, μαλιϲτα παλαιαν , μονην τε και μετα τηϲ προπολεωϲ μιξαϲ ἠ μετα ὀπου τιθυμαλλου . τοιϲ καταπλαϲμαϲι δε τοιϲ
τηϲ ἀντιδοτου και ὀποβαλϲαμου # β , μελιτοϲ κυαθον α μιξαϲ κατ ' ὀλιγον ἐγχριε . ϲμηχει δε και ὀδονταϲ
9999170 κολοκυνθιδοϲ
φλεγματοϲ και μελαγχολιαϲ και των λοιπων κοινον καθαρτηριον . Λαθυριδων κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ χαμελαιαϲ φυλλων ξηρων ϲκαμμωνιαϲ ἐπιθυμου πολυποδιου ἀνιϲου ἀνα
μελικρατῳ : και διαϲτηϲαντα παλιν κλυζειν τῳ δια κενταυριου και κολοκυνθιδοϲ : εἰτα την ἱεραν αὐθιϲ διδοναι και ἐφεξηϲ ἀποφλεγματιϲμοιϲ
9999137 εὐπρεπη
καταλιπῃ : οὐδε γαρ ἀλλως αὐτῳ την ἐπι Ῥωμην ὁδον εὐπρεπη και ἐνδοξον ἐσεσθαι , μη της πρωτης ἐν Ἰταλιᾳ
δε και τινες των ἀλλων συγγραφεων φασιν αὐτην ἑταιραν γεγονεναι εὐπρεπη , και δια το καλλος ἐρωτικως ἐχειν αὐτης τον
9999133 σαρξ
χολης , ᾑ ἀν τυχῃ ἁλισθεντα : ταυτῃ γαρ ἡ σαρξ σηπεται και ἑλκουται , και προσκατασηπει το ἐσελθον του
πληθος σαρκων , ὁταν ἀρξωμεθα αὐτο τηκειν , μειουται ἡ σαρξ , ἡ προτερον διατεινουσα το δερμα : ἐντευθεν χαλαρωτερον
9999127 σαρκι
προσαγορευεται , τα δ ' ἀνευ χιτωνος ἐν αὐτῃ τῃ σαρκι γινομενα τηρουντα την του γενους ὀνομασιαν ὁμωνυμως ἀποστηματα προσαγορευεται
, . . Ἐγω γαρ και μετα την ἀναστασιν ἐν σαρκι αὐτον οἰδα και πιστευω ὀντα . και ὁτε προς
9999100 Πελοπα
Τανταλιδων και ἀπ ' αὐτου καταγεσθαι Τανταλον , ἀπο Τανταλου Πελοπα , ἀπο Πελοπος Ἀτρεα , ἀπο Ἀτρεως Ἀγαμεμνονα ,
ἐστιν εἰκων χαλκη , ταινιαν τε ἐχουσα και ἀναδειν τον Πελοπα μελλουσα ἐπι τῃ νικῃ . το δε ἑτερον του
9999090 Θετταλιᾳ
Ἡρακλει κεκμηκοτι . ταυτην ἐπειραθη καταδραμειν ὁ Φιλιππος ὠν ἐν Θετταλιᾳ , μαθοντες δε Ἀθηναιοι και περιπλευσαντες τον τοπον ἀπεωσαντο
κυων ἐς την ἀγοραν παραβαλῃ , ἀναιρουσιν αὐτον . ἐν Θετταλιᾳ δε ὁ μελλων γαμειν θυων τα γαμοδαισια ἱππον ἐσαγει
9999083 Συρῳ
ταφηναι λεγουσιν : ὑστερον δε και μνημα αὐτοθι ἀνδρι ᾠκοδομηθη Συρῳ . τοτε δε Δημητριος τειχισας εἰχε : χρονῳ δε
, και ὑπερφρονει του κακου : ὡς Φερεκυδης ὑπερεφρονει ἐν Συρῳ κειμενος , των μεν σαρκων αὐτῳ φθειρομενων , της
9999069 Τυρρηνικῳ
. . . κερκουρος : εἰδος τι νεως : Δειναρχος Τυρρηνικῳ ⌈ ⌉ . . . . Λιπαρα : Δειναρχος
περιτρεπομενων διαστρεφεται τα κωλα . συμφερει δε ποτε και κηρῳ Τυρρηνικῳ τακεντι συν ἐλαιῳ προ της σπαργανωσεως ἀλειφειν τα σωματα
9999067 ξυνεβη
και οὐχι ἐς ναυμαχιαν μαλλον ἠ ἐπι στρατειαν ἐπλεομεν : ξυνεβη δε και τα ἀπο της τυχης οὐκ ὀλιγα ἐναντιωθηναι
και διεφθειραν τας πασας ἐς διακοσιας . χρονῳ δε ὑστερον ξυνεβη Θασιους αὐτων ἀποστηναι , διενεχθεντας περι των ἐν τῃ
9999054 ὑγραϲ
ἀϲτραγαλων ἐλαφειων κεκαυμενων ⋖ δ ἀψινθιου χυλου ⋖ δ τερεβινθινηϲ ὑγραϲ ⋖ δ : τα ξηρα λειωϲαϲ ϲηϲαϲ λειου παλιν
δε ἐϲτι περι δυναμεωϲ τροφων εἰπειν . ὁτι μεν οὐν ὑγραϲ και ψυχραϲ εἰναι προϲηκει τροφαϲ ταϲ μελλουϲαϲ ὀνηϲειν τουϲ
9999044 πινῃ
την ἀνθρωπον , και διψα μιν λαμβανῃ καρτερη , και πινῃ , και μη ἀπεμεῃ : το μεν γαρ ἐς
μελικρητῳ κυαθοιϲ τριϲι ἐϲ ἡμεραϲ πλευναϲ : ἠν δε μη πινῃ τοδε , † ἐκτευξιν ξυμφορηϲ ξυν ἐλαιῳ , ἐνθα
9999041 σκορπιῳ
το πλατος αὐτης κατα τον δια μεσων ἐν χηλαις και σκορπιῳ και κριῳ και ταυρῳ , ὡς οἱ περι τον
