ἐρωτευομενας νεανισκος ξενοδοχησας προς τους παιδας αὐτου ἐφη : Την θελουσαν κερασατε και την θελουσαν ἀφροδισιασατε . κἀκειναι εἰπον :
γαμων γενεσθαι . ὁ δε μη λογοισι πειθων τοτε μη θελουσαν ἀγχει : μετα γαρ νεων ὁ Βακχος μεθυων ἀτακτα
9999989 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999989 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999987 δοκουσαν
ἰστεον δε ὁτι το ἐμμεναι ὁ Ἡρακλειδης οὐ κατα την δοκουσαν τοις πλειοσιν ἀκολουθιαν παραγει , ἀλλα την προπαραληγουσαν αὐτου
και λεγοντας οἱς λεγεις ἐκαλυψας . ὁς γε και την δοκουσαν ὡραν των ἐμων ἐπιστολων παρελη - λυθας . ἀλλ
9999987 φυσαν
γαρ αὐτοις διποδια καλως . τους αὐλους , ἀπο του φυσαν . . ὁρμαον : Ἀρχεται τῃ ἰδιᾳ διαλεκτῳ τους
. . ὁρμαον : Ἀρχεται τῃ ἰδιᾳ διαλεκτῳ τους αὐλους φυσαν ὁ Λακων . ὁ δε νους : ὁρμησον ,
9999987 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999986 θεραπευομεν
ἡμεις δ ' ὑπερ ἡμων αὐτων λεγοντες και το σον θεραπευομεν . μαλλον δε της μεν σης ἀπολογιας και ἡμεις
ἐχειν οἰκειοτερον : ἐπει και του σωματος ἀει το καμνον θεραπευομεν και πλειονα ποιουμεθα προνοιαν ποδων ἠ ὀφθαλμων , ὁταν
9999986 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999986 ἐθελουσι
ποιησαμενοι . εἰ δε και κατα στοιχειον , ὡς τινες ἐθελουσι , τουτο ποιησωμεν . Α . Ἀντι ἀκανθιου σπερματος
εἰς μεσον προαγαγων παγκαλον και θεοειδες ἐργον ἐστησε παραδειγμα τοις ἐθελουσι μιμεισθαι . εὐδαιμονες δ ' ὁσοι τον τυπον ταις
9999985 Ἑλλανικος
τους δ ' ἀλλους μοι ἐτικτον ἐνι μεγαροισι γυναικες ] Ἑλλανικος νϚ . . * . . Ε : Μηριονης
ὑπ ' ἐμου λεγομενοις , Ἡσιοδος τε και Ἑκαταιος και Ἑλλανικος και Ἀκουσιλαος και προς τουτοις Ἐφορος και Νικολαος ἱστορουσι
9999985 ἀνιουσα
τας ἀναποδεικτους και ἀμεσους προτασεις , ἡ δε ἐξ ὑποθεσεως ἀνιουσα ἐπι τας ἀνυποθετους ἀρχας . Ἡ μεν δη πρωτη
ῥαχις ταπεινη κατα μικρον προσαυξανεται μεχρι των κατα το ἀκρωμιον ἀνιουσα χωριων : συναρθρουται δ ' αὐτῃ κατα τουτο ἡ
9999985 διπλασιοι
δη τοσουτων εἰναι μοναδων τους δυο πρωτους ἀριθμους , οἱπερ διπλασιοι ἐσονται των λοιπων δυο , ὀντων δηλονοτι και αὐτων
μεν γαρ των διπλασιων , παντες μεν οἱ κατα πλατος διπλασιοι , οἱ δε διαγωνιοι τριπλασιοι , οἱ δε ὑποκατω
9999985 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999984 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999984 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999984 σαν
