κωλυματα τεχνιταις ἀποτεμων τα τοιαυτα δεινοις ; τις ὁ ταις κρηναις ἑτερας ἐτι προσθεις , ὡς της των ὑδατων ῥυμης
και των ἐν ταις βασιλικαις λιμναις . ἐν μεν γαρ κρηναις ταχ ' ἀν ἰσως εἰης ᾐσθημενος . Πανυ μεν
9999984 θεραπαιναις
ἐλθειν ἐπειγεσθαι , δεδιεναι δ ' ὡς ἐν νυκτι και θεραπαιναις το ὑποπτον , μεθ ' ἡμεραν ἡξειν ἐφη .
, την Περσεφονην * ἐβλαψε : ἐπετρεψεν θεραπναις ἠγουν ταις θεραπαιναις ἠ τοποις προς ξενιαν ἐπιτηδειοις . * ὑλην :
9999984 τρισχιλιων
εἰς τρισχιλιους , και μην ἐξ Εὐβοιας ἁπασης οὐκ ἐλαττους τρισχιλιων . ὁπλιτικον μεν δη τοσουτον : ἱππεις δε Βοιωτων
; Οὐκ ἀν διαλεχθειην διεσπλεκωμενῃ ὑπο μυριων τε τωνδε και τρισχιλιων . Ὁμως δ ' ἐπειδη και τον οἰνον ἠξιους
9999984 σκληριας
μαλλον των ἀρχομενων παρακμαζειν . ἀνεπιτηδειοι δε καθολου οἱ μετα σκληριας και φλεγμονης των μεσων νοσουντες ξηροι τε και δυσδιαπνευστοι
: τηξας καταχεε εἰς ἁλμην , και μαλαξας χρω προς σκληριας . Τουτο ἐπουλοι καλλιστα , ἐχει δε οὑτως :
9999983 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999983 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999983 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999983 Παναθηναιων
δε Ἀρειου παγου πλησιον δεικνυται ναυς ποιηθεισα ἐς την των Παναθηναιων πομπην . και ταυτην μεν ἠδη που τις ὑπερεβαλετο
το ἐν ἀκροπολει ξοανον της Ἀθηνας ἱδρυσατο , και των Παναθηναιων την ἑορτην συνεστησατο , και Πραξιθεαν νηιδα νυμφην ἐγημεν
9999983 καθαρτικου
τοιγαρουν ἀπο των προποματων . Ἐκ των Θεωνοϲ : οἰνου καθαρτικου χοληϲ ϲκευαϲια . Καϲϲιαϲ # α , ϲκαμμωνιαϲ #
. ιζʹ . οἰνος δια μηλων . ιηʹ . οἰνου καθαρτικου σκευασια . ιθʹ . οἰνος ἱκανος γυναικι κατασπασαι γαλα
9999983 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999983 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999983 πλεκταναις
την ἰδεαν , και ὑπο ταις της τευθιδος ἠ τευθου πλεκταναις φερεται , ὑποφερεται δε γε ὁμοιως και ταις της
, ὡς μη ἁλισκοιτο σαγηνευθεισα και περιπεσουσα ταις του θηριου πλεκταναις . την μεν γαρ ἀνδριαν και την ἀλκην αὐτης
9999983 στακτης
χιας , βδελλιου ἀνα γοβ . λαδανου λιγ . μελαινης στακτης λιστ . κροκου γραμματα στ . Ἐγω δε φησιν
: και ἀναμαλαξας ἱκανως ἐπισταζε κατα βραχυ το ὑπολοιπον της στακτης κονιας , και λειου ἑως ἀναποθῃ πασα ἡ κονια
9999983 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999983 συμπασαν
αὐτον Ἱππαρχον εἰκαζεται λεγεσθαι ὁσον χιλιων σταδιων , ὡστε την συμπασαν κατ ' Ἐρατοσθενη κεφαλαιουσθαι ἐννακισχιλιων ἑξακοσιων : αὐτος συντετμηκε
, ὡς φησιν Ἀσκληπιαδης ὁ Μυρλεανος . Ῥωμαιοι δε την συμπασαν καλεσαντες ὁμωνυμως Ἰβηριαν τε και Ἱσπανιαν το μεν αὐτης
9999983 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999983 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999982 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999982 γινωσκομεν
ἑκαστον γνωριζομεν , ταυτα ἐκεινου ἀρχη ἐκ δε των ὁρισμων γινωσκομεν ἑκαστον των ὀντων , οἱ ὁρισμοι ἀρα ἀρχαι .
