και σπειραια και ἀγνος και ἀλλ ' ἀττα και των λαχανωδων τα κεφαλορριζα . ἐξ ἀμφοτερων δε και των δενδρων
Ὁ δε ἑρπυλλος και το ἑλενιον δριμυτερα καθαπερ και των λαχανωδων το πηγανον . Αἰτιον δε ὡς μεν εἰπειν καθολου
9999974 παρατιθησι
. . ὁ πολιτης Δρυοπαιος , ὡς Ἡροδωρος , ὁν παρατιθησι Ἐπαφροδιτος . . . . : Ἡροδωρος δε φησιν
το χωριον . Πινδαρος δε και Κηφισσιδα καλει ταυτην : παρατιθησι γουν την Τιλφωσσαν κρηνην ὑπο τῳ Τιλφωσσιῳ ὀρει ῥεουσαν
9999973 νυκτερις
' αἱ τρεις ἐσωθησαν χωρις πραγματων . Δειμαινουσα γουν ἡ νυκτερις το χρεος μη ἀπαιτηται , περιπολειται νυκτωρ : Ὁποταν
ἀει τουτο δυνατον : οἱον ὁλον τουτο δυναμαι εἰπειν ἡ νυκτερις ὀρνις και οὐκ ὀρνις ἐστιν , ὁ εὐνουχος ἀνηρ
9999973 ἀνευθεν
. ἡ δ ' ὁτε δη γαιης ἀπο πατριδος ἠεν ἀνευθεν , φαινετο δ ' οὐτ ' ἀκτη τις ἁλιρροθος
: Ἰδομενευ τι παρος λαβρευεαι ; αἱ δε τ ' ἀνευθεν ἱπποι ἀερσιποδες πολεος πεδιοιο διενται . οὐτε νεωτατος ἐσσι
9999972 πεποιημενῳ
εἰς ὁσον ἀνυστον , του σπερματος , και τῳ οὑτω πεποιημενῳ προσηνειας ἑνεκα μυρου ἰρινου οὐ πολυ μιγνυται αὐτῳ .
μονωθεισαν ἐπισκοπει , τικτουσαν δ ' οὐκετι τῳ την ἐπισκεψιν πεποιημενῳ , ἀλλα τῳ σοφιας τυχειν γλιχομενῳ , οὑτος δε
9999972 ἐντυγχανειν
ἰδου γε τοι τολμω μη μονον τοις ἱεροις Μωυσεως ἑρμηνευμασιν ἐντυγχανειν , ἀλλα και φιλεπιστημονως διακυπτειν εἰς ἑκαστον και ὁσα
, προς τῃ ἀνατολῃ οἰκουντες , τεσσαρσιν ὡραις πρωτοι λεγονται ἐντυγχανειν τῃ ἐκβολῃ του ἡλιου των Ἰβηρων , προς δυσμαις
9999972 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999972 παρατιθεμενα
δυο πλεκεται ἀγκυλια [ και ] κατ ' ἐναλλαγην ἀλληλοις παρατιθεμενα , το μεν ἐσωθεν ἐξω , το δ '
τουτοις : εἰπερ αἱ δυο γραμμαι μια γινονται , τα παρατιθεμενα ἀλληλοις σωματα ἑνι ἀκρῳ ἐσται ἐλασσονα : γεγονασι γαρ
9999972 κατεμεινεν
Λυγκεως παιδες την βασιλειαν ἐνειμαντο , και Ἀκρισιος μεν αὐτου κατεμεινεν ἐν τῳ Ἀργει , Προιτος δε το Ἡραιον και
την Ἑλλαδα και την βαρβαρον αὐθις ἐσκεδασθη , ὀλιγον δε κατεμεινεν ἐν Ἰταλιᾳ των Ἀβοριγινων προνοιᾳ . πρωτον μεν οὐν
9999972 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999972 ἁρμονικος
„ . κρουμα , διασχεσιν . εἰσουμενα ἐπι Ἀριστοξενους λεπτοετι ἁρμονικος . Ἐνεπισκηψασθαι και Ἐγγυην καταβολης . καταδικασθεντων τινων δημευεσθαι
και τἀποβαινον : ὀξυ το περικομμ ' , ἀφες . ἁρμονικος , οὐ μαγειρος . ἐπιτεινον το πυρ . ὁμαλιζετω
9999971 σοφωτατον
οὑτω λαβοντα , ὡς ἐγω λεγω , τουτον ἐγω καλω σοφωτατον και διισχυριζομαι παιζων τε και σπουδαζων . δηλον γαρ
του Σωκρατους ὁ θεος μεμαρτυρηκε περι ἀμφοιν , χρησας ἐκεινον σοφωτατον εἰναι , ὡστε διπλην οὐσαν την του Σωκρατους μαρτυριαν
9999971 δεκατην
: ἐπην δε γενηται δεκαταιη , ἀφαιρεειν του γαλακτος την δεκατην μοιρην και του ὑδατος : ὁσον δ ' ἀν
. δια τουτο οἰμαι τα πρωτοτοκα καθιερωσε παντα , την δεκατην , λεγω Λευιτικην φυλην , ἀντικαταλλαξαμενος προς διατηρησιν και
9999971 συγγραψαντες
αὐτῳ δεικνυται ὁ μαγειρος . και οἱ τα Ὀψαρτυτικα δε συγγραψαντες Ἡρακλειδης τε και Γλαυκος ὁ Λοκρος οὐχ ἁρμοττειν φασι
ὡς Ἡροδοτος και Κτησιας και Ἑλλανικος και οἱ τα Ἰνδικα συγγραψαντες . . . . : : / / .
