πτισανην ἐδιδοσαν : ἀλλοι δ ' ἐφυλασσοντο , μη ποτε κριθην καταπιῃ ὁ ἀῤῥωστων . Πετρονας δε και κρεα ὑεια
πιειν , και τῳ θερμῳ λουεσθω . Τοκου καθαρτηριον : κριθην ἐρειξας , ὁσον ἡμισυ ἡμιχοινικιου , ἑψειν ἐν ὑδατος
9999974 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999972 ῥευματισμου
πυριασθω ἀφεψηματι τινι των προειρημενων στυπτικων . Ἐπιμενοντος δε του ῥευματισμου , και τοις δια φοινικων και ἀκακιας και στυπτηριας
παλιν χρηστεον οἱς ἐπι του μετα περιωδυνιας και χωρις ἑλκωσεως ῥευματισμου : εἰ δ ' εἰη ῥυπαρα , ὡστε τρυγωδες
9999972 κριθης
: και ὑπερικον το μεγα κενταυριον . ἀλφιτον το της κριθης ἀλευρον . ἀνδροσαιμον και σκυρον το ὑπερικον : ἐχει
Δημητριου ἐλαβον πυρων δωρεαν εἰκοσι μυριαδας μεδι - μνων , κριθης δε δεκα , και Εὐμενης προσοφειλων τρεις μυριαδας ἐτετελευτηκει
9999972 ἐκριθησαν
ἐντερῳ : οἰδα δ ' ὁτι ἐγγυς που ιϚʹ ποδων ἐκριθησαν . και αὑτη μεν αὐτων ἐστιν ἡ διαφορα .
πλην του ἱερου , οἱ δ ' Ἀλβανοι πολιται Ῥωμαιων ἐκριθησαν . και των ἀλλων δε των περιοικιδων πολεων αἱ
9999972 θελησας
ἐστιν ἀγωνιωντος τα ῥηματα και δεδοικοτος το μελλον . εἰτα θελησας εἰπειν ἡξει Φιλιππος ἐπι την πολιν οὐ φανερως αὐτο
ἐπεμπον . . . Ὁ δε Φρυξ ὁ Μιδας ἑλειν θελησας τον Σατυρον , οἰνῳ φαρματτει τα ναματα , και
9999972 βατραχους
γελοιον ἀν εἰη : μιμουνται μεν γαρ οἱ κωμῳδοποιοι τους βατραχους δια του “ βρεκεκεκεξ κοαξ κοαξ ” και τους
ἐν σμικρῳ τινι μοριῳ , ὡσπερ περι τελμα μυρμηκας ἠ βατραχους περι την θαλατταν οἰκουντας , και ἀλλους ἀλλοθι πολλους
9999971 θελησαι
νομιζουσιν ὑπο της τυχης , ὡς παντα περιποιειν , εἰ θελησαι , δυναμενης . ἀκουσαις δ ' ἀν αἰτιωμενων αὐτην
: τας γυναικας δε αἱ τον Ὀρφεα ἀπεκτειναν ἐναπονιψασθαι οἱ θελησαι το αἱμα , καταδυναι τε ἐπι τουτῳ τον ποταμον
9999971 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999971 γραμματιστης
στατικη , ἰατρικη . και τα ἀπ ' αὐτων ὀνοματα γραμματιστης και γραμματικος , ῥητωρ ῥητορικοςὁ αὐτος και πολιτικοςσοφιστης σοφιστικος
οἱ διδασκαλοι διδασκαλοι εἰσιν , ὡσπερ ὁ κιθαριστης και ὁ γραμματιστης διδασκαλοι δηπου ἠσαν σου και των ἀλλων παιδων ,
9999971 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999971 πολυειδης
εἰς το τρεπομενον και πασχον καθηκουσιν . Ἡ μεντοι γενεσις πολυειδης οὐσα και ἐκ διαφεροντων συνισταμενη τῃ οἰκειᾳ μεν ἐναντιωσει
της ὀνομασιας ἀπο του περι αὐτον σχηματος . ἐστι δε πολυειδης και πολυκινητος , ἐκ της των ἀνωμαλων και ἀτακτων
9999971 λιπαρου
βδελλιου του Σκυθικου μιγνυς και μαστιχης Αἰγυπτιας και ἀμμωνιακου θυμιαματος λιπαρου τε και μη παλαιου και χαλβανης ὡσαυτως . κἀπειδη
κοϲτου , καρποβαλϲαμου , ὀποβαλϲαμου ἀνα # γ , ϲτυρακοϲ λιπαρου # δ , οἰνου εὐωδουϲ Ἀμινναιου Ἰταλικου # ι
9999971 μαθηματικην
