και των θαυμασομενων οὐκ ἀπορησεις . Οὐτις ἐμευ ζωντος τα κεκριμενα λυσει . το μεν γαρ τολμαν και των θρασυτερων
δε και ὁταν φῃ : “ τα κρινομενα και τα κεκριμενα ἀρτιωϲ μη κινεειν μηδε νεωτεροποιειν , μητε φαρμακιῃϲι μητ
9999980 λιμενα
εὐεργεσιας εἰς τον βασιλεα , διελαμβανε τουτον ἑξειν οἱον τινα λιμενα των ἀπο του βασιλεως κινδυνων . ὁ δε Ψαμμητιχος
Ἀθηναιοι τροπαια τε ἐστησαν δυο , το μεν κατα τον λιμενα , το δε προς τῳ τειχισματι , και των
9999979 κεκλιμενα
: καθολου τα εἰς ω ὑποτακτικα ἀπο των εἰς ω κεκλιμενα εἰς ῃς το δευτερον ποιει , πλην της δευτερας
ἐστι , καθαπερ προειρηται : τα δε προς δυσμας μερη κεκλιμενα της Ἀραβιας διειληπται πεδιοις ἁμμωδεσιν ἀεριοις το μεγεθος ,
9999972 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999971 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999971 παραδειγμασι
ὁραν . ἐρω δε ὀλιγα , οἱς ἀν τις δυναιτο παραδειγμασι χρησθαι πολλων . ἀπαγγελλων δη προς τους Φαιακας Ὀδυσσευς
συλλαβη εἰς μερος λογου ἠι πεπερατωμενη ὡς ἐν τοις προκειμενοις παραδειγμασι , σπανιωτερον δε ἐπι μεσης λεξεως . οὐ μην
9999971 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999971 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999970 ἐθελησας
και ἐξελεγξει αὐτος αὑτον ὁτι οὐδεν ὑγιες λεγει , οὐκ ἐθελησας παραδουναι εἰς βασανους τας θεραπαινας ἁς ἐγω ἐξῃτουν αὐτον
προς δε ἀλλον οὐδεν ἀν γραψαιμι τοιουτον λογιζομενος , ὡς ἐθελησας μεν ἀρκεσεις και μονος , οὐ βουληθεντος δε σου
9999970 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999970 μισθοφορους
παρ ' αὐτον ἀφικετο ἐκ Μηδιας , ἐχων τους τε μισθοφορους ἱππεας , ὡν ἡγειτο αὐτος , και Θεσσαλων τους
και των ὁπλων του γενους ἑκαστου τυπον δια το τους μισθοφορους ἐκ πολλων ἐθνων συνεστηκεναι : ἐσπευδε γαρ ἑκαστον των
9999970 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999969 χαλεπαι
μεν τυραννος μεν ὠν και νομοθετης ὁ αὐτος , ὁσαι χαλεπαι τ ' εἰσιν και ἀρισται , δυναιτ ' ἀν
. και αὑται γαρ ἁμα τῳ καταλυθηναι τους ὑπεροριους πολεμους χαλεπαι και συνεχεις ἐξ ἁπασης προφασεως ἀνισταντο . Κρειττον ταις
9999969 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999968 τεκτονικης
χαρακτηριζεται και οὑ χαριν παντα ποιει . οἱον της μεν τεκτονικης ὑποκειμενα εἰσι τα ξυλα , τελος δε το ποιησαι
ἐπι των ἀλλων τεχνων , ἰατρικης , φερε , και τεκτονικης και χαλκευτικης και των τοιουτων , και μην και
9999968 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999968 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999968 μετηνεγκεν
φασιν , ὁτι Θεοκριτος τα του Δαφνιδος εἰς τον Κοματαν μετηνεγκεν . τουτον γαρ ἡ μητηρ ἐξεθηκε τον πατερα Ἀνακτα
ταυτῃ , τοις περι Ἰδομενεα και Λεοντεα . ἐντευθεν δε μετηνεγκεν Ἀγριππας τον πεπτωκοτα λεοντα , Λυσιππου ἐργον : ἀνεθηκε
9999967 ἐγχειρησαι
, εἰτε πυρεκτικως ἐχοιεν εἰτε και μη , και εἰτε ἐγχειρησαι ἠ ἀπαγορευσαι . Αἱ μεν οὐν ὀλεθριως διακειμεναι καταφερονται
τοις νομοις , ἰσμεν ἁπαντες . ἐγω μεντοι οὐδ ' ἐγχειρησαι οἰμαι προτερον τον Λυκουργον ταυτην την εὐταξιαν καθισταναι πριν
9999967 κεκαυμενα
και δυσσαρκωτους κοιλοτητας ὁσαι συριγγωδεις εἰσι και βαθειαι . ἐρια κεκαυμενα τας πλαδαρας σαρκας ἐπι των ἑλκων ἀποτηκει ταχιστα .
