αὐτους , Τι ὑμεις , ἐφη ὁ Κτησιππος , αὐτω μονω ἑστιασθον , ἡμιν δε οὐ μεταδιδοτον των λογων ;
. Ἡ δε βια του Φαιδρου και το λεγειν ὁτι μονω [ μεν ] ἐστον και ἐν ἠρεμιᾳ και ἰσχυροτερον
9999949 πληθυντικως
ἡνικα γαρ δευτερῳ προστασσεται , ἑνικως μεν γινεται λεγε , πληθυντικως δε λεγετε . οὐ μην ἐν τῳ λεγετω ταὐτον
το σημαινομενον ὑπαρχον , ἀμφοτερως ἐχρησαντο , ἑνικως φημι και πληθυντικως , και ἀει μετα της προθεσεως , οἱον ὑπο
9999948 νυκτερινης
τριγωνου ἠ ἑξαγωνου και ὑπαρχουσιν ἀμφω κεκακωμενοι , και μαλιστα νυκτερινης οὐσης της ἐναλλαγης , βλαβησεται αὐτος τε και ὁ
γην ἡμισφαιριῳ , πολυ κρειττον το διαθεμα , ἐπι δε νυκτερινης γενεσεως τους μεν γεννηθεντας ἀφ ' ἑαυτων ποριζοντας ποιει
9999948 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999947 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999947 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999947 δεσποινης
: ὠ κακως φρονων πιθου : τι μαινηι ; τληθι δεσποινης ἐμης κτησει δ ' ἀνακτος δωμαθ ' ἑν πεισθεις
ἀδιαλειπτον παραμονην των οἰκετων ἐσημανεν , ἡν εἰχον μετα της δεσποινης : ἀντι του μετα ταυτα : Ἰδαια ματερ :
9999946 Κορινθιον
Ἡσιοδος δε Ἰδυιαν . . . . Ἐπιμενιδης δε φησι Κορινθιον τωι γενει τον Αἰητην , μητερα δε αὐτου Ἐφυραν
οἰκειων ἐχειν ἁρματων θεις περας του δρομου ἐπαθλον γαμου τον Κορινθιον ἰσθμον εἰ δυνηθειεν ἀφικεσθαι μεχρι τουτου . αὐτος δε
9999946 θελοντι
σεληνη : τι μοι μαχεσθ ' , ἑταιροι , καὐτωι θελοντι πινειν ; Ἡ Τανταλου ποτ ' ἐστη λιθος Φρυγων
την μητερα και συμπαριστασθαι και βοηθειν τῳ Διι , ἐμοι θελοντι και ἐκεινῳ . . : προσλαβοντι ] Συναιρομενῳ τῃ
9999946 ἀκουουσι
ποι : την μεγαλην του Ἀρκεσιλαου ἀρετην τοις ποιημασιν ἐπικοσμουμενην ἀκουουσι που τῃ χθονιᾳ αὐτων φρενι . χθονιᾳ δε φρενι
ἀσχημον ᾐ το συν ἡδονῃ και βλαβερον αὐτῳ ἠ τοις ἀκουουσι , πειρασεται λυπειν μαλλον . του γαρ καλου ἑνεκεν
9999946 ἐγχειριδιον
πολιτειας . ‖ Τι ἐστι : Το [ γαρ ] ἐγχειριδιον σου [ , και τα ἑξης ] ‖ ;
. εἰ γαρ ἐγω ἐν ἀγορᾳ πληθουσῃ λαβων ὑπο μαλης ἐγχειριδιον λεγοιμι προς σε ὁτι ” Ὠ Πωλε , ἐμοι
9999946 τυραννιδος
την πολιν ἐλευθεροι , τιμην αὑτῳ και γενει ἀϊδιον ἀντι τυραννιδος ἐφη - μερου και ἀδικου κτωμενος . τριτον δε
κατεχομενον , μετα ταυτα ἐκεινος ἐτυραννησεν ἀφεθεις : καταλυθεισης της τυραννιδος κρινεται συνειδοτος ὁ στρατηγος : ἐνταυθα γαρ ἐν τῃ
9999946 λαβουσι
ἀφ ' ἑαυτων εἰτε και του βασιλεως προσταξαντος ἐπηκολουθησαν τοις λαβουσι την πιστιν και παντας ἀπεσφαξαν . Ὁτι κατα την
