μοι , κἀν πεντ ' ἐτη . Τι δ ' ἐπαθες ; Ἐπετριβην ἀπολεσας τω βοε . Ποθεν ; Ἀπο
, πεψαι , το τελευταιον παραθειναι . Τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα κἀλεκτ ' , ἀλλα βουλομαι μονῃ αὐτῃ
9999978 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999975 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999974 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999974 κωματωδης
προσπταιῃ , και ἠ ἀλλοφρονεῃ ὁ καμνων , και ἠν κωματωδης ἠ ἀγρυπνος ᾐ , και ἠν αἱμωποι οἱ ὀφθαλμοι
: γλωσσα ἐπιξηρος : οὐκ ἐδιψη : κατεκοιματο σμικρα , κωματωδης . Περι δε εἰκοστην και τεταρτην , ἐπεθερμανθη :
9999974 τετραπλασιοι
, παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι , και τουτο μεχρις ἀει
οἱ ἐπι πλατος εἰεν τριπλασιοι , παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι
9999974 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999974 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999973 ἐπραγματευσατο
κατηγορημενα . τουτο και Δημοσθενης ἐν τῳ περι του στεφανου ἐπραγματευσατο . ἐγκωμιον αὑτου ἠθελησεν γραψαι , και την ἀπολογιαν
κατα την οἰκιαν , εὑρον λογον γεγραμμενον πολυτελως , ὁν ἐπραγματευσατο προς τα πληθη , πεισων ἐξ ἁπαντων των πολιτων
9999973 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999972 συνειχετο
τοις ἀδικοις ἐναντιουται . ὁδοιπορος πολλην ὁδον διανυσας ἐπειδη κοπῳ συνειχετο , πεσων παρα τι φρεαρ ἐκοιματο . μελλοντος δε
. οὑτος ὡδε ἐκ Κροτωνος ἀπιγμενος Πολυκρατει ὡμιλησε . πατρι συνειχετο ἐν τηι Κροτωνι ὀργην χαλεπωι . τουτον ἐπειτε οὐκ
9999972 Καλλιππος
ναυν τους ναυτας . ἐπει δε πληρης ἠν , ἀναβαινει Καλλιππος ὁ Φιλωνος ὁ Αἰξωνευς , και φραζει προς τον
δε ἐστιν ἁπασι . και γαρ οὐδε εἱς ἐστιν ὁ Καλλιππος οὑτος , ἀλλα και των οἰκετων ἑκαστος , πολλοι
9999972 ὀργανικου
τε φυτικην και την αἰσθητικην , ἐντελεχειας εἰναι σωματος φυσικου ὀργανικου ἀναγκαιον , οὐ πολλου ἀν δεοιμεθα λογου : ἀλλ
κατα την διαιρεσιν γινεται της φιλοσοφιας προστιθεμενου του λογικου ἠτοι ὀργανικου : της γαρ φιλοσοφιας εἰς δυο διαιρουμενης τα αὐτοπροσωπα
9999972 βεβαιοτερα
το σχημα πολυ τιμιωτερον το τελευτης ἀναγκην αὐτῳ προξενειν . βεβαιοτερα γαρ ἐλευθερια τῳ δημῳ τυραννος τεθνηκως ἠπερ ἐκ τινος
δωρεαν . τι δηποτ ' οὐν συμβεβηκε ταυτ ' εἰναι βεβαιοτερα των ἀλλων ; ὁτι την πολιν μαρτυρα ἐποιησατο του
9999972 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999972 ἐπανηγαγεν
δ ' οὐχ αὑτον τε και σε παλαι προς ταυτην ἐπανηγαγεν ἀπο τοσαυτης γλωττης , κατηγορησομεν , το τιμημα δε