ὀδοντα . μυλας δε ἀρσεως δεομενης αἰρει χωρις ὀδονταγρας , κεκαυμενα λεια και ἐπιπασσομενα κατα κυκλῳ του ὀδυνομενου ὀδοντος .
9999967 πικριαν
ἐγω βεβαιοτεραν την της πατριδος ἡγουμενος μαρτυριαν ἠ την Τιμαιου πικριαν , θαρσων ἀποφαινομαι , μηδενι τον Δημοχαρους βιον ἐνοχον
, ἐαν τον ἰδιον χυλον ἀπολεσῃ , τουτεστι την ἰδιαν πικριαν , και τας γαστερας ἐμφραττῃ : γλυκαινε δε την
9999967 χαλεπωτερος
ἀποκεχωρισται : Ἡσιοδος ἐν Θεογονιᾳ : ἀλλος ἐξ ἀλλου δεχεται χαλεπωτερος ἀθλος : εἰναετες δε θεων ἀπαμειρεται αἰεν ἐοντων ,
: ἐπει και ὁλως ἀν διειργασμενην λαβῃ την γην , χαλεπωτερος : μανης γαρ οὐσης , ἐσικνειται μαλλον : ἀπαθεστεραι
9999967 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999967 Ἀναξιμενην
, θηλυκως . Διοτιμος ἐν ἑξηκοστῳ πεμπτῳ παντοδαπων ἀναγνωσματων παρατιθεμενος Ἀναξιμενην ἐν μεταλλαγαις βασιλεων οὑτω γραφοντα ” τας δε Πασσαργαδας
συστασιν προσκρουσαι τῳ βασιλει : κἀκεινον ἐπι τῳ τουτον λυπησαι Ἀναξιμενην μεν αὐξησαι , πεμψαι δε και Ξενοκρατει δωρα .
9999967 κἀκεινα
δε ἀντιτασσομενοι τῃ κτισει του θεου δια της εὐφημου ἐγκρατειας κἀκεινα λεγουσι τα προς Σαλωμην εἰρημενα , ὡν προτερον ἐμνησθημενφερεται
ὑπευθυνον αὑτον ποιησας νομον εἰσενεγκειν ἐτολμησεν . Ἀλλ ' ὁμως κἀκεινα και ταδε φησους ' ὑπερ ὑμων πραττειν . εἰτα
9999967 παραδωσω
. . . : της προκειμενης , οἱον : οὐ παραδωσω . . . λυπαις . . . : ἀντι
ἀταφον βουλονται Πολυνεικην εἰναι , ἐγω δε τουτων ἀκοντων ταφῃ παραδωσω . . δεινον το κοινον ] χαλεπη και βιαιος
9999967 ἐκρατησαν
και Νικοστρατος . οὑτοι δε πλευσαντες ἐπι πρωτην την Μενδην ἐκρατησαν της πολεως προδοντων τινων αὐτην : την δε Σκιωνην
την ἐπιουσαν νυκτα και τους ἀπο του ἐρυματος μαχομενους ἀνειρξαντες ἐκρατησαν της παρεμβολης . μετα δε τουτο το ἐργον ὁσην
9999967 κλησεως
, οὐδεν κωλυει και τας λοιπας ἐγκλισεις μετατιθεσθαι της ἰδιας κλησεως , ἀναδεξαμενας την ἐκ των συνδεσμων δυναμιν . οὐ
, τον αὐτον και Βριαρεων καλων . περι δε της κλησεως του πελαγους . . . μεν ἐν τῳ τριτῳ
9999967 Ἀριστοκλης
Βαθυκλης δε ὁ ἐρωμενος Ἀνακρεοντος , οὑτως και παρα το Ἀριστοκλης Ἀριστυλλος . . . . ἀριπρεπεα : τον ἀγαν
ἠ κροτου τε και ἠχους ξυγκεισθαι . ἐτελευτα δε ὁ Ἀριστοκλης μεσαιπολιος , ἀρτι προσβαινων τῳ γηρασκειν . δʹ .