φθινοπωρον ἐνυδρον εἰναι . Ὁτε δε ἐν οἰκῳ Ἀρεως τῳ σκορπιῳ γενηται ὁ Ζευς , ὁ χειμων ἀρχομενος ἐσται μετα
9999029 Χρυσηιδα
. ὁ Ἰλιακος δι ' Ἑλενην , ὁ λοιμος δια Χρυσηιδα , Ἀχιλλεως μηνις δια Βρισηιδα , και ὁ ἱερος
: ὁ Ἰλιακος δι ' Ἑλενην , ὁ λοιμος δια Χρυσηιδα , Ἀχιλλεως μηνις δια Βρισηιδα , και ὁ ἱερος
9999018 νῳ
χρη νοησαι μοναδα κινουμενην ; οὐτε γαρ αἰσθησει τουτο οὐτε νῳ ληπτον . και ὑπο τινος ; και γαρ οὐδε
ἀν ὠκνησα δια το σαφεστερον . συ δε παραπεμπε τῳ νῳ τας θεωριας τῳ ῥητορικῳ σου κοσμων λογῳ την τεχνην
9999018 χλωρῳ
ὀξει συναρτυεται ἠ μετ ' ὀξους και προτροπου συν ἡδυοσμῳ χλωρῳ . καλλιστα δε τα ἐν Σμυρνῃ της Ἀσιας :
ποιειν δυναμενων , ὡς τῳ δια δαφνιδων , ἠ τῳ χλωρῳ , και τοις παραπλησιοις , και μαλιστα τοις προγεγραμμενοις
9999014 Αἰσχυλῳ
γυμνος ἀληλιμμενος τοις παιανιζουσι των ἐπινικιων ἐξηρχε . Παρ ' Αἰσχυλῳ δε την τραγῳδιαν ἐμαθε . και πολλα ἐκαινουργησεν ἐν
ἐπιφυσεις παραγωγως κοτυληδονες . και τα κυμβαλα δε παρ ' Αἰσχυλῳ κοτυλαι : χαλκοδετοις κοτυλαις ὀτοβει . Μαρσυας δε το
9999010 χονδροϲ
ὁ ϲεμιδαλιτηϲ και τριτοϲ ὁ ϲυγκομιϲτοϲ . πυροι ἐφθοι ϲεμιδαλιϲ χονδροϲ . κυαμοι ϲαρκουϲι την ἑξιν οὐκ ἐϲφιγμενῃ και πυκνῃ
γλιϲχρον χυμον . ἐϲτι δε και ἡ ϲεμιδαλιϲ και ὁ χονδροϲ ἱκανωϲ γλιϲχρα . τενοντεϲ και ἀπονευρωϲειϲ και τα περι
9999005 γλυκεοϲ
μετα γυναικειου γαλακτοϲ ἠ του λευκου του ᾠου ἠ οἰνου γλυκεοϲ : χλιαρον ἐνϲταζε . και ὁ κροκωδηϲ δε τροχιϲκοϲ
και διαχωρητικωτερον γιγνεται : μιϲγειν δε και ϲιραιου και οἰνου γλυκεοϲ : εὐϲτομαχωτερον γαρ τουτο : διαχωρητικωτερον δε και το
9999004 θριδαξ
ἀγαγειν ἐστιν . οἱ στυφοντες φοινικες ψυχρον ἐχουσι χυμον : θριδαξ , ἰντυβοι μετριωτερον , ἀνδραχνη , μηκωνος σπερμα :
ἐστιν : ἐν μεσῳ δ ' εὐχυμων τε και κακοχυμων θριδαξ ἐστι και ἰντυβοι , και μετα ταυτα μαλαχη ,
9998999 λιθουϲ
ἡϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ϲυν οἰνῳ οὐρα τε ἀγει και λιθουϲ θρυπτει ἐϲχαραϲ τε ῥηϲϲει και ὀδονταϲ πραϋνει . Ἀπαρινη
εἰϲι δε και λεπτομερειϲ , ὡϲτε και τουϲ ἐν νεφροιϲ λιθουϲ θρυπτειν και πυριαιϲ ὑϲτερων ἁρμοττειν . Ἀρτοϲ καταπλαϲϲομενοϲ διαφορητικωτεροϲ
9998999 ιεʹ
ἀγονοι οἱ ἀνδρες ιδʹ . Δια τι αἱ ἡμιονοι στειραι ιεʹ . Εἰ το ἐμβρυον ζῳον ιϚʹ . Πως τρεφεται
ιδʹ . [ ιεʹ . ] Νοεμβριος : Ἀθυρ . ιεʹ . [ ιϚʹ . ] Δεκεμβριος : Χυακ .
9998992 ᾐσχυνθη
' , εἰ μηδενα των ἀλλων , την αὑτου μητερα ᾐσχυνθη τοις ἀπ ' ἐκεινης οἰκειοις της ἐσχατης ἐνδειας αἰτιος
. Ὁ δε οὐδεν δι ' αὐτο ἐδεισεν , οὐδε ᾐσχυνθη τοις πεπραγμενοις , ἀλλα μυθους ἐπεβαλλετο λεγειν μακρους ,
9998983 Κυπρι
τῳ σῳ βουλομαι κολπῳ πληκτιζεσθαι μετα της σης πυγης . Κυπρι , τι μ ' ἐκμαινεις ἐπι ταυτῃ ; μεθες
. Γλυκυ Θησεως το τεκνον βαλε και λογοις με , Κυπρι , ἱνα παν μελος συνᾳδῃ , ἀκοη , φρενες
9998979 λινῳ
μυουρα δε κατα το σχημα , και κροκυδι περιελισσειν ἠ λινῳ ἐπιμηκει , ὁπως μετα το αὐταρκη μειναι χρονον ἐπισπασθῃ
ἐπειτα πεισεται ἁσσα οἱ Αἰσα Κατακλωθες τε βαρειαι γεινομενῳ νησαντο λινῳ , ὁτε μιν τεκε μητηρ . και τας ἐν
9998978 κυαθοϲ
ἠροϲ και του φθινοπωρου . ποτηματα δε τουτοιϲ ἁρμοζει ὀξουϲ κυαθοϲ α μετα κεδριαϲ κυαθου α και χυλου κραμβηϲ ὠμηϲ
δε οὐδεμιαν ἐπιφανη κεκτηται : ὁ δε χυλοϲ αὐτηϲ ὁϲον κυαθοϲ μετα ζυθου πινομενοϲ την πλατειαν ἑλμινθα ἀπαραβατωϲ ἐκτιναϲϲει .
