γινονται οἱ ὀφθαλμοι ἠ δια τρομωδη διαθεσιν ἐν αὐτοις τοις μυσι των ὀφθαλμων συνισταμενην ἠ δια παραφροσυνην . ὀξεος οὐν
το μεν τεινεσθαι και εἰς ἑαυτους συνερχεσθαι συμφυτος ἐνεργεια τοις μυσι , το δ ' ἐκτεινεσθαι και χαλασθαι των ἀντιτεταγμενων
9999967 φιλοφροσυνην
ἐτι δ ' ἐπει προς , και το τελος φαινεσθαι φιλοφροσυνην . εἰ δε ταυτην προς φιλιαν . ἀλλως την
τους προηκοντας , προς δε τους ὁμηλικας ἀπλαστον ὁμοιοτητα και φιλοφροσυνην , συνεπιτασιν τε και παρορμησιν προς τους νεωτερους φθονου
9999965 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999964 φαλαγγιου
την των ὀδοντων ἀντιτυπιαν ἐγχριμψαντος δε , ὁ ἐστι του φαλαγγιου πληξαντος , ἀνουτητον και ἀτρωτον το σωμα μενει του
ἀρχομενου του ἐαρος ἐν τοις ὁδοις , και αὐτου του φαλαγγιου τα ὠα , ἐαν λαβῃς εἰς ὀνομα του πασχοντος
9999964 χαλκης
, λιθαργυρου # γ , ὀξους # β , λεπιδος χαλκης μελαινης # β , χαλκιτεως # β , ἰου
, στυπτηριας σχιστης και στρογγυλης , χαλκιτεως ὀπτης , λεπιδος χαλκης ἀνα # γ , ἀλοης # α # ,
9999964 διωρισεν
ζωονδιασκοπειν φαινεται το της ὀψεως ἀηθες . ταυτα μεν οὑτω διωρισεν ὁ γραφευς , τοις δε νομευσιν ἡγειται της πορειας
το πρωτον . και ὁτι ὁ νομος οὐ προς ἑν διωρισεν , τινι δοτεον , και τινι μη : εἰ
9999964 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999963 χαλεπωτεραν
ἐγωγε ἀθλια , ἡτις την γην ὡς ἐπιβουλον ἐφυλαττομην πολυ χαλεπωτεραν ἐχουσα την θαλασσαν , ἐφ ' ἡν κατεφυγον .
: τροπον γαρ τινα και ὁ μετανοων σῳζεται , την χαλεπωτεραν των ἐν τῳ σωματι παθων νοσον ψυχης ἐκτρεπομενος .
9999962 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999962 ἀμφισβητουσι
του , „ τους ἡγεμονας ἀνειλεν ὁ θεος φυλαττεσθαι και ἀμφισβητουσι προς ἑαυτους οἱ ῥητορες και οἱ στρατηγοι , ”
οἱ τον Εὐξεινον οἰκουντες το ἀγαλμα εἰναι παρα σφισιν , ἀμφισβητουσι δε και Λυδων οἱς ἐστιν Ἀρτεμιδος ἱερον Ἀναιιτιδος .
9999962 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999962 Φιλιππος
τους ἐκ της φυγης ἐπανιοντας . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Φιλιππος ὁ των Μακεδονων βασιλευς Μεθωνην μεν ἐκπολιορκησας και διαρπασας
ἠξιωθησαν , ὁ δε [ τουτῳ ] τῳ μαντειῳ βοηθησας Φιλιππος ἀπο τουτων των χρονων ἀει μαλλον αὐξομενος το τελευταιον
9999962 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999962 κεκοινωνηκεν
ἑκαστα , ἁ το περιεχον εἰδος και αὐτο του αὐτου κεκοινωνηκεν ὀνοματος , οὑ δη και το περιεχον εἰδος τα
και χυμῳ το ὁρατον και ἀκουστον και γευστον ἀφοριζεται , κεκοινωνηκεν . ἡνωται γαρ γευσις ἁφῃ μεν τῳ ἀμεσως ποιεισθαι
9999961 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999961 διαιρετικη
και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες γαρ αὑται , διαιρετικη , ὁριστικη , ἀποδεικτικη , ἀναλυτικη , ἐπειδη και
ὑπογραφην της ἰδιαιτατα , κἀν τε συστατικη ᾐ κἀν τε διαιρετικη . και ὑπογραφει διχως ἑκαστην , ἀλλα νυν μεν
9999961 ἀγανακτησαι
συμποσιοις θορυβους και παροινιας . ἐπι σου δε μονου εἰκοτως ἀγανακτησαι μοι δοκω , ὁς τοσουτον χρονον ὑπ ' ἐμου
περι τυχης διεξηλθεν . ΑΛΛη ἀντιθεσις : ἀλλ ' εἰκος ἀγανακτησαι το δαιμονιον , εἰ τιμησομεν ὁν τιμασθαι τῃ συμφορᾳ
9999961 ἀμεινοσι
διαθεσεως ἐπι θερμοτητι πλειονι ἐφελκυσθειη ἀν τα περιττα προς τοις ἀμεινοσι χυμοις , ὁτε λειπεσθαι χωρις παρυφισταμενων τελειν τα ἐνουρουμενα
ἐπηγγελλες φιλων ἠν κηδομενου και ὡς ὁσων μνησθειης εὐθυς ἐν ἀμεινοσι και ὡς ὁ διδους παρῃει την του λαμβανοντος ἡδονην
9999961 ἐστρατευσεν
Πανηγυρικῳ . Κυρειον στρατευμα το μετα Κυρου συναναβεβηκος , ὁτε ἐστρατευσεν ἐπι τον ἀδελφον Ἀρταξερξην : οὑ μετειχε και Ξενοφων
, ἀλλα και ἐκ των πλησιον πολεων , ἀξιολογῳ δυναμει ἐστρατευσεν ἐπι τας Θηβας . ἀντιταχθεντων δε των Θηβαιων ἐγενετο
9999961 συμπιπτετωσαν
ἡ ΔΕ ἐλασσων ἐστι της ἐν τῃ σφαιρᾳ διαμετρου . συμπιπτετωσαν κατα το Ζ σημειον . ἐπει οὐν ἀπο τινος
, εἰπερ και αὑται κἀκειναι δυο ὀρθαις εἰσιν ἰσαι . συμπιπτετωσαν οὐν αἱ ΖΑ , ΗΓ κατα το Λ .
