ὁ Α τον Δ μετρει κατα τας ἐν τῳ Γ μοναδας , ὁ Α ἀρα τον Γ πολλαπλασιασας τον Δ
ἡ Ε μονας τον Α ἀριθμον κατα τας ἐν αὐτῳ μοναδας : ἰσακις ἀρα ἡ Ε μονας τον Α ἀριθμον
9999984 δαιμονιων
ὑπερ αὐτου γλωτταν ἀνεῳξεν . Ἱερεις δε και ζακοροι των δαιμονιων ἐπων αὐτου παντες ἐσμεν ἐξ ἰσου : Τουσδε δ
ἠ ἀμεινον το τραγικον ἐκεινο ἐπειπειν , πολλαι μορφαι των δαιμονιων , πολλα δ ' ἀελπτως κραινουσι θεοι , και
9999983 δωδεκατος
εἰς τμηματα ιβʹ ἁ καλειται ζῳδια , ὁτι πρωτος ὁ δωδεκατος ἀριθμος δεχεται τους θειους εʹ λογους τους μουσικους ,
δεκατος ποιητικος , παραινεσεις γεγραφως : ἑνδεκατος ἀνδριαντοποιος Φωκαευς : δωδεκατος ἐπιγραμματων ποιητης λιγυρος : τρισκαιδεκατος Μαγνης , Μιθραδατικα γεγραφως
9999983 συγγενειαν
, ἀλληγοριας δε και μυθους ἐπινοησαντες και τοις κοσμικοις παθημασι συγγενειαν πλασαμενοι μυστηρια κατεστησαν , και πολυν αὐτοις ἐπηγον τυφον
Ἡρακλεους φιλον τον ὀνομαζομενον Φολον . οὑτος γαρ δια την συγγενειαν θαπτων τους πεπτωκοτας Κενταυρους , και βελος ἐκ τινος
9999983 παρεσκευασθαι
δυ ' ἀνθρωπους κατεφευγομεν , εἰχομεν ἀν τιν ' ὑποψιαν παρεσκευασθαι τουτους : εἰ δ ' ἐν ἁπασιν , ὁσοισπερ
της πατριδος . Ἱνα δε μη μακρολογω , φημι χρηναι παρεσκευασθαι μεν προς τον πολεμον , παρακαλειν δε τους Ἑλληνας
9999983 ἀπαταν
, ἀποβολῃ του α , παρα το παφισκειν , το ἀπαταν . παφω γαρ Πυματος . πυθματος τις ἐστι ,
Διωνα εἰναι τετρασυλλαβον . οὑτω γαρ ἐριστικως πειραται τον προσδιαλεγομενον ἀπαταν . λογων και γαρ οἱ λογοι ἐξ ὀνοματων συγκεινται
9999983 δισχιλιους
δε αὐτῳ μηκος γινεται , και ἐπεχει σταδιους τριηκοσιους και δισχιλιους και δισμυριους ἱναπερ το στενοτατον αὐτου . ποταμοι δε
Της δε Νικιου στρατηγιας μνησθεις , ὁτε ναυς ἑξηκοντα και δισχιλιους ὁπλιτας Ἀθηναιων ἐπαγομενος ἐπι Πελοποννησον ἐπλευσε , κατακλεισας δε
9999983 συλλογιζεσθαι
το ἀγαθον κακον , ἐκ του κατα τας ἀληθεις πειραται συλλογιζεσθαι το κατα τας ψευδεις : ἐπει γαρ ἐστι των
οὐδε συλλογιζονται ἀρα τον ὁρισμον . τουτο γαρ ἠν το συλλογιζεσθαι , το κειμενων τινων ἑτερον τι των κειμενων ἐξ
9999982 εὐποριας
: ὁτι οὐ γραφομεν μονον καθ ' ἑαυτους μελετης και εὐποριας ἑνεκα της εἰς τους λογους τα τοιαυτα γυμνασματα ,
τοιουτοις ἀγαλλειν αὐτην και κοσμειν μηδενος φειδομενους , ὡς ἑκαστος εὐποριας ἐχει τε και δυναμεως . και αὐτος δε τον
9999982 ἀποδεικνυσθαι
δυναται . ὁποιον γαρ ἀν ᾐ τουτο , γραμμικως ὀφειλει ἀποδεικνυσθαι , ἐδειξαμεν δε ἡμεις ὁτι οὐδεν ἐστιν ἡ γενικη
δε ὑστερον Ἀκρισιος Περσεα αὐτον τε περιειναι πυνθανομενος και ἐργα ἀποδεικνυσθαι , ἐς Λαρισαν ἀπεχωρησε την ἐπι τῳ Πηνειῳ .
9999982 κοιλιας
και ἀμυδροτεροι . σξζʹ . Κοιλιακη διαθεσις ἐστι ῥευματισμος της κοιλιας . οὐ προσφατος , ἀλλα χρονιος μετα στροφων και
τας του περικοχλιου κοιλιας και παραδεδεχθαι εἰς τας του φακωτου κοιλιας τας του περικοχλιου ἐξοχας . συμβαινει δη ἐν τῃ
9999982 λογισμον
και τις σκληρος και δυσκαταμαχητος . ὑπευθυνους δε τους μηδεπω λογισμον παρεχομενους μηδε εὐθυνας της ἀρχης ἡς ἐπιστευθησαν . ΓΘ
μεν παθη καταρχειν , ὁρον δε και περας εἰναι τον λογισμον . Ἀκουειν γουν παρεστι : δυο γαρ αὑται φυσει
9999982 κοινωνιων
και ὑποζυγιων , ἐτι δε και βιβλιων και διαλεξεων και κοινωνιων ἐν οἱς εὐ και κακως πεισεται . Εἰτα ἐπιμεριζει
ἀλλα διαφορα τις . Εἰρηκως ὁ Πορφυριος περι των καθολικων κοινωνιων και διαφορων χωρει και ἐπι τας μερικας . και
9999981 ἀνταρκτικου
κδʹ : λοιπαι ιβʹ . αἱς προσθετεον τας ἀπο του ἀνταρκτικου μεχρι του θερινου παλιν μοιρας λʹ και τας ἀπο
κυκλου δια του κεντρου της σφαιρας ἑως του κεντρου του ἀνταρκτικου . παρειληπται δε , ἱνα εἰδωμεν , ὁτι περι
9999981 κατεσκευασμενων
δι ' ὀργανων των προς τουτο αὐτο ὑπο της οἰκειας κατεσκευασμενων φυσεως : ὁσα τε ἀναπνειν δια ῥινων πεφυκε των
ἀν και ἐλευθεριωτερους και γοργοτερους φαινεσθαι . οὑτω γε μην κατεσκευασμενων μορας μεν διειλεν ἑξ και ἱππεων και ὁπλιτων .
