ἀγνοησαι “ μη μαινομενος ” , ὡς εἰπεν ἐκει . συνεστειλε δε και τα ἀλλα εἰς τρια , ὡν και
το ἐθνικον , ὡς Λαρισαιος . Διονυσιος δε ὁ ποιητης συνεστειλε το ι . φησι γαρ „ της δε προς
9999975 ἀκουσιῳ
, το μεν τῳ οὐχ ἑκουσιῳ , το δε τῳ ἀκουσιῳ . εἰποι ἀν οὐν τις και τα ὑπο την
δ ' οἱ κατα Μεμφιν νομοι τον φευγοντα ἐπ ' ἀκουσιῳ , δει δε φευγειν , ἐπι τοις Γυμνοις εἰναι
9999974 εὐφροσυνην
γυναικειοισιν ἐπ ' ἐργοις , ἐξ ὡν χρηματα πολλα και εὐφροσυνην πορεν ἐσθλην : δηθακι δ ' αὐθ ' ὑποτασσει
, θαυματι μεν κατεχον τους ὁρωντας , θεσπεσιαν δ ' εὐφροσυνην παρεχομενον , ἀρρητῳ δε τῃ συμμετριᾳ ἀναφαινομενον , ἐξῃρημενον
9999974 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999973 παρεσκευαζετο
περι αὐτον στρατιας ἐπανελθων εἰς Μεμφιν τα προς την πολιορκιαν παρεσκευαζετο . Ὁ δε της πρωτης μεριδος ἀφηγουμενος Λακρατης ὁ
λοφου ὀντος μεταξυ οὐκ ἐθεωρουν ἀλληλους , ἐτασσε τε και παρεσκευαζετο ὡς ἐς μαχην . τῳ δε Ἱπποκρατει ὀντι περι
9999972 ἀγνωμοσυνην
ταν τῃ γε ἀλλῃ δικαιον παρακινδυνευσαι , κἀν εἰς τοσαυτην ἀγνωμοσυνην ἐμπεσειν δεῃ . δεινον γαρ Λακεδαιμονιους περιιδειν ἠ Θηβαιους
ἡ ῥητορικη τους ἠτοι δι ' ἀγνοιαν ἠ δι ' ἀγνωμοσυνην ἀγανακτουντας τοις δεδικασμενοις και προς θορυβους ἠ στασεις τα
9999972 μαντειᾳ
Ὀλυμπιᾳ , οὑ ἀρχηγος γεγονεν Ἰαμος τῃ δια των ἐμπυρων μαντειᾳ : ᾑ και μεχρι του νυν οἱ Ἰαμιδαι χρωνται
δε εἰσι των ἐπιγραμματων , πρωτον μεν ἀνατεθηναι τα ἀγαλματα μαντειᾳ του θεου τιμησαντος τα ἐς τους πενταθλους δοξαντα Ἠλειοις
9999972 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ
9999972 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999972 ὡροσκοπουσαν
κλιμασιν ἐπι των ἠδη τελειωθεντων ἀνθρωπων , ἐξακριβουντες δε την ὡροσκοπουσαν μοιραν κατα την του θειου Πτολεμαιου μεθοδον σχεδον ἐπι
πευσεως ἠτοι του πραγματος προειπειν δυνησομεθα ἐπαν ἀκριβως λαβωμεν την ὡροσκοπουσαν μοιραν ἐξ ὑδροσκοπιου ἠ ἀστρολαβου ἠ ἀλλου τινος ὡροσκοπιου
9999972 ἐγεννησεν
δε ἐπιῤῥηματικως , τουτεστι , την δε ἑτεραν προτερον μεν ἐγεννησεν ἡ νυξ ἡ ἐρεβεννη , ἡν ὁ Προκλος θεον
ἡ μεν οὐχ ὁρᾳ ἁ ἐχει : οὐδε γαρ αὐτη ἐγεννησεν , ἀλλ ' ἐστι και αὑτη εἰδωλον και οἱ
9999971 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999971 χαλαζαν
, και ἀποδεσμει μετα μεταξης ἑψημενης , δεσμων κατα μιαν χαλαζαν ἀνα ἑνα δεσμον . Και οὑτως ἐμβαλων τας φουσκας
νεφεων πτηται νιφας ἠε χαλαζα : ὁτι διεσταλκε νιφαδα και χαλαζαν . . . . ἰσον οἱ φασθαι τον τε
9999970 διαφορητικη
βωλοϲ παραπληϲιαϲ ἐϲτι τῃ Ἀρμενιᾳ δυναμεωϲ . ἡ δε ὠχρα διαφορητικη τε και ϲηπτικη την δυναμιν : καταϲτελλει γουν τα
