το γε ἐσχηκεναι προτερον τους ἑτερους , ὁ νυν οὑτοι σπουδαζουσι , που θησομεν ; και οὐκ ὀφειλειν , ὠ
ἐϋδμητων : μεγαλοδομητων . Ἁλιευς : ἁλιευτικος . ἐγκονεουσι : σπουδαζουσι , κοπιωσιν . Ἀφρακτον : ἀοπλον , ἀφυλακτον .
9999977 σπουδασας
] οὐδαμως . . οὐκουν ] λοιπον . ἀνυσας ] σπουδασας . , τελειωσας . . τι ] περισσον .
ἐς εὐνην βαρβαρων και , ὡς ἀν εἰποις συν παιδιᾳ σπουδασας , βιον Μηδικον τε και Περσικον . ἐστι δε
9999976 Συρακοσιων
προς τον κρημνον αὐτοις ἐξειργαστο , ἐπιχειρουσιν αὐθις τῳ των Συρακοσιων σταυρωματι και ταφρῳ , τας μεν ναυς κελευσαντες περιπλευσαι
ἀν Ἀττικων μεν νεων ἀπολομενων ἑξηκοντα , παρα δε των Συρακοσιων ὀκτω μεν τελεως διεφθαρμενων , ἑκκαιδεκα δε συντετριμμενων .
9999975 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999975 κατεπεμψεν
μεταπεμπονται τας πολεις ὁσαι βουλοιντο της εἰρηνης μετεχειν ἡν βασιλευς κατεπεμψεν . ἐπει δε συνηλθον , δογμα ἐποιησαντο μετα των
τους δεομενους , και ὁτι δια τουτο ὁ θεος αὐτον κατεπεμψεν , ὁτι ᾐδει αὐτον ἐλεημονα και εὐ ποιουντα τους
9999974 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999974 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999973 ἐμπιπτουσης
ἐν ἀριστερᾳ κειμενη ἐτι πληττεται ὑπο της χειρος της λαιας ἐμπιπτουσης ἠρεμαιως και οἱον νη Δι ' ἀταλλουσης . ὁρα
δε κατω και την μεν ἐπι το ἑτερον μερος της ἐμπιπτουσης εὐθειας , την δε ἐπι το ἑτερον : εἰ
9999973 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999973 ἀπαγορευσαι
κοψας παραθειναι . και ὀψωνων μηθεν πριαμενος εἰσελθειν . και ἀπαγορευσαι τῃ γυναικι μητε ἁλας χρηννυειν μητε ἐλλυχνιον μητε κυμινον
σον οἰκον ἀπειπειν με , και τουτο ποιησω : τουτεστιν ἀπαγορευσαι ὑπο κηρυκων . ἀπηγορευον οἱον : ὁδε οὐ βουλεται
9999973 ἀμφισβητουσι
του , „ τους ἡγεμονας ἀνειλεν ὁ θεος φυλαττεσθαι και ἀμφισβητουσι προς ἑαυτους οἱ ῥητορες και οἱ στρατηγοι , ”
οἱ τον Εὐξεινον οἰκουντες το ἀγαλμα εἰναι παρα σφισιν , ἀμφισβητουσι δε και Λυδων οἱς ἐστιν Ἀρτεμιδος ἱερον Ἀναιιτιδος .
9999972 ἐστρατοπεδευσαντο
. Χειρισοφος μεν οὐν και ὁσοι ἐδυνηθησαν του στρατευματος ἐνταυθα ἐστρατοπεδευσαντο , των δ ' ἀλλων στρατιωτων οἱ μη δυναμενοι
ἀπαγουσιν αὐτους ἀπο του λοφου και προελθοντες ἐς το ὁμαλον ἐστρατοπεδευσαντο ὡς ἰοντες ἐπι τους πολεμιους . Τῃ δ '
9999972 ἐκλειπουσης
, τοις δε παραθαλασσιοις τοποις λοιμον . της δε Σεληνης ἐκλειπουσης ἐν τῃ αʹ τριωρῳ Αἰγυπτιοις νοσους , φονους ,
ἠ και ὑλης ἀει ἐπιτηδειας ἐχομενως ἐμπιπραμενης της δ ' ἐκλειπουσης : ἠ και ἐξ ἀρχης τοιαυτην δινην κατειληθηναι τοις
9999972 ὠνομασαν
ἀνεχοντα της γης . ἠδη δε τινες των ἰατρων τιλους ὠνομασαν ταυτας τας τριχας . καλουνται δ ' ὀφρυων κεφαλαι