ἀνηκουστα τας τυραννου παθεα μελεα θρεομενας ; ὀλοιμαν ἐγωγε πριν σαν , φιλα , κατανυσαι φρενων . ἰω μοι ,
ἁ δυστανος σοι κουρον , τον φρικαι ματρος βαλλω ταν σαν εἰς εὐναν , ἱνα μ ' ἐν λεχεσιν μελεαν
9999984 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999984 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999984 μακαριους
δε και ὁ αὐτος ἑτερον : νοσησας μεν γαρ τις μακαριους κρινει τους ὑγιαινοντας , και κρειττον παντων ἀποφαινεται την
αὑτον μαλιστα ἐθαυμαζε και ἐξεπληττετο , σοφους ἀν ἡγεισθαι και μακαριους : ὁμως δε προλεγω ὑμιν ὁτι ἐσπουδακατε ἀνδρος ἀκουσαι
9999984 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999984 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια
9999984 μεσουρανουσα
νοησον τον γεννηθεντα τοτε . ὡροσκοπων ὁ Ἡλιος , Μηνη μεσουρανουσα , χωρις γαρ των κακοποιων , τους γεννηθεντας νοει
τους ἀμφοτερους ὀφθαλμους σινωματα διδουσιν . ὁ Ἡλιος ὡροσκοπων , μεσουρανουσα Μηνη , Κρονος ἀναφερομενος , Ἀρης δε κακοδαιμων ,
9999984 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999984 ἀπιστως
. οὑτω χρη παντα τινα μητε ἐπιδρομον την γνωμην μητε ἀπιστως ἐχειν ἐς τα σπανιωτερα , ἐπει τοι και ἐγω
και διακινδυνευειν πολιορκουμενους τους την κορυφην κατεχοντας των Ῥωμαιων : ἀπιστως δε τους Καρχηδονιους ἀντεχειν , των τε πολεμιων πανταχοθεν
9999984 τρεφουσαν
προπαροξυτονως τον δια της μαντικης τρεφομενον , παροξυτονως δε την τρεφουσαν τον λαον , τουτεστι τον ὀχλον . λαοτροφον :
, την φυτικην , οὐ δηπου την αὐξουσαν , ἠ τρεφουσαν ἠ τα ὁμοια γεννωσαν ἐν ἐπιρροῃ τινι και ἀπορροῃ
9999984 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999984 κοιλιαν
: διαγνωσις δ ' αὐτων πριν μεν ἐσθιειν ἀναπτυξαντι την κοιλιαν , ἐσθιοντι δε κατα την πρωτην εὐθεως ὀδμην τε
τουϲ ἐπιληπτουϲ . ὁ δε Ἀρμενιακοϲ καθαιρει μεν κατω την κοιλιαν , ἐϲτι δε κακοϲτομαχοϲ . Λιθοϲπερμον , οἱ δε
9999984 προσεφερετο
και ταυτῃ μαλιστα ἐψευσθησαν : τα μεν γαρ εὐθυς ὡς προσεφερετο κατηκοντισαν οἱ τε Ἀγριανες και οἱ ξυν Βαλακρῳ ἀκοντισται
μαλιστα μεν δια τας των χρηματων ἐπιδοσεις , αἱς ἀφειδως προσεφερετο αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν ,
9999984 Τερπανδρον
υἱον Μαρσυαν , εἰτ ' Ὀλυμπον : ἐζηλωκεναι δε τον Τερπανδρον Ὁμηρου μεν τα ἐπη , Ὀρφεως δε τα μελη
προ Τερπανδρου τιθεις Λεσχην τον Λεσβιον Ἀρχιλοχου νεωτερον φερει τον Τερπανδρον , διημιλλησθαι δε τον Λεσχην Ἀρκτινῳ και νενικηκεναι .