9999961 κατηγορησε
και ἐνιοτε οἱς αὐτος τις ἐνοχος ἐστι , ταυτι φθασας κατηγορησε του πλησιον ἐκφυγειν οὑτω πειρωμενος την διαβολην . και
, μαθητου την φωνην αὐτωι χρησαντος Ἀρχαγορου του Θεοδοτου . κατηγορησε δ ' αὐτου Πυθοδωρος Πολυζηλου , εἱς των τετρακοσιων
9999961 Στρατοκλης
σε φασιν , Ἀπολλωνιε , τουτι γαρ ἀπηγγειλεν ἐνταυθα και Στρατοκλης ὁ Φαριος ἐντετυχηκεναι σοι φασκων ἐκει , και την
γαρ και Ἁγνιας , ὠ ἀνδρες , και Εὐβουλιδης και Στρατοκλης και Στρατιος ὁ της Ἁγνιου μητρος ἀδελφος ἐξ ἀνεψιων
9999961 πολιτικῃ
ἐς χειρας προτερον ἠλθε Ῥωμαιων ἑκατερωθεν , οὐχ ὑπο συνταξει πολιτικῃ στρατευσαμενων , ἀλλα ἀριστινδην ἐπειλεγμενων οὐδ ' ἀπειροπολεμων ἐτι
ἀκουε δη . εἰ ὑπετιθεσο , φησιν , την τῃ πολιτικῃ συνεριθον ῥητορικην διδασκειν , τους δε μανθανοντας κακως αὐτῃ
9999961 τετελευτηκοτα
πατριδα : ἐν ἡι 〚 καταλαβοντα προσφατως Ἀκαστον τον Πελιου τετελευτηκοτα 〛 παραλαβειν κατα γενος προσηκουσαν την βασιλειαν και τους
παροιμια . λεγεται δε ἐπι των βαρεως φορολογουντων . Τον τετελευτηκοτα μη κακολογει , ἀλλα μακαριζε : . Χιλωνος .
9999960 ναυσι
. . . . . ; : Ἑκτορα ἐμπεσεισθαι ταις ναυσι . . Ι Λ Μ Ο . ἠερι γαρ
ἐχοντες μεγιστην των Ἑλληνων τας τε ἁμαρτιας ἡμων τηρουσιν ὀλιγαις ναυσι παροντες , και ὀνοματι ἐννομῳ ξυμμαχιας το φυσει πολεμιον
9999960 ῥητορικην
πολιτικου λογου μερη . τινα δε εἰσι τα κατα την ῥητορικην εἰδη και μερη και τινα τα του πολιτικου λογου
τουτο ἐστι το βιβλιον , δι ' οὑ εἰς την ῥητορικην γυμναζομεθα , Περι προγυμνασματων δε εἰ ἐπεγραψεν , ἐδηλωσεν
9999960 ἐκλειπουσης
, τοις δε παραθαλασσιοις τοποις λοιμον . της δε Σεληνης ἐκλειπουσης ἐν τῃ αʹ τριωρῳ Αἰγυπτιοις νοσους , φονους ,
ἠ και ὑλης ἀει ἐπιτηδειας ἐχομενως ἐμπιπραμενης της δ ' ἐκλειπουσης : ἠ και ἐξ ἀρχης τοιαυτην δινην κατειληθηναι τοις
9999960 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999960 Πελοπιδων
δομος ἀσυστατοισι δεσποτων κεχρημενος τυχαις , ἀλαστωρ τ ' εἰσπεπαικε Πελοπιδων . ἀστυτος οἰκος , κοὐτε βυσαυχην θεας Δηους συνοικος
την Τροιαν ἀφικομενης . πρωτον μεν γαρ τους Ἡρακλειδας των Πελοπιδων ἀμεινους ἡγουντο ἀρχοντων ἀρχοντας ἐχειν , ἐπειτ ' αὐ
9999960 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999960 ἀπροσδοκητως
δε φερομενη μετριως ὠφελει και πραξεις και συστασεις και κερδη ἀπροσδοκητως ποιει . Ὁ Ἑρμης δε λαβων την ἐπικρατησιν του
παθων , . , . . . . Ἀνωϊστι : ἀπροσδοκητως : παρα το οἰω , ὁπερ ἐν διαιρεσει γινεται
9999960 θριδακιναι
μεθ ' ὑδατοϲ και τα ῥοφητα ὠα ἀνευ γαρου και θριδακιναι ἀπεζεϲμεναι . ποτῳ δε ὑδατι παντωϲ χρηϲτεον . διδοναι
ἐδεσματων . μαλιστα δε αὐτων ἁρμοζουσιν αἱ ὑγραι και γλυκειαι θριδακιναι . πεπλυσθωσαν δε ἀκραφνει ψυχρῳ ὑδατι , καλλιστα μεν