ἠ βραδεως . και φησιν ἐκ τεσσαρων τινων σημειων τουτο γινωσκομεν , ἀπο τε της ὀδυνης και της βηχος και
9999982 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999982 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999982 ψυχροτεροι
Οἱ μεν ὑψηλοι των τοπων εἰσι ψυχροτεροι και εὐπνουστεροι , ψυχροτεροι μεν δια το ἀπ ' ὀλιγου του ἐπιπεδου ὀλιγας
διαλυουσιν . ὁσοις δε μη παρεστι θερμη δυσκρασια , ἀλλα ψυχροτεροι και παχυτεροι και ὠμοτεροι μαλλον ἐν τοις ἀρθροις ὑποστρεφονται
9999981 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999981 Λακεδαιμονιον
κατα την ὀγδοην και τριακοστην , ὁτε νικησαι μεν Εὐτελιδαν Λακεδαιμονιον , την δε ἰδεαν ταυτην μηκετι ἀγωνισασθαι παιδα ἐν
τοτε ἐτυχον ἐπιδημουντες , συνηρπαζον δε παντα τινα και ὁν Λακεδαιμονιον σαφως ὀντα ἠπισταντο και ὁτῳ κουρας ἠ ὑποδηματων ἑνεκα
9999981 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999981 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999981 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999981 διαλεκτικης
κατα σχολην τοις τοιουτοις καλλυνεσθαι προμηθουμενης , ἀλλ ' οὐ διαλεκτικης ἑτοιμοτητα και λεξιν και διανοιαν ἀποσχεδιαζουσης . τοιαυτα δε
της ἀποδεικτικης ἐν τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε της διαλεκτικης ἐν τοις Τοποις . προς δε την παρουσαν χρειαν
9999981 συμποσιοις
προς τε τους καιρους , οἱον ἐν ἑορταις και ἐν συμποσιοις , και ἐν ἐπιπληξεσιν δε προς τους τρυφερωτερους ,
ὁλης ἡμερας ἀξει και τελεσει ἡ πολις τους ἐν τοις συμποσιοις χορους ταις των κυλικων φιλονικιαις . λεγει δε τας
9999981 θαυμαστων
σεαυτου προς αὐτον συγγενειαν ἀνενεωσω και των ταπεινοτερων τουτων , θαυμαστων δε τοις ἀλλοις κατεφρονησας , φιλοτιμιας και πλουτου και
ἱεραν χθονα ] την θειαν Ἀττικην . ζαθεων ] λιαν θαυμαστων ἠ ταχυτατων . κελαδηματα ] ἠχους . κελαδοντα ]
9999981 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999981 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999981 πιστευεις
Τι οὐν ; ἠν δ ' ἐγω : Ὁμηρῳ οὐ πιστευεις καλως λεγειν , λεγοντι ὁτι αἰδως δ ' οὐκ
δη , ὠ Νικια , ὁτι οὐδε την Κρομμυωνιαν ὑν πιστευεις συ γε ἀνδρειαν γεγονεναι . τουτο δε λεγω οὐ
9999981 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999981 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999981 μαλακωτεραι
μεν αἱμα πλειον τε και ὑγροτερον , αἱ φλεβεϲ δε μαλακωτεραι : οὑτωϲ δε και το ϲυμπαν ϲωμα , πλην
φασιν αἱ συντονωτεραι των Μουσων [ ] , αἱ δε μαλακωτεραι το μεν ἀει ταυθ ' οὑτως ἐχειν ἐχαλασαν ,
9999981 πολυειδης
εἰς το τρεπομενον και πασχον καθηκουσιν . Ἡ μεντοι γενεσις πολυειδης οὐσα και ἐκ διαφεροντων συνισταμενη τῃ οἰκειᾳ μεν ἐναντιωσει
