. τα Νεμεα φασιν ἀγεσθαι ἐπι Ὀφελτῃ τῳ Εὐφητου και Κρεουσης παιδι , ὁν Εὐφητην ἐκαλεσαν οἱ Ἀργειοι τελευτησαντα ὑπο
δε την Ἰαδα , λεγομενην ἀπο Ἰωνος του Ξουθου και Κρεουσης της Ἐρεχθεως , τεθειμενην δε τρισι γενεαις ὑστερον των
9999984 ῥεουσης
, ἀπο τινος Γαλλου Πεσσινουντος . τινες δε ἀπο της ῥεουσης του λοφου του ἐν ᾡ ἐταφη Μαρσυας . το
χωριον ὀχυρον ἐκτισαν πολιν ἡν ἀπο της ἐν τῃ πολει ῥεουσης πηγης ὠνομασαν Ἐγγυον . ὑστερον δε μετα την της
9999983 ἐνεργουσης
, ἐντευθεν και της αἰσθητικης δεδεκται γνωσεως , ἀμεσως μεν ἐνεργουσης περι τα οἰκεια γνωστα , ἀφυπνιζουσης δε και αὐτον
, φαντασια δ ' οὐδεμια ἐγειρεται της νοερας ζωης τελειως ἐνεργουσης ; οὐ παρα τοις θεοις συνυπαρχει ἡ ἀληθεια κατ
9999981 ἀγχουσης
, ἀψινθιον , σιλφιου σπερμα , ἀρτεμισια , σαμψυχον , ἀγχουσης τα λεπτα ῥιζια , πενταφυλλου , κυκλαμινου , κιρκαιας
αὐτο ἐν τῳ δορατιἐτρωσε δε μη εἰδως . ἀπ ' ἀγχουσης : και γαρ ἡ ἀγχουσα φυτον θαμνωδες ἐστιν .
9999980 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999980 Μουσης
. Ἀλλ ' εἰτε νεα των μετρων ἡ θεωρια εἰτε Μουσης εὑρημα παλαιας ἑκατερον ἑξει καλως . ἀρχαια μεν γαρ
ἀνευθε χορδης . Ἀγε , ζωγραφων ἀριστε , λυρικης ἀκουε Μουσης * * * * * * * * *
9999979 ἡκουσης
' ἐν τινι ἐρημῳ τοπῳ ἐδιψησεν , οὐδεπω της θεραπειας ἡκουσης , ἐκηρυχθη τῳ στρατοπεδῳ , εἰ τις ἐχει ὑδωρ
ἐλογιζοντο τας ἀχρι των ὑμεναιων ἡμερας , της δε κυριας ἡκουσης ἠριθμουν αὐτης προϊουσης τας ὡρας . εἰτα ληγουσης ἀκτινος
9999978 τυχουσης
. ὁμοιως δη δειξομεν , ὁτι και ἡ τυχουσα της τυχουσης ἐν πλειονι χρονῳ ἐξαλλασσει το φανερον ἡμισφαιριον ἠπερ ἡ
. ἐν [ τε ] γαρ ταις ἐπιστημαις οὐ της τυχουσης εἰναι διανοιας το καταμαθειν τε και κριναι καλως βλεψαντας
9999978 ἀπαιτουσης
, ἀποι - κιαν . ταυτα μεν οὐν της ὑποθεσεως ἀπαιτουσης ἀναγκαιον τε και δικαιον ἐδοξεν εἰναι μοι προς τους
γην , ἀλλ ' εἰτε αὐην εἰτε νοτεραν της ὡρας ἀπαιτουσης δειν ἀροτριαν και μη προφασιζεσθαι την ποιοτητα της γης
9999978 κατεσκευασμενα
, ἐχειν δε οἰκιας καλας και τα ἀλλα παντα θαυμαστως κατεσκευασμενα : και γαρ αὐ τα των τεχνων ἐργα δωρα
παντοδαπα φιλοτεχνως τοις τε χρωμασι και τοις των τυπων ἀπομιμημασι κατεσκευασμενα : το δ ' ὁλον ἐπεποιητο κυνηγιον παντοιων θηριων
9999977 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999977 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999977 ἁλουσης
την ἀληθη δε Τροιαν ἱσταμενην περιορᾳς ; Ἀλλα της πολεμιας ἁλουσης , φησιν , Ἀγαμεμνων ἐφεδρευσει τοις ἀθλοις . ἡ
ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης της πολεως πλην της ἀκρας , ἐκεινῃ πολιορκειν ἐδωκεν
9999975 κατεσκευασαν
Ἀπολλον , ἐν τῃ ἐξοχωτατῃ Πυθωνι τον σον οἰκον θαυμαστον κατεσκευασαν . Ἀπολλον , οἱ τεον τε δομον : οἱ
πασαν την δεκατην , εὐωχιας ποιων συνεχεις και πολυδαπανους . κατεσκευασαν δε και Ῥωμαιοι τουτῳ τῳ θεῳ παρα τον Τιβεριν
9999975 μυθευουσι
και τουτο , ἐν ᾡ δεικνυται πηγη δυσωδους ὑδατος : μυθευουσι δ ' ὁτι τους περιλειφθεντας των γιγαντων ἐν τῃ
