το θηλυκον σταφυλη ὀξυτονητεον . προς οὑς ῥητεον : ἰδου κογχος / κογχη , φιλος / φιλη , μονος /
το θηλυκον σταφυλη ὀξυτονηθησεται . προς οὑς ῥητεον : ἰδου κογχος κογχη [ και οὐκ ὀξυτονειται ] , φιλος φιλη
9999985 προσαναγκαζειν
; δει γαρ δη τα γε τοιαυτα πειθειν , οὐ προσαναγκαζειν . εἰ δ ' ὁ μη τουτο δυναμενος ἐκεινῳ
ὑπηκοων σωφρονουντων : ὡς καλον τα γε τοιαυτα βασιλεα και προσαναγκαζειν . ἡμας μεν οὐν ἐκ τουτων προσερει τις εὐδαιμονας
9999984 κινδυνος
τυθηναι . „ ὁ μυθος δηλοι , ὁτι τῳ ἀργουντι κινδυνος μενει . κορυδαλος εἰς παγην ἁλους θρηνων ἐλεγεν :
πολεμιας . ἐτι δε εἰ μεν μειζων τις ἡμιν ὁ κινδυνος ἐμελλεν εἰναι ἐκει ἠ ἐνθαδε , ἰσως το ἀσφαλεστατον
9999983 φροντιστηριον
δε και κοινωνικωτατον σοφια , συγκλειει μεν οὐδεποτε το ἑαυτης φροντιστηριον , ἀναπεπταμενη δε ἀει δεχεται τους ποτιμων διψωντας λογων
. [ . . ] ψυχων σοφων τουτ ' ἐστι φροντιστηριον : ἐνταυθ ' ἐνοικους ' ἀνδρες , οἱ τον
9999983 συμμαχουντων
και Στησιλεω , πολεμαρχουντος δε Καλλιμαχου και Κυναιγειρου και Πλαταιεων συμμαχουντων αὐτοις χιλιων , ἡττωνται και προς Δαρειον ὑποστρεφουσιν ,
τον Μασσυαν κατεχοντι και την Ἰτουραιων ὀρεινην . των δε συμμαχουντων τῳ Βασσῳ ἠν και Ἀλχαιδαμνος , ὁ των Ῥαμβαιων
9999983 Ἀριστονικος
ἀποβαλλουσιν ἑπτα , των δε μισθοφορων ἱππεων ἑξηκοντα . και Ἀριστονικος ὁ κιθαρῳδος αὐτου ἀποθνησκει , οὐ κατα κιθαρῳδον ἀνηρ
δε και πεφυγα πεφυγω και κατα Ἀλκαιον πεφυγγω ν . Ἀριστονικος δε οὐ Σικελικα ταυτα ἀλλ ' ἀναδιπλωσεις Ἰακας βουλεται
9999983 κατεχομενην
σπουδαιας οὐσης της ἑτερας την ἑτεραν την φυσιν χειρονα εἰναι κατεχομενην ὑπο της ἑτερας βιᾳ . Ὁσῳ δη σπευδει προς
οὐκ ἐσηκουον , εὐθυς στρατευει ἐπι Τορωνην την Χαλκιδικην , κατεχομενην ὑπο Ἀθηναιων : και αὐτον ἀνδρες ὀλιγοι ἐπηγοντο ,
9999983 καταφανης
προὐκαλουμην . λεγε την μαρτυριαν . Πως ἀν οὐν μαλλον καταφανης γενοιτο ἀνθρωπος , ὁτι δικαιως μεν οὐδεν βουλεται προς
τυραννους και πολεμειν : ἐπει δε τἀναντια φρονων γεγονε μοι καταφανης και ἐστιν οὐ μονον τῃ φυσει Ταρκυνιων συγγενης ,
9999983 βουλομενης
το κακον ὡμολογουν και ταυτα της του γηρως φιλοτιμιας παντα βουλομενης εἰδεναι δοκειν . ἀνελογιζομεθα τοινυν τον ἐμπροσθεν χρονον μεχρι
, το δ ' ἐκει ὁρωμενον ἀει μεταφερειν εἰς ἀλλο βουλομενης , το μεν ἀθροον αὐτῃ παν παρειναι οὐκ ἠθελεν
9999983 αἰρομενης
μετεωροτερους των τοπων , δαψιλους της ἀναθυμιασεως προς το ὑψος αἰρομενης . ταυτα δ ' ὑπο των ἐτησιων ἐλαυνεσθαι ,
διοπερ ἡμεις προς ταυτην μαλιστα κομιουμεν τας ἀποριας , ἐπειπερ αἰρομενης αὐτης οἰχησεται και ἡ μεταβλητικη κινησις . Πριν δε
9999983 δικαστηριον
νομιμα το ψηφισμ ' εἰρηται . Δευτερον δ ' ἑτερον δικαστηριον το των ἀκουσιων φονων φανησεται συγχεων , τοὐπι Παλλαδιῳ
οὐκ εἰσαγωγιμον την δικην οὐσαν . ἀλλ ' εἰς ποιον δικαστηριον εἰσελθωμεν , ἀνδρες δικασται , εἰ μη προς ὑμας
9999982 καταληκτικου
τροχαϊκη , ἀλλα διμετρων δυο μεν ἀκαταληκτων , ἑνος δε καταληκτικου . οἰκοι λεοντες : παροιμια παρα τους ἐν τῃ
Το ιβʹ προσοδιακον διμετρον καταληκτικον ἀπο ἐλασσονος Ἰωνικου και χοριαμβου καταληκτικου . Το ιγʹ τροχαϊκον τριμετρον ἀκαταληκτον , ὁ καλειται
9999982 γλυκερον
μεστος δ ' ἀνεκειμην . ὡς δε ἰδον ξανθον , γλυκερον , μεγαν , εὐκυκλον , ἁβρον Δημητρος παιδ '
, ὁσσα βιοφθοριην πεμπει κατα γαιαν ἁπασαν , ἐνδοξον βιοτης γλυκερον τελος ἐσθλον ὀπαζοις . Λευκοθεαν καλεω Καδμηιδα , δαιμονα
9999982 ἐπαναστασεις
και ἐμφοβους : ἐπαγει γαρ πολεμιων ἐφοδους πολλων και ὀχλων ἐπαναστασεις , λοιμον και λιμον ἐπι πολεων και ἐπιφορας ἐμπρησμους
