες , φασι , του τυρου ἀνῃρουντο και ἀπησθιον . Την δε γοητικην μαγειαν οὐδ '
9999922 βελτιστην
το μελι : και σμυρναν την στακτην και ἀλλως ὡς βελτιστην τριψας λειην , διεσθαι του οἰνου του αὐτου παρεγχεοντα
ἱεραν οἱ ναυτιλλομενοι φασιν , καθιεναι , και ἐπι την βελτιστην ἀπονοιαν ὁρμησαντες , ἐτι τε και τολμαν και ἀμαθιαν
9999922 πλειουϲ
δε ἐχουϲι την δυναμιν , ὡϲτε και ἐϲθιεϲθαι δυναϲθαι . πλειουϲ μεντοι και τουτων , εἰ τιϲ προϲενεγκοιτο , την
εἰη διαϲεϲηποτα , ἀλλα το μεροϲ , ἐνθα μη νομιζει πλειουϲ μηδε μειζοναϲ εἰναι φλεβαϲ ἠ ἀρτηριαϲ , πρωτον δια
9999922 φιλοπονως
ἀσσιου ἀνθους γο δʹ . τριβε τα ξηρα ἑκαστον ἰδιᾳ φιλοπονως και την τρυγα ἐπιβαλων και λεανας ἐπιβαλε τοις λεανθεισιν
πιτυρον προσεμβαλλουσιν : ἁρμοστον δ ' ἐπιθημα ποιησαντες και πηλῳ φιλοπονως περιχρισαντες ὀπτωσιν ἐν καμινῳ πεντε ἡμερας και νυκτας ἰσας
9999922 κοινα
φρονιμης διαθεσεως και ποτε οὐ γινεται : αὐτα γαρ τα κοινα ἐργα τουτ ' οὐκ ἐμφαινει , παροσον ἐστι κοινα
Ἀθηναιων ἀριστειας ψευσαμενος : μη γαρ ἁ λεγεις μονα τυγχανει κοινα κατα της πολεως ἀδικηματα , ἱνα ταυτα φυλαξαμενος και
9999922 ἀπαγγελλουσι
παρα την ὀπα . Τους ἐν λογοις οὐν αὐτην τετιμηκοτας ἀπαγγελλουσι , τῃ δε Οὐρανιᾳ τους ἀστρονομησαντας : δια γαρ
ἠ ἐπι της δημοκρατιας . εἰ οὐν οὑτοι ἀληθη ταυτα ἀπαγγελλουσι και τα ὑμετερα οὑτως ὡς φασιν ἐχει , πολλη
9999922 ἀπαγγειλας
οὑς τιμωρειται . . θαρσειτε ] ἀγγελος ὁ και προτερον ἀπαγγειλας περι της των Ἀργειων ἐφοδου , οὑτος και νυν
παλιν ὑπο του δημου , την τε νικην της πολεως ἀπαγγειλας , και Τεμενιδου του της Πανδιονιδος ταξιαρχου και συμπρεσβευσαντος
9999922 κατηγορῳ
Ἰωνιᾳ του Ἀπολλωνιου διαλεξεων στειλαι ὁμου χρημασιν , ἁ τῳ κατηγορῳ ἐπεδοθη . Τοιαυτα ἠκροβολισαντο προ της δικης , τα
Εἰκοτως ἀφηκας ἐμοι το προτερῳ γραψαι . τῳ μεν γαρ κατηγορῳ τουτο δεδοται , κατηγορω δε ἐγω : δει δε
9999922 ἐπικρατῃ
; Ὁποτ ' ἀν ὑπερβαλλῃ τα του ἐφημερου γνωρισματα και ἐπικρατῃ τα του φλεγματος , ἐχει μεν τα του μεγαλου
οὐν μη αἰει συμφερομεναι στασιαζωσι και πολεμος ἀντ ' εἰρηνης ἐπικρατῃ την ἀκοσμιαν ἐν κοσμῳ τιθεις , οὐ μονον ἐχωρισε
9999922 βλαβας
Της ἐπιμελειας παντα δουλα γιγνεται . Τα μικρα κερδη μειζονας βλαβας φερει . Το κερδος ἡγου κερδος , ἀν δικαιον