9998976 χοληϲ
δια το πληθοϲ ϲφηνωθεντοϲ την ἰδιωϲ προϲαγορευομενην γινεϲθαι φλεγμονην , χοληϲ δε ξανθηϲ κατα τι μοριον ἱϲταμενηϲ ἑρπητα , αἱματοϲ
ἑνωϲαϲ χρω : ἡ δοϲιϲ κοχλιαριον α . Καθαρτικον μελαινηϲ χοληϲ . Ὀριβαϲιου . Ὑδατοϲ # ε Γ μελιτοϲ #
9998963 βελοϲ
ἀνοητοι [ ] : πεπλαϲται ? [ παρ ' Ἀριϲτοφανει βελοϲ ] ! [ ! ] ! ! , Ἀριϲτοφανηϲ
ἀφουλωθεντων μετα χρονον ϲυχνον ἀποϲταντοϲ του τοπου και ῥαγεντοϲ το βελοϲ ἐξεπηδηϲεν . Ἀκολουθον ἀν εἰη μετα την των κατα
9998959 μυρϲινηϲ
περιπλαϲϲομενη τῳ ὀδοντι ἀνωδυνιαν ἐμποιει . ῥευματιζομενων δε των ὀδοντων μυρϲινηϲ και ϲχινου και κηκιδοϲ ἀποζεμα διακλυζεϲθω ἠ ῥου Ϲυριακου
. ἀντι ὀπου Κυρηναϊκου ὀποϲ Ϲυριακοϲ . ἀντι ὀποκαρπαϲου ὀποϲ μυρϲινηϲ . ἀντι ὀπου ϲυκηϲ ὀποϲ μορεαϲ . ἀντι ὀπου
9998956 φυϲιοϲ
ξυναπηλαθη παντα τηϲ νουϲου τα ἰχνια . δυναμιϲ μεν γαρ φυϲιοϲ ὑγειαν τικτει , ἀϲθενεια δε νουϲον . ἀπιτω ὠν
πεψιν ἠ ἐϲ ἀναδοϲιν αἱματοϲ γεννα : ἠδε παν ἐργον φυϲιοϲ , ἐφ ' οἱϲι εὐπνοια , εὐτονιη , εὐχροιη
9998953 ἐτρεψε
ἀνηρ ἀγαθος γινεται ἐν πολεμωι . αἰψα δε δυσμενεων ἀνδρων ἐτρεψε φαλαγγας τρηχειας : σπουδηι δ ' ἐσχεθε κυμα μαχης
εἰπειν φοβεισθαι και ἀποτρεπεσθαι , ὁ δε ἀλλως την συνταξιν ἐτρεψε , φοβουμαι και ἀποτρεπομαι εἰπων . θ κἀποτρεπομαι ]
9998953 ξανθηϲ
τα μεν οὐν αἱματωδη πτυϲματα μετρια , τα δε τηϲ ξανθηϲ ἠ μελαινηϲ χοληϲ χαλεπα . προϲεπιϲκεπτεϲθαι δε δει και
τα ἀηδη και θυμικα : ὑπεροπτωμενηϲ δε ἐπι πλεον τηϲ ξανθηϲ χοληϲ και παχυνομενηϲ και οἱον προϲπλαττομενηϲ αὐτῳ τῳ ϲωματι
9998951 ὁμιχλη
τον πολεμον ἀσχολουμενος μη περιεργαζηται τα σα πανουργηματα . ΓΘ ὁμιχλη κυριως ἐπι του τεθολωμενου και μη διαφανους ἀερος τασσεται
ἀχλυωδες και σκοτεινον . και ὡσπερ ἡλιου μη φαινοντος ἐπικειται ὁμιχλη , ἁμα δε τῳ φανσαι τουτον διασκεδαζει , οὑτω
9998951 Ὀλυμπιαδι
Μηδαν γημας την του Θρᾳκων βασιλεως ἐπεισηγαγε και ταυτην τῃ Ὀλυμπιαδι , ἐπι πασαις δε Κλεοπατραν την Ἀτταλου ἀδελφιδην ἐπεισαγων
, το πελαγος . Διονυσιος : ὁς προτερον ἐπι τῃ Ὀλυμπιαδι πολιν ἐκτισεν Ἀδριαν ἐν τῳ Ἰωνικῳ κολπῳ , ἀφ
9998950 ζιγγιβερεωϲ
κεκαθαρμενηϲ # δ μελιτοϲ ἀπηφριϲμενου # ε πεπερεωϲ ⋖ β ζιγγιβερεωϲ ⋖ β ϲκαμμωνιαϲ ⋖ Ϛ , ἑκαϲτον ἰδιᾳ λειοτατον
φηϲι , “ ϲκευαζε καταποτια οὑτωϲ : ναρδοϲταχυοϲ ⋖ β ζιγγιβερεωϲ ⋖ β ϲπερματοϲ ἐλελιϲφακου πεφρυγμενου κεκομμενου και ϲεϲειϲμενου ⋖
9998950 Πυθιαδα
ἐγραψεν . ἀλλως : γραφεται Τελεσικρατει Κυρηναιῳ νικησαντι την κηʹ Πυθιαδα ὁπλιτῃ , τῃ δε λʹ σταδιον : παρο δη
: ἡ γαρ προ ταυτης ᾠδη Ἀρκεσιλαῳ γεγραπται νικησαντι λαʹ Πυθιαδα . . Ἀκουσατ ' : ἠ γαρ ἑλικωπιδος Ἀφροδιτας
9998936 Μινῳ
ταις ναυσιν ἐς Τροιαν ἀναχθηναι και τουτου προτερον Θησεα δωσοντα Μινῳ δικας της Ἀνδρογεω τελευτης . Θεμιστοκλης δε ὡς ἠρξετοις
καταφιλειν . ἐκεινοι μεν οὐν ἠνιωντο ἀκουοντες . Τῳ δε Μινῳ μια τις και προς χαριν ἐδικασθη : τον γαρ
9998934 Βοιωτιᾳ
. . . : Κτιζει δε και πολιν ἐν τῃ Βοιωτιᾳ μεγαλην , ἡντινα ἐκαλουν εἰς ἰδιον ὀνομα Καδμειαν .