φαρμακων ἡ ἑλκτικη δυναμις , κατα δε τα διαφορητικα ἡ διαφορητικη . ἐστι δ ' ἡ ὑλη και των διαφορουντων
9999970 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999970 θαυμαζεις
φαινεται δια παντων . τι δε περι ῥητορικης εἰ στοχαζεται θαυμαζεις ; φαινεται γαρ ὁμοιως διακειμενη τῃ μαντικῃ , πλην
. ἐνταυθα τοινυν ἐστι τῳ Δημοσθενει , οὑ συ τοὐνομα θαυμαζεις μονον , ὡς ἐοικεν , Ἐπεπεισμην δε ὑπερ ἐμαυτου
9999970 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999970 ἐνδοτερω
λοχος ὁδε ὁ πρωτος : ὁ γε μην δευτερος , ἐνδοτερω σαπρου κρεως και ὀδωδοτος μοιραν μηρινθου τινος μακροτερας ἐξαρτωσι
ἐκβαλλειν . “ Κινουνται τε συνεχως αἱ ἀτομοι φησι δε ἐνδοτερω και ἰσοταχως αὐτας κινεισθαι του κενου την εἰξιν ὁμοιαν
9999970 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999970 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999970 Κρονιδης
Ἀνθεμιων Ἀνθεμιωνος Ἀνθεμιωνιδης Ἀνθεμιδης , ὡς Δευκαλος Δευκαλιδης και Κρονος Κρονιδης . . . . ἀνθ ' ὡν : ἀπο
ἐχει Οὐρανιδῃσι , χαιρων υἱωνων περιωσιον υἱωνοισιν , ὁττι σφεων Κρονιδης μελεων ἐξειλετο γηρας , ἀθανατοι δε καλευνται ἑοι νεποδες
9999969 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999968 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999968 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999968 ἐπελαβετο
παροδευοντες ἐκτεινον ἐπι σταδιους ἑκατον και εἰκοσιν , ἐστε νυξ ἐπελαβετο . τοτε δ ' ἀναστρεφοντες ἐσκυλευον : ἐδιδου γαρ
ἱνα μοι ἐπιδειξῃ ὁ ἐπηγγειλατο ὁραμα . ἡ δε παλιν ἐπελαβετο μου της χειρος και ἐγειρει με και καθιζει ἐπι
9999968 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999968 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999968 τελειῳ
των παλαι , του παντος ἡμισυ μερος , τῳ δε τελειῳ μηκετι πονειν , τα δ ' ὁσα ἐκ μελετης
οὐκ ἐχει , τοις δε ἀλλοις διαιρειται πασιν ὁμοιως τῳ τελειῳ . Ἀτελης δε ἐκ μονων προσωπων ἁπλους οὐ γινεται
9999968 ποιεισθε
, συνιασιν ὀψομενοι τους νεους ἀγωνιζομενους , οὐδεποτε ἐν ὁπλοις ποιεισθε την ἁμιλλαν , ἀλλα γυμνους εἰς το μεσον παραγαγοντες
ὁ Ἀπολλωνιος „ ἐφ ' ἱεροις οὐν ” ἐφη ” ποιεισθε και ταυτας , ὡσπερ τας ἐξοδους τε και τας
9999968 ἰδιωτικης
οὐκ ἐστι τα χρηματα : οἱον εἰ μεν γαρ ἐξ ἰδιωτικης οἰκιας εἰληφας τα χρηματα , καλως κλοπην ὀνομαζεις το
στοργην ἰσχυραν προς ἑαυτον προηγαγεν . ἐπεμεληθη δε και της ἰδιωτικης των στρατιωτων διαταξεως και πολλα προς την εὐχρηστιαν ἐπινοησαμενος
9999968 κρατεροιο