ἁπαντων ἀφειλετο την ἐλευθεριαν . σκηψαμενος γαρ ὑποπτευειν ταραχας και ἐπαναστασεις ἐκ των πλουσιων εἰς τους δημοτικους δια τον ἀναδασμον
9999982 ἀφικομενης
και ἡ τυχη του πολεμου τας ἑκατερων γνωμας ἐκρινεν . ἀφικομενης δε της του Σεβηρου δυναμεως ἐς την Γαλ -
πολλας ἐλπιδας εἰχε λιμῳ πιεσθεντας παραδωσειν αὐτῳ τα ὁπλα . ἀφικομενης δ ' εἰς Ῥωμην περι τουτων ἀγγελιας Κοιντος Φαβιος
9999982 λεγομενη
δια ῥοας ἡ τε δια των οἰσυπηρων ἐριων και ἡ λεγομενη σφραγις πασαι τε αἱ ὑπο το αὐτο πιπτουσαι γενος
δε ταυτας ὑπερφυγῃ , ὑγιης γινεται . Ἑτερη νουσος ἡ λεγομενη αὐαντη : οὐκ ἀνεχεται ἀσιτος οὐδε βεβρωκως , ἀλλ
9999982 πληρουντες
ἐλυπουν τον του Σεβηρου στρατον . σκευη τε κεραμου πεποιημενα πληρουντες πτηνων , μικρων μεν ἰοβολων δε θηριων , ἐπεβαλλον
τῃ Ἀρητῃ και ἐν Ἰλιαδι Ὀδυσσευς δειδεκτ ' Ἀχιλληα . πληρουντες γαρ προεπινον ἀλληλοις μετα προσαγορευσεως . Εὐριπιδης : σκυφος
9999982 στρατευσαντων
δε τους αὐτους καιρους Καρχηδονιων τριακοντα μυριασιν ἐπι την Σικελιαν στρατευσαντων , Γελων ὁ Συρακουσιων ἀφηγουμενος ἑνι στρατηγηματι και ἀκαρει
] ἐχθες και πρῳην , Ἀθηναιων τηλικαυταις δυναμεσιν ἐπι Συρακουσας στρατευσαντων , οἱ πατερες ἡμων οὐδε τον ἀπαγγελουντα την συμφοραν
9999982 ἀπενεγκειν
και πολλους ἀπεκτιννυον ἀνθρωπους : τουτους ἐκελευε συλλαβειν ζωντας και ἀπενεγκειν ἐξω πασῃ μηχανῃ . ἀπορουντι δε τῳ Φυλιῳ προς
δηλοι . Καταστασις : Λυσιας “ ψηφισασθαι δε τους φυλαρχους ἀπενεγκειν ” τους ἱππευσαντας , ἱνα τας καταστασεις ἀναπραξητε παρ
9999982 μεταπλασμος
των ψαλιων και των ἱππων , ἠτοι τετρωρῳ ἱππῳ : μεταπλασμος : ἀπο του μονονυχον μωνυχα : Ἰσμηνου τ '
το τειχος . τινες δε φασι μεταπλασμον αὐτον εἰναι . μεταπλασμος το ” κρινεσι “ : κρινοις γαρ ἐδει .
9999982 ἐναρμονιον
τον Ἀρχυταν ἐνδειν του μετριου , μη μονον αὐτου το ἐναρμονιον ἀλλα και το τε χρωματικον και το διατονικον ἑκατερον
. τρια μεν τοινυν οὑτος ὑφισταται γενη , το τε ἐναρμονιον και το χρωματικον και το διατονικον : ἑκαστου δε
9999981 παραλογισμος
ἠγουν ἐκ των συμβεβηκοτων . ὁ δε ἐκ των συμβεβηκοτων παραλογισμος συλλογισμος οὐκ ἐστι κυριως ἀλλα φαινομενως και κατα συμβεβηκος
ὁραν την του λογου ἁμαρτιαν , καθ ' ἠν ὁ παραλογισμος γεγονε , καθ ' ἑαυτους και κατα σχολην ,
9999981 ἑπομενως
μετουσιᾳ κἀν τοις ἀριθμητοις πρωτον τι και δευτερον και τἀλλα ἑπομενως τετακται . Θεανω Εὐβουλῃ χαιρειν . Ἀκουω σε τα
δε και ἀπο του βιου των κορυφαιων ἐν φιλοσοφιᾳ ἀνδρων ἑπομενως ταις Πυθαγορου ὑποθηκαις ποιησασθαι την προτροπην . οἱ γαρ
9999981 ὀνομαζομενην
την Αἰθιοπιαν ἀλλας τε πλειους και μιαν εὐμεγεθη , την ὀνομαζομενην Μεροην , ἐν ἡι και πολις ἐστιν ἀξιολογος ὁμωνυμος
ἀνειναι τας Νυμφας ταυτας χαριζομενας τῃ Ἀρτεμιδι μεγιστην πηγην την ὀνομαζομενην Ἀρεθουσαν . ταυτην δ ' οὐ μονον κατα τους
9999981 πληρουμενης
, ἀνθεμις ἠ χαμαιμηλον , ἀρον , ἀψινθιον , λαδανον πληρουμενης , λευκακανθης ἡ ῥιζα και ὁ καρπος , λινοσπερμον
δε μονης μενουσης , ἐκεινης δε ὡς εἰκος τοτε μεν πληρουμενης ἀτακτως , τοτε δ ' ἐκλειπομενης . της δε
9999981 εὐκινητος
ἐν τῳ μεμιχθαι : λιαν γαρ ἐστιν οὑτος ὁ λογος εὐκινητος και σαθρος . Φησιν ὁτι κατ ' οὐδενα τροπον
και ἀληθες ὑπαρχει , φαυλον φαινεσθαι : ὁρᾳς , πως εὐκινητος και γοργος ὁ λογος ἐστιν ; ἐγενετο δε δια
9999981 κασιγνητοι
σοι γε πατηρ και ποτνια μητηρ , τρις μακαρες δε κασιγνητοι : μαλα που σφισι θυμος αἰεν ἐϋφροσυνῃσιν ἰαινεται εἱνεκα
συλησαι τον νεκρον . . . . ἡ διπλη ὁτι κασιγνητοι κοινοτερον οἱ συγγενεις . . . Ω . .