του ὁριζοντος γωνιων ἐμφανιζεσθαι . Τους γαρ ἀνεμους ἀλλοι ἀλλως ὠνομασαν των παλαιων , δυνατον δε ἐστιν τῳ βουλομενῳ ἀπο
9999972 δακτυλου
: δουλῳ εὐφρασιαν , παρθενῳ μνηστειαν . Ὀνυξ του μικρου δακτυλου της δεξιας χειρος ἐαν ἁλληται ἠ μυρμηκιᾳ , κακοπαθειαν
δε ἁπαλη και ὑγρη διατηκεται και ἀπολλυται , θερμαινομενου του δακτυλου : λυειν δε ἀρθρον δακτυλου τριταιον ἠ τεταρταιον :
9999972 ἀποδιδωσι
ὁλας διαφορας ἡμιν παραδιδωσι των προσωπων , την δε πρωτιστην ἀποδιδωσι ταξιν τοις ὡρισμενοις τε και κυριοις δια δυο ταυτας
μη εἰναι διαφερουσας προτασεις την αἰτιαν ἀπο των πραγματων αὐτων ἀποδιδωσι , λογον αὐτην προσαγορευων , ὡς και Πλατων ἐν
9999972 ἀφροσυνην
ὡς οὐ δεοι ὁδοιπορειν . ὁ δε ὡς ἐγνω την ἀφροσυνην αὐτων , ἐπεψηφισε μεν οὐδεν , τας δε πολεις
ἐν αὐλῃ . Πολλων οὐν φονευομενων ἀλληγορικως Ὁμηρος την βαρβαρικην ἀφροσυνην ὑπο Διομηδους τετρωσθαι παρεισηγαγεν . Ὁμοιως δ ' ὁ
9999971 θερμοτητα
εἰσι των τοιουτων χυμων : οὐτε γαρ ἐρευθος ἐπιφερει οὐτε θερμοτητα πολλην , εἰ μη τι σπανιως , ἀλλα και
, αἱ ὑπο ἀρκτικον και ἀνταρκτικον , μια δε δια θερμοτητα , ἡ ὑπο τον ἰσημερινον , ἡ καλειται διακεκαυμενη
9999971 παραγραφικῳ
εἰληπται : Ἡ δ ' αὐ ἀγραφος διαιρειται προβολῃ , παραγραφικῳ , τῳ ἀπο του ῥητου , μεταληψει , συλλογισμῳ
οἱ ἀστυγειτονες ὡπλισμενοι , και ἐπαυσατο ἡ στασις . ΟΡΙκῳ παραγραφικῳ : και τις της ἐπιβουλης ἡ ἀποδειξις ; οὐτε
9999971 λαμβανοιεν
δυο αἰτιαϲ , ἠ διψῃ πολλῃ πιεζομενοι , εἰ μη λαμβανοιεν ποτον , ἠ λαμβανοντεϲ ποτον ἀπο πολληϲ πληρωϲεωϲ ἠ
ἐτι του Εὐκτημονος , μισθωται δε αὐτοι γενομενοι τας προσοδους λαμβανοιεν . Και ἐπειδη πρωτον τα δικαστηρια ἐπληρωθη , ὁ
9999971 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999971 Ὀλυμπιου
κιθαρας μεσον Ἀσκληπιου και της Ὑγιειας δεικνυσινἀναθημα τουτ ' ἠν Ὀλυμπιου του πατρος . Ὀλυμπιου δια χρονου παλιν οἰκαδε εἰσελθον
πολιν εἰς το λοιπον . ἑτερωθι δε ἐτι λαμπροτερον Προς Ὀλυμπιου Διος σε χρυσεα κλυτομαντι Πυθοι λισσομαι Χαριτεσσι τε και
9999971 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999971 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999971 σημα
εἰναι του Ἑλλησποντου : ἐνταυθα δ ' ἐστι το Κυνος σημα ἀκρα , οἱ δ ' Ἑκαβης φασι : και
ἐπι τον ταφον ὀλοφυρομεναι . τιθεασιν οὐν ἐς το δημοσιον σημα , ὁ ἐστιν ἐπι του καλλιστου προαστειου της πολεως
9999971 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999971 δακτυλιος
ψυχῃ : ὡν γαρ εἰσηγαγεν ἑκαστη των αἰσθησεων , ὡσπερ δακτυλιος τις ἠ σφραγις ἐναπεμαξατο τον οἰκειον χαρακτηρα : κηρῳ
