τα πρακτεα και συνοισοντα παραγγελλων μισειν τα ἐθη και τα νομιμα και τα ἐπιτηδευματα αὐτων ἐν οἱς φησι : ”
ὡς οἱον τε ἀκριβεστατα , οὑτω δη και τα ἐνθαδε νομιμα καλων τε περι και δικαιων και ἀγαθων τιθεσθαι τε
9999961 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999961 ἐδηλωσαν
δε τινες ἐξαγγελλουσι τοις οἰκειοις την ἐπιβουλην και οὑτοι ἐλθοντες ἐδηλωσαν το πραγμα τοις δικασταις και οὑτως ἀπεχειροτονησαν οἱ δικασται
και τα πραχθεντα ἀκουσαι . οἱ δε μεχρις ἀγορας ἐλθοντες ἐδηλωσαν τοις δημαρχοις τα γενομενα , κἀκεινοι συναγαγοντες ἐκκλησιαν ἐκελευον
9999958 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999956 Παρμενιωνα
Παρμενιων ἠρχε , τεταγμενοι ἠσαν : και προς τουτων ἀποθανειν Παρμενιωνα , τυχον μεν ὁτι οὐ πιστον ἐδοκει εἰναι Ἀλεξανδρος
κινδυνου μετεχειν . Ἀλεξανδρος δε τῃ τε γνωμῃ ἁμαρτανειν ἐφη Παρμενιωνα και του σημειου τῃ οὐ κατα το εἰκος ξυμβλησει
9999955 φυλαττουσα
ἐζητει τουτον . Της δε συνθεμενης δουναι , Ἡρα μανιαν φυλαττουσα προς αὐτον , εἰκασθεισα μιᾳ των Ἀμαζονων περιῃει πασαις
' αὐτῳ δοξαντα καλως ἐχειν ὡσπερ ἐν * τῃσι θυραις φυλαττουσα . ἐλθε λοιπον και ἐπι τας * φθαρτικας ἐνεργειας
9999955 ἀπελυσεν
συναποθανειν θελων τῃ γυναικι . ἀλλ ' ὁ δημος σε ἀπελυσεν , ἀκουσιον ἐπιγνους το συμβαν . τα δε τουτων
. γελασας ? δε οὑτως ἐλαχιστον ζῳον χαριτας ἀποδωσειν , ἀπελυσεν αὐτον . οὐ πολλῳ ὑστερον ὑπο κυνηγων δεσμα ἐβληθη
9999954 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999954 δειγμα
και μονους ὀντας εἰς ἐλπιδα τοις πραγμασι . καιτοι τοσουτον δειγμα σωφροσυνης και καρτεριας τις πωποτε ἐξηνεγκε των ἐν τοις
ἐπιδειξωμεν ἑαυτοις και τῳ λογῳ κοσμησωμεν . ἑν μεν οὐν δειγμα αὐτης ἐκεινο ἐστω , οὑ και προτερον ἐμνημονευσαμεν ,
9999954 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999954 Ἀγαθοκλεους
τουτων τραγον ἀμελγειν , ὁ δε αὐτῳ κοσκινον ὑποτιθεναι ; Ἀγαθοκλεους δε του Περιπατητικου μεγα φρονουντος ὁτι μονος αὐτος ἐστι
βυβλου ταυτης συν τοις ἀλλοις περιεχουσης και την τυραννιδα την Ἀγαθοκλεους ἀφιεμενοι το περι αὐτης προλεγειν τα συνεχη τοις προειρημενοις
9999954 νομισειεν
των ὑπερ τον Βορυσθενην νομαδων ἀφιχθαι συμμαχιαν τοις Τρωσι τις νομισειεν , ἐπαινει δε μαλιστα την Ἑκαταιου του Μιλησιου και
ἐξαιφνης ἐπιστας τοις γινομενοις οὐκ ἀν μαινεσθαι και παραφρονειν ἡμας νομισειεν , οἱ φιλοτιμουμεθα μεν ἐπι τοις των προγονων ἐργοις
9999953 βραχυτητα
. πεποιηται δε ἀπο των μικρων τριχων των . δια βραχυτητα μη δυναμενων καρηναι . ἀκαρες γαρ το ἀτμητον .