παρ ' αὐτοις ἐπετηδευετο , ἀλλ ' ἑνεκα του την μαθηματικην πραγματειαν ἑνος ἐχεσθαι , του καλου και ἀγαθου ,
μεν γαρ εἰ και μη φυσικην , ἀλλ ' οὐν μαθηματικην ὑλην διδομεν την ὑποβεβλημενην αὐτοις ποσοτητα , τους δε
9999971 κυνηγεσιων
ταυτα ἠν . ἐπιτελεσθεντων δε των ἀγωνων και μονομαχιων και κυνηγεσιων κατα τριακονθ ' ἡμερας , ἐν αἱς τας θεας
ἑδρας ἀνεθορε , και μεθηκεν ἑαυτον ποταμιων τε ἐργων και κυνηγεσιων ἐνυδρων , ὡσπερ δε ἐν δραματι ὑποκριτης ἀμειψας προσωπειον
9999971 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999970 γοργοτητος
και δριμυτητος οὐδε ταυτης οὐσης . Μεθοδος τοινυν ὁπερ ἐλεγον γοργοτητος μια , το ταις ἀπαντησεσι ταχειαις χρησθαι και βραχειαις
ὁτι και στερεος ὠν εἰς την του θηλεος εἰκασιαν ἐμαλαττετο γοργοτητος διορθουμενης το θηλυ και εἰς ἐξουσιαν ἀμοιρων κινησεως ᾐδει
9999970 ἀποτροπην
περιεχουσιν ἰνες ὁμοιαι ῥυτισιν ἠ και γραμμαις . Τουτον προς ἀποτροπην παντων των ἑρπετων φασι χρησιμωτατον εἰναι και οἱ γε
παρακλησεσιν ἱκετευουσα . . φλαυρον ] κακον , φοβερον . ἀποτροπην τελειν ] ἀποδιωξιν πληρουν . . φθιτοις ] νεκροις
9999970 κατεγνωσαν
καταφλεχθεις ἐτελευτησεν . των δε παροντων οἱ μεν μανιαν αὐτου κατεγνωσαν , οἱ δε κενοδοξιαν ἐπι καρτεριᾳ , τινες δε
ἐλθοντες των ἱκετων ὡς πεντηκοντα ἀνδρας δικην ὑποσχειν ἐπεισαν και κατεγνωσαν παντων θανατον . οἱ δε πολλοι των ἱκετων ,
9999970 θεν
την θε συλλαβην . ἡ γουν καταληξις ἡ δια του θεν οὐδεποτε το ν ἀποβαλλει : το γαρ Λεσβοθεν οὐκετι
σημασιας ὡδε ἐχει . τα παρα προθεσιν παραγομενα των εἰς θεν ληγοντων κοινῃ χρηται σημασιᾳ κατα την τοπικην ἐκφοραν ,
9999970 ἀπουσης
μεν και ταις ἀλλαις ἀρεταις γινεται χωρα και τοπος , ἀπουσης δε οὐδε ὁτιουν ὀφελος οὐδ ' ἐκεινων οὐδεμιας .
και κινησει κινειται . Ἐνταυθα δε κινησει μεν κινειται , ἀπουσης δε ἠρεμει ἐστερημενον της ὀφειλομενης κινησεως . Ἐπειτα δε
9999970 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999970 λυουσι
και μαλιστα εἰ γλυκεια εἰη . και πολλαι μεν ἐσθιομεναι λυουσι γαστερα , ὀλιγαι δε ἱστασι , και κορυζαν παραμυθουνται
οὐρησιν , οἱ δε πικροι μαλλον μεν εἰσιν οὐρητικοι , λυουσι δ ' αὐτων ἐνιοι και τας κοιλιας : οἱ
9999970 ἀντιστρεφουσι
ζητησιν ἐχουσι περι του εἰ δει εἰσελθειν : διο και ἀντιστρεφουσι τον ἀγωνα : τον γαρ φευγοντα πρωτον ποιουσι λεγειν
ἐπιστημης δεκτικον και γελαστικον . ταυτα γαρ ἰσαζουσι , διοτι ἀντιστρεφουσι : εἰτε γαρ γελαστικον ζῳον , τουτο ἀνθρωπος ,
9999970 γραμματικοις
, καθαπερ και τας ἀντωνυμιας και την καλουμενην παρα τοις γραμματικοις προσηγοριαν . οὐ μεντοι φαινεται τουτο λογον τινα ἐχειν
ταυτα μεν εἰρηται περι των ῥηματων της ἀπαρεμφατου παρα τοις γραμματικοις λεγομενης ἐγκλισεως , δι ' ὡν και μονων εἰωθαμεν
9999970 μισθον
τους ἐλευθερους . Λατρις : ὁ ἐπιμισθιος : τον γαρ μισθον λατρον ἐλεγον : νυν δε και ὁ δουλος .