9999981 τεταραγμενοις
γενομενος , προσπεσων τοις πολεμιοις κεκμηκοσιν ἐν τῃ διωξει και τεταραγμενοις ἐν τῃ των σκευοφορων ἁρπαγῃ πολλους μεν αὐτων διεφθειρεν
ἱενται ἐπ ' αὐτους . ἀσυντακτοις δ ' ἀνθρωποις και τεταραγμενοις και ὑπο του δρομου συγκεκομμενοις τα πνευματα πολλοι και
9999981 ὁριστικοις
παλιν των εἰς θι ληγοντων προστακτικων ὁμοτονουντων τοις εἰς μι ὁριστικοις , ζευγνυμι ζευγνυθι , εἰμι ἰθι . . Ἑξης
και τριτης συζυγιας των περισπωμενων : ἐκειναι γαρ ὁμοιως τοις ὁριστικοις και τα ὑποτακτικα κλινουσιν , ἐαν βοω βοᾳς βοᾳ
9999981 θαλασσιους
και κρηθμου ἐν ὑδατι δουναι πιειν . Ἑτερον : ἀστερας θαλασσιους τους μελανας και κραμβην , μιξας ἐν οἰνῳ εὐωδει
τους δε ἀλλους αἱ νηες . εἰπων δε πεζους και θαλασσιους , προς μεν τουτο ἐπηγαγε το νηες , το
9999981 δολου
δυνωνται , φιλιαν τῳ δημῳ συνθεσθαι προς τους πατρικιους ἀτερ δολου και ἀπατης και καταγαγειν τους φευγοντας ἐπι τα σφετερα
μη ῥᾳδιως συνειναι δυναμενοι , εἰ τι μετα πανουργιας ἠ δολου λεγοιτο ἠ πραττοιτο . πιστευσαντες γουν τῳ Σεβηρῳ προσποιουμενῳ
9999981 στρατευσαντος
τοις Ἀθηναιοις : τον γαρ Πετην τον πατερα Μενεσθεως του στρατευσαντος εἰς Τροιαν φανερως Αἰγυπτιον ὑπαρξαντα τυχειν ὑστερον Ἀθηνησι πολιτειας
καταλαβοντες τας πυλας διηρπασαν την πολιν . Ὁτι Τομυρις Κυρου στρατευσαντος ἐπ ' αὐτην προσεποιησατο δεδοικεναι τους πολεμιους . ἐφυγε
9999981 λινοις
του ὁ κυκνοθρεπτος : ὁ λιναγρετης και ὁ ἀγρευθεις ἐν λινοις και δικτυοις των πορκεων και ἁλιεων ὁ φιλος και
Βαραθρον ἠ Θαλλουσαν ἠ τουτων τινα , ὡν ἐμπλεκουσι τοις λινοις αἱ μαστροποι , ἠ Ναυσιον ἠ Μαλθακην . τοσαυτ
9999981 κονιορτον
ποιεισθαι τας ἀναστροφας τῃδε κἀκεισε . ὡς δε πλειστον ἐπανεστησε κονιορτον ἐπισκοτων ταις των πολεμιων ὀψεσιν , ὁ μεν ἐλαθε
καπνος ἠ ἀηρ ἠ πυρ γενοιτο , ἀλλα και εἰς κονιορτον ἀναλυθεισα . Παρεστι γουν ὁραν , ὁτι και τα
9999981 ἀπολυει
και των ἀφυκτων ἐκεινων εἱργμων τε και δεσμων τον ἀετον ἀπολυει . ὁδου μεντοι παρεργον τῳ ἀνδρι ταυτα και δη
καιρου παρῳχηκοτος ἱκανου μολις δη και πολλα παρακληθεις ἐνεδωκεν , ἀπολυει τουτον λαβων τρισμυριους χρυσινους . Λαζαρος δε ἀποσωθεις ἐς
9999981 ἑλκος
. ἑλκος , ὠτειλη , τραυμα , πληγη διαφερει . ἑλκος μεν γαρ το χρονιον παθος μονον ἐκ σιδηρου γενομενον
τινος δε σταθμης περισσης ἑλκομενοι ἐνεπηξαν τῃ ἑαυτων καρδιᾳ προσθεν ἑλκος ὀδυνηρον πριν ὁσα ἐν φροντιδι μητιονται τυχειν . .
9999981 διαλεκτου
ἀπ ' ἀλληλων ποιησαμενους ὁμοεθνεις μηκετι διασωζειν τον αὐτον της διαλεκτου χαρακτηρα δια τας προς τους πελας ὁμιλιας : το
. οὑτοι γαρ δια την των βαρβαρων παροικησιν ἐλυμηναντο της διαλεκτου το πατριον , τα μετρα , τους χρονους .