9999971 ὑποχονδριοις
ἐν τῳ περι ἐμπλαστρων παραδωσομεν τοπῳ . ἁρμοζει δε τοις ὑποχονδριοις και τοις μεσοις πασι κοινως μεν τα δια των
λυσιτελες . εἰ δε και φλεγμονη τις ὁμου ἀμφι τοις ὑποχονδριοις εἰη , πανυ ἀγαθον ἐπιπλασμα γινεται : ὀλιγον γαρ
9999971 ἀποτυγχανειν
τουτο ποιει , ” μελετω , “ εἰπεν , ” ἀποτυγχανειν . “ αἰτων τινακαι γαρ τουτο πρωτον ἐποιησε δια
ἀργαλεωτατῃ νοσῳ , ἐπαιρομενοι . προς γαρ τῳ του τελους ἀποτυγχανειν ἐτι μετ ' οὐ μικρας βλαβης μεγαλην αἰσχυνην ὑπομενουσιν
9999971 λαμβανοντι
ἡδονη ἀγαθον . ἀλλα οὐδε τουτων τις ὁ αὐτος τῳ λαμβανοντι πασαν ἡδονην ὑπο τεχνης γενησεσθαι , παν το ὑπο
εἰτα προϲπαϲϲειν ξηρῳ νιτρῳ ἠ μετα τρυγοϲ ὀξουϲ ἠ τῳ λαμβανοντι νιτρου ἀφρου # α , λιβανωτου , θειου ἀπυρου
9999971 φλεβοτομειν
την ὑλην , ἀλλα κατεχειν . ἐπισφαλες δε και το φλεβοτομειν , ὁτι μη κρατηθεισης μεν της φορας του αἱματος
: και δει σχεδον ἐπι παντων και μαλιστα των συνοχων φλεβοτομειν , ἐαν μηδεν ἀντιπραττῃ , καθαπερ ἐν τῳ θʹ
9999971 ἀποδεδωκαμεν
Θησειον . Ἡμεις δ ' ἐπει τον περι Θησεως λογον ἀποδεδωκαμεν , ἐν μερει διεξιμεν περι τε της κατα την
ταυτα και προ ᾠδης . Ἀλλ ' ἰδου νυν γε ἀποδεδωκαμεν , του δε μη λεξαι κακως αὐτῃ τε και
9999971 ἀντικειμενῳ
ἐστι δε οὐχ ὁ αὐτος : ἐν μεν γαρ τῳ ἀντικειμενῳ ἐστι πραγμα γεγονος , οἱον ἠριστευκεν , οὐκ ἠριστευκε
ἠν ὁ του Λυσιου λογου χαρακτηρ , εἰκοτως αὐτος τῳ ἀντικειμενῳ ἠθελησε χρησασθαι τῳ σεμνοπρεπεστερῳ προς καταπληξιν και χειρωσιν του
9999971 ἀνελευθεριαν
ἐαν μεν ἀλλοις νομοις τε και ἐπιτηδευμασιν ἀφαιρηται τις την ἀνελευθεριαν και φιλοχρηματιαν ἐκ των ψυχων των μελλοντων αὐτα ἱκανως
μη λαμβανειν ἀλλα συμφυρουσι και μιγνυουσιν εἰς ταὐτον ἀσωτιαν και ἀνελευθεριαν : λαμβανουσι γαρ ὁθεν μη δει συνεχως , ἱνα
9999971 ἀναγραφαις
ἀγαθον νενομισται . και ταυτην ηὐξατο τις ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις πατηρ υἱῳ , τῳ ἀφρονι Ἠσαυ ὁ ἀριστος Ἰσαακ
Ἱεροσολυμα τον νεων κατασκευασασθαι , μεχρι μεν τουτων ἠκολουθησε ταις ἀναγραφαις , ἐπειτα δε δους ἐξουσιαν αὑτῳ , δια του
9999971 σκηναις
της γης ὑπ ' αὐτου δεδῃωμενης . μενοντες δε ὑπο σκηναις αὐτοσχεδιοις , οἱ δε πλειστοι ὑπο γυμνῳ τῳ ἀερι
διπτυχους νεκρους στειχουσα θαπτε : δεσποτων δ ' ὑμας χρεων σκηναις πελαζειν , Τρωιαδες : και γαρ πνοας προς οἰκον
9999970 ξηροτεροι
ἀφροδισιαστην και φιλητον ἀνδρα και ἐρωτικον σημαινουσιν . εἰ δε ξηροτεροι εἰσιν και ἀνεῳγμενοι μη ἐνυπαρχοντος τρομου , νοσον σημαινει
