ἐπεισαν ἐν τῃ βουλῃ κατηγορειν των στρατηγων . ἐντευθεν ἐκκλησιαν ἐποιουν , εἰς ἡν ἡ βουλη εἰσηνεγκε την ἑαυτης γνωμην
, εἰ μη ἐδυναντο ταυτα ποιειν , οὐκ ἀν ποτε ἐποιουν ; Δηλον δη . Ἀλλα μεντοι δυναμει γε δυνανται
9999986 γραφικης
, καθα και Δικαιαρχος ἐν πρωτῳ Περι βιων , και γραφικης ἐπιμεληθηναι και ποιηματα γραψαι , πρωτον μεν διθυραμβους ,
ὁν οὐδεις μεμφεται πλην ἀλογιᾳ χρωμενος , ὡσπερ οἱ της γραφικης ἀπειροι τα ποικιλα και γλαφυρα και χαριεντα της τεχνης
9999986 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999986 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999985 μεσουρανουσης
ὁταν ἡ διαστασις των μοιρων της τε ὡροσκοπουσης και της μεσουρανουσης ἐλαττων ᾐ των Ϙ μοιρων , ἡ διαστασις της
” . ταυτης γαρ „ ὑψι μαλα „ φερομενης και μεσουρανουσης , οὐχ ὁ Τοξοτης ἀνατελλει , ἀλλ ' ὁ
9999985 μαθηματικης
γαρ ἀν ῥᾳστα μαθοιμεν το ἑν και το πληθος της μαθηματικης ἐπιστημης , ποταπον ἐστι και κατα ποιας διαφορας κρινεται
και περι τουτων . Ἐπει δε το κοινον της ὁλης μαθηματικης ἐπιστημης γενος κυριωτατον ἐστιν εἰς ἐπιστημην της παρουσης θεωριας
9999985 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999985 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999985 θεραπευομεν
ἡμεις δ ' ὑπερ ἡμων αὐτων λεγοντες και το σον θεραπευομεν . μαλλον δε της μεν σης ἀπολογιας και ἡμεις
ἐχειν οἰκειοτερον : ἐπει και του σωματος ἀει το καμνον θεραπευομεν και πλειονα ποιουμεθα προνοιαν ποδων ἠ ὀφθαλμων , ὁταν
9999985 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999984 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999984 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999984 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999984 ἐκλειπει
, οὐκ ἐπι γραφῃ και τοις εὐτελεστατοις ἐκπωμασιν : ” ἐκλειπει οὐν το ἀπο του προσωπου , ἀντεισαγεται δε το
. διο πανυ καλως ἡ ἀρετη Σαρρα ” τα γυναικεια ἐκλειπει ” , περι ἁ πονουμεθα οἱ τον ἀνανδρον και
9999984 Συρακουσιος
δεξαιτο ὁ Ἱερων . οἰκοθεν οἰκαδε : ὁτι Ἀρκας και Συρακουσιος ὁ Ἀγησιας . ὁ δε νους : οἰκειον ὀντα
, συνετους δε τινας και νομοθετικους . Ἀρχετιμος δε ὁ Συρακουσιος [ ] ὁμιλιαν αὐτων ἀναγεγραφε παρα Κυψελωι , ἡι
9999984 Ἀλεξανδρεις
Διονυσιος δε ὁ Θρᾳξ και Ἀπολλωνιος ὁ τους Ἀργοναυτας ποιησας Ἀλεξανδρεις μεν , ἐκαλουντο δε Ῥοδιοι . περι μεν Ῥοδου
ἀρρητον ἀγαλμα του Αἰωνος ὑπο του θεου κατεχομενον , ὁν Ἀλεξανδρεις ἐτιμησαν , Ὀσιριν ὀντα και Ἀδωνιν ὁμου κατα μυστικην
9999984 ὡροσκοπουντος
μαρτυρουντων συγγενης ἐσται ὁ πεισας και φανησεται ἐλευθερος ὠν . ὡροσκοπουντος Ταυρου ἠ Διδυμων ἠ Καρκινου ἠ Λεοντος ἠ Παρθενου
ταχιον τρεπεσθαι , οὑτως και την των ἀρρενικων ἀπο του ὡροσκοπουντος δια το ἀπηλιωτικωτερον : και οἱ μεν ὁμοιως παρ