. Δειξασα δε μοι τα τοσαυτα κἀμε τοις ἐπαινουσιν ἐκεινοις ἐπανηγαγεν αὐθις , οὐκετι την αὐτην ἐσθητα ἐκεινην ἐνδεδυκοτα ἡν
9999972 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999971 πεπονες
, κιναρα , και μαλλον ὁταν σκληροτερα γενηται , σικυοι πεπονες , μηλοπεπονες δ ' ἡττον . κολοκυνθη τουτων μεν
χυμον ψυχροι και ὑγροι ἱκανως τυγχανοντες και δυσπεπτοι . οἱ πεπονες δε ὡς πεπανσιν λαβοντες πολλῳ γ ' ἀμεινους :
9999971 γεγενημενη
. καθολου μεν οὐν σχεδον παρ ' ἁπαν μερος † γεγενημενη † διορθωσις : τα μεν γαρ περιῃρηται , τα
συνοικει αὐτῳ ; ἀλλα μεμαρτυρηται ἑταιρα οὐσα και δουλη Νικαρετης γεγενημενη . ἀλλ ' οὐ γυναικα εἰναι αὐτου , ἀλλα
9999971 Καλλιμαχον
κατεσκαψαν δ ' Ἱεραπυτνιοι . οὐκ εὐ δε οὐδε τον Καλλιμαχον λεγειν φασιν , ὡς ἡ Βριτομαρτις φευγουσα την Μινω
ὁρασθαι συν τοις ἀμφι τον Κυνεγειρον και Ἐπιζηλον τε και Καλλιμαχον . ἐστι δε και οὑτοι και ὁ κυων Μικωνος
9999971 εὐδαιμονως
ἠν δε εἰ συμβαλλονται τι τοις εὐδαιμονως ζησασι και τελευτησασιν εὐδαιμονως αἱ των ἐκγονων τυχαι προς το διαμενειν την εὐδαιμονιαν
προτιμωντες ἐν ἐλευθερᾳ τῃ πατριδι , εἰ και τα ἀλλα εὐδαιμονως δουλευειν παρειη . ἐπετραφη δε νεοτης και ἀλλαχου της
9999971 ἐπραττετο
ἐντελης . παντα δε ταυτα ἐν ἀκμῃ της φλεγμονης οὐσης ἐπραττετο και δη προς αὐτον ἀναχωρουσης τον ὀμφαλον . τελος
των Γαβιων και ἀγαθους . Ἐν ᾡ δε ταυτ ' ἐπραττετο , θορυβου κατα την πολιν ὀντος ὡς ἐπι τοσουτῳ
9999971 ἐνεπλησαν
ἐπι τους ἡγεμονας ὁρμησαντες και τινας ἀνελοντες ταραχης και στασεως ἐνεπλησαν το στρατοπεδον . μογις δ ' οἱ στρατηγοι των
, ὁ τε Δαφνις ἐβαδιζεν ἐγγυς της Χλοης , ὡστε ἐνεπλησαν ἑως νυκτος ἀλληλους και συνεθεντο θαττον τας ἀγελας της
9999971 Ἀντισθενης
Πλατωνος ἐν τριτῳ Ἀπομνημονευματων . λεγεται δ ' ὁτι και Ἀντισθενης μελλων ἀναγινωσκειν τι των γεγραμμενων αὐτῳ παρεκαλεσεν αὐτον παρατυχειν
τε εἰσιν ὁσοι ἐξηγηνται αὐτου το συγγραμμα : και γαρ Ἀντισθενης και Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος [ . ] , Κλεανθης
9999971 Πυθαγορικος
μη μοι βαιων : κακος ἰχθυς . ΒΟΥΓΛΩΣΣΟΣ . ὁ Πυθαγορικος δε δι ' ἐγκρατειαν Ἀρχεστρατος φησιν : εἰτα λαβειν
νυκτι μιῃ . Γεγονασι δε Λυκωνες και ἀλλοι : πρωτος Πυθαγορικος , δευτερος αὐτος οὑτος , τριτος ἐπων ποιητης ,
9999970 ἀφαιρεσις
μοναδων σπ ἰσοι ἀριθμῳ ἑνι . . Διχως γινεται ἡ ἀφαιρεσις κατα τε μοναδα και ἀριθμον . Και γαρ προτερον
του η ὁ β και ὁ δ . Ἡ δε ἀφαιρεσις των λογων ἐκ του ιʹ . λαβοντες τον μεταξυ
9999970 Ἀριστοτελη
πλην ὀλιγων ὀρων οὐ μεγαλων : ᾑ δη και τον Ἀριστοτελη φησιν ὁ Ποσειδωνιος οὐκ ὀρθως αἰτιασθαι την παραλιαν των