ἠτοι δια την ἰδιοτητα της του καμνοντος φυσεως ἠ δια βραχυτητα του δοθεντος φαρμακου : πολλακις δε και κοπρος ἐσφηνωμενη
9999953 ἀναγκασθῃ
ἀπαντων , ἀφ ' οὑ προς Φιλιππον ἀφικται , κἀν ἀναγκασθῃ που συντυχειν , ἀπεπηδησεν εὐθεως , μη τις αὐτον
αἰσθητα φας διατριβειν την γεωμετριαν χειρονα της αἰσθησεως αὐτην ὁμολογειν ἀναγκασθῃ , οὐ περι αἰσθητα φησι διατριβειν αὐτην ἀλλ '
9999953 διαφορητικη
βωλοϲ παραπληϲιαϲ ἐϲτι τῃ Ἀρμενιᾳ δυναμεωϲ . ἡ δε ὠχρα διαφορητικη τε και ϲηπτικη την δυναμιν : καταϲτελλει γουν τα
φαρμακων ἡ ἑλκτικη δυναμις , κατα δε τα διαφορητικα ἡ διαφορητικη . ἐστι δ ' ἡ ὑλη και των διαφορουντων
9999953 κομιδην
ὑμας μεμαθηκεναι . ὁτι δ ' ὑστερον οὐκ ἐνι την κομιδην γεγενησθαι τουτων των χρηματων , τουτο βουλομαι δειξαι .
μην και φερειν ὀλιγωριαν δεσποτου εἰσιν . οὐτε γουν αὐτοις κομιδην προσφερουσιν οἱ δεσποται , οὐ καταψωντες , οὐ καλινδηθραν
9999953 φλεγματι
ἐν τοις ἑξης . οἱ τοινυν διαλειποντες πυρετοι ἠ ἐπι φλεγματι σηπομενῳ γινονται και ποιουσι τον καλουμενον ἀμφημερινον πυρετον ,
ην . ] και αἱματι [ . . ] και φλεγματι [ μα . ] και σαρκι [ ας .
9999953 διηκουσε
Ἐπικουρον γενεσθαι . . . . Πυρρων . . . διηκουσε Βρυσωνος . . . εἰτα Ἀναξαρχου του Μητροδωρου μαθητου
αὐτολαλητην οὐκ ἐμπαζομενον δοξης ἐριδων τε Φιλωνα . Προς τουτοις διηκουσε του Πυρρωνος Ἑκαταιος τε ὁ Ἀβδηριτης και Τιμων ὁ
9999953 ἀλευρα
. μεντοι ] ἀργον , ὁμως . τἀλφιτα ] τα ἀλευρα . τις ἠν ] πως ὠνομαζετο . . ἐς
' Ἀριστοφανους Ἡρωσιν ἀρτοποιια . τῃ δ ' ἀρτοπωλιδι ἀνηκει ἀλευρα , ἀλφιτα ὀλυραι , ζειαι , σεμιδαλις , χονδρος
9999953 Εὐριπιδου
“ ὠφελε μηδ ' ἐγενοντο θοαι νεες ” και το Εὐριπιδου ἐν Μηδειᾳ κατ ' ἀρχας του δραματος , ἱν
μακρῳ λογιωτατος Ἀθηναιων και εὐφυϊᾳ παντας ὑπεραιρων , ζηλῳ δε Εὐριπιδου † † , τοις δε μελεσι λεπτοτερος . ἐδιδαξε
9999952 ἰδιωτικης
οὐκ ἐστι τα χρηματα : οἱον εἰ μεν γαρ ἐξ ἰδιωτικης οἰκιας εἰληφας τα χρηματα , καλως κλοπην ὀνομαζεις το
στοργην ἰσχυραν προς ἑαυτον προηγαγεν . ἐπεμεληθη δε και της ἰδιωτικης των στρατιωτων διαταξεως και πολλα προς την εὐχρηστιαν ἐπινοησαμενος
9999952 ἐλαλησεν
ἐθεασατο Τρυφων : ἐμοι και σοι και τοις περι Διονυσιον ἐλαλησεν Τρυφων , ὁ γενησεται ἡμιν ἐλαλησεν : ἐκ δε
ὁ θεος ἀπεκρινετο αὐτῳ φωνῃ ” , οὐ κατα συντελειαν ἐλαλησεν , ἀλλα κατα μηκυνομενην παρατασιν ἐλαλει , και ὁ
9999952 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999952 ἐκλειπουσα
Εἰλειθυιας ζῳδιον ἀκεφαλον ὀν , ἐν δε ταις τελευταιαις ὡραις ἐκλειπουσα ἠ και ἐχουσα τι μερος της ἐκλειψεως δυνει ,
των ἡμερινων ζῳδιων ἐπισκοπητεον . Βλαπτει δε και ἡ Σεληνη ἐκλειπουσα , και μαλιστα ἐν τῳ γενεθλιῳ ζῳδιῳ ἠ τοις