9999981 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999981 ἀναγκαιοτατην
μεν γαρ τηνδ ' , ὠ παι , την ὁδον ἀναγκαιοτατην ἡμιν εἰναι τρεπεσθαι . Ποιαν δη ; Τα δοκουντα
των ζῳων ἐστι : κριοι μεν εἰς ἐσθητας , την ἀναγκαιοτατην σκεπην σωματων , βοες δε εἰς το ἀροσαι γην
9999981 μυθεισθαι
και , ποθεν παρωνομασται μυθος : και φασιν ἀπο του μυθεισθαι , ὁ σημαινει το λεγειν , και ὁ ἀληθης
Ἀλλοις ἀλγεα τἀμα γελως πελει , οὐδε τι με χρη μυθεισθαι παντεσσιν : ἁλις εἰδυια και αὐτη . νυν δ
9999981 παρεχομενα
και βαρβαροις , προσετι δε και Ῥωμαιοις , μεγιστην ἀποδειξιν παρεχομενα ἀρετης και ἀνδριας των ἐπιφανεστατων ἀνδρων ἀρχη τε κατελυθη
ἐνιαυτου παραμενειν θαλλοντα και την ὁλην προσοψιν ἀνθηραν και ἐπιτερπη παρεχομενα . μυθολογουσι δε μετα της Κορης τας της ὁμοιας
9999981 μακρολογειν
των ἀλλων ἡλικιων φυλαττοι την νοσον . Και τι δει μακρολογειν ; νυν γαρ ὑμιν αἱρεσις ἠ μισουμενοις διατελειν ἠ
παρων ] ἱκανος οὐτε ὁ καιρος ? ] ἁρμοττων τῳ μακρολογειν ] , οὐτε ῥαιδι - ον ] ἑνα ὀντα
9999981 καταδικασθεις
μη μονον ἑαυτου καταμαρτυρειτω , ἀλλα και ὑπο του θεου καταδικασθεις αἰωνιαν και βεβαιοτατην ὑπομενετω δουλειαν κελευοντος το τε οὐς
μαλλον δε ἀκυρον ποιει γεγραμμενον . ἀλλ ' εἰ τις καταδικασθεις ὑπερ ὁτου δηποτε και ζημιαν τινα ὀφλων , λαθων
9999981 ἁμαρτανομεν
. τι οὐν ; ταχα ἐρει τις , τουτο μονον ἁμαρτανομεν , το φαυλως θεωρειν ; και περι τουτου μονου
ἡκει κρινας , το κοινως φοβερον ἁπαντας εὐ θεσθαι , ἁμαρτανομεν . ταχιστα δ ' ἀν ἀπαλλαγη αὐτου γενοιτο ,
9999981 κατασκευασθηναι
ἐτι δ ' εἰσηγειται και τριακοντα νεωσοικους κατα φυλην ἑκαστην κατασκευασθηναι ἐν τῳ Πειραιει , ὡς δυνασθαι την μιαν ναυν
του ἑπομενου την μοχθηραν ὑποθεσιν διελεγχοι , ἐπειδη μη δυναται κατασκευασθηναι το ἡγουμενον . εἰ τοινυν εἰσιν αἱ ἰδεαι ,
9999981 δικανικοις
και ὁλως , ὁπερ ἐφην , μυρια τουτου και ἐν δικανικοις και ἐν συμβουλευτικοις ἐστι παραδειγματα . Ἀλλ ' ἐννοιαι
δε πραγματικα , τα δε μικτα : ταυτα γαρ ἐν δικανικοις τε και συμβουλευτικοις εἰδεσι λογων εὑρισκονται : ἰστεον δε
9999981 ἐτυχομεν
του νοσηματος ; τι δε εἰ του πατρος αὐτου δεηθεντες ἐτυχομεν ὀλιγον προτερον χρονον , ἡνικα ἐν γειτονων την μαντικην
ἠ εὐεργετουντες τους Ἑλληνας ἡγεμονιας τε του ναυτικου και ἑλληνοταμιειας ἐτυχομεν . ἐτι δε ἐπει ὠμως ἀγαν δοξασα προστατευειν ἡ
9999981 μονομετρα
ἀνενευσεν . ΓΓ ἀνανευει ] ἀρνουμενος γαρ ἀνενευεν . ἰαμβικα μονομετρα βραχυκαταληκτα . ἀλλως : ἠλιθιως και ματαιως , ὡς
αʹ , βʹ , γʹ , δʹ , εʹ ἀναπαιστικα μονομετρα και διμετρα ἀκαταληκτα , το δε Ϛʹ ἀναπαιστικον διμετρον
9999981 ἀπελιπον
ἑν εἰδος εὐεργεσιας ἐπεδειξαντο , ἀλλ ' οὐδεν εἰδος εὐεργεσιας ἀπελιπον , δεξαμενοι μεν την φυγην και την πραξιν αὐτοις
Κεφαληνια . Ἐπανειμι δε παλιν ἐπι την ἠπειρον , ὁθεν ἀπελιπον . Μετα ταυτα πολις Ἀλυζια , και κατα ταυτην
9999981 ἀνακαθαιρειν
: αὑτη κολλαν τραυματα μεγαλα δυναται και τα ῥυπαρα ἑλκη ἀνακαθαιρειν και τα παχυτερα των ἑλκων ἰασθαι και προστελλειν κολπους
: διο και ὁϲα ταϲ μεγιϲταϲ ἐϲχαραϲ ἐχει μετα μελιτοϲ ἀνακαθαιρειν δυναται . ἐϲτι δε και πινομενη των καθαιροντων .