τυχοι , Ἀχιλλεως και κηρια πολλα παρακειμενα , ὁ δε δακτυλιος σφραγιζετω τους κηρους παντας . ὑστερον δε τις εἰσελθων
9999971 ἀπαγγελιαν
ἐτι δε προς τουτοις ἀνασκευαζομεν και κατασκευαζομεν . την μεν ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας
γεροντος πιθηκου . Και ταυτα μεν ταυτῃ . Την δε ἀπαγγελιαν βουλονται περιοδων ἀλλοτριαν εἰναι γλυκυτητος ἐγγυς . Ὁ δε
9999971 Ἀλεξανδρεια
ἐνια καρποφορα , μεταξυ περιειληφοτα τον καρπον , ὡσπερ ἡ Ἀλεξανδρεια δαφνη ἐπιφυλλοκαρπος . Αἱ μεν οὐν διαφοραι των φυλλων
Πηλουσιου λιμνη της Αἰγυπτου . Προς γαρ ζεφυρον κειται ἡ Ἀλεξανδρεια . Ἐνθα Σινωπιταο ] Σινωπη του Σαραπιδος ἱερον ,
9999971 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999971 φιλοφροσυνην
ἐτι δ ' ἐπει προς , και το τελος φαινεσθαι φιλοφροσυνην . εἰ δε ταυτην προς φιλιαν . ἀλλως την
τους προηκοντας , προς δε τους ὁμηλικας ἀπλαστον ὁμοιοτητα και φιλοφροσυνην , συνεπιτασιν τε και παρορμησιν προς τους νεωτερους φθονου
9999971 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999971 Μενανδρου
τοιαυτα πιπρασκουσιν ἐθελοις καλειν , εὑροις ἀν ἐν ταις Συναριστωσαις Μενανδρου το ὀνομα . εἰποις δ ' ἀν την πρασιν
ἀριστησαι , ἠριστησα συνηριστησα , ἀριστοποιουμενους , ἀριστωσαι και το Μενανδρου δραμα Συναριστωσαι , και ὁ παρα Ξενοφωντι ἀναριστος και
9999971 ἐπελαθετο
, εἰς ἁ παντων ἡμων ὁ νους καθαπαξ κεχηνως τροφης ἐπελαθετο , δεον οὑτως εἰπειν , ἐπειδη ὁ Σωκρατης ὡς
μυθον δικαζοντι . καιτοι ἑτερος γ ' ἀν ἐχων συνεχειαν ἐπελαθετο και αὐτος ἑαυτου , μη ὁτι του ἀντιπαλου ,
9999971 παραλλαγη
ἡ δ ' ἀναφορα προς την ἡμετεραν αἰσθησιν ἐν ταυτῃ παραλλαγη γινεται των μερων : οὐδεν γαρ κωλυει την μεν
παραγεταιΟὐ . πιθανην ἀπολογιαν τινες φασιν , ὡς ἐν ῥημασι παραλλαγη προσωπων : διωκετον γαρ ἀντι του διωκετην : και
9999970 δωδεκατημοριου
. ἐπι τελει δε τῳ του Ἑρμου οὐδεποτε πλειον ἑνος δωδεκατημοριου την ἀπο του ἡλιου διαστασιν ἐφ ' ἑκατερα ποιουμενῳ
δια μεσων των ζῳδιων κυκλου τμηματων τῃ δι ' ἑνος δωδεκατημοριου , ἐπι δε των προς ἀνατολας ἠ και προς
9999970 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999970 Φιλιππικοις
και Βιτιαν και Βουχετα . . . Πανδοσια : Δημοσθενης Φιλιππικοις . περι της ἁλωσεως των ἐν Κασσωπιαι πολεων ,
λεγεται και τραπεζικος , οὑ μεμνηται και Δημοσθενης ἐν τοις Φιλιππικοις : τον μεν των χρηματων λογον παρα παντων λαμβανειν
9999970 προτακτικα
μη ἐμποδιζεσθαι τα της ἐγκλισεως . ἠν γαρ και αὐτα προτακτικα , την μεν ἀναφοραν ἐπιστρεφοντα εἰς τα προκειμενα ,
το ἐπιμελειται . αὐταρ : δε . ὁ : τα προτακτικα ἀρθρα στερηθεντα των ὑποκειμενων ὀνοματων ταχυτερον ἐκφωνουνται και ἀντι
9999970 τριγενες