πιστεων δι ' ἀναγκαιων συναγεται λημματων : ἀλλ ' αὐτον Ἀριστοτελη παρασχεσθαι δια των ἰδιων τεχνων ὁμολογουντα τἀληθες οὑτως ἐχειν
9999970 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999970 τραχυτερα
και οὐλοτερον : ἡ δε ταπεινοτερα και ἡττον εὐαυξης και τραχυτερα και σκληροτερα και ξανθοτερα . τα δε φυλλα τῳ
το μεγιστον των κακων ἀσεβειαν και αὐτα δε τα χαλεπα τραχυτερα ἑαυτοις ἐξεργασεσθε τῳ παρα την ἀξιαν πασχειν αὐτα δοκειν
9999970 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999970 δριμυτητος
Τἀναντια δ ' αὐ ὡδε ὁσα και εἰς ξηροτητα μετα δριμυτητος ὁ χολωδης αἱματικου πεπλεονεκτηκε χυμου και ταις μεν πεψεσι
ὠ Παφλαγων ] προς τον Κλεωνα . Γ ἐσκοροδισας ] δριμυτητος ἐνεπλησας . τον δακτυλιον ] την σφραγιδα , της
9999970 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999970 διανοητικη
, εἰη ἀν ἡ προαιρεσις ἠ ὀρεκτικος νους ἠ ὀρεξις διανοητικη : ταυτα δ ' ἀν εἰη ἐν μονῳ τῳ
ἡ γραμμη ἀπλατης ὑπαρχει , και καθολου φαναι πασα ἐπιστημη διανοητικη , τουτεστιν ἡ λογῳ μονῳ χρωμενη , ὡσπερ γεωμετρια
9999970 ἐπολεμησεν
θαλασσιᾳ σεριφῳ νησῳ και τοις ἐν αὐτῃ λαοις : ἀϋσεν ἐπολεμησεν . ἀπο της ἀϋτης . [ . ] Ἠτοι
: ὁ μεντοι Τισσαφερνης το τε Κυρειον στρατευμα καταλογιζομενος ὡς ἐπολεμησεν αὐτοις και τουτῳ παντας νομιζων ὁμοιους εἰναι τους Ἑλληνας
9999970 Ἑλλανικου
ἐχρησατο , ἐνταυθα μεν τῃ Φερεκυδους , ὑστερον δε τῃ Ἑλλανικου : νεωτερον παρος : τον Πολυνεικην . ὁ μεν
. . , : περι δε Θεοπομπου και Ἐφορου και Ἑλλανικου και Φιλιστου και των ὁμοιων τουτοις περιττον ἐδοξεν εἰναι
9999970 ἀπορια
Ἡρακλειαν : ἐξ Ἡρακλειας δε οὐτε πεζῃ οὐτε κατα θαλατταν ἀπορια : πολλα γαρ και πλοια ἐστιν ἐν Ἡρακλειᾳ .
πεισωσι τον ἐρωτωμενον ὁμολογησαι , ὁτι ὁ λιθος ὁρᾳ . ἀπορια γαρ ἐστιν ὁταν ἡ διανοια οὐ βουληται ἐμμενειν τῳ
9999970 Πυθαγορειος
, : ποσωι δε βελτιων Κελσου . . . ὁ Πυθαγορειος Νουμηνιος , ὁστις ἐν τωι πρωτωι Περι τἀγαθου λεγων
ἀν ἐφερε τῃ μεθοδῳ : ἐπει δε Πρωρος μεν ὁ Πυθαγορειος πολλα και σεμνα και θεοπρεπη περι ἑπταδος εἰπων οὐδεμιᾳ
9999970 τεσσαρακοστης
περιξ ἁπαντα , και δια τουτο πολλακις και μεχρι της τεσσαρακοστης ἡμερας ἐκτεινονται : και γαρ και μετα το παυσασθαι
εὐωνοτερους εἰναι , και το ψηφισμα ἀκυρον γεγονε . της τεσσαρακοστης : Οὑτος ἐγραψε τεσσαρακοστην εἰσενεγκειν ἀπο της οὐσιας εἰς
9999970 φαλαγγιων
Λεγουσι φυσικοι ἀνδρες την ἐλαφον καθαρσεως δεομενην σεσελιν ἐσθιειν , φαλαγγιων δε κνησμασιν ἐχομενην καρκινους . Ὀλυμπιας τῃ Φιλιππου θυγατρι
πατηρ ὠν . λεγονται δε και των ἑτερων δακετων και φαλαγγιων δε ἀντιπαλοι τοδε το γενος εἰναι . και ταυτα
9999970 ἀποτυγχανει