' ἑψησεως τακεροι γενηθεντες , εἰτα λειωθεντες και ἐπιτεθεντες : ξηροτεροι δ ' εἰ φανειεν κατα την συστασιν , της
9999970 ἀπαραιτητον
δει . ὁ τε γαρ προλαβων , | ὡς οὐκ ἀπαραιτητον ἀλλ ' εὐμενες δι ' ἡμεροτητα φυσεως ἐστι το
εἰς την οἰκιαν ἀπεκτεινε . το μεν οὐν πικρον και ἀπαραιτητον της των πατερων ὀργης εἰς υἱους ἀδικουντας και μαλιστ
9999970 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999970 ξηραν
τριχαϲ . Ἀλλο . κυκλαμινου ῥιζαν λειαν χλωραν ἐπιχριε ἠ ξηραν μετ ' ὀξουϲ καυϲαϲ χρω . Ἀλλο . αἰλουρων
ἀτμιζειν : ἀλλα την μεν ἐνικμον αὐτης εἰναι την δε ξηραν . Την μεν οὐν ἐνικμον σιτοφορον ἀγαθην : ἱκανον
9999970 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999970 ἐρωτας
ταυτης γαρ ἐφιεμενοι μαλιστα ἐνδιδοασι προς τους των εὐ πεφυκοτων ἐρωτας . γραφεται δε και οὑτως : ἐρωτικοι γαρ οἱ
του Ἠλειου , ὁν Θεοφραστος ἐν τῳ Ἐρωτικῳ περι τους ἐρωτας δεινον γεγονεναι λεγει . οὐκ ἀν ἁμαρτοι δε τις
9999970 ταραχθεις
πιστων ἀναγνωσθησομενον πεμπει τῳ Λαιτῳ . ὁ δε και αὐτος ταραχθεις ἀφικνειται προς Μαρκιαν ὡς δη συσκεψομενος αὐτοις περι ὡν
, το δε πυρ οὐ φυσωσι ; ὁ δε οὐδεν ταραχθεις ὑπο του ἐρωτηματος τουτι μεν , ἐφη , σοι
9999970 συνηκολουθει
σοφωτατη Φωκαις ἑταιρα οὐσα συνεστρατευετο , Μιλτω προτερον καλουμενη . συνηκολουθει δε αὐτῳ και ἡ Μιλησια παλλακις . ὁ δε
; ἡν Ζηνοφανης φησι προτερον Μιλτω καλουμενην Ἀσπασιαν μετονομασθηναι . συνηκολουθει δε αὐτῳ και ἡ Μιλησια παλλακις . ὁ δε
9999970 Σκορπιον
: αὐτος δ ' ἐς κεφαλην ἐτι που τετραμμενος ἀλλῃ Σκορπιον ἀντελλοντα μενει και ῥυτορα Τοξου : οἱ γαρ μιν
ὁ κυριος εἰς τον [ περι ] θεου τοπον ἐτυχε Σκορπιον , οἱ δε της αἱρεσεως κυριοι Κρονος και Ἑρμης
9999970 μυριοις
γης ὡς προς την σεληνην ἐχουσης . Ἐν γαρ σταδιοις μυριοις τοσαυτης της διαφορας γινομενης γνωριμον ὁτι μη πολυ της
γραφης , ἡν περι του γενους αὐτων συνταξαμενος ἐξεδωκα , μυριοις βεβαιωσειν τεκμηριοις την προθεσιν , ἐθη και νομιμα και
9999970 συγγενει
Κολλατεια , χρειας τινας ὑπηρετησων στρατιωτικας παρ ' ἀνδρι κατηχθη συγγενει Λευκιῳ Ταρκυνιῳ τῳ Κολλατινῳ προσαγορευομενῳ . τουτον τον ἀνδρα
, δυναται παυσαι παραφροσυνην . ὡσπερ και τῳ του Δεξιππου συγγενει . παλιν μερικου ἐμνησθη πασχοντος , ἱνα δηλωσῃ ὁτι
9999970 νομισαντα
ἐς κορακας . ὁ δε Αἰσωπος μυθικως κολοιον μεγαν , νομισαντα τοις κοραξιν ὁμοιον εἰναι , προς αὐτους πολευθηναι :
πολλοις κεχρημενον και το δια τους τροπους εὐδοκιμειν οὐ χειρον νομισαντα του δια τους λογους . καιτοι συ πεμπειν αὐτον
9999970 κλειδων