9999952 Κρονιδης
Ἀνθεμιων Ἀνθεμιωνος Ἀνθεμιωνιδης Ἀνθεμιδης , ὡς Δευκαλος Δευκαλιδης και Κρονος Κρονιδης . . . . ἀνθ ' ὡν : ἀπο
ἐχει Οὐρανιδῃσι , χαιρων υἱωνων περιωσιον υἱωνοισιν , ὁττι σφεων Κρονιδης μελεων ἐξειλετο γηρας , ἀθανατοι δε καλευνται ἑοι νεποδες
9999952 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999952 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999952 ἀναιδειᾳ
, ὑπ ' αὐτου τῃ βοῃ , περιγενῃ δε ἐν ἀναιδειᾳ , οὐδεν ἡττον ἡμετερα ἡ νικη . πυραμους δε
αὐτων και παιδων παιδες ἀναισχυντοι . ἀκολουθει δε ἀναισχυντιᾳ και ἀναιδειᾳ ὑβρις και ἀδικια , τουτοις δ ' ἑπεται ὀλεθρος
9999952 συνεγραψατο
ὡς ἀναφορικη ἀντωνυμια λαμβανεται , ὡς ὁταν ἐρωτηθωμεν : τις συνεγραψατο την Ἰλιαδα ; και εἰπωμεν : ὁ Ὁμηρος :
και ἐτελευτησεν ἐν Περπερηνηι τηι κατ ' ἀντικρυ Λεσβου . συνεγραψατο δε πλειστα πεζως τε και ποιητικως . , :
9999952 ὁποσοιουν
των τον αὐτον λογον ἐχοντων αὐτοις . Ἐστωσαν οἱ δοθεντες ὁποσοιουν ἀριθμοι οἱ Α , Β , Γ : δει
ἐκτεθεντων . Ὁπερ ἐδει δειξαι . Ἐαν ὠσιν ἀπο μοναδος ὁποσοιουν ἀριθμοι ἐν ἰσῃ ὑπεροχῃ , ὁ συμπας πολυπλασιασθεις ἐπι
9999951 ὁποτε
οὑτος δε προτερον ὁτε ἐγυμναζετο μαθητης ἠν διδασκοντος ἑτερου : ὁποτε δε ἱκανος φυλαττειν ἐγενετο , διδασκαλου δυναμιν και ταξιν
μεν ἀπο των τειχων ἐς τους πρε - σβεις , ὁποτε ἡξουσιν , ἀφεωρων και βραδυνουσιν αὐτοις ἠχθοντο και τας
9999951 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999951 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999950 ἀπαλλαγης
ἁπασας ἐκκεκοφθαι , τας δ ' ἐναντιας παρεισεληλυθεναι φροντιδας περι ἀπαλλαγης ἀνηνυτων βασανων , ὑφ ' ὡν γυμναζομενος μεθ '
οἰνομελιτι κλυστεον τον κολπον , και τουτοις ἐπιμενητεον μεχρι τελειας ἀπαλλαγης . Εἰ δε περι το στομιον της ὑστερας συσταιη
9999950 τελευτῃ
της λυπης , ἡ τοιαυτη λυπη , ἡ ἐπι τῃ τελευτῃ του παιδος , ἁπλως μεν κακη οὐκ ἐστιν ,
ὁμοιοτροπως τοις προειρημενοις ἐπι του δικαιου μετιων και ἐπι τῃ τελευτῃ τουτου του μερους ἠ παλιλλογιαν ἠ ὁρισμον ἐπιθεις παλιν
9999950 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999950 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999950 Συρακοσιου
μεν ἐπι της προτερον οὐσης ξυμμαχιας ἀνανεωσει , του δε Συρακοσιου καθαψαμενου ἀναγκη και περι της ἀρχης εἰπειν ὡς εἰκοτως
βασιλεας πολλους κεκολακευκεν , ᾡ ἀν ξυγγενηται , πλην του Συρακοσιου Διονυσιου . οὑτος δε ἠ παντων εὐτυχεστατος ἐστιν ἠ
9999950 οὐσιωδες
μαλλον ἱππου ἠπερ ἀνθρωπου οὐτε το λογικον , ὁ λεγεται οὐσιωδες , μαλλον ἐστι Σωκρατους ἠπερ Πλατωνος . δια τουτο
πλεον λογικευεσθαι οὐσιωδες ἀνθρωπῳ ὑποφαινεται . εἰ οὐν το γελαστικον οὐσιωδες , ὀφειλει τελειωτικον ἡμων εἰναι , εἰ δε οὐκ