9999981 μαθηματικος
ποιειται τας ἀποφασεις , τροπον τινα ἐν μεν τοις γεωγραφικοις μαθηματικος ἐν δε τοις μαθηματικοις γεωγραφικος ὠν , ὡστε προς
ῥητορικας γεγραφως : τριτος αὐτος οὑτος : τεταρτος Δημοκριτειος και μαθηματικος , Ἀβδηριτης , Ἀτθιδι γεγραφως και Ἰαδι : οὑτος
9999981 στρατευσαντας
' ὁν δη χρονον λεγουσι τους ἀδελφους της Ἑλενης Διοσκορους στρατευσαντας ἐπι την Ἀφιδναν και την πολιν ἑλοντας ταυτην μεν
ἀναμνησθητε . οἰδα μεν γαρ εἰς Θετταλιαν ποθ ' ἡμας στρατευσαντας ὑπερ των Ὀρεστου πραγματων , ὡς οὐ προὐχωρει ,
9999981 βασιλευς
των Ἀμαζονιδων βασιλευουσα συνεμιξεν Ἀλεξανδρῳ . ιγʹ . Ὡς ὁ βασιλευς ἀνικητον ἑαυτον εἰναι νομισας ἐζηλωσε την των Περσων τρυφην
ἀφρονων ἐλευθερον , κἀν Κροισος ἠ Μιδας ἠ ὁ μεγας βασιλευς ὠν τυγχανῃ . | το δε ἐλευθεριας μεν ἀοιδιμον
9999981 ἀπαλλαγησεται
ἀπο τινος οἰκιας και οὐ βλαβησεται και αἱμορροϊδας ἑξει και ἀπαλλαγησεται ἐξ αὐτων . Εἰτα ἐπιμεριζει ἡ Σεληνη ἐν τῃ
οἰνομελιτος κυαθων γʹ . πιειν , βαψει την μακραν και ἀπαλλαγησεται . ἀλλο . βοτανῃ ῥυβιᾳ χρωμενος τῃ καθημερινῃ διαιτῃ
9999981 παρεκαλεσαν
τους πυρφορους , οἱ δε πρυτανεις κινδυνευοντος ἁλωναι του λιμενος παρεκαλεσαν τους ἀριστους των πολιτων τον ὑπερ της κοινης σωτηριας
ἀπολωλεν Ἡρακλης , των Σινωπεων λεγοντων , παραπλεοντων των Ἀργοναυτων παρεκαλεσαν ἀναλαβειν αὐτους τῃ νηι . τινες δε φασιν ,
9999981 τραγικος
Ἀρατος τον του κυνος ὀξεα σειριαν φησι , και ὁ τραγικος ἐπι τινος των πλανητων : τι ποτ ' ἀρα
προβεβουλε . κυκνος ὑπο πτερυγων . . Ἰων Χιος : τραγικος και λυρικος και φιλοσοφος , υἱος Ὀρθομενους , ἐπικλησιν
9999981 ἐκπιπτων
. ἁμα γαρ διαθερμαινεται και το ἐντος και ὁ ἱδρως ἐκπιπτων λυει την λειποθυμιαν . ψυχεται δε και τα θερμα
πλησιον δε και ὁ Ἀραξης ἐμβαλλει τραχυς ἐκ της Ἀρμενιας ἐκπιπτων : ἡν δε ἐκεινος προωθει χουν πορευτον ποιων το
9999981 μελλουσαν
. διοπερ αἱ γυναικες ἀναλογιζομεναι μεν την ἐν τῃ Λιβυῃ μελλουσαν αὑταις ἐσεσθαι δουλειαν , θεωρουσαι δ ' αὑτας ἁμα
τι μωμητον της προλαβουσης δυσκλειας την παρουσαν ἀνακοπτουσης ἠ και μελλουσαν εὐκλειαν , ἀναφεροντων των πολιτων τα ὑστερα καλα προς
9999981 ἀποστολος
το δογμα του εὐαγγελιου , οὑτως ποιησατε . Πας δε ἀποστολος ἐρχομενος προς ὑμας δεχθητω ὡς κυριος : οὐ μενει
πολιων κελευσας ἑκαστους καταστησαι , δευτερα αὐτος ἐς Λακεδαιμονα τριηρεϊ ἀποστολος ἐγινετο : ἐδεε γαρ δη συμμαχιης τινος οἱ μεγαλης
9999981 κληρονομους
οὐν γε τῃ συντομιᾳ και ἀληθειᾳ συγκεκοσμημαι : ὡστε τους κληρονομους ἀτερ δικης και φθονου καρπωσασθαι , ἐφ ' ὁσον
και των ἐπωνυμων ἀτιμους εἰναι και αὐτους και γενος και κληρονομους τους τουτων , ἑως ἀν ἀποδωσιν . Ταυτα παντα
9999981 κοινοτητων
ταυτῃ ἑπομενα . ιζʹ . Ἡ μεθοδικη αἱρεσις γνωσις φαινομενων κοινοτητων προσεχων και ἀναγκαιων τῳ της ἰατρικης τελει . κοινοτητας
προχειρον της κατατομης και ἡ τε των λογων και των κοινοτητων ἐνδειξις αὐτοθεν ἀπο των κανονιων λαμβανεσθαι δυναμενη δια τουτων
9999980 σκελους
καταγουσι την κοινως και ἰδιως , αὑτη δε ἀπο ἑνος σκελους την ἰδιως και ἰδιαιτατα καταγει : κοινον γαρ ἐχουσι
' ἱππου θεοντος ἐκπηδαν ἐκ της τυραννιδος , ἀλλα του σκελους ἑλκομενον ἐκπιπτειν . ᾡ προσσχων ὁ Διονυσιος ἐκρινε παν
9999980 ὁμολογουμενην
παρορμαν προς ἀποστασιν . ἐφη γαρ τον Τιμολεοντα παραφρονουντα προς ὁμολογουμενην ἀπωλειαν ἀγειν τους στρατιωτας : ἑξαπλασιους γαρ ὀντας τους
ἐτ ' αὐτον ἐσται βαδιζειν ὁποι βουλεται : και εἰληφεν ὁμολογουμενην προτασιν , ὁτι καταστραφεντων Ὀλυνθιων οὐδεις κωλυσει τον Φιλιππον
9999980 προστακτικου
. . νηα ἁλις χρυσου και χαλκου νηησασθαι : ἀντι προστακτικου . . . . . οἱ κε σε δωτινῃσι
ἀντι του πειρω . χρωνται δε τῳ ἀπαρεμφατῳ ἐπι ἑνικου προστακτικου και πληθυντικου ὁμοιως , γραφειν λεγοντες ἀντι του γραφετε
9999980 Ἀριστοβουλος
