ἐτι μην και ἡ πειρα και χρησωμεθα παραδειγματι . Ὑποκεισθω λεβης τεθερμασμενος , διαπυρος , κενος , και ὑδωρ ψυχρον
το συμφωνον του ἐνεστωτος δια του τος κλινεται , λειβω λεβης λεβητος , ληχω Λαχης Λαχητος : οὑτω κρατω Κρατης
9999974 ἐλευθερωθηναι
πατριδος αὐτου δουλευουσης αὐτον ἐλευθεριαν ὀρχεισθαι : και δια τουτο ἐλευθερωθηναι την πολιν . εἰτα ἀλλο μεν ἐστι το πολει
Ἀγωνιωσα δε Καλλιροη μη προδοθῃ το ἀπορρητον αὐτης , ἠξιωσεν ἐλευθερωθηναι Πλαγγονα , την μονην αὐτῃ συνειδυιαν ὁτι προς Διονυσιον
9999973 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999972 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999972 γυμνασιου
μεν τις ὡς μερος , ἡ δ ' ὡς εἰδος γυμνασιου : περι μεν δη της ὡς εἰδος ἑξης ἐρουμεν
δυναμις : εὐρυνονται τα ἀγγεια . λοιπον το εἰδος του γυμνασιου εὑρισκεται ἐκ του προηγησαμενου βιου . ἐπι νοσουντων δε
9999972 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999972 λειπουσης
ἡ στροφη και ἀντιστροφος κωλων θʹ . το αʹ ἰαμβελεγος λειπουσης της πρωτης συλλαβης [ ἠ του τελους μετακειμενου ἐπι
, οὑτως οὐδε εἰ ἐστιν ἀλλα τινα αἰσθητα εἰσομεθα , λειπουσης ἡμιν της κριτικης αὐτων αἰσθησεως . ὁτι δε οὐκ
9999972 κυριευσαντες
Αἰγιου τους Ἀριστοδημου μισθοφορους μεταπεμψαμενοι παλιν ἐπεθεντο τῃ φρουρᾳ και κυριευσαντες της ἀκρας την μεν πολιν ἠλευθερωσαν , των δε
ἀδοξως βιουντες . χρηματων γαρ ἐξ ἀσεβειας και παρα φυσιν κυριευσαντες δια γοητειαν νυν εἰσιν περιβλεπτοι . και Ξενοκρατης δε
9999972 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999972 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .
9999972 μαντικης
κατ ' ἀρχας περι τε τον κοσμον , ἁπαντα μεχρι μαντικης και ἰατρικης προς ὑγιειαν ἐκ τουτων θειων ὀντων εἰς
] ἀσαφει . κλαγγαι ] βοηι . θεσπεσιας ] της μαντικης . στροφη ἑτερα κωλων Ϛʹ . ὀλεθριοι ] οἱ
9999972 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999971 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999971 λεαινης
οὐ γονον ἰοβορον παναμειλικτοιο δρακαινης , οὐ σκυμνον παναθεσμον ὀριπλαγκτοιο λεαινης . παιδα λυγρη τον ἐτικτον , ὁν ἀρωμεσθα θεοισι
, ἡ δεσποινα δεινον ὁρᾳ τοις τολμωσιν αὐτῃ πλησιαζειν ἐχουσα λεαινης τετοκυιας το βλεμμα , και ὁμως , οὑτως ἐχουσης
9999971 ἀρκουσης
μεγα . Πολυαρκεος : της πολλας ἐχουσης ἀρκυς ἠ πολλα ἀρκουσης , ὁ ἐστι ῥωννυουσα , πολυδικτυου . Χαραδραις :
και βραχυπεψιαις γινεσθαι . Της τοινυν θρεπτικης δυναμεως ὑλης μεν ἀρκουσης ἀπορουσης , τα κρειττω δε ταυτης προσλαμβανομενης τα χειρω