9999960 ἀδικημασι
Ῥωμαιων ἀνακαλουμενων πιστιν , δυο των χιλιαρχων μισοπονηρειν ἐπι τοις ἀδικημασι προσεποιηθησαν . τουτο δε ἐπραττον οὐκ ἐπι τοις γινομενοις
τε και ἐχοντων τας πολεις . ἐπειδη τε τοις ἐκεινων ἀδικημασι και τῳ μισει τῳ δια ταυτα εἰς αὐτους παρα
9999959 Βοιωτιαι
, και Νινος , ἐνθα ἠν Ἀσσυριοις βασιλεια , και Βοιωτιαι Θηβαι προστηναι του Ἑλληνικου ποτε ἀξιωθεισαι , αἱ μεν
θυννων μεγαλοπλουτ ' ἐπεισεπλει ὑπογαστρι ' ὀπτων , αἱτε λιμνοσωματοι Βοιωτιαι παρησαν ἐγχελεις θεαι τευτλ ' ἀμπεχομεναι . Οὑτω σφοδρ
9999959 Θετταλιας
. το ἐθνικον Μελιευς ὡς Ὑριευς . Μελιβοια , πολις Θετταλιας . Στραβων ἐνατῳ . το ἐθνικον Μελιβοευς , ὡς
των Λακεδαιμονιων συμμαχιαν : αὐτος δε μετα της δυναμεως δια Θετταλιας την πορειαν ποιησαμενος ἡκεν εἰς Διον της Μακεδονιας .
9999959 νοτιωτεροι
γνωριζομενων : ἠδη δε τἀπεκεινα δια ψυχος ἀοικητα ἐστι : νοτιωτεροι δε τουτων και οἱ ὑπερ της Μαιωτιδος Σαυρομαται και
αὐτου παραλληλου κεινται , ἀλλα πολλῳ εἰσιν ἀλληλων οἱ μεν νοτιωτεροι , οἱ δε βορειοτεροι : ἐπειτα ἐαν τουτο παραπεμψαντες
9999959 ἀπαγγελιαν
ἐτι δε προς τουτοις ἀνασκευαζομεν και κατασκευαζομεν . την μεν ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας
γεροντος πιθηκου . Και ταυτα μεν ταυτῃ . Την δε ἀπαγγελιαν βουλονται περιοδων ἀλλοτριαν εἰναι γλυκυτητος ἐγγυς . Ὁ δε
9999959 ἀπεδειξαν
και του Παλλαδιου εὑρεθεντος , κατα χρησμον αὐτοθι το δικαστηριον ἀπεδειξαν , ὡς Φανοδημος . Κλειτοδημος δε φησιν , Ἀγαμεμνονος
αὐτην και τους καταληφθεντας ἐξανδραποδισαμενοι τους ἱκανους οἰκητορας ἐξ αὑτων ἀπεδειξαν . Ἐπ ' ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησιν Ἀστυφιλου Ῥωμαιοι
9999959 ἀμφιβολοι
ἐπειτα δε ὁτι και του συμφεροντος ἑνεκεν των ἀκουοντων πολλακις ἀμφιβολοι διδονται χρησμοι την διανοιαν αὐτων γυμναζοντες : χρωνται γαρ
. οὐ πεποιθοτες τυχῃ ] οὐ θαρρουντες , ἀλλ ' ἀμφιβολοι ὀντες εἰ ἐτι σωθειημεν . ἐβουκολουμεν ] ὡσπερ ἐθεραπευομεν
9999959 ἀφροσυνην
ὡς οὐ δεοι ὁδοιπορειν . ὁ δε ὡς ἐγνω την ἀφροσυνην αὐτων , ἐπεψηφισε μεν οὐδεν , τας δε πολεις
ἐν αὐλῃ . Πολλων οὐν φονευομενων ἀλληγορικως Ὁμηρος την βαρβαρικην ἀφροσυνην ὑπο Διομηδους τετρωσθαι παρεισηγαγεν . Ὁμοιως δ ' ὁ
9999959 Φιλιππικοις
και Βιτιαν και Βουχετα . . . Πανδοσια : Δημοσθενης Φιλιππικοις . περι της ἁλωσεως των ἐν Κασσωπιαι πολεων ,
λεγεται και τραπεζικος , οὑ μεμνηται και Δημοσθενης ἐν τοις Φιλιππικοις : τον μεν των χρηματων λογον παρα παντων λαμβανειν
9999959 θαλαττια
ζῳου εἰτα μεντοι τῳ συγγραφει τῳ Κνιδιῳ προσεχετω . Σκολοπενδρα θαλαττια διαρρηγνυται , ὡς φασιν , ἀνθρωπου προσπτυσαντος αὐτῃ .