: και δη και τα περι τον Τυφωνα παθη ἐνταυθα μυθευουσι , και τους Ἀριμους , και την Κατακεκαυμενην ταυτην
9999975 ἐκοιμηθησαν
εἰτε και ἀσφαλεστερον οὑτως ἡγουμενος . Και τοτε μεν οὑτως ἐκοιμηθησαν . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ καλεσας ὁ Κυρος τους
πεμπων φανερος ἠν τους θεραπευσοντας . Και τοτε μεν οὑτως ἐκοιμηθησαν . ἁμα δε τῃ ἡμερᾳ κηρυξας συνιεναι των μεν
9999974 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999974 ἀποτυγχανει
τινων μεν τυγχανει του ὀντος , ἐπι δε των πολλων ἀποτυγχανει . Οὐ μην οἱ γε θεοπεμπτοι καλουμενοι ὀνειροι τουτον
παντα τελειοι , ἡ δε διψυχια μη καταπιστευουσα ἑαυτῃ παντων ἀποτυγχανει των ἐργων αὐτης ὡν πρασσει . βλεπεις οὐν ,
9999974 φυσης
σκεψασθαι , κελευειν ψαυσαι του στοματος . Ἡ πυριη αὑτη φυσης ἐμπιπλησι τας ὑστερας και ἐς ὀρθον μαλλον ἀγει και
φυσαν πολλην : και ἐπειδαν ἀρθῃ το ἐντερον ὑπο της φυσης και ἡ γαστηρ , ἐξελων τον αὐλισκον , ἐνιεναι
9999974 ἀπορια
Ἡρακλειαν : ἐξ Ἡρακλειας δε οὐτε πεζῃ οὐτε κατα θαλατταν ἀπορια : πολλα γαρ και πλοια ἐστιν ἐν Ἡρακλειᾳ .
πεισωσι τον ἐρωτωμενον ὁμολογησαι , ὁτι ὁ λιθος ὁρᾳ . ἀπορια γαρ ἐστιν ὁταν ἡ διανοια οὐ βουληται ἐμμενειν τῳ
9999974 δοκουσης
ὁ παραφραστης της ἐναντιας ἐγενετο δοξης της και τῳ Ἀριστοτελει δοκουσης . τουτοις οὐν τοις δυο , τῳ τε Μαξιμῳ
των ἀπολογουμενων , το ἀξιοπιστον της κατηγοριας ἐκ της παλαι δοκουσης φιλιας προειληφοτες , οὐδε τουτο λογιζομενοι , ὁτι πολλαι
9999974 δυσεντερια
και βατον και ἀψινθιον και παντων ὁμοιως στυπτικων . Αἱματηρα δυσεντερια λεγεται , ὁταν αἱμα καθαρον ᾐ το κενουμενον ,
ὀψει τα διαχωρουμενα . και καλειται το παθος τουτο ἡπατικη δυσεντερια . οἱ μεν οὐν πολλοι των ἰατρων ἐπειδαν θεασωνται
9999974 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999973 ἀσθενεστεροι
, οἱ μεν ἀγαθοποιοι τους ἐνιαυσιους χρονους λαβοντες ἠ ἐπεμβαντες ἀσθενεστεροι εἰς το εὐεργετειν γενησονται , παραχωρησουσι δε τοις κακοποιοις
, ᾡ μονῳ προσεστι το εἰναι . ἐαν δ ' ἀσθενεστεροι τας φυσεις ὀντες ἐπιζητωσι προσρησιν , δηλωσον αὐτοις μη
9999973 διεστησεν
, ὁτι πολυς ἀηρ ἀθροισθεις ἀθροως ἀνω διεξιων ἐξεμοχλευσεν και διεστησεν το στομα . ταυτῃ γαρ εὐδιεξοδος ἐστιν . ὡσπερ
ἡμεις ἐρωτωμεν τους παιδας . ποτερα περι μετρων : καλως διεστησεν . οὐ γαρ εἰ τι μετρον ἐστιν , ἠδη
9999973 Μενεκρατης
Φρυγιας , ἀπο Βλαυδου του τον τοπον εὑροντος , ὡς Μενεκρατης . . . . , : Μενεκρατης δε ὁ
βραχιονα ἐτρωθη , και ὁ ὀβελος ἐξῃρεθη , ὁ δε Μενεκρατης τον μηρον ἀκοντιῳ πολυγλωχινι Ἰβηρικῳ ὁλοσιδηρῳ , και οὐκ
9999973 ἀκουσα
ἠε και ἐργῳ . πολλακι γαρ σεο πατρος ἐνι μεγαροισιν ἀκουσα εὐχομενης ὁτ ' ἐφησθα κελαινεφεϊ Κρονιωνι οἰη ἐν ἀθανατοισιν
ἰσθι ὁτι οὐκ ἠθελεν ψευδει συγκαταθεσθαι : πασα γαρ ψυχη ἀκουσα στερεται της ἀληθειας , ὡς λεγει Πλατων : ἀλλα
9999973 Σικελιωτων
τῃ ναυμαχιᾳ των μεν Καρχηδονιων οὐκ ὀλιγοι , των δε Σικελιωτων ναυς μεν πλειω των ἑκατον , ἀνδρες δ '