9999984 μονοστροφικης
] συνιζησις . φλεοντων ] συνιζησις . + εἰσθεσις διπλης μονοστροφικης και συνεχους . οἱ δε στιχοι εἰσιν ἰαμβικοι τριμετροι
. Καδμου πολιται ] ἡ εἰσθεσις του παροντος δραματος ἐκ μονοστροφικης ἐστι περιοδου . οἱ δε στιχοι εἰσιν ἰαμβικοι τριμετροι
9999984 παρεθηκεν
θεων ὀπιν ᾐδεσατ ' οὐδε τραπεζαν , την ἡν οἱ παρεθηκεν : ἐπειτα δε πεφνε και αὐτον . καιτοι θεος
Πολυδωρον τον υἱον Πριαμου : αὐτωι γαρ ὁ βασιλευς Πριαμος παρεθηκεν μικρον ὀντα μετα των χρηματων , ἱνα αὐτος περισωθηι
9999984 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999984 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999984 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999984 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999984 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999984 προσεφερετο
και ταυτῃ μαλιστα ἐψευσθησαν : τα μεν γαρ εὐθυς ὡς προσεφερετο κατηκοντισαν οἱ τε Ἀγριανες και οἱ ξυν Βαλακρῳ ἀκοντισται
μαλιστα μεν δια τας των χρηματων ἐπιδοσεις , αἱς ἀφειδως προσεφερετο αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν ,
9999984 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999984 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999984 λευκοτερα
ἐπι βουβωσιν οὐ πυῤῥοτερα τα οὐρα ἐστιν , ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον
κρομμυον και σκιλλα και οἰνος , εἰς ὁσον ἀν ᾐ λευκοτερα , ἡττον ἐστι θερμα : τα δ ' ὑποξανθα
9999984 γραμματεις
διαγοντες , ἀλλοτριων χειρισται , πιστικοι , ἀγαθοι οἰκονομοι , γραμματεις ἀπο λογων ἠ ψηφων ἀναγομενοι , ὑποκριτικοι , περιεργοι
εὐφυεις κεκινημενους : εἰ δε ἐνδοξοτερα εἰη ἡ γενεσις , γραμματεις βασιλεων ποιει ἠ πολεων ἠ χωρων ἀρχοντας , φιλολογους
9999984 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999984 βραχυκαταληκτον
τεταρτον χοριαμβικον , του δευτερου ποδος ὀντος διτροχαιου , τριμετρον βραχυκαταληκτον . το εʹ ἀναπαιστικον διμετρον ἀκαταληκτον . το Ϛʹ
το ιαʹ χοριαμβικον τριμετρον καταληκτικον . το ιβʹ ἰαμβικον διμετρον βραχυκαταληκτον . το ιγʹ Πινδαρικον , δια το πολλακις τον
9999984 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999983 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999983 βορειοτεροι
ἐν τῃ κεφαλῃ τοινυν του Κριου τριων οἱ δυο οἱ βορειοτεροι και ὁ ἐν τῳ νοτιῳ γονατι του Περσεως λαμπρος
Νωρικι ' ἀστε ' ἐρεμνα , Παννονιοι Μυσοι τε , βορειοτεροι Θρηϊκων , αὐτοι τε Θρηϊκες , ἀπειρονα γαιαν ἐχοντες
9999983 εὐπρεπειαν
διακρινεται και τα μεν ἀρτια και την φυσιν ἐχοντα προς εὐπρεπειαν και ἰσχυν εὐθετον τρεφεται , τα δε καταδεη τοις
] φονευσω . δομων ] των . ἀγαλμα ] την εὐπρεπειαν . μιαινων ] μολυνων . παρθενοσφαγοισι ] παρθενικοις .