9999984 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999984 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999984 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999983 ὁποτεροι
δητ ' ἐγνωκας ὡς οὐδεν λεγεις ; και των θεατων ὁποτεροι πλειους σκοπει . και δη σκοπω . τι δηθ
ἐκεινοις οὐ ξυμμαχησειν και σφισι προσιεναι και οὐ διαμελλησειν περισκοπουντας ὁποτεροι κρατησουσιν . ναυσταθμον δε ἐπανα - χωρησαντας και ἐφορμηθεντας
9999983 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999983 ἀμετοχος
: μεγαλοφωνον τελλεται : γινεται ἀναλκιν : ἀδυνατον ἀμοιρος : ἀμετοχος ἀγαλλων : καλλωπιζων λαγετας : ἡγεμονας μεμαοτας : προθυμους
την οἰκειαν της φυσεως ληξιν ἀνακαμπτειν . ὁ δε κοσμος ἀμετοχος της ἐν τοις λεχθεισιν ἀταξιας ἐστιν . ἐπει ,
9999983 μεσουρανουσης
ὁταν ἡ διαστασις των μοιρων της τε ὡροσκοπουσης και της μεσουρανουσης ἐλαττων ᾐ των Ϙ μοιρων , ἡ διαστασις της
” . ταυτης γαρ „ ὑψι μαλα „ φερομενης και μεσουρανουσης , οὐχ ὁ Τοξοτης ἀνατελλει , ἀλλ ' ὁ
9999983 ἐρωτικας
ἐκτρωσμους και φιλων ἀχαριστιας και ψογον δια γυναικα και διαθεσεις ἐρωτικας ἠ μοιχειας και χωρισμους γυναικων και συγκρουσεις ἠ και
πιεσθωσιν , οὐκετι κρατειν ἑαυτων δυνανται , προς δε τας ἐρωτικας μιξεις ἐπειγομενοι κωμαζουσι και θυραυλουσι , μεχρις ἀν τον
9999983 Σικυωνιους
και εὑροντες τεταγμενους Λακεδαιμονιους μεν ἐπι τῳ δεξιῳ ἑαυτων , Σικυωνιους δε ἐχομενους , Κορινθιων δε τους φυγαδας ὡς πεντηκοντα
. τοιαυτα δε και Μακεδονας ἐπι Ὀλυμπιαδι και ἐπι Ἀριστοδαμᾳ Σικυωνιους οἰδα εἰρηκοτας , διαφορα δε τοσονδε ἠν : Μεσσηνιοι
9999983 βραχυκαταληκτον
τεταρτον χοριαμβικον , του δευτερου ποδος ὀντος διτροχαιου , τριμετρον βραχυκαταληκτον . το εʹ ἀναπαιστικον διμετρον ἀκαταληκτον . το Ϛʹ
το ιαʹ χοριαμβικον τριμετρον καταληκτικον . το ιβʹ ἰαμβικον διμετρον βραχυκαταληκτον . το ιγʹ Πινδαρικον , δια το πολλακις τον
9999983 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999983 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999983 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999983 ἐποιουν
ἐπεισαν ἐν τῃ βουλῃ κατηγορειν των στρατηγων . ἐντευθεν ἐκκλησιαν ἐποιουν , εἰς ἡν ἡ βουλη εἰσηνεγκε την ἑαυτης γνωμην
, εἰ μη ἐδυναντο ταυτα ποιειν , οὐκ ἀν ποτε ἐποιουν ; Δηλον δη . Ἀλλα μεντοι δυναμει γε δυνανται
9999983 γραμματεις
διαγοντες , ἀλλοτριων χειρισται , πιστικοι , ἀγαθοι οἰκονομοι , γραμματεις ἀπο λογων ἠ ψηφων ἀναγομενοι , ὑποκριτικοι , περιεργοι
εὐφυεις κεκινημενους : εἰ δε ἐνδοξοτερα εἰη ἡ γενεσις , γραμματεις βασιλεων ποιει ἠ πολεων ἠ χωρων ἀρχοντας , φιλολογους
9999983 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999983 ἀνελπιστως
ἁμα και χαιρει . Κινδυνευει . Τι δ ' ὁταν ἀνελπιστως ἐχῃ κενουμενος τευξεσθαι πληρωσεως ; ἀρ ' οὐ τοτε
της ὡρας συγκλειουσης παντες μεν ἀπεγινωσκον , ὁ δε Φιντιας ἀνελπιστως ἐπι της ἐσχατης του χρονου ῥοπης δρομαιος ἠλθε ,
9999983 τελεαν
Χαριτων ἑκας ἁ δικαιοπολις ἀρεταις κλειναισιν Αἰακιδαν θιγοισα νασος : τελεαν δ ' ἐχει δοξαν ἀπ ' ἀρχας . πολλοισι