και Ταρπαιον ὀρος . και ἐθνικον Ταρπαιος ὡς Ῥωμαιος , τριγενες . Ταρρα , πολις Λυδιας . [ ἀφ '
: ψαμαθος κυαθος καλαθος και λαπαθος . το μεντοι ἀγαθος τριγενες . το δε ὁρμαθος και γυργαθος ὀξυνεται ἀπο μακρας
9999970 σανιδας
ἀνιενται οἱ κρατουντες καλοι και ἐπιπιπτει τοις τειχεσι τα ξυλα σανιδας ἐπ ' ὀλιγον ἐχοντα ἐγγυς του πυργου . Ἱνα
ἠδη καταφρονουντες ἐβιαζοντο την ἀναβασιν , ξυλα και μηχανηματα και σανιδας ἐπι τα διαστηματα διατιθεντες , ἀσθενων τα σωματα των
9999970 ἀπεστειλαν
και τους ἀλλους βαρβαρους λῃστευοντες . Ἡρακλεωται δε και Σινωπεις ἀπεστειλαν αὐτοις πλοια , δι ' ὡν αὐτοι τε και
προφασεις , πρεσβευτας ἐξ ἑκαστης πολεως τους ἐπιφανεστατους εἰς Ῥωμην ἀπεστειλαν , οἱ κατασταντες ἐπι την βουλην ἐλεγον κατηγορεισθαι την
9999970 παιδα
, ἀφ ' οὑ τῃ πολει το ὀνομα ἐγενετο , παιδα Ἀργου του Διος εἰναι λεγουσι . το δε τειχος
Ξεινος Ἀταρνειτης τις ἀνηρετο Πιττακον οὑτω , τον Μιτυληναιον , παιδα τον Ὑῤῥαδιου : ἀττα γερον , δοιος με καλει
9999970 Πυθαγορικων
Περι φυσιος [ ] πολλα διεξιασιν . . και των Πυθαγορικων δε πολλοι την αὐλητικην ἠσκησαν , ὡς Εὐφρανωρ τε
Θηβαιον αὐλειν μαθειν παρα Ὀλυμπιοδωρῳ και Ὀρθαγορᾳ . και των Πυθαγορικων δε πολλοι την αὐλητικην ἠσκησαν , ὡς Εὐφρανωρ τε
9999970 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999970 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999970 ἀγανακτησαι
συμποσιοις θορυβους και παροινιας . ἐπι σου δε μονου εἰκοτως ἀγανακτησαι μοι δοκω , ὁς τοσουτον χρονον ὑπ ' ἐμου
περι τυχης διεξηλθεν . ΑΛΛη ἀντιθεσις : ἀλλ ' εἰκος ἀγανακτησαι το δαιμονιον , εἰ τιμησομεν ὁν τιμασθαι τῃ συμφορᾳ
9999970 ἑνδεκατην
ἑνδεκα , και τας μεν δεκα σιτεισθαι , την δε ἑνδεκατην ἀπολειπειν : . οὐκουν ἐκπλαγηναι δικαιον την αὐτοδιδακτον σοφιαν
, τελειως την ἑβδομην εἰναι κρινειν . εἰθ ' οὑτως ἑνδεκατην , τεσσαρεσκαιδεκατην δε μετ ' αὐτην , εἰθ '
9999970 ἠρχοντο
πολλοις των βαρβαρων , γυμνους ἀνδρας ὁρασθαι , και ὁτε ἠρχοντο των γυμνασιων πρωτοι μεν Κρητες , ἐπειτα Λακεδαιμονιοι ,
πραττοντα δαιμοσι ] τοις θεοις φιλα ] προσφιλη ἡκον ] ἠρχοντο ἀναγγελλοντες ] μηνυοντες , λεγοντες αἰολοστομους ] ποικιλους χρησμους
9999970 ἐξεγενετο
ὀντων δε την πατριδα σημαινει , ἡς ἐξεφυ τις και ἐξεγενετο , ὡσπερ και του ὀμφαλου . ἐαν οὐν τι
σε περι ὡν ἐβουλομην , ἐπειδη μονῳ προς μονον οὐκ ἐξεγενετο . καιρον δ ' ἐχει παντη λεγεσθαι τα καλα
9999970 μαλακωτερα
τα πτερα ὁσον της Ἑλληνικης ἐσθητος ἡ Ἰνδικη λεπτοτερα και μαλακωτερα : και μην διηνθισται κατα τους ταωνας , εἰ
τοπος , λεπτα δ ' ὁτι και κουφοτερα ταυτα και μαλακωτερα και τας ἐπιβροχας ἑτοιμως διαπεμπει , μαλθακα δ '
9999970 εὑρισκομενα
