λαβειν πειρω και τουτον , ἑταιρε . ταὐτα δε ταυτα κυρω φραζων και προς σε , Κλεανδρε . γογγρου μεν
ταδε . Ἀλλ ' ἐνθαδ ' ἠδη τουδε του παθους κυρω . Οὐ δη σε δυσχερεια του νοσηματος ἐπεισεν ὡστε
9999716 χαλκεα
ποιῃσιν ἐπιχλοοι ὑγρα μετωπα πετραι σαργον ἐχουσιν ἐφεστιον ἠδε σκιαιναν χαλκεα και κορακινον ἐπωνυμον αἰθοπι χροιῃ , και σκαρον ,
πελεκυν : τον Σιμωνιδην οὐν νεον ὀντα βαδισαι προς τον χαλκεα κομιουμενον αὐτον . ἰδοντα δε και τον τεχνιτην κοιμωμενον
9999716 κυριε
εἰς τον παραδεισον μου ; ὁ δε ἀποκριθεις εἰπεν ὠ κυριε , πικραναι μου την ψυχην ἐν τῳ μερει της
φυλαξῃ , ζησεται τῳ θεῳ . Ἐτι , φημι , κυριε , προσθησω του ἐπερωτησαι . Λεγε , φησιν .
9999716 φαρεα
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα λευκα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα καλα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
9999712 κρυσταλλῳ
ὑποψοφουν ἡσυχῃ εἰς βαθος , ἡ δε ὡς ἑστωτι τῳ κρυσταλλῳ θαρσει διαθει τε πρωτη : εἰ δε μη οὐκ
Γενναται δε ἐν τῃ Ἰνδικῃ . Ὁμοιος δε ἐστι τῳ κρυσταλλῳ , ἐξαυγος καθα και ὁ κρυσταλλος . Ὁ μεντοι
9999711 λιμνη
: νικη νικητης : ἀλη ἀλητης : κομη κομητης : λιμνη λιμνητης : πλην του τεχνιτης : στυλιτης : στηλη
και χερρονησον ταυτην ποιουσιν , ἀλλα δη και ἑτερα τις λιμνη μεγαλη ἐμβαλλουσα ἐς αὐτας ὀπισθεν του προ της πολεως
9999710 ῥητωρ
? ἀρχας οὐ μονον ἀγαθος ἐστιν διαλεκτικος και γραμματικος και ῥητωρ και τελειως ὁ καλος ἐπι πασαις ταις τεχναις ,
μετα ἠθους προαγουσιν αὐτον , ὡσπερ τον προς Λεπτινην ὁ ῥητωρ ἐποιησε : και δει ἐν τουτοις βαθυτερᾳ τῃ μεταχειρησει
9999709 σπλαγχνα
ἐξουσιας διεφθαρμενος , οἰδων τε την ψυχην και ζεων τα σπλαγχνα δια τον ἐρωτα της παιδος , οὐτε τοις λογοις
, και ξυεται , και ἀσιτος ἐων τα ἑωθινα τα σπλαγχνα ἀμυσσεται ὡς ἐπιτοπουλυ , και ὁκοταν ἐγειρῃ τις αὐτον
9999701 Περσιδα
. ] μεν γαρ ἱστορειν ὁτι τεθνηκοι και τον την Περσιδα συντεταχοτα κυκλικον ποιητην [ . ] ὁτι και ἀπο
πεντε ἐπι ξεινης ἐγενηθην . ἐπηλθε γαρ Βαβυλωνα τε και Περσιδα και Αἰγυπτον τοις τε μαγοις και τοις ἱερευσι μαθητευων
9999700 ἐνεθυμηθη
Χωρις γαρ του μη τρεπεσθαι το θειον , οὐτε το ἐνεθυμηθη οὐτε το ἐνενοησεν δηλωτικα μεταμελειας ἐστιν : [ το
ᾠχετο . Εἰ τοινυν μητε Θρασυβουλος ἀπεγνω τα πραγματα μηδε ἐνεθυμηθη , τι δ ' ἀν εἰεν ἑβδομηκοντα ἀνθρωποι προς
9999698 Σφακτηριᾳ
των ἰατρων ʃ ἀληλεομενον . ἐν τῃ νησῳ : τῃ Σφακτηριᾳ . ἐπιλαβῃ : κωλυσῃ . περιγενησεσθαι : ἀντι του
: μεταναστας ποιησαι . τους ἐν τῃ νησῳ : τῃ Σφακτηριᾳ . του δ ' αὐτου θερους . . .
9999697 γληχωνα
σκευαζομενον οὑτω : δει λαβειν ὑσσωπον βοτανην , ἐτι δε γληχωνα και ὀριγανον και ἰσχαδας ζʹ ἠ θʹ . και
πυρικαυτα και παρατριμματα . Δικταμνον λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ ἠ κατα γληχωνα , τα δε ἀλλα παραπληϲιον αὐτῃ . το δε
9999689 εἱλεσθε
. ἀλλ ' οὐδ ' αὐτον , ὁν οὑτως ἀρχοντα εἱλεσθε , φυλαξαι ἠ σωσαι ἐδυνηθητε , ἀνανδρως δε προυδωκατε
ἀλλοτριον ἐπαινειν ; τοιγαρουν ἀγρυπνειτε και κᾳεσθε , ἀπαλλαγην ὡν εἱλεσθε εὑρειν μη δυναμενοι . ιγʹ . Ὁ καλος ἀν
9999688 Κριῳ
Ἀφροδιτη Αἰγοκερῳ , Σεληνη Ὑδροχοῳ , Κρονος Ταυρῳ , ὡροσκοπος Κριῳ . και οὑτος ἐτραχηλοκοπηθη . Ἀλλη . Ἡλιος Ἀφροδιτη
ἐσονται αἱ συμβιωσεις , τοὐναντιον δε Τοξοτῃ , Ἰχθυσι , Κριῳ . θαττον δε ὁ χωρισμος γινεται ἐν Σκορπιῳ ,
9999686 Θρασυβουλῳ
λεγει Διονυσιον τον ἐν Σικελιᾳ ἐξωλη και ἐμμανη τυραννον ἐοικεναι Θρασυβουλῳ τῳ Λυκου ἀνδρι φιλοπολιδι και παντος κρειττονι λογου δια
Μιλησιοι δε ταδε προστιθεισι τουτοισι , Περιανδρον τον Κυψελου ἐοντα Θρασυβουλῳ τῳ τοτε Μιλητου τυραννευοντι ξεινον ἐς τα μαλιστα ,
9999685 σπονδυλῳ
δεξιος αὐτου ὀφθαλμος φορουμενος ἐνδον συν τῳ πρωτῳ της οὐρας σπονδυλῳ ὁμου τε και ἰδιως φορουμενοι ἐν χρυσῳ ἀγγειῳ μεγαλας
∠ ʹ γʹ νο ιε γʹ του ἐν τῳ γʹ σπονδυλῳ διπλου ὁ βορειος . . . . . .