9999967 ἐγχειρει
σκοπον λεγουσιν . οὐ μην οὐδε ὁ τον σκοπον ἐγνωκως ἐγχειρει προθυμως τῳ ἐργῳ , πριν ἀν και το ἀπ
τοις παισι και καταγαγων τον Τυνδαρεων ἀπο Φριξης και Πελληνης ἐγχειρει αὐτῳ την ἀρχην της Σπαρτης . ἐγαμει γαρ Ἡρακλης
9999967 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999966 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999966 ἐπελθουσης
οὑτοι μεν δη φυλλασσομενοι τε ἀφανως και της κυριας ἡμερας ἐπελθουσης ἐς την δικην ἀνακαλουμενοι , Μερολας μεν τας φλεβας
ἐξαισιων και κατακλυσμων γενομενων , μιας ἡμερας και νυκτος χαλεπης ἐπελθουσης , το τε παρ ' ὑμιν μαχιμον παν ἁθροον
9999966 διεστησεν
, ὁτι πολυς ἀηρ ἀθροισθεις ἀθροως ἀνω διεξιων ἐξεμοχλευσεν και διεστησεν το στομα . ταυτῃ γαρ εὐδιεξοδος ἐστιν . ὡσπερ
ἡμεις ἐρωτωμεν τους παιδας . ποτερα περι μετρων : καλως διεστησεν . οὐ γαρ εἰ τι μετρον ἐστιν , ἠδη
9999966 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999966 φαυλοτερα
μικρα τα προ του προς τα νυν και τιμιωτερα τα φαυλοτερα και ἀτιμοτερα τα κρειττω , τι με την φθοραν
χειρων δε το εἰδος , αὐτῳ γε τῳ γραφοντι γιγνεται φαυλοτερα . δει γαρ με προτερον και αὐτον γενεσθαι Συμμαχον
9999966 δικη
και Ἀργειων τους ἀριστους . Ὁ δε τοπος ἐνθα ἡ δικη συνηχθη , περι την μεγιστην ἀκραν , ἐνθα και
ἐαν δ ' ἁπαξ , ζημιουσθαι δραχμαις ἑκατον . Ἀτιμητος δικη , ἡ τοσουτου οὐσα ὁσου ἐπιγεγραπται , ἡν οὐχ
9999966 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999966 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999966 φαυλοτεροι
ἰοβολου . Καππαδοκαι φαυλοι μεν ἀει , ζωνης δε τυχοντες φαυλοτεροι , κερδους δ ' εἱνεκα φαυλοτατοι . ἠν δ
ἀκολαστος εὐμαθης : κρεισσων ἰδιωτης δικαιος ἠ ἀρχων ἀδικος . φαυλοτεροι : ἀντι του ἀμαθεστεροι προς τους ξυνετωτερους : συγκρινομενοι
9999966 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999966 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999965 ἐμφαντικως
ἀδυνατοι ἠμεν τοις Ἀθηναιοις ἀντεχειν φ αὐτονομοι δη ὀντες : ἐμφαντικως εἰπε το δη , ἀντι του δηθεν , και
„ μειζον του ἀνθρωπεια . και το „ κειτο ” ἐμφαντικως . οὐ γαρ ἀν ἐκ προνοιας ἀνεκλιθη , ἀλλα
9999965 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999965 Κατανης
και εὐτακτως ἐσθιων και ἀνθρωπικως . και Ὀνομαρχος δε ὁ Κατανης τυραννος και ὁ Κλεομενους υἱος συσσιτους εἰχον λεοντας .