: αἱ ἑπταπυλοι , ἁς ὁ Καδμος ἐκτισεν , ἐν Βοιωτιᾳ : αἱ ἑκατονταπυλοι ἐν Αἰγυπτῳ : και αἱ Ὑποπλακιοι
9998934 φθορᾳ
δ ' ἐξ ὑποθεσεως και τοις ἐν γενεσει τε και φθορᾳ πασι . διο και ἐπ ' ἐκεινων μεν ἀντιστρεφει
ὀντα . Ἰστεον ὁτι πασα οὐσια των ἐν γενεσει και φθορᾳ δια γενεσεως ἐρχεται ἐκ του μη ὀντος εἰς το
9998932 λιμῳ
εἰ δ ' ὀλοη : εἰ τι των ὀρνεων ὑπερβαλλουσῃ λιμῳ κατεχομενον προσελθῃ τῳ σωματι , αὐτοθεν ἀπολλυται . το
, εἰτα θερους ὡρᾳ θερμοτατῳ ἡλιῳ ἐν κτηνει καθεψεισθαι και λιμῳ ἀει κτεινοντι ἀποθνῃσκειν και μηδε αὑτην ἀποπνιξαι ἐχειν :
9998931 Σκυρῳ
τῃ ἀρᾳ τῃ ἐς τον υἱον ἀποθανειν ὑπο Λυκομηδους ἐν Σκυρῳ , Θησει δε ξενον ὀντα τον Πηλεα και κοινωνον
γινωσκειν , εἰτε τις Ἀχιλλει ποτε Βρισηις ἠρεσεν εἰτε ἐν Σκυρῳ τις ἐδοξεν εἰναι καλη , ἀλλα δουναι προς γαμον
9998930 σπλαγχν
ἠνεμωμενη πτεροις . σκυμνος δε πατρος κηρα μαστευων φονου εἰς σπλαγχν ' ἐχιδνης αὐτοχειρ βαψει ξιφος , κακον μιασμ '
συμπλεουσιν ὁποσον ἐπιβαλλει μερος τιθεις , τα θ ' αὑτου σπλαγχν ' ἑκαστος ἐσθιει . ἀλλ ' ἑτερος εἰσπεπλευκεν ἐκ
9998925 ζωνῃ
ἐπιφερει : μεν νωθης και ἀναστερος οἱα σεληνῃ σκεψασθαι , ζωνῃ δ ' ἀν ὁμως ἐπιτεκμηραιο Ἀνδρομεδης : ὀλιγον γαρ
χαροποι : ταις δε πραξεσι σωφρονες , ἀξιαν ἐχοντες ἐν ζωνῃ , εὐπαιδευτοι , γραμματικοι , ἰατροι , πραγματευται ,
9998924 Εὐριπιδῃ
τις συγγενειος ὁ τα της συγγενειας δικαια ἐφορων παρ ' Εὐριπιδῃ . διακριτεον δ ' αὐτους τῳ τους μεν ἀπο
? [ ] ? [ ] [ παρ ] ' Εὐριπιδῃ Νεοπτολεμο ] ? [ ] Φιλοκτη ? [ Ὀδυσσευς
9998910 χερσῳ
γαρ ἀνθρωποις ᾑ ἀνθρωποις και χερσαιοις οὐσι ζῳοις το ἐν χερσῳ διαγειν , ἰχθυσι δε ὑδρηλοις οὐσι το διατριβειν ἐν
' ἀρουραις , και τας ἐργασιας της μοσχειας κομιζεται τῃ χερσῳ παραπλησιως : την τε ἀροσιμον ὑπερ κεφαλης εἰναι των
9998910 ζῳα
ποτε δε τελειας οἰηθειη , εἰ μεν διεσπασμενας , πολλα ζῳα το ἑν ποιησει και παντελως ἀποστησει την κρειττονα οὐσιαν
μερη του θεου . ὑπο τινος οὐν ζωοποιειται τα παντα ζῳα ; ὑπο τινος ἀθανατιζεται τα ἀθανατα ; ὑπο τινος
9998908 γλυκυϲ
ἐριου αὐτῳ βρεχομενων και ἐπιτιθεμενων : ἀπυρετων δε ὀντων και γλυκυϲ ϲυμμετροϲ παραπλεκεϲθω τῳ πολλῳ ἐλαιῳ και ἐριοιϲ οἰϲυπηροιϲ ἀναλαμβανεϲθω
δε πινομενη και ζωμοϲ ἁλμυροϲ ἐκ τε ὀρνιθοϲ και χηνοϲ γλυκυϲ τε ϲυν κονιᾳ λαμβανομενοϲ . Και το ψυλλιον δε
9998907 Κολχιδα
γενεσθαι . Καταπλωσαντας γαρ μακρῃ νηϊ ἐς Αἰαν τε την Κολχιδα και ἐπι Φασιν ποταμον , ἐνθευτεν , διαπρηξαμενους και
Θεσπιου παιδας και αὐτον τον στελλομενον τον πλουν ἐπι την Κολχιδα . 〚 την δε ναυν Ἀργω προσαγορευθηναι κατα μεν
9998903 Ἀσκληπιῳ
και νησον οὐκ ὀλιγην ἐργαζεται . τουτο το χωριον τεμενος Ἀσκληπιῳ παιδες Ῥωμαιων ἀνεθεσαν . . . Ἀσκληπιος μετα το
τριχας ἐκφυσαι . Ἐδοξε τις λεγειν αὐτῳ τινα θυσον τῳ Ἀσκληπιῳ . τῃ ὑστεραιᾳ μεγαλῃ συμφορᾳ ἐχρησατο : κατηνεχθη γαρ
9998897 σχολῃ
την στρατιαν βαρειαν οὐσαν ἠδη τῳ πληθει των ὠφελειων και σχολῃ πορευομενην . Οἱ δε Οὐολουσκοι το μεγεθος της κομιζο
. ὁστις οὐν περι των γνωριζομενων τοπων τοσαυτα ἐψευσται , σχολῃ γ ' ἀν περι των ἀγνοουμενων παρα πασιν ἀληθευειν
9998888 κηρυκι
! ! ! ! ! ! ! ! ] α κηρυκι [ ! ! ] ! ! ? [ !