χορον , ὁπως το στασιμον ᾀσῃ . γεγραπται δε και βλαβας ἀντι του τυχας . . παροντα ] τα νυν
9999922 φερομενῳ
γουν ἀγωνιαν προυθηκε , και ἠν τῳ μεν τα πρωτα φερομενῳ ταλαντον το γερας , τῳ δε δευτερῳ τριακοντα μναι
πασι τοις μυσιν ἐνεργησῃ σφοδρα , τῳ δ ' ἐξω φερομενῳ πνευματι πλειστῳ τε ἁμα και ἰσχυροτατῳ κατα την τοιαυτην
9999921 ἐκπιπτει
περιεχοντων την οὐσιαν | αὐτων , οὑτως και το συλληφθεν ἐκπιπτει προδιισταμενης της μητρας . μετα δε την φλεβοτομιαν και
γαρ και ὁ φρονιμος και ὀρθως και ἀληθως συλλογιζεται , ἐκπιπτει δε του τελους πολλακις , ὁ προεθετο ἐξ ἀρχης
9999921 πετραια
ἐπνιξα ἐν ἁλμῃ τουτον εὐανθεστερᾳ , κωβιδι ' ἀττα και πετραια δη τινα ἰχθυδια , τουτων ἀποκνισας τα κρανια ἐμολυν
βλιτοις διαχρω το λοιπον . κοιλιαν σκληραν ἐχεις , τα πετραια των ἰχθυδιων ἀπεσθιε . ἡ τρυξ ἀριστον ἐστιν εἰς
9999921 ἐγεννηθησαν
ἠσαν , ἐστ ' ἀν ἐν τῃ γῃ , ᾑ ἐγεννηθησαν , ἐμαχοντο . συμμαχουντος δε Ἡρακλεος Διι και τουτους
αἱ και τον ἐχοντα ταυτας , μεθ ' οὑ και ἐγεννηθησαν , κατελιπον ; „ ὁτι μηδεις λυπεισθω ἐπι συμφορᾳ
9999921 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999921 ἁρμοζουσαν
χειρουργιαν , εἰ μεν καυτηριῳ χρησαιμεθα , παραληπτεον θεραπειαν την ἁρμοζουσαν ταις καυσεσιν : εἰ δε μη , ἐναιμως ἀκτεον
δικαιον εἰναι χαριν ἀποδιδοναι σε Πλατωνι πασων μεγιστην κἀκεινῳ μαλιστα ἁρμοζουσαν , ἀποδῳης δ ' ἀν εἰ παραγενομενος την ἀκαδημειαν
9999921 Κρεουσης
. τα Νεμεα φασιν ἀγεσθαι ἐπι Ὀφελτῃ τῳ Εὐφητου και Κρεουσης παιδι , ὁν Εὐφητην ἐκαλεσαν οἱ Ἀργειοι τελευτησαντα ὑπο
δε την Ἰαδα , λεγομενην ἀπο Ἰωνος του Ξουθου και Κρεουσης της Ἐρεχθεως , τεθειμενην δε τρισι γενεαις ὑστερον των
9999921 θαυμαζοντα
δε λογων των ἑαυτου . ἐλεγε τε πολλακις και Ἐπικουρον θαυμαζοντα την Πυρρωνος ἀναστροφην συνεχες αὐτου πυνθανεσθαι περι αὐτου διηκουσε
ἐτι νεος τε και εὐηθης ἐστι . Κἀγω γνους αὐτον θαυμαζοντα , Ἀρα οὐκ οἰσθα , ἐφην , ὠ Κλεινια
9999921 ἐϲθιομενοϲ
μετεχει και ϲαφωϲ ἐμψυχει καταπλαϲϲομενοϲ τε κατα του ϲτομαχου και ἐϲθιομενοϲ . Ϲπαρτον . Ϲπαρτου , ᾡ παρ ' ἡμιν
παϲχοντα παραχρημα αἰτειν ὑδωρ : και ἱπποκαμποϲ δε θαλαττιοϲ ὀπτοϲ ἐϲθιομενοϲ ὠφελει : ἐρωτα γαρ φαϲιν ὑδατοϲ παρεχειν το αὐτου
9999921 χωρουσα
ὡς παρα το βω βησω βηλος : χηλος δε ἡ χωρουσα ἑκαστον των ἐντιθεμενων . . . . . .