θεους . ἐπει ὁ γερων εἰπεν ἀσυναρτητως : ὁτι ” μισθον σοι ὀμνυω [ καταθησειν ] τους θεους “ ,
9999970 δεκατης
νησῳ χρυσεων και ἀργυρεων μεταλλων , οὑτω ὡστε ἀπο της δεκατης των γινομενων αὐτοθεν χρηματων θησαυρος ἐν Δελφοισι ἀνακειται ὁμοια
Κορκυραιων πολλαπλασια και οἰκοδομησασθαι την στοαν ἀπο των λαφυρων της δεκατης . ἐστι δε ἡ κατασκευη της στοας Δωριος και
9999970 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999970 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999970 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999970 Παγκρατης
μελανοστικτα ὡσπερ κοσσυφος , τα δε ποικιλοστικτα ὡσπερ κιχλη . Παγκρατης δ ' ὁ Ἀρκας την κιχλην ὀνομασι πολλοις φησι
θεριζομενου σιτου . λαβε δ ' ἐν Μιτυληνῃ αὐτην . Παγκρατης ἐν ἐργοις θαλασσιοις : σαλπαι τ ' ἰσομηκεες ἰχθυς
9999970 βραχυτητος
και δεινοτητος των ἐνθυμηματων και , ὡσπερ φθασαντες εἰπομεν , βραχυτητος συνταξεως : τα γαρ πολλα των πραγματων και λεξει
, οἱον κατα μιμη - σιν της γινομενης αὐτῳ † βραχυτητος ἐν τῃ φωνῃ : ἀφ ' οὑ και βρογχος
9999970 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999970 ἀφρονως
χρηματων και ἀγορας : οἱ δε , οἱον ὀχλος , ἀφρονως ἡγουντο τους στρατηγους σφων δι ' ἑαυτους ταυτα Ῥωμαιοις
ἐπαθες βλαβος ἀπρεπες , μη καλως φρονων , ἀλλ ' ἀφρονως ἀντιλεγων τῳ Διϊ και ἀνθισταμενος αὐτῳ . ἠ ,
9999970 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999970 λογισμων
, ἡτις ἠν λιθινῃ πλακι κατησφαλισμενη , ἱσταμεθα των πολλων λογισμων τας ψυχας περιαραντες . ᾐδειμεν γαρ μηδεν του λοιπου
βαρυν τονον ἐχουσῃ . παγκαλως οὐν τῳ πληθει των ἀδικων λογισμων ἀντεθηκεν ἑνα τον δικαιον , ἀριθμῳ μεν ἐλαττονα δυναμει
9999970 κρατηθεντα
τοὐπισω πεπλεγμενοις , κατ ' ἀνακλασιν πεπλεγμενοις . ἁλοντα : κρατηθεντα . Ὑπεξεκλεψε : κρυφιως ἠλθεν . ἐξειρυσεν : διεσωσεν
Και τα μεν οὑτω καιρια των μοριων ἐφ ' οἱῳδητινι κρατηθεντα παθει ῥᾳδιως ἀν τα οὐρα ἀλλοιωσει τῃ καιριοτητι ,
9999970 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999969 ζητουμενη
' οἱον προς αὐτο συγκεχυσθαι : και αὑτη ἐστιν ἡ ζητουμενη μεσοτης του ἑνος και του ὀντος ἡ συμφυσις τοιν
τα ἀπ ' αὐτων . και ἡ ΡΕ ἀρα περιφερεια ζητουμενη προς τον λοξον κυκλον δοθεισα ἐστιν . και ἐπει
9999969 ἐσθιομενη
και κεφαλαλγιαν την ἐξ οἰνου . ὁμοιως και ἡ ἀκορος ἐσθιομενη και ἡ Θηβαια . ἀμεθυσος διατηρειται ὁ προφαγων ἀμυγδαλα
του ἐν ἀγροις γεινεσθαι . ἠ ἀγροεσθις ἡ ἐν ἀγροις ἐσθιομενη : παρα γαρ τῳ ποταμῳ αἱ της Ναυσικαας ἡμιονοι
9999969 ἐλευθεροις
εὐτελης . μοθωνας γαρ ἐκαλουν οἱ Λακωνες τους παρεπομενους τοις ἐλευθεροις : ἐστι δε και γενος ὀρχησεως . ΓΘ ἀλλως
τους Αἰτωλους αὑτοις βοηθειν , ἐπει και ὁ Κασσανδρος αὐτοις ἐλευθεροις οὐσιν ἐπεχειρει , ὡς ἐν αὐτῳ τῳ λογῳ γιγνεται
9999969 πιστευεις