9999981 πεντασυλλαβον
ὁ δευτερος χοριαμβικος τριμετρος καταληκτικος , τον πρωτον ἐχων ποδα πεντασυλλαβον . το γʹ τροχαϊκον πενθημιμερες . ὁ Ϛʹ Ἰωνικος
το βʹ ὁμοιον διμετρον ἀκαταληκτον , τον δευτερον ἐχων ποδα πεντασυλλαβον . το τριτον περιοδος ἐξ ἰαμβικης και τροχαϊκης βασεως
9999981 Δημοσθενους
λεξιν , πασαν δε την Πλατωνος , πασαν δε την Δημοσθενους : ἀμηχανον γαρ εὑρειν τουτων ἑτερους ἐπεισοδιοις τε πλειοσι
Μαρσυας ἐν εʹ των περι Ἀλεξανδρου ἱστορει λεγων Μαργιτην ὑπο Δημοσθενους καλεισθαι τον Ἀλεξανδρον . ἐκαλουν δε τους ἀνοητους οὑτω
9999981 ἐντιμος
γινεται λιθουμενος ἐκ της μεταλλου τρεις ἐχων ὑποστασεις , ὡν ἐντιμος λιθος μεν εὐγνωστος πελει . παντες δε ἀγνοουντες αὐτον
ἡ παλαιοτατη των ἀρετων , ἡ τιμια , δικη , ἐντιμος δικαιοσυνη . Μετα : ἐν . ἐχει : εἰχεν
9999981 κατεχομενα
τουτων , ὡστε δεος μη ἀπελθοντων ὀπισω και τα νυν κατεχομενα οὐ βεβαια ὀντα ἐπαρθῃ προς ἀποστασιν προς των μηπω
σχηματα γε νομοθετειν . ἐστιν δε ἀμφοτεροις μεν ἀμφοτερα ἀναγκῃ κατεχομενα ἀποδιδοναι , τα δε των θηλειων αὐτῳ τῳ της
9999981 ἑνδεκατον
αὐτο τῃ αὐτου τελειοτητι και ἐνεργειᾳ . Ἐστι μεν τουτο ἑνδεκατον ἐν τῃ των προβληματων ἐκθεσει , δεκατον δε νυν
τε των του Αὐγεου βοσκηματων και τον της ὑδρας , ἑνδεκατον ἐπεταξεν ἀθλον παρ ' Ἑσπεριδων χρυσεα μηλα κομιζειν .
9999981 εὐωνυμον
το δεξιον ἐδραμον ὡς κωλυσοντες , ὁ δε ἐπι το εὐωνυμον σπουδῃ δραμων ἀσφαλως διηγαγε το στρατοπεδον . Παμμενης πολλην
δεξιον του πασχοντος ποδα , ὁμοιως δε και ἐπι τον εὐωνυμον . Ἐγκεφαλος δε λαγωου περιχριομενος εἰς τα οὐλα νηπιων
9999981 σπεισασθαι
ἠτοι χαλεπον και ἀσπονδον και ἀστοργον , παρα το μη σπεισασθαι φιλιαν προς ἀλληλους . * φερει κοτον : ἐπαγει
τον Ξενοφωντα ἐπεδεικνυεν ἁ λεγοιεν , και οὐκ ἀν ἐφη σπεισασθαι , εἰ Ξενοφων βουλοιτο τιμωρησασθαι αὐτους της ἐπιθεσεως .
9999981 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999981 δυναστεια
Ὁμου ἐτη καʹ και μηνας δʹ . . : Τριακοστη δυναστεια Σεβεννυτων βασιλεων τριων . αʹ Νεκτανεβης ἐτη ιηʹ .
Του δε κοσμου ἠν ἐτος ͵γφοʹ . . : Ἑβδομη δυναστεια Μεμφιτων βασιλεων οʹ , οἱ ἐβασιλευσαν ἡμερας οʹ .
9999981 λαμπροτατον
: σκοταιον μεν γαρ και δυομενον και νυκτιφορον ἀφροσυνη , λαμπροτατον δε και περιαυγεστατον και ἀνατελλον ὡς ἀληθως φρονησις .