ἐν τοιαυταις ἀναγκαις τοτε στασιωτικων καιρων κατειλημμενοι ξυνεστρατευον , και Σικελιωτων Ναξιοι και Καταναιοι , βαρβαρων δε Ἐγεσταιοι τε ,
9999973 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999973 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999972 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999972 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999972 θεραπειης
το οὐλον σωμα θεραπευειν παντα , ὁκοιης ἀν δοκεῃ δεεσθαι θεραπειης , ἠν τε σοι δοκεῃ ἐξ ἁπαντος του σωματος
δε χρη παρα τον ἀνδρα , ὁταν τα ὑπο της θεραπειης καλως ἐχῃ , ληγοντων ἠ ἀρχομενων των ἐπιμηνιων :
9999972 Φαιδρου
τοις νοημασι και τοις λογοις χρησαμενος . Συγκαταθεμενου οὐν του Φαιδρου , λεγει ὁ Σωκρατης τον δευτερον λογον , εἰς
ὡς φησι Φαιδρος , οὐχ ὁμοιον ἐστι τῃ θρυψει του Φαιδρου : ὁ μεν γαρ Φαιδρος τῳ ὀντι ἐσχηματιζετο ἁτε
9999972 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999972 ἀπεσχοντο
δε θεσπιῳδουσης ἐσεσθαι τον ἐκ ταυτης γεννηθεντα κρειττονα του πατρος ἀπεσχοντο . ἐνιοι δε φασι , Διος ὁρμωντος ἐπι την
ἐκ των θυγατερων οὐτε τας ἐκ των ματερων ἀνοσιωτατας ἡδονας ἀπεσχοντο , ἀλλα και ἐπι πατροκτονιᾳ παρεγενοντο , και πολλοι
9999972 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999972 σφοδροτερα
. ἁμα δε και δια το ὀξεις οἱ μελαγχολικοι εἰναι σφοδροτερα ἐχουσι τα παθη : το δε ὑπο μειζονος ἡττηθηναι
παρ ' ὑμιν οὐκ οὐσα οὐκ ἠν ἀρετη , ἀλλα σφοδροτερα κακα ἀπελαυνουσα ὑμων ; ποια ἀττα ; εἰπεν .
9999972 κατεστρατοπεδευσαν
ἐκ της ἐν Φεραις τυραννιδος : συστησαμενοι δε δυναμιν ἀξιομαχον κατεστρατοπεδευσαν περι Μαντινειαν . μετα δε ταυτα ἐπι πολιν Ὀρνεας
περι Ἀγαθοκλεα και βραχυ διαχωρισαντες ἀπ ' ἀλληλων την δυναμιν κατεστρατοπεδευσαν . εἰθ ' οἱ μεν Καρχηδονιοι πυθομενοι την τουτων
9999972 χειρονες
πανυ με θραττει , πως ὡς κρειττονες παρακαλουμενοι ἐπιταττονται ὡς χειρονες : ἐγω δε σοι ἐρω την ὁλην περι των
ἐργων οὐ γνωμῃ διαφεροντες ἀλληλων οἱ μεν βελτιονες οἱ δε χειρονες εἰσιν , ἀλλα σαφως ἐπιμελειᾳ . ἁ γαρ και
9999972 Πυθαγορειους
μεγεθη τε και αἰσθητα ποιουντας , ἀπορει προς μεν τους Πυθαγορειους , πως ἐξ ἀβαρων και ἀμεγεθων των ἀριθμων τα
αὐλου ῥυθμον κατα πολεμιων χωρουντας . φασι δε και τους Πυθαγορειους , εἰ ποτε κινηθειεν αὐτοις τα παθη ἠ τινας
9999972 λογισμου
των ἀνθρωπων γινομενα παθη , δι ' ὡν ἐξισταμεθα του λογισμου : ταυτα δ ' ἐστιν ἐρως ὀργη μεθη φιλοτιμια
. θυμομαντις : οὐ Φυσει μαντις , ἀλλ ' ὑπο λογισμου κρινων και ὑπο ἐνθυμησεως . ἀλλα μην εὐνους :
9999972 φιλαργυριαν
„ ὁ μυθος δηλοι , ὁτι ἐνιοι των ἀνθρωπων δια φιλαργυριαν οὐκ ὀκνουσιν ἀλλοτριας συμφορας ἐργολαβειν . ποιμην ἐχων κυνα
ἀρετη δε κἀν θανῃ τις οὐκ ἀπολλυται : ὁ δε φιλαργυριαν φευγειν ἐγκελευομενος προφερεται το μη Πλουτον εἰπῃς : οὐχι
9999972 προστακτικα
, ἐξ ἀμφοιν δε παν διακριθεν εἰς τα συνεχη και προστακτικα των ὁλων σχισθηναι . Πιθανως δε και την νησον
ἐνεστωτος βραχειᾳ θελει παραληγεσθαι . τιθετω : τα εἰς θι προστακτικα τροπῃ του θι εἰς τω το τριτον ποιει .