9999683 Δημητριῳ
, τουτο Ξενοκρατης ; πολλ ' ἀγαθα δοιεν οἱ θεοι Δημητριῳ και τοις νομοθεταις , διοτι τους τας των λογων
ταις πιστεσι ῥᾳδιως παραδεχεσθαι την διηγησιν . παρα μεν οὐν Δημητριῳ τῳ Φαληρει φασιν ἐν ἐπιλογῳ και μετ ' ἐπιλογον
9999683 σκιᾳ
τις ἠν ἐπι μωριᾳ διαβαλλομενη , ἡτις ἐσοπτριζομενη τῃ οἰκειᾳ σκιᾳ ὡς ἑτερᾳ διελεγετο . Ἀηδονες λεσχαις ἐγκαθημεναι : ἐπι
μελει τοιγαρουν αὐτῃ καθ ' ὁσον ἐστι δυναμις λαθρα τῃ σκιᾳ προσβαλειν και μηδεμιαν τῳ κυνι παρασχειν αἰσθησιν . εἰ
9999682 φοβεισθε
γε ἡμας τους ἀλλους . εἰ δε ὑμεις οἱ νεοι φοβεισθε , ὡσπερ ἐν Καρι ἐν ἐμοι ἐστω ὁ κινδυνος
τον ἀνδρα . κατεγνωτε και της θεου ἀκρασιαν , εἰ φοβεισθε ὑπ ' ἀνδρος αὐτην θεραπευεσθαι . μη συγκαθιζετω μοι
9999679 ἠφανισθη
ἀθυμησας δε κατεβαλεν ἑαυτον εἰς την Κωνωπην λεγομενην λιμνην και ἠφανισθη : προς δε τον θανατον αὐτου και Θυριη ἡ
ἐκενωθησαν οἰκητορων , το δε συμπαν ἐθνος ἐξω μερους βραχεος ἠφανισθη , τα μεν πολεμοις , τα δε και θεηλατοις
9999679 Θησεα
αὐτου ἐκει κατακρημνισ - θειη . ὀστρακισθηναι δε πρωτον Ἀθηνησι Θησεα ἱστορει Θεοφραστος ἐν Τοις πρωτοις καιροις . ἀρχοντες :
ποιουμενοι περι πλειονος ἠ δοξαν ἀθανατον . οὐκ ἠγνοουν Αἰγειδαι Θησεα τον Αἰγεως πρωτον ἰσηγοριαν καταστησαμενον τῃ πολει . δεινον
9999677 λαβῃς
δημοσιᾳ μετ ' ἀξιοπιστιας ἐκδικος γινῃ σαυτου , κἀν μη λαβῃς , λοιδορεις , και γινεται σοι τεχνη του ποριζειν
ἀνδρα και καλα πραττοντα τιμᾳς ἠ ὡς ἀδικουντα , ἠν λαβῃς , κολαζεις ; Κολαζω , ἐφη : οὐ γαρ
9999677 ἀμαθη
ματαιαν ἡγειται την της παιδειας ἐπιβολην και εὐδαιμονα προκρινει τον ἀμαθη . Ταυτα δε εἱμαρμενης και τυχης ἐστιν ἐργα ,
προς ἐπιστημης κατα το παντελες ἐαθῃ ; ποτε δε τον ἀμαθη και λιαν ἀπαιδευτον ; οὐχ ὁταν ἀπολειψιν την ἐπ
9999676 τυρῳ
θ ' ὁλον τῳ σιλφιῳ μαστιξον εὐ γε και καλως τυρῳ τε σαξον ἁλσι τ ' ἠδ ' ὀριγανῳ .
τα βοσκηματα , ἀφ ' ὡν τρεφονται και γαλακτι και τυρῳ και κρεασιν : ἀκολουθουσι δε ταις νομαις μεταλαμβανοντες τοπους
9999676 φοινικι
καλας πραξεις , γεναρχαι δε του συμπαντος ἐθνους ἑβδομηκοντα γεγονασι φοινικι τῳ των δενδρων ἀριστῳ προσηκοντως παρεικασθεντες , ὁ και
ἀπο οὐδετερων κεκλιμεναι , ὡς ἐχει το αἰθωνι βελεμνῳ και φοινικι λινῳ και γεροντι βακτρῳ και ἐθαδων ἐδεσματων και τα
9999675 ἐθηκε
' εἰπε , / [ το παραδειγμα τουτο της γυναικος ἐθηκε , ] δια το την ⌈ ἐννην / [
θηκεν θεος , ὁς περ ἐφηνεν . λααν γαρ μιν ἐθηκε Κρονου παις ἀγκυλομητεω . ὁτι Ζηνοδοτος γραφει ἀριδηλον και
9999675 εὐωνυμῳ
ὀπισθιον σφυρον : ὁ δ ' ἐν τῳ ὀπισθιῳ και εὐωνυμῳ πηχει ἐν μεσῳ κειται τῳ γαλακτι , ὁ δ
ταξεως ἐν τῃ τοτε ἡμερᾳ ἠν . ἐπι δε τῳ εὐωνυμῳ ἐπεταξεν ἡγεμονα Ἀμυνταν τον Ἀρραβαιου . προεταχθησαν δε αὐτῳ
9999674 σαλπιγγες
διαστημα συν - ῃρεθη . ὡς δ ' αἱ τε σαλπιγγες το πολεμικον ἐσημαινον και συνηλαλαξαν αἱ δυναμεις ἀμφοτεραι ,
δρομωι ξυνηψαν ἀστυ Καδμειας χθονος ] . παιαν δε και σαλπιγγες ἐκελαδουν ὁμου ἐκειθεν ἐκ τε τειχεων ἡμων παρα .