ἡ ὀθονη και ἐξ οὐδενος των ἀποθνῃσκοντων γινεται και ἐτι λαμπροτατον και φωτοειδεστατον ἐχει μη ἀμελως καθαρθεισα χρωμα . δια
9999980 ἀποπλευσαι
κομιδῃ σφοδρα οὐσαν εὐδαιμονα και τοθ ' ὑστερον εἰς αὐτην ἀποπλευσαι . καταλεγει δ ' αὐτου και ἀδελφους δυο ,
τριηραρχος , οὐκ ἐχων δε χρηματα τοις ναυταις χορηγειν ἐσπευδεν ἀποπλευσαι , παρωξυνεν ἐτι μαλλον ὁ Θεμιστοκλης τους τριηριτας ἐπ
9999980 ἀπελθοντα
εἰ δεοιτο της Ῥωμαιων φιλιας και συμμαχιας , ἐξ Ἰταλιας ἀπελθοντα πρεσβευειν , παροντα δε μητε φιλον ἡγεισθαι μητε συμμαχον
' Εὐβουλου του Ἀταρνειτου τον ποιητην Περσινον ἀμελουμενον εἰς Μιτυληνην ἀπελθοντα θαυμαζοντι γραψαι διοτι τας Φωκαϊδας , ἁς ἐχων ἠλθεν
9999980 πεμπομενα
δε γλυφην ἐν τηι σφραγιδι Καρυατιδας ὀρχουμενας . τα δε πεμπομενα σιτια τωι Κλεαρχωι τους συνδεδεμενους στρατιωτας ἀφαιρεισθαι , και
προς δε τας δαπανας μετριως , ἀν μη παντα τα πεμπομενα καταναλισκηται : προς δε τας θεωριας λαμπρως , ἐαν
9999980 εὐδαιμονεστερος
, ἱνα , καθ ' ὁσον αὐτῳ δυναμις , εὐδαιμονων εὐδαιμονεστερος ᾐ . ὁ δε γενναιος τυραννος οὐ μακαριων εἰναι
λυποιτο λυπας ἀρα τοιουτου ὀντος του βιου , οὐκ ἐσται εὐδαιμονεστερος ὁ του κοσμιου ἠ του ἀκολαστου ; ὁ μεν
9999980 ἐπιφανεια
ἐχει δυο διαστασεις , μηκος και πλατος , ἡ δε ἐπιφανεια δυο ἐχουσα διαστασεις περατουται ὑπο της γραμμης , ἡτις
παν φθαρειη το ὀστουν , μονη δ ' ἡ ἐνδοθεν ἐπιφανεια , το μεν ἐκκοπτειν ἀνεπιτηδειον : οὐτε γαρ ὁλον
9999980 κομιζοντας
. Χρηματων αὐτῳ κομισθεντων ἀπ ' Ἀλεξανδρου , ἑστιασας τους κομιζοντας τον αὑτου τροπον ἀπαγγειλατε ἐφη Ἀλεξανδρῳ , ὁτι ἐστ
και καλλιστα πιστευσας και παντοθεν μαλλον ἠ Κεγχρεαθεν ἀναγομενῳ τους κομιζοντας ἐπιβησας σκαφει . ἐρρωσο . Τῳ μεν κηρυκι σευ
9999980 ἐναρμονιων
δαιμονιως μηχανωμενος κερασματα τινων μελων διατονικων τε και χρωματικων και ἐναρμονιων , δι ' ὡν ῥᾳδιως εἰς τα ἐναντια περιετρεπε
τεσσαρων ἠ των ὁμοιων . γενει δε τα διατονικα των ἐναρμονιων ἠ χρωματικων , ἠ τα χρωματικα ἠ ἐναρμονια των
9999980 γυναικειους
παιδων δ ' ἐζυγη ξυναγονει . και τρις γοναισι τους γυναικειους πονους ἐκαρτερησα : ἀρουραν οὐκ ἐμεμψατο του μη ἐξενεγκειν
τους στημονι ὁμοιους ὑπ ' ἰσχνοτητος . Φερεκρατης δε τους γυναικειους πλοκαμους πλοκαδας καλει . τας μεντοι συνεστραμμενας μετα ῥυπου
9999980 ἀναισθητου
χειρον . ἐνθεν ἡ λογικη της ἀλογου και πασης της ἀναισθητου φυσεως τιμιωτερα , ταυτης δε ὡς ἑνοειδεστερα μαλλον ἡ
ἐμανθανον . Μηδεποτε μηδεις Μεγαρεων γενοιτο σοφωτερος : ἐπι του ἀναισθητου . Χαριεντιζομενοι δε τουτο ἐλεγον . Μηδε μελι ,
9999980 ὑγροτητος
ἐπιτρεψειεν ἐκπεσειν τῳ μηρῳ κἀπειτα ἐμβληθειη , μενουσης μεν της ὑγροτητος , αὐθις ὡσαυτως ἐκπεσειται : ξηρανθεισης δε την κατα
την ἀρχην και καταμαραινον τῳ ὑπερισχυειν . οὐτε γαρ ἀνευ ὑγροτητος οὐδεν καυστον οὐτε ταυτης ἐνυπαρχουσης ἐαν μη ἐχῃ δυναμιν
9999980 ὑπακουστεον
προκατελαβον ἰασομενοι . . . . της τριμηνου ] προθεσμιας ὑπακουστεον . . δοξαν ] ἀντι του δοκησιν , ὑποληψιν
δε φιλτατοις : γραφεται και ἀμφω τεκνα : ἀνωρμησεν : ὑπακουστεον το ἐλεγομεν : οἱ Θηβαιοι : ἐν δε τοις
9999980 ἀπενειμεν
και ἡ ἀλλη πασα φωνης ὀργανοποιια . σχημα δ ' ἀπενειμεν ὁ τεχνιτης τετραγωνον τῳ λογειῳ πανυ καλως αἰνιττομενος ,
ἠ και κοινοτερον εἰπειν πασι τοις ἀλογοις την τοιαυτην ζωην ἀπενειμεν θεος , τοις δε αὐτον ἐν ἑαυτοις ἀγαλματοφορουσι τον
9999980 φθονεισθαι