9999983 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999983 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999983 ἀνειλοντο
μαλιστα συμφεροι . εἰ μεν γαρ ὑφ ' ὑμων πεισθεντες ἀνειλοντο τον πολεμον , σφαλεροι συμμαχοι και μεχρι του ταυτ
, ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι ἀρχοντος Καλλιου ,
9999983 κοι
: ϲυμφερει δε και τῳ ὀρρῳ του γαλακτοϲ ὑπαγειν την κοι - λιαν , ἀλλα μη ἀπο των τυρων δοτεον
ἐντυχον - ] τοδε τι π [ ] [ ] κοι ! ! ! ! [ ] [ ] τις
9999983 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999983 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999983 μαντικης
κατ ' ἀρχας περι τε τον κοσμον , ἁπαντα μεχρι μαντικης και ἰατρικης προς ὑγιειαν ἐκ τουτων θειων ὀντων εἰς
] ἀσαφει . κλαγγαι ] βοηι . θεσπεσιας ] της μαντικης . στροφη ἑτερα κωλων Ϛʹ . ὀλεθριοι ] οἱ
9999983 ἐξαμαρτανειν
παντων οἰομαι των εἰρημενων χρησιμωτατον ἐσεσθαι και του μη πολλα ἐξαμαρτανειν τους παραληψομενους την ἀρχην αἰτιωτατον , μη δια βιου
οἰνον ἠ δι ' ὀργην ἠ τιν ' ἀλλην αἰτιαν ἐξαμαρτανειν ἐπιχειρουντας αὐτοι παροξυνουσιν , οὐδεμι ' ἐστιν ἐλπις σωτηριας
9999983 ἐπακολουθησει
Ἀφροδιτῃ ἡ Σεληνῃ ἐαν προσγενηται , το ἑταιρικον και λαγνον ἐπακολουθησει και ζηλοτυπιαι και στασεις γενησονται και εὐυποκριτος ἡ συμβιωσις
γυνη μελλοι ἐκτιτρωσκειν , ἐν μεν τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ κινδυνος ἐπακολουθησει θανατωδης , ἐν δε τῃ βʹ ἀκινδυνως ἀπαλλαγεισα σωθησεται
9999983 ἀκολουθησαι
τῃ των ἀγαθων ἐταξαν συστοιχιᾳ , οἱς δη και Σπευσιππος ἀκολουθησαι δοκει . ἡ δε συστοιχια των ἀγαθων , ἡν
' οὐχ ἑπῃ τουτο δρωντι : ἐπει ὀφελον και νυν ἀκολουθησαι δυνησῃ . Θαυμαστα λεγεις , εἰ μη δυνησομαι καταμαθειν
9999983 ὑγραινουσι
ἀγριοι ἀμεινους . ὀρτυγες και κορυδαλοι κακιστοι : και γαρ ὑγραινουσι τε και οὐ πεττονται . των δε τιθα -
και καππαρεως . δει οὐν μη παντοτε τοις ἐμψυχουσι και ὑγραινουσι κεχρησθαι , ἀλλα διορισαντας ἀκριβως και διεγνωκοτας οὑτω κεχρησθαι
9999983 Ἰαμβλιχος
: και προπαροξυνονται : οἱον , σωτηριχος : μειλιχος : Ἰαμβλιχος : ταριχος : δολιχος . Τα δια του υχος