ὁσα ἐν τῳ ἑτερῳ κακα . ἐαν δε ἡ πολις θαλαττια ᾐ ἠ νησος , τας τε ἠπειρους ἐρεις κακως
9999959 παραγραφικῳ
εἰληπται : Ἡ δ ' αὐ ἀγραφος διαιρειται προβολῃ , παραγραφικῳ , τῳ ἀπο του ῥητου , μεταληψει , συλλογισμῳ
οἱ ἀστυγειτονες ὡπλισμενοι , και ἐπαυσατο ἡ στασις . ΟΡΙκῳ παραγραφικῳ : και τις της ἐπιβουλης ἡ ἀποδειξις ; οὐτε
9999959 θεωρητικην
ἐν ταὐτῳ γαρ παρορμαν ἐπιχειρει εἰς τε την πρακτικην και θεωρητικην φιλοσοφιαν . το μεν γαρ κτησασθαι φρονησιν ποιητικης τινος
: ἀγαθον γαρ τῳ σπουδαιῳ το εἰναι : την γαρ θεωρητικην διωκει ζωην και την ἑαυτου οὐσιαν συνισταναι ζητει :
9999959 ἐμπιπτουσης
ἐν ἀριστερᾳ κειμενη ἐτι πληττεται ὑπο της χειρος της λαιας ἐμπιπτουσης ἠρεμαιως και οἱον νη Δι ' ἀταλλουσης . ὁρα
δε κατω και την μεν ἐπι το ἑτερον μερος της ἐμπιπτουσης εὐθειας , την δε ἐπι το ἑτερον : εἰ
9999959 Μεγαρεως
λεοντα ἐν ἱερῳ τοπῳ συνελθων αὐτῃ ἐγκρατης ἐγενετο Ἱππομενης ὁ Μεγαρεως της Ἀταλαντης μηλα χρυσα λαβων παρ ' Ἀφροδιτης ἐκ
ἀποθανειν μεν λεοντα ἐν τῳ Κιθαιρωνι ὑπο Ἀλκαθου πειθομαι , Μεγαρεως δε Τιμαλκον παιδα τις μεν ἐς Ἀφιδναν ἐλθειν μετα
9999958 ἀπετιθεντο
ἀλλα και ἑκαστου των μοναδικων ἀριθμων των ἀχρι δεκαδος ἰδεαν ἀπετιθεντο : ἁπλουστατοι γαρ οὑτοι και εἰδικην ἐχοντες προς ἀλληλους
χρηματα φυλασσοντες , ἁ προτερον κοινῃ οἱ Ἑλληνες ἐν ἀδηλῳ ἀπετιθεντο . „ πληρη μασχαλισματων „ . εἰρηκε τον μασχαλισμον
9999958 κραματι
χρηϲιϲ μετα πολληϲ τηϲ ἱδρωϲεωϲ , και οἰνοποϲια ζωροτερα τῳ κραματι . ἀντιδοτιον ϲκορπιοπληκτοιϲ δοκιμον : ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ , μελανθιου
πινοντοϲ κυπαριϲϲου ἀφεψημα μετα οἰνου ἠ ϲφαιριων κυπαριϲϲου τριωβολον ἐν κραματι : το δε φαρμακον ἐπι παιδων ποιει . Ἀλλο
9999958 νοητως
, δια δε της ἑναδος την φυσιν την προαγωγον : νοητως δε δια της δυαδος την ἀπειριαν , ἐπειδη και
και τουτων ἐπεκεινα , ὁταν νοερα γενηται , τοις νοητοις νοητως ἐπιβαλλουσα , εἰ και μη ἀθροως και ὁμου ὡς
9999958 ξυμμαχων
και Λακεδαιμονιοι ξενηλασιας μη ποιωσι μητε ἡμων μητε των ἡμετερων ξυμμαχων , τας δε πολεις ὁτι αὐτονομους ἀφησομεν , εἰ
' ἀλλον μηδενα τειχος ἐχοντα , το δε πλεον των ξυμμαχων ἐξοτρυνοντων και φοβουμενων του τε ναυτικου αὐτων το πληθος
9999958 κλιματι
δε το ζῳδιον ἐν ἀνεμῳ λιβι , προσκειται δε τῳ κλιματι τῳ της Αἰγυπτου και ταις περιξ πολεσιν , ἐκ
, ἀδηλον ἐχει : ὁταν δε και τονος προσῃ τῳ κλιματι τουτῳ και τῃ φορᾳ , τοτε γινεται το κακον
9999958 δειλια
ἐξωθεν προσπιπτοντα και δια τουτο περι φοβους ἠν ἡ τε δειλια και ἡ ἀνδρεια , οὐχ οὑτω και ὁ ἀκολαστος
, δυο το ἑν γενοιτ ' ἀν : ἡ γαρ δειλια κακον και ἀγαθον , το μεν τῃ φυσει το
9999958 κατεθετο