κατεπειγεις και κακοδοξιᾳ περιβαλειν θελεις . ἐασον ὑπο των ὁμοτεχνων φθονεισθαι . ἐαν δε με ἀποκηρυξῃς παλιν , ἐγω μεν
οὐν αὐτον των μεν ἐπαινεισθαι , δια δε ταυτα μη φθονεισθαι . παντως και παρ ' ὑμιν οἱ πρεσβυτεροι τας
9999980 κινησεως
Ἠ οὑτος , ὁς κατα το προτερον και ὑστερον της κινησεως παραθεων ἐμετρησεν . Ἀλλ ' οὑτος ὁ κατα το
οὐδεμια βλαστησις γινεται , οὑτως , φησιν , ἀρχης της κινησεως ἀπολομενης , παντα οὐρανον και γενεσιν συμπεσουσαν στηναι και
9999980 ἀσθενεστερους
ὀντων , διοτι χωρις αἰτιας χρωμενοι πολλῃ κακιᾳ προπηλακιζουσι τους ἀσθενεστερους . ἠν δε και ἐν τοις εἰρημενοις γενεσιν ἡ
το δεξιον κερας ταξας των ἱππεων και των ἐλεφαντων τους ἀσθενεστερους ἀπεδειξεν ἡγεμονα των παντων Φιλιππον : τουτῳ δε διεκελευσατο
9999980 κατενεχθεις
ποιητικοις αἰτιοις ἐπισυμβαινει ἠ φυσει ἠ διανοιᾳ , φυσει μεν κατενεχθεις ὁ λιθος δια το βαρος ἐπαταξε , διανοιᾳ δε
συνεχεστερως συν μερει της πετρας ἀποκοπεντι προς την θαλασσαν αὐθις κατενεχθεις ἀπεπνιγη . μαθουσα δε ἡ Λοκρις ἁπασα το συμβαν
9999980 κου
Αὑτη ἡ νουσος προσπιπτει μαλιστα ἐν ἀλλοδημιῃ , και ἠν κου ἐρημην ὁδον βαδιζῃ και ὁ φοβος αὐτον λαβῃ ἐκ
ποικιλιᾳ της κρασεως , ποτε μεν συγκειμενον ἐκ διηγηματι - κου , ποτε δε ἐκ δραματικου , ποτε δε ἐκ
9999980 ἐλλειπειν
ΑΒ ἀναγραφομενου ὁμοιου τῳ ἐλλειμματι , ᾡ δε δει ὁμοιον ἐλλειπειν , το Δ : δει δη παρα την δοθεισαν
πλειον φερουσαι την διαφοραν , ἐπει δ ' ἡ μεν ἐλλειπειν ἐποιει την ἀποκαταστασιν , ἡ δε πλεοναζειν , κατα
9999980 κατηλθεν
και του καθαρου λογισμου ἀποστασα και του ψυχικου ἰδιωματος , κατηλθεν εἰς γενεσιν και πολλης της ἀλογιας και της ταραχης
. οὑτος γαρ εἰπεν ὡς ἡ του Πατροκλου ψυχη Ἀιδοσδε κατηλθεν ὁν ποτμον γοοωσα , λιπους ' ἀνδροτητα και ἡβην
9999980 δανεισας
ω , ὑπερχρεως , ἀξιοχρεως . χρηστης : και ὁ δανεισας και ὁ ὀφειλων . χρυσολαβες ξιφιδιον : το χρυσην
: σοι δ ' ὁ συμβεβληκως τουτο πεπονθεν , και δανεισας ταλαντον δυ ' ὠφληκεν συκοφαντηθεις . ἐγω δε τετταρακοντα
9999980 κατασκοπην
αἱ δη και μεχρι του στοματος του πορθμου διαπλεουσαι ἐς κατασκοπην παλιν ὑπεστρεφον , μηδεν μελλησας εὐθυς νυκτος ἀναχθεις ἀπο
ναυσιν εἰκοσιν , ἐκειθεν δ ' ἀνηχθη εὐθυ Γυθειου ἐπι κατασκοπην των τριηρων , ἁς ἐπυνθανετο Λακεδαιμονιους αὐτοθι παρασκευαζειν τριακοντα
9999980 Χαριδημον
μογις μετα τα μυστηρια δεκα ναυς ἀπεστειλατ ' ἐχοντα κενας Χαριδημον και πεντε ταλαντ ' ἀργυριου . ὡς γαρ ἠγγελθη
: ἑν μεν γαρ το ἀντιπιπτον το δοκειν εὐεργετην εἰναι Χαριδημον : ἐθηκεν δε αὐτο και ἐν τε προοιμιοις και
9999980 γραψαμενοι
το βουλευτηριον γνωμας ὑπερ αὐτων διηρωτησαν τους συνεδρους , και γραψαμενοι τα δοξαντα αὐτοις ἡκον αὐθις ἐπι την ἐκκλησιαν και
των ἡγεμονων δωδεκα : συνεδρευσαντες δε ἐν Μεμφει και συνθηκας γραψαμενοι περι της προς ἀλληλους ὁμονοιας και πιστεως ἀνεδειξαν ἑαυτους
9999980 μονομαχιαν
το σωμα και την ψυχην . Και Αἰαντα μετα την μονομαχιαν νωτοισι γεραιρεν ὁ Ἀγαμεμνων , και Νεστορι γεραιῳ ὀντι
μεν Θυμοιτης ἀνεδειλιασεν , Μελανθιος δε παροντων Ἀθηναιων ὑπεστη την μονομαχιαν και † συναντων εὐξατο , εἰ ἀπατησει τον Ξανθιον
9999980 ἐξεταστεον
σκεπτεον : νυν δε ὡς λεγοιτο ἀν κατα την εἰκονα ἐξεταστεον . Εἰ γαρ ἡ του παντος παρεχει αὑτην πασι
γαρ παντως το ἐργον ἀπαιτητεον , ἀλλα την γνωμην μονον ἐξεταστεον , και εἰ τοσαυτα ἐκτισουσιν ὁσα δυνανται : δυνανται
9999980 καταγελαστοι
μη ; το μεν πρωτον ὀξεως ἀποπηδωσιν , τελευτωντες δε καταγελαστοι γιγνονται , τα ὠτα ἐπι των ὠμων ἐχοντες και