. . . μηχανωνται , και μαλιστα ἐπι τῃ των κλειδων ἀνοιξει . ἐκ της παλαιστρας ] ἐκ του διδασκαλειου
των ὑποχονδριων καλουμεν , ἀλλα και το συμπαν ἀπο των κλειδων μεχρι των αἰδοιων : κεφαλην δε και το τετριχωμενον
9999970 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999970 ἀποδοκιμαζειν
διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν ] σημειωσαι ὡς
γεγενημενην , δι ' ἡν οὐ δυναμενοι αἱρεισθαι τι ἠ ἀποδοκιμαζειν καταληγομεν εἰς ἐποχην . ὁ δε ἀπο της εἰς
9999970 ἐμποιουσι
τι ἡ πολυυπνια και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιπολυ γενομενη βαρος ἐμποιουσι τῃ κεφαλῃ ; και οὐκ ἐστι λεγειν ὁτι ὡς
μαλλον , λυμαινονται δε τα σωματα και τοις σωμασι νοσους ἐμποιουσι , τι δει λεγειν ; τι δε και λεγειν
9999970 ἀδικουσι
κατασκευασεις τουτο παραδειγμασιν , ὁτι πολλοι ἀγνοουντες και φιλοις ἀγνοουσιν ἀδικουσι συνερχονται . ἀρ ' οὐν ἐπειδη ἠγνοησαν , εἰδοτες
ἀλλων κατηγορησει . τους μεν οὐν ἀλλους οἱ ἐπιταξαντες καταδεξασθαι ἀδικουσι και του αὐτου ἀσεβηματος αἰτιοι εἰσιν : εἰ δ
9999970 τιμιωτατον
. Οὑτω δη ἐγωγε φημι Ἐρωτα θεων και πρεσβυτατον και τιμιωτατον και κυριωτατον εἰναι εἰς ἀρετης και εὐδαιμονιας κτησιν ἀνθρωποις
προς δε τον ἡλιον τιθεμενον ἀνθρακος καιομενου ποιει χροαν . τιμιωτατον δ ' ὡς εἰπειν : μικρον γαρ σφοδρα τετταρακοντα
9999970 ὑπηρετουντα
„ Ὁ αὐτος ἰδων τινα πασιν ἑξης προχειρως χαριζομενον και ὑπηρετουντα ” κακος κακως ” εἰπεν „ ἀπολοιο , ὁτι
και τα διακοσμουμενα τοις διακοσμουσι , τοις χρωμενοις τε τα ὑπηρετουντα ὡς ὀργανα ἐστιν οὐκ ἀναρμοστα . Διοπερ τοις μεν
9999970 λειοτατην
ὁ κοκκος : ταυτην δε τριψαντες ὁλως ἐν ἀγγειοις λιθινοις λειοτατην πλυνουσιν ἐν χαλκοις [ μικρον ἐν καλοις ] ,
ἑψε , ἑωϲ οὑ αἱ πομφολυγεϲ παυϲωνται , εἰτα ἐπιπαϲαϲ λειοτατην την λιθαργυρον ἑψε μαλθακῳ πυρι ἑωϲ ἀμολυντου . Γυρεωϲ
9999970 κατηνεχθησαν
του τεως ἀπιστουμενου και της γης οὐ φερουσης το ἀχθος κατηνεχθησαν οἱ της ἐπιστολης ἀκηκοοτες εἰς γην ἐξεταζοντες οἱ πολλοι
. ἀναχθεντες οὐν ἐκ του Πειραιεως περιεπλευσαν την Πελοποννησον και κατηνεχθησαν εἰς Κορκυραν : ἐνταυθα γαρ παραμενειν παρηγγελτο και προσαναλαμβανειν
9999970 Καθαρτικον
γ , σκαμμωνιας ⋖ α , κολοκυνθιδος ⋖ δ . Καθαρτικον ὀξυπορον . Πεπερεως , κυμινου , πηγανου , σκαμμωνιας
: λουσαμενη δε και ἀφαιρεομενη , διανιζεσθω ὑδατι εὐωδει . Καθαρτικον μαλθακον , ὁπερ ὑδωρ ἀγει και φλεγματα , χλωρα
9999970 αἰσχυναι
λευκην ὑπεκφαινουσα , ἡν ἐδρυψατο μεν , οὐ μην ὡς αἰσχυναι : τα γαρ σημεια των ὀνυχων ἡδιω γραφης .
