Λυγκεως παιδες την βασιλειαν ἐνειμαντο , και Ἀκρισιος μεν αὐτου κατεμεινεν ἐν τῳ Ἀργει , Προιτος δε το Ἡραιον και
την Ἑλλαδα και την βαρβαρον αὐθις ἐσκεδασθη , ὀλιγον δε κατεμεινεν ἐν Ἰταλιᾳ των Ἀβοριγινων προνοιᾳ . πρωτον μεν οὐν
9999989 κατεμειναν
' Ἀγαμεμνονος τινες δια νοσον την περι τας πυγας ἐνταυθα κατεμειναν . Πτωματα ἐλαιων : Λυσιας ἐν τῳ κατα Νικιδου
θεου το ἀτρεπτον εἰναι : ἀλλ ' οἱ μεν τραπεντες κατεμειναν ἀχρι παντελους φθορας , οἱ δ ' ὁσον μονον
9999989 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999987 ἀναιδης
ἐρεις περι τουτων ? ? ? διαλεγομενον : ἐγω δε ἀναιδης ἀν ἠμην λαθραι πειρων και κλεπτομενην ἀπολαυσιν ἁρπαζων και
: κυνωπιδος , ἀναιδους : κυνειρον ἁπαλον : κυνοθρασυς , ἀναιδης : σεσημειωται το κοιλον , ἐξ οὑ και το
9999987 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999987 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999987 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999987 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999986 συνηκολουθει
σοφωτατη Φωκαις ἑταιρα οὐσα συνεστρατευετο , Μιλτω προτερον καλουμενη . συνηκολουθει δε αὐτῳ και ἡ Μιλησια παλλακις . ὁ δε
; ἡν Ζηνοφανης φησι προτερον Μιλτω καλουμενην Ἀσπασιαν μετονομασθηναι . συνηκολουθει δε αὐτῳ και ἡ Μιλησια παλλακις . ὁ δε
9999986 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999986 ἐμεινεν
καταστασιν ἐτηρησαν , εὐδαιμονεστατον δε βιον ἐχοντες διετελεσαν , ἑως ἐμεινεν ἡ προειρημενη των νομων συνταξις , προς δε τουτοις
αὐτον μετεστησεν , ἠ τῳ παιδι συγχαιρων της ληξεως , ἐμεινεν ἀτρεπτος : και ἡ μητηρ δε , προς τον
9999986 λεγουσης
ἡμερας μεν ἡσυχαζει , νυκτωρ δε ᾀδει . της δε λεγουσης ὡς οὐ ματην τουτο πραττει , ἡμερας γαρ ποτε
λευκον και ἐστιν οὐ λευκον : της γαρ καταφασεως της λεγουσης ἐστι λευκον οὐκ ἐστιν ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον
9999986 κομισαντες
των ἐν τῃ δευτερᾳ ἀποδειξει ἐμπεριεχομενων λεκτων , και τριτην κομισαντες των ἐν τῃ τριτῃ , και τεταρτην των ἐν
δε ἑξακοσιαι συνελεχθησαν . Τῃσι μεν νυν στηλῃσι ταυτῃσι Βυζαντιοι κομισαντες ἐς την πολιν ὑστερον τουτων ἐχρησαντο προς τον βωμον
9999986 ἀντιστρεφει
, οὐτε ἀναγκαιον ἐστιν οὐτε ὑπαρχον . εἰ τοινυν οὐκ ἀντιστρεφει κατα την του εἰναι ἀκολουθιαν το ὀν , ἐπι
ἐξ ἀμφοτερων ἐχοντων των μερων ταν ἀντιστροφαν τα μεν ἀδιαφορως ἀντιστρεφει ἀλλαλοις , ὡς το ὁμοιον και το ἰσον και
9999985 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999985 σοφωτατον
οὑτω λαβοντα , ὡς ἐγω λεγω , τουτον ἐγω καλω σοφωτατον και διισχυριζομαι παιζων τε και σπουδαζων . δηλον γαρ
του Σωκρατους ὁ θεος μεμαρτυρηκε περι ἀμφοιν , χρησας ἐκεινον σοφωτατον εἰναι , ὡστε διπλην οὐσαν την του Σωκρατους μαρτυριαν
9999985 ἐντυγχανειν
ἰδου γε τοι τολμω μη μονον τοις ἱεροις Μωυσεως ἑρμηνευμασιν ἐντυγχανειν , ἀλλα και φιλεπιστημονως διακυπτειν εἰς ἑκαστον και ὁσα
, προς τῃ ἀνατολῃ οἰκουντες , τεσσαρσιν ὡραις πρωτοι λεγονται ἐντυγχανειν τῃ ἐκβολῃ του ἡλιου των Ἰβηρων , προς δυσμαις
9999985 ἀποδοκιμαζειν
διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν ] σημειωσαι ὡς
γεγενημενην , δι ' ἡν οὐ δυναμενοι αἱρεισθαι τι ἠ ἀποδοκιμαζειν καταληγομεν εἰς ἐποχην . ὁ δε ἀπο της εἰς
9999985 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .
9999985 ἀναγκασθεις
νηπιων καταλειφθεντων οὐχ ἑκων , ἀλλ ' ὑπο των πραγματων ἀναγκασθεις : ἐπειδη τον μεν παππον ὑμων οἱ της βασιλειας
ἀλλ ' ἀκων , δια την συμφοραν την του στρατοπεδου ἀναγκασθεις καταμειναι και βοηθησαι : ἁ δε ὁ Ὀδυσσευς ,
9999985 πιστευσαντες
ὡσπερ ἐνεχυρον αὐτο τουτ ' ἐχοντες ἐπαρθηναι και τουτῳ μαλιστα πιστευσαντες ἁμαρτειν , οὐ τῳ δια τελους κρατησειν της πολεως
' ἀγνοησαιεν ὁσῳ λαμπροτερος και μειζων ἀνηρ , τοσουτῳ προχειροτερον πιστευσαντες αὐτῳ , μηδε ἡν οὐ θεμις οὐδεν φλαυρον ἀκουσαι
9999985 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999985 ἀποτυγχανειν
τουτο ποιει , ” μελετω , “ εἰπεν , ” ἀποτυγχανειν . “ αἰτων τινακαι γαρ τουτο πρωτον ἐποιησε δια
ἀργαλεωτατῃ νοσῳ , ἐπαιρομενοι . προς γαρ τῳ του τελους ἀποτυγχανειν ἐτι μετ ' οὐ μικρας βλαβης μεγαλην αἰσχυνην ὑπομενουσιν
9999985 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999985 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999985 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999985 δισχιλιοις
ὁτι ὁ δια Πηλουσιου παραλληλος του δια Βαβυλωνος πλειοσιν ἠ δισχιλιοις και πεντακοσιοις σταδιοις νοτιωτερος ἐστι , κατ ' Ἐρατοσθενη
τῃ βουλῃ , ὁ δε δημος ἐν τῳ δικαστηριῳ ἐν δισχιλιοις ἐψηφιστο . Και μοι ἀναγνωθι το ψηφισμα . Εἰ
9999985 ἀρτηριαν
κεχυμενης της σαρκος εἰς ἀραιωσιν , διισταντας ἐπιτηδες την τε ἀρτηριαν και τας ἀλλας διεξοδους του πνευματος κατα τας βαρυτατας
καλουμενος σφυγμος παντελη μεν ἀφανισμον οὐ ποιει της κατα την ἀρτηριαν κινησεως , ἀθροως δε ἀποκοπεις και ἐφησυχασας κατα την
9999985 κατεδυσαν
ὑπο των ἀλλων πλην Σιδωνιων ἐπανηχθη τῳ Δολοβελλᾳ , και κατεδυσαν μεν ἑκατερου νηες ἱκαναι , πεντε δε αὐτοις ἀνδρασιν
ἐν τῳ λιμενι . και ἑνδεκα μεν ναυς των Συρακοσιων κατεδυσαν , και τους πολλους των ἀνθρωπων ἀπεκτειναν , πλην
9999985 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999985 κατελυσαν
και διετελεσαν κυριοι των τοπων ὀντες , μεχρι οὑ Ῥωμαιοι κατελυσαν αὐτων την ἡγεμονιαν . του δ ' Ἰβηρικου πλουτου
οὐχ οὑς ἐφοβειτο , ἀλλ ' οἱς ἑαυτον ἐνεχειριζε , κατελυσαν : ἐνιοι δε και αὐτοι των τριακοντα ἐγενοντο οἱ
9999985 ἀντεστραμμενως
φαμεν ἐγω ἠ οὑτος ἠ τι των συζυγων . ἠ ἀντεστραμμενως μετα ἀντωνυμιας , ἀνθυποφορας οὐσης ὀνοματικης . δια μεν
νικηθεισαν ὑπαγορευει , ταυτα δε πως ἐτι ἀντισχουσαν ἀπωθεισθαι , ἀντεστραμμενως τουτου συμβαινοντος τοις κατα φυσιν παρυφισταμενοις . Αἱ δε
9999984 νικητηριον