δε ταθεισης τεσσαρα δακτυλα μουνα μεταρσια πασι φαεινει , ἀντιπορου κρατεροιο μετακλινων σθενος αὐλου , ὁττι μεριζομενων τετραζυγα φιλτρα κερασσας
λεοντος , ἡ δε χιμαιρης , ἡ δ ' ὀφιος κρατεροιο δρακοντος . [ προσθε λεων , ὀπιθεν δε δρακων
9999968 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999968 καθαροτητι
πλαγιασμος τῃ ὀρθοτητι σχημα ἐναντιον , οὑτως ἡ περιβολη τῃ καθαροτητι εἰδος ὁλον εἰδει ὁλῳ ἐναντιον . ἐκειθεν δε ἐσται
αὐτου και ὠφεληθησεται δια γυναικων και ἐσται εὐβιοτος και χρησεται καθαροτητι και ἀνθεξεται του οἰκειου δογματος και των ἑπομενων αὐτῳ
9999968 ἀναιδειᾳ
, ὑπ ' αὐτου τῃ βοῃ , περιγενῃ δε ἐν ἀναιδειᾳ , οὐδεν ἡττον ἡμετερα ἡ νικη . πυραμους δε
αὐτων και παιδων παιδες ἀναισχυντοι . ἀκολουθει δε ἀναισχυντιᾳ και ἀναιδειᾳ ὑβρις και ἀδικια , τουτοις δ ' ἑπεται ὀλεθρος
9999968 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999968 μαθηματικη
, ῥᾳδιον ἐντευθεν καταμαθειν . οὐκ ἐστιν ἡ των Πυθαγορειων μαθηματικη τοιαυτη , ὁποιαν οἱ πολλοι ἐπιτηδευουσιν . ἐκεινη μεν
τοιαυτα , οὑτω , φησι , και περι μεγεθων ἡ μαθηματικη διαλεγομενη περι αἰσθητων μεν διαλεγεται , οὐχ ᾑ δε
9999968 συνετελεσθη
οἰκουμενην . διοπερ πολεμικη μεν και ἀξια μνημης πραξις οὐδεμια συνετελεσθη κατα τουτους τους χρονους , εἰρηνη δε μια συνετελεσθη
και την ψυχην . ἐπι γαρ τουτου βελη τα μεγιστα συνετελεσθη και μηχαναι παντοιαι πολυ τας παρα τοις ἀλλοις γενομενας
9999967 συνηκε
οὐν ὁ Λιχας ὡς ἐστι κατακειμενα ἐν οἰκιᾳ χαλκεως , συνηκε δε οὑτως : ὁποσα ἐν τῃ του χαλκεως ἑωρα
παχυτερα τον νουν οὐσα ἡ γραυς τοις τοσουτοις αἰνιγμοις οὐ συνηκε το λεγομενον ὑπο της Φαιδρας , ἀγανακτουσα ἡ Φαιδρα
9999967 συνεγραψατο
ὡς ἀναφορικη ἀντωνυμια λαμβανεται , ὡς ὁταν ἐρωτηθωμεν : τις συνεγραψατο την Ἰλιαδα ; και εἰπωμεν : ὁ Ὁμηρος :
και ἐτελευτησεν ἐν Περπερηνηι τηι κατ ' ἀντικρυ Λεσβου . συνεγραψατο δε πλειστα πεζως τε και ποιητικως . , :
9999967 χαλβανης
ἀλοης Γοʹ αʹ ʹʹ , κροκου πυρεθρου , ὀποπανακος , χαλβανης , λιβανου ἀνα , Γοʹ αʹ , ἀμμωνιακου θυμιαματος
Ἀρχιγενης , κοινωσομαι προς ἑκαστον . Σαγαπηνου , πεπερεως , χαλβανης , πυρεθρου , κροκου , σπονδυλιου , σμυρνης ἀνα
9999967 Ἑρμηνεια
τροπον φυλαττουσιν της συγγενειας . Ἰδιωτης εἰς πλοιον φαρμακον . Ἑρμηνεια . Χαλεπον ἀπειρια κἀκεισε μαλλον , Ἐνθα κυμα θαλασσης
, Γιγαντων ῥηματα ματην προφεροντες . της καρδιας σου . Ἑρμηνεια . Ἑκων λανθανε και μη παντι ἀνθρωπων Το προσεχες
9999967 Ἀγαθοκλεους
τουτων τραγον ἀμελγειν , ὁ δε αὐτῳ κοσκινον ὑποτιθεναι ; Ἀγαθοκλεους δε του Περιπατητικου μεγα φρονουντος ὁτι μονος αὐτος ἐστι