των μεν ἀληθων λεγοντες οὐδε ἑν , μη και προς καταγελαστοι γενοιντο τοιαυτα και τοσαυτα παθοντες ὑπο ποιμενων , κατηγορουντες
9999980 παρηκεν
. “ ἐκπλαγεις δε ὁ στρατηγος εἰς το εὐαπολογητον αὐτου παρηκεν αὐτον . ὁ δε Αἰσωπος παραγενομενος εἰς το βαλανειον
παλαι γ ' ἀβελτερον . οὐδεμιαν ἡ γραυς ὁλως κυλικα παρηκεν ἀλλα πινει την κυκλωι . οὐπωποτ ' ἐζηλωσα πολυτελη
9999980 συνδεσμοις
ἐν ὀνομασι και ἀντωνυμιαις και ῥημασιν και ἐν ἐπιῤῥημασι και συνδεσμοις εὑρισκεται ἐγκλινομενα . και ἐν ὀνομασι μεν το τις
το πνευμα και συντιθεται μαλιστα και εὐτονον γινεται τοις συνεχεσι συνδεσμοις τοις συμπλεκτικοις , και πασχει δε γε κοσμουμενον ἀπ
9999980 δεκανων
κʹ , κβʹ , κϚʹ . Των δε τριων αὐτου δεκανων ὁ μεν πρωτος λεγεται Σωθις , ὁ βʹ Σιτων
τοις ἐμπροσθεν Γενικοις λογοις ὑπεσχου δηλωσαι περι των τριακοντα ἑξ δεκανων , νυν μοι δηλωσον περι αὐτων και της τουτων
9999980 κοπων
ὡροσκοπον ἠ την Σεληνην , ὠφελειαν ἐπαγει δια μοχθων και κοπων . ὁτε δε ὡροσκοπουσιν οἱ ἀγαθοποιοι ἐν τῃ ἐναλλαγῃ
σιτα μαλιστα τοιουτος ὁ ὑπνος , γινεται δε και ἐκ κοπων ἐνιων : ὁ μεν γαρ κοπος συντηκτικον , το
9999980 ἀσθενεστερας
Τρωες , οὐ μην ὁσονπερ οἰεται . γυναικας μεν ἀνδρων ἀσθενεστερας εἰναι φημι , εἰναι δε παρα την παιδευσιν των
και θερος ἐπι το ἐλαττον : μαλλον γαρ ἐλαττους και ἀσθενεστερας ἐπαινετεον . ἐαρ δε και μετοπωρον ἐπι το μαλλον
9999980 ἱερωτατον
δια τουτο γαρ κατα τον Πλατωνα ἐν τῃ κεφαλῃ το ἱερωτατον συνεστηκε νους . και το χρωμα δε καλον :
δωρεων ἀξιους τους το θειον ἐν ἑαυτοις νομισμα , τον ἱερωτατον νουν , αἰσχροις ἐπιτηδευμασι μη διαφθειροντας , ἰσως δε
9999980 ἀλλοιωτικης
ὑγρον και ὑδαρες γινεται το διαχωρημα δι ' ἀσθενειαν της ἀλλοιωτικης δυναμεως , μη ἰσχυουσης ἀλλοιωσαι και χυμωσαι και πεψαι
ἐν ὀξει νοσηματι γενηται , κακον : ἀσθενειαν γαρ δηλοι ἀλλοιωτικης δυναμεως . Θανασιμον δε και το περιτεινεσθαι τα βλεφαρα
9999980 ἀνανδρους
ἀστραβιζουσας χθονα , παρ ' Αἰθιοψιν ἀστυγειτονουμενας . και τας ἀνανδρους κρεοβορους [ δ ' ] Ἀμαζονας , εἰ τοξοτευχεις
κρειττοσι ; και ἰδιᾳ αὐ οἱ ἀνδρειον και δυνατοι τους ἀνανδρους και ἀδυνατους οὐκ οἰσθα ὁτι καταδουλωσαμενοι καρπουνται ; Ἀλλ
9999980 μισεισθαι
τους τἀληθη λεγοντας . Ἡ | και σφοδρα ἀξιος ἐστι μισεισθαι , ὁτι πονηρος ὠν και τα των χρηστων σημεια
μισθοδοσιαν τον Τισσαφερνην ἀρρωστοτερον γενο - μενον και ἐς το μισεισθαι ὑπ ' αὐτων προτερον ἐτι τουτων δια τον Ἀλκιβιαδην
9999980 διατηρησαι
προαγωνιζομενους των θρεμματων ἀχρι νικης ἠ θανατου παραμενειν ὑπερ του διατηρησαι τους ἀγελαρχας ἀζημιους . εἰτ ' οὐκ αἰσχρων ἐστιν
οὐν και δοθεν πιειν τοις εἰς τουτο ἐνεδρευθεισιν ἀπαθεις αὐτους διατηρησαι . ἐπιγνωσθηναι δε τουτο ὑστερον ἐξ ἀνακρισεως του το
9999980 παραλαμβανομενα
ὁρισμον αὐτου παραλαμβανονται , τα δε εἰς τον ὁρισμον τινος παραλαμβανομενα προτερα ὑπαρχουσι , πολλῳ ἀρα μαλλον τα μερη του
τον αὐτον ἀρα τροπον και τα μορια τα ἀντι τουτων παραλαμβανομενα ὑφεξει αἰτιαν της ὑποστολης των ἀρθρων . . προσωπων
9999980 ἀναγκαιοτατα
την δε ὡς δι ' ἐπιπεδου . ταυτι μεν τα ἀναγκαιοτατα και ἐξ ἀστρολογιας κυριωτατα προς την των Πλατωνικων ἀναγνωσιν
, τῳ ὀντι μοναδα βιον ἀναδεδεγμενον , προς μονον τα ἀναγκαιοτατα χρωμενον των γειτονων ἐνιοις . εὐκτικον μεν οὐν εἰναι
9999980 διορισμους
, ὡστε ἐπιθυμειν ὡν δει και ὁσα κατα τους ἀλλους διορισμους : οὑτω δε και ὁ λογος ταττεται . .