ἀγαθοι [ δε ] και συναγωνιζεσθαι ὠφελιμοι και ἐπιμαχομενοι ἱκανοι τελεαν την ἡτταν τοις βαρβαροις τοις προς των πεζων τραπεισι
9999983 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999983 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999983 γυναικεια
: Σαρρᾳ γουν οὐ διαλεξεται , πριν ἐκλιπειν ἐκεινην τα γυναικεια παντα και ἀναδραμειν εἰς ἁγνευουσης παρθενου ταξιν . ἀλλ
ὡσπερ ἀπο δακτυλων ῥοδοδακτυλος . και δακτυλιος και δακτυλιδια τα γυναικεια , και δακτυλιογλυφος και δακτυλιογλυφια παρα Πλατωνι . και
9999983 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999983 προσεδοκησεν
ᾡ μολις ἠ οὐδ ' ὁλως ὡν ἐκ πλεονεξιας τευξεσθαι προσεδοκησεν ἐφιξεται . οὑτος μεν οὐν διδοτω δικας της φιλαργυριας
του παθους Ῥηγιον κτισθεις ' ὠνομασθη . και τοὐναντιον οὑ προσεδοκησεν ἀν τις ἀπεβη . συνεζευχθη μεν γαρ τα τεως
9999983 παρες
προς το εἰρημενον φησιν ὁτι παρες αὐτῳ διαρραγηναι . Γ παρες ] παιζων τουτο φησι . τῳ και πεποιθως ]
Βλεπης Ἐλευσινιοςἐπεστην ὀχλον ἰδων προς τοις προπυλαιοις , και ” παρες μ ' “ εἰπων ὁρω καθημενην παιδ ' εἱς
9999983 μονοσυλλαβων
των ἀκναπτων ἱματιων κροκυδα . οὑτως Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . , : ναμα : παρα το
, χωρητικος ὠν των ἐγγραφομενων . Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . . . . . χαρτης ,
9999983 εὐπρεπειαν
διακρινεται και τα μεν ἀρτια και την φυσιν ἐχοντα προς εὐπρεπειαν και ἰσχυν εὐθετον τρεφεται , τα δε καταδεη τοις
] φονευσω . δομων ] των . ἀγαλμα ] την εὐπρεπειαν . μιαινων ] μολυνων . παρθενοσφαγοισι ] παρθενικοις .
9999983 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999983 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999983 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999982 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999982 πιθανοτητος
' αὐ κακουργειν ἀσεβεια : το δε μετα λογου και πιθανοτητος ἐπιχειρειν τι και πραττειν κακον οὐχ ἁπλη ἐστιν ἀσεβεια
γενεσθαι δια το μελειν αὐτῳ καλλους μαλλον και ἐπιμελειας ἠ πιθανοτητος και ἀληθειας . ταις μεντοι καθ ' ὁλον κωλον
9999982 κοι
: ϲυμφερει δε και τῳ ὀρρῳ του γαλακτοϲ ὑπαγειν την κοι - λιαν , ἀλλα μη ἀπο των τυρων δοτεον
ἐντυχον - ] τοδε τι π [ ] [ ] κοι ! ! ! ! [ ] [ ] τις
9999982 ἀποτομης
ὀνοματων , ἡς τα ὀνοματα συμμετρα τε ἐστι τοις της ἀποτομης ὀνομασι και ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ἡ το
: το ΗΖ ἀρα περιεχεται ὑπο ῥητης της ΖΕ και ἀποτομης τεταρτης της ΖΘ . ἐαν δε χωριον περιεχηται ὑπο
9999982 ἀνακαθαρσεως
ὁ ἀριστος γεωργος συνεργει τῃ φυσει δια της ἀροτριασεως και ἀνακαθαρσεως . Τα ἐν τῃ γενεσει και φθορᾳ εἰδη πασχει
ἐστιν αὐταις . ὡστε ὁ χρονος ὁ του τελους της ἀνακαθαρσεως οὐκ ἐσται της σεληνης οὐσης κατα το Δ και
9999982 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999982 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999981 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999981 παραδεδωκεν
την της ῥητορικης τεχνην και δυναμιν ἐν τεσσαρσι βιβλιοις συμπεριλαβων παραδεδωκεν , ἁπερ εἰσιν αἱ καλουμεναι Στασεις , αἱ Εὑρεσεις