χρυσου πεποιημενη και ἐλεφαντος δυειν πηχων , ἡν Κυρος αὐτῳ νικητηριον ἐπεμψεν . Ἀλεξανδριδης δε ὁ Δελφος ἱστορει και παρακαταθηκην
λογον ἡκοντων οὐδεν περιεργαζομαι , μη τοσουτου μηδεν ἀξιον ἐστω νικητηριον , ἀλλ ' ἁ αὐτος ἐπραξε και τινων ἐπραξε
9999984 σωφρονισμον
Σπαρτης νικης γνωρισματα . Κρισαιον δε κολπον , και Κορινθιων σωφρονισμον , και καρτεριας ἐπι της ἑσπερας και καθ '
χρησμοις : ἁτε γαρ παιδευτικος ὠν και προς νουθεσιαν και σωφρονισμον ἑτοιμοτατος των οἱων τε νουθετεισθαι και σωφρονιζεσθαι παντα της
9999984 πεντακοσιους
πεζους μεν πλειους των δισμυριων , ἱππεις δε χιλιους και πεντακοσιους προηγεν δια της Θετταλιας ἐπι τους πολεμιους . οἱ
και ἡκε Μενων ὁ Θετταλος ὁπλιτας ἐχων χιλιους και πελταστας πεντακοσιους , Δολοπας και Αἰνιανας και Ὀλυνθιους . ἐντευθεν ἐξελαυνει
9999984 τιμιωτατον
. Οὑτω δη ἐγωγε φημι Ἐρωτα θεων και πρεσβυτατον και τιμιωτατον και κυριωτατον εἰναι εἰς ἀρετης και εὐδαιμονιας κτησιν ἀνθρωποις
προς δε τον ἡλιον τιθεμενον ἀνθρακος καιομενου ποιει χροαν . τιμιωτατον δ ' ὡς εἰπειν : μικρον γαρ σφοδρα τετταρακοντα
9999984 ἐμποιουσι
τι ἡ πολυυπνια και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιπολυ γενομενη βαρος ἐμποιουσι τῃ κεφαλῃ ; και οὐκ ἐστι λεγειν ὁτι ὡς
μαλλον , λυμαινονται δε τα σωματα και τοις σωμασι νοσους ἐμποιουσι , τι δει λεγειν ; τι δε και λεγειν
9999984 κελευσαι
διαλεχθωσιν ; ἠ θεαν μη κατανειμαι τον ἀρχιτεκτον ' αὐτοις κελευσαι ; ἀλλ ' ἐν τοιν δυοιν ὀβολοιν ἐθεωρουν ἀν
προσηγοριαν . . . , ἱερειας καλεσας σκιλληι ἠ σκυλακι κελευσαι αὑτον περικαθαραι . . . , , . ,
9999984 καταπλαϲϲομενη
οὐϲα δυϲωδηϲ τε και θερμη χωριϲ του ξηραινειν : ὁθεν καταπλαϲϲομενη διαφορητικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ . Ἀποχυμα ἡ ἀπο των πλοιων
φυλλα και ἡ ῥιζα λεια μετριωϲ κυαμου ἡ ϲαρξ λαμψανη καταπλαϲϲομενη λειχην ὁ ἐπι των πετρων λευκοιου παντα τα μερη
9999984 τρισχιλιας
Ζηνωνα δε κωλυσαι λαβειν . φασι δε και Ἀντιγονον αὐτῳ τρισχιλιας δουναι . ἡγουμενον τε των ἐφηβων ἐπι τινα θεαν
νυμφιοις ἐκδοθηναι δημοσιαι της πολεως τον γαμον ἐγγυωσης και προικα τρισχιλιας δραχμας ἑκατεραι ψηφισαμενης : Λυσιμαχωι δε τωι υἱωι μνας
9999984 μυριοις
γης ὡς προς την σεληνην ἐχουσης . Ἐν γαρ σταδιοις μυριοις τοσαυτης της διαφορας γινομενης γνωριμον ὁτι μη πολυ της
γραφης , ἡν περι του γενους αὐτων συνταξαμενος ἐξεδωκα , μυριοις βεβαιωσειν τεκμηριοις την προθεσιν , ἐθη και νομιμα και
9999984 σμικροτατον