9999972 ἰσχυροτατην
διαπεφωνηται και των ζητουμενων ἐστι πραγματων . οἱον Ἐπικουρος δοκει ἰσχυροτατην τεθεικεναι ἀποδειξιν εἰς το εἰναι κενον τοιαυτην : ”
δε ἀλλως ἐπεχει προσωπου . των δ ' αὐ ἐξεταζομενων ἰσχυροτατην μεν ἐχει δυναμιν τα ὡρισμενα και κυρια , οἱον
9999972 κατασκευασμα
νομαρχων τινας ἐραστας γενομενους δια φιλοστοργιαν οἰκοδομησαντας ἐπιτελεσαι κοινηι το κατασκευασμα . μετα δε τους προειρημενους βασιλεις διεδεξατο την ἀρχην
, ταις των ἐργων λειτουργιαις προσηδρευσαν , το δε παν κατασκευασμα τελος ἐσχε μογις ἐτων εἰκοσι διελθοντων . Τελευτησαντος δε
9999972 ἐνεπλησαν
ἐπι τους ἡγεμονας ὁρμησαντες και τινας ἀνελοντες ταραχης και στασεως ἐνεπλησαν το στρατοπεδον . μογις δ ' οἱ στρατηγοι των
, ὁ τε Δαφνις ἐβαδιζεν ἐγγυς της Χλοης , ὡστε ἐνεπλησαν ἑως νυκτος ἀλληλους και συνεθεντο θαττον τας ἀγελας της
9999972 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999972 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999972 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999972 θαυμαζοντα
δε λογων των ἑαυτου . ἐλεγε τε πολλακις και Ἐπικουρον θαυμαζοντα την Πυρρωνος ἀναστροφην συνεχες αὐτου πυνθανεσθαι περι αὐτου διηκουσε
ἐτι νεος τε και εὐηθης ἐστι . Κἀγω γνους αὐτον θαυμαζοντα , Ἀρα οὐκ οἰσθα , ἐφην , ὠ Κλεινια
9999972 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999972 τετραμμενη
ἐννοιαι τραχεως ἐκει και μεθωδευθησαν . Λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και [ ἡ ] ἀφ ' ἑαυτης σκληρα ,
φεροι , ἡ δε δια των ὀρεων και προς ἀρκτον τετραμμενη ὁτι εἰς Καρδουχους ἀγοι . τουτους δε ἐφασαν οἰκειν
9999971 θαυμαζειν
και τῃ κινησει διαδεικνυσθαι , ὡστε τῃ ποικιλιᾳ των ἐξω θαυμαζειν τας περι των ἐνδον νοησεις : οἱονει τις ζωγραφος
την των ἁρμονιων ἀκριβειαν . ὁ δε μαλιστα των ἀλλων θαυμαζειν ἀξιον , ῥυθμος οὐδεις των μακρων οἱ φυσιν ἐχουσιν
9999971 τεκουσης
κελευσας γαρ , πριν ἀποτιτθον γενεσθαι , μη ἀποσπαν της τεκουσης μητε ἀρνα μητε ἐριφον μητε ἀλλο τι των ἐν
θεραπαιναν ἐπεπλεκετο αὐτῃ . ταυτης οὐν εἰτ ' ἐξ αὐτου τεκουσης , εἰτ ' ἐξ ἀλλου τινος , ὁμωνυμος Ἀθηνιωνι
9999971 ὑπερβαλλουσῃ
ὡστε παν εἰδεναι το στρατοπεδον . τουτου και οἱ ἑταιροι ὑπερβαλλουσῃ τροφῃ ἐχρησαντο . ὡν εἱς ὠν ὁ Ἁγνων χρυσους
κατηγορειτο πορνοβοσκος ὠν ἑταιρας : ἀλλοι δε , ἐπι των ὑπερβαλλουσῃ πονηριᾳ χρωμενων . Ζευς κατειδε χρονιος εἰς τας διφθερας
9999971 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999971 ἀποδημια
ὁδου καταρχεσθαι και ἐπανιεναι οἰκοι . ἐν Διδυμοις χρονιος ἡ ἀποδημια ἐσται . ἀπο δε της ξενης ἀρχεσθαι εἰς τα
μεν αὐτων ] , θυγατριον δε θατερωι . ἐπειτ ' ἀποδημια ] τιϲ ἀμφοτεροιϲ ἁμα εἰϲ την Ἀϲιαν ] ἐκει
9999971 ἐδυνηθησαν
ἐμον θειον οὑτοι ἀπεκτειναν και μισθον ἐλαβον , οἱ οὐκ ἐδυνηθησαν ἐμης νοσου λογον εἰπειν , οὐδε ἐξ ἐπομβριας πως
: ἠτοι ἀριθμῳ , ἠ ἀντι του πολλακις . ὁσοι ἐδυνηθησαν ἐν γῃ και ἐν Ἁιδῃ . . . .