9999971 γυμνασιοις
προς πεδωι βαληις . . Ὀνομαστ . : των δε γυμνασιοις προσηκοντων σκευων . . . και ὠμολινον , οὐ
Ἱπποκρατης ἐν αὐτῳ τῳ παθει και τῃ χαλεπωτατῃ ὀδυνῃ ἐπιταξαι γυμνασιοις . και ταυτα εἰρηκως Ἡρωδικος , τους πυρεταινοντας ἐκτεινας
9999971 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999971 διαιρεθεισης
οὐσαν την στιγμην και οἱον λανθανουσαν ὑστερον ἀναφαινεσθαι το και διαιρεθεισης γραμμης δυο σημεια γιγνεσθαι ποιειται : οὐ γαρ δη
και τεταρτου Νισου , και της Ἀττικης εἰς τετταρα μερη διαιρεθεισης , ὁ Νισος την Μεγαριδα λαχοι και κτισαι την
9999971 σκευων
, σπλην δε ἡδονας και γελωτα και τα ἐπιπλα των σκευων , κοιλια δε και ἐντερα τεκνα πρωτον , εἰτα
τυροκομειον και τυροφορειον , και πολλα των μαγειρου και ἀρτοποιου σκευων . ταχα δε και σχοινος και βατος και ὁρκανη
9999971 ὑπαρχουσης
ὁ Ἀριστοτελης ἐκ της μειζονος ἀναγκαιας της δ ' ἐλαττονος ὑπαρχουσης ἀναγκαιον φησιν συναγεσθαι την ἐλαττονα προς τῳ ἀναγκαιῳ λαμβανων
κωδιου και δυειν προσκεφαλαιων . τοιαυτης δε της σκληροτατης στρωμνης ὑπαρχουσης , ἐξεστι λογιζεσθαι την κατα τον λοιπον βιον τρυφην
9999971 μυριαις
των οἰκειων παθων ἐξαγγελτικας φωνας , ὁ δε ἀνθρωπος μυριακις μυριαις ἐξαλλαγαις χρωμενος οὐ ληγει ποτε τας καθ ' ἑκαστα
ἀλλα μετα πολλας πημονας κραναι ] τελεσαι πεπρωται ] μεμοιρασται μυριαις ] πολλαις πημοναις ] βλαβαις δυαις ] κακοπαθειαις καμφθεις
9999970 πολυτελεσι
των ναυτων και ταις ὑπηρεσιαις και τἀλλα σημειοις και κατασκευαις πολυτελεσι χρησαμενων , και ἐς τα μακροτατα προθυμηθεντος ἑνος ἑκαστου
αὐτος δε ἐπιλεξαμενος τετρακοσιους Περσων τους μεγιστους , ἐσθησι τε πολυτελεσι και χρυσῳ κεκοσμημενους ἱππων τε και τοξων παρασκευῃ ,
9999970 μνησθεις
της μαχης Ἀντιοχος ὁ φιλοσοφος ἐν τηι Περι θεων γραφηι μνησθεις οὐ φησιν ἀλλην ἐφεωρακεναι τοιαυτην τον ἡλιον . Στραβων
και μιτρην : ἡ διπλη , ὁτι παλιν του ζωματος μνησθεις τον θωρακα παραλελοιπεν . . . . ἐνθ '
9999970 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999970 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999970 ἐπισταμεθα
παιδιοις δε ⋖ β . Τροχισκος ἁπαντων ἀμεινων , ὡν ἐπισταμεθα , προσαγορευομενος Νυμφοδοτου . συγκειται μεν παρα των Φαυστιανων
παραθεσιν τε και ἀντεξετασιν : οὑ γαρ την φυσιν οὐκ ἐπισταμεθα , πως ἀν τουτο προς ἑτερον παραβαλλοιμεν ; δια
9999970 ἐπιζευγνυμενη
, ἡ ἀπο του γενομενου σημειου ἐπι το ληφθεν σημειον ἐπιζευγνυμενη ἐφαψεται της τομης . ἐστω παραβολη , ἡς διαμετρος