9999950 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999950 ἀπελογησατο
- λογησομενον . ὁ δε Παυσανιας ἐλθων εἰς την Σπαρτην ἀπελογησατο , και ἀπατησας τους Λακεδαιμονιους , ἀπολυθεις της αἰτιας
ἐβουλευετο μετα των φιλων οὐκετι περι Μιθριδατου , λαμπρως γαρ ἀπελογησατο , ἀλλα εἰ χρη διαδικασιαν προθειναι περι της γυναικος
9999950 οἰκειᾳ
περιγιγνεται δε ὑμιν πληθος τε νεων και προς τῃ γῃ οἰκειᾳ οὐσῃ ὁπλιτων παροντων ναυμαχειν : τα δε πολλα των
δεοι διοικειν οὐ Φιλιππον λαμβανειν : ἠ και ἐπι κρισει οἰκειᾳ το ἀοριστον συνιστησιν : ἡν ῥητωρ μεν μεθ '
9999949 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999949 συνετελεσθη
οἰκουμενην . διοπερ πολεμικη μεν και ἀξια μνημης πραξις οὐδεμια συνετελεσθη κατα τουτους τους χρονους , εἰρηνη δε μια συνετελεσθη
και την ψυχην . ἐπι γαρ τουτου βελη τα μεγιστα συνετελεσθη και μηχαναι παντοιαι πολυ τας παρα τοις ἀλλοις γενομενας
9999949 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999949 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999949 εἰληφθωσαν
ΑΒΓ , ΔΕΖ κυκλοι περι τους αὐτους πολους εἰσιν . εἰληφθωσαν γαρ του ΑΒΓ κυκλου οἱ πολοι και ἐστωσαν οἱ
ἐμπιπτει ἀριθμος . ἐμπιπτετω και ἐστω ὁ Γ , και εἰληφθωσαν ἐλαχιστοι ἀριθμοι των τον αὐτον λογον ἐχοντων τοις Α
9999949 ἀκουσιῳ
, το μεν τῳ οὐχ ἑκουσιῳ , το δε τῳ ἀκουσιῳ . εἰποι ἀν οὐν τις και τα ὑπο την
δ ' οἱ κατα Μεμφιν νομοι τον φευγοντα ἐπ ' ἀκουσιῳ , δει δε φευγειν , ἐπι τοις Γυμνοις εἰναι
9999949 θεραπαινα
βοας . οἱ δε ζητουσι το Πολυβωτου ποτερον θυγατηρ ἠ θεραπαινα . και μην ἐνιοι δε πολυβωτην προσηγορευον την πλουσιαν
. λεγουσι δε και ἐπεγειραι και ἐπεγερθηναι : „ ἡ θεραπαινα ἐπεγειρασα με „ . ἐγρηγορα χρη λεγειν , οὐ
9999949 ἠναγκασαν
των ἑξακοσιων , τους δε λοιπους ἐκβαλοντες ἐκ της χωρας ἠναγκασαν φυγειν εἰς Ἀργος . αἱ μεν οὐν κατα Πελοποννησον
ταις μηχαναις καταβαλλειν τα τειχη , τας πολεις των διδαξαντων ἠναγκασαν ποιειν το προσταττομενον . και νυν ἀν Καρχηδονιοι βιασωνται
9999949 ἐκαθεζοντο
λεσχας ἐλεγον δημοσιους τινας τοπους , ἐν οἱς σχολην ἀγοντες ἐκαθεζοντο πολλοι . . παραβυστον . οὑτως ἐκαλειτο τι των
ἐξοχην , μεγαλως . σπερχομενη : ὀργιζομενη . εἱατο : ἐκαθεζοντο . Αἱμου : ὀρος Θρᾳκης ὁ Αἱμος . ἑπταμυχον
9999949 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999949 ἀγνωμοσυνην
ταν τῃ γε ἀλλῃ δικαιον παρακινδυνευσαι , κἀν εἰς τοσαυτην ἀγνωμοσυνην ἐμπεσειν δεῃ . δεινον γαρ Λακεδαιμονιους περιιδειν ἠ Θηβαιους
ἡ ῥητορικη τους ἠτοι δι ' ἀγνοιαν ἠ δι ' ἀγνωμοσυνην ἀγανακτουντας τοις δεδικασμενοις και προς θορυβους ἠ στασεις τα