τινων μεν τυγχανει του ὀντος , ἐπι δε των πολλων ἀποτυγχανει . Οὐ μην οἱ γε θεοπεμπτοι καλουμενοι ὀνειροι τουτον
παντα τελειοι , ἡ δε διψυχια μη καταπιστευουσα ἑαυτῃ παντων ἀποτυγχανει των ἐργων αὐτης ὡν πρασσει . βλεπεις οὐν ,
9999969 στεναχοντο
ἐφεροντο κακῃ ἀνεμοιο θυελλῃ αὐτις ἐπ ' Αἰολιην νησον , στεναχοντο δ ' ἑταιροι . ἐνθα δ ' ἐπ '
' , ἐπι δε στεναχοντο γυναικες . Ὡς οἱ μεν στεναχοντο κατα πτολιν : αὐταρ Ἀχαιοι ἐπει δη νηας τε
9999969 παρεσκευαστο
κυριον ʃ εὐθεια των ἐκεινων τι χωριων : αἰνιττεται Ἐπιδαμνον παρεσκευαστο : τα της μαχης πεμπτος αὐτος : ἀντι του
του βωμου ἐκαθητο Μουνιχιασι , σωθηναι : και γαρ πλοια παρεσκευαστο και οἱ ἐγγυηται ἑτοιμοι ἠσαν συναπιεναι . καιτοι εἰ
9999969 ἐπεδεικνυντο
οὑς και ὁ Κομοδος ᾐδειτο και ὁσοι πατρῳαν αὐτῳ εὐνοιαν ἐπεδεικνυντο της τε ἐκεινου σωτηριας προμηθειαν εἰχον , ποιησαμενος τε
εὐθενουντων βοτρυων προ του ἀντρου τεθηλυιαι το φιλεργον της Ἀταλαντης ἐπεδεικνυντο . ὑδατα τε διατελη και ἀει ῥεοντα και καθαρα
9999969 ἐποιουντο
. ὡς το εἰκος οὐν , οἱ ξυγγενεις αὐτων σπουδην ἐποιουντο πρασσειν : την εἰρηνην δηλονοτι . οὐπως ἠθελον :
ἀλλας ὑπερ των ἀνδρων πρεσβειας τε και ἱκεσιας ἐπιπεμποντων λογον ἐποιουντο οὐδενα . ἑπτακαιδεκατῳ δε ὑστερον ἐτει τριακοσιους ἠ και
9999969 συμβολικως
την δυαδα , καλως ἐλαμβανετο ὁ Ἀριστοτελης : νυν δε συμβολικως λεγουσι την δυαδα ἀρχην των μεριστων παντων , ἐπειδη
εἰρηται ἐν τῃ Περι ψυχης πραγματειᾳ . παλιν ἡ εὐθεια συμβολικως λαμβανεται εἰς την ψυχην , δια το ποθεν ποι
9999968 Εὐπολιδος
του ἁπλου φυλαττει την κλισιν , Νικοπολεως Ἀμφιπολεως : το Εὐπολιδος Ἀττικον . Ὁ ὀφις του ὀφιος και ὀφεως :
, ἐπαν δ ' ἀνοιξη τας θυρας , τρισαθλιος . Εὐπολιδος : Ὡς πολλα γ ' ἐν μακρω χρονω γινεται
9999968 θαυμαζοντα
δε λογων των ἑαυτου . ἐλεγε τε πολλακις και Ἐπικουρον θαυμαζοντα την Πυρρωνος ἀναστροφην συνεχες αὐτου πυνθανεσθαι περι αὐτου διηκουσε
ἐτι νεος τε και εὐηθης ἐστι . Κἀγω γνους αὐτον θαυμαζοντα , Ἀρα οὐκ οἰσθα , ἐφην , ὠ Κλεινια
9999968 ὑπερβαλλουσῃ
ὡστε παν εἰδεναι το στρατοπεδον . τουτου και οἱ ἑταιροι ὑπερβαλλουσῃ τροφῃ ἐχρησαντο . ὡν εἱς ὠν ὁ Ἁγνων χρυσους
κατηγορειτο πορνοβοσκος ὠν ἑταιρας : ἀλλοι δε , ἐπι των ὑπερβαλλουσῃ πονηριᾳ χρωμενων . Ζευς κατειδε χρονιος εἰς τας διφθερας
9999968 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999968 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999968 διανοεισθε
ὀνειδιζειν τινα ὑμιν ὁτι οὐκ ὀρθως ζητε , οὐ καλως διανοεισθε : οὐ γαρ ἐσθ ' αὑτη ἡ ἀπαλλαγη οὐτε
. τι δ ' , εἰ γενοιτο οὑ ἑνεκα πραττειν διανοεισθε , ἰστε ὁτι συνοισει τουτο ὑμιν ; οὐδε τουτο