διαιρεσιν ἡ δε ἀνοδος ἀπο των εἰδικωτατων ἐπι τα γενικωτατα χωρουσα στενοι την διαιρεσιν . το τοιουτον δε ἐοικε δεκαδι
9999921 ἀθροισθηναι
χαιροντων ταις ἁρπαγαις , ὡς ἐν βραχει τῳ χρονῳ δυναμιν ἀθροισθηναι μεγιστην περι αὐτον , οὐκ ἐλαττω των πεντε μυριαδων
ὁτι ἐν παντι μοριῳ διαφορος τικτεται κακοχυμια : ἐνδεχεται οὐν ἀθροισθηναι χολωδη ὑλην ἐν τῳ ὑπεζωκοτι και ἐμφραγηναι και ποιησαι
9999921 θυμοι
Χαρων , χαιρ ' ὠ Χαρων , ἠ που σφοδρα θυμοι ; καρυκκοποιους προσβλεπων βδελυσσομαι . τους Δελφους * *
ἑλκοντες „ ; Δημητριος ὁ Φαληρευς ἐφη , ὡς οἱ θυμοι καθαπερ οἱ κυνες τυφλα τικτουσι τα κριτηρια . Ὁ
9999921 Ἀντισθενην
Ἀμυνων : Ῥητωρ ἡταιρηκως , οὐκ ἰατρος ὁ Ἀμυνων . Ἀντισθενην : ἰατρος θηλυδριωδης . και οὑτος των καταπρωκτων .
το γενεσθαι ἐν προκοπῃ τους περι Σωκρατην , Διογενην , Ἀντισθενην . εἰναι δε και την κακιαν ὑπαρκτην δια το
9999921 Εὐπολιδος
του ἁπλου φυλαττει την κλισιν , Νικοπολεως Ἀμφιπολεως : το Εὐπολιδος Ἀττικον . Ὁ ὀφις του ὀφιος και ὀφεως :
, ἐπαν δ ' ἀνοιξη τας θυρας , τρισαθλιος . Εὐπολιδος : Ὡς πολλα γ ' ἐν μακρω χρονω γινεται
9999921 μελλοντοϲ
. ἐαν τυφθωμεν ἐαν τυφθητε ἐαν τυφθωϲι Μεϲου ἀοριϲτου και μελλοντοϲ αʹ Ἑν . ἐαν τυψωμαι τυψῃ τυψηται Δυ .
Δυ . τυψαϲθον τυψαϲθων Πληθ . τυψαϲθε τυψαϲθωϲαν Ἀοριϲτου και μελλοντοϲ βʹ Ἑν . τυπηθι τυπητω Δυ . τυπητον τυπητων
9999921 ὑποσπονδοι
αὐτα φρονησαντες ἐπολιορκεον αὐτους ἡμερας δυο : τῃ δε τριτῃ ὑποσπονδοι ἐξερχονται ἐκ της χωρης ὁσοι ἠσαν αὐτων Λακεδαιμονιοι .