κηρυκι των θεων και ὑπηρετῃ : ἠ ἡ γλωττα τῳ κηρυκι τουτων των ἀγγελιων , τουτεστι σοι τεμνεται : ἀντι
9998888 Αἰγα
την ἀρχην , ἐν τοις ἀστροις αὐτον ἐθηκε και την Αἰγα την μητερα . δια δε τον κοχλον ἐν τηι
μεν τε λογος Διι μαζον ἐπισχειν : Ὠλενιην δε μιν Αἰγα Διος καλεους ' ὑποφηται . Ἀλλ ' ἡ μεν
9998887 πηδαλιῳ
πρεσβυτῃ γυνη . ὡσπερ γαρ ἀκατος οὐδε μικρον πειθεται ἑνι πηδαλιῳ , το πεισμ ' ἀπορρηξασα δε ἐκ νυκτος ἑτερον
λεχθησεται : το γαρ πηδαλιον πηδαλιωτου πηδαλιον και το πηδαλιωτον πηδαλιῳ πηδαλιωτον , και ἡ κεφαλη κεφαλωτου κεφαλη και το
9998882 ξυλῳ
διαφυγοιεν θηραν , ἡς τοιοσδε τις ὁ τροπος ἐστι : ξυλῳ παχει και κατα πηχυν ἑνα βραχει μολυβδον οἱ ἁλιεις
τα ἐπι των γενειων ἐξανθηματα . ] Σιδηρον πεπυρακτωμενον ἐπιβαλε ξυλῳ καλουμενῳ παλιουρῳ , και το ἐπιγιγνομενον ὑγρον λαβων καταχριε
9998881 μυρϲινῳ
μετα δε το λουτρον ἀπομαξαμενοϲ ἐπαλειφεϲθω ϲχινινῳ ἠ οἰνανθινῳ ἠ μυρϲινῳ και οἰνῳ βραχει μετα ϲτυπτηριαϲ ἠ ἀμμωνιακου εἰϲ γλοιου
μυρτων ϲιδιων χαλκανθου λιθαργυρου ἰϲα , λεαναϲ ϲυν οἰνῳ και μυρϲινῳ χρω . Ἐμπλαϲτροϲ προϲ ἀχωραϲ : θεραπευει τουϲ χρονιωτατουϲ
9998878 ἠελιῳ
δε γογγυλιδος ῥιζας και ἀκαρφεα φλοιον ἠκα καθηραμενος λεπτουργεας , ἠελιῳ δε αὐηνας ἐπι τυτθον ὁτ ' ἐν ζεστῳ ἀποβαπτων
. το δε μυριον ἐκ Διος ὑδωρ ληξεν ἁμ ' ἠελιῳ : ταχα δ ' ἐγγυθεν ἀντεβολησαν ἀλληλοις . Ἀργος
9998876 ἑβδομῳ
' ὁτι ὁ Ἀριστοτελης την ἀλλοιωσιν γενεσθαι λεγει ἐν τῳ ἑβδομῳ της Φυσικης ἀκροασεως οὐκ ἀπο πασης ποιοτητος ἀλλα μονον
αὑτων σοφιας και προθυμως ἐπαιδευον προσκειμενον πανυ τῳ μανθανειν . ἑβδομῳ δε ἐτει νοσων ὁ βασιλευς , ὁτε δη και
9998875 Αἰακιδαο
. ” Ὡς ἐφατ ' : ᾐνησαν δε νεοι ἐπος Αἰακιδαο . ῥιμφα δε νη ' ἐπιβαντες ἐπερρωοντ ' ἐλατῃσιν
κακος δε τις ἠπαφε δαιμων : ἑρκος γαρ πολεμοιο δεδουποτος Αἰακιδαο μουνον ἐτ ' ἠν Αἰαντος ἐυ σθενος . Ἀλλ
9998875 Κοραξ
Ἀνδρομεδας δεξιον μερος , δυνει δε ὁλος Κενταυρος Ὑδρος [ Κοραξ ] Κρατηρ . παρειται Κοραξ . Κριου ἀνατελλοντος ἀνατελλει
Ὀφις , Ὑδρος , ἐφ ' ὡι κατηστερισται Κρατηρ , Κοραξ Προκυων Ἀετος Δελφις Ὠριων Ὀιστος Δελτωτον Ἀνδρομεδα Λαγωος Κητος
9998872 φαρυγγι
διετελει : προ τριων ἡμερων της τελευτης , ῥεγχωδης ἐν φαρυγγι , και παλιν ἐπανιετο , ἐτελευτησεν . Ἡγησιπολιος παιδιον
προϊῃ ὁ πλευμων , ἀλλα πληρης ἐων ζεῃ ἐν τῃ φαρυγγι . Κορυζας δε και πταρμους ἐπι πασι τοισι περι
9998864 ιβʹ
προς Ϛʹ ἐκ του ἡμιολιου θʹ προς Ϛʹ και ἐπιτριτου ιβʹ προς θʹ και παλιν ἡμιολιου ιβʹ προς ηʹ και
ιδ μ , τας δε τοσαυτας μοιρας και ἐτι το ιβʹ αὐτων ἡ σεληνη κινειται μεσως ἐν ἡμερᾳ μιᾳ και
9998863 Ἀστυαναξ
οὐ κε δυ ' ἀνερες ἀθλητηρες , οἱοι ἀρ ' Ἀστυαναξ τε και Ἀντηνωρ ἐγενοντο , ῥηιδιως ἐπ ' ἀμαξαν
το ” στυομαι τριεμβολον ” , ἀλλα μαλλον το „ Ἀστυαναξ γεγονα . „ ἡ δε εἰρημενη οὐρα και ἀπομυζουριν
9998860 Κυρῳ
τα θηρια και φιλονικουντας και διωκοντας και ἀκοντιζοντας . και Κυρῳ ἡδετο οὐ δυναμενῳ σιγαν ὑπο της ἡδονης , ἀλλ