9999968 ἀφικοντο
. τι οὐν ἐνταυθα δρωσιν αἱ πολεις ; ἐλευθερι ' ἀφικοντο θυσουσαι ποτε , ὁτε των φορων ἐγενοντ ' ἐλευθεραι
. . ἀλλ ' ὁτε δη το τεταρτον ἐπι κρουνους ἀφικοντο και τοτε δη χρυσεια πατηρ ἐτιταινε ταλαντα . σημειουνται
9999968 μνημονευσας
ἑτερον τι ῥημα : μονης δε νυν της καθολου καταφασεως μνημονευσας της ἀοριστον ἐχουσης τον ὑποκειμενον και το ὑγιαινειν κατ
τα παντα παραγονται . Εἰπων δυσιν αἰτιαις αὐτον κεχρησθαι και μνημονευσας της κατα το εἰδος αἰτιας και δειξας πως ταυτην
9999968 ἀνεβοησεν
θαλασσης παρετασσετο : γενομενος δε κατα ἀλσος βαθυ και συσκιον ἀνεβοησεν ἐξανιστασθαι τους ἐγκαθημενους . οἱ πολεμιοι φοβηθεντες ἐνεδραν μεγαλην
Φιλωτεραν ἀποκτεινας ὡρμησεν ἐπ ' αὐτην ὡπλισμενος . ἡ δε ἀνεβοησεν : ὁ μητροφοντης ἐπι φονῳ πρασσει φονον . τουτο
9999968 μαλακοι
. τους δε φακους ἑψησαι δεησει , κἀπειτα , ὁταν μαλακοι γενωνται , τριβειν λειους , εἰτα ξηραναι κἀπειτα οὑτως
ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι παρεισι . και ἰσως ἑτερος ἀν εἰη του παρ
9999968 Ἀντισθενην
Ἀμυνων : Ῥητωρ ἡταιρηκως , οὐκ ἰατρος ὁ Ἀμυνων . Ἀντισθενην : ἰατρος θηλυδριωδης . και οὑτος των καταπρωκτων .
το γενεσθαι ἐν προκοπῃ τους περι Σωκρατην , Διογενην , Ἀντισθενην . εἰναι δε και την κακιαν ὑπαρκτην δια το
9999968 ἡγησαντο
πρωτον ἐξετυφλωσαν , εἰτα ἀπεκτειναν . οἱ δε Ἀθηναιοι μεγαλην ἡγησαντο συμφοραν το γενομενον παθος , ἐδοξε δε αὐτοις περιελεσθαι
εἰσῃει αὐτους ὁπως ἀν και ἐχοντες τι οἰκαδε ἀφικωνται . ἡγησαντο οὐν , εἰ ἑνα ἑλοιντο ἀρχοντα , μαλλον ἀν
9999968 ἱκετευσας
ἱκετας μεγιστον γιγνεται ἁμαρτημα ἑκαστοις : μεθ ' οὑ γαρ ἱκετευσας μαρτυρος ὁ ἱκετης θεου ἐτυχεν ὁμολογιων , φυλαξ διαφερων
, φρουρειν τοις οἰκεταις παρακελευσαμενος : ἑωθεν δε εἰσερχεται πολλα ἱκετευσας . και παρελθων ἐπι πολυ μεν ἐζητει τον Ἀντιφιλον
9999968 ἁμαρτανει
μεν τοτε μεταμελει “ Παυσαι . τι δη οὐν οὑτος ἁμαρτανει και ἀτεχνον ποιει λεκτεον : ἠ γαρ ; Ναι
. Τι οὐν , ἐφη , ἐγκαλεις αὐτῳ ; Ὁτι ἁμαρτανει , προ του σκεψασθαι ταχεως πιστευων τοις τυχουσιν .
9999968 Πυθαγορειοις
κεχωρισμενος και καθ ' αὑτο ὑπαρχων , ὡς ἐδοκει τοις Πυθαγορειοις τε και Πλατωνι , εἰ μη εἰη το ἑν
, ἐπειδη διαφερουσιν ἀλληλων . ὡστε ἐνταυθα φαινεται ἑπομενος τοις Πυθαγορειοις και τῳ Πλατωνι : κἀκεινοι γαρ φασιν ὁτι ἑτερος
9999968 ἀπολαβουσα
ἐτι μετεωρος τυγχανουσα , παλιν προσεπιδιισταται και τοτε την ὀφειλομενην ἀπολαβουσα συστολην , ὁμοιως ἐξερεθιζει την ἁφην διπλην ἐν τῃ
συμβολικως τελειοτητος τι οἰκειον μετρον δηλουσιν , ὁ το προσηκον ἀπολαβουσα ἡ ψυχη και την ἑαυτης σχουσα τελειοτητα ἀποκαθισταται .