Τι οὐν ; ἠν δ ' ἐγω : Ὁμηρῳ οὐ πιστευεις καλως λεγειν , λεγοντι ὁτι αἰδως δ ' οὐκ
δη , ὠ Νικια , ὁτι οὐδε την Κρομμυωνιαν ὑν πιστευεις συ γε ἀνδρειαν γεγονεναι . τουτο δε λεγω οὐ
9999969 οἰκοδεσποτειαν
δε ὁ της Ἀφροδιτης και ὁ του Ἀρεως ἁμα την οἰκοδεσποτειαν λαβωσι της πραξεως , ποιουσι βαφεας , μυρεψους ,
συγκρασεως . ὁ μεν οὐν του Κρονου ἀστηρ μονος την οἰκοδεσποτειαν της ψυχης λαβων και αὐθεντησας του τε Ἑρμου και
9999968 προσελαβεν
ἑβδομον ὁμοιως τῳ πεμπτῳ . το ὀγδοον προσοδιακον δωδεκασημον διαφορως προσελαβεν . το ἐνατον ἀναπαιστικον . το δεκατον ἰαμβικον τριμετρον
βασιλεα , και την ἀρχην αὐτου και ὁσα ἀλλα ἐθνη προσελαβεν ἀμφι την ἑω , διετασσετο : ὁ δε Καισαρ
9999968 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999968 κρηναις
κωλυματα τεχνιταις ἀποτεμων τα τοιαυτα δεινοις ; τις ὁ ταις κρηναις ἑτερας ἐτι προσθεις , ὡς της των ὑδατων ῥυμης
και των ἐν ταις βασιλικαις λιμναις . ἐν μεν γαρ κρηναις ταχ ' ἀν ἰσως εἰης ᾐσθημενος . Πανυ μεν
9999968 σκευασιαν
δια πεπερεως ἠ ἀνισου ἠ ἀλλης τινος τοιουτοτροπου δυναμεως την σκευασιαν ἐχουσι . διο παραιτησαμενοι τα τοιαυτα , τοις ἐναντιοις
μητερα γινεσθαι , και ἀναστελλειν μιξεως . σπλαγχνα δε γαλης σκευασιαν τινα προσλαβοντα , ἡν ἰστωσαν οἱ σοφοι ταυτα ,
9999968 κομισαντες
των ἐν τῃ δευτερᾳ ἀποδειξει ἐμπεριεχομενων λεκτων , και τριτην κομισαντες των ἐν τῃ τριτῃ , και τεταρτην των ἐν
δε ἑξακοσιαι συνελεχθησαν . Τῃσι μεν νυν στηλῃσι ταυτῃσι Βυζαντιοι κομισαντες ἐς την πολιν ὑστερον τουτων ἐχρησαντο προς τον βωμον
9999968 πλεονασμου
ἀφ ' οὑ και μεχρι νυν , κατ ' εὐχην πλεονασμου ὑγροτητος , και ἐν τοις ὑδραγωγιοις των χωριων γεμοντες
δια του ω : ὁμοιως δε και ὁσα ἐχει ἀπο πλεονασμου το η κατα την τριτην ἀπο τελους : οἱον
9999968 πυκνοτητος
της των σπειρομενων ἐν ταὐτῳ και φυομενων συνεχους και ἐπαλληλου πυκνοτητος , τουτο δ ' ὑπο της των καρπων διπλασιαζομενης
διαυγασμον ἀποτελει . Μητροδωρος , ὁταν εἰς νεφος πεπηγος ὑπο πυκνοτητος ἐμπεσῃ πνευμα , τῃ μεν θραυσει τον κτυπον ἀποτελει
9999968 πληρουμενη
' ΑΥΤΕΥΝ . Πλημνη ἡ του τροχου τρυπη , ἡ πληρουμενη ὑπο των ἀξονιων , ἠ πλημναι αὐτα τα ἀκροξονια
και ψυχομενη , και ὑπο ἀναθυμιασεων των ἐκ της κοιλιας πληρουμενη , και ἀπο των ἐξωθεν , των καρωδων και
9999968 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999968 ἀποτυγχανειν
τουτο ποιει , ” μελετω , “ εἰπεν , ” ἀποτυγχανειν . “ αἰτων τινακαι γαρ τουτο πρωτον ἐποιησε δια
ἀργαλεωτατῃ νοσῳ , ἐπαιρομενοι . προς γαρ τῳ του τελους ἀποτυγχανειν ἐτι μετ ' οὐ μικρας βλαβης μεγαλην αἰσχυνην ὑπομενουσιν
9999968 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999968 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999968 Πολιαδος