κυκλοι ἐφαπτωνται ἀλληλων ἐκτος , ἡ ἐπι τα κεντρα αὐτων ἐπιζευγνυμενη [ εὐθεια ] δια της ἐπαφης ἐλευσεται : ὁπερ
9999970 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999970 ἐπιτυγχανει
οὐδεποτε κακοβολει ὁ Θηραμενης ὡς ἐν ἀστραγαλοις , ἀλλ ' ἐπιτυγχανει . ἐπιπληττει δε αὐτῳ ὁ Δημητριος , ὡς τελεως
: ὁ δε ἀραται τον υἱον διαφθαρηναι Ἱππολυτον , και ἐπιτυγχανει . οὑτος γαρ ὀχουμενος ἁρματι , ὑπο ταυρου των
9999970 λαβομενη
μη τι ἀρα δεινον αὑτην ἐργασηται . Καλλιροη δε ἠρεμιας λαβομενη , χαμαι καθεσθεισα και κονιν της κεφαλης καταχεασα ,
. “ Ταυτα ἀκουσας Χαιρεας ἀνεθορε : Καλλιροη δε αὐτου λαβομενη ” που σπευδεις “ εἰπε ” πριν βουλευσασθαι περι
9999970 καταντικρυ
ἱναπερ ὁ στολος ἐσαλευε , και της ἀκρης , ἡντινα καταντικρυ ἀφεωρων ἀνεχουσαν ἐς το πελαγος , ὁ κολπος ἐμοι
ἐχομενω ἀλληλοιν και του οὐρανου αὐ ἐν τῳ ἀνω ἀλλα καταντικρυ . δικαστας δε μεταξυ τουτων καθησθαι , οὑς ,
9999970 καταλληλα
και σφοδροτητα ἐργαζηται . ἐστωσαν δ ' ἁπαντα μετρια και καταλληλα κατα τε ποιοτητα και ποσοτητα τῃ του καμνοντος φυσει
μη καταλληλα ἐν τοις προκειμενοις , ταυτα δια της ἐγκλισεως καταλληλα ποιησαι , των ἀγρων μου ὁ καρπος , τῳ
9999970 κατεπιεν
, ὀρος Ἀρκαδιας , ἐν ᾡ τον λιθον ὁ Κρονος κατεπιεν . οἱ ἐνοικουντες Θαυμασιοι . Θαψακος , πολις Συριας
ἀνασπασας την βοτανην ταυτην , τον μεν χυλον αὐτης διαμασησαμενος κατεπιεν ὡς ἀποκρουστικον του ἰου , το δε μασημα ἐπεθηκε
9999970 τραγικης
λυθεντα , μη δραμασι . νυνι δε , ὠ της τραγικης ὀντως , ὠ της ἀωρου και ἀπηνους των γνωρισματων
ἐστιν εἰδος , καθαπερ φησιν Ἀριστοξενος ἐν τῳ περι της τραγικης ὀρχησεως . ἐστι δε τοὐνομα και ἐν τῃ ἀρχαιᾳ
9999970 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999970 τραχηλου
νοσος ἐκ πληθους αἱματος και στεγνωσις και ἐκπυρωσις και του τραχηλου και ὀστεων ἀλγησις και ἀγρυπνια ὑπερβαλλουσα και ἐπιθυμια πολλη
οἱ παιδες , και ὁποτε ἠ πνιγεσθαι συμβαινοι , του τραχηλου ταθεντος ἐξαιφνης ἠ του στομαχου κατασταντος εἰς ἀποριας ,
9999970 ἐβασιλευσαν
και κατ ' Ἀσιαν ἁπασαν , νειμαμενοι κατα χωρας , ἐβασιλευσαν . ἐκεινων δε προς ἀλληλους διαφερομενων , πολεμοις τε
ἀφαιρω λʹ , λοιπα ιʹ Σεβηρου και Ἀντωνινου . και ἐβασιλευσαν κεʹ , γινεται λεʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω λʹ
9999969 ἐπηκολουθει
, και της πορειας οὐσης δια χωρας πεδιαδος , Ἀλεξανδρος ἐπηκολουθει πολλοις ἱππευσι και τοις ἐπι της οὐραγιας ἐπεθετο .