9999971 σποδου
ἰω , παι , δακρυα φερεις φιλαι ματρι των ὀλωλοτων σποδου τε πληθος ὀλιγον ἀντι σωματων εὐδοκιμων δη ποτ '
ὀλιγου πυρος , εἰτα ἐπιχειται αὐτῃ ὑδωρ θερμον διηθημενον δια σποδου κληματινης , και ἀνακινειται ἡ πισσα . ὁταν οὐν
9999971 σκληριαν
, εἰ δε δια φλεγμονην ἠ ἑλκος ἠ οἰδημα ἠ σκληριαν ἠ τι των παραπλησιων δυστοκουσι , των ἐνοχλουντων παθων
ἐν μητρᾳ ἐστι διαθεσις περι τι μερος αὐτης ὡστε εἰναι σκληριαν ἀντιτυπον , ὀχθωδη , ἀνωμαλον , ἀπονον τα πολλα
9999971 ἐλπιδας
εὐγενεις , και οἱ νομοι τοις ἐντυγχανουσι μη χειλεσιν ἀκροις ἐλπιδας ἀγαθας δημιουργουσιν . ἰσως ἀποπειρα ταυτα της καθεστωσης γενεας
των ῥαθυμουντων . ἀν θεος θελῃ ] εἰς οὐρανον τας ἐλπιδας ἀνεπεμψεν , ἱνα , ἐαν ὡς εἰκος ταυτα ποιησαντων
9999971 ἀπραγμοσυνης
, ὁ δ ' οὐ τουτ ' ἐφασκεν , ἀλλα ἀπραγμοσυνης ἐρων ἐκει οἰκησαι , το δε ἀρα ἐς δικας
” ἀπραγμοσυνης “ ἀντι του ” οὐ πολυπραγμοσυνης “ . ἀπραγμοσυνης ] εἰδος βοτανης . ἡ λευκη ὁμοια πλατανῳ .
9999971 ἐνιοισι
Τοισι δε λοιποισι δυσεντεριας , και ὀφθαλμιας ξηρας : και ἐνιοισι καταῤῥους ἀπο της κεφαλης ἐπι τον πλευμονα . Τοισι
λευκον γινομενον , οἱον ἐν τοισι κοπιωδεσι πυρετοισι τεταρταιοισιν ἀρχεται ἐνιοισι γινεσθαι : ἠν δε και ἐκ των ῥινων αἱμοῤῥαγησῃ
9999971 ἐγχειρισαι
Πτολεμαιος , ὁ της Αἰγυπτου σατραπης , ἐπειθε πολλοις χρημασιν ἐγχειρισαι οἱ την Συριαν , προβολην τε οὐσαν Αἰγυπτου και
Ἐραον , Δαναην , Εὐρυμαχον . Φασι δε Πυρρῳ μεν ἐγχειρισαι την βασιλειαν τον πατερα , Μολοσσῳ δε την ἐκ
9999971 κομισας
ὀν ἐμπλησας πετραις ἀπλωτον ἐποιησε , και τας βοας Εὐρυσθει κομισας δεδωκεν . ὁ δε αὐτας κατεθυσεν Ἡρᾳ . τελεσθεντων
Ῥωξανη ἀπηραν εἰς Μακεδονιαν : το δε σωμα του Ἀλεξανδρου κομισας ὁ Πτολεμαιος ἐκηδευσεν ἐν τῃ Ἀλεξανδρειᾳ ὁπου νυν ἐτι
9999971 ὀργανικου
τε φυτικην και την αἰσθητικην , ἐντελεχειας εἰναι σωματος φυσικου ὀργανικου ἀναγκαιον , οὐ πολλου ἀν δεοιμεθα λογου : ἀλλ
κατα την διαιρεσιν γινεται της φιλοσοφιας προστιθεμενου του λογικου ἠτοι ὀργανικου : της γαρ φιλοσοφιας εἰς δυο διαιρουμενης τα αὐτοπροσωπα
9999971 στεφανης
ἀσαφως δε και αἰνιγματωδως δοκει ἐπι ποδων και ζωνης και στεφανης ἐπιγεγραφθαι της Ἀρτεμιδος τα τοιαυτα γραμματα . και παροιμια
κυκλοειδης , κυκλοτερης , σκοτωδης . ἐστεφανωται : ἐπικειται δικην στεφανης , κεκυκλωται . Δοιω : δυσι , διπλοις .