ὁ ἑκατοστος λογος , ὁν Λευιται τοις ἱερωμενοις ἀπαρχονται : λαβουσι γαρ αὐτοις τας δεκατας παρα του ἐθνους διειρηται καθαπερ
9999945 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999945 ἐκπεμπει
αὑτου ἐπετρεψεν . τουτον μεν δη ἐπι τῃ αὑτου ἀρχῃ ἐκπεμπει αὐθις παραγγειλας παρασκευαζειν ὁσα ἐς ὑποδοχην τῃ στρατιᾳ :
των Μιτυληναιων συνεβουλευσατο . και πεισας αὐτους ἑτεραν αὐθις ναυν ἐκπεμπει πασῃ σπουδῃ , ἀπαγορευουσαν μηδεν διαπραξασθαι τον Χαρητα των
9999945 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999944 ἡμετεροισι
: μαλα δε χρη σπευδεμεν ἐμπης : μνηστηρας κατεπεφνον ἐν ἡμετεροισι δομοισι λωβην τεινυμενος θυμαλγεα και κακα ἐργα . ”
? ? ? ] , βελεεσσιν ? ? ὑφ ' ἡμετεροισι ? δαμεντας [ ? , ] ὀφρα τις ἐν
9999944 ξηραντικην
, ἐχουσα τι και ὑποθερμον και ἑλκτικον : και καθολου ξηραντικην ἐχουσι δυναμιν και ἀδηκτον . Ἀναγυρις δυσωδης ἐστι και
: Ἀφροι χαζαρμες : παραπλησιαν ἐχει δυναμιν τῳ αἱματιτῃ , ξηραντικην και ῥυπτικην και ἑλκτικην , ψυχραν , και ξηραν
9999944 δημιουργικους
δε τοιαυτα παντα ὁ Πλατων ἰδεας προσηγορευσε λεγων λογους εἰναι δημιουργικους , και ἐξ αὐτων τα τῃδε γινεσθαι κατα μεθεξιν
δεσμον του σωματος τον δεθεντα ὑπο της προνοιας ἀνατρεπει τους δημιουργικους νομους : οὐ δει οὐν θαναταν . εἰ τοινυν
9999944 οἰκειοτατα
ὀντεσσι και διαφοροις ταν φυσιν ἐξαρχει τι ζῳον κατ ' οἰκειοτατα ἐγγενη και δια το μετεχεν πλεον τω θειω .
δε γενει μεν ἐγγυτατω προσηκοντες , χρωμενοι δε ἐκεινῳ παντων οἰκειοτατα , δεδωκοτων δ ' ἡμιν και των νομων κατα
9999944 κατεχῃ
τῳ ἡλιῳ , του δε θερεος , ἐπην ὁ ἡλιος κατεχῃ , ἐν τοις λειμωσι και τοισιν ἑλεσιν ὑπο δενδρεσι
αὐτην κατιοντος , και ἠν ἡ ἀνθρωπος την διψαν μη κατεχῃ , μηδ ' ἡ κυστις μηδ ' ἡ κοιλιη
9999944 Θετιδος
ὁ Ζευς ἐβοηθει τοις Ἑλλησι , πριν ἱκετευθηναι ὑπο της Θετιδος : και ὁτι το ἡμιστιχιον ὁ Ζηνοδοτος μετηνεγκεν ἐπι
Τελαμων , ἐκ Ψαμαθης δε της Νηρηιδος Φωκος Πηλεως και Θετιδος Ἀχιλευς Ἀχιλεως και Δηιδαμειας της Λυκομηδους θυγατρος Πυρρος ὁ
9999944 τετελευτηκοτας
αὐτον εὐνοιαν . Ἀλεξανδρος δε μετα την νικην θαψας τους τετελευτηκοτας ἐπεβαλε τοις Ἀρβηλοις και πολλην μεν εὑρεν ἀφθονιαν της
τους δισμυριους . μετα δε την μαχην ὁ βασιλευς τους τετελευτηκοτας ἐθαψε μεγαλοπρεπως , σπευδων δια ταυτης της τιμης τους
9999944 δαφνης
- τες οἱ ἁλιεις , κυρτον ἀκριβως παντοθεν μυρτων ἠ δαφνης περιφραττουσι κλαδοις , κρυπτοντες παντῃ το θηρατρον . Πετραν
; ποθεν , εἰ μη ποτε παρα των Μουσων κλωνα δαφνης καθαπερ ὁ ποιμην ἐκεινος λαβων ; Ἑλικωνα μεν γαρ
9999944 ὑπεμεινεν