δια των φυσικων δυναμεων , ἁς ἠρνησατο μεν Ἐρασιστρατος , κατεθετο δε ὁ Γαληνος , ἐδιδου δε Ἱπποκρατης . νυν
λυσαι , και ὁτι τον βωμον , ὁν περων Δαρειος κατεθετο ἐπ ' ὀνοματι Διαβατηριου Διος , ἠφανισαν . Δατις
9999958 ἀποδιδωσι
ὁλας διαφορας ἡμιν παραδιδωσι των προσωπων , την δε πρωτιστην ἀποδιδωσι ταξιν τοις ὡρισμενοις τε και κυριοις δια δυο ταυτας
μη εἰναι διαφερουσας προτασεις την αἰτιαν ἀπο των πραγματων αὐτων ἀποδιδωσι , λογον αὐτην προσαγορευων , ὡς και Πλατων ἐν
9999958 συμπεπλεγμενα
της ἰχνευσεως φησιν ὁ Ξενοφων . ἰχνη ὀρθα , εὐθεα συμπεπλεγμενα , εὐναια δρομαια , ὀξεα . ὀζει τα ἰχνη
συγκεχυμενως . συμπεφυωτα : συγκεχυμενα , συγκεκρατημενα , συνηνωμενα , συμπεπλεγμενα , και συνηρμοσμενα . ἀθροα : ὁμου παντα ,
9999958 σκληροτερα
ἐφεξης ἐστι συζυγια , τοις κινουσι τους ὀφθαλμους μυσι διανεμομενη σκληροτερα τε και μακροτερα πολλῳ της προειρημενης , και διεκπιπτει
ἑτερου , προϋποστρωθεντων ἀχυρων , εἰ μεν ἐγχωρει θερμων , σκληροτερα γαρ ταυτα και ξηροτερα , και εἰργειν δυνανται τους
9999958 ἀδιαφορα
οὐ , τα δε το ἐμπαλιν διαλλαττοντα μεν τῳ ὀνοματι ἀδιαφορα δε τῳ πραγματι , οὐ παρωνυμα . εἰη δ
τους ἀμεινον λεγοντας ἀποδεξαμενοι . Πως οὐν ἐπ ' ἰσης ἀδιαφορα τα πραγματα και ἀνεπικριτα δυναιτ ' ἀν εἰναι ;
9999958 ἐπεβουλευσε
δικαιων ἐδρα και τελευτων ἐρημον γενους τον οἰκον του Νεμετορος ἐπεβουλευσε ποιησαι , του τε δικην ὑποσχειν φοβῳ και ἐρωτι
Νεφελη ᾠχετο . παλιν δε της οἰκιας ἐπικρατησασα ἡ Ἰνω ἐπεβουλευσε τοις της Νεφελης παισιν , εὑρουσα δε τινα μηχανην
9999958 χειμαζει
. Αἰγυπτιοις νοτος ἠ εὐρος δι ' ἡμερας . Καισαρι χειμαζει . κʹ . ὡρων ιγ ∠ ʹ : ὁ
. Αἰγυπτιοις ἀργεστης ἠ ζεφυρος . Δοσιθεῳ νοτος . Καισαρι χειμαζει . κζʹ . ὡρων ιε : ὁ λαμπρος του
9999958 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999958 κατηντησε
του φοβουμενος . . [ ἀπεπτατο : Εἰς το αὐτο κατηντησε του γελοιου χαριν . ] [ ὡς ἀνδρειος εἰ
τον αὐτον δε τοπον και το πεζον στρατοπεδον των Πελοποννησιων κατηντησε και πλησιον του στολου κατεστρατοπεδευσε . Φορμιων δε τῃ
9999958 ἑξακισχιλιους
νικᾳ τους προ βασιλεως τεταγμενους και εἰς φυγην ἐτρεψε τους ἑξακισχιλιους , και ἀποκτειναι λεγεται αὐτος τῃ ἑαυτου χειρι Ἀρταγερσην
τουτους μεν εἰς ταξεις κατεχωρισεν , ὀντας πεζους μεν μυριους ἑξακισχιλιους συντεταγμενους , ἱππεις δε περι ἑξακοσιους , προς δε
9999958 Εὐρωπιακων
Καλλιστω ὀνομαζουσιν , ὡς ἱστορειν Μνασεαν τον Πατρεα ἐν τριτῳ Εὐρωπιακων φησι Λυσιμαχος ἐν τριτῳ Νοστων . . . :
ὁτι τας ῥοιας καλουσι Βοιωτοι Ἀγαθαρχιδης ἐν τηι ἐννεακαιδεκατηι των Εὐρωπιακων οὑτως γρα - φει : ἀμφισβητουντων Ἀθηναιων προς Βοιωτους
9999957 μετεπεμψαντο
Σταγειριτην και ἑορτην ἠγον Ἀριστοτελεια : και ἐν Χαλκιδι τελευτησαντος μετεπεμψαντο το σωμα και βωμον ἐπεστησαν τῳ ταφῳ και Ἀριστοτελειον