λεγει την περι την σωματοειδη ζωην και ταξιν : ὁ Ἰαμβλιχος δε την φυσιν του παντος εἱμαρμενην καλει . Ἡ
9999983 ἀποστροφης
ἁπαντα πλην της τροφης : οὐδ ' οὑτω δε της ἀποστροφης τυγχανοντες εἰς μεγαλην ἀποριαν ἐμπιπτουσι δια το μητε νησον
βιου ἑκαστην πραξιν ἐνεργῃς , ἀπηλλαγμενος πασης εἰκαιοτητος και ἐμπαθους ἀποστροφης ἀπο του αἱρουντος λογου και ὑποκρισεως και φιλαυτιας και
9999983 ψηφισαμενης
βαθος ἀβυσσον και τουτ ' ἐπι πολλας ἡμερας διαμειναι . ψηφισαμενης δε της βουλης οἱ ἐπι των Σιβυλλειων χρησμων ἐπισκεψαμενοι
πολεμους μεχρι του καθ ' ἡμας χρονου διατετελεκε . Ταυτα ψηφισαμενης της βουλης και πρεσβευτας ἑτερους ἑλομενης δεκα ἀνδρας ἐκ
9999983 ποιητικως
Ῥοδον και Ἀταβυριν , και ἐτι Λακεδαιμονα και Ταϋγετον : ποιητικως δε τοὐναντιον . ἐν μεντοι τῳ „ ναιεταω δ
του Διος ἐνιεσθαι χαριν του σῳζειν τον ἀριθμον αὐτων , ποιητικως αἰνιττομενος ὁτι των Πλειαδων ἑξ ὁρωμενων ὁμως ὁ ἀριθμος
9999983 συγκρισει
μεν εἰναι και ἀφθαρτα , φαινεσθαι δε γινομενα και ἀπολλυμενα συγκρισει και διακρισει μονον , παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων
γαστριμαργου , παρευδοκιμουμενου δε ὑπο του Ἱπποδαμου , κεχρηται τῃ συγκρισει χρησιμωτατα : ὁμου γαρ και τον Ἱπποδαμον και τον
9999983 ὁποτεροι
δητ ' ἐγνωκας ὡς οὐδεν λεγεις ; και των θεατων ὁποτεροι πλειους σκοπει . και δη σκοπω . τι δηθ
ἐκεινοις οὐ ξυμμαχησειν και σφισι προσιεναι και οὐ διαμελλησειν περισκοπουντας ὁποτεροι κρατησουσιν . ναυσταθμον δε ἐπανα - χωρησαντας και ἐφορμηθεντας
9999983 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν
9999983 θελουσαν
ἐρωτευομενας νεανισκος ξενοδοχησας προς τους παιδας αὐτου ἐφη : Την θελουσαν κερασατε και την θελουσαν ἀφροδισιασατε . κἀκειναι εἰπον :
γαμων γενεσθαι . ὁ δε μη λογοισι πειθων τοτε μη θελουσαν ἀγχει : μετα γαρ νεων ὁ Βακχος μεθυων ἀτακτα
9999983 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999983 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999983 γινωσκομεν
ἑκαστον γνωριζομεν , ταυτα ἐκεινου ἀρχη ἐκ δε των ὁρισμων γινωσκομεν ἑκαστον των ὀντων , οἱ ὁρισμοι ἀρα ἀρχαι .