ὑπεχειν , ὡστ ' εἰ και μηδεις ἀλλος τοιονδε ἀγωνα ὑπεμεινεν εἰσελθειν , ἐγω μονος οὐ παραιτουμαι , ἀλλα συγχωρω
: ὁρμηθη δ ' Ἀκαμαντος : ὁ δ ' οὐχ ὑπεμεινεν ἐρωην Πηνελεωο ἀνακτος : ὁ δ ' οὐτασεν Ἰλιονηα
9999944 πλησμονης
. Ἐπιληπτικοις οὐρα λεπτα και ἀπεπτα παρα το ἐθος ἀνευ πλησμονης , ἐπιληψιν σημαινει , ἀλλως τε κἠν τις ἐς
, φρασσουσι τους πορους του πνευματος , πολλης ἐνεουσης της πλησμονης : θερμαινομενον δε ὑπο του πονου , ἀποκρινεται λεπτυνομενον
9999943 Σικελικον
εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999943 ῥητορικος
ἀπο ταὐτοματου δεθηναι την γλωτταν . ἠν δε ὁ ἀνηρ ῥητορικος , φησι , και συμβουλευσασθαι δυναμενος . ταττεται ἡ
περι πασαν ὑλην ὁμοιως τῃ δυναμει χρηται , ὁ δε ῥητορικος εἰ και αὐτος περι των προτεθεντων λεγει , εἰτε
9999943 ταχυς
ἠϊξε Ποσειδαων ἐνοσιχθων . τοιιν δ ' ἐγνω προσθεν Ὀϊληος ταχυς Αἰας , αἰψα δ ' ἀρ ' Αἰαντα προσεφη
ὁ γαρ ἀκουων τον μεν αἰδουμενος , τῃ δε ἀγομενος ταχυς εἰς την χαριν γιγνεται . και τι ἀν τις
9999943 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999943 ἀξιολογου
το υ : περι γαρ αὐτα τα χειλη συστολης γινομενης ἀξιολογου πνιγεται και στενος ἐκπιπτει ὁ ἠχος . ἐσχατον δε
' ἠδη πραττοντες ἐνδεεστερον ἀει μεχρι εἰς ἡμας οὐδε κωμης ἀξιολογου τυπον σωζουσι : και [ αἱ ] ἀλλαι δε
9999943 Ἀκαρνανων
οὐκ ἐσπεισαντο ἁπασι , κρυφα δε Δημοσθενης μετα των ξυστρατηγων Ἀκαρνανων σπενδονται Μαντινευσι και Μενεδαϊῳ και τοις ἀλλοις ἀρχουσι των
, οἱ δ ' ἀλλως . και ἰδιᾳ μεν περι Ἀκαρνανων ταυτα λεγοιτ ' ἀν , κοινῃ δ ' ὁσα
9999943 γλυκιων
Ὁμηρος [ Β ] : τοισι δ ' ἀφαρ πολεμος γλυκιων γενετο τοις δ ' ἐν ἡλικιᾳ : ἀπο κοινου
ἐκτεταμενον αὐτο ἐχει : καλλιων , ἡδιων , βελτιων , γλυκιων , κακιων . Ἀριστοφανης δε ἐν Ἀττικαις διαλεξεσιν Ἀττικους
9999943 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999943 βακτηριας
ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας ποιουσιν : ὀπωδης δε και μανη : ταυτην δε
, την δε βασιν προς τῳ ὁρωμενῳ : ὡς δια βακτηριας οὐν του ταθεντος ἀερος το βλεπομενον ἀναγγελλεσθαι . Ἀκουειν
9999943 κεχωρισμενα
Πλατωνα , οὐσιας και ταυτα λεγοντες εἰναι ἐξω ὀντα και κεχωρισμενα των τε αἰσθητων οὐσιων και των ἰδεων . Ὡς
δε εἰδη οὐκ ἐνυπαρχει τουτοις , ἀλλ ' ἐστιν αὐτων κεχωρισμενα . Ὁ λεγει τοιουτον ἐστιν , ὁτι οἱ περι
9999942 ἑλκωσεως
ἀπο ψυγμων πυρεσσουσιν ἁρμοζει . γαλα δ ' ἐνιεται , ἑλκωσεως οὐσης και φλεγμονης περι τα ἐντερα , νεφρους ,
Εἰ δε σφοδροτερος εἰη ὁ ῥευματισμος και ἡ πλαδωσις της ἑλκωσεως , παραλαμβανειν τα ἐκτυλωσαι δυναμενα τα τετυλωμενα σωματα και