, ὁτι οὑτως ἀν παν παντι ὁμοιον γενοιτο και το σμικροτατον τῳ μεγιστῳ , εἰ τις τα μη συμβαντα διεξιοι
, ἁ διηρμενα το στομα και παμμεγεθες κεχηνοτα οὐδε το σμικροτατον φθεγγεται . ἡμεις δε ἐμπαλιν : ὁσῳ γαρ δη
9999984 τρισχιλιους
και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη σταδιους εἰναι τρισχιλιους ἑπτακοσιους , τοσουτοι ἀν εἰεν και οἱ ἀπο Μασσαλιας
ταυτης και της ἀλλης Καριας φυλακην ἐγκαταλιπων ξενους μεν πεζους τρισχιλιους , ἱππεας δε ἐς διακοσιους και Πτολεμαιον ἡγεμονα αὐτων
9999984 φοβερωτερος
δια το πληθος ἐνδοιασαντα . ὁποτερως δ ' ἐπραξε , φοβερωτερος αὐτοις της των πολεμιων ἡττης φανεις αὐτικα μυριων Σπαρτακειων
πραος ἰδεσθαι κατεφαινετο , ἀλλα διεγηγερμενος τῃ σχεσει και ἰδεσθαι φοβερωτερος : εἱποντο δε αὐτῳ δρακοντες , χρημα τι ἑρπετων
9999984 κολπους
διακεκομμενων και ὀστων θαυμαστως : ἐτι ποιει προς ἐπιφορας και κολπους και ἐπι των ἀποστηματων , ὁταν κομισαμενος το ὑγρον
των σπληνων και ἡπατος . προσλαβον δε νιτρον ὀλιγον ῥησσει κολπους και σκολοπας ἀναγει : εἰ δε μιξαις τοις συκοις
9999984 κατε
τον ἀνθρωπινον ἐποπτευετε βιον , ὡν τε ἠδη τετιμη - κατε μοι πολλην οἰδα χαριν , και περι των μελλοντων
, ὡσπερ ἐν στοχασμῳ , ἀναγκαιως τοις του στοχασμου κεφαλαιοις κατε - σκευαζετο . ἐπειδη δε λεληθοτως τουτο γιγνεται ἐν
9999984 ἡμισφαιριον
χρονος ἐστιν , ἐν ᾡ ἡ ΑΕ ἐξαλλασσει το φανερον ἡμισφαιριον : ὁ δε χρονος , ἐν ᾡ το Ζ
τριακοντα , κατα δε πλατος μοιρας δωδεκα . ὁτι το ἡμισφαιριον ἀπο των νοτιων ἐπι τα βορεια ἐχει μοιρας ρπʹ
9999984 καταγελαστως
, και τα ὀρνεα ἐρχονται ὡς ὑγροτεραν την γην . καταγελαστως δε ἐνταυθα ὁ Ἱπποκρατης ἐχρησατο , ὁτι περι σωματων
εὐδαιμον των ἡγουμενων και ἑπομενων θεων . Τινες μεν οὐν καταγελαστως εἰπον ὁτι και γαρ εὐφραινονται ἀποβλεποντες εἰς τας ἀνθρωπων
9999984 πινομενη
προσαγορευουσιν . αὑτη ξηραντικης μετεχει φυσεως . και συν οἰνῳ πινομενη ἰσχιαδικους και δυσεντερικους ἰαται , και σπληνα ἐσκιρωμενον θεραπευει
σμυρνης σπερματος ἰσον : και ἀριστολοχια δε μαλιστα ἡ στρογγυλη πινομενη ὁσον δραχμης πληθος πνευματα διαλυει και τους βραδυπεπτουντας ὠφελει
9999984 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999984 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999984 σκοτεινης
δια του σπηλου . διαϊξασα : ἐξελθουσα . μελαινης : σκοτεινης , κελαινης , της βαθειας . Γυρωσασα : κυρτωσασα
φως . εἰ ζῃ δηλονοτι . λαμπραν . ἡμεραν . σκοτεινης . μελαινης . Ἀρτεμβαρης ] ὁ . πολλης .