9999949 γλυκυτης
ποιοτης μενει , οἱον γλυκυτης ἡ του μελιτος οὐδεν ἐλαττον γλυκυτης ἐστιν ἡ ἐφ ' ἑκαστῳ , οὐκ ἀν εἰη
ἐπιτμηθεντος του ἐρινου και ἐκρυεντος του ὀπου . ἡ δε γλυκυτης προσεμφερης τῳ συκῳ και τα ἐσωθεν τοις ἐρινοις :
9999949 συμπασα
ἐθνικον Ἱεραπυτνιος . Ἰερασα , χωριον Λιβυης . ἡ δε συμπασα γη ἐκεινη ἐλεγετο Κυρηνη . Ἱεραφη , ὡς Ἀναφη
μη πολλοι ἀλλ ' εἱς γιγνηται , και οὑτω δη συμπασα ἡ πολις μια φυηται ἀλλα μη πολλαι . Ἐστι
9999949 ὡροσκοπουσαν
κλιμασιν ἐπι των ἠδη τελειωθεντων ἀνθρωπων , ἐξακριβουντες δε την ὡροσκοπουσαν μοιραν κατα την του θειου Πτολεμαιου μεθοδον σχεδον ἐπι
πευσεως ἠτοι του πραγματος προειπειν δυνησομεθα ἐπαν ἀκριβως λαβωμεν την ὡροσκοπουσαν μοιραν ἐξ ὑδροσκοπιου ἠ ἀστρολαβου ἠ ἀλλου τινος ὡροσκοπιου
9999948 κατηνεχθη
παροιμια δηπου και τουτο και λογος ἐχων ἀξιωμα της ὁθεν κατηνεχθη φιλοσοφιας την ἀρχαιοτητα , ὡστε βοειον ἐπιβλεπειν αὐτῃ :
. Νικιας τις των συγκυνηγετουντων ἀπροοπτως παραφερομενος ἐς ἀνθρακευτων καμινον κατηνεχθη , οἱ δε κυνες οἱ συν αὐτῳ τουτο ἰδοντες
9999948 ὑπηντησεν
Ῥωξανακης της πολεως , ἐνθα Σακαις το βασιλειον ἠν , ὑπηντησεν αὐτῳ Ζαριναια , και θεασαμενη συν πολλῃ χαρᾳ ἐδεξιουτο
την Ἰταλιαν ὀχλος ἐναντια τοις στρατιωταις φρονων κατα την ὡρισμενην ὑπηντησεν , ἀρξαμενος τε της ἐμφυλιου κινησεως , ἁμα τε
9999948 Ἀριστοφανη
και τοὐνομα ἐχει , γεγονως τοις χρονοις κατα τον κωμικον Ἀριστοφανη . μνημονευει δε της κυλικος Θεοπομπος μεν ἐν Νεμεᾳ
με ἰσα λεγειν οὑτωσι οἱ σοφοιἐφη ὁ Ἀριστοδημος δειν μεν Ἀριστοφανη λεγειν , τυχειν δε αὐτῳ τινα ἠ ὑπο πλησμονης
9999948 κρεισσονες
ὀντως αὐτων προς ἀφροδισια οἱ βασιλικοι λεγομενοι , οἱ και κρεισσονες των ἀλλων εἰσι : μεθ ' οὑς οἱ πυρροι
τουτο της ὑμετερας ἀδικιας και ἐργον και ὀνομα ; ποσῳ κρεισσονες Ἐφεσιων λυκοι και λεοντες . οὐκ ἐξανδραποδιζονται ἀλληλους ,
9999948 ἐλθουσης
των Τρωων και της Εὐρωπης τοτε πρωτον κατα της Ἀσιας ἐλθουσης , ἐχοντες οἱ τε Τρωες ἀποδοντες την Ἑλενην ἀδεως
θεος ὁ ἐν Δελφοις . ὁμως δε και της μαντειας ἐλθουσης ἠν ἀπορια τοις πολλοις τι ποτ ' εἰη το
9999948 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999948 θαυμαστικως
, ᾡ τα πολεως πραγματα ἐφορμει , μη καταπλαγεις τους θαυμαστικως ἐχοντας αὐτου , και πολλας μεν ἐμφωλευουσας νοσους εὑρησεις
Γης . βουπαις οὐπω πολλος Τιτυον μεγαν : το μεγαν θαυμαστικως εἰρηται , ὁτι βουπαις ὠν μεγαν ἐτοξευσεν . και
9999948 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999948 Μιθριδατης
ἀσχολιᾳ των προβουλων ἐπι το κοινον , Τιγρανη τον γαμβρον Μιθριδατης ἐπεισεν ἐς Καππαδοκιαν ἐμβαλειν ὡσπερ ἀφ ' ἑαυτου .