της ὀνομασιας ἀπο του περι αὐτον σχηματος . ἐστι δε πολυειδης και πολυκινητος , ἐκ της των ἀνωμαλων και ἀτακτων
9999981 ἀναλογιαις
του αὐτου δη πνευματος πεφυκοτος , διαφοραι αἰσθητικων πνευματων ταις ἀναλογιαις των αἰσθητηριων γινονται . Ἠ δηλονοτι και τουτο της
ναυς και καταδυειν , μετροις τισι και σταθμοις προτερον και ἀναλογιαις ἀπευθυνουσι τε και διευθετουσιν αὐτοις προς τας ὁλκαδας την
9999981 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999981 θεραπευθηναι
αὐτος ἁμα κρισει . Ἀλκιππος , ἐχων αἱμοῤῥοϊδας , ἐκωλυετο θεραπευθηναι : θεραπευθεις ἐμανη : πυρετου ὀξεος ἐπιγενομενου , ἐπαυσατο
ὀλιγῳ ὑϲτερον . ἑτερα δε νουϲηματα ἐϲτιν , οἱϲι καιροϲ θεραπευθηναι ἁπαξ τηϲ ἡμερηϲ , και ὁπηνικα γε , οὐδεν
9999981 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999981 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999981 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999981 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999981 οἰκειοτερα
ἐστι και πολιαις κατηρτυμενης ἡλικιας [ ἡ τουτων καταληψις ] οἰκειοτερα , πολλῃ μεν ἱστοριᾳ λογων τε και ἐργων ,
ᾡ θεωρειται ἀληθεια ἠ ψευδος . Ῥητορικης γαρ ἠ ποιητικης οἰκειοτερα ἡ σκεψις . οὐ γαρ περι λογους ἡ φιλοσοφια
9999981 σπουδαιων
ἐν γλυ - κει κρητικῳ , ἠ ἑτερῳ τινι των σπουδαιων . Ἐρασιστρατος δε ἐν τῳ περι δυναμεων ἀνεγραψατο ,
διαφοραν των ὀντων , ἀψυχων ἐμψυχων , ἀλογων λογικων , σπουδαιων φαυλων , δουλων ἐλευθερων , νεωτερων πρεσβυτερων , ἀρρενων
9999980 σφενδοναις
καθοπλισας τροπον και ἑτερους συνεπαγομενος ἀξιναις και πελεκεσι χρωμενους ἠ σφενδοναις ἠ δρεπανοις ἠ ξυλοις πεπυρακτωμενοις ἠ και μαγειρων ὀβελοις
πεπλωκοτες / ἀχλαινον ἀμπρευσουσι νηλιποι βιον , / τριπλαις δικωλοις σφενδοναις ὡπλισμενοι . / ὡν αἱ τεκουσαι την ἑκηβολον τεχνην
9999980 Κυρηναιους
αὐτος Στρατονικος σπαταλωνας και θερμοποτας θεωρων ἐφη αὐτους λευκους εἰναι Κυρηναιους . και αὐτην δε την Ῥοδον ἐκαλει μνηστηρων πολιν
, ὡσπερ ἐκ του ὀλεθρου , τους Ῥοδιους ἐκαλει λευκους Κυρηναιους και μνηστηρων πολιν , την Ἡρακλειαν Ἀνδροκορινθον , το
9999980 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999980 συμποτης
, ὡς μη ἐλεγχθειης ἀπο του χρωματος οὑτως ἀτιμος ὠν συμποτης . και εἰθε γε κἀν ἐκεινου εἰς κορον ἠν
μεν ὁ της ἑστιασεως πρωτοστατης , ὁ δε παρακατακειμενος τινι συμποτης συγκλιτης παρακλιτης : συγκλινον δε Μενανδρος λεγει . ὁμοτραπεζος
9999980 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999980 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999980 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999980 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999980 συμπρεσβεις