9999984 βουλευτηριον
ὁμονοουντων τινα βοηθειαν εὑρασθε ὑμεις περι μεσας νυκτας εἰς το βουλευτηριον συνελθοντες ; ἡπερ ὠνησεν ὁμολογουμενως παντα τα πραγματα και
. . . . . ἀλλ ' ἐστιν εὐστοχον τι βουλευτηριον ταὐτοματον . ἐπηρεαστικον γε τι ταὐτοματον ἐστι τῳ βιῳ
9999984 συστελλουσι
ἐπει οἱ Αἰολεις , ἡνικα μακρᾳ παραληγεται ἡ κλητικη , συστελλουσι την ἐσχατην , οὐ μην και ἀναβιβαζουσι τον τονον
και ἡ γαστηρ , οὐ συναιρουσι το μηκος , ἀλλα συστελλουσι και στενουσι την εὐρυτητα , και παρ ' αὐτου
9999984 ἀποθανουσης
ὑπερηρκε κατασκευην , ἀνηρ δε Ἀθηναιος ἐποιησεν Ἡρωδης ἐς μνημην ἀποθανουσης γυναικος . ἐμοι δε ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ το
αὐτων ἐμαθε την ἀληθειαν . τοτε ἐλεος αὐτον εἰσηλθε της ἀποθανουσης και ἀποκτειναι μεν ἑαυτον ἐπεθυμει , Πολυχαρμος δε ἐκωλυε
9999984 δαιμονιου
των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον , ἐννοησατω πρωτον μεν ὁτι οὑτως ἠδη τοτε
' αὐτοις και των κακων ἀρχη ἐγενετο , μηνισαντος του δαιμονιου . ἐδοξαν γουν οἱ ἀρχοντες αὐτων μετ ' ὀλιγον
9999984 ἀνακως
ἐχειν λεγουσιν : και Ἀνακας ἐντευθεν τους Διοσκουρους , ὁτι ἀνακως αὐτοις ἐχρησαντο δια την Ἑλενην τας Ἀφιδνας ἐκπορθουντες .
. Σχοινους λαβων ἀνειρε τα κρεα . Και τας θυρας ἀνακως ἐχειν . παιδες γεροντες μειρακια παλλακια . αὐτη δ
9999984 στρατευσαι
αὐτον ἐκ Σικυωνος οἱ Ἠλειοι φασι και ἀρχειν Σικυωνιων , στρατευσαι δε ἐπι Σικυωνα αὐτοι φιλιᾳ Θηβαιων ὁμου τῃ ἐκ
των Γοργονων ἐθνος , ἐφ ' ὁ λεγεται τον Περσεα στρατευσαι , παρειληφαμεν ἀλκῃ διαφερον : το γαρ τον Διος
9999984 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999984 ἐνδεχομενην
συζυγιαι . ἡ δε αἰτια το μεταλαμβανεσθαι παλιν την ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰς καταφατικην και δια τουτο γινεσθαι ὁμοιοσχημονας τας συζυγιας
της κατα τας στασεις ῥητορικης λυεται τῳ και την ὑλην ἐνδεχομενην εἰναι : τεκμηρια δε αὐτης τινα ἀλυτα ἐστιν ,
9999984 ἐκεινῳ
Εὐβουλον μονον , ἀλλα και προς ἁπαντας ὁσοι την αὐτην ἐκεινῳ πολιτειαν ἀνῃρηνται . εἰτα και την αἰτιαν προστιθησι δι
οὐν δια την ὀργην σου δοκεις ὁτι μαθησομαι ; Ταυτα ἐκεινῳ μονῳ λεγειν ἐξεστι τῳ τοιαυτην ἐπιβολην ἐνηνοχοτι . εἰ
9999984 γεγενημενην
λαμπροτεραν οὐχ ὁτι Καρχηδονιοις ἀλλ ' οὐδ ' ἀλλοις τοιαυτην γεγενημενην ῥᾳδιως ἀν εὑροις περι τουτους τους χρονους , και
παρακαλων μητε την Ἑλλαδα χωλην μητε την πολιν ἑτεροζυγα περιιδειν γεγενημενην . . . , : ὁ δε ποιητης Ἰων
9999984 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999984 ἐθνικον
Ἰδαιοις ἐν ὀρεσσιν , ἁτε κλειουσι Πανακρα „ . το ἐθνικον Πανακραιος . το θηλυκον Πανακρις . ἐστι δε και
. Ἑκαταιος Εὐρωπηι . ἀπο Κρισου Φωκου ὑιου . το ἐθνικον Κρισαιος και Κρισαιον πεδιον . . . τινες δε
9999984 κατεφρονησαν