9999671 ὑδατωδεα
ἀλγηματος ἀναδρομαι ἐς καρδιην , πυρετωδεες , φρικωδεες , ἀνεμεουσαι ὑδατωδεα , λεπτα , πλεονα , παρενεχθεισαι , ἀφωνοι ,
των οὐρων κακιστα , τοισι δ ' αὐ παιδιοισι τα ὑδατωδεα , ἡττον δε ὀλεθρια γινονται τα μελανα των ἐχοντων
9999669 ἀφορᾳ
ἐκτεινομενον και προς την πολιν κατα βραχυ συστελλομενον . και ἀφορᾳ μεν ὁ κολπος ἐκ νοτου την λοιπην θαλασσαν ,
ὁ πατος , ὁ κωλος αὐτων . . βλεπει ] ἀφορᾳ . . αὐτος καθ ' αὑτον ] ἠγουν μεμονωμενος
9999669 θυριδα
οἰωνοις προσεξων . εἰτ ' ἐκειθεν ἐπι την των θυσιων θυριδα μετῃει , δι ' ἡς ὁ καπνος ἀνιων ἀπηγγελλε
κατα ἀριθμον τε και τοις παλαι ὁμοια ἀποθειναι και την θυριδα δε ἀφανισαι τα μεν αὐτης λιθῳ ἐνοικοδομησαντα , τα
9999667 Κυρηνη
την ἡρωιδα , ἀφ ' ἡς τοὐνομα ἐλαβεν ἡ πολις Κυρηνη , μεταγει τον λογον . ἀπο δε Ἠοιας Ἡσιοδου
Κορινθια γαρ ἠν . τα δε ὀνοματα αὐτων Λαϊς , Κυρηνη , Λεαινα , Σινωπη , Μυρρινη , Σκιωνη .
9999667 πεψεωϲ
ἐν ἀκμῃ δε ὀντοϲ του νοϲηματοϲ , προφανειϲηϲ δηλονοτι ϲαφεϲτατηϲ πεψεωϲ , μηδενοϲ των ϲπλαγχνων βεβλαμμενου , τοιϲ εἰθιϲμενοιϲ κατα
ἐπι γυναικων ἐπιμηνιου καθαρϲεωϲ ἐκραγειϲηϲ . χρη δε κἀπο τουτων πεψεωϲ προηγηϲαμενηϲ και ἐν ἀκμῃ τηϲ νοϲου την ἐκκριϲιν γενεϲθαι
9999666 ἐθηκα
ἀν δοξειεν , ὡς ἐπ ' ἐκεινοις “ ἐγω σε ἐθηκα δουλον ὀντα ἐλευθερον ” , και “ πεντηκοντ '
ἐστιν οὐδεμια κλισις μετα τα ὁριστικα : ἡμαρτημενοι γαρ ὁ ἐθηκα ἐδωκα ἡκα οὐκ ἐποιησαν μετοχας , ἁπαξ δε μη
9999664 Πελοποννησῳ
Ἀπιος : ἡ ὀγχνη καλουμενη γενικως , ὁτι πρωτον ἐν Πελοποννησῳ γεγονεν : Ἀπια δε ἡ Πελοποννησος . ἠ παρα
„ ἀντι του ἐρητυετε . Δωριον , μαλιστα των ἐν Πελοποννησῳ Δωριεων . γινεται δε οὑτως : παραλαμβανομενης δοτικης πτωσεως
9999663 σφαλῃ
τῳ ὀντι ὠσι και προς τινα εἰπων τις τι ἀγνοιᾳ σφαλῃ . και οἱ τετρακοσιοι δια τουτο οὐκ ἠθελον τους
δ ' ἐστι θνατον . ἀλλ ' ᾡτινι μη λιποτεκˈνος σφαλῃ παμπαν οἰκος βιαιᾳ δαμεις ἀναγκᾳ , ζωει καματον προφυγων
9999663 Κρονιδαο
πολεμου ? ? ? χαιρε , μακαρ Λευκατα , Διος Κρονιδαο ? ? ? ? Σεβαστου νικαιων ἐργων ἑν πρυτανευμα
, Τυφαονιη ὁθι πετρη , ἐνθα Τυφαονα φασι , Διος Κρονιδαο κεραυνῳ βλημενον ὁπποτε οἱ στιβαρας ἐπορεξατο χειρας , θερμον
9999663 κολοφωνιαϲ
, ἁλων ἀμμωνιακων ⋖ β , κηρου # Ϛ , κολοφωνιαϲ # Ϛ , μυρϲινου # β : ὀξει λειουται
, κηρου , τερεβινθινηϲ ἀνα # Ϛ . Κηρου , κολοφωνιαϲ , βουτυρου ἀνα λι . α , πιϲϲηϲ ξηραϲ
9999662 Δημητηρ
ᾑ το προς τους θεους εὐσεβες ἀναμεμικται . οἰδε ταυτα Δημητηρ και Κορη και Σαραπις και Ποσειδων και ὁ την
τουτο ὑπερβαλλοντως εὐσεβη την πολιν δειξαι βουλομενος . ὡν ἡ Δημητηρ και Κορη . το ” οὐρανιοις “ δε ”
9999662 φαλαγγα
ἀπο των ἐναντιων αὐτομολειν παριππευσαντας δε και παραλλαξαντας αὐτων την φαλαγγα ἐπιστρεψαντας κατα νωτου την ἐμβολην ποιησασθαι . τουτων οὑτω
ὀντες ἐβιασθησαν , και συχνους ἀποβαλοντες κατεφυγον προς την ἰδιαν φαλαγγα . ἡ μεν οὐν των παρ ' ἀμφοτεροις ἱππεων