ἐμφαινειν ὁτι ἀντι των καθαρσεων ταυτην την ἐκκρισιν λαμβανει . ἐπηκολουθει δε και πυρετος ἐν ταυταις ταις ἡμεραις : ἐπειτα
9999969 πλησμονης
. Ἐπιληπτικοις οὐρα λεπτα και ἀπεπτα παρα το ἐθος ἀνευ πλησμονης , ἐπιληψιν σημαινει , ἀλλως τε κἠν τις ἐς
, φρασσουσι τους πορους του πνευματος , πολλης ἐνεουσης της πλησμονης : θερμαινομενον δε ὑπο του πονου , ἀποκρινεται λεπτυνομενον
9999969 ἀκολουθουντα
φαινειν κελευοντι , ᾡ πειθαρχει τα ἀστρα τῳ της σεληνης ἀκολουθουντα δρομῳ , ᾡ παντα διατετακται και διωρισται και ὑποτετακται
παντων πρεπειν Εὐμενη της βασιλικης οἰκιας κηδεσθαι και φροντιζειν , ἀκολουθουντα τοις ὑπ ' αὐτου προπεπολιτευμενοις προς την βασιλικην οἰκιαν
9999969 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999969 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999969 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999969 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε
9999969 Ἐρατοσθενης
τετραχη αὐ τεμνομενης μεγιστην μεν μοιραν των Ἰνδων γην ποιει Ἐρατοσθενης τε και Μεγασθενης , ὁς ξυνην μεν Σιβυρτιῳ τῳ
εἰη συναπτων πως ἠδη τῃ ἀοικητῳ . φησι δ ' Ἐρατοσθενης τον ὑπο των Ἑλληνων γνωριζομενον περιπλουν της θαλαττης ταυτης
9999969 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999969 κλησις
δε ὁ και ᾀδων . κλησις και προσκλησις διαφερει . κλησις μεν γαρ ἐστιν ἡ εἰς ὁτιουν των δικαστηριων γινομενη
καθ ' αὑτον την προσηγοριαν ἐδεξατο , αὐθις δε ἡ κλησις παρα τοις ἐξ αὐτου γιγνομενοις των ἐργων ἐλεγχος γιγνεται
9999969 φαινομενῳ
οἱ ποιηται περικεκαλυμμενως ἐλεγον , και εἰ ἐμμενοι τις τῳ φαινομενῳ , λωβην γεννᾳ τῃ ψυχῃ . και ἐκεχρηντο τοις
μεν τα ἀδηλα ἐστιν ἀληθη , ταδε δε ψευδη ; φαινομενῳ μεν γαρ οὐδαμως : εἰ δε ἀδηλῳ , ἐπει
9999968 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999968 τυραννιδος
την πολιν ἐλευθεροι , τιμην αὑτῳ και γενει ἀϊδιον ἀντι τυραννιδος ἐφη - μερου και ἀδικου κτωμενος . τριτον δε
κατεχομενον , μετα ταυτα ἐκεινος ἐτυραννησεν ἀφεθεις : καταλυθεισης της τυραννιδος κρινεται συνειδοτος ὁ στρατηγος : ἐνταυθα γαρ ἐν τῃ
9999968 γινομενηϲ
προϲτιθεμενον ἀπαμβλυνει ταϲ εἰϲ την ἐκκριϲιν προθυμιαϲ . ϲυχνηϲ δε γινομενηϲ τηϲ ἐξαναϲταϲεωϲ ἀγαθιον ἐγκειϲθω προϲτετυπωμενον τῃ ἑδρᾳ ἀπο θερμων
τα ὑπερ των ἰξυων τηϲ ϲυναφηϲ τουδε κατα την ὀϲφυν γινομενηϲ παλιν τα περατα των ἱμαντων τουτων ϲυζευξαντεϲ ἑτερῳ τε
9999968 ἐργαζομενα