. . : ἀντι του , προς καιρον τινα δυνηθεντες κατεφρονησαν και της ἀρχης της ἡμετερας και της παρ '
Ἀναξιβιον τον Λακωνα . Ἀβυδηνοι δε ὁρωντες οἰκοδομουντα το τειχος κατεφρονησαν ὡς φοβουμενου και προελθοντες της πολεως κατα την χωραν
9999984 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999984 φλεβοτομειν
την ὑλην , ἀλλα κατεχειν . ἐπισφαλες δε και το φλεβοτομειν , ὁτι μη κρατηθεισης μεν της φορας του αἱματος
: και δει σχεδον ἐπι παντων και μαλιστα των συνοχων φλεβοτομειν , ἐαν μηδεν ἀντιπραττῃ , καθαπερ ἐν τῳ θʹ
9999984 περιστατικα
δακρυα οὐκ ἐστιν ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , ἀλλα περιστατικα , μονην τῳ ἀποκηρυκτῳ την βουλησιν την κατα του
ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι . Τοπικα δε προοιμια Ἁρποκρατιων φησι τα περιστατικα . σκοπος δε του προοιμιου το τοιονδε παρασκευασαι τον
9999984 θεραπευσαντες
κατεμεμψαμεθα , ὁτι γε δη ὀργιζεται οὐκ ἀδικουσιν οὐδεν . θεραπευσαντες οὐν αὐτον και ἐπι ἑστιασιν καλεσαντες ἐξωρμησαμεν . και
, ἐφη , οὑτως . Οὐκουν εἰ την διανοιαν ἱκανως θεραπευσαντες παραδοιμεν αὐτῃ τα περι το σωμα ἀκριβολογεισθαι , ἡμεις
9999984 κατεσταθησαν
, ἐν δε τῃ Ῥωμῃ ἀντι των ὑπατων τρεις χιλιαρχοι κατεσταθησαν , Γαιος Ἰουλιος , Πουπλιος Κορνηλιος , Γαιος Σερουιλιος
ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησι . . . . ἐν Ῥωμῃ κατεσταθησαν ὑπατοι Λευκιος Κορνηλιος Λεντλος και Κοιντος Ποπιλλιος . ἐπι
9999984 κρατησεις
, οὐ λογῳ τυχον , ἀλλ ' ἐργῳ : και κρατησεις οὐ μονον των ἀνδρων ἁπαντων , ἀλλα και των
οὐ περικρατεις , ἀπιθι θαρρων εἰς γωνιαν τινα , ὁπου κρατησεις , ἠ και πανταπασιν ἐξιθι του βιου , μη
9999984 μαλακτικων
ὁ δη και διαυγεϲτερον ἐϲτιν , ἐπι μαλλον ξηραινει των μαλακτικων . χρωνται δε αὐτοιϲ τινεϲ και μαλιϲτα τῳ ἀραβικῳ
φαρμακα προσφερειν χρη και των ἀρωματων ἐχοντα τι και των μαλακτικων και των διαφορητικων , οἱον ἐστι και το δια
9999984 παρατιθεμενα
δυο πλεκεται ἀγκυλια [ και ] κατ ' ἐναλλαγην ἀλληλοις παρατιθεμενα , το μεν ἐσωθεν ἐξω , το δ '
τουτοις : εἰπερ αἱ δυο γραμμαι μια γινονται , τα παρατιθεμενα ἀλληλοις σωματα ἑνι ἀκρῳ ἐσται ἐλασσονα : γεγονασι γαρ
9999984 σπληνικους
πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐνιεμενον κωλικους ἰαται . πινομενον δε στομαχικους , σπληνικους , ληθαργικους και ὀπισθοτονους ἀκρως ἰαται . εἰς δε
: ἡλους και σκολοπας ἐπισπαται : ἀκρως δε ποιει προς σπληνικους και ποδαγρικους και ἡπατικους μαλιστα και ῥευματιζομενους : ἐχει
9999984 προτεθεισης
Ῥωμαιους : τους γαρ αἰτιους της ταραχης ἐξεδωκαν , οἱ προτεθεισης κρισεως οὐ περιμειναντες την ἀποφασιν αὑτους ἀνειλαν . αἱ
πολεμος , γελωμενος ἐν ἀρχῃ και καταφρονουμενος ὡς μονομαχων . προτεθεισης τε στρατηγων ἀλλων χειροτονιας ὀκνος ἐπειχεν ἁπαντας και παρηγγελλεν