δευτερον διωρισμενης τομης ἐχει προβληματα τρια , ἐπιταγματα θʹ , διορισμους γʹ : ὡν εἰσιν ἐλαχιστοι μεν ὁ τε κατα
9999980 ἐλαττοι
: ὁσῳ γαρ μειζονα ἐστιν ἡμικυκλιων , τοσουτῳ την ὀρθην ἐλαττοι . ὁμοιως και τα ἐλαττω των ἡμικυκλιων την ὀρθην
, Καθως ἀγαθοι κρασιν ἐσχον ἀστερες : Βιον δ ' ἐλαττοι καταβιβαζων παλιν , Ἐξ ἰδιων δε πασαν ἐξοδον φερει
9999980 λευκοτητος
δια την ἐπι θερμοτητα ἐπιταθεισαν δυσκρασιαν παρειται τι και της λευκοτητος , καταβαφης τινος ἀπο της χολης ἐπιδοσεως συναναδιδομενης τε
και την του σωματος διαλαμπειν χροαν της ἐν τῃ περιβολῃ λευκοτητος την ἐν τοις μελεσιν αὐγην ἐξιεναι συγχωρουσης . ἐστη
9999980 ἐγχειρουντων
. Ἀνιπτοις χερσιν : ἐπι των βεβηλοις χερσι τοις ἱεροις ἐγχειρουντων . Ἀειδε τα Τελληνος : ἐπι των σκωπτικων :
ἐν Ἱμερᾳ συντεθεισης κατ ' ἐμου ἐπιβουλης δικαιοτερος ὠν των ἐγχειρουντων περιεγενομην . οὐ γαρ δηπου φαυλος ἀν κριτης των
9999980 Δημος
: Ἡ | προς το της Ἀγραιας διαβαινομεν . Και Δημος ἐν αʹ Ἀτθιδος : Τα μεν οὐν ἀνω τα
' , ὠ τυραννους στυγους ' , ὡσπερ εἰκος . Δημος τοι σε καλει γυναι - κων : ἐχουσα δε
9999980 Σαμιους
ὑποσημαινει . . . . ῥητορικη γραφη . Σαμοθρᾳκηφασι δε Σαμιους οἰκισαντας αὐτην το ὀνομα θεσθαι τουτο : και ἐστι
ἐς τα ναυτικα κυβερνητας πεμποντες και τους ἐν τῃ πολει Σαμιους ἐς ταραχην καθιστασαν και τους ἐξιοντας ἐδεχοντο : οὑτω
9999980 ποιησαντι
ἐς αὐτην τους φυγαδας ἐξ αὐτης . Και τοι ταυτα ποιησαντι τουτο μεν ἐστι ἑτοιμα παρ ' ἐμοι χρηματα μεγαλα
ἀσυμφορον πενησιν εἰναι και φονευσαντας ἀδικως φονευθηναι ἀδικως μεν τῳ ποιησαντι , αὐτῳ δε δικαιως τῳ παθοντι , και το
9999980 προσενεγκασθαι
κοιλιακην διαθεσιν ἁρμοττοντων ταγηνισας τε ἐπ ' ἀκαπνου πυρος δοιης προσενεγκασθαι , μεγαλως ὀνησεις τον ἀνθρωπον : χρησιμωτατον δ '
ἐν γυμνασιοις συνεχεσι και πονοις : οὐδενι γαρ αὐτων ἐξην προσενεγκασθαι τροφην , εἰ μη προτερον δραμοι σταδιους ἑκατον και
9999980 ἀναμαρτητους
. Των μεν δη τοιουτων παντων ἐν ἁπασι τας ἀκεσιας ἀναμαρτητους δει εἰναι , οὐχ ὡς ῥηϊδιας , ἀλλ '
εὐδιορθωτοισι δικαιως οὐκ ἀν ἐγχειρεοι τῃσι νουσοισιν , ἠ ἐγχειρευμενας ἀναμαρτητους ἀν παρεχοι , οἱ τε νυν λεγομενοι λογοι δηλουσιν
9999980 παρεισι
διοτι οἱ Ἑλληνες νενικηκοτες [ ἐν Πλαταιαις ] τους Περσας παρεισι νυν ἐλευθερωσοντες τας κατα την Ἀσιαν Ἑλληνιδας πολεις .
τινος , εἰποι τις ἀν , παρουσαι ; Ἠ οὐ παρεισι ; Καιτοι παντη φαμεν παρειναι και οὐδεν ἐρημον .