ἐφ ' αὑτῳ . κειται δε ἐν τῳ ναῳ της Πολιαδος Ἑρμης ξυλου , Κεκροπος εἰναι λεγομενον ἀναθημα , ὑπο
καλειται δε Πολιειον ἀπο Πολιδος Κασεως ἐμπορου ἠ ὁτι Ἀθηνας Πολιαδος ἱερον ἐν αὐτῃ ἐστιν . ἡ δε πολις Σιρις
9999968 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999968 μισθουσθαι
ἱλαριας μετεχειν , ἐναντια δε ἀγοραζειν , οἰκιας ἠ χωρας μισθουσθαι ἠ μετοικιζεσθαι , ἐκτιτρωσκειν δε ἐπικινδυνον και ταις αὐτοματως
δε Ταυρῳ σπειρειν , φυτευειν και ἀργην γην γεωργειν , μισθουσθαι δε χωραν ἀσυμφορον , ἐν δε Διδυμοις γεωργειν και
9999968 κεκαυμενην
των στεφανωματων λιβανωτιδα και λιθον πυριτην και ἁλας και τρυγα κεκαυμενην και νιτρον και κισηριν το κατα λογον ἑκαστου και
πυριατεον σπογγοις το μοριον , και εἰ αἱμορραγοιη , κηκιδα κεκαυμενην ἠ σπογγον καινον ἀποβαψαντα εἰς πισσαν ὑγραν και καυσαντα
9999968 τετριμμενην
πεσῃ , στρεψαντας δει προς τους ἐναντιους την ὑγιη την τετριμμενην ἐπισκευαζειν : προς δε τα ἀλλα συμπτωματα ἐκ τουτων
σεμιδαλιν δ ' ἑφθην ἠ των σιτανιων ἀλευρων ἠ κεγχρον τετριμμενην . ἁπαντα δε ταυτα καλως ἑψειν και πολυν χρονον
9999968 γνωσεως
, οὑτω και της νοερας και ψυχικης εἰναι τινα κοινοτητα γνωσεως οὐσιωδους , οὐ συννοων ὁτι ἡ ψυχικη ἀπο της
. εἰ δε συνεπιμεριζει τουτῳ ὁ Ζευς , δηλοι προσθηκην γνωσεως και παιδευσεως δι ' ὡν ὠφεληθησεται και ἐπικτησεται ὠφελειας
9999968 διετεθησαν
τινα γνωμην ἐχουσιν οἱ δικασται περι αὐτου , και ὁπως διετεθησαν ἐπι τῳ πεπραγμενῳ . εἰ μεν οὐν χρηστον εἰη
ἐκπλειν ἡμας , βλεπων δ ' εἰς τους ἑρμας ὡς διετεθησαν , ἐνθυμουμενος δε ὡς ὁ ταυτα συμβουλευσας ἐπαρατος γεγενηται
9999968 κατασκευασθεν
ἀκουσιῳ , το ἑκουσιον , εἰς την του παντος συμπληρωσιν κατασκευασθεν ἀναδειχθηναι . τουτο μεν δη ταυτῃ λελεχθω . προσηκει
τῃ σαμαινῃ , ὁ ἐστι πλοιον δικροτον ὑπο Πολυκρατους πρωτον κατασκευασθεν του Σαμιων τυραννου , ὡς Λυσιμαχος ἐν βʹ Νοστων
9999968 κορεσθηναι
: και βαρειας οὐσης της κεφαλης μου δια το μη κορεσθηναι με του ὑπνου πεπλανημαι την ὁδον . Θαυμαστον εἰπειν
ἐστι το ἐκ καματου της κυνηγιας εὑρειν τραπεζαν γεμουσαν και κορεσθηναι : τραπεζα πληρης : προτεθεισα δηλονοτι . [ και
9999968 ὑπουσης
το της χορηγιας , χρηματων βασιλικων ἠ τινος μεγαλης ἰδιωτικης ὑπουσης οὐσιας , ἐν πολλῃ και ἀφθονῳ κυλινδουμενον ἀσελγειᾳ μεχρι
ὁρμαις ἑπομενος και μηδεμιαν ἐων ὑποσκελιζεσθαι : διο και της ὑπουσης δυναμεως ἐστιν ὁτε πλεον ἐνεανιευετο | δυναμιν ἀκαθαιρετον το
9999968 προσθειη
ἐνεκερασατο τῳ ἀνθρωπῳ , ὁπως λωβην τε και αἰσχος αὐτῳ προσθειη , ἀλλα και ταυτα προς διαμονην και σωτηριαν του
ἐγειρομενης εὐφημιας . Διος δε ὀμμα τουτῳ και τα λοιπα προσθειη και σε δι ' ἀρχων ἐπι τον τουδε θρονον
9999968 γραμμας
: εἰ δε την ἐπιφανειαν δεχεται , δεξεται και τας γραμμας , δεξεται και τα σημεια . ἐσται τοινυν τις