μεγα , ἐξ ἡς καταρρει παμφαγου πυρος ναμα μεχρι πολιχνης Κατανης λεγομενης : ῥοιβδει δε δεινως ὡς ποταμος ἐκρεον :
9999965 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999965 Καλλαισχρου
ἐπαιδευσε τους συγγενομενους αὐτῳ , ἀλλα κατηγορουσι μεν Κριτιου του Καλλαισχρου , κατηγορουσι δε Ἀλκιβιαδου του Κλεινιου τῃ τε πολει
. , . . ἀνθρωπωι γαρ γενομενωι κατα τον του Καλλαισχρου τον των τριακοντα βεβαιον μεν οὐδεν , εἰ μη
9999965 ἐποιησατο
ἀν ἐγωγ ' αὐτον ἐρωτησαιμι ποτερ ' ἐννομον και δικαιαν ἐποιησατο του ψηφισματος την γραφην ἠ τοὐναντιον ἀδικον και παρανομον
και πολεμικοις κινδυνοις . συστησαμενος οὐν στρατοπεδον ἀξιολογον , συμμαχιαν ἐποιησατο προς Ἀριαιον τον βασιλεα της Ἀραβιας , ἡ κατ
9999965 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999965 συγγνωμην
ἀτιμιαν ἐτηρησα τῳ νεῳ το κερδος . πεμπε δη γραμματα συγγνωμην αἰτουντα και τους πολλους των παιδαγωγων ἱεροσυλους ἡγου .
τι των της ψυχης παθων αἰτιον εἰναι λεγῃ , ποιει συγγνωμην , ὡς ἐπι τουτου : δι ' ἐρωτα τον
9999965 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999965 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999965 συγγενης
ἡ δελτος ἀνοιχθῃ και ἀνακηρυχθῃ μου ὁ καινος δεσποτης ἠτοι συγγενης τις ἠ κολαξ ἠ καταπυγων οἰκετης ἐκ παιδικων τιμιος
λεγειν Ἱπποκρατους , περι τουτον τον καιρον γενομενην , ὁς συγγενης ἠν Μεγακλεους του νικητου : εἰκος γαρ ἠν ἀκουσαντα
9999965 Πελιαν
ἀθλον , ὑφ ' ἡς εἰκος αὐτον σεσωσθαι ἱνα τον Πελιαν φονευσῃ ἐχθρον ὀντα της Ἡρας . ἐτι δε και
ἐν τοις κατα τον Ποντον τοποις ἀπολωλασι . διοπερ τον Πελιαν καιρον ἐχειν ὑπολαμβανοντα τους ἐφεδρους της βασιλειας παντας ἀρδην
9999965 ἐπεμελειτο
και τους βιους ταττων ἀνομοθετητον ἑαυτῳ τον βιον κατεσκευαζεν . ἐπεμελειτο δε και της ὀψεως , την τε τριχα την
ἀλλα συνεσπειραμενην ἐχων την των συν ἑαυτῳ ἑξακοσιων ἱππεων ταξιν ἐπεμελειτο ὁ τι ποιησει βασιλευς . και γαρ ᾐδει αὐτον
9999965 ἐκελευεν
ἐπετελλε περιφρων Νηλεος υἱος . Αὐταρ ὁ οἱς ἑταροισιν ἐπισπερχων ἐκελευεν ὑδατος ἐν πυρι θεντας ἀφαρ κρυεροιο λεβητας θερμηναι λουσαι
παις ὁ της Μισμης Ἀσκαλαβος ἰδων ἐποιησατο γελωτα και αὐτις ἐκελευεν ὀρεγειν αὐτῃ λεβητα βαθυν ἠ πιθακνην . Δημητηρ δε
9999965 ἐλαττονα