9999942 διαιρεθεισης
οὐσαν την στιγμην και οἱον λανθανουσαν ὑστερον ἀναφαινεσθαι το και διαιρεθεισης γραμμης δυο σημεια γιγνεσθαι ποιειται : οὐ γαρ δη
και τεταρτου Νισου , και της Ἀττικης εἰς τετταρα μερη διαιρεθεισης , ὁ Νισος την Μεγαριδα λαχοι και κτισαι την
9999942 ἐλλειπει
ὡς μεν ὑπαρχοντων Θηβαιων Φιλιππῳ λιαν θορυβουμενων . . . ἐλλειπει γαρ το φιλων και συμμαχων . Την δε διατυπωσιν
γαρ ἀσωτια ὑπερβαλλει μεν τῃ δοσει , τῃ δε ληψει ἐλλειπει , ἡ δ ' ἀνελευθερια ἐλλειπει μεν τῃ δοσει
9999942 αἰσχυνας
λευκος μυελος γλυκερος , λεπτοις ἀραχνας ἐναλιγκιοισι πεπλοις συγκαλυπτων ὀψιν αἰσχυνας ὑπο , μη κατιδῃ τις μηλογενες . . .
προς τῳ τους ἀφ ' αἱματος διαφθειρειν βλαβας ἁμα και αἰσχυνας προδηλοι . Ἡ περι ὀδοντων κρισις πολλην ἐπιδεχομενη διαιρεσιν
9999942 θεμελιων
Ἡλιου μαρτυρουμενος πολυκτημονας ἐνδοξους ἀποτελει , ἐκ θανατικων εὐεργετουμενους , θεμελιων σωματων κυριους , ἐπιτροπους ἀλλοτριων πραγματων προεστωτας . νυκτος
προσκυνησαι σοι ἐπι την γην „ ; Ταυτα μεν δη θεμελιων τροπον προκαταβεβλησθω , τα δε ἀλλα τοις σοφης ἀρχιτεκτονος
9999942 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999942 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999942 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999942 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999942 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999942 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999942 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999942 κατελεξεν
οὐλην ὁττι παθοι : ὁ δ ' ἀρα σφισιν εὐ κατελεξεν , ὡς μιν θηρευοντ ' ἐλασεν συς λευκῳ ὀδοντι
και Θουκυδιδης και Πλατων και ὁ δεινα : και πολλους κατελεξεν οὑτως ἀει τῳ Πλατωνι συζευγνυς τινα , ὡς τας
9999941 κλυσμος
, σκεπη : προς το νεφριτικον , ἐκ της σικυης κλυσμος . Τῳ Παρμενισκου παιδι , κωφωσις : ξυνηνεγκε μη
ἐν ἀρχῃ δια φλεβοτομιας και σικυας , ἀφαιρεσις δε και κλυσμος και ἀποσιτια ἁρμοδιος . ἐνσταντος δε του παθους ἐπιβροχαι
9999941 κακοηθες
του εὐγενους το εὐγενες , ὁ κακοηθης του κακοηθους το κακοηθες , ὁ πληρης του πληρους το πληρες : οὑτως
κατασκευῃ : ἀσυστατον δε ἐστι το κατακρινομενον : κατα το κακοηθες : γνησιον και νοθον υἱους ἐχων τις ἐγραψε κληρονομους
9999941 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999941 Ὀλυμπιασιν
Ἐπειους . παραλαβειν δε και την ἐπιμελειαν του ἱερου του Ὀλυμπιασιν , ἡν εἰχον οἱ Ἀχαιοι : δια δε την
ὁ των ῥοδων των οἰκοθεν και ὁ της ἐλαιας της Ὀλυμπιασιν . Ἀλλα ταυτα μεν ἐασειν μοι δοκω και χαριεισθαι