9999661 πυροϲ
ϲτεαρ , και μετα το καλωϲ λειωθηναι ἑψει ἐπι μαλθακου πυροϲ ἑωϲ ἀμολυντου ϲπαθιζων ταιϲ των φοινικων ῥαβδοιϲ . Κηρου
βδελλιον λειοτριβηθεν ἐμπλαϲϲεται μετα το ἀρθηναι την ἐμπλαϲτρον ἐκ του πυροϲ : εἰ δε λιπαρον τυγχανοι και μη δυναιτο λειωθηναι
9999660 φυγαδα
πραϋνεται . ἡ Ἀφροδιτη εὑρεσιν ὑποφαινουσα ἐν τοπῳ ἱερῳ τον φυγαδα δεικνυσιν εἰναι . Ἐαν τις ἀστηρ ἐν οἰκῳ ἰδιῳ
. ] σου θεμις [ μαθειν ] ; [ . φυγαδα ] Πολυνεικη ? [ ] ? πατρας . [
9999658 ἠρασθη
φησι και ἀλλα μεν , ἐν δε τοις και ὁτι ἠρασθη δρακων αὐτου . και ὁτι μεν εἰχε κομην χρυσην
ἐν θεατρῳ συριττεται , και κρινεται κακου βιου . μητρυιας ἠρασθη ὁ προγονος και παραχωρησαντος αὐτῳ του πατρος κρινονται οἱ
9999658 δρασω
δε εἰπουσης : Δος μοι περιπλοκαςἀνεβοησεν : Οἰμοι , τι δρασω ; δυσι κακοις μεριζομαι . Ὀζοστομος και ὀζοχρωτος ,
ζην ἐν ἀθυμιᾳ και τοιουτοις αἱρουμαι κακοις . ἀλλα τι δρασω ; τους μεν ἀπελασω , ποιησω δε το περι
9999657 ἐβοηθησε
, ὡς ὁμως και μελλων ἀρχεσθαι ὑπο Λακεδαιμονιων ὁ Γελων ἐβοηθησε ἀν τοισι Ἑλλησι , εἰ μη ὑπο Θηρωνος του
. οὑτος ἐβοηθησε μεν ἐν ταξει ῥητορος μυριοις ἀδικουμενοις , ἐβοηθησε δε ἀπο ψηφου πλειοσι . και ταυτα οἰδεν Εὐφρατης
9999654 κυλινδρῳ
της ΓΖ και του ἀξονος ἐκβεβλησθω ἐπιπεδον ποιουν ἐν τῳ κυλινδρῳ το δια του ἀξονος παραλληλογραμμον το ΗΘ , και
, και συνεστη ὁ κωνος ἐπι της αὐτης βασεως τῳ κυλινδρῳ και ὑπο το αὐτο ὑψος : ἁπερ ἠν τα
9999654 δακτυλοιϲ
τῳ καλλιϲτῳ χρωμενοι δι ' ἐριου χειροπληθουϲ ἀναλαμβανοντεϲ και τοιϲ δακτυλοιϲ ἐκθλιβοντεϲ ἐξ ὑψουϲ και ὡϲπερ κατακρουνιζοντεϲ μετα τινοϲ πληγηϲ
μη δυναμενα κατα το πρεπον ἀνεπαιρεϲθαι , ἀν τε τοιϲ δακτυλοιϲ ἐπιθλιψαντεϲ αὐτα διαϲτηϲωμεν τουϲ δακτυλουϲ , ἐμφυϲαται το μεταξυ
9999652 σπηλαιῳ
τον καιρον ἐπι τας νομας , τας δε ἡμερας ἐν σπηλαιῳ αὐτον ἀναπαυεσθαι , ὡς τινας οἰεσθαι παντοτε αὐτον κοιμασθαι
πολυς ἠν αὐτων και φυγη . ἐληφθησαν δ ' ἐν σπηλαιῳ κρυπτομενοι Οὐαριος τε και Ἀλεξανδρος και Διονυσιος ὁ εὐνουχος
9999652 ἐσθιε
ἠ πεισθητι μοι ἠ εἰ τρωκτοι εἰσιν οἱ κιονες , ἐσθιε αὐτους : ἐγω γαρ οὐκ ἐχω σοι δουναι οὐδεν
την ῥαφανον . Ἰριν τρωγλοδυτιν διαμασησαι . Πνευμονα αἰγειον ὀπτησας ἐσθιε . ἠ ἀμυγδαλα πικρα νηστις φαγε εʹ ἠ ζʹ
9999651 Κυκλωπες
τι κατακρυπτουσιν , ἐπει σφισιν ἐγγυθεν εἰμεν , ὡς περ Κυκλωπες τε και ἀγρια φυλα Γιγαντων . ” τον δ
και μεθυσαντες τυφλουσιν αὐτον . του δε βοωντος προσηλθον οἱ Κυκλωπες παντες , ἀκουσαντες δε βοωντος αὐτου Οὐτις με ἐτυφλωσε
9999651 ἀμητωρ
δ ' οὐ ταυτα μονον κατειδεν , ὁτι παγκαλη και ἀμητωρ , ἀλλ ' ὁτι και ἀειπαρθενος , οὐτ '
δυο τω θεα ; ἡ μεν γε που πρεσβυτερα και ἀμητωρ Οὐρανου θυγατηρ , ἡν δη και Οὐρανιαν ἐπονομαζομεν :
9999651 θαυμαζε
εἰδως . ὀργην πληθους μη παροξυνε . ἐπαινον πληθους μη θαυμαζε ἠ μη ἀτιμαζε . θορυβον τματων [ . .