9999968 φαλαγγος
αὐτος ὁ Ἀντιοχος ἐτετακτο , διακοψας το συνταγμα της Ῥωμαιων φαλαγγος ἀπεσπασεν , ἐπι πολυ διωκων . και ἡ φαλαγξ
ἁπαντες . Τουτον συνεβη τοτε παρειναι μετα των εἰς την φαλαγγος ταξιν καθισταμενων , ὁπηνικα κατ ' ἐκεινων οἱ Τουρκοι
9999968 ὡροσκοπουντες
δευτεραν διχοτομον καλην την χειρουργιαν ποιει . Ζευς και Ἀφροδιτη ὡροσκοπουντες ἀγαθην την χειρουργιαν ποιουσιν . τα δε εἰρημενα παντα
ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδιδοασιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη ὡροσκοπουντες πολλα ἀναλωσειν εἰς ἀφροδισια μηνυουσι και δια τουτο την
9999968 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999968 συνδρομης
ἡρωικως δε μαχομενος και πολλοις τραυμασι περιπεσων ἐτελευτησε , τοτε συνδρομης γενομενης περι του πτωματος νεκρων πληθος ἐσωρευθη . ἀναρχιας
συμπτωματων εἰδως , πολλακις ἀνομοιου δοκουσης εἰναι τοις πολλοις της συνδρομης , τοις αὐτοις χρησεται , οἱον ὀπισθοτονικοι τινες λεγονται
9999968 ῥητορικας
ποιητας και νομοθετας γενεσθαι . τας τε γαρ τεχνας τας ῥητορικας και τους λογους τους ἐπιδεικτικους και τους νομους τους
της πραγματειας , ὡς οὐ μειρακιον ἠν , ὁτε τας ῥητορικας συνεταττετο τεχνας , ἀλλ ' ἐν τῃ κρατιστῃ γεγονως
9999968 Αἰσωπου
ἐμε δε , ὠ Μενιππε , και μυθον περι της Αἰσωπου σοφιας ἐδιδαξατο ἡ μητηρ κομιδῃ νηπιον , ὡς εἰη
νομους ἀκυρωσαι . ” Ταυτα ἐν τῳ θεατρῳ παρα του Αἰσωπου ἀκουσαντες οἱ ὀχλοι περιλυποι γεγονασι . και ὀντων συνηθροισμενων
9999968 ἀσθενεστεροι
, οἱ μεν ἀγαθοποιοι τους ἐνιαυσιους χρονους λαβοντες ἠ ἐπεμβαντες ἀσθενεστεροι εἰς το εὐεργετειν γενησονται , παραχωρησουσι δε τοις κακοποιοις
, ᾡ μονῳ προσεστι το εἰναι . ἐαν δ ' ἀσθενεστεροι τας φυσεις ὀντες ἐπιζητωσι προσρησιν , δηλωσον αὐτοις μη
9999968 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999968 δυσεντερια
και βατον και ἀψινθιον και παντων ὁμοιως στυπτικων . Αἱματηρα δυσεντερια λεγεται , ὁταν αἱμα καθαρον ᾐ το κενουμενον ,
ὀψει τα διαχωρουμενα . και καλειται το παθος τουτο ἡπατικη δυσεντερια . οἱ μεν οὐν πολλοι των ἰατρων ἐπειδαν θεασωνται
9999968 κολοκυντας
' ἰδοις ἀν νιφομενα συκων ὁμου τε μυρτα . ἐπειτα κολοκυντας ὁμου ταις γογγυλισιν ἀρουσιν . ὡστ ' οὐκ ἐτ
, και ἑξεις τουτους νεαρους ἐν τῳ χειμωνι . Τας κολοκυντας φυλαξεις , οὑτως . λαβων ταυτας ἁπαλας κατατεμε ,
9999968 τετοκεν
γε χρησαμενος ὁ Περσευς την Γοργονα ἐδειροτομησεν . Αἰξ οὐπω τετοκεν , ἐριφος δ ' ἐπι δωματα παιζει : ἐπι
ὀντα . Τετοκεν ἀρτιως , ὠ Ποσειδον . Ἀπαγε , τετοκεν ἐκεινος ; ἐκ τινος ; οὐκουν ἐλεληθει ἡμας ἀνδρογυνος
9999967 καταγματοϲ
καταταϲεωϲ του κωλου γινομενηϲ κατ ' ἀλληλων φερομεν τα του καταγματοϲ περατα . εἰ δε μη δυνηθειημεν τουτο πραξαι ,
το καταγμα , την ἀρχην του ἐπιδεϲμου χρη κατα του καταγματοϲ ἐπιβαλλεϲθαι , ἐπην δε διϲ ἠ τριϲ ἐπιδηϲῃϲ ,