ἠθος , ὁταν ἑκατερου καιρος ᾐ . ταὐτον δ ' ἐργαζομενα οὐχ ὁμοιως ἐργαζεται , ἀλλα το μεν μετα συνδεσμων
ἑκων . Βελτιω ἀρα ἡγησαι των σαυτου τα ἑκουσιως πονηρα ἐργαζομενα ἠ τα ἀκουσιως ; Τα γουν τοιαυτα . Οὐκουν
9999968 ἀγουσης
' ἡμων ἀντιλαμβανοντες ; λεωφορου γαρ δημοσιας της προς ἀνατολην ἀγουσης ἀπο της δυσεως δια μεσου τησδε χωρουσης της πολεως
χρονον , ἐφασκον , της χωρας ἀμαθεστερον τα περι διαιταν ἀγουσης , ὁ ἀνηρ οὑτος τοις κοινοις ἐπιστας οὐ μονον
9999968 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999968 τετελευτηκοτας
αὐτον εὐνοιαν . Ἀλεξανδρος δε μετα την νικην θαψας τους τετελευτηκοτας ἐπεβαλε τοις Ἀρβηλοις και πολλην μεν εὑρεν ἀφθονιαν της
τους δισμυριους . μετα δε την μαχην ὁ βασιλευς τους τετελευτηκοτας ἐθαψε μεγαλοπρεπως , σπευδων δια ταυτης της τιμης τους
9999968 ἀμφισβητουντας
ἐχοντας δε αὐτους ἀποκρινασθαι θανατῳ ζημιουν , ἁτε οὐ προσηκοντως ἀμφισβητουντας γενους τε και ἀρχης . Οἰδιπους δε ἀρα ἀφικετο
δυναστειων κατεσκευασεν , ἐπιεικως προσφερομενος τοις κρατηθεισιν . Ἀθηναιους γαρ ἀμφισβητουντας της ἡγεμονιας νικησας ἐπιφανει μαχῃ , τους μεν τετελευτηκοτας
9999968 ἐποιουν
ἐπεισαν ἐν τῃ βουλῃ κατηγορειν των στρατηγων . ἐντευθεν ἐκκλησιαν ἐποιουν , εἰς ἡν ἡ βουλη εἰσηνεγκε την ἑαυτης γνωμην
, εἰ μη ἐδυναντο ταυτα ποιειν , οὐκ ἀν ποτε ἐποιουν ; Δηλον δη . Ἀλλα μεντοι δυναμει γε δυνανται
9999968 βακτηριας
ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας ποιουσιν : ὀπωδης δε και μανη : ταυτην δε
, την δε βασιν προς τῳ ὁρωμενῳ : ὡς δια βακτηριας οὐν του ταθεντος ἀερος το βλεπομενον ἀναγγελλεσθαι . Ἀκουειν
9999968 ἐπιστευθη
, εἰ τα κατασκευασθενθ ' ὑπο τουτου παρ ' ὑμιν ἐπιστευθη . αἰτιασαμενος γαρ με , ἁ και λεγειν ἀν
δια δε το της παιδειας ἐπισημον ἀλλας τε πολιτικας ἀρχας ἐπιστευθη και εἰς το των ὑπατων ἀνεβη τελος . ἐγραψε
9999968 βορειοτεροι
ἐν τῃ κεφαλῃ τοινυν του Κριου τριων οἱ δυο οἱ βορειοτεροι και ὁ ἐν τῳ νοτιῳ γονατι του Περσεως λαμπρος
Νωρικι ' ἀστε ' ἐρεμνα , Παννονιοι Μυσοι τε , βορειοτεροι Θρηϊκων , αὐτοι τε Θρηϊκες , ἀπειρονα γαιαν ἐχοντες
9999968 πεντακισχιλιους
δε ταυτα ὁ μεν Ἱκετας ἀναλαβων των στρατιωτων τους ἀριστους πεντακισχιλιους ἐστρατευσεν ἐπι τους Ἀδρανιτας ἀντιπραττοντας αὐτῳ και πλησιον της
ἐπανοδον των πρεσβευτων Καρχηδονιοι μεν τοις Αἰγεσταιοις ἀπεστειλαν Λιβυας τε πεντακισχιλιους και των Καμπανων ὀκτακοσιους . οὑτοι δ ' ἠσαν
9999968 ἐκλειπτικων