9999984 δυσουριαν
πεφυκε : και το σπερμα δε αὐτου ἁμα γλυκει ποτιζομενον δυσουριαν ἰαται . Συνεχως δε ἐσθιομενον ἀμαυροι τας ὀψεις ,
και ἡπατος και σπληνος και νεφρων , ἰαται δε και δυσουριαν και τυλους ἐμπαγεντας ἐν ἀρθροις ἀκρως λυει . ἐστι
9999984 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999984 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999984 κατειδεν
εὑρεσιν και περι σωτηριας ἐκινδυνευσε . κοραξ τροφης ἀπορων ὡς κατειδεν ἐν τινι εὐηλιῳ τοπῳ ὀφιν κοιμωμενον τουτον καταπτας ἡρπασε
σιν του ξυνασπισμου των ? ? Μακεδονων ? ? πυκνην κατειδεν και αὐτους ταις ? ? ? ? γνωμαις [
9999984 βουλευσαι
εἰπειν δ ' ἐν τῳ δημῳ οὐκ ἐξην αὐτοις οὐδε βουλευσαι . Τουτων ἠσαν οὑτοι ἀτιμοι : αὑτη γαρ ἠν
εἰς χρειαν της σης καταστησαι βοηθειας , ὁπως ἀφεις το βουλευσαι γνωμην ἐχῃ το κηδος συναψασθαι . θορυβου γαρ ἡκοντος
9999984 κατειχεν
ἀρχης : ἀπελθοντος δ ' ἐκ του ζην και τουτου κατειχεν ὁ σατραπης την Ἁλικαρνασον ἐχων Ἀδαν γυναικα , ἡτις
εἱς μεν αὐτων , ἀγνως τις , Φανοστρατῳ προσπιπτει και κατειχεν ἐκεινον , Κονων δ ' οὑτοσι και ὁ υἱος
9999984 ἀναξιως
τοιαυτα ἡμιν οἱ νεοι σπουδῃ ἀκουοιεν και μη καταγελῳεν ὡς ἀναξιως λεγομενων , σχολῃ ἀν ἑαυτον γε τις ἀνθρωπον ὀντα
, ὡς φαυλως αὐτοις προσφερομενας : ἐγω δε ἐπειπερ ἁπαξ ἀναξιως ὡν ἐπολιτευσαμην ἠτυχησα , και κατηγορων ἀλλων αὐτος ἑαλων
9999984 θεραπευϲομεν
τηϲ τριτηϲ οἰνελαιῳ ἐπιβρεχομεν : μεθ ' ἡν λυϲαντεϲ ἐμμοτῳ θεραπευϲομεν ἀγωγῃ και , εἰ χρονιζοι το ὀϲτεον μη ϲαρκουμενον
' ἐμβροχων τε και καταπλαϲματων και των ὁμοιων την φλεγμονην θεραπευϲομεν . ἐπι δε των πεφαρμαγμενων βελων ἁπαϲαν την ἠδη
9999984 σκολιας
τοις ὑψηλοτεροις μερεσι των ἀγυιων ἐναντιως πνευσῃ , αἱ δε σκολιας ἐχουσαι τας ἀγυιας ἀμεινους : τα γαρ ἐν τοις
ἀγωσι δωρο - φαγοι , κρινωσι δε τας θεμιστας της σκολιας δικης , ῥοθος και θορυβος και ἠχος γινεται ,
9999984 ἀποδεδωκαμεν
Θησειον . Ἡμεις δ ' ἐπει τον περι Θησεως λογον ἀποδεδωκαμεν , ἐν μερει διεξιμεν περι τε της κατα την
ταυτα και προ ᾠδης . Ἀλλ ' ἰδου νυν γε ἀποδεδωκαμεν , του δε μη λεξαι κακως αὐτῃ τε και
9999984 θεραπειαις
θυμον , ποταπον ; ἀταλον , ἠγουν ἱλαρυνων αὐτον ταις θεραπειαις και προσηνη ποιων : Διος κορινθος . παροιμια ἐστιν
δε και τουτοις οὑς ἀγασθειη ἠ ἐν φυλακαις ἠ ἐν θεραπειαις ἠ ἐν αἱστισινουν πραξεσιν , ἐνσημαινομενος τουτο , ὁτι
9999984 προσθε
δαιμονος , ἐχθρον εἰκασμα βροτοις τε και δαροβιοισι θεοισιν , προσθε πυλαν κεφαλαν ἰαψειν . οὑτως γενοιτο . τον δε
, καταιθε σαρκας , ἐμπλησθητι μου πινων κελαινον αἱμα : προσθε γαρ κατω γης εἰσιν ἀστρα , γη δ '
9999984 νυκτερις
' αἱ τρεις ἐσωθησαν χωρις πραγματων . Δειμαινουσα γουν ἡ νυκτερις το χρεος μη ἀπαιτηται , περιπολειται νυκτωρ : Ὁποταν
ἀει τουτο δυνατον : οἱον ὁλον τουτο δυναμαι εἰπειν ἡ νυκτερις ὀρνις και οὐκ ὀρνις ἐστιν , ὁ εὐνουχος ἀνηρ