. ἀλλους δε τινας ἐφασαν λεγειν ὑπομαλακιζομενους , ὡς και Κυρῳ πιστοι ἐγενοντο και βασιλει ἀν πολλου ἀξιοι γενοιντο ,
9998857 ϲερεωϲ
# β , ῥοδινου # δ : την λιθαργυρον λειωϲαϲ ϲερεωϲ χυλῳ τοιϲ τηκτοιϲ ἐνεβαλον . τροφαϲ εὐδιοικητουϲ δοτεον εὐχυμουϲ
μετ ' ἀλφιτων και τριβολου χλωρου χυλοϲ και πολυγονου και ϲερεωϲ και θριδακινηϲ ϲυν τοιϲ ἀλφιτοιϲ και αὐτα δε τα
9998854 σποδῳ
. δουλειαν ] δουλικην . δουλειαν ] δουλην . ψαφαρᾳ σποδῳ ] λεπτῃ κονει . ψαφαρᾳ σποδῳ ] γῃ ,
και δυσχερως , ἀλλ ' ἀληθως και ἀναμφιβολως εἰσι τῃ σποδῳ κεκονιαμενοι , κατακεχωσμενοι , ἀνῃρημενοι . οὐδ ' ἀμφιλεκτως
9998853 γλωσσηι
δομοισιν εἰ . λεγε και σημαιν ' , ἱνα και γλωσσηι συντονα τοις σοις γραμμασιν αὐδω . πεμπω σοι προς
, οὑς ναυς μη μια παντας ἀγοι , οἱσιν ἐπι γλωσσηι τε και ὀφθαλμοισιν ἐπεστιν αἰδως , οὐδ ' αἰσχρον
9998851 κρηνῃ
ἐτυμολογουσιν ὁμοιως : οἱ μεν γαρ ἀπο Πισης ὁμωνυμου τῃ κρηνῃ πολεως , την δε κρηνην Πισαν εἰρησθαι , οἱον
οὐκ ἐπειθεν , ἀπῃει δυσχερανας . ἰδων δε παιδας ἐν κρηνῃ τινι των κατα την οἰκιαν ῥαφανιδας πλυνοντας ἠρετο αὐτους
9998848 ὀλεθρῳ
σωφρονιουσιν , οὐκ ἐπι δουλειᾳ κολαζοντες οὐδ ' ἐπ ' ὀλεθρῳ , σωφρονισται ὀντες , οὐ πολεμιοι . Οὑτως ,
μετ ' οὐ πολυ Ἀργειοις ἀπεδοσαν συν μεγαλῳ πατριδος τε ὀλεθρῳ και φυγῃ τῃ σφετερᾳ . Θεοπομπον δε τον Νικανδρου
9998845 μυρῳ
περι θηριακων λογῳ , λεγω δη ἐν τῳ ιγ . μυρῳ δε ὑπνωτικῳ κεχρηϲο τουτῳ : ϲτυρακοϲ # β ϲμυρνηϲ
ῥητινης σχινινης ἠ τερεβινθινης ὁσον καρυον , ταυτα τηξας ἐν μυρῳ ῥοδινῳ ἐπι πυρος μαλθακου , και ποιησας ὡσπερ κηρωτην
9998845 λιπε
πεδιον , τοθι περ νυν αἰσυλα ῥεζεις . Ὡς φαμενον λιπε θυμος , ἐβη δ ' ἀφαρ Ἀιδος εἰσω .
αἰτιωδως παραλαμβανομενον , ἐχειν χρονικον παρακειμενον ἐπιρρημα , ἐπει δη λιπε δωμα Καλυψους ἠυκομοιο , ἐπει Τροιης ἱερον πτολιεθρον ἐπερσεν
9998844 τυφῳ
και ὑπερογκα φαινεται , τα δε περι την ὑλην μεριζομενα τυφῳ και ἀλαζονειᾳ πλειονι χρηται . Τα δε των ψυχων
ἐξαιρετους ἰδιοτητας . ὁ δ ' ἐξ ἐτι σπαργανων προγονικῳ τυφῳ την ψυχην πεπιεσμενος και μηδενα το παραπαν νοητον θεον
9998842 Λευκαδα
ἑστηκεν ἀμφοτερων . ἐκειθεν δε πελαγιον ποιησαμενοι τον πλουν εἰς Λευκαδα καταγονται , κατεχοντων ἐτι το χωριον Ἀκαρνανων . κἀν
ἀνευ μαχης : κειται δε ἡ Κεφαλληνια κατα Ἀκαρνανιαν και Λευκαδα τετραπολις οὐσα , Παλης , Κρανιοι , Σαμαιοι ,
9998838 πηγανῳ
ἐξω το παν . ἐϲτωϲαν ὠν θερμαι αἱ τεγξιεϲ ξυν πηγανῳ και ἀνηθῳ , ἐμπαϲϲομενου νιτρου : και ἐπιπλαϲματα ξυν
του καστοριου : μετα δε τουτο ῥοφεειν διδοναι ἀλητον ξυν πηγανῳ ἑφθον ἠ πτισανης χυλον . Ἠν δε γυναικι μετα
9998825 Τιμαρχῳ
. . τοιαυτην τινα συγγνωμην ] ὁ Αὐτολυκος συγγνωμην ἐφη Τιμαρχῳ ἐχειν : οὑτος γαρ ἰσως ᾠηθη μικρον ὑμας ἀναλωσειν
ἀν τις πως ὁ Αἰσχινης γραφων τας μαρτυριας των συνειδοτων Τιμαρχῳ πεπορνευμενῳ και μεντοι και χρησαμενων αὐτῳ προλεγει περι αὐτων
9998823 λοχῳ