τον ὁριζοντα . τουτων δ ' ἑκατερον ἐν ἑκαστῳ των ἐκλειπτικων χρονων πλειστην ἀν και ἀπεριληπτον παρασχοι περι τας μετα
μειζων ἡ κατα πλατος μηνιαια παροδος γινηται της ὑπο των ἐκλειπτικων ὁρων του ἡλιου περιεχομενης , κἀν ἀδιαφορως ταις τε
9999968 κινδυνευσαντες
' ὡρας , εἰ μεν ἑξ εἰη ταγματα , δυο κινδυνευσαντες , εἰ δε πεντε , δυσιν ἐτι μικρον ἐπιθεντες
ἐναντιων φοβηθεντες , ἀλλ ' ἐν τοις σωμασι τοις ἑαυτων κινδυνευσαντες , τροπαιον μεν των πολεμιων ἐστησαν , μαρτυρας δε
9999968 κατορθουν
και ὁ λεγων ἀνθρωπῳ εἰναι ἱκανον προς τελειωσιν μονον το κατορθουν ἐν ταις πραξεσιν ἠγνοηκε χειρω τον λογον των ἀλογων
ἐν ἁπασιν ; οὐ γαρ ὁσα πεφυκεν ἁπλως ὁ ἀνθρωπος κατορθουν ὡς νου και ἐπιστημης δεκτικος δυνατον ἐστι τινι των
9999968 βορειοτερα
μια δε διακεκαυμενη . των δε εὐκρατων ἡ μεν ἐστι βορειοτερα , ἡ δε νοτιωτερα . και ἐστιν ἡ βορειοτερα
Τουτο δε γενοιτ ' ἀν , εἰ γραφοιτο τα τε βορειοτερα προτερα των νοτιωτερων και τα δυσμικωτερα των ἀπηλιωτικωτερων ,
9999968 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999968 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999968 ἐλευθεραις
φασι τινες , προτιμοτεραν θεμενος , ἁρπαζῃ και φθειρῃ ταις ἐλευθεραις ὡς θεραπαιναις χρωμενος , τα πολεμου δρων ἐν εἰρηνῃ
ἐχεται του νεω . το δε παλαιον ἀβατος ἠν γυναιξιν ἐλευθεραις οὑτος ὁ νεως , ἀνδρασι δε ἐπετετραπτο και παρθενοις
9999968 πυρικαυτα
ἐπιπασσε . ἀκακιαν ἐν ὀξει διεις ἐπιχριε . Τα δε πυρικαυτα των μετριως ῥυπτοντων δειται φαρμακων χωρις του θερμαινειν ἠ
: οὑ τα φυλλα ἑψηθεντα ϲυν οἰνῳ τραυματων ἐϲτι κολλητικα πυρικαυτα τε και ϲπληνικουϲ ὠφελει . ὁ δε χυλοϲ ἐρρινον
9999968 ἐπανεισι
τοις εἰρημενοις δοθεντων , μετα βαρβαρικης πολυπληθιας ἐς την Ῥωμαϊκην ἐπανεισι γην και ταυτην προλοχισας ἀντικρυ της ὀχθης νυκτος διανιστησιν
πολλην αὐτος ἀνδραποδων τε και βοσκηματων και τῃ στρατιᾳ διαδους ἐπανεισι φθινοπωρου ἐς το Βυζαντιον . και τεταρτον δη και
9999968 μνημονευσομεν
παισι προ της πορφυρας την περιπορφυρον : και οὐ παλαια μνημονευσομεν , ἀλλα σχεδον χθες και πρωην , ὁ μεν
εὑρησεις και προς ἐμπυϊκους ποιειν δυναμενας . ἀλλα και ἐνταυθα μνημονευσομεν των κυριως προς ἐμπυϊκους ἁρμοζοντων βοηθηματων . προτερον τας
9999968 μουσης
και λογοι μετρων ἀφειμενοι πολλοι , τα μεν ἀλλα ὁπως μουσης τε και ᾠδης ἐχει εἰπειν οὐκ οἰδα : πεπιστευται
δε Ἀχελῳος ῥει μεσον Αἰτωλιας και Ἀκαρνανιας . Τερψιχορης της μουσης και Ἀχελωου του ποταμου θυγατερας ἐφημεν τας σειρηνας .