9999971 ἐστεφανουντο
ἑταιρε , ἐξηγουμενος το χωριον ἐφη , ὁτι και λυγοις ἐστεφανουντο οἱ ἀρχαιοι . Τεναρος δε ἀγροικων εἰναι λεγει στεφανωμα
το ἀπεριττον και ἀπεριεργον : διο και οἱ Διοσκουροι καλαμῳ ἐστεφανουντο . λευκῳ ] περικαλλει και ὡραιῳ . σωφρονος ]
9999971 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999971 λαγχανει
και πολιτειας ἐκ θεων αὐτοις εἰη τα σπερματα . και λαγχανει Ποσειδων Ἀρει την ὑπερ του παιδος και νικᾳ ἐν
μογις εἰς ἀστυ ἀναβαινοντα και τον ὀφθαλμον αὐτον προδιδοντα , λαγχανει αὐτῳ δικην , οὐ μα Δι ' οὐχ ὡσπερ
9999971 εὐδοκιμησας
τε του δημου φυλακης τινος προς αὐτου κυρησαι , προτερον εὐδοκιμησας ἐν τῃ προς Μεγαρεας γενομενῃ στρατηγιῃ , Νισαιαν τε
οὐτε θεοφοριαις οὐτε ἀλλαις πραγματειαις ἀτοποις . οὑτος μεν οὐν εὐδοκιμησας τουτοις συνεστησατο ἀρχην οὐ την τυχουσαν , ἁπαντων προσχωρησαντων
9999971 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999971 τριπλασια
ἡμιολια της διαμετρου , της ἀρα ἐκ του κεντρου ἐσται τριπλασια . παλιν ἐπει ἐστιν ὡς ἡ ἀπο του Η
δυο μεγεθων των δ και των γ ἰσακις πολλαπλασια : τριπλασια γαρ ἀμφω ἀμφοτερων . ἐαν ἀρα ἀφαιρεθεντα τινα των
9999971 Χαλκιδος
„ , εἰπεν ” ἀμπελουργε , ταὐτον σοι πεπονθεν : Χαλκιδος γαρ της ἐπ ' Εὐριπῳ βασιλευς ὠν ἐκεινος Ἡσιοδῳ
ὁ αὐτος και της Χαλκιτιδος νησου . ἐκληθη δε ἀπο Χαλκιδος του παρακειμενου ποταμου , ὡς οἱ ἱστορικοι ἁπαντες φασι
9999971 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999971 ἐγχειρησαι
, εἰτε πυρεκτικως ἐχοιεν εἰτε και μη , και εἰτε ἐγχειρησαι ἠ ἀπαγορευσαι . Αἱ μεν οὐν ὀλεθριως διακειμεναι καταφερονται
τοις νομοις , ἰσμεν ἁπαντες . ἐγω μεντοι οὐδ ' ἐγχειρησαι οἰμαι προτερον τον Λυκουργον ταυτην την εὐταξιαν καθισταναι πριν
9999971 πιστευσας
περι τουτων φαντασιας ἁπασας ἀλλαξαμενος και οἱον ἀλλος πανταπασι γενομενος πιστευσας ἑαυτῳ , ὁτι μηδεν ποτε κακον ἑξει : οὑτω
πρωτον ταυτα ἀπραγμονως ἀποδεξῃ μη ἐξετασας εἰ δυνατον , ἀλλα πιστευσας , εὐθυς ἀκολουθως ἀν ἐπαγοι τα λοιπα , ὡς
9999971 συνειχετο
τοις ἀδικοις ἐναντιουται . ὁδοιπορος πολλην ὁδον διανυσας ἐπειδη κοπῳ συνειχετο , πεσων παρα τι φρεαρ ἐκοιματο . μελλοντος δε
. οὑτος ὡδε ἐκ Κροτωνος ἀπιγμενος Πολυκρατει ὡμιλησε . πατρι συνειχετο ἐν τηι Κροτωνι ὀργην χαλεπωι . τουτον ἐπειτε οὐκ
9999971 τετραπλασια
προς γ : της δε ἡμισειας της ΒΔ δυναμει ἐστι τετραπλασια , ὡστε δια τουτο μειζονα γινεσθαι ἑκατεραν των ΒΖ
δυναμει τετραπλασιονες . Ἰσμεν , ὁτι τα μηκει διπλασια δυναμει τετραπλασια . ὡστε και ἡ Α ὁλη της ἡμισειας αὐτης
9999971 βουλομενῳ
, πολλους ἀγωνιστας ἑξετε της ἀρετης , ἀν δε τῳ βουλομενῳ και τοις διαπραξαμενοις χαριζησθε , και τας ἐπιεικεις φυσεις
ουτε . καιτοι τις οὐκ οἰδεν , ὁτι παντι τῳ βουλομενῳ ῥᾳστον ἐργον ἀν γενοιτο συγχεαι και ἀνελειν ὁμονοιαν ἐκ
9999971 ἀπολαβουσα
ἐτι μετεωρος τυγχανουσα , παλιν προσεπιδιισταται και τοτε την ὀφειλομενην ἀπολαβουσα συστολην , ὁμοιως ἐξερεθιζει την ἁφην διπλην ἐν τῃ
συμβολικως τελειοτητος τι οἰκειον μετρον δηλουσιν , ὁ το προσηκον ἀπολαβουσα ἡ ψυχη και την ἑαυτης σχουσα τελειοτητα ἀποκαθισταται .