9999967 οἰκοδομιαις
ἑκαστον ἐν μερει και ῥυομενος και χειρα ὀρεγων και κοσμων οἰκοδομιαις την πολιν διατελεις , μη διαφθειρῃς πολλας και λαμπρας
ἐαν ὁ χαραξ , τουτεστιν το φοσσατον , ταφρῳ ἠ οἰκοδομιαις ὠχυρωται , ἐδοξε δε ἐν τῳ χαρακι εἰσελθειν τους
9999967 ἐγνωκως
το δε ἐριον την της πορφυρας ἀναδεδεγμενον βαφην . εἰτα ἐγνωκως ὁτι το κογχυλιον τοιαυτην ἐχει φυσιν βαπτικην , ἐδημοσιευσεν
προσειπων μητε προσομιλησας , ὡσπερ τις ἀναυδος ἠ φθονῳ σιωπαν ἐγνωκως ; Ἡρακλεις , οὐ φιλοκαλου τινος οὐδε περι τα
9999967 Μεγασθενης
Γαγγεω και του Ἰνδου τον Γαγγεα μεγεθει πολυ τι ὑπερφερειν Μεγασθενης ἀνεγραψε , και ὁσοι ἀλλοι μνημην του Γαγγεω ἐχουσιν
, ἐθνεϊ Ἰνδικῳ , ξυμβαλλει τῳ Γαγγῃ . Τουτων λεγει Μεγασθενης οὐδενα εἰναι του Μαιανδρου ἀποδεοντα , ἱναπερ ναυσιπορος ὁ
9999967 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999967 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999967 Φιλιπποις
: ὁ δε τοπος κοιλος και ἐφυδρος : ἐν τε Φιλιπποις προτερον μεν μαλλον ἐξεπηγνυντο , νυν δ ' ἐπει
μη ῥᾳδιως ἀν περιλαβειν τετταρας ἀνδρας . ἡ δε ἐν Φιλιπποις ἰτεα περιεκοπη μεν τους ἀκρεμονας , οὐ μην παρεπελεκηθη
9999967 ἀριθμητικης
και ἡ ἐπαγωγικη πιστις ἀπο των μαθηματων , γεωμετριας ἀστρολογιας ἀριθμητικης . ἀλλα τις ἀναγκη τοιαυτην εἰναι ἐπιστημην , ἡτις
ἑξεις αἱ περι αὐτα , ὡς ἐπι γεωμετριας ἐχει και ἀριθμητικης . ἐπει γαρ ἑτερον ἀριθμος και ἑτερον μεγεθος ,
9999967 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999967 ἀπωλοντο
παιδος αὑτην ὠσεν εἰς κεφαλην : και ἀμφω κατα ταὐτον ἀπωλοντο , ὁ μεν τῳ βαρει της μητρος ἐκπιεσθεις ,
δε οἱ πυρφοροι ὡς ἱεροι του θεου και εἰ παντες ἀπωλοντο : ὁθεν παροιμια ἐπι των ἀρδην ἀπολομενων : οὐδε
9999967 ἀγαθοποιοι
κακοποιοι σκοπει ποτε ἀλλαξουσι τους τοπους και ἀντ ' αὐτων ἀγαθοποιοι εἰσελευσονται , και τοτε την ἐπανοδον ὑπονοητεον ἠ ὁτε
ἐαν οὐν κακοποιος τυχῃ , ἐτι χειρον . οἱ δε ἀγαθοποιοι ἀφαιρουντες τα αὐτα ἀπεργαζονται , ἐπι τουτοις δε και
9999967 ἀκουσα
ἠε και ἐργῳ . πολλακι γαρ σεο πατρος ἐνι μεγαροισιν ἀκουσα εὐχομενης ὁτ ' ἐφησθα κελαινεφεϊ Κρονιωνι οἰη ἐν ἀθανατοισιν
ἰσθι ὁτι οὐκ ἠθελεν ψευδει συγκαταθεσθαι : πασα γαρ ψυχη ἀκουσα στερεται της ἀληθειας , ὡς λεγει Πλατων : ἀλλα
9999967 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999967 αἰσχυνθηναι
ἡν ἐποιησε δηπου μακραν το μη γραψαι μεν εὐθυς , αἰσχυνθηναι δε ὑστερον τῳ μη πριν ἐπεσταλκεναι . πασχομεν δε
δε των νυν ἀμφισβητηματα και τα αἰτια της ἀπεχθειας κἀν αἰσχυνθηναι μοι δοκει τις ἀν ἰδων . ἐστι γαρ ὁμοδουλων
9999967 ἁρμονικης
τοιουτον οἱον ἐν πρωτοις ὑπο της αἰσθησεως συνορασθαι των της ἁρμονικης πραγματειας μερων : το γαρ πως ἀπαιτουν ἀποδειξιν οὐκ