ἐτει παραδοσις Διος Αἰγοκερῳ Ἀρει Λεοντι ἡ δια ηʹ : παραδεδωκεν οὐν Ζευς Ἀρει ἀπο του γʹ εἰς το ιʹ
9999981 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999981 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999981 αἰτιατικης
ἐπει τινα ὀξυτονως φαμεν ἐπι της ἀποφασεως , καιτοι μηδεμιας αἰτιατικης εἰς α ληγουσης και ὀξυτονουμενηςΠως . δε οὐχι κἀκεινο
στεφανους . ὁρμοισι των χερας : ὁρμους : ἀντι της αἰτιατικης τῃ δοτικῃ ἐχρησατο . ὁρμοις [ οὐν ] λεγει
9999981 διωρισμενα
καθο συνεχη ἐστιν ἑαυτοις και μερη ἐχει , καθο και διωρισμενα τουτοις πασιν ἐστι . το οὐν παντῃ διαφερον τινος
δεχομενην δε τα σχηματα και τας ποιοτητας παντα γιγνεσθαι τα διωρισμενα . εἰ οὐν ὡς ἀφ ' ἑνος ὑποκειμενου της
9999981 σημαντικοι
ἀγορᾳ μαγειροι οἱ τα κρεα κατακοπτοντες και πιπρασκοντες κινδυνων εἰσι σημαντικοι [ και βλαβης ] . και τους νοσουντας ταχιον
ταις δικαις συνηγορους σημαινει . Διοσκοροι τοις πλοϊζομενοις χειμωνος εἰσι σημαντικοι , τοις δε ἐν γῃ οὐσι στασεων ἠ δικων
9999981 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999981 κατεβαινεν
Δια μυθολογουσιν οἱ Κρητες ὑπο των Κουρητων νεογνον ὀντα , κατεβαινεν εἰς το ἱερον ἀντρον και τους νομους ἐκει συντιθεις
τῃ στρατιᾳ ὁρων Θιβρων το ἱππικον εἰς το πεδιον οὐ κατεβαινεν , ἠγαπα δε εἰ ὁπου τυγχανοι ὠν , δυναιτο
9999981 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999981 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999981 προσηγορευσεν
υἱον αὐτου δια την περι τον γεννησαντα γεγενημενην φιλοτιμιαν Εὐσεβη προσηγορευσεν . , . . ) Ἀφ ' ὡν χρονων
ἀναδοθεντος ἐκ του τοπου , ὁ ἡρως βουθυτησας Καδμου ποδα προσηγορευσεν αὐτον . Μετα δε τινα χρονον Ἰσμηνος , Ἀμφιονος
9999981 βορειοτεροι
ἐν τῃ κεφαλῃ τοινυν του Κριου τριων οἱ δυο οἱ βορειοτεροι και ὁ ἐν τῳ νοτιῳ γονατι του Περσεως λαμπρος
Νωρικι ' ἀστε ' ἐρεμνα , Παννονιοι Μυσοι τε , βορειοτεροι Θρηϊκων , αὐτοι τε Θρηϊκες , ἀπειρονα γαιαν ἐχοντες
9999981 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999981 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999981 ἐλευθερωθηναι
πατριδος αὐτου δουλευουσης αὐτον ἐλευθεριαν ὀρχεισθαι : και δια τουτο ἐλευθερωθηναι την πολιν . εἰτα ἀλλο μεν ἐστι το πολει
Ἀγωνιωσα δε Καλλιροη μη προδοθῃ το ἀπορρητον αὐτης , ἠξιωσεν ἐλευθερωθηναι Πλαγγονα , την μονην αὐτῃ συνειδυιαν ὁτι προς Διονυσιον
9999981 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999981 διακοσια
πολεμον ] τον περι Ἀμφιπολιν λεγει , εἰς ὁν χιλια διακοσια ταλαντα ἀνηλωθη . προσεσθ ' ] τῃ ζημιᾳ περιφρονησις
: μιλια δ ' ἐστι , φησι Πολυβιος , ταυτα διακοσια ἑξηκοντα ἑπτα . ταυτην δη την ὁδον ἐκ των
9999981 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999981 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999981 προσαγορευσαι
το μεν πρωτον αὐτην ἀπο της συναγωγης και συνοικησεως Συνναια προσαγορευσαι , μετα δε ταυτα παρεφθαρμενως ὑπο των πλησιοχωρων Συνναδα