και ἀργυριον τι ῥητον ἐχοντας ἐφοδιον . και οἱ μεν ὑποσπονδοι ἐξηλθον ἐς τε την Χαλκιδικην και ᾑ ἑκαστος ἐδυνατο
9999921 ἀποτυγχανει
τινων μεν τυγχανει του ὀντος , ἐπι δε των πολλων ἀποτυγχανει . Οὐ μην οἱ γε θεοπεμπτοι καλουμενοι ὀνειροι τουτον
παντα τελειοι , ἡ δε διψυχια μη καταπιστευουσα ἑαυτῃ παντων ἀποτυγχανει των ἐργων αὐτης ὡν πρασσει . βλεπεις οὐν ,
9999921 φαραγγας
τε γαρ τινα ἱλασκονται και ῥειθρα ποταμων και λοφους και φαραγγας , και τουτοις , ὡσπερ ὁσια δρωντες , ἱππους
δ ' ἐπι τον τοπον ὡς εἰδον οὐτε δρυμους οὐτε φαραγγας οὐτ ' ἀλλο χωριον , ἐνθα ὑποκαθιζειν ἐστι λοχους
9999921 κατειπε
γυναικα , ἡντινα Σαδυαττης ἠγαγετο , οὐδεν μνησικακησας ὡν αὐτου κατειπε προς ἐκεινον . Λιξον δε προειπεν εἰς ὀψιν μη
Ἠλγουν τω σκελει μακραν ὁδον διεληλυθως . Ἰθι νυν , κατειπε μοι Το τι ; Ἀλλον τιν ' εἰδες ἀνδρα
9999920 βουλομενῳ
, πολλους ἀγωνιστας ἑξετε της ἀρετης , ἀν δε τῳ βουλομενῳ και τοις διαπραξαμενοις χαριζησθε , και τας ἐπιεικεις φυσεις
ουτε . καιτοι τις οὐκ οἰδεν , ὁτι παντι τῳ βουλομενῳ ῥᾳστον ἐργον ἀν γενοιτο συγχεαι και ἀνελειν ὁμονοιαν ἐκ
9999920 βλαβαι
αἱ των πολλων ὑπερ θεων ἀποφασεις . ἐνθεν αἱ μεγισται βλαβαι [ αἰτιαι τοις κακοις ] ἐκ θεων ἐπαγονται και
ἱνα μη ἐκ του σπουδαζειν παντας προλαβειν συντριβαι ἰσως και βλαβαι παρακολουθησωσιν . Χρη των γεωργηθεντων φειδεσθαι τοπων και μη
9999920 μεταφρενῳ
δε ἐν προϲωπῳ και θωρακι και κοιλιᾳ και πλευραιϲ και μεταφρενῳ , τοιϲ τοιουτοιϲ οὐ δει κατ ' ἀρχαϲ ἐγχειρειν
πλειονος φλογος τῳ τε στηθει και τῳ στομαχῳ και τῳ μεταφρενῳ κολλωμεναι , και πταρμος ἐπιτετηδευμενος ἁρμοδιωτατος τοις ἐπι πληθει
9999920 εὐσχημονως
πιπτει δ ' ἀσφαλες ] ἀσφαλως ἀποβαινει . ἀσφαλες ] εὐσχημονως . ἐπι νωτωι ] ἀσχημονως . δαυλοι . .
παραμπεχειν , ἀντι του περικαλυπτειν . ὁ δε νους : εὐσχημονως οὐ δει τους λογους λεγειν και περιστελλειν και περικαλυπτειν
9999920 συγγενεια
τοις πολεμιοις σχεδον , ἐξ οὑπερ γεγονεν ὁ πολεμος , συγγενεια ἀρχει μια δια τελους , ἡν ποτε κατεστησαν οἱ
γενησεται και νυν πανταχου γινεται : του , ὁση ἡ συγγενεια ἀνθρωπου προς παν το ἀνθρωπειον γενος : οὐ γαρ
9999919 ἐνεπλησαν
ἐπι τους ἡγεμονας ὁρμησαντες και τινας ἀνελοντες ταραχης και στασεως ἐνεπλησαν το στρατοπεδον . μογις δ ' οἱ στρατηγοι των
, ὁ τε Δαφνις ἐβαδιζεν ἐγγυς της Χλοης , ὡστε ἐνεπλησαν ἑως νυκτος ἀλληλους και συνεθεντο θαττον τας ἀγελας της
9999919 εἰπε
ἀπ ' ἐκεινων . νη Δι ' ἀλλ ' οὐκ εἰπε τουτους τους λογους Σωκρατης αὐτος . ἐστω τουτο .