ἠ βραδεως . και φησιν ἐκ τεσσαρων τινων σημειων τουτο γινωσκομεν , ἀπο τε της ὀδυνης και της βηχος και
9999983 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999983 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999983 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999983 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999983 κριτηριοις
του πασι πιστευειν και ἐκ του τισι μεν πιστευειν ὡς κριτηριοις , τισι δε ἀπιστειν , συναγεται το μη δειν
περι παντων ἐπεχειν . Ἀλλ ' εἰ δη τοις φυσικοις κριτηριοις αἰσθησιν ἱκανως συγχω - ρησουσιν ἡμιν , οὐδεν ἐτι
9999983 ἀφροδισιαζειν
ἀλλας διαθεσεις του σωματος : και γαρ ἐπι πονοις πονηρον ἀφροδισιαζειν , καιτοι διαλυειν πεπιστευται τους πονους : οὐ μην
τξεʹ δοσεις . παραφυλαττεσθω δε ὁ παραλαμβανων μη χολαν μηδε ἀφροδισιαζειν μηδε πινειν οἰνους στυφοντας ἠ πανυ γλυκεις και παντα
9999983 αἰτιατικης
ἐπει τινα ὀξυτονως φαμεν ἐπι της ἀποφασεως , καιτοι μηδεμιας αἰτιατικης εἰς α ληγουσης και ὀξυτονουμενηςΠως . δε οὐχι κἀκεινο
στεφανους . ὁρμοισι των χερας : ὁρμους : ἀντι της αἰτιατικης τῃ δοτικῃ ἐχρησατο . ὁρμοις [ οὐν ] λεγει
9999983 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999983 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999983 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999983 βραχυτεραι
Τοισι δε νεανισκοισιν ἐπωδυνοι μεν οὐχ ἡσσον αἱ ἰσχιαδες , βραχυτεραι δε : και γαρ τεσσαρακονθημεροι ἀπαλλασσονται : ἀλλ '
των ἐλασσονων ἐστι και συμμετρα τῃ θηρᾳ τα σκευη : βραχυτεραι δε ὁρμιαι και ἀγκιστρα και οὐ πολλη τις τροφη
9999983 μονοσυλλαβων
των ἀκναπτων ἱματιων κροκυδα . οὑτως Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . , : ναμα : παρα το
, χωρητικος ὠν των ἐγγραφομενων . Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . . . . . χαρτης ,
9999983 λιπαραι
Ἀλονη και Φυσια και Ὀφιοεσσα και Βεσβικος , γονιμοι και λιπαραι . : Ἀδραστεια , μεταξυ Πριαπου και του Παριου
τῳ ἀπολλωνι . ὡς και καλλιμαχος . τερπουσιν [ ] λιπαραι φοιβον ὀνοσφαγιαι . διδυμος δε φησι : ταυτα μετα
9999982 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια
9999982 θερμοτεροι
μεν οὐν ὠχροι δολερωτεροι , οἱ δε αἱματωδεις ἀβουλοτεροι και θερμοτεροι . ὁσοις δε οὐ κεγχροι εἰσι χαροποις , ἀλλ
τε και κιρρος ὁμοιως τοις προειρημενοις ὠν , ἐπιτηδειος : θερμοτεροι γαρ παντες εἰσιν οἱ τοιουτοι , και ἑτοιμον ἐστι
9999982 μεθηκεν
οἱ προσαχθεντα ὡς εἰχε ληφθεις ἐν σχηματι οἰκετου , ἀλλα μεθηκεν ἁπαντας ἐς δοξαν φιλανθρωπιας . οὐ πολυ δε ὑστερον
και τουτων τινας : οὑς παλιν ὁ Μιθριδατης συν ἐφοδιοις μεθηκεν ἐς τας πατριδας ἀπιεναι . Μανιον δ ' ὑποφευγοντα
9999982 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999982 πολυμερες