τοιουτων των λαμβανομενων , ἡν παραλειπουσι : διαιρουσι δε την ἐλαττονα εἰς δυο προτασεις . τοιουτοι γαρ εἰσιν οἱ τοιοιδε
ΑΘ προς ΘΔ : και ἡ ΑΘ ἀρα προς ΘΔ ἐλαττονα λογον ἐχει ἠπερ το ἀπο ΑΗ προς το ἀπο
9999965 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999965 φαιδιμος
‚ : οὑτως , ὡς το ὡς εἰπων πυλεων ἐξεσσυτο φαιδιμος Ἑκτωρ : ἱνα συνδεσμον , ὡς το , ‚
ἀποπνειουσι , παις δ ' ἐπιτερπεται ἐργῳ : ὡς ἀρα φαιδιμος υἱος ἀμειλικτου Ἀχιληος γηθεεν ἀμφι νεκυσσι . Και οὐκ
9999965 τυροι
παντα γαλα πουλυ ποιεει και αὐξει : σκυριαι αἰγες , τυροι δε μαλιστα : ἀγαθον και τον ἐλελισφακον ἑψειν ,
τιφης και των ἀλλων των μοχθηρων σπερματων οἱ τε ἁπαλοι τυροι και φακος και βικος και των οἰνων οἱ παχεις
9999965 ἀγαθοτητα
τετταρες ἀπορροιαι γεγονασιν , ἡ γενικη ἐστιν ἀρετη , ἡν ἀγαθοτητα ὠνομασαμεν , αἱ δε τετταρες ἀπορροιαι αἱ ἰσαριθμοι ἀρεται
αὐταπαντα την ἀρχην κατα δυναμιν ἀπομιμουμενα εἰς ἀιδιοτητα τε και ἀγαθοτητα . Πως οὐν το τελεωτατον και το πρωτον ἀγαθον
9999965 Σελευκεια
. . . . . . ξθ ∠ ʹ λε Σελευκεια προς Βηλῳ . . . . . . .
πολεως της Τρωϊκης , ἱερευς ἱερειτης , Μαρωνεια Μαρωνειτης και Σελευκεια Σελευκειτης ' . . . α . το α
9999965 φυλλορροειν
και το αἰτιον , ὡς ἐπι του πλατυφυλλου και του φυλλορροειν , και του ἐν μεσῳ εἰναι την γην και
δευτερον μεσον του μειζονος αἰτιον τῳ ἐσχατῳ , ὡς του φυλλορροειν και της συκης μεσα το πηγνυσθαι τον ὀπον και
9999965 συνεβουλευεν
. ὡς δε ἐγενοντο κατα τι φρεαρ , ὁ ἑτερος συνεβουλευεν ἀμελετητως καθαλλεσθαι . ὁ δε ἑτερος ἐλεγεν : ”
της Γελωνος γενομενης προς τον πατερα αὐτων εὐεργεσιας , και συνεβουλευεν αὐτοις ἠδη την ἡλικιαν ἠνδρωμενοις ἀπαιτησαι λογον παρα Μικυθου
9999965 ἐρωτικης
Χαρικλεους , βουλομενος αὐτους της λυπης ἀπαγαγειν , ἐμβαλλω λογον ἐρωτικης ἐχομενον ψυχαγωγιας : και γαρ οὐδε ἡ Λευκιππη παρην
δοκει κινηθεις δια την ἐμφυτον ἀμαθιαν ὑπεραραι το μετρον της ἐρωτικης ζηλοτυπιας . και νυν ἐκεινον ἐρωντα μαλλον εὐ ἰσθι
9999965 πρυτανεια
ἠλθον εἰς Ἀθηνας , ἁμαρτανει : πρωτον γαρ χρη . πρυτανεια τα καταβαλλομενα ὑπο των διωκοντων την δικην : ἠν
τουτο οὑτω συνταξεις : ὁπως ταχιστα ὑφελοιατο και λαβοιεν τα πρυτανεια , δια τουτο προὐτενθευσαν και προυλαβον ἡμερᾳ μιᾳ .