ἐαν μεινῃ ἡ γονη ἐν ταις μητρασι : πληθυντικως δε εἰπε τας μητρας , ἠ ἀφορων εἰς το δικολπον αὐτων
9999919 συμβολικως
την δυαδα , καλως ἐλαμβανετο ὁ Ἀριστοτελης : νυν δε συμβολικως λεγουσι την δυαδα ἀρχην των μεριστων παντων , ἐπειδη
εἰρηται ἐν τῃ Περι ψυχης πραγματειᾳ . παλιν ἡ εὐθεια συμβολικως λαμβανεται εἰς την ψυχην , δια το ποθεν ποι
9999919 ἐξαιρει
του εὐζωμου χυλος καταχριομενος συν λιθαργυρῳ . στιγματα δ ' ἐξαιρει βατραχιον καταπλασθεν ἠ καππαρεως φυλλα ἠ ψιμυθιον συν ὀξει
τι τοιουτον , και ἐχεται , και μογις ἀνασπᾳ και ἐξαιρει . ἐν δε τῳ τεως διεκδυς ὁ κυνηγετης ἀπαλλαττεται
9999919 Ἀγαμεμνων
παρα του κοινου των Ἑλληνων εἰληφεναι . οἱς ἀντιλεγων ὁ Ἀγαμεμνων οὐκ ἀπορει , ὁπως και αὐτος θεραπευσῃ το πληθος
λαχοιην , αἰθ ' οὑτως ἐπι πασι χολον τελεσει ' Ἀγαμεμνων : και μηποτε τα της συνταξεως δοξῃ κατα παρολκην
9999919 δηλωσει
. ὡν δε ἑνεκα , και ὁσα ἐνταυθα ἐπραξαμεν , δηλωσει σοι τα Ῥωμαϊκα γραμματα . ἀπο δε Χωβου Σιγαμην
λυπη , ἀχανεις ποιουσα τους κακως παθοντας . Ταυτα δε δηλωσει και Μενεκρατης ὁ Τυριος . Πεπονθε δε οὑτως Ἰνω
9999919 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999919 πλειονι
ἀξιον : οὑ γε οὐδεν ἐστι βαρυτερον οὐδε ὀφειλομενον ἐπι πλειονι τοκῳ χαριτος . και τουτο ἐστι το ‚ ἀναισχυντον
ἐν ἀνισοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , και ἐν πλειονι μεν ἡ ἐγγιον της συναφης του θερινου τροπικου της
9999919 κεκαυμενα
και δυσσαρκωτους κοιλοτητας ὁσαι συριγγωδεις εἰσι και βαθειαι . ἐρια κεκαυμενα τας πλαδαρας σαρκας ἐπι των ἑλκων ἀποτηκει ταχιστα .
ὀδοντα . μυλας δε ἀρσεως δεομενης αἰρει χωρις ὀδονταγρας , κεκαυμενα λεια και ἐπιπασσομενα κατα κυκλῳ του ὀδυνομενου ὀδοντος .
9999919 κατειληφεν
δυναμεις ἐκ του Δημιουργου την ἀρχην εἰληφεναι καλως ὁ λογος κατειληφεν : οὐδεν γαρ ἀργον , οὐδε περιττον , οὐδε
δε τησδε σεμνοτερον . οὐ γαρ ἑνος πελαγους το μεσον κατειληφεν : ἐξεστι δ ' εἰπειν οὐ πολλην αὐτῃ μονον
9999919 ἑκουσα
ἐλεγον οὐν οἱ ἀνθρωποι , ἀνδρεια γε ἡ Ἀλκηστις , ἑκουσα ὑπεραπεθανεν Ἀδμητου . Τοιουτο μεντοι οὐκ ἐγενετο , ὡς
αὐ ταυτην γλυκυτατην ἐν τῳ παροντι καρπουται . ὁθεν δη ἑκουσα εἰναι οὐκ ἀπολειπεται , οὐδε τινα του καλου περι
9999919 ὑπεκρινετο
γραπτεον , Μαρδις αἰσχυνη πατρᾳ . ὁμωνυμος γαρ εἰναι ἰσως ὑπεκρινετο Μερδιᾳ τῳ Κυρου παιδι , ἀδελφῳ τε Καμβυσου .