9999980 τραγικοις
ἐστι μαλλον κωμῳδιας ἐχομενα . πολλα δε τοιαυτα παρα τοις τραγικοις : ἐξιων ἐκ του οἰκου του Ἀδμητου προλογιζει ὁ
ἡ διασκευη : οὐκουν ἀκολουθως εἰρηται και κωμικοις ἁρμοζον και τραγικοις . βασευνται : βησονται . παλυνεται : μολυνεται ,
9999980 ἐνδεχομενης
ἐν τῳ πρωτῳ σχηματι αἰει ἐν τῃ ἐξ ὑπαρχουσης και ἐνδεχομενης μιξει τοιουτου γινομενου του συμπερασματος . εἰ δε ἡ
[ καταφατικης συλλογιστικη ἡ συζυγια ] οὐσης [ δε ] ἐνδεχομενης καταφατικης γινεται παλιν το πρωτον σχημα καθολου καταφατικην ἐνδεχομενην
9999980 ἀπελευθερος
, γε ? [ ἠ ταχ ' ὁποταν ἀπιηις [ ἀπελευθερος ὠν ολ ! [ ἀλλα μη παραπλακ [ ἐπιθ
ἐκ των ἀναγραφων εὑρησει ὡν ἀνεγραψεν Χρυσερως ὁ νομεγκλατωρ , ἀπελευθερος γενομενος Μ . Αὐρηλιου Οὐηρου , ὁς ἀπο κτισεως
9999980 αἰτιωτατον
ἐσεσθαι και του μη πολλα ἐξαμαρτανειν τους παραληψομενους την ἀρχην αἰτιωτατον , μη δια βιου τους αὐτους ἐαν ἀρχειν :
ἀναγκαιον , ἐπειδη τουτον ἀποφαινουσι Ῥωμαιοι της καταλυσεως των τυραννων αἰτιωτατον γενεσθαι , τις τ ' ἠν και ἀπο τινων
9999980 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999980 στρατευσαμενοι
; ἡμεις γουν οὐ πολυν χρονον διχα του ὑμετερου πληθους στρατευσαμενοι δικην ἐδομεν ὡς και ὑμεις ἐπιστασθε . ἐπι τουτῳ
τοις ἀνδρασιν , ἀλλα και τοις χωριοις πολεμιοις χρωμενοι : στρατευσαμενοι δε και εἰς Ἀσινην της Λακαινης ἐνικησαν τε την
9999980 ἐμφαινουσι
γε τους ἀνδρας ὁρωντα . ἀλλ ' οἱ λιθοι μαλλον ἐμφαινουσι την σεμνοτητα και το μεγεθος της Ἑλλαδος και τα
ἠ βαλλει τι βελος προς ἐκεινον ἠ βλεπει , ἁτινα ἐμφαινουσι κινησιν τινα , καλως λεγεται . Γιγνωσκομεν οὐν ,
9999980 ξηροτητος
τῳ Ἐρατυλλου ἀπεμωλυνθη : παρα ἀμφοτερων ἀνιδρωσιες , γλωσσης ὑπο ξηροτητος ψελλοι . Οἱ ὀρνιθιαι ἐπνευσαν πολλοι και ψυχροι :
ξηραινοντων βλαπτοιτο αὐχμηρον τε και ξηρον και δυσκινητον γενοιτο , ξηροτητος , ὡσπερ γε και εἰ βαρυνοιτο προς των ὑγραινοντων
9999980 συντιθεμεν
ἐπειτα ἐντυχωμεν τῳ αὐτῳ παλιν αἰσθητῳ , την προϋποκειμενην μνημην συντιθεμεν τῃ ἐκ δευτερου γενομενῃ αἰσθησει και ἐν ἑαυτοις λεγομεν
' ὁν το βαδιζειν ἀπο του καθημενου μεν διαιρουμεν , συντιθεμεν δε τῳ δυνασθαι , παραδειγμα τεθεικε το ὡς δυνατον
9999980 κινησις
δε οὐ γινεται , ἐπει ἐφ ' ἡμιν ἡ τουτων κινησις . ζητειται δ ' ὁτε μεν τα ὀργανα .
διακρινομενου του αἱματος ἐν τοις ἐναιμοις σῳζομενη των αἰσθηματων ἡ κινησις ἀφ ' ἑκαστης των αἰσθησεων ἐρρωμενα τε ποιει τα
9999980 ἀγριοτητος
ἐν αὐτῳ λογοι ἀλλα βουλησιν ἠ ἀλογον τινα ὁρμην ὑπο ἀγριοτητος ἠθους , ἐπιστησειεν ἀν τις . οὑτος δ '
ἀγωγον τε και ἐφολκον , ὡς εἰ τι μεν ἠν ἀγριοτητος , τουτο ἐκβαλειν , ἀπαυτομολησαι δε προς το ἡμερον
9999980 ἀπαγγελλοντων
, ὑπερ του μη γνωσιμαχουντων μηδ ' | ἀλλα ἀλλων ἀπαγγελλοντων στασιν ἐν τῳ πληθει γενεσθαι , χαλεπωτεραι δε μετα
της ἐλπιδος , ἀλλα των ἐπι κατασκοπην ἐκπεμφθεντων τοις Ἰνδοις ἀπαγγελλοντων το πληθος των παρα τοις πολεμιοις ἐλεφαντων , ἁπαντες
9999980 ἀκουστεον
και το ἀγραφον οὐν γραμματειον κατα ἀναλογιαν ἐπ ' αὐτου ἀκουστεον . οὐ γαρ ὡς μηδε ὁλως ἐχοντος τα εἰδη
νηυσι μελαινῃσιν πεσεεσθαι : ἡ διπλη ὁτι ἐπι των Τρωων ἀκουστεον , ἐμπεσειν ταις ναυσιν . . ἀλλα συν αὐτοισιν
9999980 κοχλιων
ποιει το διαφανεϲ κεκαυμενον μετ ' ὀξουϲ . Ἀλλο . κοχλιων ϲαρκαϲ μετ ' ὀξουϲ λεαναϲ χρω ἠ καυϲαϲ τουϲ
ὀμφακιον και σιδια και κηκις και ἡ τεφρα των ὀπτηθεντων κοχλιων . ἐπιτηδεια δε και γιγαρτα στεμφυλων και μυτρα και
9999980 παλλακιδας
ἐκεινον τον χρονον . ἐν δε τῳ αὐτῳ ἐτει και παλλακιδας ἠλευθερωσε δια το εἰς τον περι δουλων τοπον Δια
τεκνα και χρυσον και ἀργυρον και ἐσθητα και εὐνουχους και παλλακιδας και κυνας και τραπεζας και πλουτον πολυτελη και τρυφην

Back