βυβλου ταυτης συν τοις ἀλλοις περιεχουσης και την τυραννιδα την Ἀγαθοκλεους ἀφιεμενοι το περι αὐτης προλεγειν τα συνεχη τοις προειρημενοις
9999967 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999967 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999967 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999967 ἀπαιδευσια
ξενον και ἀμαθη και φλυαρον . 〚 χελιδων δε , ἀπαιδευσια . ἀηδονιον δε νομον , παροσον ἡ ἀηδων τον
πονηρια , μοχθηρια , φαυλοτηςφλαυροτης δε σκληρον , σκαιοτης , ἀπαιδευσια , πανουργια , ἀμαθια , μισολογια , ἀνοια ,
9999967 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999967 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999967 ἐπικυκλῳ
δια του π , και ὁ αὐτος ἐσται τῳ εζηκ ἐπικυκλῳ . γεγραφθω οὐν ὁ πρχ : ἐπει οὐν δια
μο ξʹξʹ γ . παλιν δη νοεισθω και ἐν τῃ ἐπικυκλῳ σφαιρᾳ κυκλισκος περι το κεντρον αὐτης ἐν τῳ του
9999967 ἐλογιζοντο
δε και ἐπι Λευκτρῳ ὑπερ της Μαλεατιδος ἀλλη φρουρα . ἐλογιζοντο δε και τουτο οἱ Θηβαιοι , ὡς και συνελθουσαν
μεν αὐτοις τα μεν ᾐσχυνοντο , τα δε ἀσυμφορως ἐχειν ἐλογιζοντο : κοινωνειν γε μην αὐτοις ὡν ἐπραττον οὐκετι ἠθελον
9999967 φλεγματι
ἐν τοις ἑξης . οἱ τοινυν διαλειποντες πυρετοι ἠ ἐπι φλεγματι σηπομενῳ γινονται και ποιουσι τον καλουμενον ἀμφημερινον πυρετον ,
ην . ] και αἱματι [ . . ] και φλεγματι [ μα . ] και σαρκι [ ας .
9999967 γενειαδα
εὐρυθμον ἀνακρουοντα . ὡς γαρ ἀφικομην ξυριεισθαι [ ] την γενειαδα βουλομενος , ἀσμενως τε ἐδεξατο και ἐφ ' ὑψηλου
ὠν , μηθ ' ὑδωρ θαυμαζε , μηδε κουρια ? γενειαδα , μηδε ῥυπου χιτωνα ἑσσον ἐν χροϊ . κωφος
9999967 ὑπεμνησεν
. λεγουσι ] δ ' οἱ μεν ὁτι ? [ ὑπεμνησεν ] | αὐτον ? [ ὡν ] | περι
και τον ἑαυτου διανυοντος δρομον , οὐδε εἱς των θεων ὑπεμνησεν ὡστε και αὐτῳ του κοσμου μεριδα φυλαχθηναι . οὐδεπω
9999967 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999967 ἀπαλλαγης
ἁπασας ἐκκεκοφθαι , τας δ ' ἐναντιας παρεισεληλυθεναι φροντιδας περι ἀπαλλαγης ἀνηνυτων βασανων , ὑφ ' ὡν γυμναζομενος μεθ '
οἰνομελιτι κλυστεον τον κολπον , και τουτοις ἐπιμενητεον μεχρι τελειας ἀπαλλαγης . Εἰ δε περι το στομιον της ὑστερας συσταιη
9999966 θαυμαστικως
, ᾡ τα πολεως πραγματα ἐφορμει , μη καταπλαγεις τους θαυμαστικως ἐχοντας αὐτου , και πολλας μεν ἐμφωλευουσας νοσους εὑρησεις
Γης . βουπαις οὐπω πολλος Τιτυον μεγαν : το μεγαν θαυμαστικως εἰρηται , ὁτι βουπαις ὠν μεγαν ἐτοξευσεν . και
9999966 Μιθριδατης
ἀσχολιᾳ των προβουλων ἐπι το κοινον , Τιγρανη τον γαμβρον Μιθριδατης ἐπεισεν ἐς Καππαδοκιαν ἐμβαλειν ὡσπερ ἀφ ' ἑαυτου .