Κτησιφων ἐν γʹ περι Φυτων : μεμνηται δε τουτων και Ἀριστοβουλος ἐν αʹ περι Λιθων . Παρακειται δ ' αὐτῳ
αὐτῳ προτρεψαμενῳ και οἱ ἀδελφοι τρεις , ὀντες Νεοκλης Χαιρεδημος Ἀριστοβουλος , καθα φησι Φιλοδημος ὁ Ἐπικουρειος ἐν τῳ δεκατῳ
9999980 παραγγελουμεν
ἠ „ ἐπ ' ἀσπιδα μεταβαλου „ . διοπερ οὑτως παραγγελουμεν ” τον Λακωνα ἐξελισσειν ” „ τον Μακεδονα ἐξελισσειν
. Εἰ δε το λαιον κερας πυκνωσαι δεῃ , τἀναντια παραγγελουμεν , εἰ δε το μεσον της φαλαγγος , την
9999980 ἀποδιδοντα
ἐπιμελειας τε και ὑπερπονουντων ὠδινας παλαιας ἐπι νεοις δανεισθεισας , ἀποδιδοντα δε παλαιοις ἐν τῳ γηρᾳ σφοδρα κεχρημενοις . παρα
αὐτα οὑτως ἐχειν ἐστιν ὡσπερ ἐχει : ἑκαστωι οὐν αὐτων ἀποδιδοντα την αἰτιαν και κοινηι πασι το ἑκαστωι βελτιστον ὠιμην
9999980 δεσποτικον
οὐκ ἐστι κυριως δικαιον , ὡσπερ δη το πατρικον και δεσποτικον : ταυτα γαρ οὐκ εἰσι κυριως δικαια ἀλλα ὁμοια
μεν εἰναι πατρικον , το δε γαμικον , το δε δεσποτικον , το δε χρηματιστικον . Δειν γαρ , ὡσπερ
9999980 πιστευειν
και λογῳ χρωμενος ἀναιρησει λογον , ἐτι δε ὁμολογων ψευδεσθαι πιστευειν ἑαυτῳ φησι δειν . Ἀξιον δε ζητησαι ποθεν και
ἀπουλωτικῳ ἑτερῳ , μητε σαρκωτικῳ χρησθαι , ἀλλα μονῃ ταυτῃ πιστευειν : ποιει και προς ἀνθρωποδηκτους και κυνοδηκτους και θηριοδηκτους
9999980 Ἡρακλειος
διαφοραν : ἐπεστι γαρ ἐπι των ὠτων αὐτοις ὁ λεγομενος Ἡρακλειος δεσμος . μνημονευει δε των Βοιωτιων σκυφων Βακχυλιδης ἐν
της μεν Εὐρωπης προς την Λιβυην Στηλαι τε και πορθμος Ἡρακλειος , δι ' οὑ ἡ καθ ' ἡμας εἰσχειται
9999980 γραμματιον
μετ ' ἰσου ὑδατος . Ῥητινης , πισσης ξηρας ἀνα γραμματιον ἑν , νιτρου , ἀσφαλτου , θειου ἀπυρου ἀνα
Ι γραφονται , οἱον βιβλιον , θηριον , ἀκατιον , γραμματιον , το γραμμα , γραμματειον δε , ἐν ᾡ
9999980 ἡμερωτατον
, ἐν Αἰγυπτῳ δε κολοιου μεγεθος και φθογγη διαφορος : ἡμερωτατον δ ' ἡ ἰβις , πελαργω - δης μεν
θυγατερας δοκιμου ἀνδρος . εἰ δε οἱ θεοι ἰσασι το ἡμερωτατον ζῳον και το ἀγριωτατον , οὐδε ἡμιν ἐκμελες τας
9999980 γινομενη
ὀνομασι και ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ἐτι δε ἡ γινομενη ἐκ δυο ὀνοματων την αὐτην ταξιν ἐχει τῃ ἀποτομῃ
, ἀμβλυωπια δε ἀμυδροτηϲ του ὁραν ὑπο τινοϲ ἀδηλου αἰτιαϲ γινομενη . θεραπεια δε ἁρμοζει κοινωϲ μεν ἡ ἐπι των
9999980 οἰκειοτητος
μαθηματα πασιν ἐν τῃ παιδειᾳ γενομενα τουτοις συνακτεον εἰς συνοψιν οἰκειοτητος τε ἀλληλων των μαθηματων και της του ὀντος φυσεως
ὁτι Αἰολου φυσιν ἐπωνομαζον την τετραδα το ποικιλον ἐμφαινοντες της οἰκειοτητος . και ὁτι οὐκ ἀνευ ταυτης ἡ καθολικη διακοσμησις
9999980 εὐκινητον
γε ἀποπτωσις ἀπο τουτου ἐστιν . σχολαιον τι και ἁμα εὐκινητον ἐστι και φαιδρον ἁμα και συνεστηκος ὁ τῳ λογῳ
ἀντιπραττοι . ὑγροτεραϲ δε ϲημεια ϲφυγμοι μαλακοι και το ἠθοϲ εὐκινητον τε προϲ ὀργην και εὐκαταπαυϲτον και το ϲυμπαν ὑγροτερον
9999980 δεσποτων
βλαβην και δακρυα και αἰκισμους σοι προστριψεται ἐκ της των δεσποτων ἀναγκης , εἰ μη γνωσιμαχησασα ἀναστησῃ ἀπο του βωμου
. ὠ τλημον Ἰφιγενεια , συγγονου μετα θανηι παλιν μολουσα δεσποτων χερας . ὠ παντες ἀστοι τησδε βαρβαρου χθονος ,
9999980 ναυτικος
νυκτα ὡς εἰκος ἐγχειρου - μενα . Και εἰ μεν ναυτικος πολεμος προκειται και φαινονται οἱ ἐχθροι ὡς ἐπι παραταξεως
. . ἀπηυρα ] ἀφειλετο ἡμας . . ναυφρακτος ] ναυτικος . . Ἀρης ] των Ἀθηναιων . ἑτεραλκης ]
9999980 ἐπιτεταμενως
λοχια και ἐμμηνα κινει ἀρτεμισια πολλη κατα των ὑποχονδριων . ἐπιτεταμενως δ ' ἀγει , ὡστε και ἐμβρυα ἐκβαλλειν ,
ἐξωμματωται . το γαρ ἐξωμματωσθαι ἐστι το ἀποβεβληκεναι , ἠ ἐπιτεταμενως ὁραν . ἡ γαρ ἐξ ἐπιτασιν δηλοι , ὡς
9999980 ἀριστολοχιας
τηλεως καταπλασμα , καθαπερ γε και τα των ἐρεβινθων και ἀριστολοχιας ῥιζης λειας μιγνυμενης , κενταυρειου τε και γεντιανης και
. . . . . οὐγγ . θʹ ἠ βʹ ἀριστολοχιας στρογγυλης . . . οὐγγ . γʹ γεντιανης .