των μιμων : και της συμφωνιας προκαλουμενης ἀναπηδησας ὠρχειτο και ὑπεκρινετο μετα των γελωτοποιων , ὡστε παντας αἰσχυνομενους φευγειν .
9999919 οἰκοδομιαις
ἑκαστον ἐν μερει και ῥυομενος και χειρα ὀρεγων και κοσμων οἰκοδομιαις την πολιν διατελεις , μη διαφθειρῃς πολλας και λαμπρας
ἐαν ὁ χαραξ , τουτεστιν το φοσσατον , ταφρῳ ἠ οἰκοδομιαις ὠχυρωται , ἐδοξε δε ἐν τῳ χαρακι εἰσελθειν τους
9999919 κατεταξεν
ξανθην χολην ἐν τοις σιμοις του ἡπατος ἐν ἀγγειῳ τινι κατεταξεν , ὁ κεκληται χοληδοχος κυστις . και τα μεν
των συζυγιων , ἁς ὁ τεχνικος ἐν τῃ αὐτου βιβλῳ κατεταξεν , κατα μερος ἐπισκοπησωμεν ἀπο του τυπτω και λειβω
9999919 ἐναργεστερα
ἐπιστημην προσειπε , τα δε μαθηματα οὐτε δοξαν δια το ἐναργεστερα εἰναι των αἰσθητων , οὐτε ἐπιστημην δια το ἀμυδροτερα
λαβειν τους εἰσιοντας προς τους θεους , νομισαντες μαλλον ἐκεινα ἐναργεστερα εἰναι της θεας του θεου , ᾡ ἑορταζειν προσηκει
9999919 μανιης
τους ἐν τῃ πολει , ἁτε τηλου ἐκδεδημηκως , δοξαζεται μανιης νουσον δια το φιλερημον : σπευδουσι δε Ἀβδηριται ἀργυριου
οἱ θεοθεν ἀπικοντο νουσοι τε και συμφοραι και ἀλγεα , μανιης μεν ἐκεινης ἀπεπαυσατο και θνητην ἑωυτην ὁμολογεεν και τοισιν
9999919 ἐφεστιοι
Λημνου τ ' ἐξελαθεντες ὑπ ' ἀνδρασι Τυρσηνοισιν Σπαρτην εἰσαφικανον ἐφεστιοι : ἐκ δε λιποντας Σπαρτην Αὐτεσιωνος ἐυς παις ἠγαγε
ἀδαημονες οὐδε μοθοιο , ξεινοι δ ' εὐχομεθ ' εἰναι ἐφεστιοι , ὡς γαρ ἀμεινον . Ὡς φατο : του
9999919 ἐξεστι
οἱ παντες Αἰγυπτιοι θυουσι , τας δε θηλειας οὐ σφιν ἐξεστι θυειν , ἀλλα ἱραι εἰσι της Ἰσιδος : το
μετακινεοντα το παρεον : παντα δε τα ἰσχυροτερα μετακινεουσιν : ἐξεστι δε , ἠν μεν βουλῃ , φαρμακῳ μετακινεειν :
9999919 φθασαν
το μυθωδες ἀποκαταστησαι , ἐξ οὑ το μυστικον ἀνεκυπτεν οὐδεπω φθασαν εἰς Ἑλληνας . τουτοις ἑξης φησιν : ταυθ '
παρων ἐπ ' ἀμφοτερῳ κρινεται βιῳ : το τε γαρ φθασαν ἐπι μετριοις οὐκ ἠγαγε και το παρον των γεγενημενων
9999919 τεκουσα
τον τοκετον . Γειναμενη : ἡ γεννησασα , και ἡ τεκουσα . καταδαινυται : κατεσθιει , και τρωγει , εὐωχειται