μεν γεωμετρικος ὁ λογος , τῳ ἁπλως τριγωνα λαμβανειν και γραμμας ἐκτεινειν και κυκλους περιαγειν , τῳ δ ' αὐ
9999968 λιθους
φυσει το βοηθουν : ὁλως ἐν ὁποιᾳουν ἐαν ὀρυττων τις λιθους εὑρῃ ἠ τροχμαλον ἠ ἀμμον ἠ γην μοχθηραν οὐκ
σκιλλιτικου το ἱκανον : Την λιθαργυρον και ἁπαντας τους προειρημενους λιθους ἑκαστον κατ ' ἰδιαν χνοωδεστατα ποιησας , εἰθ '
9999968 ἀκηκοεναι
συσταντων , ἱκανως οἰομαι ὑμας , ὠ ἀνδρες δικασται , ἀκηκοεναι . Μετα ταυτην τοινυν την ἀποκρισιν ἑτεραν διαθηκην ἐκομισαν
ἐκμαρτυρια ἐστιν ὁταν μη εἰδως αὐτος μαρτυρῃ , ἀλλα φασκῃ ἀκηκοεναι . Ἀλλως . ἡ του μη παροντος μαρτυρια καλειται
9999968 ἀποφατικην
τηνικαυτα ἀνομοιοσχημονας ἐχουσα τας προτασεις δια το [ εἰς ] ἀποφατικην εἰναι την ὑπαρχουσαν , καταφατικην δε την ἐνδεχομενην ,
τινες τισιν ἀντιστρεφουσι , μη ἀντιστρεφειν μεν ἑαυτῃ την καθολου ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰπομεν , ὑπερεθεμεθα μεντοι την αἰτιαν ἀποδωσειν ,
9999968 ἀναμφισβητητον
, και ᾐδεσαν ταυτην ὁποια ἠν , και ἐπ ' ἀναμφισβητητον παντες κατεχωριζοντο . καλον μεν γαρ ἡγειτο ὁ Κυρος
πολλην ἐχοντες ὑπερβολην , εἰτα κατα την ψυχην , ὡστε ἀναμφισβητητον εἰναι και φανεραν την ὑπεροχην τοις ἀρχομενοις την των
9999968 νεανικον
' ἀφ ' ἑκαστου πραγματος συμβησεται διαλελογισθαι δρᾳ τι και νεανικον και θερμον . Ἀπολλον , ὡς δυσαρεστον ἐστ '
τελευτων δη οἰμαι φαιμεν ἀν εἰς ἑν τι τελεον και νεανικον ἀποβαινειν αὐτο ἠ ἀγαθον ἠ και τοὐναντιον . Τι
9999968 συνεβησαν
Ἑλκομενης δ ' ἐπι πολυ της φιλονεικιας τελευτωντες ἐπι τουτῳ συνεβησαν τῳ δικαιῳ , ὡστε δυειν θατερον , ἠ τους
ἐτι προτερον Πελασγοι πολεως τε της αὐτης τοις Ἀβοριγισι κοινωνησαντες συνεβησαν ὁμοεθνεις νομιζεσθαι . Ἡρακλεους μεν δη στρατειας περι και
9999968 κρατηθηναι
ἀνατειλαντος βορεου και ἀπηλιωτου πνεοντος ἀναβασιν κατα λογον ἐσεσθαι και κρατηθηναι τα Αἰθιοπων δι ' ἀλκης σημαινει . μελας δε
θελησητε . μηποτε σχεθειν ] ἐθελησητε . θ σχεθειν ] κρατηθηναι . θ σχεθειν ] ὑπειξαι . Ξ ἀλκη ]
9999968 ἐλευθεριαν
. δουλους δε ἐλευθερους ποιει : ἡλιον γαρ και την ἐλευθεριαν καλουσιν ἀνθρωποι . τοις δε λοιποις εἰς ἐπικτησιν ὠφελιμος
μεγαλην ἡγεμονιαν κατεργασεσθαι , ἐαν ἡγησωνται τοις Ἑλλησι προς την ἐλευθεριαν και το σωθηναι . Λακεδαιμονιους δε , ὡσπερ οἱ
9999968 μισανθρωπος
παμπολλα τα δυναμενα παρεπεσθαιἐντευθεν . και αἱ συνθεσεις ἐπενοηθησαν , μισανθρωπος , φερεπονος , φιλολογος , αἱπερ ἐξ ἐπισυμβεβηκοτων ἐνεγινοντο
συνθετοι των λεξεων διηνεκες ἐχουσι το σημαινομενον , καθαπερ ὁ μισανθρωπος , ὁ φιλανθρωπος και φιλοπλατων , πως οὐ γελοιοι
9999968 ἀπαιτουσι
τους ἀπαιτουντας προς τι ἐπιχειρειν : Ἐπει πολλακις οἱ ἀποκρινομενοι ἀπαιτουσι τον ἐρωτωντα ἀποδειξαι ἡν ἠρωτησε προτασιν , παραγγελλει ὡς