9999980 μεσης
μεσης ὑπερβιβασαντες ἑξομεν την των μεσων διατονον τονῳ βαρυτεραν της μεσης , εἰτα το ἀπο ταυτης ὀγδοον ὑπερβιβασαντες την παρυπατην
Ἀριστειδης ἐν ἐννεακαιδεκατῳ Ἰταλικων . . . . : Δια μεσης της ἀγορας ῥεων ὁ Τιβερις δια μηνιν Ταρσιου Διος
9999980 θεραπειαν
προς τα γυμνασια δει μαλιστα ἀπονεμειν . μετα δε την θεραπειαν του σωματος ἐπ ' ἀριστον ἀποχωρειν : οὐκ ἀδηλον
κατα γενος , [ οὐ κατ ' εἰδος ] ὑπογραφει θεραπειαν , δι ' ἡς ταυτα ἀμβλυντεον και κατεργαστεον .
9999980 πολυχρονιοι
ἀποστροφαι πραϋνουσι τους ἱππους , και αἱ ἡσυχαιαι μεν , πολυχρονιοι δε καθεψουσι και πραϋνουσι και οὐκ ἀνεγειρουσι τον θυμοειδη
ἐν δε τῳ δευτερῳ οὐ πανυ : οὐ γαρ ἐσονται πολυχρονιοι . ἐν δε Τοξοτῃ πεφυλαχθαι χρη δι ' ὀλιγοτεκνιαν
9999980 κατεργασασθαι
εἰπειν ὁρον ῥητορικης ἠναγκαζετο και την της ῥητορικης πασαν κατασκευην κατεργασασθαι : ἀλλως τε και αὐτο τουτο τῳ Μινουκιανῳ ἐγκαλων
πιστευθεις ἀληθευσειν ἁ ἐλεγες ἐπηρας τοσουτους ἀνθρωπους συστρατευεσθαι τε και κατεργασασθαι σοι ἀρχην οὐ τριακοντα μονον ἀξιαν ταλαντων , ὁσα
9999980 καταφρονησει
. Τιβεριῳ δ ' Αἰμιλιῳ διεξιοντι την πολεμιαν συν πολλῃ καταφρονησει κατ ' ἀρχας και οὐδεν ἐτι προσδοκωντι ἀντιπαλον ἐπηλθεν
μετα πολλης φαντασιας ἐρεις την ἀναγκην , και το μη καταφρονησει δοκειν ἀποκεχωρισθαι του ἀγωνος προβαλλομενος . ἑξεις δε μετα
9999980 γραφωμεν
ἐπι μεγαλοις τισι και παραδοξοις πραγμασι γεγονοσι περι τινα συνηδομενοι γραφωμεν . οἱον : Οὐχ ὑπειληφα περι σε τον του
ἀπογειον τας κατα διαμετρον του Καρκινου μοιρας κε λ κἀν γραφωμεν δε περι το Γ κεντρον τον ΚΛΜ ἐπικυκλον του
9999980 συμπιπτοντων
μεθ ' ἁλμης [ ἐν ] οἰνῳ κεκραμενης . Των συμπιπτοντων ταις κυουσαις ἐπειδη ταυτα μαλιστα ἐνοχλει , το περισσαινειν
, λογων μεν παντα μεστα και ψιθυρισματων , σοφιστων σοφισταις συμπιπτοντων , ἐργου δε ἐρημια δεινη : και το θρυλουμενον
9999980 σκιαν
ἐπι φρεαρ ἀγαγων και δειξας αὐτῳ την ἐν τῳ ὑδατι σκιαν ἠρετο , Τοιουτους ἀρα τους ἀντιποδας εἰναι λεγεις ;
ἡμερας , ἀποτελει τον ποδισμον , τουτ ' ἐστι την σκιαν σου , ποδα τον ἑνα ἡμισυ και γνωριμον τυγχανειν
9999980 φερομενην
τοιϲ μηροιϲ τα γονατα δια το την ὑϲτεραν προϲ ἐπιγαϲτριον φερομενην κατ ' εὐθυ του ϲτομιου γινεϲθαι , δια δε
- μεν τον ἐλαυνοντα δαιμονα τα ἡμετερα . οὐκουν εὐ φερομενην ἐμβαλουμεν εἰς κακον τι την πολιν , ἀλλα σειομενην
9999980 κρατουντος
λογος τῳ παθει και ἐν ταὐτῳ μενειν οὐ δυναται : κρατουντος μεν γαρ λογου φρουδος ἡ ἡδονη , νικωσης δε
μονον ἐκ της του παιδος τελευτης ἐμοι λογιστεον την του κρατουντος ἀναιρεσιν , ἀλλα και τροπον ἑτερον . φονεα με
9999980 παρακολουθουντων