δε συνηλθον Συλλας τε Κορνηλιος ὁ των Ῥωμαιων ἡγεμων και Μιθριδατης ὁ κληθεις Εὐπατωρ , και συνεβησαν προς ἀλληλους ἐπι
9999966 ἐποιουμεθα
, εἰ και μη ἐξεφευγομεν , ὁπῃ ποτ ' ἀν ἐποιουμεθα αὐτης την φυγην . εἰρησθω δη νυν ὁτι δια
ἐν τῳ δι ' Ἀλεξανδρειας παραλληλῳ , καθ ' ὁν ἐποιουμεθα τας τηρησεις , την αὐτην ἐγγιστα ποιειν την φαινομενην
9999966 τεσσαρα
γουν ἡμιολιος και ἐπιτριτος ποιουσι τον διπλασιον : του γαρ τεσσαρα προς τον γ ἐπιτριτου ὀντος και του γ προς
αἱ πλευραι ιϚ , ξγ , ξε . Και γινεται τεσσαρα τριγωνα ὀρθογωνια ἰσας ἐχοντα τας ὑποτεινουσας : ἐλθων οὐν
9999966 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999966 κατεπαυσε
. Νικολαος μεν οὐν προς τους Συρακοσιους τοιουτοις χρησαμενος λογοις κατεπαυσε την δημηγοριαν , συμπαθεις ποιησας τους ἀκουοντας . Γυλιππος
γαρ και ἀνεζωπυρειτο ὑπο του Φρυγιου αὐληματος . ὁ δη κατεπαυσε ταχιστα ὁ Πυθαγορας . ἐτυγχανε δε αὐτος ἀστρονομουμενος ἀωρι
9999966 τερεβινθινης
δρ . γʹ , κηρου δρ . λʹ , ῥητινης τερεβινθινης δρ . ιβʹ , κεδριας δρ . κʹ ,
λιθαργυρου πεπλυμενης δραχμας η : κηρου λευκου δραχμας ρ : τερεβινθινης χιας δραχμας ζ : μυρσινινου δραχμας ρο . Τα
9999966 δειγμα
και μονους ὀντας εἰς ἐλπιδα τοις πραγμασι . καιτοι τοσουτον δειγμα σωφροσυνης και καρτεριας τις πωποτε ἐξηνεγκε των ἐν τοις
ἐπιδειξωμεν ἑαυτοις και τῳ λογῳ κοσμησωμεν . ἑν μεν οὐν δειγμα αὐτης ἐκεινο ἐστω , οὑ και προτερον ἐμνημονευσαμεν ,
9999966 ἀπεκριναντο
τοτε , βλαπτοντος ἠδη του θεου , τῳ στρατηγῳ σφων ἀπεκριναντο ἀναξιως βουλευεσθαι περι αὑτου : αὐτοι γαρ , της
δε και ἐξ ὡν αὐτος οὑτος και Τιμοκρατης και Ἀφοβος ἀπεκριναντο , οὐχ οἱον τ ' ἀποδεδοσθαι την προικα ,
9999966 διενοειτο
ὀχλον ἀρεσκειας , ταυτῃ νομιζων ἐξοικειωσασθαι μαλλον αὐτον εἰς ἁπερ διενοειτο . ἠδη τινας οἰδα των ἀνεσκολοπισμενων μελλουσης ἐνιστασθαι τοιαυτης
προς Λακεδαιμονιους διεπεμψατο περι βοηθειας πεζης τε και ναυτικης : διενοειτο γαρ ἐν ὁσῳ τα κατα τον στολον ἑτοιμα ἐγινετο
9999966 γεγραμμενη
τουτεῳ τῳ τροπῳ της ὀλισθησιος κἀκεινη ἡ κατατασις ἡ προσθεν γεγραμμενη , ὡς χρη κατατεινειν τα ὀστεα του βραχιονος κατεηγοτα
μεν του ἐνδιαθετου ἐστιν , ἡ περι ἐνθυμηματων και ἐπιχειρηματων γεγραμμενη , ἡ διδασκουσα πως δει ἐνθυμεισθαι και λογιζεσθαι :
9999966 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999966 γυναικειᾳ
αὐτη προς ἐμαυτην ἁμιλλωμενη και ζητουσα εἰ δυνατον και τῃ γυναικειᾳ φυσει ἐρευναν τα του βιου πραγματα και εἰδεναι τι