τα γε δη καταγελαστα παντελως , ἐφ ' οἱς οἱ συμπρεσβεις ἐνεκαλυψαντο , ὡς ἐξενισε τους πρεσβεις τους Φιλιππου ,
. Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , καλει μοι τους συμπρεσβεις και την μαρτυριαν αὐτων λεγε . Ἐπειδη τοινυν ,
9999980 συμβασης
δ ' ἀν τις το ἀδιαδραστον της Δικης ἐκ της συμβασης τουτῳ τιμωριας . ἀλλα ταυτα μεν οὐχ οἱα τε
φυσιν ὁμιλιαν ὑπομενειν ἀναγκαζομενη . μετα δε ταυτα φλεγμονης αὐτῃ συμβασης περι τον κτενα και δεινων ἀλγηδονων ἐπιγενομενων συνεκληθη πληθος
9999980 καινα
δι ' οὑπερ και το προτερον λογου , οἰει δη καινα ἀττα δειν ἀκουειν ἀποδειξεις τε ἑτερας , ὡς των
, ὠ δυστηνε συ ; ἀπιστ ' ἀπιστα , καινα καινα δερκομαι . ἑτερα δ ' ἀφ ' ἑτερων κακα
9999980 δεκατης
νησῳ χρυσεων και ἀργυρεων μεταλλων , οὑτω ὡστε ἀπο της δεκατης των γινομενων αὐτοθεν χρηματων θησαυρος ἐν Δελφοισι ἀνακειται ὁμοια
Κορκυραιων πολλαπλασια και οἰκοδομησασθαι την στοαν ἀπο των λαφυρων της δεκατης . ἐστι δε ἡ κατασκευη της στοας Δωριος και
9999980 ἀκρατως
ἐξειργασμενος . δικαιου δε της γνωμης φανεισης και δεχθεισης , ἀκρατως οἱ πολλοι μετετιθεντο , μεχρι Κατων ἠδη σαφως ἀνακαλυπτων
, ἐκπαλαι . ἐπνιγομην τα σπλαγχνα : ἠγουν ἐφλεγομην και ἀκρατως εἰχον , ὡστε συνταραξαι παντα , ἁπερ οὑτος εἰπεν
9999980 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999980 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999980 πιθανωτερος
; τινας δε ὁρκους προτεινωμεν ; κἀν Σειρηνων τις γενηται πιθανωτερος , ὁ ἀνδροφονος οὐκ ἀκουει . μονοις ἱκετευειν με
συνεβη καταπορνευθεισας , ὡς εἰρηκε Τιμαγενης , αἰσχρως ἀπολεσθαι . πιθανωτερος δ ' ἐστιν ὁ Ποσειδωνιου λογος : τα μεν
9999980 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999980 λειοτητα
. ” βελτιον δε δια την ἐπιφαινομενην κατ ' ἰσον λειοτητα των σταχυων . ληϊβοτειρης της το ληϊον , ὁ
πυρος ἑκατερου κοινωνιας ἀλληλοις , ἑνος τε αὐ περι την λειοτητα ἑκαστοτε γενομενου και πολλαχῃ μεταρρυθμισθεντος , παντα τα τοιαυτα
9999980 μακαριας
και της του παραδεισου διαγωγης ἐξορισαντα και της ἐκεισε στερησαντα μακαριας ζωης , ἀλλα και μετα την ἀπορρητον οἰκονομιαν και
τριχῃ δε διειλε και αὐτος τας ἀνοδους και εὐδαιμονας και μακαριας θεας : τας μεν ἐντος του οὐρανου εἰπων αἱτινες
9999980 παρεχουσα
του ἐκτεινομενη ἠ ἐξαπλουμενη ἠ ῥηγνυομενη και ἐκ τουτου ἀλγηματα παρεχουσα . * πιτναμενη : ἀραιουμενη * μυδοεν : σεσηπος
ὁλκασι τε και πλοιοις μακροις ἡ τε ἐμπορια καθειστηκει πολλην παρεχουσα των ἀναγκαιων και των ἀλλων την ἀφθονιαν και ἡ
9999980 εἰρια
παρα φυσιν φλεγμονην ἐμποιησῃ : ὑποκεισθαι οὐν δει τῳ ἐμβρυῳ εἰρια ὡς ὀγκωδεστατα νεοξαντα , ἱνα κατα μικρον ἐνδιδοιη ἀσκια