κατα συμβολικον τροπον , ὁς οὐδεν δυναται των συστατικων ἠ παρακολουθουντων ἐμφαινειν . εἰ δε το ποιουμενον καθα δεδηλωκαμεν ἁτε
φασιν οἱ περι τον Καρυστιον Ἀντιγονον , ὑπο των γνωριμων παρακολουθουντων . Αἰνεσιδημος δε φησι φιλοσοφειν μεν αὐτον κατα τον
9999980 στοχαζομενοι
δογματικοι . ἡμεις δε παλιν της κατα την συγγραφην προαιρεσεως στοχαζομενοι προς μονον το ἀληθες νυν τους λογους ποιησομεθα ,
της ἀρχαιοτητος και των παλαιων πραξεων ἐν κεφαλαιοις ἀναγραψομεν , στοχαζομενοι της συμμετριας . περι πρωτων δε των βαρβαρων διεξιμεν
9999980 οἰκοδομηματων
ἡ τις και Πτολεμαϊς . ἠν δ ' ἐκ πλινθινων οἰκοδομηματων συντεθεισα , κτισμα Περσεως Ζακυνθου Ἀριστομεδοντος Λυκου . λεγεται
ἀλλα σεισμος ἐς την χωραν σφισιν αὐτικα κατασκηψας των τε οἰκοδομηματων την κατασκευην και ὁμου τῃ κατασκευῃ και αὐτο της
9999980 πεπερασμενην
ὁ γεωμετρης εὐθειαν ἐπ ' εὐθειαν στησας . εἰτε δε πεπερασμενην κατ ' ἀμφοτερας τας ἀκρας την εὐθειαν λαβωμεν εἰτε
, διελθειν δε την ἀπειρον ἀδυνατον ποτε και διιεναι , πεπερασμενην δε εἰ κινοιτο , εἰ μεν ἀνακαμπτει , οὐτε
9999980 γραμματικον
κατα την ταξιν ἀπο του α ἑως ω , καθαπερ γραμματικον ἀνδρα , ἀλλα προς την χρειαν των ἀγωνων ,
περι της αὑτου πατριδος γραφων , και παρατιθεις Διοδωρον τον γραμματικον συμφωνουντα Πτολεμαιῳ βασιλει . : Σπευσιππος ἐν δευτερῳ Ὁμοιων
9999980 νοσους
ἑτεραν των θυγατερων ἐγγυησας , και πανθ ' ὁσα δια νοσους ἠ δια γηρας ἀδυνατος ἠν ἐπιτελειν , δι '
μη φεροντας κατα γης εὐθυς πιπτειν , και γυναικας δε νοσους κρυφιους ἰασθαι θυμιωμενου δεχομενας αὐτου την πνοην και τους
9999980 αἰτουντα
αὐτον χαμαι κυλιομενον και τον φλογμον οὐ φεροντα και ψυχρον αἰτουντα πανυ ἐρωτικως , ἑαυτον δε μη δουναι . καιτοι
τε ξεινον κακον ἐρξῃ : ἰσον κακον ἐστιν ὁστις τον αἰτουντα συγγνωμην και ξενον ἀδικως λυπησῃ και ὁστις του ἰδιου
9999980 δαιμονιον
πορευεσθαι μετα πολλων , και ἀφικνεισθαι σφας εἰς τοπον τινα δαιμονιον , ἐν ᾡ της τε γης δυ ' εἰναι
οὐν την ὑψηλοφροσυνην πολλοι ἐκενωθησαν ὑψουντες ἑαυτους : μεγα γαρ δαιμονιον [ ἐστιν ] [ ἡ αὐθαδεια ] [ και
9999980 προσυπακουστεον
μεχρι τελους ταυτης της ἡμερας . μεχρι του δευρο : προσυπακουστεον το λατρις ἠ το θης : Μοιρας δολωσας :
φησιν ὁτι το ὀν οὐδεν ἐστιν , και δηλον ὁτι προσυπακουστεον το ἀληθες ἠ ψευδος , ἐπει ἀπορον ἐσται :
9999980 τετραπλασιον
ὑπο ΒΑ , ΑΓ μετα του ὑπο ΑΒ , ΒΓ τετραπλασιον ἐστι του ἀπο ΑΔ . ἀλλα το μεν ὑπο
ἐκ της διαγωνιου , τριπλασιον ἐκ τουτου του θεωρηματος , τετραπλασιον ἐκ του μηκει διπλασιους εἰναι τας πλευρας , πενταπλασιον
9999980 ἀναδεξασθαι
κωμαζειν πυρεττουσαν . και δικην ὠφληκοτα ἐγγυης προσελθων κελευσαι αὑτον ἀναδεξασθαι . και μαρτυρησων παρειναι του πραγματος ἠδη κεκριμενου .