τε γαρ εὐποριστα ἐστι και κατα πασαν καιρων περιστασιν εὐχερως εὑρισκομενα , και εἰς τας ἐπικρισεις των συνθετων δυναμεων εὐχρηστος
, ὡς ἐπιπαν ἐν τοις των ἀδηφαγων | παιδιων διαχωρημασιν εὑρισκομενα . οἱ γαρ ἐλλογιμωτατοι των συγγραφεων εἰδος αὐτα σκωληκων
9999970 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999970 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999970 ἀπεφαινετο
κοσμικων αἰωνιας διαμονης την “ κρατιστευοισαν ” και αὐτογενη συνοχην ἀπεφαινετο εἰναι τον ἀριθμον : Ἱππασος δε και οἱ ἀκουσματικοι
δει τυχειν αὐτον προϊοντος του χρονου . προς δε τουτοις ἀπεφαινετο διοτι παντα γινεται τα καλα και παρ ' ἀνθρωποις
9999970 ἀπετιθεντο
ἀλλα και ἑκαστου των μοναδικων ἀριθμων των ἀχρι δεκαδος ἰδεαν ἀπετιθεντο : ἁπλουστατοι γαρ οὑτοι και εἰδικην ἐχοντες προς ἀλληλους
χρηματα φυλασσοντες , ἁ προτερον κοινῃ οἱ Ἑλληνες ἐν ἀδηλῳ ἀπετιθεντο . „ πληρη μασχαλισματων „ . εἰρηκε τον μασχαλισμον
9999970 κατηγορησε
και ἐνιοτε οἱς αὐτος τις ἐνοχος ἐστι , ταυτι φθασας κατηγορησε του πλησιον ἐκφυγειν οὑτω πειρωμενος την διαβολην . και
, μαθητου την φωνην αὐτωι χρησαντος Ἀρχαγορου του Θεοδοτου . κατηγορησε δ ' αὐτου Πυθοδωρος Πολυζηλου , εἱς των τετρακοσιων
9999970 εὑρισκουσι
Καλαμοι ἰξευτικοι και ἰξος τους ἀποδημους ἐπαναγουσι και τους δραπετας εὑρισκουσι και τα ἀπολωλοτα σωζουσι και τα προσδοκωμενα τελειουσιν ,
. Οἱ μεν γαρ πανουργουντες ἁμα τε πανουργουσι και προφασιν εὑρισκουσι του ἀδικηματος : τῳ δε μη εἰργασμενῳ χαλεπον περι
9999969 ὀλιγαρχιαν
χρη : τους δε τας πολιτειας καταλυοντας και μεθισταντας εἰς ὀλιγαρχιαν κοινους ἐχθρους παραινω νομιζειν ἁπαντων των ἐλευθεριας ἐπιθυμουντων .
. ὑπερβησεται δε την ἀριστοκρατιαν ἡ τοιαυτη κοινωνια και εἰς ὀλιγαρχιαν μεταβαλει , ὁταν ὁ ἀνηρ ἁπαντων κυριευῃ : παρα
9999969 συμπληρουν
οἰκου τε και πολεως και , το μεγιστον , κοσμου συμπληρουν ὀφειλει το ἀπογινομενον τουτων ἑκαστον , ἐαν μελλῃ μητε
και διαβαλλει την πολιν ἐν οἱς λεγει : καθολου δε συμπληρουν δει το παραγραφικον , ἐπαναγοντα ἐπι την διαβολην της
9999969 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999969 ὠνομασθησαν
' ἀπο του συνοικησαντος αὐτῳ Μεγαρεως του Ποσειδωνος οἱ Μεγαρεις ὠνομασθησαν . ἀριστευοντες ἐρετμοις : ναυτικοι γαρ εἰσι . μαρ
ἀνηλωκεναι κρομμυων και σκοροδων και τυρου ταλαντα μυρια πεντακοσια . ὠνομασθησαν δε πυραμιδες ἀπο των πυρων , οὑς ἐκει συναγαγων
9999969 συμπιπτετωσαν
ἡ ΔΕ ἐλασσων ἐστι της ἐν τῃ σφαιρᾳ διαμετρου . συμπιπτετωσαν κατα το Ζ σημειον . ἐπει οὐν ἀπο τινος
, εἰπερ και αὑται κἀκειναι δυο ὀρθαις εἰσιν ἰσαι . συμπιπτετωσαν οὐν αἱ ΖΑ , ΗΓ κατα το Λ .