ἰσον τοισιν εἰριοισιν , ἀνελων εὑρησει στησας πολλῳ βαρυτερα τα εἰρια ἠ το εἱμα : ὁτι δε τουτο γινεται ,
9999980 γεγραμμενοι
και ὁ οἰσυπηρος και οἱ παραπλησιοι ἐν τῳ ιδʹ λογῳ γεγραμμενοι . χριονται δε συν οἰνῳ γλυκει , μιγνυνται δε
” φησι “ βουστροφηδον ἠσαν οἱ ἀξονες και οἱ κυρβεις γεγραμμενοι ” δεδηλωκεν Εὐφοριων ἐν τῳ Ἀπολλοδωρῳ . ἠ ἐπει
9999980 ἀμεταβολου
ὀντα και ἐχοντα ἀμεταβολον προ του η και προ του ἀμεταβολου ἑτερον συμφωνον : ἀλλα μην δια του τος οὐκ
δε τα ἀμεταβολα ἐκτεινουσιν : ὁτι , φασι , του ἀμεταβολου ἡ ὑγροτης σχεδον ὁμοια ἐστι τῃ του φωνηεντος :
9999980 συμπλακεντα
, οὐδε μην ἀδικημα νενομισται το μη γραψαι νικην , συμπλακεντα δε ἀμφω και ἑνωθεντα ἀδικηματος λαμβανει συστασιν : το
φρονησει . διεζευγμενα μεν οὐν ἀσθενει προς τας ἐπιχειρησεις , συμπλακεντα δε μεγα τι και σφοδρον ἀποτελει προς ἀρετην ἠ
9999980 ἀπαιτουσι
τους ἀπαιτουντας προς τι ἐπιχειρειν : Ἐπει πολλακις οἱ ἀποκρινομενοι ἀπαιτουσι τον ἐρωτωντα ἀποδειξαι ἡν ἠρωτησε προτασιν , παραγγελλει ὡς
: ἐπειδη ἐν ταις χαιταις των ἱππων ἐπιζευχθεντες οἱ στεφανοι ἀπαιτουσι με τον ὑμνον αὐτοις προσφωνησαι , ὁ ἐστιν ἀγλαοκωμον
9999980 μετωνομασθησαν
Θρᾳκων ἐθνος , ὡν τινες διαβαντες εἰς την Ἀσιαν Φρυγες μετωνομασθησαν : μετα δε Θεσσαλονικειαν ἐστι τα λοιπα του Θερμαιου
τετταρες , Κεκροπις Αὐτοχθων Ἀκταια Παραλια , ἐπι δε Κραναου μετωνομασθησαν Κραναϊς Ἀτθις Μεσογαια Διακρις , ἐπι δε Ἐριχθονιου Διας
9999980 τριακοσιαις
ὁθ ' οἱ μεν την βασιλεως κακως ἡμων ἐποιουν τριηρεσι τριακοσιαις και ἐτι πλειοσιν , οἱ δε Αἰγινῃ προσεκαθηντο ,
Ἀρκτουρον ἐκπλευσωσιν ἐκ του Ποντου ἐφ ' Ἱερον , ἐπι τριακοσιαις τας χιλιας , ἐπι οἰνου κεραμιοις Μενδαιοις τρισχιλιοις ,
9999979 κατεμειναν
' Ἀγαμεμνονος τινες δια νοσον την περι τας πυγας ἐνταυθα κατεμειναν . Πτωματα ἐλαιων : Λυσιας ἐν τῳ κατα Νικιδου
θεου το ἀτρεπτον εἰναι : ἀλλ ' οἱ μεν τραπεντες κατεμειναν ἀχρι παντελους φθορας , οἱ δ ' ὁσον μονον
9999979 πιστευθηναι
ἐνδοξον ἐστι το φιλοσοφειν και το ῥητορευειν , και το πιστευθηναι στρατηγιαν , διορισμῳ χρησεται , δεικνυς ὁτι χρηστος μεν
ὁλοις ἁρμοσει : και γαρ το εἰναι φιλον , και πιστευθηναι παρα του ἀνδρος και κληρονομησαι και γαμησαι , και
9999979 κρατουμενα
ἀλλων ὑπεροχην , και το κρατιστον κατα την προς τα κρατουμενα δυναμιν , και το ἀγαθον τε και ἐφετον και
την συστασιν χωρει τα χυματα , μη ῥᾳδιως τῃ ἐμφυτῳ κρατουμενα τε και πεττομενα θερμοτητι . Δια τα αὐτα δ
9999979 ἡγεμονικον
και ὀλιγον και ὑδατωδες , ὡς ὁ Σφαιρος φησιν . ἡγεμονικον δ ' εἰναι το κυριωτατον της ψυχης , ἐν
στασιν και Ἀσκληπιαδην τον ἰατρον αἰνιττεσθαι , ἀναιρουντα μεν το ἡγεμονικον , κατα δε τον αὐτον χρονον αὐτῳ γενομενον .