αὐτῳ μεγα οἱ Ἀθηναιοι προτερον πολεμιον νομιζοντες προξενον ἐποιησαντο και μετεπεμψαντο , βουλομενοι Σιταλκην σφισι τον Τηρεω , Θρᾳκων βασιλεα
9999957 θεωρητικης
, ὁσων οὐκ ἐστιν ὑπερβολη , οἱον της ἑξεως της θεωρητικης ὑπερβολη οὐκ ἐστιν , οὐδε της ἡδονης της ἐκ
ἡ εὐδαιμονια ἐξ ἐνεργειων μιας τινος ἑξεως , ἠτοι της θεωρητικης , ὡστε εἰ ἡ εὐδαιμονια συνισταται ἐκ των ἐνεργειων
9999957 ἀριστερῳ
κορυδαλου ἐξαιρουντες την καρδιαν περιαπτον ποιουσιν ἐν τῳ μηρῳ τῳ ἀριστερῳ περιθεντες αὐτο . Χοιρου λαβων ἐκ του τυφλου ἐντερου
δεξιῳ τριγωνῳ τῳ δια του θʹ , ἐν δε τῳ ἀριστερῳ τριγωνῳ τῳ δια εʹ , ἐν δε τῳ δεξιῳ
9999957 κλητικην
και συνῃρημενη κατα την τελευταιαν συλλαβην ἐχει την αἰτιατικην και κλητικην ὁμοφωνον αὐτῃ , . , . . . ,
κατα τας ἑξης πτωσεις , τουτου χαριν οὐτε κατα την κλητικην φυλαττει αὐτην ἀλλ ' ἀποβολῃ του ς ποιει την
9999957 κατελεξε
τε δυω και εἰκοσι πασας . χειμωνας γαρ και θερη κατελεξε , ποας εἰπων τον χλωρον σιτον ἠ ὀλιγον προ
οὐ καθαπερ ὑμων ἐνιοι δεκαζομενος ζω και μοιχευων . και κατελεξε τινας ἐπ ' ὀνοματος των ταυτα πραττοντων . ταυτα
9999957 λιπαροι
ποαι μετ ' ἀλφιτων λεπτων ἐμψυχουσιν ἱκανως , και φοινικες λιπαροι του ὑμενοειδους αὐτων ἐξαιρεθεντος δι ' ἑψησεως τακεροι γενηθεντες
τε ϲαρκεϲ ϲυντηκονται , και οἱ ὀνυχεϲ γρυπουνται , και λιπαροι και ἐκλευκοι ἠ ἐξωχροι φαινονται . του δε παθουϲ
9999957 λειποιτο
, και παρυφισταμενοις συμμετροις . εἰ γαρ ἀλλως πολλῳ ταυτα λειποιτο , μονοις χρωμασιν οὐ δει πιστευειν . και δη
και τοις ἐσθημασι των ἀρχομενων κρειττων ὠν ἐν τῳ καλλιονι λειποιτο . Ἐγιγνοντο τοινυν ἀρχαι τουτῳ του μανθανειν , ὁτε
9999956 διεξοδικως
ἠ οὐ ἀποκρινασθαι . Πυσμα δε ἐστι , προς ὁ διεξοδικως ἀπαντησαι δει και δια πλειονων , ὡς ἐχει το
των μεσων , ἁ καλειται διανοητα , ἐπειδη διανυστικως και διεξοδικως αὐτα γιγνωσκομεν δια των συλλογισμων , οἱον τα μαθηματα
9999956 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999956 ἐνδεχομενῳ
ἀδυνατον ἀπαγωγης ἐνδεικνυσθαι τι : του γαρ ἀντικειμενου ἠ τῳ ἐνδεχομενῳ συμπερασματι ἠ τῳ ὑπαρχοντι , εἰ τις ὑπαρχον λεγοι
εἰναι οὐδε ἀναγκαιον μη εἰναι . οὐκ ὀντι ἀρα τῳ ἐνδεχομενῳ ἀναγκαιῳ , ἀλλα μηδε ὑπαρχοντι , ὑποτεθεντι δε ὑπαρχειν
9999956 ἐμαρτυρησαν
και τους μαρτυρας δια τουτο διωκω των ψευδομαρτυριων , ὁτι ἐμαρτυρησαν ἐθελειν παραδιδοναι τον Θεοφημον την ἀνθρωπον , οὐδαμου το
δεκατῃ φασκοντες παραγενεσθαι το της τηθης ὀνομα Κλειταρετην τον πατερα ἐμαρτυρησαν θεσθαι αὐτῃ . Θαυμαζω οὐν εἰ ὁ ἀνηρ ὁ
9999956 θαυμασμου
” , “ Ποσειδον ” και “ Ἀπολλον ” ἐπι θαυμασμου , ἐπιρρηματικως , ἐκπληκτικον , ἐπι θαυμασμου τουτο .