: ἐπειδη ἐν ταις χαιταις των ἱππων ἐπιζευχθεντες οἱ στεφανοι ἀπαιτουσι με τον ὑμνον αὐτοις προσφωνησαι , ὁ ἐστιν ἀγλαοκωμον
9999968 παραλογισμοι
Ἐκ ποσων μεν οὐν και ποιων γινονται τοις διαλεγομενοις οἱ παραλογισμοι , και πως δειξομεν ψευδομενον τε και παραδοξα λεγειν
δε παρα το μη διωρισθαι τι ἐστι συλλογισμος Οἱ δε παραλογισμοι παλιν οἱ γινομενοι παρα το μη ἐξακριβουσθαι τις ἐστιν
9999968 ἀφροντιστως
ἐπηγαγοντο : και συνεχης δ ' ὡσαυτως , οὐ μην ἀφροντιστως , ἀλλ ' ὡστε δεισαι περι τῳ ἀνθρωπῳ ,
ἐργα ταυτα σωφρονος . ὑμιν δε , παιδες , οὐκ ἀφροντιστως πατηρ πολλην ἐθηκε συν θεοις σωτηριαν : οἰμαι γαρ
9999968 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999968 θειης
ἐπιστησειας ἀν και ξηρανειας και καθηραις ὁμαλα τε και λεια θειης και κατουλωσειας . τευξειας δ ' ἀν ἐξ αὐτου
αὐτοι τε μεμαθηκασιν οὑτω τους τε αὑτων διδασκουσι παιδας . θειης ἀν ταυτα δυο γενη των καλουμενων ἰατρων ; Πως
9999968 τραχεως
σαφως οὑτως αὐτο παραδιδωσι μηδε προς τας των παραπλησιαζοντων ὀργας τραχεως ἀπαντων , ἀλλα θυμουμενοις μεν αὐτοις εἰκων , πεπαυμενοις
ἀπελευσομαι . βρυγμος : ἡ συντομος ἐδωδη , ἐπι των τραχεως ἐσθιοντων , παρα το βρυκειν , ὁπερ ἐστιν ἐσθιειν
9999968 Ἀριστοκλεους
σαπερδιον . : Ἀπολλοδωρος δ ' ἐν τῃ προς την Ἀριστοκλεους ἐπιστολην ἀντιγραφῃ , ὁ νυν , φησιν , ἡμεις
, και των περι του ἀνδρος ἱστορουμενων . Ἀπο των Ἀριστοκλεους του Περιπατητικου . . . . . . .
9999968 διακαθαιρει
. Σκορδιον ἐχει τι πικρον και στρυφνον και δριμυ : διακαθαιρει τε οὐν ἁμα και θερμαινει τα σπλαγχνα . Σκοροδον
οὐρα και καταμηνια κινει και ἐμβρυα καταϲπᾳ και τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει πινομενοϲ : ταιϲ τε ἐκ θωρακοϲ και πνευμονοϲ ἀναγωγαιϲ
9999968 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999968 μυριαν
– – ] ? [ ] ˘ι – ] ? μυριαν [ φλογ ] ? ' ὀπων τε δοκτυποι ?
και τα πραγματα ἐλαττω ἐστιν , ἀσχο - λιαν δε μυριαν και πονους , και πολλακις οὐδε χαρις οὐδ '
9999967 πολῳ
ΑΒΓ κυκλου πολων μεγιστος κυκλος γεγραφθω ὁ ΑΕΓΗ , και πολῳ μεν τῳ Ε , διαστηματι δε τῳ ΑΕ ,
, ἀρχη των περισκιων ἐστι μεχρι των οἰκουντων ὑπο τῳ πολῳ . του γαρ ἡλιου καθ ' ὁλην την του
9999967 μικρου
γαρ παρ ' αὐτοις εἰρηται . Τα δια του οψ μικρου τε και μεγαλου γραφομενα ἀδιωριστα καθεστηκεν ὁμοιως ἐπι κυριων
δηλωσαι ὁ Πλατων την ὑλην δια του μεγαλου και του μικρου ἐδηλου αὐτην . φησιν οὐν ὁ Ἀριστοτελης ὁτι το
9999967 ῥητορικον
λεγεις ; ἠ οἰειὁτι Γοργιας ᾐσχυνθη σοι μη προσομολογησαι τον ῥητορικον ἀνδρα μη οὐχι και τα δικαια εἰδεναι και τα
ἐκεινους εἰπον τους λογους . ἀναλογια ἀριθμητικη και γεωμετρικη . ῥητορικον . ὁ πολιτικος φιλοσοφος κρειττονως ἐπισταται τα εἰδωλα της
9999967 θεραπευσεις
, περιβαλλων ἡμιν ἱερωτερον τειχος . Πολιν , οὐκ ἀνδρα θεραπευσεις , βουλην δε νοσουσαν και κινδυνευουσαν ἀποκλεισθηναι , μελλεις