9999971 κομαν
σατυρικην , τον κορδακα παρ ' Ἑλλησι καλουμενον , και κομαν [ Ἰνδους ] τῳ θεῳ μιτρηφορεειν τε ἀναδειξαι και
ποτι κυματ ' ἐπ ' ἀιονι πτυοντα , λυσασαι δε κομαν και ἐπι σφυρα κολπον ἀνεισαι στηθεσι φαινομενοις λιγυρας ἀρξευμεθ
9999971 Ἀντισθενης
Πλατωνος ἐν τριτῳ Ἀπομνημονευματων . λεγεται δ ' ὁτι και Ἀντισθενης μελλων ἀναγινωσκειν τι των γεγραμμενων αὐτῳ παρεκαλεσεν αὐτον παρατυχειν
τε εἰσιν ὁσοι ἐξηγηνται αὐτου το συγγραμμα : και γαρ Ἀντισθενης και Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος [ . ] , Κλεανθης
9999971 ἀθροισθεντες
' ἐπικρατουσης μεριδος φυγαδευουσης πολλους των ἀντιπραττοντων , οἱ φυγαδες ἀθροισθεντες και παραλαβοντες τους Ἰλλυριους ἐπλευσαν κοινῃ μετ ' αὐτων
την πατριδα , το Περγαμον , ἀπελυετο . Ἀπολλωνιαται δε ἀθροισθεντες ἀχρι μεν τινος ἐδεοντο Καισαρος ὑπο φιλοστοργιας μενειν παρα
9999971 καταγματοϲ
καταταϲεωϲ του κωλου γινομενηϲ κατ ' ἀλληλων φερομεν τα του καταγματοϲ περατα . εἰ δε μη δυνηθειημεν τουτο πραξαι ,
το καταγμα , την ἀρχην του ἐπιδεϲμου χρη κατα του καταγματοϲ ἐπιβαλλεϲθαι , ἐπην δε διϲ ἠ τριϲ ἐπιδηϲῃϲ ,
9999971 πικρου
συνεκτικην την ἰσονομιαν των δυναμεων , ὑγρου θερμου ξηρου ψυχρου πικρου γλυκεος και των λοιπων : την δ ' ἐν
τηϲ τροφηϲ , ὁκοϲον κυαθουϲ δυο του ἀποβρεγματοϲ ἠ κυαθον πικρου του χυλου ξυν ὑδατοϲ κυαθοιϲ δυο . ἠν δε
9999970 δαμασθεις
ἐβοηθει τοις Περσαις τα τοξα . πας δε στρατος ἀπωλλυτο δαμασθεις ἐν προσβολαις ναϊοις και δια νηων γινομεναις , ἠτοι
ὀφρα τα μεν τ ' ἐρυγῃσι τα δ ' ἑψητοισι δαμασθεις ἀλθησῃ ὑδατεσσιν ὁτ ' ἰκμηνῃ δεμας ἱδρως . και
9999970 θαυμασθηναι
ἐκαθημεθα δε ἐν τῃ στοᾳ . και ἀποβλεφθηναι ἐπι του θαυμασθηναι Αἰσχινης εἰπεν ὁ Σωκρατικος . γλωττας δε τας των
. ῥηθεντων δε τουτων των ἐπων , οὑτω σφοδρως φασι θαυμασθηναι τους στιχους ὑπο των Ἑλληνων ὡστε χρυσους αὐτους προσαγορευθηναι
9999970 ἐκινουντο
, εἰ μη τις ἐπεξεισιν , οὐδεν μαλλον οὑς ἐχρην ἐκινουντο οὐδε συνηγον τους των βουλευματων κοινωνους ἐπι ζητησει του
ποδες δ ' ὑπερικταινοντο . † ) Ἀρισταρχος ἀνεπαλλοντο και ἐκινουντο προθυμουμενης αὐτης βαδιζειν ταχεως , μη δυναμενης δε ,
9999970 θαυμαστης
, ὁ μοι πολλων τῳ ὀντι πραγματων αἰτιον γεγονε και θαυμαστης ἀηδιας . ὡστε προτερον μεν οὐκ ᾐδειν το των
των δ ' ὑπερ των ἐναντιων λεγοντων και πραττοντων ἀφθονιας θαυμαστης , ὡν κρατησαι πολυ μειζον ἠν ἠ των ἐξω
9999970 ἐφεστιοι
Λημνου τ ' ἐξελαθεντες ὑπ ' ἀνδρασι Τυρσηνοισιν Σπαρτην εἰσαφικανον ἐφεστιοι : ἐκ δε λιποντας Σπαρτην Αὐτεσιωνος ἐυς παις ἠγαγε