, εἰκοτως οἰει ταυτῃ παντα ταυτα γεγονεναι . και μη θαυμαζε : κακος γαρ ἀν ἐχοντι γε νουν ἀνδρι φαινοιμην
9999650 ἠγασθη
. Βασιλευς δε ἡσθεις μετεπεμψατο τον Γυγην , και θεασαμενος ἠγασθη το τε εἰδος και το μεγεθος , ἐκελευσε τε
ἐνοησεν των ἀιδιων θεων γεγονος ἀγαλμα ὁ γεννησας πατηρ , ἠγασθη τε και εὐφρανθεις ἐτι δη μαλλον ὁμοιον προς το
9999649 κοπρῳ
, ἐπην ἁπαξ ἐκ των μητρεων ἐξελθῃ , χρονος τῃ κοπρῳ ἐν τῃ κοιλιῃ τοσουτος , ὡστε σαπεισης και χρονισασης
βληχρον και ἀσινες , και ἐξηλθε το πονεον ξυν τῃ κοπρῳ . Ἠν δε ἡ κοιλιη πληρης ἐουσα πολλον ἐχῃ
9999648 νυξ
ἀλλα ἐνδον μενε , και το μεταξυ μια τις ἐστω νυξ μακρα : ὡστε λυετωσαν μεν αἱ Ὡραι αὐθις τους
φεγγος , ὠ τεθριππον ἡλιου σελας , ὠ γαια και νυξ ἡν ἐδερκομην παρος , νυν ὀμμα τοὐμον ἀμπτυχαι τ
9999648 ἐτεα
της Ἀσιης . Τους δε Σκυθας ἀποδημησαντας ὀκτω και εἰκοσι ἐτεα και δια χρονου τοσουτου κατιοντας ἐς την σφετερην ἐξεδεξατο
μη πολλῳ χρησθαι . Καλλιγενει , περι πεντε και εἰκοσιν ἐτεα γεγενημενῳ , καταῤῥοος : ἡ βηξ πολλη : ἀνηγε
9999646 Σικελιᾳ
. : Οἰκησαντα μεν ἐν Κιλικιᾳ , κολασθεντα δε ἐν Σικελιᾳ . Ἡσιοδος δε : τον ποτε Κιλικιον θρεψαι πολυωνυμον
και οὑτως ἐτεχνωθη τα περι τους στιχους . Ἐν τῃ Σικελιᾳ τῃ νησῳ περι τα ὀρεινα αὐτης λεγονται γενεσθαι οἱ
9999645 σανιδα
περι τινων ἀμφισβητουντας , ἀφικομενους δευρο ἐφ ' ὑψηλου τοπου σανιδα θεντας ἐπιβαλλειν ψαιστα , ἑκατερον χωρις : τους δ
ἐθαψαν αὐτον οἱ ἑταιροι ἐπανω του ταφου αὐτου κωπην ἠ σανιδα πηξαντες ἐκ της Ἀργους . και ὁ μεν Μοψος
9999645 γλυκυν
' ὑστεραιῃ παλιν προστιθεσθαι μεχρι μεσημβριης , και ἐπιπινετω οἰνον γλυκυν , μελιτι τον οἰνον ξυμμισγουσα . Κλυσμα ἠν ἡλκωμεναι
το δηγμα ὑδατι ψυχρῳ καταντλητεον , τοιϲ δε παλαιοτεροιϲ | γλυκυν δοτεον μετα θερμου πολλου . μετα δε τον ἐμετον
9999645 ἐμπλαϲτρῳ
χρηϲτεον ἐπι των ϲκληροτερων παρωτιδων και τῃ δια κηρυκων λευκῃ ἐμπλαϲτρῳ τῃ Ἀριοβαρζανιῳ λεγομενῃ και τῃ δια μιϲυοϲ Διονυϲιᾳ καλουμενῃ
. ϲαγαπηνον κοπτεται ἐν ὁλμῳ και ἁπαλον γενομενον ϲυμμαλαϲϲεται τῃ ἐμπλαϲτρῳ μετα το χωριϲθηναι του πυροϲ . ἀλοη ἐμπλαϲϲεται μετα
9999643 νυμφιῳ
μεγαλα ποιειν εἰωθως . Ἡ διαλεξις μηκος ἀποστρεφεται λογου τῳ νυμφιῳ χαριζομενη και μιμουμενη των τελουμενων την ἡδονην ἁβροτεροις ἀνθει
την Ἑλενην ἀνδρα και θυγατριον ἐχουσαν ἡρπασεν , ἀξιοις με νυμφιῳ δουναι την κορην γυναικα κεκτημενῳ και παιδα . οὐ
9999643 Νικοκλεα
ὁρων . . πρυτανειας : Ἀ . ἐν τῳ προς Νικοκλεα . ἐστι δε ἀριθμος ἡμερων ἡ πρυτανεια ἠτοι λϚʹ
χρηται δε τῃ παροιμιᾳ ταυτῃ και Ἰσοκρατης ἐν ταις προς Νικοκλεα ὑποθηκαις . το δε βουλευεται δε πολυν χρονον ἐλλιπως
9999643 Σικυωνι
. γογγρου μεν γαρ ἐχεις κεφαλην , φιλος , ἐν Σικυωνι πιονος , ἰσχυρου , μεγαλου και παντα τα κοιλα
ἡ οἰκουμενη μεστη γεγονεν . τι δ ' Ἀριστρατος ἐν Σικυωνι , και τι Περιλλος ἐν Μεγαροις ; οὐκ ἀπερριμμενοι
9999643 χαλκουϲ
χαλκουϲ ηʹ . Το ἡμιωβολον ἐχει κερατιον αʹ ʂ , χαλκουϲ δʹ . Θερμοϲ ἐχει κερατια βʹ , χαλκουϲ εʹ
χʹ , θερμουϲ Ϡʹ , κε - ρατια ͵αωʹ , χαλκουϲ ͵δωʹ [ ἀλλοι ͵γχʹ ] . ἡ Πτολεμαϊκη μνα
9999642 ὀποπανακα
το Ϲικυωνιον ἐλαιον μικτεον και καϲτοριον , ἐνιοτε δε και ὀποπανακα , εἰ ψυξεωϲ αἰϲθηϲιϲ αὐτοιϲ προϲγιγνεται , και χαλβανην
ὀξει ἑρπυλλον ἠ ϲπονδυλιον και ὀϲφραντα δε προϲαγειν καϲτοριον και ὀποπανακα χαλβανην . διανοιξανταϲ δε το ϲτομα μελικρατον ἐνϲταζειν και
9999642 ἐδιδαξε
δε λεων ἐφησε προς ταυτην οὑτως : Τις ς ' ἐδιδαξε μεριζειν οὑτως , φιλη ; Ἡ συμφορα του ὀνου
τῃ ὑπωρειᾳ της Ἰδης , την πολιν Δαρδανιαν καλεσας και ἐδιδαξε τους Τρωας τα ἐν Σαμοθρᾳκῃ μυστηρια : ἐκαλειτο δε
9999642 ἀμοιβη
διηριθμησατο , χαλεπην ἀποδιδοναι την ἐκτισιν . αὑτη γαρ ἡ ἀμοιβη των ἀδικηματων τιμωρια τις οὐσα της ἀδικιας ἀκολουθος .