δε συνηλθον Συλλας τε Κορνηλιος ὁ των Ῥωμαιων ἡγεμων και Μιθριδατης ὁ κληθεις Εὐπατωρ , και συνεβησαν προς ἀλληλους ἐπι
9999948 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999948 δεσμα
και το καλλος ἐμα - ραινετο . Προσηγεν αὐτῳ και δεσμα φοβερα και πυρ και μαλιστα ἐχρητο ταις βασανοις κατ
ἰδων σωφρονουσαν ὑπο πολλης χαρας ἐλυον μεν μετα θορυβου τα δεσμα , μετα ταυτα δε ἠδη το παν αὐτῃ διηγουμαι
9999947 νομηες
ὁτ ' ἠελιος ζυγα κλινει , ὁπποτε σημαινουσιν ἑαις ἀγελῃσι νομηες , εὐτε καταστειχουσι ποτι σφετερους παλι σηκους βριθομεναι μαζους
εἰκουσι κυνων ὑπο καρτεροθυμων σευομενοι , μαλα γαρ σφιν ἐπαϊσσουσι νομηες : . . . . . . . .
9999947 ἀνισοτητι
τῃ ὑλῃ το εἰδος χαριζεται τον κοσμον οὑτω και τῃ ἀνισοτητι ἐκ της ἰσοτητος ἐστιν ἡ προοδος . και πρωτος
χωριων κατα την χρειαν ὁ ἀρκυωρος ἁρμοσαμενος ἀπισωσῃ τῃ τουτων ἀνισοτητι των δικτυων την στασιν , ἡ καλειται ἀρκυστασια .
9999947 ἐχαρισατο
ἐποιησεν , ἡν Εὑρεσιν ἐκαλεσε . τῃ δε ὁ θεος ἐχαρισατο εἰναι και χαρισαμενος διεκρινε τα ἠδη γεγονοτα και ἐπληρωσεν
Λατινων , ὁτι Ῥωμαιων ὁ δημος οὐτε προτερον Ταρκυνιηταις ἀξιουσιν ἐχαρισατο την των τυραννων καθοδον , οὐθ ' ὑστερον ἁπασι
9999947 κρατεροιο
δε ταθεισης τεσσαρα δακτυλα μουνα μεταρσια πασι φαεινει , ἀντιπορου κρατεροιο μετακλινων σθενος αὐλου , ὁττι μεριζομενων τετραζυγα φιλτρα κερασσας
λεοντος , ἡ δε χιμαιρης , ἡ δ ' ὀφιος κρατεροιο δρακοντος . [ προσθε λεων , ὀπιθεν δε δρακων
9999947 καθαροτητι
πλαγιασμος τῃ ὀρθοτητι σχημα ἐναντιον , οὑτως ἡ περιβολη τῃ καθαροτητι εἰδος ὁλον εἰδει ὁλῳ ἐναντιον . ἐκειθεν δε ἐσται
αὐτου και ὠφεληθησεται δια γυναικων και ἐσται εὐβιοτος και χρησεται καθαροτητι και ἀνθεξεται του οἰκειου δογματος και των ἑπομενων αὐτῳ
9999947 οἰνανθης
σαμψυχου , ῥευματιζομενῳ δ ' ἠ πυρουμενῳ τα δι ' οἰνανθης , τα δια στυπτηριας , τα δι ' ὀμφακιου
προς την φερομενην κοιλιαν τουτῳ . Ἀκακιας , μαστιχης , οἰνανθης ἰσα : κατ ' ἰδιαν ἑκαστον λειωσας και μιξας
9999947 Γαλατεια
: τουτο φησιν : εἰη ἀν πειθειν σε , ὠ Γαλατεια , ἐξελθουσαν ἐπιλαθεσθαι μεν της θαλασσης , ἐρωτι δε
καλος ὠν καλος φαινῃ . ἀμορφου σου ὀντος ἐρᾳ ἡ Γαλατεια . τῳ δ ' ἐπι Δαμοιτας : ὁ Δαμοιτας
9999947 συνεστειλε
ἀγνοησαι “ μη μαινομενος ” , ὡς εἰπεν ἐκει . συνεστειλε δε και τα ἀλλα εἰς τρια , ὡν και