δε βωμον τονδε και πυρος σελας κυκλῳ περιστητ ' ἐν λοχῳ τ ' ἀπειρονι εὐξασθε ὁπου γαρ ἰσχυς συζυγουσι και
ἑπτα λοχοι γινονται τετρακοσιοι τεσσαρακοντα ὀκτω ἐν δ ' ἑκαστῳ λοχῳ πεντηκοστυες ἠσαν τεσσαρες : πεντηκοστυες , τα ἐκ πεντηκοντα
9998811 μισθῳ
ὑπερφρονες δια την ἀνδριαν . ὁ ἀπατησας τον Ἡρακλην τῳ μισθῳ . * Αὐγειας . * των Ἠλειων . εἰς
. λογογραφον . λογογραφους γαρ ἐκαλουν οἱ παλαιοι τους ἐπι μισθῳ λογους γραφοντας και πιπρασκοντας αὐτους εἰς δικαστηρια , ῥητορας
9998807 φοινιξ
οὐσαν νησον Δηλον , ἐν ᾑ και δυο κλαδοι ἐβλαστησαν φοινιξ και δαφνη , ἁτινα κρατησασα ἡ Λητω ἐν τῳ
τῃ τε Νασαμωνικῃ και παρ ' Ἀμμωνι και ἀλλοις ὁ φοινιξ : ἐν δε τῃ Κυρηναιᾳ κυπαρισσος και ἐλααι τε
9998805 ῥοθιῳ
κατεκρημνιζετο , και αἱ νηες ὠφθησαν αἱ του Σκιπιωνος , ῥοθιῳ τε φοβερῳ καταπλεουσαι και μεσται πανταχοθεν ὁπλιτων ἐφεστωτων ,
τοις κερασι πτυξαντες ὡσπερ οὐν νεως ἐμβολον συν πολλῳ τῳ ῥοθιῳ φερομενης ἐμπεσοντες τε ῥυμῃ σφοδροτατῃ πολλους ἀνατρεπουσι βοωντες διατορον
9998805 ὁρκῳ
“ ἐκλυσαιμι ” . νη τας Χαριτας ] παλιν ἑτερῳ ὁρκῳ κεχρηται ὁ Σωκρατης . νη τας Χαριτας : οὐχ
αὐτου , και αὐτον λοιδορων : και προς τουτοις και ὁρκῳ χρησεται , ὀμνυων αὐτου εἰναι τα ἀφαιρεθεντα . .
9998804 Πελοψ
: ἡρωων δε των ἐν Ὀλυμπιᾳ τοσουτον προτετιμημενος ἐστιν ὁ Πελοψ ὑπο Ἠλειων ὁσον Ζευς θεων των ἀλλων . ἐστιν
Ζευς ἐν θεοις , τον Γανυμηδην ἁρπασας . ὁπερ ὁ Πελοψ μαθων τον Λαϊον κατηρασατο ἐξ οἰκειας φονευθηναι γονης .
9998788 κλαγγη
εἰς λ , κλαγη , και πλεονασμῳ του γ , κλαγγη . Κρουω . κρω ἐστι ῥημα , παραγωγον κρυω
, δεινως ἁμαρτανων . οὐ γαρ κατα των ὀμματων εἰρηται κλαγγη , ποια τις οὐσα ἐκφωνησις , ὁποιαν μαλιστα ἐργαζεται
9998786 ἐβλεπε
δε ἡ χρωμενη ἐνετιθει αὐτον εἰς την κεφαλην και οὑτως ἐβλεπε : και οὑτως , μιας αὐτων ἀποδιδουσης τῃ ἑτερᾳ
την ἀποδημιαν : και γαρ Ἑλλαδος ἠκουε φωνης και θαλασσαν ἐβλεπε την ἀγουσαν εἰς Συρακουσας : ὡς δ ' ἡκεν
9998786 θωρακι
ἐν δε τῃ δευτερᾳ μετα την ἐπαφαιρεσιν ἐπιθησεις παντι τῳ θωρακι της δια της θαψιας κηρωτης , εἰτ ' ἀρας
διμερη την ψυχην , το μεν λογικον ἐχουσαν ἐν τῳ θωρακι καθιδρυμενον , το δ ' ἀλογον καθ ' ὁλην
9998783 πηγανινῳ
οἰνῳ δε χριομενον τας ὑστερικας πνιγας ὀνινησι . συν δε πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐνιεμενον κωλικους ἰαται . πινομενον δε στομαχικους ,
, εἰ μη δεοντωϲ φεροιτο . ἐνεμαϲι δε χρηϲθαι ἀνυπερθετωϲ πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐντακειϲηϲ αὐτῳ τερεβινθινηϲ και βουτυρου , ἐπειτα καταιοναν
9998780 Πυθιῳ
ἐλπομαι , οὐδε οὑτος ὁ Λακων ὁ παρα κριτῃ τῳ Πυθιῳ φυσεως ἀνθρωπειας ἐχων ἀμεινω τον νουν ὑβριζειν ᾠηθη την
τιμωσα τον Ἐρωτα : ματην θυομεν Διϊ Ὀλυμπιῳ και Ἀπολλωνι Πυθιῳ , μη τιμωντες τον Ἐρωτα , τον ὀντα τυραννον
9998775 ρκη
δ , η , ιϚ , λβ , ξδ , ρκη , σνϚ , τριπλασιῳ δε α , γ ,
. . . . . . . . . . ρκη κθ γʹ : Μοδουρα ἡ των Θεων . .