και ἐνδιατριψαι και λογῳ ἀμειψασθαι την θεαν . ἡ δε ἀμοιβη οὐκ ἐπαινος του οἰκου μονοντουτο μεν γαρ ἰσως ἐκεινῳ
9999641 δραχμη
Ϛʹ . καλειται δε ἡ # τετρασαριον Ἰταλικον . Ἡ δραχμη ἐχει γραμμαρια γʹ , ὀβολους Ϛʹ , θερμους θʹ
ϲταγιον κερατια κδʹ . Το κερατιον ϲιταρια δʹ . Ἡ δραχμη κερατια ιηʹ . Ἡ ὁλκη κερατια ιηʹ . Το
9999640 Περγαμῳ
μνηματι ποιηται τε ᾀδουσι και γραφας ἐν τε Ἀθηναις και Περγαμῳ τῃ ὑπερ Καϊκου θεασαμενος οἰδα ἐχουσας ἐς της Πολυξενης
ἀει . και παρελθοντος ἐνιαυτου και μηνων ἐπι την ἐν Περγαμῳ καθεδραν ἠλθομεν . Νυν δε ὁθεν ἐξεβημεν τρεπωμεθα προς
9999640 ἐμνησθη
κορυφην ἐχειν ἀναγκη το τριγωνον ἠ ἐκτος . Νυν πρωτον ἐμνησθη του παραπληρωματος ἐν τῳ μγʹ θεωρηματι , το δε
συμπασα πως εἰχεν ἡ χωρα . Οὐδ ' ὁ ποιητης ἐμνησθη Ἑλληνων , Ἀργειους αὐτους ἀποκαλων , ἀλλα Θεσσαλους μονον
9999638 ἐφοβηθη
ὁ χορος δια τον Διονυσον : ἐπειδη οὑτος , ὁτε ἐφοβηθη δια τας του διακονου ἀπειλας , τον Ξανθιαν ἐποιησεν
και ὁ ὀνος ἀναπτερωθεις κατ ' αὐτου , εἰγε ἀλεκτρυονα ἐφοβηθη , ἐξηλθεν ὡς ἀποδιωξων αὐτον . ὁ δε ὡς
9999636 κοσκινῳ
ἀν λειοτατον γενηται , εἰτ ' ἐπεμβαλλε την λιθαργυρον λεπτοτατῳ κοσκινῳ και αὐτην σεσησμενην και προλελειωμενην ἱκανως ἐν ἑτερᾳ θυϊᾳ
ψευδους , ὡσπερ και ὁ ἀρτοποιος χρηται ὡς ὀργανῳ τῳ κοσκινῳ και διακρινει τον σιτον της αἰρας και της κριθης
9999636 αἰγιδα
ἡ Ἀθηνα , ἡ κυαναιγις , ἠγουν ἡ μελαιναν ἐχουσα αἰγιδα . ἀνεπηδησε δε ὁ Βελλεροφοντης γενομενος δηλονοτι ἐν ὀρθῳ
ἐπαυρειν ἐν γαιῃ ἱσταντο λιλαιομενα χροος ἀσαι . ὀφρα μεν αἰγιδα χερσιν ἐχ ' ἀτρεμα Φοιβος Ἀπολλων , τοφρα μαλ
9999636 δεδοσθω
Δημοσθενους στοχασμον , ὁτι συνεστηκεν : ἀλλ ' ἐστω , δεδοσθω ἀνῃρησθαι παρα του Ἀρισταρχου Νικοδημον : τις με ἐλεγχει
εἱλετο δε κληιδ ' εὐκαμπεα χειρι παχειῃ Πηνελοπη . ” δεδοσθω δη και τουτο : ἀλλ ' ἐκεινα οὐ δοτεα
9999636 ἐλπιζε
οὐ λαμβανεις το ἀργυριον δ οὐ γαμεις ἀρτι . μη ἐλπιζε ε οὐ λαμβανεις την φερνην Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι
. ὡφροντιστος : ὁ μηδενος φροντιζων Ἐρως . φησιν : ἐλπιζε και συ περιπεσειν ἐρωτικως [ ] και μη μεγαλορρημονει
9999635 ἠνεγκα
, ὡσπερ ἐν τοις εἰς ω τον εἰπα και τον ἠνεγκα . Δυϊκα . Ἐθηκατον , ἐθηκατην . Πληθ .