λεγουσιν , ἀπονυμφην δ ' ἠ ἀπονυμφον τον φιλοπαιδα και γυναικειᾳ ὁμιλιᾳ δυσχεραινοντα , ὁν και μισογυνην ἐρεις ὡς τον
9999966 Συρακοσιου
μεν ἐπι της προτερον οὐσης ξυμμαχιας ἀνανεωσει , του δε Συρακοσιου καθαψαμενου ἀναγκη και περι της ἀρχης εἰπειν ὡς εἰκοτως
βασιλεας πολλους κεκολακευκεν , ᾡ ἀν ξυγγενηται , πλην του Συρακοσιου Διονυσιου . οὑτος δε ἠ παντων εὐτυχεστατος ἐστιν ἠ
9999966 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999966 ἀνελαμβανε
θαυμαζων τον Ἀντιμαχον ἐπι τῃ ποιητικῃ βαρεως φεροντα την ἡτταν ἀνελαμβανε και παρεμυθειτο τοις ἀγνοουσι κακον εἰναι φαμενος την ἀγνοιαν
παρεδοσαν την πολιν . Ὁ μεντοι Μιθριδατης προς Τιγρανην παραγεγονως ἀνελαμβανε τε αὐτον , και βασιλικην ἐσθητα περιετιθει της συνηθους
9999966 ἰδιωτικην
τ Θυτιον εὑρομεν γεγραμμενον . Ι Ἰδιαν : ἀντι του ἰδιωτικην Δημοσθενης ἐν τῳ κατα Κονωνος . ἐλεγετο δε το
ἐν μεσῃ τῃ μαχῃ κειμενη τῃ λεγουσῃ ὁτι χρη σε ἰδιωτικην προς με ἐπαναιρεισθαι δικην τους μεν δικαστας ἀπο φθονου
9999966 ἠδικηκεν
τους παιδας ἀστραγαλοις . ὁς μονους αὑτου σοφωτερους οὑς οὐκ ἠδικηκεν δοκει , ὁς οὐτε παθειν δεδιεν οὐτε ποιειν ὀκνει
χορηγον ὀνθ ' ὑμετερον ἱερομηνιας οὐσης πανθ ' ὁς ' ἠδικηκεν ὑβρισας φαινεται , δημοσιας ὀργης και τιμωριας δικαιος ἐστι
9999965 ἐσπουδακοτες
: και οἱ πλουσιοι της χειροτονιας πλησιαζουσης ἐνδηλοι σαφως ἠσαν ἐσπουδακοτες ἐς την ἀρχην τοις μαλιστα Γρακχῳ πολεμιοις . ὁ
μαθητας πολλους ἐχειν ; οὐδαμως . ὀψονται οἱ περι τουτο ἐσπουδακοτες . ἀλλα θεωρηματα δυσκολα ἀκριβουν ; ὀψονται και περι
9999965 ἐκαθεζοντο
λεσχας ἐλεγον δημοσιους τινας τοπους , ἐν οἱς σχολην ἀγοντες ἐκαθεζοντο πολλοι . . παραβυστον . οὑτως ἐκαλειτο τι των
ἐξοχην , μεγαλως . σπερχομενη : ὀργιζομενη . εἱατο : ἐκαθεζοντο . Αἱμου : ὀρος Θρᾳκης ὁ Αἱμος . ἑπταμυχον
9999965 ἐχειρωσατο
Ἰωνιη ἐδεδουλωτο . Ὡς δε τους ἐν τῃ ἠπειρῳ Ἰωνας ἐχειρωσατο Ἁρπαγος , οἱ τας νησους ἐχοντες Ἰωνες καταρρωδησαντες ταυτα
τῳ Φιλιππῳ προς αὐξησιν . εὐθυ γαρ την μεν Πυδναν ἐχειρωσατο , προς δε Ὀλυνθιους συμμαχιαν ἐθετο και Ποτιδαιαν ὡμολογησε
9999965 κρατησειεν
, συντιθεται ταλαντα ἑξηκοντα δωσειν , εἰ δι ' αὐτου κρατησειεν Ἀκροκορινθου . Ἐργινος ὑπισχνειται μετα των ἀδελφων τουτο πραξειν
συσταιη , ἀλλα και ἐφοδους ποιησαιτο ἐπι την ἀλλοτριαν και κρατησειεν οὐ των ἐγγυς μονον ὡστε και μεχρι της νυν
9999965 Αἰσχυλου
] [ ] ντι [ ] Σατυρου βιων ἀναγραφης Ϛʹ Αἰσχυλου Σοφοκλεους Εὐριπιδου [ ] ! [ ] [ και
οὐκ ἀληθης διανοια . το δ ' ἑξης ἐκ Νιοβης Αἰσχυλου . 〛 ἠν ' ἰδου : Ἠνι ἰδου ἐκ