9999965 συλλογισμοις
εἰπομεν τροπον . λογικη δε ἠ ἐν προτασεσιν ἠ ἐν συλλογισμοις . και ἐν μεν προτασεσιν , ὁταν την δοθεισαν
και Ἀλκιβιαδης καθηνται , ἀλλα τους ἐν τοις ὑποθετικοις καλουμενοις συλλογισμοις κατα το συνημμενον ἠ το διεζευγμενον λεγομενον παραλαμβανομενους ,
9999965 Σικελικος
οἰκει τις ὡς ἐοικεν ἐν τῳ χασματι λιβανωτοπωλης ἠ μαγειρος Σικελικος . [ παραπλησιαν ὀσμην λεγεις ἀμφοιν γλυκυς . ]
, και τουτο ἀρα τις μυθολογων κομψος ἀνηρ , ἰσως Σικελικος τις ἠ Ἰταλικος τις , παραγων τῳ ὀνοματι δια
9999965 Πλουταρχος
ταξεις λελοιπως , και των ἐν Εὐβοιᾳ πραγματων , ἁ Πλουταρχος ὁ τουτου ξενος και φιλος διεπραξατο , ὡς ἐγω
τα δε ἐμπροσθε κεκαρμενα ὡς φησιν ὁ Λυκοφρων οὑτος . Πλουταρχος δε λεγει ὁτι Θησευς ἡβησας εἰς Δελφους ἠλθε και
9999965 τετυγμενα
, οἱ τε Ποσειδαωνος ὁρωμενοι ἠ Διος αὐτου ἀστερες ἀνθρωποισι τετυγμενα σημαινουσιν . Τῳ κεινων πεπονησο . Μελοι δε τοι
ἀνα δρυμα , φαιδιμ ' Ὀδυσσευ : εὑρομεν ἐν βησσῃσι τετυγμενα δωματα καλα . ἐδει γαρ συμπλεξαι τῳ και :
9999965 γεγραμμενην
το ἐπιπεδον εὐθειας φαντασιαν ἀπολιπειν και την ἐν τῳ ἐπιπεδῳ γεγραμμενην περιφερειαν . και γαρ το ἐπιπεδον το ἐπ '
τας ἀληθινας : ἀσκησιν δε παριδων την ἀληθινην ἐπι την γεγραμμενην ὁρμᾳς . “ Προς τε τον ὀνειδισαντα αὐτῳ την
9999965 μελημα
χαιταισιν ἱσδει : [ Ἀστυμελοισα ] κατα στρατον [ ] μελημα δαμωι [ ] μαν ? ἑλοισα [ ] λεγω
ἐν ἁλιξι θησεμεν ἐν και παλαιτεροις , νεαισιν τε παρθενοισι μελημα . και γαρ ἑτεροις ἑτερων ἐρωτες ἐκˈνιξαν φρενας :
9999964 διαιρεθῃ
ὑπο το αὐτο ὑψος οὐσαι και τριγωνους ἐχουσαι βασεις , διαιρεθῃ δε ἑκατερα αὐτων εἰς τε δυο πυραμιδας ἰσας ἀλληλαις
ὁλον το του δερματος παχος , ἱνα μη ἀκουσιως ἀγγειον διαιρεθῃ . Και ἐπι μεν των μικρων ὀγκων ἁπλη ἐστω
9999964 Φοινικας
ᾐδεσαν οὐν , φησιν , ὁτι ἐν τῳ προς τους Φοινικας πολεμῳ ἐκεινη ἡ θεος , δηλονοτι ἡ Αἰδως ,
Μακεδονας ὑπερεβαλλε , τῃ δε καθαρειοτητι Κυ - πριους και Φοινικας : ῥασματα τε μυρων ἐπιπτεν ἐπι την γην ,
9999964 τετραγωνα
το Δ , τα ἀρα ἀπο των ΑΓ , ΓΔ τετραγωνα ἰσα ἐστι τῳ τε δις ὑπο των ΑΓ ,
το ἀποτελεσμα καταντησῃ : ὁθεν ἐπι πασης γενεσεως παρατηρητεον τα τετραγωνα και διαμετρα , μαλιστα κακοποιων συσχηματιζομενων ἀνοικειως : δυσεκλυτοις
9999964 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999964 ἀμεινονα
' ἐμειο πιθεσθε ἐνι φρεσιν : οὐ γαρ ὀιω ἀλλον ἀμεινονα μητιν ἐνι Τρωεσσι φρασασθαι . Αἰθ ' ὀφελον και