9999941 βαδιζουσι
ὁσον οἱ κυκλοι . αἱ δε ἐριθοι δι ' αὐτων βαδιζουσι τεινουσαι τους κεχαλασμενους των μιτων . ἀλλα και μισθον
φυσις : τα δε ἀλλα ἀνθρωπων ἐχουσι , και ἠμφιεσμενοι βαδιζουσι δορας θηριων . και εἰσι δικαιοι , και ἀνθρωπων
9999941 ἀφανης
προς την δεδεμενην : ἡ δε αὐτικα ὑδωρ ἐγενετο και ἀφανης ἠν . ὁμως δε το ξιφος εἰς το ὑδωρ
της νυκτος ἐκεινης . Τῃ δ ' ὑστεραιᾳ , ἐπειδη ἀφανης ἠν ὁ ἀνηρ , ἐζητειτο οὐδεν τι μαλλον ὑπο
9999941 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999941 μετεστησεν
: ἠ γαρ το μεγεθος της συμφορας εἰς ἀπαθειαν αὐτον μετεστησεν , ἠ τῳ παιδι συγχαιρων της ληξεως , ἐμεινεν
ἐκ της ἀκροπολεως εἰς το “ βουλευτηριον και την ἀγοραν μετεστησεν Ἐφιαλτης , ὡς φησιν ” Ἀναξιμενης ἐν Φιλιππικοις .
9999941 συλλαβαις
χρωμενος , ὡσπερ ἐχρησατο ἰσαις ταις γε κατα το τελος συλλαβαις ἐν τῳ ἁμα τῃ τε πολει βοηθειν ᾠετο δειν
τι δηποτε το μεν ηὐτε και ἠϋτε λεγεται ἐν τρισι συλλαβαις , ἠϋτε περ κλαγγη γερανων πελει , παλιν ἀναγκαιως
9999941 μειζονες
της ΚΛ . και ἐπει αἱ μεν ΘΖΗ της ΘΗ μειζονες εἰσιν , αἱ δε ΓΘΚ της ΓΚ , συναμφοτεροι
δυειν ὀρθων : αἱ ἀρα ὑπο ΑΒΔ , ΑΒΗ οὐ μειζονες εἰσι τριων ὀρθων . ἡ ἀρα ὑπο ΔΒΗ οὐκ
9999941 ὑπηρετουσι
φαμεν , ὁποιαν δουλοι δεσποταις το κελευομενον ἀοκνως ποιειν ἐγνωκοτες ὑπηρετουσι . διοισει δε παλιν , ὁτι οἱ μεν δεσποται
παντες ἐλπιζοντες ὠφεληθησεσθαι ἠ των προτερων εὐεργεσιων χαριν ἀποδιδοντες . ὑπηρετουσι δε παντες κερδους ἑνεκεν ἠ τιμης ἠ ἡδονης ἠ
9999941 μηχανης
ἐπειδη το σωμα κοσμει . ΕΦΗΡΜΟΣΕ δε , ἐπειδη μετα μηχανης . . ΠΑΝΤΑ ΔΕ ΟΙ ΧΡΟΙ . Το παν
ναρθηκι πεπληρωμενην . . ναρθηκα μεστον . θηρωμαι ] μετα μηχανης λαμβανω . πυρος ] του τοις ἀνθρωποις ἀει ἐσομενου
9999941 ἐπανεισι
τοις εἰρημενοις δοθεντων , μετα βαρβαρικης πολυπληθιας ἐς την Ῥωμαϊκην ἐπανεισι γην και ταυτην προλοχισας ἀντικρυ της ὀχθης νυκτος διανιστησιν
πολλην αὐτος ἀνδραποδων τε και βοσκηματων και τῃ στρατιᾳ διαδους ἐπανεισι φθινοπωρου ἐς το Βυζαντιον . και τεταρτον δη και
9999941 Κορινθιων
Ἠλειους δε ναυς τε κενας και χρηματα . αὐτων δε Κορινθιων νηες παρεσκευαζοντο τριακοντα και τρισχιλιοι ὁπλιται . Ἐπειδη δε
. Ἐπεμψαν δε και ἐς τας πολεις πρεσβεις οἱ Συρακοσιοι Κορινθιων και Ἀμπρακιωτων και Λακεδαιμονιων , ἀγγελλοντας την τε του
9999941 προσαγορευουσι
λευκην , εὐωδη σφοδρα . ἐξ ὡν ἐξαιρουντες ὀστα λευκα προσαγορευουσι μεν μαργαριτας , κατασκευαζουσι δ ' ἐξ αὐτων ὁρμισκους
προσηγοριας γινομενον , οἱον ἐν οἱς τινες τον ἐντυχοντα παντα προσαγορευουσι και την δεξιαν ἐμβαλλοντες χαιρετιζουσιν . ἀλλο εἰδος ,