9999968 κρατηρας
και ταλαντα δια μνημης ἐχεις ; Και τους δυο δε κρατηρας , εἰ βουλει , προσθησω οὑς ἐλαβον ἀποκτεινας Κλεοκριτον
πενταρραβδωι χορδαν ἀρθμωι χερα καμψιδιαυλον ἀναστρωφων ταχος . πρωτοι παρα κρατηρας Ἑλλανων ἐν αὐλοις συνοπαδοι Πελοπος Ματρος ὀρειας Φρυγιον ἀεισαν
9999968 γυμναστης
ἀγαμενος την ἐπιστολην εὐψυχιαν ἐνδειξασθαι πασαν , ὡς μητε ὁ γυμναστης ψευσαιτο , μητε ἡ μητηρ ψευσθειη . Ἀτταλος δε
ἀντι του ἐπειτα δε . παιδοτριβης . ὁ ἀλειπτης ἠ γυμναστης . Μαρσυας . Μαρσυας Ὑαγνιδος ὁ πρωτος μετα Ἀθηναν
9999968 σαν
ἀνηκουστα τας τυραννου παθεα μελεα θρεομενας ; ὀλοιμαν ἐγωγε πριν σαν , φιλα , κατανυσαι φρενων . ἰω μοι ,
ἁ δυστανος σοι κουρον , τον φρικαι ματρος βαλλω ταν σαν εἰς εὐναν , ἱνα μ ' ἐν λεχεσιν μελεαν
9999968 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999968 ἐλευθεριοτης
. Δηλον δε και το ἑξης λεγομενον , ὁτι ἡ ἐλευθεριοτης κατα την οὐσιαν , ὁτι οὐκ ἐν τῳ πολλα
προτιμοτεραν ἀγειν ἀναγκης . κατα την οὐσιαν δ ' ἡ ἐλευθεριοτης λεγεται . οὐ γαρ ἐν τῳ πολλα διδοναι ὁ
9999968 πιστευτεον
ἀταραξια ἀφοβια ἐλευθερια . οὐ γαρ τοις πολλοις περι τουτων πιστευτεον , οἱ λεγουσιν μονοις ἐξειναι παιδευεσθαι τοις ἐλευθεροις ,
Διδυμων ὁμοιως το ὑπερ γην ἡμισφαιριον της ἡμερας ἐστιν . πιστευτεον οὐν ἐν τῳ Ὑδροχοῳ μονον πιπτειν τον ὡροσκοπον .
9999968 ἀπεναντι
πεφυκοτων μεστην . „ Και ἐξεβαλε τον Ἀδαμ και κατῳκισεν ἀπεναντι του παραδεισου της τρυφης [ και ἐταξε ] τα
την Ῥοπουσαν σταδιοι ιεʹ . Ἀπο της Ῥοπουσης εἰς το ἀπεναντι , εἰς Λευκοπαγον , σταδιοι μʹ : ἀπο δε
9999968 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999968 καταστησῃ
κατα νουν ἐδεισας , μη ποτε σοι την ἐρωμενην ἀπρεπη καταστησῃ . της γαρ αὐτης ὑπαρχει δυναμεως γυναικα δυσειδη καλλωπισαι
δε δη τις και τον βιον ἐξ ἰσου τοις λογοις καταστησῃ και μη μονον λεγων εἰς καλλος , ἀλλα και
9999968 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999968 πεντασυλλαβου
και κρητικου . το γʹ ὁμοιον διμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παιωνος πεντασυλλαβου , διτροχαιου και συλλαβης . το δʹ ὁμοιον τῳ
διαλελυμενων χοριαμβων , του αʹ ἑξασυλλαβου , του δε δευτερου πεντασυλλαβου . το ιβʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιγʹ
9999968 ἀποδεικτικης
και πως γινεται : εἰρηται δ ' ἁμα και περι ἀποδεικτικης ἐπιστημης : ταυτης γαρ ἐργον ἀποδειξις . Περι δε
και τῃ ἀποδειξει συναγεται , την δυναμιν της συλλογιστικης και ἀποδεικτικης ἐπιστημης ἐπεγνωμεν , και αὐθις ἐκ των κατ '
9999967 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999967 Ἀττικης
Ἀρισταρχος . και Μωμεμφιτης νομος . Μωνυχια , λιμην της Ἀττικης , οὑ την εἰς τοπον σχεσιν φησι Θουκυδιδης ηʹ
, Αἰγευς δε και Παλλας δημων τινων ἠρχον , της Ἀττικης οὐπω συνῳκισμενης εἰς ἑν . λογος οὐν τον Θησεα
9999967 αἰτιατικης
ἐπει τινα ὀξυτονως φαμεν ἐπι της ἀποφασεως , καιτοι μηδεμιας αἰτιατικης εἰς α ληγουσης και ὀξυτονουμενηςΠως . δε οὐχι κἀκεινο
στεφανους . ὁρμοισι των χερας : ὁρμους : ἀντι της αἰτιατικης τῃ δοτικῃ ἐχρησατο . ὁρμοις [ οὐν ] λεγει
9999967 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999967 ἀπειρα
ἐστι , τουτων δε ἐπαμφοτεριζει τῳ ἀνω και κατω . ἀπειρα ἀρα κατα ἀριθμον τα ἀνομοιοειδη μορια του ἀπειρου .