τα ὑπ ' αὐτων κελευομενα παντας βιουν , σπουδαζοντες μειζονος θαυμασμου και σεμνοτητος τυχειν , ἀνεπλασαν περι αὑτους ὑπερβαλλουσαν τινα
9999956 ναρδος
αὐτης και ἀπο των ἀνω τοπων ἡ δια Προκλαϊδος καταφερομενη ναρδος ἡ Καττυβουρινη και ἡ Πατροπαπιγη και ἡ Καβαλιτη και
ἀντι μαλαβαθρου , κασσια σφαιριτης ἠ ναρδοσταχυς ἠ τρακτυλος ἠ ναρδος Ἰνδικη . ἀντι μαλαχης , τηλις . ἀντι μανδραγορου
9999956 σπανιοι
ἀλλ ' ἠ το ι , ἠ το υ : σπανιοι δε αἱ λεξεις : μιμνω : τεμνω : λιμνη
ἠ δια ἀμβλυτητα των σπερματων : ὀλιγαι δε που και σπανιοι ψυχαι τελεσφοροι , ὡν τα ἐκγονα σαφη και διηρθρωμενα
9999956 συμπληρουν
οἰκου τε και πολεως και , το μεγιστον , κοσμου συμπληρουν ὀφειλει το ἀπογινομενον τουτων ἑκαστον , ἐαν μελλῃ μητε
και διαβαλλει την πολιν ἐν οἱς λεγει : καθολου δε συμπληρουν δει το παραγραφικον , ἐπαναγοντα ἐπι την διαβολην της
9999956 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999956 νεανισκοις
οἱ δε ἐκ της γης , και ἐπεδιδουν τοις ἑξ νεανισκοις . ἐκεινοι δε ἐλαμβανον και ᾠκοδομουν : τους μεν
και παιδια ἀλλως και διατριβαι ἀργουσι και ῥᾳθυμειν ἐθελουσι τοις νεανισκοις . εἰ δε βουλεσθε παντως ἐλευθεροι και εὐδαιμονες εἰναι
9999956 σφαλερως
και Ζυγῳ , ἀλλα και τῳ Σκορπιῳ δυσκολως ἐκτιτρωσκουσι και σφαλερως τα παντα . ἐν δε Τοξοτῃ το δεινον οὐδαμως
προσοδον ἐποιησαμην , ὡςπερ της πολεως ἐν κινδυνοις οὐσης ἠ σφαλερως αὐτῃ των πραγματων καθεστωτων , ἀλλ ' οὐ πλειους
9999956 κατελιπεν
πολλοι φρονιμοι γεγονασι : ταυτην γαρ μιαν ὁ νους ἑαυτῳ κατελιπεν διδασκαλον , ὡσπερ δικαστην ἠ κριτην ἠ κυριον .
τουτων μαρτυρουντων , ἐγω δε ἀπεστερηθην ὡν ὁ πατηρ μοι κατελιπεν χρηματων και του δικην λαβειν περι ὡν ἀδικουμαι .
9999956 τἀναντια
μειονας εἰναι . Εἰ δε ταπεινοτερα του μεσου ἠν , τἀναντια παντα συνεβαινε ἀν των προειρημενων , μειζονος ὀντος του
ἀλληλοις εἰτε ἑτερα ἐστι . Πως ; Δηλον ὁτι ταὐτον τἀναντια ποιειν ἠ πασχειν κατα ταὐτον γε και προς ταὐτον
9999956 λιμνης
ἐπι τερσαινονται , εὐτ ' ἀν δε κλυζῃσι κελαινης ὑδατα λιμνης ἠιονας πνοιῃ πολυηχεος ἐξ ἀνεμοιο , δη τοτ '
ἐπι της ἑτερας πλευρας ταδε : προς βορεην Μαιωτιδος ὑδατα λιμνης , ὡς εἰ ἐλεγεν : οὐ μονον το Κριου
9999956 χαλεπας
ἐπεφνεν ἐπι ῥηνεσσιν ἑοισιν . οὐδ ' ὁγ ' ἀριστηων χαλεπας ἠλευατο χειρας , ὡς μαθον οἱον ἐρεξε . νεκυν
ἐαν στιξωμεν εἰς το τουδε , νοητεον οὑτως : ἀρα χαλεπας και ἐχθρας λογιζομαι τας τουτου φρενας , του Ἀγαμεμνονος
9999956 φονευουσι
φιλουσα . ὠ παντα τολμωσαι γυναικες : κἀν φιλωσι , φονευουσι : κἀν μη φιλωσι , φονευουσιν . Ἀγαμεμνονα ἐδει
ταυταις και ἀλλαις πλειοσι βροτοι δουλευουσι , δι ' ἁσπερ φονευουσι και φονευονται . Βραχμανες δε νικησαντες τους ἐσωθεν πολεμους
9999956 ἐλευθερουν
ἁλωσις ὑπο Συρακοσιων . θʹ . Ὡς Ἀκραγαντινοι τους Σικελιωτας ἐλευθερουν ἐπεχειρησαν . ιʹ . Ὡς των Συρακοσιων εἰκοσι ναυς
Λεωτυχιδην συνεδρευσαντες μετα των ἡγεμονων και διακουσαντες των Σαμιων ἐκριναν ἐλευθερουν τας πολεις , και κατα ταχος ἐξεπλευσαν ἐκ Δηλου
9999956 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999956 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999956 σπουδαζουσι
το γε ἐσχηκεναι προτερον τους ἑτερους , ὁ νυν οὑτοι σπουδαζουσι , που θησομεν ; και οὐκ ὀφειλειν , ὠ
ἐϋδμητων : μεγαλοδομητων . Ἁλιευς : ἁλιευτικος . ἐγκονεουσι : σπουδαζουσι , κοπιωσιν . Ἀφρακτον : ἀοπλον , ἀφυλακτον .