9999969 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999969 ζητουσα
Δημητηρ , εἰ τῳ πιστα , ὁτε την παιδα ἐπλανατο ζητουσα , και ἐνταυθα ἀνεκαλεσεν αὐτην . ἐοικοτα δε τῳ
τινες την Ἠριγονην λεγουσι την Ἰκαριου θυγατερα , ὁτι πανταχου ζητουσα τον πατερα ἠλατο : οἱ δε Αἰγισθου και Κλυταιμνηστρας
9999969 εὐρυτερα
. τα γαρ παχεα ὑπο πιμελης των δερματων ἁλσι μαλαττομενα εὐρυτερα γινεται : ὀναιτ ' ἀν οὐν , φησιν ,
και νυν κατασκευαζονται ἐπιμηκεσι πανυ οὐσαις και τα μεν κατω εὐρυτερα πως ἐχουσαις , ἐπισυναγο - μεναις δε , καθ
9999969 Συρακουσσαις
χαλκεον νιν ἀντ ' ἀλαθινου τιν ὡδ ' ἀνεθηκαν τοι Συρακουσσαις ἐνιδρυνται , πελωριστᾳ πολει , οἱ ' ἀνδρα πολιταν
πολλα προευεργετημενοι κατα τας στρατειας , προς δε τους ἐν Συρακουσσαις ὀλιγαρχιας κεκοινωνηκοτας ἑξακοσιους ἀει πολεμικως εἰχον και καθολου τον
9999969 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999969 Πεισανδρου
ἐξοισων ἐπιγυον . ἠ δωρ ' αἰτων ἀρχην πολεμου μετα Πεισανδρου πορισειεν . ἠ βοιδαριων τις ἀπεκτεινε ζευγος χολικων ἐπιθυμων
Ἀρισταγορου ἀρετης εὐμαρες ἠν διαγνωναι συμβαλοντας , ὁτι του Λακωνικου Πεισανδρου ἀπογονος ἠν , του ποτε συν τῳ Ὀρεστῃ ἀποικιαν
9999969 κερατοειδης
τουτων φθασει τυφλωθηναι , ἡλος προσαγορευεται . ὑποπυος δε ὁ κερατοειδης ἐνιοτε γινεται , ποτε μεν δια βαθους , ποτε
ὁ ἐπιπεφυκως και ὁ ῥαγοειδης ἐχουσι φλεβας , ὁ δε κερατοειδης ἀφλεβος ἐστι δια την χρειαν αὐτου , και ὁτι
9999969 Φιλιππος
τους ἐκ της φυγης ἐπανιοντας . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Φιλιππος ὁ των Μακεδονων βασιλευς Μεθωνην μεν ἐκπολιορκησας και διαρπασας
ἠξιωθησαν , ὁ δε [ τουτῳ ] τῳ μαντειῳ βοηθησας Φιλιππος ἀπο τουτων των χρονων ἀει μαλλον αὐξομενος το τελευταιον
9999969 ἠριγενεια
δη τοτε κοιμηθημεν ἐπι ῥηγμινι θαλασσης . ἠμος δ ' ἠριγενεια φανη ῥοδοδακτυλος Ἠως , και τοτε δη παρα θινα
δ ' ἀποβριξαντες ἐμειναμεν Ἠω διαν . ἠμος δ ' ἠριγενεια φανη ῥοδοδακτυλος Ἠως , νησον θαυμαζοντες ἐδινεομεσθα κατ '
9999968 διειλημμενη
πολις ἐστιν ἐχυρα , τῳ τε ποταμῳ και ταφρῳ μεγιστῃ διειλημμενη , διο και μαλιστα αὐτης ἐχρῃζεν ὁ Καισαρ ,
φυομενων ἐν αὐτηι καλλιστευειν φασι την μαλακοτητα των ἐριων . διειλημμενη δε πεδιοις ἀξιολογοις και γεωλοφοις , πολιν ἐχει την
9999968 κατεθετο
δια των φυσικων δυναμεων , ἁς ἠρνησατο μεν Ἐρασιστρατος , κατεθετο δε ὁ Γαληνος , ἐδιδου δε Ἱπποκρατης . νυν
λυσαι , και ὁτι τον βωμον , ὁν περων Δαρειος κατεθετο ἐπ ' ὀνοματι Διαβατηριου Διος , ἠφανισαν . Δατις
9999968 Στρατοκλης
σε φασιν , Ἀπολλωνιε , τουτι γαρ ἀπηγγειλεν ἐνταυθα και Στρατοκλης ὁ Φαριος ἐντετυχηκεναι σοι φασκων ἐκει , και την
γαρ και Ἁγνιας , ὠ ἀνδρες , και Εὐβουλιδης και Στρατοκλης και Στρατιος ὁ της Ἁγνιου μητρος ἀδελφος ἐξ ἀνεψιων
9999968 ἀμεινοσι
διαθεσεως ἐπι θερμοτητι πλειονι ἐφελκυσθειη ἀν τα περιττα προς τοις ἀμεινοσι χυμοις , ὁτε λειπεσθαι χωρις παρυφισταμενων τελειν τα ἐνουρουμενα