Ἀφροδιτην ὁ Ἀγχισης . ἀλλοι δ ' οὐ προσυπακουουσι το αἰσχυναι . ὁ βωκολος : βουκολος ὁ Ἀγχισης ὁ Αἰνειου
9999970 ἀσθενεστεροις
, διδου ⋖ αʹ μετ ' οἰνου , τοις δε ἀσθενεστεροις μετα γαλακτος . Εὐζωμου σπερματος ⋖ βʹ , κυμινου
δ ' αὐ δια την του χυμου συγγενειαν ἐπ ' ἀσθενεστεροις , εἰ μη που τις προσαποδοθεισα αἰτια κἀπι τουτου
9999970 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999970 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999970 προικα
αὐτῳ της πολεως , ἐστι δε Νικομηδευς , ἀγεται , προικα δε εἰσεφερεν ἡ γυνη τον τροπον . ἀλλ '
Θηριππιδου και Δημοφωντος τας τιμας ἐλαμβανεν , ἑως ἀνεπληρωσατο την προικα , τας ὀγδοηκοντα μνας . και ἐπειδη εἰχεν ,
9999970 προλογιζει
και σῳζεται . ὁ χορος συνεστηκεν ἐκ Φοινισσων γυναικων , προλογιζει δε Ἰοκαστη : . ὠ την ἐν ἀστροις :
παρα Λυκιδα , και οὑτω χωριζονται ἀπ ' ἀλληλων . προλογιζει ὁ Θεοκριτος . ἐς τον Ἀλεντα : τοπος ἐν
9999970 κιναιδος
τι του χθιζου αὐτῳ ζωμου ἐγκατεμεμικτο . και ὁ γε κιναιδος , ὁ συνεδρος , οὐκ ἀμουσως ποτε και εἰς
στρουθωδης . ὁ δε Διδυμος μητερα Κλεοκριτου , ὁτι ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι
9999970 κατεσταθησαν
, ἐν δε τῃ Ῥωμῃ ἀντι των ὑπατων τρεις χιλιαρχοι κατεσταθησαν , Γαιος Ἰουλιος , Πουπλιος Κορνηλιος , Γαιος Σερουιλιος
ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησι . . . . ἐν Ῥωμῃ κατεσταθησαν ὑπατοι Λευκιος Κορνηλιος Λεντλος και Κοιντος Ποπιλλιος . ἐπι
9999970 βραχυτατων
αὐτων ὡν σκοπειτε συμβουλευειν , και ταυθ ' ὡς δια βραχυτατων . οὐ γαρ ἐνδειᾳ μοι δοκειτε λογων οὐδε νυν
της αἱρεσεως ὑπογραφην ἀπο τουτων ὡρμησθαι , καθαπερ ἐπιδειξω δια βραχυτατων . Ὁτι γαρ οὐ μονον αἱρετα τα τεκνα τοις
9999970 κατεδυσαν
ὑπο των ἀλλων πλην Σιδωνιων ἐπανηχθη τῳ Δολοβελλᾳ , και κατεδυσαν μεν ἑκατερου νηες ἱκαναι , πεντε δε αὐτοις ἀνδρασιν
ἐν τῳ λιμενι . και ἑνδεκα μεν ναυς των Συρακοσιων κατεδυσαν , και τους πολλους των ἀνθρωπων ἀπεκτειναν , πλην
9999970 κλειουσι
τῳ κοινῳ προσκτωμενους . Τας δε θυρας των οἰκιων οὐδεποτε κλειουσι . , : Ὀμβρικοι ἐν ταις προς τους πολεμιους
και προς την κυστιν προσ - ιστανται και πιεζουσι και κλειουσι την κυστιν και στραγγουριην παρεχουσιν : ἐστι δ '
9999969 σκυθρωπος
περι του δευτερου σημειου λυσιν διαγνωναι : ὑποσχομενος δε ἐξηλθεν σκυθρωπος . και εἰσῃει οὐν εἰς τον ἰδιον οἰκον ,
? ὠ φιλτατος συ και μονος τουτων ἀνηρ τι μοι σκυθρωπος ἐξεληλυθας δομων ; ναι ναι , καταιδεσθητι πατρῳον Δια
9999969 βουλευτηριον
ὁμονοουντων τινα βοηθειαν εὑρασθε ὑμεις περι μεσας νυκτας εἰς το βουλευτηριον συνελθοντες ; ἡπερ ὠνησεν ὁμολογουμενως παντα τα πραγματα και
. . . . . ἀλλ ' ἐστιν εὐστοχον τι βουλευτηριον ταὐτοματον . ἐπηρεαστικον γε τι ταὐτοματον ἐστι τῳ βιῳ
9999969 ἠδικηκοτων
, οὐκ ἀξιουμεν ἐλαττωθηναι ὑπο των και ἡμας και ὑμας ἠδικηκοτων . Χωρις δε τουτων , ἀνδρες Ἀθηναιοι , μη
, ὠ ἀνδρες δικασται , τινος εἱνεκ ' ἐγω μηδεν ἠδικηκοτων τουτων κατηγορειν ἀν προειλομην . οὐ γαρ εὑρησετε .