το ἐθνικον , ὡς Λαρισαιος . Διονυσιος δε ὁ ποιητης συνεστειλε το ι . φησι γαρ „ της δε προς
9999947 ἐκεκτηντο
χαρας . . οὐσιαν τ ' εἰχον συχνην : Πλουτον ἐκεκτηντο πολυν . . οὐσιαν : Περιουσιαν . συχνην :
Οἰδιποδας ἰδοι τις ἀν πασας τας τραγῳδιας , οἱ πλειστα ἐκεκτηντο χρηματα χρυσου και ἀργυρου και γης και βοσκηματων :
9999947 Φοινικης
δε τῃ πολει ἐκεινῃ τοτε μεγιστον στρατοπεδον , ὁ της Φοινικης προησπιζεν : ὑστερον δε μετηνεχθη , ὡς ἐν τοις
της Ποντικης [ θαλαττης μεχρι ] Κιλικιας και [ ] Φοινικης , και το [ ] μηκος [ αὐτης εἰναι
9999947 νομισητε
οὑτως λεγειν : μη ἐκ των δοκουντων τοις Ἀριστοτελικοις ἀνατρεπειν νομισητε , ὠ Πλατωνικοι : αὐτοις γαρ δοκει κρειττονα τα
ἡν ὠργισθη ὑμιν ὁ βασιλευς παντων των αἰωνων : μη νομισητε ὁτι ἐκφευξεσθε ταυτα . Και νυν οἱ γιγαντες οἱ
9999947 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999947 βραχεια
: ἐπανω δε του Ε και του Ο μικρου ἡ βραχεια : ἐπανω δε των διχρονων ποτε μεν ἡ μακρα
εἰπειν βραχειᾳ συλλαβῃ λογος ὁ καταμετρουμενος καταμετρειται : ἡ γαρ βραχεια και αὐτην καταμετρει την μακραν : * * ἐστι
9999947 κυβερνητου
, ὡσπερ και κυβερνητου μεν ἀρετη , ἀν τα του κυβερνητου ποιῃ και ἀρχῃ των ναυτων , των δε γε
δη . . . : περι του Ἀριστωνος του Κορινθιου κυβερνητου και της συμβουλης αὐτου και οἱ Συρακοσιοι : σημειωσαι
9999947 τερεβινθινης
δρ . γʹ , κηρου δρ . λʹ , ῥητινης τερεβινθινης δρ . ιβʹ , κεδριας δρ . κʹ ,
λιθαργυρου πεπλυμενης δραχμας η : κηρου λευκου δραχμας ρ : τερεβινθινης χιας δραχμας ζ : μυρσινινου δραχμας ρο . Τα
9999947 ἐκελευες
και ψηφολογειον ὡδε και διφρω δυο . κοφινους δε λιθων ἐκελευες ἡμας ἱμαν ἐπι τον κεραμον . χρυσος ὁ Κολοφωνιος
, ᾡ δε τον υἱον ἐδιδους , ἀπο τουτου φευγειν ἐκελευες γραμματα πεμπων πολλοις τοις προτερον ἐναντια τα τελευταια ,
9999947 σμυρνης
, ὀπιου ⋖ δ , λιβανου # α # , σμυρνης # α , καστοριου # δ . ἀναλαμβανε οἰνῳ
. . . . ⎪ ⎬ ἀνα δρ . δʹ σμυρνης . . . . . ⎪ πηγανου φυλλων .
9999947 βραχυκαταληκτα
, ἠτοι ἑφθημιμερη , πενθημιμερη και ἡμιολια , και τριμετρα βραχυκαταληκτα και καταληκτικα . ἑξης δε μεταβας εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν
. ὠ φιλον ] ὁμοια χρη εἰναι τοις ἑξης τριμετρα βραχυκαταληκτα . τι οὐν ] ἰαμβικοι τριμετροι στιχοι γʹ .