πατερα και ποιητην ὀνομαζειν θεμις , και ὁτι οὐκ ἐστιν ἀπειρα , πεπερασται δε ἑνος κοσμου περιγραφῃ , πολεως τροπον
9999967 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999967 γλυκυτατον
τον Δια τον σωτηρα , κεχαρισαι γε μοι , ὠ γλυκυτατον , την γραυν ἀπαλλαξασα μου . ὡστ ' ἀντι
ἀντι των φιληματων τα δακρυων χευματα . οἱαν , ὠ γλυκυτατον τεκνον , ὡς φασιν , ἀπο του ἀστεος πομπην
9999967 ἐποιησαντο
περι τον Ἑλλησποντον . και λιθινην ἑδραν αὐτῳ ὑψηλην ἐκει ἐποιησαντο , ἐν ᾑπερ ἐφιδρυνθεις ὑστερον , ὁταν παρεγεγονει ,
ὑπο Φιλιππου και πρεσβεις Ἀθηναζε πεμψασιν οἱ Ἀθηναιοι συμμαχιαν τε ἐποιησαντο * * * και βοηθειαν ἐπεμψαν πελταστας δισχιλιους ,
9999967 ἐμης
' ἑρμηνευματα . ἠ και δαμαρτος εἰμ ' ἐγω φονευς ἐμης ; μιας ἁπαντα χειρος ἐργα σης ταδε . αἰαι
καταδυουσι τῳ ἀχει . ὡς γαρ ὁ θρους διηλθε της ἐμης συμφορας , οἱ μεν ἐχθροι ἐφηδονται μοι , οἱ
9999967 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999967 λιπαραι
Ἀλονη και Φυσια και Ὀφιοεσσα και Βεσβικος , γονιμοι και λιπαραι . : Ἀδραστεια , μεταξυ Πριαπου και του Παριου
τῳ ἀπολλωνι . ὡς και καλλιμαχος . τερπουσιν [ ] λιπαραι φοιβον ὀνοσφαγιαι . διδυμος δε φησι : ταυτα μετα
9999967 ἀποφατικως
ἑν τι καθ ' ἑνος κατη - γορων καταφατικως ἠ ἀποφατικως και δια τουτο λεγομενος κατηγορικος , ἠ ὁ σχεσιν
την ἐπιφανειαν ἀρχης ἐπεχει λογον : διο το μεν σημειον ἀποφατικως μονως ἐδιδαξεν , την δε γραμμην και ἀποφατικως και
9999967 ἐκκλησιαι
θεραπειαι και προσοδοι και χοροι και θυμηδιαι , ἐτι δε ἐκκλησιαι και βουλευτηρια , ἁ θεων ἡ πρεσβυτατη συναγει Θεμις
αἰτιᾳ τους προτερους εἰχον δημαρχους ὡς προδεδωκοτας το κοινον : ἐκκλησιαι τε συνεχεις ὑπο των τοτε δημαρχων ἐγινοντο και ἀπαιτησεις
9999967 ἐπιστασθε
τῳ τι νεωτεριζειν ἐπιχειρουντι ; και μην τοσουτον γ ' ἐπιστασθε , ὁτι εἰ τοτ ' ἐν τοις Ἑλλησιν ἐνικησε
κατ ' ὑμεας τεταγμενους Ἑλληνων , τωνδε εἱνεκα : ὑμεις ἐπιστασθε τους Μηδους και την μαχην αὐτων ἐν Μαραθωνι μαχεσαμενοι
9999967 ἀρτηριαις
, και ἀπορουσι : τι οὐν ; το ἐν ταις ἀρτηριαις περιεχομενον πνευμα ψυχρον ἐστι ; λυσις . . .
και συστολῃ συνισταμενη και ἐν τῃ καρδιᾳ τε και ταις ἀρτηριαις ἀρχην ἐχουσα . ἡ ἀρτηρια κυκλοειδως κινειται ἠ ἐπ
9999967 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999967 μεσουσης
. ἐσιασι δε πριν μεν ἡλιον ἀνισχειν συμβαλουντες δρομεας , μεσουσης δε της ἡμερας ἐπι το πενταθλον και ὁσα βαρεα
λεγοντος εἰναι το ῥηθεν μνημης ἐτυχε , το δε δευτερον μεσουσης αὐτης και της ἀποφασεως ἀρχομενης , οἱον Πιττακου του

Back