9999956 ὠνομασθησαν
' ἀπο του συνοικησαντος αὐτῳ Μεγαρεως του Ποσειδωνος οἱ Μεγαρεις ὠνομασθησαν . ἀριστευοντες ἐρετμοις : ναυτικοι γαρ εἰσι . μαρ
ἀνηλωκεναι κρομμυων και σκοροδων και τυρου ταλαντα μυρια πεντακοσια . ὠνομασθησαν δε πυραμιδες ἀπο των πυρων , οὑς ἐκει συναγαγων
9999956 ὁδοιποριαις
ἐμπειρως ἐχοντας , μετα τουτων ἐφυγε . χρωμενος δε νυκτεριναις ὁδοιποριαις ἐλαθε τους Λακεδαιμονιους , και δια της των νεανισκων
χιονος οὐ φερουσι το παθος . Τους μεν οὐν ἐν ὁδοιποριαις ἠ ἀλλως πως βουλιμιωντας και ἀνευ πυρετου ἀνακτησομεθα μεν
9999956 ἐπιγνωσομεθα
, πως δια της ἀνατολης και της δυσεως των ἀστρων ἐπιγνωσομεθα την ὡραν της νυκτος , λεγει ταυτι : κεν
φρονιμης διαθεσεως φαινεσθαι γινομενον τι ὑπο του φρονιμου ἠ ποιουμενον ἐπιγνωσομεθα , ὁτι της φρονησεως ἐργον ἐστιν . αὐτη γαρ
9999956 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999956 νοτιωτερα
ἐξ ἀρχης , ὁτι οὐ μεταθετεον την Ἰνδικην ἐπι τα νοτιωτερα , ὡσπερ Ἐρατοσθενης ἀξιοι , σαφες ἀν γενεσθαι τουτο
τον ἡλιον κινουμενη παραλλαττει τῳ πλατει , ἠ βορειοτερα ἠ νοτιωτερα γινομενη . ὁταν μεντοι το πλατος αὐτης κατα τον
9999956 τριγενες
και Ταρπαιον ὀρος . και ἐθνικον Ταρπαιος ὡς Ῥωμαιος , τριγενες . Ταρρα , πολις Λυδιας . [ ἀφ '
: ψαμαθος κυαθος καλαθος και λαπαθος . το μεντοι ἀγαθος τριγενες . το δε ὁρμαθος και γυργαθος ὀξυνεται ἀπο μακρας
9999956 εἰωθεισαν
ταις ναυσιν ὀντες του λιμενος ἐστερημενοι , τροφης δε ἀπορουντες εἰωθεισαν καθ ' ἡμεραν ἐπι την χωραν ἐξιεναι και τας
ἐν οἰκῳ θυριδας μη ἐχοντι . και γαρ ἀντιπαθειᾳ τινι εἰωθεισαν ὡς ἐπιπαν οἱ ἀγριοι κροκοδειλοι νυκτος ἐπερχεσθαι τῳ δηχθεντι
9999956 λιπαρως
εὐτακτου κινησεως τον δημιουργον , ἀτοπον δε ἡγησαιτο ἐξονυχιζειν και λιπαρως τοις φαινομενοις κεχηνεναι και παντι τροπῳ ζητειν τας κινησεις
ἀπειροκαλιας και ἀγνοιας των λεκτεων ἠ σιωπητεων τα μικροτατα πανυ λιπαρως και φιλοπονως ἑρμηνευουσιν ἐμβραδυνοντες , ὡσπερ ἀν εἰ τις
9999956 ἀναγεγραφεν
ἐπι τῳδε Σωτηρα ἐπικληθηναι τον Πτολεμαιον : καιτοι αὐτος Πτολεμαιος ἀναγεγραφεν οὐδε παραγενεσθαι τουτῳ τῳ ἐργῳ , ἀλλα στρατιας γαρ
' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης πολλων ἀναγεγραφεν ἀνδρων ἀποφασεις περι ἑκαστου των ἐκκειμενων κεφαλαιων : ἡμιν
9999956 ὀκτακισχιλιων
τοις Ῥωμαιων διελελυμαστο σωμασι , διαφθαρεντων ἐν μεν τῃ ναυμαχιᾳ ὀκτακισχιλιων , τετρακισχιλιων δε και πεντακοσιων ἑαλωκοτων : του δε
χρονων ἐσχε κωμας ἀξιολογους και πολεις πλειους των μυριων και ὀκτακισχιλιων , ὡς ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις ὁραν ἐστι κατακεχωρισμενον
9999956 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν

Back