9999979 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999979 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999979 ἡσυχαζοντων
ποτον οὐκ εἰσεφερετο , των [ δ ' ] ἀλλων ἡσυχαζοντων , μισοπονηρως διατιθεις ἐκελευσεν εἰσφερειν : ὁ δε κεκληκως
ἰσως τας γενομενας ὑμιν σπονδας ἐχειν τι βεβαιον , αἱ ἡσυχαζοντων μεν ὑμων ὀνοματι σπονδαι ἐσονται , σφαλεντων δε που
9999979 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999979 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999979 μνησθηναι
χρη δε και των λοιπων ἰσως καθ ' ὁσον ἐγχωρει μνησθηναι , ἐπισκοπουντας τα θ ' ὑπερ των ἀλλων καταπραχθεντα
οὐκ ἀφισταμην . ἐνι δε μοι σου και σιγης ἑτερας μνησθηναι της μετα τον λογον : οὑ μισθον ἐσχηκως ἀργυρον
9999979 ἐμπειριαις
το ἀνδρια δια του ι . δαημοσυνῃσι : ἐπιστημαις , ἐμπειριαις . Ἐντεσι : ὁπλοις : ἐντεα τα ἁρματα ἀπο
τον Βαρκαν το του πληθους ἐλλιπες ταις ἀρεταις και ταις ἐμπειριαις ἐπειρωντο διορθωσασθαι . οἱ μεν οὐν πασιν ἐδοξαν ἐμφρονως
9999979 ἐφροντισαν
πλειστοι , τον στρατηγον ἐγκαταλιποντες , της ἰδιας ἀσφαλειας μονον ἐφροντισαν . Ἀντιγονος δε παραδοξως κυριευσας του τ ' Εὐμενους
ἀποβαινον ] [ ] [ ! ! ! ! ! ἐφροντισαν ] [ ! ! ! ! ! ! ]
9999979 κυριοις
και χαρησῃ ἐπ ' αὐτοις μεγαλως ι οὐ καταλλαγηση τοις κυριοις ἀρτι α οὐ δυνησῃ νυν ἀρξαι β κληρονομησεις την
: τας ἀλλοτριωθεισας κτησεις οἰεται δειν ἀποδιδοσθαι τοις ἐξ ἀρχης κυριοις , ἱν ' αἱ κληρουχιαι τοις γενεσι διαφυλαττωνται |
9999979 Αἰγυπτιον
ὁτε ἠκουσε του Μεμνονος ὁ σεβαστος Ἀδριανος . Μεμνονα πυνθανομαν Αἰγυπτιον , ἀλιω αὐγαι αἰθομενον , φωνην Θηβαικω ' πυ
” και ὁ μεν ἀπηλθεν : ἐγω δε προς τον Αἰγυπτιον εἰσελθων τυπτων τε αὐτον πυξ κατα των προσωπων και
9999979 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999979 δημοσιοις
ὁσα ἠν ἠ χρυσος ἠ ἀργυρος ἐν ἱεροις τε και δημοσιοις , παντα συλησας ἐκελευσε και τον ἰδιωτικον ἐκφερειν τους
συν ὁπλοις κατακλειουσι τους Ἰταλους ἐν τοις ἐπαρχι - κοις δημοσιοις οἰκοις πεντε και τεσσαρακοντα ὀντας , βουληθεντας μεν ἐς
9999979 ἀληθεστερα
σοφως μεν εἰπεν ἐπινενοησθαι ταυτα , σοφωτερα δε εἰναι τα ἀληθεστερα . „ ὡς δε γιγνωσκοιτε τον νουν του Μιλωνος
, και νυν μετεωροι παντες εἰσιν , ὁποτερος κρατησει και ἀληθεστερα δοξει λεγειν . ὁρατε τον κινδυνον , ὡς ἐν
9999979 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999979 φθαρηναι
και φιλιας : εἰ δε μη , κινδυνος ἀπολεσθαι και φθαρηναι τῳ καλῳ τουτῳ δημιουργηματι τῳ κοσμῳ . ἀλλ '
αὐτῳ παρεγκεχειρηκασιν : ὑπο γαρ δινης και θυελλων αὐτον ἐξαρπασθεντα φθαρηναι φασιν . οὑτος ἐγημε Διαν την Δηϊονεως θυγατερα .