θυοδοκων ὑπερτελης ἀντηλιον προσωπον ἐκφαινει θεων ; φευγωμεν , ὠ τεκουσα , μη τα δαιμονων ὁρωμεν , εἰ μη καιρος
9999919 κατεψηφισαντο
ὁτι το μεν πρωτον ηὐδοκιμει Περικλης και οὐδεμιαν αἰσχραν δικην κατεψηφισαντο αὐτου Ἀθηναιοι , ἡνικα χειρους ἠσαν : ἐπειδη δε
ὡν δ ' ἐδοξαν καταψηφιζεσθαι δυοιν , οὐδε τουτων ἀδικειν κατεψηφισαντο , ἀλλ ' ὡσπερ παιδες διδασκαλον αὐτοις ἠξιωσαν ὑποχωρησαι
9999919 ῥεουσης
, ἀπο τινος Γαλλου Πεσσινουντος . τινες δε ἀπο της ῥεουσης του λοφου του ἐν ᾡ ἐταφη Μαρσυας . το
χωριον ὀχυρον ἐκτισαν πολιν ἡν ἀπο της ἐν τῃ πολει ῥεουσης πηγης ὠνομασαν Ἐγγυον . ὑστερον δε μετα την της
9999919 φιλανθρωπιαν
φοβων , νυν δε πειθων , νυν δε ἐναγων εἰς φιλανθρωπιαν , νυν δε το δικαιον ἀπαιτων . και οὐκ
την στασιν τεκμηριον ἠν . Ἐχει σου και τριτην λεγειν φιλανθρωπιαν ὁ δημος ὁ Καισαρεων . σιτοδειας γαρ ἐναγχος ἐκεινοις
9999919 βαρυτεροι
, ὁπου μηδε τοις ἐλαττοσιν , ὁτι , ἐφη , βαρυτεροι ὀντες ἀσθενεστερους τους ἀντιπαλους ἑξομεν και της τουτων χωρας
βλαπτει και βαρυνει . Οἱ δε ποταμιοι και λιμναιοι ἐτι βαρυτεροι τουτεων . Πουλυποδες δε και σηπιαι και τα τοιαυτα
9999919 ἠνεσχοντο
ποιωσι : ἀδυνατον αὐτοις ἀντεθηκεν , ὁπερ ἐκεινοι ποιειν οὐκ ἠνεσχοντο ʃ το τους ξενους ἐλαυνειν . ἐκεινο : το
και πανυ θαυμασας , ἀφιησι παραμυθησαμενος ἐπι τῃ κολασει ἡν ἠνεσχοντο ἀδικως δεθεντες , και ἑκατερον δωρησαμενος παρ ' αὑτου
9999919 τετραπλασιοι
, παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι , και τουτο μεχρις ἀει
οἱ ἐπι πλατος εἰεν τριπλασιοι , παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι
9999919 Αἰγισθον
προς ἀνδρα νηπιον . στενω ] εὐγνωμονως ἐλεουσι τους περι Αἰγισθον . ἐπηκρισεν ] ἐπ ' ἀκρον ἠλθεν . διπλους
γυναι , δηλωσον εἰσελθους ' ὁτι Φωκης ματευους ' ἀνδρες Αἰγισθον τινες . Οἰμοι ταλαιν ' , οὐ δη ποθ
9999919 ἀγαθοποιοι
κακοποιοι σκοπει ποτε ἀλλαξουσι τους τοπους και ἀντ ' αὐτων ἀγαθοποιοι εἰσελευσονται , και τοτε την ἐπανοδον ὑπονοητεον ἠ ὁτε
ἐαν οὐν κακοποιος τυχῃ , ἐτι χειρον . οἱ δε ἀγαθοποιοι ἀφαιρουντες τα αὐτα ἀπεργαζονται , ἐπι τουτοις δε και

Back