9999941 Λακωνικου
ὑμενα . * ἐκτα : ἐκτανε * Ἀμυκλαιου : του Λακωνικου * ἠραξε : ἐκοψε ὀποιο : ὀπον νυν τον
ὡς ἐοικε , συκοφαντας αἱρουμενοι τους ἀξιοπιστοτατους των πολιτων . Λακωνικου δε συκου μνημονευει Ἀριστοφανης : συκας φυτευω παντα πλην
9999941 δυσι
∠ ʹ και δʹ ἐγγιστα , περιδρομαις δε του ἀστερος δυσι και μοιρᾳ α και διμοιρῳ και εἰκοστῳ , ἐπειδηπερ
των ἐν τῃ κεφαλῃ . Ἀνατελλει δε ὁ Ἀετος ἐν δυσι πεμπτημοριοις της ὡρας . Του δε Δελφινος ἀνατελλοντος συνανατελλει
9999941 χρονιζουσης
ἐπισχυοντες πολλους ἀνῃρουν των Περσων και κατεθαρρουν των πολεμιων . χρονιζουσης δε της περι το πολισματιον τουτο στρατειας , και
ἐνδιαλυσασα τῃ προσαφῃ χαριν του ἀσκυλτον γενεσθαι την ἐκκρισιν . χρονιζουσης δε της ἐμπνευματωσεως ἐν μεν τοις παροξυσμοις τα ἀνετικωτερα
9999941 ἀκολουθησις
και το Β . Ἐπειδη δε ἐδειξαμεν , ὁτι ἡ ἀκολουθησις των προτασεων των ἁπλων και των ἐκ μεταθεσεως ἀντιστροφως
αὐτοις ἑπεσθαι και τα αἰτιατα , ἐπι τουτων και ἡ ἀκολουθησις ἀναγκαια γινεται ὁποτερωθεν ἀρχομενων ἡμων , εἰτε ἀπο των
9999941 δεδηλωκαμεν
των του ἀνθρωπου μελων τινι των ιβ ζῳδιων ᾠκειωται ἀνωτερω δεδηλωκαμεν . τους ὀφθαλμους δε χρη χειρουργειν και θεραπευειν της
ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας δεδηλωκαμεν , ἐν δε τοις μυθοις ἁπλουστεραν την ἑρμηνειαν εἰναι
9999941 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999941 ἀδικουντι
ἐνοχος ἐστω : διαφερει γαρ του ἀδικειν οὐδεν το συνεπιγραφεσθαι ἀδικουντι . δικαι δε κατ ' ἐπιορκων αἱ μεν ἀνακεινται
γιγνομεναι φορτικαι , ἐν δε τεχναις βαναυσοι . τῳ οὐν ἀδικουντι και ἀνοσια λεγοντι ἠ πραττοντι μακρῳ ἀριστ ' ἐχει
9999940 Περσικοις
Περσων βασιλευς , ὡς φησι Κτησιας και Δινων ἐν τοις Περσικοις , ἐδειπνει μεν μετα ἀνδρων μυριων πεντακισχιλιων : και
συγγραφεων φασιν οὐκ ἐλαττω γενεσθαι τα συληθεντα των ἐν τοις Περσικοις θησαυροις ὑπ ' Ἀλεξανδρου κατακτηθεντων . ἐπεχειρησαν δ '
9999940 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999940 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999940 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999940 ῥητινης
ἐπι των πετρων , πισσα μιγνυμενη κηρωτῃ , θειον μετα ῥητινης , σιαλον ἀνθρωπου ἐπι παιδος , κροκοδειλου χερσαιου κοπρος
. κολοφωνιας της λιβανιζουσης και πιτυινης και της ῥυπαρας ξυλωδους ῥητινης της ἐν τοις κεραμιοις κομιζομενης ἀποχυματος πισσης ξηρας πισσης
9999940 νυκτερινην
εἰσβολην της θαλασσης γινονται βιαι κατα τας νεομηνιας ὑπο την νυκτερινην μαλιστα πλημην , ὡστε ἀρχομενης ἠδη της εἰσαγωγης ,