ῥᾳδιως . μη ὑπολαβῃ δε τις δια το ποικιλον και πολυμερες τεχνικον ὑπαρχειν τον λογον , ἀλλ ' ἐκθειαζειν την
ἑν τουτο παλιν ἀναγκη εἰναι ἠ πολυμερες . και εἰ πολυμερες , ὑπολοιπον ζητειν παλιν , τι το ἐκεινο ἑνουν
9999982 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999982 ἐγρηγοροτων
ἠ μεταξυ του ἐγρηγορεναι και καθευδειν ὀντων ἠ και παντελως ἐγρηγοροτων αἱ φωναι ἀκουονται . Και ποτε μεν ἀναφες και
σοι και δοξαν , ὁσην δικαιον , και πληθος ὁμιλητων ἐγρηγοροτων . ἐν δ ' αὐ τοις πολλοις ἀγαθοις ἑνος
9999982 λογισμοις
, ἐκστασιν ἡμιν ἐνεποιει και φρικην . Πλην ὁτι τοις λογισμοις θατερου τουτων παλαιοντες , οὑτω τας ἐφεξης ἡμερας διετελουμεν
. και ταυτα μεν περι τουτων . τοις δε ὀρθοις λογισμοις ἐξ ἀναγκης ἑπεται και περι των δοκουντων ἀτακτως κατα
9999982 τεταμενα
τε ξυνεχουσι τενοντες Ἀγκωνος : ἡ διπλη ὁτι παντα τα τεταμενα νευρα τενοντας Ὁμηρος λεγει . . . . αὐταρ
αὐτοις της ἐπιφανειας ὁλης : τα μεντοι κατα της γαστρος τεταμενα ἀγγεια πελιουνται . Πολλη δε δυσελπιστια ἐστιν , εἰ
9999982 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999982 κιθαριστης
ὁ οἰκοδομος οἰκοδομει , οὐχ ἡ τεχνη , και ὁ κιθαριστης κιθαριζει , οὐχ ἡ μουσικη , καιτοι ὁ μεν
εἱλετε . Ὁθεν εἰς παροιμιαν ὁ λογος περιεστη . Ἀσπενδιος κιθαριστης : Ζηνων ὁ Μυνδιος ἐπι των φιλοχρηματων φησι τεταχθαι
9999982 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999982 Ἀριστομαχου
βασιλευοντος ἐν Ἠλιδι , τηνικαυτα ὁ Δωριεων στολος συν τοις Ἀριστομαχου παισιν ἠθροιζετο ἐπι καθοδῳ τῃ ἐς Πελοποννησον . γινεται
Ἀριστοδαμιδα του Μεροπος του Θεστιου του Κισσου του Τημενου του Ἀριστομαχου του Κλεοδαιου του Ὑλλου του Ἡρακλεους . ἐνιοι δε
9999982 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999982 διωρισμενα
καθο συνεχη ἐστιν ἑαυτοις και μερη ἐχει , καθο και διωρισμενα τουτοις πασιν ἐστι . το οὐν παντῃ διαφερον τινος
δεχομενην δε τα σχηματα και τας ποιοτητας παντα γιγνεσθαι τα διωρισμενα . εἰ οὐν ὡς ἀφ ' ἑνος ὑποκειμενου της
9999982 κρινομενῳ
χαριστηριον , ἀνθ ' ὡν αὐτῳ Ναξον προσενειμεν ὁ Φολος κρινομενῳ παρ ' αὐτῳ προς τον Ἡφαιστον . Φολω :
: και παλιν ἐν τῳ ἀφορωντι εἰς την ἀκροπολιν και κρινομενῳ τυραννιδος διαβαλλειν μεν τα εἰκοτα , ἐπιζητειν δε τους
9999981 δοτικης
ἑξης . Αἱ κατα το πρωτον και δευτερον προσωπον της δοτικης ὀξυνο - μεναι την κατα το τριτον περισπωμενην ἐχουσι
και πληθυντικα πρωτου και δευτερου προσωπου , δηλονοτι γενικης και δοτικης και αἰτιατικης , προς τρια πληθυντικα τριτου προσωπου ,
9999981 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999981 λελεγμενα
πεμψω σον κασιγνητον ταχυ , ᾡ παντα λεξεις τἀξ ἐμου λελεγμενα , και αὐτος λαλησει βασιλεως ἐναντιον , συ μεν