των ἐν ἐκεινοις τοις τοποις , Ἀργωιον ἀπο της νεως προσαγορευσαι , και μεχρι τωνδε των χρονων διαμενειν αὐτου την
9999981 παραδειγματι
' ὑπεροχην ; Εἰ δε ὁτι ἡ εἰκων ὁμοιουται τῳ παραδειγματι και ταυτῃ ὁμοια , και το παραδειγμα ὁμοιοι την
θεοπλαστειν ἱκανοις παρεδοσαν : οἱ δε λαβοντες ἀργην ὑλην θνητῳ παραδειγματι προσχρησαμενοι , το παραλογωτατον , θεους ὁσα τῳ δοκειν
9999981 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999981 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999981 ἐγρηγοροτων
ἠ μεταξυ του ἐγρηγορεναι και καθευδειν ὀντων ἠ και παντελως ἐγρηγοροτων αἱ φωναι ἀκουονται . Και ποτε μεν ἀναφες και
σοι και δοξαν , ὁσην δικαιον , και πληθος ὁμιλητων ἐγρηγοροτων . ἐν δ ' αὐ τοις πολλοις ἀγαθοις ἑνος
9999981 Κασανδρος
Ἀριστοτελης μεν Ἀντιπατρῳ ἐξευρε δεδοικως ἠδη Ἀλεξανδρον Καλλισθενους ἑνεκα , Κασανδρος δε ὁ Ἀντιπατρου ἐκομισεν : οἱ δε και ὁτι
διεληλυθοτες μεταβησομεθα προς τας κατα την Εὐρωπην συντελεσθεισας πραξεις . Κασανδρος γαρ ἀποτετευχως της κατα την Μακεδονιαν ἡγεμονιας οὐκ ἐπτηξεν
9999981 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999981 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999981 ὡροσκοπουντος
μαρτυρουντων συγγενης ἐσται ὁ πεισας και φανησεται ἐλευθερος ὠν . ὡροσκοπουντος Ταυρου ἠ Διδυμων ἠ Καρκινου ἠ Λεοντος ἠ Παρθενου
ταχιον τρεπεσθαι , οὑτως και την των ἀρρενικων ἀπο του ὡροσκοπουντος δια το ἀπηλιωτικωτερον : και οἱ μεν ὁμοιως παρ
9999981 ὁποτερα
τα δε ἀδικα , ἐχεις εἰπειν ὁποτερα τα δικαια και ὁποτερα τα ἀδικα ; Ἐμοι μεν τοινυν δοκει ἐν μεν
ἀττα ζητητεα πλην ὀνοματων , ἁ ἡμιν ἐμφανιει ἀνευ ὀνοματων ὁποτερα τουτων ἐστι τἀληθη , δειξαντα δηλον ὁτι την ἀληθειαν
9999981 κυαμοις
. μετα δε το ἁλωναι κακουργουντα Ξενοτιμον ὑπηρετην ἐν τοις κυαμοις , οὑτως ἡ των φυλλων χρησις ἐπε - νοηθη
των ἀρτιων ἠ και περιττων . ταὐτον δε τουτο και κυαμοις ἠ καρυοις ἠ ἀμυγδαλαις , οἱ δε και ἀργυριῳ
9999981 κτισθηναι
και την Ῥωμην και την Καρχηδονα προ της πρωτης ὀλυμπιαδος κτισθηναι . Σοφοκλης δε ἐπι των καιρων Τριπτολεμου ᾠκισθαι την
ἐκτεκειν , και τοσουτοις ἐνιαυτοις ὑστερον ὑπο των Τρωων ἑτερα κτισθηναι πολις κατα το θεσφατον , ὑπερ ἡς ἐν τῳ
9999981 πολυτελεσι
των ναυτων και ταις ὑπηρεσιαις και τἀλλα σημειοις και κατασκευαις πολυτελεσι χρησαμενων , και ἐς τα μακροτατα προθυμηθεντος ἑνος ἑκαστου
αὐτος δε ἐπιλεξαμενος τετρακοσιους Περσων τους μεγιστους , ἐσθησι τε πολυτελεσι και χρυσῳ κεκοσμημενους ἱππων τε και τοξων παρασκευῃ ,
9999981 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999981 συναχθεισης
τιμαις παραπεμποντες εἰς την πολιν . ἐκκλησιας δε μετα τουτο συναχθεισης , ἐν ᾑ διηνεγκαν ὑπερ αὐτου τας ψηφους αἱ
πειθομενων δε αὐτων ἀπειλουντες πολεμησειν αὐτοις μετα των συμμαχων . συναχθεισης οὐν περι τουτων ἐκκλησιας , ὁ Περικλης , δεινοτητι
9999981 ἐφανησαν
ὠφελιμοι δοκουσιν εἰναι : οἱ Θηβαιοι δηλονοτι . ʃ ὠφελιμοι ἐφανησαν ὑμιν δηλονοτι , ἠ και ὠφελιμωτεροι . και οἱ
Ἁρμονιδου τεκτηναμενου , ἠ ὁτου δη προ Ἁρμονιδου , νηες ἐφανησαν στρογγυλαι τε και ὁλκαδες , και χρονῳ ὑστερον ἐν

Back