9999969 εὐδοκιμουντας
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . Ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ᾠηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ὠιηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
9999969 κοιλιων
του περι τας νησους ὠφθησαν ἐπιδραμουσαι , των κατα βαθους κοιλιων ἀναστομωθεντος πορου τινος και του πυρος βιασαμενου προς το
κατ ' ἰνιον : ἐνταυθα γαρ ἡ τε κυριωτατη των κοιλιων ἐστι του ἐγκεφαλου και ἡ του νωτιαιου μυελου ῥιζωσις
9999969 αἰσθητων
, ἡ δε των δευτερων . Και παλιν ἐπει των αἰσθητων ἐστι τα μεν πρωτα , ὡς αἱ ποιοτητες ,
οὐρανον , ἁτε κρατιστον ὀντα των γεγονοτων , βασιλεα των αἰσθητων εἰποι τις ἀν οὐκ ἀπο σκοπου , οὑτως και
9999969 κατελυσαν
και διετελεσαν κυριοι των τοπων ὀντες , μεχρι οὑ Ῥωμαιοι κατελυσαν αὐτων την ἡγεμονιαν . του δ ' Ἰβηρικου πλουτου
οὐχ οὑς ἐφοβειτο , ἀλλ ' οἱς ἑαυτον ἐνεχειριζε , κατελυσαν : ἐνιοι δε και αὐτοι των τριακοντα ἐγενοντο οἱ
9999969 ἀναξιως
τοιαυτα ἡμιν οἱ νεοι σπουδῃ ἀκουοιεν και μη καταγελῳεν ὡς ἀναξιως λεγομενων , σχολῃ ἀν ἑαυτον γε τις ἀνθρωπον ὀντα
, ὡς φαυλως αὐτοις προσφερομενας : ἐγω δε ἐπειπερ ἁπαξ ἀναξιως ὡν ἐπολιτευσαμην ἠτυχησα , και κατηγορων ἀλλων αὐτος ἑαλων
9999969 αἰτιατικας
ὡρη . Των εἰς ω μεγα ληγουσων εὐθειων θηλυκων τας αἰτιατικας [ αὐτων ] εἰς ουν περατουσι : Λητω Λητουν
Χαλκιδεις οἱ ἐν Εὐβοιᾳ τοις ῥημασι τοις συντασσομενοις δοτικαις πτωσεσιν αἰτιατικας προτερον πτωσεις ἐπιφερουσιν , εἰθ ' οὑτως δοτικας ,
9999969 ἀναιδης
ἐρεις περι τουτων ? ? ? διαλεγομενον : ἐγω δε ἀναιδης ἀν ἠμην λαθραι πειρων και κλεπτομενην ἀπολαυσιν ἁρπαζων και
: κυνωπιδος , ἀναιδους : κυνειρον ἁπαλον : κυνοθρασυς , ἀναιδης : σεσημειωται το κοιλον , ἐξ οὑ και το
9999969 πεπρωμενη
' , ὠ Ζευ , και συ γ ' ἡ πεπρωμενη , ὁποι ποθ ' ὑμιν εἰμι διατεταγμενος , ὡς
δε μ ' ὠ Ζευ και συ γ ' ἡ πεπρωμενη , ὁποι ποθ ' ὑμιν εἰμι διατεταγμενος : ὡς
9999969 καταρατε
κληθηναι και κληθεντι φησι : „ λεγε μοι , ὠ καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας , ὡς εἰς το ταμιειον
παρεγενετο . και φησιν ὁ δεσποτης ” λεγε μοι , καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας ὁτι εἰς το ταμειον εἰσελθων
9999969 οἰκητηριον
, Ζωστηριου τε κλιτυν , ἐνθα παρθενου στυγνον Σιβυλλης ἐστιν οἰκητηριον , γρονῳ βερεθρῳ συγκατηρεφες στεγης . Τοσαυτα μεν δυστλητα
ἡκει δευρ ' ἐχουσα Τρωϊκας ; ὡς Ἑλλας αὐτηι σμικρον οἰκητηριον . οὐδεν το δουλον προς το μη δουλον γενος
9999969 ἱκανωτατος
σκεψαμενος . . . αὐ , ὁς ἀν δοκῃ αὐτῳ ἱκανωτατος εἰναι εἰς το ταυτα ἐπιτηδευσαι , τουτῳ συνεσται .
νεανιας ἐστι καλος και τἀλλα ἐρωτικος και τα τοιαυτα κρινειν ἱκανωτατος . οὐκ ἀν ἐκεινος δικασειεν κακως . Τουτο μεν
9999969 ἀναγκασθεις
νηπιων καταλειφθεντων οὐχ ἑκων , ἀλλ ' ὑπο των πραγματων ἀναγκασθεις : ἐπειδη τον μεν παππον ὑμων οἱ της βασιλειας
ἀλλ ' ἀκων , δια την συμφοραν την του στρατοπεδου ἀναγκασθεις καταμειναι και βοηθησαι : ἁ δε ὁ Ὀδυσσευς ,
9999969 ἀπαγγειλαντων
ἐπεθετο τουτων ἡμαρτεν οὐδενος . Δυο νεανισκων κεκονιμενων και ἀγγελιαν ἀπαγγειλαντων . Ὁτι Ὁμηρος πρωτος περι της ἐν τοις πολεμοις
. ἀνελθοντων δε των πρεσβεων και την εὐποριαν των Ἐγεσταιων ἀπαγγειλαντων , συνηλθεν ὁ δημος περι τουτων . προτεθεισης δε
9999969 λαμβανουσι
πλεονεκτωσι . Πολλας δε γαμουσιν ὠνητας παρα των γονεων , λαμβανουσι τε ἀντιδιδοντες ζευγος βοων : ὡν τας μεν εὐπειθειας
ζητειν ἑτερον και παλιν ἀλλον , ἱν ' ἁ μεν λαμβανουσι , μικρα λεγωσιν εἰναι , δειν δε τον ἀρχοντα
9999969 ἐκβαλων
ἀγνωμων ἀνηρ ἐπ ' αὐτῳ τῳ ἀμητῳ και ταις ἁλωσιν ἐκβαλων τον σπειραντα γεωργον και προπεπονηκοτα τους καρπους ἀξιοι προσποριζειν
Ἰχναιας βραβευς , ἐπεσβολησας λυγρα νοσφιει γαμων , λιπτοντα κασσης ἐκβαλων πελειαδος . ὁς τους Λυκου τε και Χιμαιρεως ταφους
9999969 προστεθεισης
ὁμου πα . το δε ἀπο της ἡμισειας και της προστεθεισης ἠγουν των θ μοναδων τετραγωνον ὡσαυτως μοναδων πα .