9999965 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999965 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999965 ἀναλαβε
, του τε ταφου ἐπιμεληθητι και το ἀγαλμα του Παλαμηδους ἀναλαβε φαυλως ἐρριμμενον : κειται δε ἐν τῃ Αἰολιδι κατα
ὁσον ἀν ὑπελθῃ : ταχυ γαρ πηγνυται . εἰτα παλιν ἀναλαβε εἰς την κακαβον και παλιν διηθησον και οὑτω ποιει
9999965 ἐπυνθανετο
, τουτῳ καταβας ἀνηγαγε χρυσουν πελεκη , κεἰ οὑτος ἐστιν ἐπυνθανετο τουτου . Ὁ δε πενης ἐφησε μη εἰναι τουτον
δε δελφακος παρ ' ὁλην την ὁδον κεκραγοτος ἀλωπηξ ἀκουσασα ἐπυνθανετο αὐτου την αἰτιαν , δι ' ἡν των λοιπων
9999965 ἀσπιδας
. ῥοθιον : Ἀρριανος : στοιχον ἑνα ὁπλιτων προβεβλημενων τας ἀσπιδας , πολλῳ τῳ ῥοθιῳ και ἁμα ξυγκελευσμῳ παντοιῳ ἐν
Κρητικας , ὡσπερ ἐρεβινθους , δορατιων τε λειψανα κατεαγοτα , ἀσπιδας δε προσκεφαλαια και θωρηκας ἐχομεν , προς ποδων δε
9999965 ἀπελυσεν
συναποθανειν θελων τῃ γυναικι . ἀλλ ' ὁ δημος σε ἀπελυσεν , ἀκουσιον ἐπιγνους το συμβαν . τα δε τουτων
. γελασας ? δε οὑτως ἐλαχιστον ζῳον χαριτας ἀποδωσειν , ἀπελυσεν αὐτον . οὐ πολλῳ ὑστερον ὑπο κυνηγων δεσμα ἐβληθη
9999965 ἐθελουσα
θεος ὠπασε πολλην , ῥεια δ ' ἀφειλετο φαινομενην , ἐθελουσα γε θυμῳ . ἐσθλη δ ' ἐν σταθμοισι συν
ὑποχειριος ἐλθῃ . και δε κεν ἀλλ ' ἐπιβαθρον ἐγων ἐθελουσα γε δοιην : παιδα γαρ ἀνδρος ἐηος ἐνι μεγαροις
9999965 Αἰθιοπος
διωρυχας ὀρυξαντων ἐπι Σεσωστριος βασιλεος , δευτερα δε ἐπι του Αἰθιοπος , και καρτα ὑψηλαι ἐγενοντο . Ὑψηλεων δε και
το λευκον θεωρεισθαι και το μελαν , ὡσπερ ἐπι του Αἰθιοπος : και γαρ ὁ Αἰθιοψ κατα μεν τους ὀδοντας
9999965 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999965 ἀναλυτικη
τινος ἀρχεται και εἰς συνθετα τινα τελευτᾳ , ἡ δε ἀναλυτικη ἀπο συνθετου ἀρχεται και εἰς ἁπλα καταντᾳ : και
καθο ἐκεινη μεν ἑν λαμβανουσα πολλα ποιει , ἡ δε ἀναλυτικη εἰς ἑν τελευτᾳ : λαμβανουσα γαρ και ἀναλυουσα τον
9999965 κυριωτατα
, τον τε Δια και τον Διονυσον , τους τα κυριωτατα προς το ζην παρεχοντας , τριτον ὑπολαβειν ἑαυτον τιμησεσθαι
] βραχεα σοφωι τυχη παρεμπιπτει , τα δε μεγιστα και κυριωτατα ὁ λογισμος διωικηκε και κατα τον συνεχη χρονον του
9999965 τελευτῃ
της λυπης , ἡ τοιαυτη λυπη , ἡ ἐπι τῃ τελευτῃ του παιδος , ἁπλως μεν κακη οὐκ ἐστιν ,
ὁμοιοτροπως τοις προειρημενοις ἐπι του δικαιου μετιων και ἐπι τῃ τελευτῃ τουτου του μερους ἠ παλιλλογιαν ἠ ὁρισμον ἐπιθεις παλιν
9999965 ἐκαλειτο
και ἑον ἠτοι τον ἰδιον ἀνδρα . ὁτι Ἀκεσσαια προτερον ἐκαλειτο ἀπο Ἀκεσσαιου τα νυν Ἐκβατανα καλουμενα . . οἱτε