εἰ δακνωδες ἁμα και γλισχρον εἰη το ἐπιῤῥεον , ἀριστα θεραπευσεις . Περι διαγνωσεως του εἰναι το ἐνοχλουν αἰτιον ψυχρον
9999967 ἐμπεδος
λυγρον κατεδαμνατο γηρας . Ἀλλα οἱ ἐν στερνοισιν ἐτ ' ἐμπεδος ἐπλετο θυμος και νοος , οὐδε τις ἀλλος ἐριδμαινεσκεν
σευοντα κατα μοθον . Ὡς ὀφελον μοι ἀλκη ἐτ ' ἐμπεδος ἠεν , ἱνα γνωῃς ἐμον ἐγχος . Νυν δε
9999967 σκοπους
. το δε μη παρελκον . σκοπους ] ἐπιτηρητας . σκοπους ] κατασκοπους . θ κατοπτηρας ] ἐπιτηρητας . κατοπτηρας
και εἰ φιλανθρωπως προσφερομαι τοις καταιρουσιν , ὁς γε και σκοπους ἐπι των λιμενων ἐχω και πευθηνας , τινες ὁθεν
9999967 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999967 Ἐπικουρου
κατετεινε την ψυχην . εἰχε δε ἀρα το βιβλιον τας Ἐπικουρου δοξας , ἁς ἐκεινοι κυριας οὑτω καλουσιν , Ἐπικουρου
και ἀργον και ἐπτηχοτα ; Σαρδαναπαλλου μοι βιον λεγεις , Ἐπικουρου μοι βιον λεγεις . Ἀντιθωμεν αὐτοις , Κυρον μεν
9999967 Παναθηναιων
δε Ἀρειου παγου πλησιον δεικνυται ναυς ποιηθεισα ἐς την των Παναθηναιων πομπην . και ταυτην μεν ἠδη που τις ὑπερεβαλετο
το ἐν ἀκροπολει ξοανον της Ἀθηνας ἱδρυσατο , και των Παναθηναιων την ἑορτην συνεστησατο , και Πραξιθεαν νηιδα νυμφην ἐγημεν
9999967 σεληνης
ὁμοιως κειμενου του ἐπικυκλου κατα το ἐλαχιστον δε ἀποστημα της σεληνης ὁπερ ἀποδεδεικται τοιουτων λγ λγ , οἱου ἐστιν ἡ
και πεντηκοντακις καταμετρειται ὁ κυκλος οὑτος ὑπο της διαμετρου της σεληνης , δις δε και ἡμισακις ὁ της σκιας κατα
9999967 χειρωσασθαι
, ὡν ἀκοῃ ἰσμεν , Ἀσσυριοι λεγονται ἁπασαν την Ἀσιαν χειρωσασθαι , πλην Ἰνδων των ὑπερ Γαγγην ποταμον ἱδρυμενων .
δε τουτο μεν ἀγεννους ἀνδρος ἐργον ἡγουμαι το τον ἀγνοουντα χειρωσασθαι . προηδικημενος δ ' ὑπο σου μεγαλα μηνυω σοι
9999967 γεγραμμενοι
και ὁ οἰσυπηρος και οἱ παραπλησιοι ἐν τῳ ιδʹ λογῳ γεγραμμενοι . χριονται δε συν οἰνῳ γλυκει , μιγνυνται δε
” φησι “ βουστροφηδον ἠσαν οἱ ἀξονες και οἱ κυρβεις γεγραμμενοι ” δεδηλωκεν Εὐφοριων ἐν τῳ Ἀπολλοδωρῳ . ἠ ἐπει
9999967 προσκεφαλαια
παλαι ἀφιγμενην ἐπι την ἐμην εὐνην . κεκομιστο δε αὐτῃ προσκεφαλαια μαλακα και στρωματα εἰσω κατεθεντο και χαμευνιον ἡμιν εὐτρεπες
φυλλαδες , πτεριδες , ποαι , τυλεια , κνεφαλα , προσκεφαλαια ὡς Δημοσθενης και πολλοι . και ποτικρανον δ '
9999967 χονδρος
οὐκ εἰπε χονδρους ἁλας . Περι δε της συνταξεως του χονδρος ἁλς , εἰτε ὁμοιοπτωτως δει συνταττειν εἰτε ἀνομοιοπτωτως ,
οἱ οἰκαδ ' ἰοντι παλιν ποτιδορπιον εἰη . . . χονδρος δ ' ἡδυπροσωπος , ὁν Ἡφαιστος καμεν ἑψων Ἀττικῳ
9999967 κοιμηθηναι
διοτι ἐλεγεν : οὐ προσηκει ἀνδρι θεοσεβει προ των γαμων κοιμηθηναι μετα της γυναικος αὐτου . Και ἀνεστη Ἰωσηφ τῳ
, και σου δεομαι μη στεφανουσθαι μονον , ἀλλα και κοιμηθηναι ἐπ ' αὐτων , και γαρ ἐστιν ἰδειν μεν

Back