9999979 διαλεκτικοι
συλλογισμων : οἱ μεν γαρ εἰσιν ἀποδεικτικοι , οἱ δε διαλεκτικοι , οἱ δε σοφιστικοι . και ἀποδεικτικοι μεν εἰσιν
φερει αὐτων ἡ πραγματεια καρπον . οἱ δε ταυτα δεινοι διαλεκτικοι : οὐ γαρ μη δυνωνται λαβειν τε και ἀποδεξασθαι
9999979 κριτηριου
λογον κριτηριον ἀπολειπουσιν , ὡς ὁ Ποσειδωνιος ἐν τῳ περι κριτηριου φησι . Καθολικη προσωιδια , . . . .
προς την της ἀληθειας εὑρεσιν . πολλαχως δη λεγομενου του κριτηριου , προκειται παλιν το σκεπτεσθαι προηγουμενως μεν περι του
9999979 σπουδαζοντων
ἀνερωταν , ὡς μαλιστα περι ταυτα ἡμων τε και ἐκεινων σπουδαζοντων . και μοι τῳ λογῳ συνακολουθησατε . προστησωμεθα γουν
οὑτω γαρ αὐτον ἐκαλει . Πολλων δ ' αὐτῳ συνεκδημειν σπουδαζοντων , δια το μεγεθος της ἐν αὐτῳ ἐλπιδος ,
9999979 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999979 ἀκαθαρτον
ὁ μεν γαρ λογος τροφη διανοιας ἐστι : τουτον δε ἀκαθαρτον ἡ πονηρια ποιει των ἀνθρωπων . Ἀνδοκυδου Πυθαγορειου .
το αἱμα . τουτο οὐν ἀναδιδοται εἰς παν το σωμα ἀκαθαρτον ὀν , και λοιπον καινοτομειται το της φυσεως νομιμον
9999979 μαλακαις
ἀκυμονι θαλαττῃ , και ζεφυρου καταπνεουσαις αὐραις ἡδειαις τε και μαλακαις . ὑπο ταυταις οὐν τους ἑαυτων εἰλυους ἐκλιπουσαι ,
και εὐζωμου σπερματος και κνηκου . καθευδετωσαν δ ' ἐπι μαλακαις κοιταις και ἀναγινωσκετωσαν ἀκολαστων ἀναγνωσματα . Ἐντατικον ποιουν και
9999979 λειοτατα
μεχρι ποσης συστασεως ἑψε : εἰτα ἐπιβαλλε ἀμμωνιακον και βδελλιον λειοτατα και ὁταν τακῃ , ἐπιβαλλε ἰξον και ἐπιπασσε λιθαργυρον
ῥευματιϲμοϲ , οἰνανθην λειοτατην και ἀκακιαν και μαϲτιχην ἰϲα ἑκαϲτα λειοτατα ποιηϲαϲ , ἐπιβαλλε ὠου το πυρρον ὁϲον ἐξαρκει ,
9999979 δεικνυουσι
[ ] ἐν ταις βιβλοις του πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης
το οὐνομα ἐπι τοιουτῳ πρηγματι ὀνομαζειν , την δε δευτερην δεικνυουσι ὑποδεεστερην τε ταυτης και εὐτελεστερην , την δε τριτην
9999979 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον

Back