: Ἀσσυριαν εἰπε [ την Συριαν ] την Καππαδοκιαν . ἐκαλειτο δε παλαι Συρια : διο τον Ἁλυν ποταμον μεταξυ
9999965 Εὐκλειδης
Ἀριστιππος ὁ Κυρηναιος , Ἠλιακης Φαιδων ὁ Ἠλειος , Μεγαρικης Εὐκλειδης Μεγαρευς , Κυνικης Ἀντισθενης Ἀθηναιος , Ἐρετρικης Μενεδημος Ἐρετριευς
συμποδιζων προαιρεσει , ὁ δε βελτιστῃ ὠφελων , ὡς ὁ Εὐκλειδης δια των ψευδαριων πειραται και γυμναζει : και οὐ
9999965 χαλεποι
δι ' ὀργης εἰχε τους πατρικιους , πολλοι τε και χαλεποι κατ ' αὐτων ἐγινοντο λογοι των μεν ὀλιγωριαν ἐγκαλουντων
βαρυκομποι : ἐκεινον δε , τον Βαττον , και οἱ χαλεποι λεοντες της Λιβυης εὐλαβηθεντες ἐφυγον . κεινον γε και
9999965 ἐδηλωσαν
δε τινες ἐξαγγελλουσι τοις οἰκειοις την ἐπιβουλην και οὑτοι ἐλθοντες ἐδηλωσαν το πραγμα τοις δικασταις και οὑτως ἀπεχειροτονησαν οἱ δικασται
και τα πραχθεντα ἀκουσαι . οἱ δε μεχρις ἀγορας ἐλθοντες ἐδηλωσαν τοις δημαρχοις τα γενομενα , κἀκεινοι συναγαγοντες ἐκκλησιαν ἐκελευον
9999965 ἀπηγαγεν
. Βαγοραζος δε τον νεκρον του πατρος και της μητρος ἀπηγαγεν εἰς Περσας . ἑπτακαιδεκα δε νοθους υἱους ἐσχεν ὁ
Σιμμα καταδεηθεις αὑτωι δουναι την παρθενον εἰς γαμον ἐννομον , ἀπηγαγεν αὐτην εἰς Νινον , και γημας ἐγεννησε δυο παιδας
9999965 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999965 ἐλθουσης
των Τρωων και της Εὐρωπης τοτε πρωτον κατα της Ἀσιας ἐλθουσης , ἐχοντες οἱ τε Τρωες ἀποδοντες την Ἑλενην ἀδεως
θεος ὁ ἐν Δελφοις . ὁμως δε και της μαντειας ἐλθουσης ἠν ἀπορια τοις πολλοις τι ποτ ' εἰη το
9999965 δευτερᾳ
φαιην , σιωπῃ δε οὐκ ἀν ἠδικουν και πρωτῃ και δευτερᾳ τας δυ ' ἐπιστολας , ἀλλ ' ἐποιουν ἀν
ἐς ταν των ἐνυδρων ἰδεαν . ἁπαντα δε ταυτα ἐν δευτερᾳ περιοδῳ ἁ Νεμεσις συνδιεκρινε συν δαιμοσι παλαμναιοις χθονιοις τε
9999965 τετελευτηκοτι
τῳ δε κακῳ μαλα φοβερονβοηθειαν τε αὐτῳ μητινα μεγαλην εἰναι τετελευτηκοτι : ζωντι γαρ ἐδει βοηθειν παντας τους προσηκοντας ,
ἐγγυτατω ὀντες Ἀρχιαδῃ κληρονομειν της οὐσιας , και μη τῳ τετελευτηκοτι τῳ αὐτῳ εἰσποιητῳ ὀντι υἱον εἰσποιειν ἐπ ' ἀποστερησει
9999964 ἀνισοτητι
τῃ ὑλῃ το εἰδος χαριζεται τον κοσμον οὑτω και τῃ ἀνισοτητι ἐκ της ἰσοτητος ἐστιν ἡ προοδος . και πρωτος
χωριων κατα την χρειαν ὁ ἀρκυωρος ἁρμοσαμενος ἀπισωσῃ τῃ τουτων ἀνισοτητι των δικτυων την στασιν , ἡ καλειται ἀρκυστασια .
9999964 αἰσχυνην
μεν χωραν ἀνεσωσε τῃ πολει , την δ ' ὑπαρχουσαν αἰσχυνην ἀπηλλαξεν : οὑτος δ ' , ἡν βασιλευς και
, την δε , ὁπως μη φωραθεις ὑπο των ἐναντιων αἰσχυνην ἀνοιας ὀφλησω : τα γαρ τοιαυτα του πολεμου κλεμματα

Back