ὁ μεγας βασιλευς ἐργον διαπραττωμαι προμνηστριας γραϊδος . ἀλλα ἐφθην ἀναδεξασθαι την κρισιν και παντες τουτο ἰσασι . μαλιστα δε
9999980 παλιγγενεσιαν
και εἰς την ἀπειριαν του αἰωνος ἐκτεινεται και την περιοδικην παλιγγενεσιαν των ὁλων ἐμπεριλαμβανει και περινοει και θεωρει ὁτι οὐδεν
δε παντα τροπον ἐπενοει ἀνοικιζεσθαι την πολιν , καθαπερ εἰς παλιγγενεσιαν ἀνακαλουμενος . Ἀλλα παντα πραττων μολις εἰς ὀκτακισχιλιους ,
9999980 ἐρωμενης
εὐθυμιαν κερδανας τον ὑπερ της ἐρωμενης ἀγωνα νικησας δια της ἐρωμενης : οὑτως αὐτῃ προσεστιν ἀμαχος ὡρα μη δεομενη προικος
και οὐχ ὁρων ἡν ἐποθει γυναικα , ὡσπερ οὐν ἐραστης ἐρωμενης ἀτυχων ἐξηγριωθη : και ὁ τεως πραοτατος ὠν ἐς
9999980 πεπιστευκασιν
τουτο μεν οὐν παρ ' Αἰγυπτιων ἡκειν εἰς τους Ἑλληνας πεπιστευκασιν , ἀστρονομιαν δε και ἀριθμητικην παρα Φοινικων : νυνι
ἐαν δε ὑπεριδωσι και ἀτιμασαντες ὡς εὐτελη μη γευσωνται , πεπιστευκασιν οἱ ἐπιχωριοι , ὁτι της ἐκεινων ὑπεροψιας ἐστιν αὐτοις
9999980 καταφρονησεως
ἐγενετο , ἀει αὐτοις της φιλοχρηματιας και της των ἀρχοντων καταφρονησεως και μεχρις αἱματος αὐξηθεισης . ὁ δ ' οὐν
Ἀθηναιοι πυθομενοι την εἰς Βοιωτιαν παροδον του βασιλεως της προϋπαρχουσης καταφρονησεως ἀπεστησαν : ἡ γαρ ὀξυτης του νεανισκου και ἡ
9999980 στρατευσαντες
πλεον ἰσχυσασα της Καρχηδονος ἀφεληται των Φοινικων την ἡγεμονιαν , στρατευσαντες ἐπ ' αὐτην μεγαλαις δυναμεσι και κατα κρατος ἑλοντες
Γαιος Ὁρατιος και Κοιντος Μηνυκιος . ἐπι τουτων Σαβινοι παλιν στρατευσαντες ἐπι Ῥωμαιους πολλην της χωρας αὐτων ἐδῃωσαν , και
9999980 συμπλεκομενοι
των πολεμιων ἀνδραγαθιαις ἀντεταττον τας ἑαυτων ἀρετας . διο και συμπλεκομενοι τοις πολεμιοις και την μαχην ἐκ χειρος συνισταμενοι μεγαν
συντριψαντες , εἰς τον ἀπο της μαχαιρας ἀγωνα κατηντησαν . συμπλεκομενοι δε τοις σωμασι και παντοιας διαθεσεις τραυματων ἀπεργαζομενοι τοις
9999980 καταναγκαζειν
ὑπερβαλλειν ὑπερ του ἀνακλισμου και ἐπι μεν θατερα το σωμα καταναγκαζειν , ἐπι δε θατερα τον | βραχιονα συν τῳ
ἐμπαλιν , πονειν τα παντα και μοχθειν και το σωμα καταναγκαζειν ῥυπωντα και αὐχμωντα και πασι δυσαρεστουντα και λοιδορουμενον ,
9999980 πληθυντικων
ἀρχομενης ἀπο δασεος συμφωνου : ὁθεν ἐν τῃ δοτικῃ των πληθυντικων ἐπειδη ἀπεστη το δασυ της δευτερας συλλαβης , λεγω
Ἀτρειδαις Ἀτρειδαισι . τουτο δε γινεται , ἐπειδη πασα δοτικη πληθυντικων θελει ἐχειν προ του ι το σ ἠ δυναμει
9999980 διακεκαυμενης
' ἐτιτρωσκοντο ἀφυλακτως . ἐπει δε και τας ἐξοδους της διακεκαυμενης ἑτεροι κατειχον πολεμιοι , ἀμελησαντες των ἀσθενεστερων τε και
οὐχ ὁριστεον τα ἀμεταπτωτα . οὐδε τοις τροπικοις δε της διακεκαυμενης ὁροις χρηστεον : και [ γαρ ] τουτ '
9999980 στρατευομενοι
και μη τον δεινα πυνθανησθε τι πραττει ἀντι του ἱνα στρατευομενοι των ἀγαθων μεταλαμβανητε . και αἱ κατασκευαι μεν ἀπο
Ἑλλαδος πασης ἀνω και κατω φερομενης , πλεοντες ὁμου και στρατευομενοι ᾠκιζον την πολιν , ὡσπερ τινες φρουριον ἠ στρατοπεδον
9999980 ὁριστεον
κἀν ταυτα παντα ταὐτα φη τις εἰναι την εὐδαιμονιαν , ὁριστεον ἐστι το φρονειν . ὡστε φιλοσοφητεον ἀν εἰη πασι
τι δε ὀν ἐστιν οὐδαμου εἰποντος αὐτῳ του συγγραμματος , ὁριστεον ἀν εἰη την παροιμιαν , ᾑ λαβοντες ἀνωθεν ἐχομεν
9999980 μεμνησθαι
θηλεια ἱππος ἀγαθη ἠν και του πωλου του ἐξ αὐτης μεμνησθαι δεινη . ὁπερ οὐν κατεγνωκως Δαρειος ὁ κατω εἰτα
το ἑωυτου ἐποιεε , ὡστε ἀναμιμνησκοντος τε αἰει του θεραποντος μεμνησθαι μιν των Ἀθηναιων και Πεισιστρατιδεων προσκατημενων και διαβαλλοντων Ἀθηναιους
9999980 πληρεις
ἀγοραν , δια συνθηματων ἀδηλων ἐκεινοις εὐθυς αἱ τε ἀκραι πληρεις ἐγιγνοντο των ὑπερ της πολεως ἀνειληφοτων τα ὁπλα και
ἐρεις τας εὐετηριας , τας εὐδαιμονιας των πολεων , ὁτι πληρεις μεν ὠνιων αἱ ἀγοραι , πληρεις δε ἑορτων και
9999980 ἀνακτεον
δε νοτον μη τῳ βορεᾳ , προς ἐκεινην την αἰτιαν ἀνακτεον την μεριζουσαν ἑκατερα κατα τους τοπους : παρ '
ὁ τριπους ἠ ἡ ἑστια , εἰς ταυτα την βλαβην ἀνακτεον . τραπεζα δε τριποδος οὐδεν διαφερει οὐδε ἀλλο τι

Back