προς το δουλην και γυναικα μαχλον ὑπεραλγησας την ψυχην οὐκ ἠνεγκα των ῥηματων τα τραυματα , ἀλλ ' ἐτι λαλουντος
9999635 ὁρωσα
των ὑπατων ἀρχην μειωσειε μητε την των δημαρχων , ἑκατερον ὁρωσα μεγαλων κινδυνων αἰτιον ἐσομενον . Ἐπει δε κἀκειθεν ἀπηλαθησαν
και Δομετιανῳ μελαγχολωντι : ἀλλ ' εἰ ἡ ψυχη ἀνω ὁρωσα προς τον του παντος βασιλεα συντεταμενη και ἀρχομενη ἐκειθεν
9999635 γλιϲχρα
, διαταϲιϲ κενεη : γαϲτηρ ἀπολελυμενη τα πολλα χολωδεα , γλιϲχρα βραχεα . ἀει δε ἐπαυξεα γιγνεται τα παθεα :
ἐνια δε και ἀεροϲ οὐκ ὀλιγον ἐν ἑαυτοιϲ περιεχει , γλιϲχρα μεν ταυτα και δια τουτο ἐμπλαϲτικα . διττη γαρ
9999633 δομῳ
τ ' ὠ Μοιραι ματροκασιγνηται , δαιμονες ὀρθονομοι , παντι δομῳ μετακοινοι , παντι χρονῳ δ ' ἐπιβριθεις , ἐνδικοις
πτωσσουσαν βρομιας οἰναδος ἐν πεταλοις , ὀφρα μοι εὐερκει καναχαν δομῳ ἐνδοθι θειη , τερπνα δι ' ἀγλωσσου φθεγγομενα στοματος
9999633 ἐξηγαγε
ἐμελλεν ἐξαγειν τον στρατον τῳ ἐνυπνιῳ πεισθεις , οὐ προτερον ἐξηγαγε πριν ἡ βουλη των γεροντων ἐκαθισε παρα τῃ νηι
Περσῃσι ἑσσωθη , και αὐτος τε Ἀστυαγης ἐζωγρηθη και τους ἐξηγαγε των Μηδων ἀπεβαλε . Ἐοντι δε αἰχμαλωτῳ τῳ Ἀστυαγεϊ
9999633 νευρῳ
χρηϲομεθα : οὐ γαρ ὀλιγοϲ ὁ κινδυνοϲ ἐγκεφαλου γειτνιωντοϲ ἀκουϲτικῳ νευρῳ φλεγμαινοντι . καλωϲ οὐν τουτο παρηγορει : ὀπιου μεροϲ
βραχεντα αὐτα μητε νοτισθεντα μηδεν δεινον πασχειν : τῳ δε νευρῳ παν το τοιουτον ἐστι πολεμιον : οὐ γαρ οἱον
9999632 νυκτοϲ
ἡδονη ᾐ ἡ μανιη , γελωϲι , παιζουϲι , ὀρχωνται νυκτοϲ και ἡμερηϲ , και ἐϲ ἀγορην ἀμφαδον , και
τραγου . “ ἐγω δε τεκμαιρομαι τουτο ποιειν μαλλον τοιϲ νυκτοϲ μη ὁρωϲιν . Περι ἀμβλυωπιαϲ Γαληνου . ἀμβλυωπια δε
9999631 εὐωδεα
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ὑστερας τα εὐωδεα : ἐπην δε καταφρονησῃ , πισαι φαρμακον κατω ,
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ῥινας τα εὐωδεα . Ἠν δε πλειονα χρονον αἱ ὑστεραι ἐξισχωσι και
9999630 αἰθω
, . , . . . Ἀστρον : παρα το αἰθω , το καιω , αἰσω γεγονεν αἰστρον και ἀποβολῃ
, αἰδω οἱον „ αἰδομενων δ ' ἀνδρων „ , αἰθω το καιω , αἰσθω , ᾀδω , ἐδω το
9999630 ἐθαυμασθη
παρα τοις ἱερευσιν , ἀλλα και παρα τοις ἀλλοις Αἰγυπτιοις ἐθαυμασθη , δοξας τῃ μεγαλοψυχιᾳ των πεπραγμενων ἀκολουθον πεποιησθαι την
φιλοις δε λιμην . μονος δε ὡν ἰσμεν μαλιστα μεν ἐθαυμασθη , ἡκιστα δε ἐφθονηθη . τοις λογοις μεν ἐξεπληττε
9999629 Μητροδωρῳ
ὀρνιθιαι βορεαι , μεταξυ ἀργεστης . Ἱππαρχῳ βορεαι ψυχροι . Μητροδωρῳ χελιδων φαινεται , και ἐπισημαινει . Δημοκριτῳ ποικιλαι ἡμεραι
ποδος Ὠριωνος ἐπιτελλει . Αἰγυπτιοις προδρομος ὡρᾳ αʹ πνει . Μητροδωρῳ ζεφυρος ἠ ἀργεστης . ιθʹ . ὡρων ιγ ∠
9999628 Ἀρτεμισιῳ
ἐπιβαλλειν . και ὁ Οὐλπιανος ἐφη : μα τους ἐν Ἀρτεμισιῳ κινδυνευσαντας , οὐδεις τινος γευσεται πριν λεχθηναι που κειται
Κορινθιοι δε το αὐτο πληρωμα παρεχομενοι το και ἐπ ' Ἀρτεμισιῳ : Σικυωνιοι δε πεντεκαιδεκα παρειχοντο νεας , Ἐπιδαυριοι δε
9999628 ἐταφη
ἑαυτῳ προφητευει δεξιως , ὡς ἐτελευτησε μηπω τελευτησας , ὡς ἐταφη μηδενος παροντος , δηλονοτι χερσιν οὐ θνηταις ἀλλ '
ὁρμην την ἐμπυρον ἡμερωσε του ἀστερος . διο και πολυτελως ἐταφη . και εἰ ποτε δημοσια νοσος ἐπεπολασεν , ἐπι
9999627 ἀμυγδαλη