9999984 ἀδελφον
μεγα εἰη το διαφορον , ἰσως ἀν δεοι φερειν τον ἀδελφον και μη μικρων ἑνεκα φευγειν : ἀγαθον γαρ ,
και προτεραν γενεσθαι του Ἀπολλωνος , ἱνα και μαιευσηται τον ἀδελφον . και πως γαρ οὐ μελλει θεου λοχειας εἰναι
9999984 παραγγελλει
ὁταν δε τελεσθῃ τα ἱερα , ὁ βασιλευς προσκαλεσας παντας παραγγελλει τα ποιητεα . ὡστε ὁρων ταυτα ἡγησαιο ἀν τους
ἀποταττει δε και τοπον ἑκαστῳ και καιρον και ταξιν και παραγγελλει , πως δει και που και ποτε ἀγωνιζεσθαι καλον
9999984 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999984 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999984 τειχισαντες
τε και ἐλευθερουν τας Ἀθηνας , Λειψυδριον το ὑπερ Παιονιης τειχισαντες , ἐνθαυτα οἱ Ἀλκμεωνιδαι παν ἐπι τοισι Πεισιστρατιδῃσι μηχανωμενοι
Σχεδιος και Ἐπιστροφος οἱ του Ἰφιτου του Ναυβολου παιδες ᾠκησαν τειχισαντες αὐτην . των Ναυβολειων : Ναυβολου παις Ἰφιτος ,
9999984 κατοπισθεν
' ἀν ἐν οἰκοισιν Κυθερεια φαινηται συν Ζηνι , Κρονου κατοπισθεν ἰοντος , δεχνυμενης αὐτου συναφην καλης Ἀφροδιτης , Κυπριδι
μισθους παρα θεων : παιδας γαρ παιδων φασι και γενος κατοπισθεν λειπεσθαι του ὁσιου και εὐορκου . ταυτα δη και
9999983 χοροις
ἀφθιτον αἰει θειναι , και φυλακαις τε σεβειν θυσιαις τε χοροις τε . ἐστ ' ἀν γαρ ταδε σεμνα καθ
' ἀλληλων πασας τιθεις συνιεναι , ἐν ἑορταις , ἐν χοροις , ἐν θυσιαισι γιγνομενος ἡγεμων : πρᾳοτητα μεν ποριζων
9999983 δραστηριον
γεγονεναι Ἑλλανικος , ὡσαυτως δε και Καλλισθενης , ἑνα μεν δραστηριον και γενναιον , ἀλλον δε μαλακον . ἐν Νινωι
λεξεων παρεχειν . κεχρηται δε και γνωμαις το νουνεχες και δραστηριον ἐπιδηλουσαις . τροπας δε ὑπελθειν , εἰ τις ἀλλος
9999983 σκηναις
της γης ὑπ ' αὐτου δεδῃωμενης . μενοντες δε ὑπο σκηναις αὐτοσχεδιοις , οἱ δε πλειστοι ὑπο γυμνῳ τῳ ἀερι
διπτυχους νεκρους στειχουσα θαπτε : δεσποτων δ ' ὑμας χρεων σκηναις πελαζειν , Τρωιαδες : και γαρ πνοας προς οἰκον
9999983 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999983 ἀναισχυντως
πολλα τῳ βοϊ . Γυμνῃ τῃ κεφαλῃ : ἐπι των ἀναισχυντως χωρουντων προς παν το τυχον . Γυμνος ὡς ἐκ
και μη ἐμπλησκεσθαι σε του ἀρτου : ὡστε τολμησαι με ἀναισχυντως ἐξελθειν εἰς την ἀγοραν , † εἰ κατανυγομαι ἐν
9999983 ἐκελευσας
. Ἀνεγνων τοις φιλοις την ἐπιστολην την μακραν ἐκεινην , ἐκελευσας γαρ και οὐκ ἠν ἀπειθειν τοσαυτῃ δυναμει . ἡ
ἐσεσθαι σε των ἑκαστοτε πρακτεων οἰομενος : ἐπει δ ' ἐκελευσας μνημονευσαι με και του ὑγιεινου μερους , ἐνταυθα την
9999983 κεκραμενην
περι Θησεα σωθηναι δοκουσι . καταχυσματα δε και κυλικα οἰνου κεκραμενην καταχεοντες αὐτης ἐπιλεγουσιν : ” εἰρεσιωνη συκα φερει και
ἐπιδιδοντες , πηδωντες κουφως μαλα ἠ τρεχοντες , την ἰριν κεκραμενην και ὑδαρεστεραν ἐχοντες , τους κενεωνας ! ! !

Back