μο θ ↑ Ϟων Ϛ , ὡστε κοινης της λειψεως προστεθεισης , γινεται δυναμις μια Ϟων Ϛ μο ιβ ἰση
9999969 αἰσθησεως
, αὑτη και σοφιᾳ συνοικος και οἰκειως ἀν ὑποκεοιτο . αἰσθησεως μεν οὐν και νου ἀφαιρεθεις ἀνθρωπος φυτῳ γιγνεται παραπλησιος
εἰς ἐπιστασιν δ ' ἐρχονται τουτων , και ἠ ἀπο αἰσθησεως ἠ ἀπο λογου ποδηγουνται ὡσπερ ἐξυπνιζομεναι . ἀλλ '
9999969 κηρυκων
ἀφροδισιων ἀμεινον μεν μη γυμναζειν , οἱ γαρ στεφανων και κηρυκων αἰσχραν ἡδονην ἀλλαξαμενοι που ἀνδρες ; εἰ δε ἀρα
των κηρυκων λεγει ὁτι [ . ] ἀει ποτε σπερμα κηρυκων λαλον : ὁς ἀν δυνηται και ἀρχῃ της πολεως
9999969 ὀνομασθεις
, θεασαμενος αὐτην Γαϊος Ἰουλιος Καισαρ ὁ δια τας πραξεις ὀνομασθεις θεος ταυτην ἀνεστησεν . Ἐναντια γαρ παθη συνειχε τας
Διζηρου πορῳ „ . ἰσως ἀπο του διζησθαι την Μηδειαν ὀνομασθεις . το ἐθνικον Διζηριος και Διζηριτης , ὡς Ἀλωρος
9999968 πεπληρωμενην
οὐν την ἀσπιδα τοις ἀριστεροις βραχιοσι τῃ γραφῃ της ὑδρας πεπληρωμενην και δια της γραφης της ὑδρας ἐκπληρων ἐχιδναις ,
Ἠγουν οἱ ἐναρετοι λαθειν οὐ δυνανται . Καχλαζοισαν ] Ἠγουν πεπληρωμενην . Κτεανων ] Ἠγουν των του πλουτου κτηματων .
9999968 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999968 φοβερωτερος
δια το πληθος ἐνδοιασαντα . ὁποτερως δ ' ἐπραξε , φοβερωτερος αὐτοις της των πολεμιων ἡττης φανεις αὐτικα μυριων Σπαρτακειων
πραος ἰδεσθαι κατεφαινετο , ἀλλα διεγηγερμενος τῃ σχεσει και ἰδεσθαι φοβερωτερος : εἱποντο δε αὐτῳ δρακοντες , χρημα τι ἑρπετων
9999968 συνηκεν
ἀρχομενου , προεκοπτεν ἡ γαστηρ : ἐν δε τῳ λουτρῳ συνηκεν ἡ Πλαγγων , ὡς ἀν ἠδη πειραν ἐχουσα των
χρυσος ἐν αἰθερι λαμπρος ” ἀντι του μαρτυρων . ξυνετο συνηκεν . ξυνεσις συναφεσις , ἠ εἰς το αὐτο συμβολη
9999968 κακουργοι
και φευγει τας ἀγορας , καλεισθω μεν , ὡσπερ οἱ κακουργοι , γραμμασι , φανεις δε ὡν τον χρηστον εἰκος
κρυπτοντες τον νουν και τον σκοπον αὑτων , κακομηχανοι , κακουργοι . ὁσοι δε ἁμα τῳ γελωτι ὑποβλεποντες εἰσι και
9999968 ἐκεινῳ
Εὐβουλον μονον , ἀλλα και προς ἁπαντας ὁσοι την αὐτην ἐκεινῳ πολιτειαν ἀνῃρηνται . εἰτα και την αἰτιαν προστιθησι δι
οὐν δια την ὀργην σου δοκεις ὁτι μαθησομαι ; Ταυτα ἐκεινῳ μονῳ λεγειν ἐξεστι τῳ τοιαυτην ἐπιβολην ἐνηνοχοτι . εἰ
9999968 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999968 ἐξαλεασθαι
ἐπιβλαβες * δακος : γραφεται και κακον δηγμα το δε ἐξαλεασθαι ἀπαρεμφατον ἐστι ἀντι προστακτικου , ἠτοι ἀντι του ἐξαλυξον
Ἀλλ ' ἐτι τονδ ' ἐπακουσον , ὁν εἰπε σοι ἐξαλεασθαι χρησμον Λητοϊδης , Κυλληνην , μη σε δολωσῃ .