9999947 ἐγεννησεν
δε ἐπιῤῥηματικως , τουτεστι , την δε ἑτεραν προτερον μεν ἐγεννησεν ἡ νυξ ἡ ἐρεβεννη , ἡν ὁ Προκλος θεον
ἡ μεν οὐχ ὁρᾳ ἁ ἐχει : οὐδε γαρ αὐτη ἐγεννησεν , ἀλλ ' ἐστι και αὑτη εἰδωλον και οἱ
9999947 ἐφθονησεν
δε εἰδεν Ἀθηνα , μυσαχθεισα την εὐεργεσιαν ἐπεσχε τε και ἐφθονησεν . Ἀμφιαραῳ δε φευγοντι παρα ποταμον Ἰσμηνον , πριν
' ὁπως οὑτος ληψεται παρεσκευασε ; και της μεν ἐργασιας ἐφθονησεν , ἡς οὐδεν αἰσχρον ἠν μεταδουναι : την δε
9999947 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999947 ἀπηλασεν
και ἀν και κατεκανε τυχον , εἰ μη ὑποφθασας ἐκεινος ἀπηλασεν ἀπο του Πωρου προσω τον ἱππον . Ἀλεξανδρος δε
ἐκλαθομενοι του προς ἀληθειαν ὀντος θεου . διο παντας εἰκοτως ἀπηλασεν ἱερου συλλογου , τους τε τας ἰδεας ἀναιρουντας ,
9999947 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999947 ἐκαλειτο
και ἑον ἠτοι τον ἰδιον ἀνδρα . ὁτι Ἀκεσσαια προτερον ἐκαλειτο ἀπο Ἀκεσσαιου τα νυν Ἐκβατανα καλουμενα . . οἱτε
: Ἀσσυριαν εἰπε [ την Συριαν ] την Καππαδοκιαν . ἐκαλειτο δε παλαι Συρια : διο τον Ἁλυν ποταμον μεταξυ
9999947 τραχυς
και την φωνην διηρθρωμενος , καθαπερ κροταλα . παιπαλη : τραχυς , δυσκαταληπτος : ἐπει παιπαλα καλουμεν τα των χωριων
ὁμοιως δεκτος οὐδε χαριεις ἐδοκουν , ἀλλα τις ὀρειος και τραχυς και ἀπηχης , ὡστε αἱ μεν οἰκιαι των πλουσιων
9999947 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999946 γεγονε
ἡμερᾳ μεμφθεις ὑπο των φιλων ὁ Ξανθος ἐφη ” οὐ γεγονε κατα την ἐμην θελησιν , ἀλλα κατα την του
, ” Μηδαμως , “ ἐφην , ” ἀναστῃς : γεγονε γαρ μοι το εἰωθος σημειον το δαιμονιον . “
9999946 μηκετι
και της ΒΚ διδομενης τε της ΘΚ περιφερειας , ἐαν μηκετι , ὡσπερ ἐπι της ἀναπαλιν δειξεως , ἀπο του
, ἱνα αὐτῳ γενηται κυριος εἰς θεον : ἐβουλετο γαρ μηκετι ὡς ἀρχοντα εὐλαβεισθαι , ἀλλ ' ὡς εὐεργετην ἀγαπητικως
9999946 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999946 κοινοτητι
γαρ και Ἀριστοτελεις καλουμεν τους παιδας παραζηλουντες τῃ της προσηγοριας κοινοτητι των κλεινοτατων εἰς σοφιαν ἀνδρων , και τῳ σωζεσθαι
, ὡς φησι Θ . , και ἀπλουτον ἀπεργασασθαι τῃ κοινοτητι των δειπνων και τῃ περι την διαιταν εὐτελειᾳ .
9999946 λευκωμα
Τυφλα : γινεται δε ἐκ του ἀργον το λευκον . λευκωμα γαρ νοσος γινεται περι τον ὀφθαλμον , ὁπερ ἀβλεψιαν
λεανθεν ϲυν οἰνῳ και μελιτι . ἐαν δε παιδιῳ ϲμικρῳ λευκωμα γενηται εἰϲ τον ὀφθαλμον , ἡ μητηρ του παιδιου
9999946 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999946 Εὐκλειδης
Ἀριστιππος ὁ Κυρηναιος , Ἠλιακης Φαιδων ὁ Ἠλειος , Μεγαρικης Εὐκλειδης Μεγαρευς , Κυνικης Ἀντισθενης Ἀθηναιος , Ἐρετρικης Μενεδημος Ἐρετριευς
συμποδιζων προαιρεσει , ὁ δε βελτιστῃ ὠφελων , ὡς ὁ Εὐκλειδης δια των ψευδαριων πειραται και γυμναζει : και οὐ
9999946 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω

Back