, εἰναι τε αὐτῳ παιδας : και Ὀνηγησιῳ τραπεζης κοινωνουντα ἀμεινονα του προτερου τον παροντα βιον ἡγεισθαι . τους μεν
9999964 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999964 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999964 συγχωρησει
οὑτω τιθωμεν , φησιν , ὡς ἐμπροσθεν , και ἡμιν συγχωρησει τις εἰναι δυνατον ἁ οἰδεν τις δοξασαι αὐτα ἀττα
νομου : μαθετω με δια των αὐτης βεβλημενον βελων , συγχωρησει τουτον ἡ πολις καταγωνισασθαι με τον πολεμον : αὐτον
9999964 ἐργαλεια
καθιερωσει τῳ ναῳ της Ἰταλικης Ἀθηνας : ἐκει γαρ τα ἐργαλεια , μεθ ' ὡν κατασκευασας τον δουριον ἱππον ἡμιν
ἐν Γηραι ἐφη ἐκ του περιδρομου στασα της συνοικιας . ἐργαλεια δ ' αὐτου συν τοις ξυλουργικοις σιδηρια λιθουργα ,
9999964 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999964 βλαστανει
γης , φθινει δε σωματος . θνῃσκει δε πιστις , βλαστανει δ ' ἀπιστια , και πνευμα ταὐτον οὐποτ '
ἐμπηγνυμενου του μισχου , και των φυτευομενων δ ' ἐνια βλαστανει θαττον ἐν αὐτῃ : λεγεται δε και προ των
9999964 Ἀρχεμαχος
ἐν βʹ Θετταλικων καλεισθαι φησι τους πενεστας και Θετταλικετας . Ἀρχεμαχος δ ' ἐν τῃ τριτῃ Εὐβοικων Βοιωτων , φησιν
Κατα Κτησιφωντος . Ἐοικε το ὀρος της Εὐβοιας εἰναι : Ἀρχεμαχος γουν ἐν γʹ Εὐβοϊκων φησι : Κοτυλος μεν οὐν
9999964 λαμβανοι
εἰσιν εἰς εὐχυμιαν και εἰς ὑπνον ἀγουσαι τα παιδια . λαμβανοι δ ' ἀν καλως και φοινικων : διουρητικοι γαρ
: τουτον ἀν τις τον τροπον πολιορκων τας πολεις ἀν λαμβανοι μαλιστα μηθεν αὐτος ἀνηκεστον παθων . Ὁστις μη ἀσπαζεται
9999964 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999964 ἐνεργητικου
βιας . προβουλευοντες δε εἰρηκως προβουλευομενοι ἐδηλωσε : δια του ἐνεργητικου το παθητικον . , , . = , ,
λογῳ της παραληγουσης του πρωτου προσωπου των πληθυντικων του ἰδιου ἐνεργητικου ὠφειλε γραφεσθαι τετυφαμμαι και ἐτετυφειμην . Το γαρ πρωτον
9999964 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999964 ἀπεκτειναν
τουτους μεν οὐν οἱ ταχθεντες ὑπο των νομων ἑνδεκα ἀρχοντες ἀπεκτειναν , οὐχ οἱον ἠδικηκοτας τι την πολιν , ἀλλα
δε κυριευσαντες τον Μελαγχρον και την Κλεομητραν βαλλοντες τοις λιθοις ἀπεκτειναν . και τον ταφον αὐτων δεικνυουσιν και νυν ἐτι
9999964 αἰσχυνομαι
ἐμαυτου παθος , ὁ μυριακις παθων οἰδα , διηγουμενος οὐκ αἰσχυνομαι : βουληθεις ἐστιν ὁτε κατα την συνηθη των κατα