ἐκβαλλω την νυκτερινην θεαν : το φαντασμα : ἀποτροπιαζομαι την νυκτερινην φαντασιαν και την θεαν του ὀνειρου : † ἡντινα
9999940 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999940 Ἀμβρακιαν
, και ἐποιησαμεν ἐπισχειν ἐκεινον και μητ ' ἐπ ' Ἀμβρακιαν ἐλθειν μητ ' εἰς Πελοποννησον ὁρμησαι . οὐ μεντοι
' ἐφ ' Ἑλλησποντον οἰχεται , προτερον ἡκεν ἐπ ' Ἀμβρακιαν , Ἠλιν ἐχει , τηλικαυτην πολιν ἐν Πελοποννησῳ :
9999940 κελευουσι
και τῳ γυμναστῃ ἐπηρτημενης , εἰ τι παρ ' ἁ κελευουσι πραττοι . κελευουσι δε ἀπαραιτητα , ὡς παραιτουμενοις ταυτα
: νομῳ δε οὑτω : και οἱ νομοι δε οὑτω κελευουσι τας ἀποδειξεις ἐκ των φανερων ἐλεγχων και ἀναμφισβητητων :
9999940 Αἰσωπος
τῳ Ξανθῳ το τελος και ἀπηλλαγησαν . Ὁ μεν οὐν Αἰσωπος ἠκολουθει προς την οἰκιαν ἀπιοντι τῳ Ξανθῳ . μεσημβρινου
Ζηνας ἀκουσας του Αἰσωπου οὑτως λαλουντος ἐθαμβηθη και φησιν ” Αἰσωπος λαλειν ἀρξαμενος ἐμε κεκρουκε : προκαταλαβωμαι αὐτου , ἐπει
9999940 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999940 Κυρηναιος
ἐν ἡδονῃ και καλλει διαφερει . „ Ἀριστιππος , ὁ Κυρηναιος φιλοσοφος , πλεων εἰς Ἀθηνας ἐναυαγησεν και ὑποληφθεις ὑπ
και βωμακευ - ματα και βωμολοχευματα . Ἀπολλοδωρος δε ὁ Κυρηναιος ὡς εὐτραπελον και γελωτοποιον , τινες δε τον μετα
9999940 οἰκοδεσποτας
δικης ἐσται ἐκ του ὑπογειου . Σκοπειν οὐν δει τους οἰκοδεσποτας του τε ὡροσκοπου και του δυνοντος και ποιος ἐστιν
πραξεις . προσβλεπειν οὐν δεησει τους τοπους και τους τουτων οἰκοδεσποτας , ἐν ποιοις ζῳδιοις εἰσι , και τας τουτων
9999940 πεντασυλλαβου
και κρητικου . το γʹ ὁμοιον διμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παιωνος πεντασυλλαβου , διτροχαιου και συλλαβης . το δʹ ὁμοιον τῳ
διαλελυμενων χοριαμβων , του αʹ ἑξασυλλαβου , του δε δευτερου πεντασυλλαβου . το ιβʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιγʹ
9999940 κατεπιεν
, ὀρος Ἀρκαδιας , ἐν ᾡ τον λιθον ὁ Κρονος κατεπιεν . οἱ ἐνοικουντες Θαυμασιοι . Θαψακος , πολις Συριας
ἀνασπασας την βοτανην ταυτην , τον μεν χυλον αὐτης διαμασησαμενος κατεπιεν ὡς ἀποκρουστικον του ἰου , το δε μασημα ἐπεθηκε
9999940 ναυμαχουντες
ἀκροπολιν ἀνηγαγον , πολλα δε και καλα και πεζῃ και ναυμαχουντες ἐστησαν τροπαια , ἐφ ' οἱς ἐτι και νυν
ναυτας ἀκοντιζοντες . τελος δε τουτῳ τῳ τροπῳ κατα κρατος ναυμαχουντες οἱ Συρακοσιοι ἐνικησαν , και οἱ Ἀθηναιοι τραπομενοι δια
9999940 θελουσαν
ἐρωτευομενας νεανισκος ξενοδοχησας προς τους παιδας αὐτου ἐφη : Την θελουσαν κερασατε και την θελουσαν ἀφροδισιασατε . κἀκειναι εἰπον :