9998774 λυσῃ
δι ' ἀπειλων πτηξει ἐμε εἰπειν αὐτῳ , πριν ἀν λυσῃ με τουτων των ἀγριων δεσμων , βουληθῃ τε δουναι
ἐξειπω αὐτῳ ἀγριων ] των ἀπηνων τουτων χαλασῃ ] ἠγουν λυσῃ ἐμε ποινας ] τιμωριας , ἀντεκτισεις τινειν ] ἀντιδιδοναι
9998768 ξηροϲ
θερμοϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ φθινοπωρινῃ ψυχροϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ χειμερινῃ ὑγροϲ και ψυχροϲ .
ταξιν , ξηραινει δε χλωροϲ μεν ὠν πρωτηϲ ταξεωϲ , ξηροϲ δε δευτεραϲ . ὁ δε καρποϲ ὁ ξηροϲ τηϲ
9998764 ἡρῳ
ταυτα ἐν οἱς φησι τοτ ' ἐγω και Φοιβος Ἀπολλων ἡρῳ Λαομεδοντι . . στευτο δ ' ὁ γ '
ἐτι . και τουτο δη πολυ ἀνακεισθαι το ἀργυριον τῳ ἡρῳ τας τιμας των ἱερειων . φαινεσθαι δε ἐνυπνιον τον
9998764 Οἰτῃ
Κυψελου Μυσωνα κατειλοχε τον Χηνεα : κωμη δε ἐν τῃ Οἰτῃ τῳ ὀρει ᾠκουντο αἱ Χηναι . οὑτοι οὐν οἱ
ἡ καλειται Νεαπολις . ἐστι και Θετταλιας ἀλλη προς τῃ Οἰτῃ , ἡν Ῥιανος δια του α γραφει Φαλαρον λεγων
9998751 ὀμφακοϲ
τινα χυλον ϲυνεμβαλοιϲ , οἱον ϲερεωϲ κοτυληδονοϲ ἀειζωου ἀνδραχνηϲ ψυλλιου ὀμφακοϲ . ὁϲα δε τουτων οὐ μεθιηϲι χυλον , ὡϲπερ
# Ϛ : ϲκευαζε , καθαπερ και το δι ' ὀμφακοϲ , πλην του κηρου . ἐνταυθα δε ζ ἡμεραϲ
9998749 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9998748 Φωκιδα
χωραν ἐπορθησε και ἀπεκτεινε πολλους : την δ ' ἀλλην Φωκιδα διηλθεν ἀπραγμονως . ἀφικομενος δε εἰς Ἡρακλειαν κατεβαλε το
κρατιστοι θηρωσιν Ἰβηρες , μετ ' ἐκεινους δε οἱ την Φωκιδα γην ποτε οἰκησαντες Κελτοι , ἐπι τουτοις δε Σικελοι
9998746 ἑορτῃ
” φησι , “ πρωτη Καλλιροην ἐδειξας ἐν τῃ σῃ ἑορτῃ : συ και νυν ἀποδος , ἡν ἐχαρισω .
ταυτα προς το ἐθος : φασι γαρ τῃ των συνοικιων ἑορτῃ θυσιαν τελεισθαι Εἰρηνῃ , τον δε βωμον μη αἱματουσθαι
9998740 Ἀσκληπιαδῃ
περιιεναι τας του κοσμου περιοδους . ἡ ἱστορια παρα τῳ Ἀσκληπιαδῃ ἐν Τραγῳδουμενοις . ἰστεον δε , ὁτι οἱ μεν
φανερως γενομενης της διαβολης ἀπαγξασθαι . Ἡ δε ἱστορια παρα Ἀσκληπιαδῃ . . . . : [ Κυνος ταλαινης σημα
9998739 βελτισθ
των γιγνομενων ἐλλειπειν . ὡστε ἑως ἀν ᾐ το τα βελτισθ ' αἱρεισθαι , οὐδ ' ἀν εἱς ἑκων ἀπατωμενος
: ἰδιωτης μεγας αὐτοις ὁ Σευθης : οἰσθας , ὠ βελτισθ ' , ὁτι ἀγαθου στρατηγου διαφερειν οὐθεν δοκει .
9998737 ὠμῳ
δ # βο λ γʹ ἐλς των ἐν τῳ ἀριστερῳ ὠμῳ β ὁ προηγουμενος . . . . . .
γʹ βο κδ ∠ ʹ γʹ ὁ ἐν τῳ δεξιῳ ὠμῳ . . . . . . . . .
9998737 Ἐγωγε
Καθορω . Τι δαι ; τἀμπορια και τας ὁλκαδας ; Ἐγωγε . Πως οὐν οὐ μεγαλως εὐδαιμονεις ; Ἐτι νυν
ὁτι χρωμα τι , διοτι και ἀλλα τυγχανει ὀντα ; Ἐγωγε . Και εἰ γε σε ἐκελευε λεγειν ἀλλα χρωματα
9998734 Ὀλυμπιῳ
: το δε τριτον ὀλυμπικως τῳ σωτηρι τε και τῳ Ὀλυμπιῳ Διι , ἀθρει ὁτι οὐδε παναληθης ἐστιν ἡ των
ἀρχαιοις Ἀττικοις γραμμασι , Ζηνι μ ' ἀγαλμ ' ἀνεθηκαν Ὀλυμπιῳ ἐκ χερονησου τειχος ἑλοντες Ἀρατου : ἐπηρχε δε Μιλτιαδης
9998734 τυφλῳ
οὐκ ἀξια λεγειν . Δηλα γαρ , ἐφη , και τυφλῳ . Παντων τε δη τουτων ἀπαλλαξονται , ζησουσι τε
Καριων τον ἑαυτου δεσποτην Χρεμυλον μετα το ἐξελθειν του μαντειου τυφλῳ ἀνδρι ἑπομενον , σχετλιαζων και δυσφορων φησιν το ὡς
9998734 ἑλε
Δωρικον το τυνη . . Μυρμιδονας δ ' ἀρα παντας ἑλε τρομος , οὐδε τις ἐτλη ἀντην εἰσιδεειν , ἀλλ
πολεσιν κακον ἀνθρωποισιν . Αἰας δε Κλεοβουλον Ὀϊλιαδης ἐπορουσας ζωον ἑλε βλαφθεντα κατα κλονον : ἀλλα οἱ αὐθι λυσε μενος

Back