την ἐκ του μεσου μεγιστην και κατα βαθους , ὡσπερ ἀμυγδαλη : ἐλαα δε μικραν ταυτην τας δε ἀλλας μειζους
των ἀλλων , ἀλλα τινων και ὑστερει , καθαπερ ἡ ἀμυγδαλη . Τα δε ὀψιβλαστει μεν οὐδεν δε ὡς εἰπειν
9999627 ὑβρισε
δε τιμωρησασθαι , μετα πολλου του κρειττονος . και τοσουτον ὑβρισε τῃ ὑπερβολῃ ὡστ ' ἐγνω τον προτερον στολον ὡσπερει
πολλα δη τοιαυτα κατα ταχος ἐπηνωρθωκοτος , ὁ δ ' ὑβρισε μοι σιωπῃ την συμβουλην οἰηθεις εἰναι μοι την σπουδην
9999627 χαλεπη
την ἐν τουτοις φρονησιν ἀγουσα ἡμας ἐπιστημη βραδεια ἐστι και χαλεπη νεοις , μαλλον δε ἀδυνατος εἰς ἀγενειων και μειρακιων
ἠγουν ἀναρχος δοκουσα και ἀπειθης . δεινον το κοινον : χαλεπη και βιαιος ἡ φυσις αὑτη ἐξ ἡς γεγοναμεν ἡμεις
9999626 ἐδοθη
τριτον προσωπον και συστολῃ της ἀρχουσης , ἐτεθη τεθησομαι , ἐδοθη δοθησομαι . Δυϊκα . Τεθησομεθον , τεθησεσθον , τεθησεσθον
ἀπατηθεις ἐπεστρατευσε και κατοπιν ἐπραξε . και τοις Ἀθηναιοις χρησμος ἐδοθη τειχος Τριτογενει ξυλινον διδοι εὐρυοπα Ζευς : ἐδηλου γαρ
9999621 Γελωνι
πρωτῃ και νεᾳ ἡλικιᾳ . ἐνικησε γαρ ἐνταυθα Καρχηδονιους συμμαχων Γελωνι τῳ τυραννῳ τῳ Ἱπποκρατους διαδοχῳ . βαθυκρημνοισι δ '
και ταυτας : ὁ γαρ δημος ὁ των Συρηκοσιων ἐπιοντι Γελωνι παραδιδοι την πολιν και ἑωυτον . Ὁ δε ἐπειτε
9999621 ἀτριβη
ἰχνη ἀνθρωπων ἠ προσω ἡγουμενα ἠ ἐναντια . ἐπει δε ἀτριβη ἑωρα την ὁδον , ἡκε ταχυ παλιν και ἐλεγεν
λογῳ οὐτε ἐν χρησει δυναμενην συνιστασθαι , οὐ καθαπερ ἀλλα ἀτριβη σχηματα , οὐδε μην ἐν συνταξει τῃ κατ '
9999620 ἱερεα
, τον δε Μαρωνα οὐ Διονυσου , ἀλλ ' Ἀπολλωνος ἱερεα , δι ' ὁλης της ποιησεως οἰνου μνημονευων :
τουτο μεν γαρ ἐν Μεσσηνῃ τῃ προς τῳ πορθμῳ τον ἱερεα του Ἡρακλεους λεγουσιν ὀνειρατος ἰδειν ὀψιντον Ἡρακλεα ἐδοξε κληθηναι
9999619 ἐταχθη
αὐτοις ταξει κατα γενος διεστη και ταις δημιουργικαις αἰτιαις ἀναλογον ἐταχθη . ὡς γαρ ἐκει πρωτα και μεσα και ἐσχατα
μηδενα ὀκνειν φοβον ἠ κινδυνον εὐδοκιμων . οὑτος δ ' ἐταχθη μεν ἡγεισθαι των κατα μεσην ἀγωνιζομενων την φαλαγγα και
9999619 αἰγιοχοιο
Νηληϊαδαο γεροντος . Τρωες δ ' ὡς ἐπυθοντο Διος κτυπον αἰγιοχοιο , μαλλον ἐπ ' Ἀργειοισι θορον , μνησαντο δε
ἀγγελιην τινα τοι γαιηοχε κυανοχαιτα ἠλθον δευρο φερουσα παρα Διος αἰγιοχοιο ” και “ ἠ μαλα λυγρης πευσεται ἀγγελιης .
9999619 Αἰσχινη
ἐφη , ποιον τιν ' ἡγεισθαι δει ; οὐκουν , Αἰσχινη , και κατα σου τα ἰαμβεια ταυθ ' ἁρμοσει
ἐκεινος ἐλυσε τα πλοια λαβων , οὐχ ἡ πολις , Αἰσχινη . Φερε δ ' αὐτα τα ψηφισματα και την
9999618 κορῃ
λανθανουσης τους ἀλλους φθορας μηνυτης γινεται και ᾐτιατο συγκακουργειν τῃ κορῃ τους γονεις ἐκελευε τε μη κρυπτειν τον εἰργασμενον ,
των νεων ἐπιστεφανουσα . τινες δε των ἡττωμενων ἐπι τῃ κορῃ ἀγανακτουντες , ταυτην φθονῳ ἀνειλον . οὐ μην τον
9999618 φαλαγγι
, οἱ δ ' ὡς ἀπο τυχης τινος ἠ φαλαγξ φαλαγγι ἠ λοχος λοχῳ ἠ ἀνηρ ἀνδρι συνεπεσον , ἱππεις
Βραχυτερας Ἀρμενιας μυριους ἱππεας και Δορυλαος . . . ἐν φαλαγγι ταττομενους , Κρατερος δ ' ἑκατον και τριακοντα ἁρματα
9999618 Δωριδα
δε τον του Ἀνδρωνος λογον ἀποδεχονται , την μεν τετραπολιν Δωριδα τριπολιν ἀποφαινοντος , την δε μητροπολιν των Δωριεων ἀποικον
της ὁδου . Ἐκ μεν δη της Τρηχινιης ἐς την Δωριδα ἐσεβαλον : της γαρ Δωριδος χωρης ποδεων στεινος ταυτῃ

Back