Σαβαζιον . Διεφθορας τον ὁρκον ἡμων . Την γυναικα δε αἰσχυνομαι τω τ ' οὐ φρονουντε παιδιω . Ὁ δ
9999964 ἐξαλλασσουσι
ἐν τῳ ἑτερῳ ἡμικυκλιῳ αἱ ἰσαι περιφερειαι ἐν ἀνισοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , και ἐν πλειονι μεν ἡ
, Γ μερη αἱ ἰσαι περιφερειαι οὐκ ἐν ἰσοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , ἀλλ ' ἐν πλειονι ἡ
9999964 στρατευμασι
Ξερξης ἐξηρτησε την θαλασσαν ναυσι και κατεσπειρε την ὁλην γην στρατευμασι και ἐσκεπασε τοις ὁπλοις τον ἀερα και ἐπληρωσε την
ἑτερα κωλων ιζʹ . + εἰωθασιν οἱ περιλειφθεντες ἐν τοις στρατευμασι κομιζειν εἰς τους οἰκους των ἀπολωλοτων ὁσαπερ ἐτι ζωντες
9999964 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999964 γραμματικοι
και τῃ φωνῃ : των μαθηματων ἐντος : φιλαποδημοι : γραμματικοι : τα προσπιπτοντα ἐκ της πατριδος δυσχερη γενναιως φεροντες
, ἠ συν τῳ σ , εὐμενους , παρεισιν οἱ γραμματικοι καθολικον τι προφερομενοι και ἀπο τουτου το ζητουμενον βεβαιουντες
9999964 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999964 κεκτημενα
ἐπιθυμιας οὐκ ἐστιν ἐκεινως ζῳα ὡς τα την αὐτοκινητον ψυχην κεκτημενα , περι ἡς ποτε εἰσκρινεται την ζητησιν τα νυν
ὁ χρηστος θειος και οὐδε τα γῃδια μοι ὑπελιπε τα κεκτημενα τῳ πατρι , παντα γαρ τῃ ἑαυτου ἀρχῃ προσηκειν
9999964 ἀπραγμοσυνης
, ὁ δ ' οὐ τουτ ' ἐφασκεν , ἀλλα ἀπραγμοσυνης ἐρων ἐκει οἰκησαι , το δε ἀρα ἐς δικας
” ἀπραγμοσυνης “ ἀντι του ” οὐ πολυπραγμοσυνης “ . ἀπραγμοσυνης ] εἰδος βοτανης . ἡ λευκη ὁμοια πλατανῳ .
9999964 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999964 τετραπλασια
προς γ : της δε ἡμισειας της ΒΔ δυναμει ἐστι τετραπλασια , ὡστε δια τουτο μειζονα γινεσθαι ἑκατεραν των ΒΖ
δυναμει τετραπλασιονες . Ἰσμεν , ὁτι τα μηκει διπλασια δυναμει τετραπλασια . ὡστε και ἡ Α ὁλη της ἡμισειας αὐτης
9999964 ἀνθρωπειῳ
δυο προσενειμε προς τοις ἀλλοις πρωτιστα τε ἀριστα βοηθηματα τῳ ἀνθρωπειῳ λογῳ , την τε διαλεκτικην και πολιτικην ἐπιστημην ,
: ὁς μειρακιον ὠν εὐμορφον , Ἐπιμενιδου καθαιροντος την Ἀττικην ἀνθρωπειῳ αἱματι δια τινα μυση παλαια , ὡς ἱστορει Νεανθης
9999964 κοιλιαις
ἐκφυσωμενος ἀηρ φερεσθαι δι ' αὐτης ἐξω πριν ἐμπεσειν ταις κοιλιαις , κἀν τουτῳ λοιπον ἀλυπως φωνουσι μηκετι ἐμποδιζομενοι :
, κατα μεγεθος ὀροβων , το δε τι ἐν ταις κοιλιαις ξυσματωδες και συνεστος . δολουται δε και σαρκοκολλῃ και

Back