γαμων γενεσθαι . ὁ δε μη λογοισι πειθων τοτε μη θελουσαν ἀγχει : μετα γαρ νεων ὁ Βακχος μεθυων ἀτακτα
9999940 μετεστη
ὁσας πολεις ἑλων κατηγαγε , και ὁσα πεπραχως των ἐντευθεν μετεστη . . . Μαρκιανος τοινυν , ὡς ἀλλοις τε
[ ] του πατρος , ὁτι ἐκ Κυμης της Αἰολιδος μετεστη [ , θρασυτερον ] λεγων ” νασσατο δ '
9999940 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999940 ἐαρινης
ἐκρουσε . ὁσση δ ' εἰαρινου : ὁσον ἐστι διαστημα ἐαρινης ἡμερας και ὡρας : ἀντι του [ και ]
μεσημβριας το μεν βορειον περας του λοξου κυκλου ἀπειχεν της ἐαρινης ἰσημεριας ὡς εἰς τα προηγουμενα του κοσμου μο σλ
9999940 πλησμονην
και τρεφουσι , και οὐτε φυσαν παρεχουσιν οὐτε στροφον οὐτε πλησμονην . Κρεων τα διεφθα και τα ἐξοπτα ἀσθενεα μεν
κατω ἠ εὐημετος προς τα ἀνω και εἰ , προς πλησμονην τινα γινομενος , ἡ διαρροια ἐπιγινεται αὐτῳ : ταυτα
9999940 γυναικεια
: Σαρρᾳ γουν οὐ διαλεξεται , πριν ἐκλιπειν ἐκεινην τα γυναικεια παντα και ἀναδραμειν εἰς ἁγνευουσης παρθενου ταξιν . ἀλλ
ὡσπερ ἀπο δακτυλων ῥοδοδακτυλος . και δακτυλιος και δακτυλιδια τα γυναικεια , και δακτυλιογλυφος και δακτυλιογλυφια παρα Πλατωνι . και
9999940 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999940 λειπουσης
ἡ στροφη και ἀντιστροφος κωλων θʹ . το αʹ ἰαμβελεγος λειπουσης της πρωτης συλλαβης [ ἠ του τελους μετακειμενου ἐπι
, οὑτως οὐδε εἰ ἐστιν ἀλλα τινα αἰσθητα εἰσομεθα , λειπουσης ἡμιν της κριτικης αὐτων αἰσθησεως . ὁτι δε οὐκ
9999940 μονοσυλλαβων
των ἀκναπτων ἱματιων κροκυδα . οὑτως Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . , : ναμα : παρα το
, χωρητικος ὠν των ἐγγραφομενων . Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . . . . . χαρτης ,
9999940 τοιοιδε
τροπου του πρωτου σχηματος . Παρα δε την ἀμφιβολιαν οἱ τοιοιδε , το βουλεσθαι λαβειν με τους πολεμιους , και
ὁταν δεῃ , ὡς πολυ γε φοβερωτατοι ἐφεδροι εἰσιν οἱ τοιοιδε ἀνθρωποι , τους τε ἐν ἀποριᾳ ὀντας των ἀναγκαιων
9999940 πλανην
: ὑπηρετης . και ὁ δουλος . δολον εʹ : πλανην ἐπι κακῳ και ἐπι ἀγαθῳ . και τεχνην .
οἱ φησαντες περι Σικελιαν ἠ Ἰταλιαν γενεσθαι τῳ Ὀδυσσει την πλανην καθ ' Ὁμηρον : ἐστι γαρ ἀμφοτερως τουτο δεξασθαι
9999940 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις
9999940 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999940 Κορινθον
. Κορινθος παις ἠν του Διος , ἐκτισε δε την Κορινθον . και ἀποθανοντα τουτον ἐσεβοντο οἱ Κορινθιοι . Κερκυραιοι
ὀλιγοτητα ἐκβιασθεντες , συνεθεντο τῳ Λευκιῳ και εὐθυς ἠκολουθουν ἐπι Κορινθον , μηχανηματα φεροντες . . . . , .

Back