ἐπηγγελλες φιλων ἠν κηδομενου και ὡς ὁσων μνησθειης εὐθυς ἐν ἀμεινοσι και ὡς ὁ διδους παρῃει την του λαμβανοντος ἡδονην
9999968 προαιρετικα
ἐφ ' ἡμιν μεν προαι - ρεσις και παντα τα προαιρετικα ἐργα , οὐκ ἐφ ' ἡμιν δε το σωμα
ἐν ἑαυτοις πορωδεις τε και λιθωδεις συστασεις πηγνυσθαι τε τα προαιρετικα νευρα και τους συνδεσμους και τους τενοντας , ἐπιτηδειως
9999968 Θετταλοις
τα δε Θετταλικα ἐναγισματα φοιτωντα τῳ Ἀχιλλει ἐκ Θετταλιας ἐχρησθη Θετταλοις ἐκ Δωδωνης : ἐκελευσε γαρ δη το μαντειον Θετταλους
Λακεδαιμονιοι κατηνεγκαν παλιν ἐπι την βασιλειαν . . . . Θετταλοις γαρ πολεμησας και μελλων ἐκπιπτειν της ἀρχης ἐδεηθη Ἀθηναιων
9999968 ἀπεχωρησεν
και παθος μεγα τουτο Κορινθιοις ἐγενετο . το δε πληθος ἀπεχωρησεν αὐτοις της στρατιας ἐπ ' οἰκου . Ἠρξαντο δε
Λαοδαμας συν τοις ἐθελουσιν ἑπεσθαι Θηβαιων ὑπο την ἐπιουσαν νυκτα ἀπεχωρησεν ἐς Ἰλλυριους . τας δε Θηβας ἑλοντες οἱ Ἀργειοι
9999968 ὑπελαμβανεν
' αὐτο δε το ὑπαρχον : μιαν γαρ των Ἐρινυων ὑπελαμβανεν αὐτην εἰναι , καθο και προσιουσαν και τημελειν αὐτον
προσεφερε και την κυλικα της δυσωδιας μελιτος πληρη τοις λογισμοις ὑπελαμβανεν . Ἐν τουτοις παλιν ἀποφασις ἐξηνεκτο παρα του τυραννου
9999968 διαιρετικη
και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες γαρ αὑται , διαιρετικη , ὁριστικη , ἀποδεικτικη , ἀναλυτικη , ἐπειδη και
ὑπογραφην της ἰδιαιτατα , κἀν τε συστατικη ᾐ κἀν τε διαιρετικη . και ὑπογραφει διχως ἑκαστην , ἀλλα νυν μεν
9999968 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999968 παραλαμβανεσθω
ἐνδειξιν [ ἐλαβεν ] , ὡστε το μεν πρωτον λουτρον παραλαμβανεσθω δια την διαθεσιν , το δε δευτερον δια την
ἡ δε διαιτα ἐστω λεπτη και ξηραινουσα . και χρησις παραλαμβανεσθω αὐτοφυων ὑδατων στυπτηριωδων και νιτρωδων μαλλον , εἰτα θειωδων
9999968 Θετταλιας
. το ἐθνικον Μελιευς ὡς Ὑριευς . Μελιβοια , πολις Θετταλιας . Στραβων ἐνατῳ . το ἐθνικον Μελιβοευς , ὡς
των Λακεδαιμονιων συμμαχιαν : αὐτος δε μετα της δυναμεως δια Θετταλιας την πορειαν ποιησαμενος ἡκεν εἰς Διον της Μακεδονιας .
9999968 ὑπηρετουν
στρατηγῳ περι του μεγεθους της δυναμεως , και παντα προθυμως ὑπηρετουν . ὁ δε Ἀννιβας το τε θερος ἐκεινο και
ὑπεδει , ἀλλος ἐτρεφεν , ἀλλος ἐνοσοκομει , ὀλιγα αὐτῳ ὑπηρετουν . νυν δε ταλας οἱα πασχω πλειοσι δουλευων ἀνθ
9999968 δακτυλιων
προαγει τον νεοττον . Αἰγυπτιων δε οἱ μαχιμοι ἐπι των δακτυλιων εἰχον ἐγγεγλυμμενον κανθαρον , αἰνιττομενου του νομοθετου , δειν
[ - ] , ὑποβολας παιδιων , ἀναγνωρισμους δια τε δακτυλιων και δια δεραιων , ταυτα γαρ ἐστι δηπου τα
9999968 ὁδοιποριαις
ἐμπειρως ἐχοντας , μετα τουτων ἐφυγε . χρωμενος δε νυκτεριναις ὁδοιποριαις ἐλαθε τους Λακεδαιμονιους , και δια της των νεανισκων
χιονος οὐ φερουσι το παθος . Τους μεν οὐν ἐν ὁδοιποριαις ἠ ἀλλως πως βουλιμιωντας και ἀνευ πυρετου ἀνακτησομεθα μεν
9999968 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999968 κακοποιῳ
, ποικιλως και ἀνωμαλως τον βιον διαγοντες : ἐαν δε κακοποιῳ , [ και ] αἰτιας και συνοχης πειραν λαβοντες