ἀδαημονες οὐδε μοθοιο , ξεινοι δ ' εὐχομεθ ' εἰναι ἐφεστιοι , ὡς γαρ ἀμεινον . Ὡς φατο : του
9999970 Σαλαμινιος
κοινωνουσι : των γαρ Αἰαντων ὁ μεν ἐστι Τελαμωνος υἱος Σαλαμινιος , ὁς ἐμονομαχησεν Ἑκτορι , ὁ δε ἑτερος Ὀιλεως
ἠ ὁτι ἐν Ἀργει ἐναυπηγηθη , ὡς φησιν Ἡγησανδρος ὁ Σαλαμινιος . πεταυρον δε καλειται ἡ πλατεια σανις . αὑτη
9999970 ἐπολεμησεν
θαλασσιᾳ σεριφῳ νησῳ και τοις ἐν αὐτῃ λαοις : ἀϋσεν ἐπολεμησεν . ἀπο της ἀϋτης . [ . ] Ἠτοι
: ὁ μεντοι Τισσαφερνης το τε Κυρειον στρατευμα καταλογιζομενος ὡς ἐπολεμησεν αὐτοις και τουτῳ παντας νομιζων ὁμοιους εἰναι τους Ἑλληνας
9999970 ἀκρωτηριου
ἠγεν Ἰολην αἰχμαλωτον . και προσορμισθεις Κηναιῳ της Εὐβοιας ἐπι ἀκρωτηριου Διος Κηναιου βωμον ἱδρυσατο . μελλων δε ἱερουργειν εἰς
δε δεξιων των της Λιβυης μερων μεχρι του καλουμενου Πρασου ἀκρωτηριου και της Μενουθιαδος νησου τας μεν προσηγοριας των πολεων
9999970 θαλασσαν
ὁπου ταις δυσιν σιαγοσι ˈ φυσων ὁ Βορεας κυκαι την θαλασσαν οὐ γαρ φερω ἐπι μνημης τα ἰαμβεια ἐπιλαθομενος :
των φωστηρων κατα μηνα συνοδου ἁπαντα κατα τε γην και θαλασσαν ζωογονειται και ἀλλοιουται . χρη οὐν ἐπι πασης καταρχης
9999970 κομισθηναι
, σφισι δε ἀσμενοις ἀντι χρυσου γενεσθαι το σκηπτρον . κομισθηναι δε αὐτο ἐς την Φωκιδα ὑπο Ἠλεκτρας της Ἀγαμεμνονος
ὁσῳ παρα μεν ἐκεινων βουλομενων ἀπολυσαι ἐστι και ἀλλοθεν εὐπορησαντι κομισθηναι , ἐπι δε τοις ἐχθροις γενομενον οὐ δυνατον :
9999970 συνεχωρησεν
. ἐπεβουλευον : και οἱς σπεισαμενος Δημοσθενης Μαντινευσι και Μενεδαϊῳ συνεχωρησεν ἀναχωρησαι , οὑτοι κρυφα ἐβουλευοντο ἀναχωρειν , ἱνα μητε
βαρβαρον και πολεμικον : οὑ δη περιδεης Διονυσιος γενομενος ἁπαντα συνεχωρησεν και ἐτι πλειω τοις τοτε συλλεχθεισι των πελταστων .
9999970 ἀγαθοποιοι
κακοποιοι σκοπει ποτε ἀλλαξουσι τους τοπους και ἀντ ' αὐτων ἀγαθοποιοι εἰσελευσονται , και τοτε την ἐπανοδον ὑπονοητεον ἠ ὁτε
ἐαν οὐν κακοποιος τυχῃ , ἐτι χειρον . οἱ δε ἀγαθοποιοι ἀφαιρουντες τα αὐτα ἀπεργαζονται , ἐπι τουτοις δε και
9999970 Ἑλλανικου
ἐχρησατο , ἐνταυθα μεν τῃ Φερεκυδους , ὑστερον δε τῃ Ἑλλανικου : νεωτερον παρος : τον Πολυνεικην . ὁ μεν
. . , : περι δε Θεοπομπου και Ἐφορου και Ἑλλανικου και Φιλιστου και των ὁμοιων τουτοις περιττον ἐδοξεν εἰναι
9999970 ἐγενομεθα
οἱ δ ' ἡμας ἐκελευον εἰσιεναι . ἐπειδη δε ἐνδον ἐγενομεθα , ἐμε μεν ἐκβαλλουσιν ἐκ της οἰκιας , τουτονι
ἡμεις ἀρα , οἱ φθονῳ ἐμετρηθημεν και οὐκ ἐλασσονες φθονου ἐγενομεθα , ἀλλα την ἀρετην των παροντων ἐχομεν αἰτιασθαι και

Back