του μουσικου ἑξις . Τους μεν οὐν ἐμπροσθεν ἡμμενους της ἁρμονικης πραγματειας συμβεβηκεν ὡς ἀληθως ἁρμονικους εἰναι βουλεσθαι μονον ,
9999967 Πυθαγορειους
μεγεθη τε και αἰσθητα ποιουντας , ἀπορει προς μεν τους Πυθαγορειους , πως ἐξ ἀβαρων και ἀμεγεθων των ἀριθμων τα
αὐλου ῥυθμον κατα πολεμιων χωρουντας . φασι δε και τους Πυθαγορειους , εἰ ποτε κινηθειεν αὐτοις τα παθη ἠ τινας
9999967 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999967 ἐφεστιοι
Λημνου τ ' ἐξελαθεντες ὑπ ' ἀνδρασι Τυρσηνοισιν Σπαρτην εἰσαφικανον ἐφεστιοι : ἐκ δε λιποντας Σπαρτην Αὐτεσιωνος ἐυς παις ἠγαγε
ἀδαημονες οὐδε μοθοιο , ξεινοι δ ' εὐχομεθ ' εἰναι ἐφεστιοι , ὡς γαρ ἀμεινον . Ὡς φατο : του
9999967 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999967 ὑπολαμβανετε
οὑτως σεμνα και καλα και προσηκοντα τοις ὑμετεροις ἠθεσιν ὑμεις ὑπολαμβανετε εἰναι , ὡστε και των προγονων τους ταυτα πραξαντας
ὁταν μεν μη φῃ την βουλην αἰτειν , ταυθ ' ὑπολαμβανετε : ὁτι δ ' οὐδε τον δημον ἐᾳ διδοναι
9999967 τετραμμενη
ἐννοιαι τραχεως ἐκει και μεθωδευθησαν . Λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και [ ἡ ] ἀφ ' ἑαυτης σκληρα ,
φεροι , ἡ δε δια των ὀρεων και προς ἀρκτον τετραμμενη ὁτι εἰς Καρδουχους ἀγοι . τουτους δε ἐφασαν οἰκειν
9999967 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999967 συνηθες
ὀθονιων : ἐφεξης δε δι ' ἐλαιου τριβεσθω , καθοτι συνηθες ἠν αὐτῳ , κἀπειτα γυμναζεσθω πληθει μεν ἰσα γυμνασια
νυν κατα τον ἀρχαιον της διαλεκτου τροπον Οὐελια ὀνομαζεται . συνηθες γαρ ἠν τοις ἀρχαιοις Ἑλλησιν ὡς τα πολλα προτιθεναι
9999967 Συριακου
κατα παντα ἀπεβη μοι καλλιστα . ἐμιξα δε και σισωνος Συριακου , σεσελεως , ἀνα δραχ . βʹ , και
πεπερεως μελανος . . . . γρ . ιεʹ σισωνος Συριακου . . . . . γρ . ιβʹ στυρακος
9999967 παρεστηκε
εἰς το του λεγοντος προσωπον : και εἰ τῳ ἀρα παρεστηκε τον μεν Συρακοσιον , ἑαυτον δ ' οὐ πολεμιον
ὀρθη και ἐναρμοζει τῃ δευτερᾳ και μιαν περονην λαμβανει : παρεστηκε δε τῃ κλιμακι ξυλον ὑψηλοτερον , ζυγωμα ἐχον ,
9999967 ἠβουλοντο
πρεσβυτεροι των φιλοσοφων τα στοιχεια ζητουντες των ὀντων τοιαυτας ἀρχας ἠβουλοντο θεωρησαι , αἱ οὐ των συμβεβηκοτων ἠσαν , ἀλλα
τωι πλινθιωι τους στρατιωτας , ἀλλ ' ἐων αὐτους ὁσην ἠβουλοντο της χωρας ἐπιεναι και κακως ποιειν [ τους ]
9999967 δριμεις
πηγανον , κυμινον , δαφνιδες , ἀνηθον , ἀσφαλτος . δριμεις δ ' ἁλμη , θαλασσια , γαρος σιλουρου ,
ἀγωνας οὐ τους τυχοντα ὑπομενουσι και καθαιρεσεις . ἀλλως τε δριμεις και εὐσυνετους περι τας πραξεις ἀποτελουσι , ποικιλως τον
9999967 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999967 ἀκουσωσι
παντας . ἰδιοτης δε ἀρα μυων και ἐκεινη . ἐπειδαν ἀκουσωσι γαλης τρυζουσης ἠ συριζοντος ἐχεως , ἐκ της μυωπιας
: οἱ πολλοι δε ὑφ ' ἑνος ῥηματος , ἐαν ἀκουσωσι , λιθοι γεγονασι : και τουτο οὐ δει περιφερειν

Back