ὁριων κακοποιων ἐπι ὁρια κακοποιου συνεπιμεριζοντος ἀγαθοποιου ἠ παραδουναι κακοποιον κακοποιῳ ἐν ὁριοις ἀγαθοποιου και δηλοι τῳ ἐτει ἐκεινῳ βλαβας
9999968 θελουσα
διηγε και τον Δαφνιν ἐλανθανεν ἐπι πολυ , λυπειν οὐ θελουσα : ὡς δε ἐλιπαρει και ἐνεκειτο πυνθανομε - νος
Ἐν τῳ ποτ ' οἰκῳ προβατον εἰχε τις χηρη , θελουσα δ ' αὐτου τον ποκον λαβειν μειζω ἐκειρ '
9999968 κυριευσαι
ὡστε συνεισπεσειν τοις φευγουσιν εἰς το Ῥηγιον και της πολεως κυριευσαι . Μετα δε ταυτα Ἀθηνησι μεν ἠρχε Χαρης ,
Αἰητην μεν Κολχους και Μαιωτας , Περσεα δε της Ταυρικης κυριευσαι . τον δε Περσεα πρεσβυτερον ὀντα γημαι γυναικα των
9999968 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999968 λιμενες
πινακες οἱ πτυκτοι : ἀλλαι γαρ ἀλλους ἀκραι σχηματιζουσι : λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι
κολπου . μετα δε Γλυκυν λιμενα ἐφεξης εἰσι δυο ἀλλοι λιμενες , ὁ μεν ἐγγυτερω και ἐλαττων Κομαρος ἰσθμον ποιων
9999968 ἀποδιδουσα
ψυχογονιᾳ αὐτῃ , τοις μεν πλανωμενοις κατα τους ἑπτα φθογγους ἀποδιδουσα την των εἰκοσιοκτω φυσι - κων τε και ψυχικων
καταβαινει , ἐστ ' ἀν ἀφικηται ὁθεν ἠρξατο μετεωριζεσθαι , ἀποδιδουσα τῃσι πλευρῃσι τῃσιν ἐπιλοιποισιν ἁπασαις , και ἐνθεν και
9999968 ὑπεδεξαντο
πολεις τε και οἰκιας οὐ καλως οὐδ ' ἐν δικῃ ὑπεδεξαντο , ἀλλ ' ὡστε θανατους τε και σφαγας και
νοητων ἡ δε των αἰσθητων ἀυλως και γνωστικως ἐν αὐτοις ὑπεδεξαντο . ὡστε ἐσται αἰσθησις ψυχης δυναμις μερικη γνωστικη ,
9999968 ἐλευθερουν
ἁλωσις ὑπο Συρακοσιων . θʹ . Ὡς Ἀκραγαντινοι τους Σικελιωτας ἐλευθερουν ἐπεχειρησαν . ιʹ . Ὡς των Συρακοσιων εἰκοσι ναυς
Λεωτυχιδην συνεδρευσαντες μετα των ἡγεμονων και διακουσαντες των Σαμιων ἐκριναν ἐλευθερουν τας πολεις , και κατα ταχος ἐξεπλευσαν ἐκ Δηλου
9999968 ῥητορικην
πολιτικου λογου μερη . τινα δε εἰσι τα κατα την ῥητορικην εἰδη και μερη και τινα τα του πολιτικου λογου
τουτο ἐστι το βιβλιον , δι ' οὑ εἰς την ῥητορικην γυμναζομεθα , Περι προγυμνασματων δε εἰ ἐπεγραψεν , ἐδηλωσεν
9999967 κεινῳ
: “ Μεντορ , μηκετι ταυτα λεγωμεθα κηδομενοι περ : κεινῳ δ ' οὐκετι νοστος ἐτητυμος , ἀλλα οἱ ἠδη
ἀτειρεα μιτρην . Ἀλλοις δ ' ἱππηεσσι και ὁπποσοι ἠματι κεινῳ ἠλθον ἀεθλευσοντες Ἀχιλληος ποτι τυμβῳ δωρα πορεν παντεσσιν .
9999967 Κολοφωνιων
, ὁπου ποτε ἐν τοις δυσκαταλυτοις πολεμοις το ἱππικον των Κολοφωνιων ἐπικουρησειε , λυεσθαι τον πολεμον : ἀφ ' οὑ
ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω τειχεος ποιευμενους
9999967 εἰχετο
ὑπηρτημενου και μετεωρου λαμβανεται ἀκρου ταις χερσι , και ἐγκρατως εἰχετο οὐκ ἐπ ' ὀλιγον : οἱ δε αἰλουροι ,
ἐμαυτον ἀτρεμα , ἡ δε της τε ὀσφυος της ἐμης εἰχετο , ὡστε μη ὑποχωρειν , και αὐτη εἱπετο το
9999967 δεδοικεν
οἰει με ἀνδρεια καλειν , ἁ δι ' ἀνοιαν οὐδεν δεδοικεν ; ἀλλ ' οἰμαι το ἀφοβον και το ἀνδρειον
και τους ὀνυχας σου ἐκτιλῃς . ταυτα γαρ ἡ κορη δεδοικεν . ” ὁ δε εὐθεως δια τον ἐρωτα ἑκατερα

Back