τοι των αἰτιων , πιστωσαιτ ' ἀν τις μαλλον τα λελεγμενα . Και ὁ μεν περι της διαγνωσεως οὐρων λογος
9999981 γινομενῃ
οὑ ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν τῃ ὑπο της ΔΓ γινομενῃ ἐπιφανειᾳ , ὑψος δε το αὐτο : και ὁλον
οὐκ ἐνεργειᾳ λεγω κατα περιοχην οὐδε τῃ κατ ' αὐξησιν γινομενῃ μεταβολῃ του γενους και των σωματων , ἀλλα τῃ
9999981 ἀκολουθουντες
: ἀπομεχωρισμενην : ἀπο του αἰρω το καταβαλλω . παρομαρτουντες ἀκολουθουντες : ἀπο του ὀμαρτω . πεπιλημενοι , συνεσφυγμενη :
] ἀντι του ταις ταξεσι δε της ἀρχης της παλαιας ἀκολουθουντες και νυν ἡμεις εἰς χαριν ἐπωνυμιαν , ἀντι του
9999981 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999981 σφοδροτητος
ἐπιφοραν φησι την καταφοραν , οἱ δε καταφορικοι των λογων σφοδροτητος οἰκειοι . [ , ] τι γαρ δηποτε ,
ἐμβαλοντα . ἐμβεβληκοτα ] ἐπαγαγοντα . θΞ ἐμβεβληκοτα ] μετα σφοδροτητος . Ξ εἰ και δικαιως προς τον πολεμον ὡρμησας
9999981 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999981 κατεβαλεν
ἐπιστρεφεται , ἀλλα φευγουσι παντες κἀν τις δυνηται , πληξας κατεβαλεν . συ κεντρον ἐχεις τοιουτον , ὡστε ὁν ἀν
δαπιδα , και πρῳην δυο μνας , και το ἐνοικιον κατεβαλεν ὑπερ ἡμων , οὐ σανδαλα Παταρικα και τυρον Γυθιακον
9999981 ἀκολουθησας
τεχνων ἐξεταζεσθαι : τῃ γαρ περι τον λογον ἀτοπιᾳ τις ἀκολουθησας νεον τον κοσμον ἀποφανει κομιδῃ μολις προ χιλιων παγεντα
ᾑ φασι τον Ἡφαιστον χαλκευειν . πλαγκτην δε αὐτην εἰρηκεν ἀκολουθησας τοις περι Ἰταλιαν και Σικελιαν μυθολογουσι την Ὀδυσσεως πλανην
9999981 συγχωρησομεν
, τον μεν πραως τε και ἐκ μειζονων διαλειμματων ἐντρεχοντα συγχωρησομεν : εἰ δε συντονος τε εἰη και σφοδρος και
τυραννων δωρεαι . δρασομεν τ ' , εἰ και ταυτα συγχωρησομεν αὐτοις , ὁμοια τοις προς ἡδονην θεραπευουσι τους καμνοντας
9999981 βορειοτερα
μια δε διακεκαυμενη . των δε εὐκρατων ἡ μεν ἐστι βορειοτερα , ἡ δε νοτιωτερα . και ἐστιν ἡ βορειοτερα
Τουτο δε γενοιτ ' ἀν , εἰ γραφοιτο τα τε βορειοτερα προτερα των νοτιωτερων και τα δυσμικωτερα των ἀπηλιωτικωτερων ,
9999981 ἰσχιαδικοις
μολυνῃ και χρω . Ἀσκληπιαδου . μαλαγμα το δια σιλφιου ἰσχιαδικοις σφοδρα γενναιον . Ἀμμεως ⋖ ιβʹ , σιλφιου ,
ὑαλινον και χλιανας δος πιειν και θαυμασεις . Ἀλλο ποτημα ἰσχιαδικοις . Ὀροβινου ἀλευρου , ἀνισου , μαραθρου ἰσα μετρῳ
9999981 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999981 δεδοικαμεν
προς δε ταυτην ἀντεπεσεν ἀντιθεσις ἀπο του δυνατου κεφαλαιου ἀλλα δεδοικαμεν βασιλεα . ταυτην ἐλυσεν ὁμογενως ἐκ του αὐτου κεφαλαιου
μη τι συμβῃ τοιουτον οἱον και ἐπι των προγονων , δεδοικαμεν , οἱς ἐν τῳ θεατρῳ συγκαθημενοις ἐφειστηκεσαν οἱ τοξοται

Back