9999968 ἐθνικον
Ἰδαιοις ἐν ὀρεσσιν , ἁτε κλειουσι Πανακρα „ . το ἐθνικον Πανακραιος . το θηλυκον Πανακρις . ἐστι δε και
. Ἑκαταιος Εὐρωπηι . ἀπο Κρισου Φωκου ὑιου . το ἐθνικον Κρισαιος και Κρισαιον πεδιον . . . τινες δε
9999968 φθειρουσι
μετα ἡμερας τινας . τινες δε περι τον τριτον μηνα φθειρουσι τα ἐμβρυα , τα δε μη φθαρεντα ἀτροφα και
' αὐ και κατα γαιαν ἀπειριτον ἀνθεμοεσσαν ἐργ ' ἐρατα φθειρουσι χαμαιγενεων ἀνθρωπων , πιμπλεισαι κονιος τε και ἀργαλεου κολοσυρτου
9999968 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999968 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999968 θεραπευσαντες
κατεμεμψαμεθα , ὁτι γε δη ὀργιζεται οὐκ ἀδικουσιν οὐδεν . θεραπευσαντες οὐν αὐτον και ἐπι ἑστιασιν καλεσαντες ἐξωρμησαμεν . και
, ἐφη , οὑτως . Οὐκουν εἰ την διανοιαν ἱκανως θεραπευσαντες παραδοιμεν αὐτῃ τα περι το σωμα ἀκριβολογεισθαι , ἡμεις
9999968 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999968 ἀνατολικοι
γεροντος . ἐπι δε Ἀφροδιτης και Ἑρμου ἐαν ὠσιν ἑσπεριοι ἀνατολικοι νεους ἠ νεας δηλουσι τους κλεπτας , εἰ δε
. ἐπι δε Ἀφροδιτης και Ἑρμου εἰ μεν εἰσιν ἑσπεριοι ἀνατολικοι νεους ἠ νεας δηλουσι τους κλεπτας , εἰ δε
9999968 ἀναισθητοι
ἐξ εὐμαρους διωκει τους βαρβαρους : οἱ δ ' , ἀναισθητοι και λογισμων ὀλιγα κοινωνουντες , ὑπ ' αὐτου διωκονται
? ? γεροντες ? [ ] ξηροι ? και ? ἀναισθητοι , ὁτι χωρις ὑγροτητος ? ? : ἀναλογως ?
9999968 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999968 ξηραινουσι
και στομωματος , ὀνομαζουσι δε τινα και ἡλιτιν λεπιδα . ξηραινουσι μεν οὐν ἰσχυρως ἁπασαι , διαφερουσι δ ' ἀλληλων
ἐκπνεει , το δε ψυχρον ἐπαγεται . Ἀρτοι θερμοι μεν ξηραινουσι , ψυχροι δε ἡσσον , ἑωλοι δε τι ἡσσον
9999968 ἐμπεδος
λυγρον κατεδαμνατο γηρας . Ἀλλα οἱ ἐν στερνοισιν ἐτ ' ἐμπεδος ἐπλετο θυμος και νοος , οὐδε τις ἀλλος ἐριδμαινεσκεν
σευοντα κατα μοθον . Ὡς ὀφελον μοι ἀλκη ἐτ ' ἐμπεδος ἠεν , ἱνα γνωῃς ἐμον ἐγχος . Νυν δε
9999968 διακεκριμενα
και γεννωμενων ἐρουμεν ὡς ἑτερα και τα αὐτα και ὡς διακεκριμενα ἀπ ' αὐτων , και ὁμου προς αὐτα ἡνωμενα
ἀφεξῃ , Μακεδοσι δε προσθησεις τηνδε την ἀτιμιαν , ἠ διακεκριμενα ἐσται σοι αὐτῳ τα των τιμων ἐς ἁπαν ,
9999968 πιστευσαντες
ὡσπερ ἐνεχυρον αὐτο τουτ ' ἐχοντες ἐπαρθηναι και τουτῳ μαλιστα πιστευσαντες ἁμαρτειν , οὐ τῳ δια τελους κρατησειν της πολεως
' ἀγνοησαιεν ὁσῳ λαμπροτερος και μειζων ἀνηρ , τοσουτῳ προχειροτερον πιστευσαντες αὐτῳ , μηδε ἡν οὐ θεμις οὐδεν φλαυρον ἀκουσαι
9999968 κανονιζει
μικρον δια τουτο ἐπι τας μετοχας καταπεφευγε και ἀπο τουτων κανονιζει τα εὐκτικα ἐνεργητικα , δηλον ἐστιν ἀπο των εὐκτικων
ὀνομα μονοσυλλαβον . Το δεκατον πεμπτον τας πλαγιας των ὀνοματων κανονιζει , και τους κατα κλισιν ἀριθμους και τους κατα
9999968 ἐκελευσας
. Ἀνεγνων τοις φιλοις την ἐπιστολην την μακραν ἐκεινην , ἐκελευσας γαρ και οὐκ ἠν ἀπειθειν τοσαυτῃ δυναμει . ἡ
ἐσεσθαι σε των ἑκαστοτε πρακτεων οἰομενος : ἐπει δ ' ἐκελευσας μνημονευσαι με και του ὑγιεινου μερους , ἐνταυθα την

Back