ἐπιθυμιας οὐκ ἐστιν ἐκεινως ζῳα ὡς τα την αὐτοκινητον ψυχην κεκτημενα , περι ἡς ποτε εἰσκρινεται την ζητησιν τα νυν
ὁ χρηστος θειος και οὐδε τα γῃδια μοι ὑπελιπε τα κεκτημενα τῳ πατρι , παντα γαρ τῃ ἑαυτου ἀρχῃ προσηκειν
9999979 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999978 δωδεκατημοριον
ῥητον τοιουτον τι δει νοειν οἱον ἐν τοις διαστηματικοις το δωδεκατημοριον του τονου και εἰ τι τοιουτον ἀλλο ἐν ταις
και ὁσα τουτοις παραπλησια δηλοι . Το δε Καρκινου πρωτον δωδεκατημοριον σημαινει περι ἀρχης ἠ ἀρχιερωσυνης ἠ ἱερουργιας , το
9999977 Σικελιας
την πειραν Ἀθηναιων στρατηγοι δυο , ὁ μεν τας ἀπο Σικελιας ναυς προσπλεουσας ἁπασας λαβων αὐτοις ἀνδρασιν , ὁ δε
Νιναιος ἠ Νιναιευς . . . . Ζαγκλη : πολις Σικελιας . Ἑκαταιος Εὐρωπηι . οἱ μεν ἀπο Ζαγκλου του
9999977 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999977 ἀφαιρει
χειρι ἐπιμελως , ἀχρις ἀν οὑ ὑποστῃ ἡ λεπις , ἀφαιρει τα ἐφεστωτα , ἀποχεας τε το ὑδωρ ἐπιχει ὀμβριου
ἐᾳ την συνεσιν ἀνθρωποις ἐνεργειν : ἀλλα και τον ὑπνον ἀφαιρει , και κλονον παρεχει τῃ ψυχῃ , και τρομον
9999977 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999977 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999976 ἐκρατησαν
και Νικοστρατος . οὑτοι δε πλευσαντες ἐπι πρωτην την Μενδην ἐκρατησαν της πολεως προδοντων τινων αὐτην : την δε Σκιωνην
την ἐπιουσαν νυκτα και τους ἀπο του ἐρυματος μαχομενους ἀνειρξαντες ἐκρατησαν της παρεμβολης . μετα δε τουτο το ἐργον ὁσην
9999976 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999975 κεκλιμενα
: καθολου τα εἰς ω ὑποτακτικα ἀπο των εἰς ω κεκλιμενα εἰς ῃς το δευτερον ποιει , πλην της δευτερας
ἐστι , καθαπερ προειρηται : τα δε προς δυσμας μερη κεκλιμενα της Ἀραβιας διειληπται πεδιοις ἁμμωδεσιν ἀεριοις το μεγεθος ,
9999975 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999975 ἀμεινονα
' ἐμειο πιθεσθε ἐνι φρεσιν : οὐ γαρ ὀιω ἀλλον ἀμεινονα μητιν ἐνι Τρωεσσι φρασασθαι . Αἰθ ' ὀφελον και
, εἰναι τε αὐτῳ παιδας : και Ὀνηγησιῳ τραπεζης κοινωνουντα ἀμεινονα του προτερου τον παροντα βιον ἡγεισθαι . τους μεν
9999975 ἡμισφαιριου
κυκλου ἀποσχῃ ἡ σεληνη , διχοτομος θεωρειται : τοτε γαρ ἡμισφαιριου του πεφωτισμενου ὑπο του ἡλιου το ἡμισυ ἐφ '
των ὀμματων διαστημα μειζον ᾐ της διαμετρου της σφαιρας , ἡμισφαιριου μειζον το ὁρωμενον της σφαιρας ὀφθησεται . ἐστω γαρ
9999975 ἀπιστια
, ὁτι ἀτοπωτατον των παντων ἡ περι τους εὐ ποιουντας ἀπιστια : ἡ δε του φευγοντος θεσις , ὁτι δεινοτατον
ἀγευστος : ἀπειρος . ἀγη : χαρα . θαυμα . ἀπιστια . ζηλος . ἐνιοι ἱερεια . παρ ' Ἡροδοτῳ
9999974 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999974 ἀδελφους
πραγμα και την συμφοραν την πικραν δια το ἀλληλοκτονησαι τους ἀδελφους . ἐπι πραγος ] ἐπι την συμφοραν των ἀδελφων
την Σεληνην μεχρι τινος φασεως συναπτουσαν τισιν ἀστρασι , τοσουτους ἀδελφους ἑξουσιν οἱ οὑτω γεννωμενοι . νοεισθω οὐν σοι και
9999974 κατεπλευσεν
Μεγαρεων , Αἱλωρων , Νεαιτινων , Ταυρομενιων . τουτων πραττομενων κατεπλευσεν Ἀννιβας μετα ναυτικης δυναμεως εἰς την Ξιφωνιαν βοηθησων τῳ
Ἰμιλκων δε τοις ἀπο των πολεμιων σκυλοις κοσμησας τας ναυς κατεπλευσεν εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων , και πολλην
9999974 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999974 ἀδελφοις
την οἰκιαν και των ὀντων ἁπαντων μετεδωκα , οὐχ ὡς ἀδελφοις οὐσιν , νομιζων δ ' ἀναγκαιον εἰναι μοι ,
αὐξηθηναι τον Ἐρωτα . ἐσται δε αὑτη φυσις τοισδε τοις ἀδελφοις : ἀλληλοις αἰτιοι της αὐξης ἀμφω γενησονται . ὁρωντες
9999974 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999974 ἐντυγχανουσι
του διδοντος , ὡς τινος γαρ οὐκ αἰτιαι κακου τοις ἐντυγχανουσι , διαβολην ἐπεδειξεν ἐφ ' ἑαυτης ἀδικον : οὑτω
γαρ και ποικιλως δοκει τεταχθαι , σαφεστερα μεντοι γε τοις ἐντυγχανουσι γενησεται . Ὁ περι τεκνων τοπος [ ὁς ]
9999974 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999974 σταδιοι
ἐρημον σταδιοι διακοσιοι : και ἐνθεν εἰς Λαμπαδα της Ταυρικης σταδιοι ἑξακοσιοι . ἀπο δε Λαμπαδος εἰς Συμβολου λιμενα ,
σταδιοι νʹ . Ἀπο Ἀρτεμιδος ναου ἐπι ποταμον πλωτον Μελανα σταδιοι θʹ . Γινονται οὐν οἱ παντες ὁμου ἀπο Κιλικιων
9999974 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999974 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999974 ἀπολιπουσα
και το περι ἀφθαρσιας ψυχης ὑπαινιττεται δογμα δια τουτου : ἀπολιπουσα μεν γαρ τον οὐρανιον τοπον , ὡς και μικρῳ
, ἀδελφη δε του Περσεα καταπολεμησαντος Αἰμιλιου μετηλλαξε τον βιον ἀπολιπουσα μεγαλην οὐσιαν , ἡς οὑτος ὑπηρξε κληρονομος . ἐν
9999974 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999974 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999974 ἀφαιρεσεως
' ἀμφοτερων των συνδεσμων : αὑτη γαρ ἠν διακριτικη της ἀφαιρεσεως και της ἀποκοπης , ἐπει , εἰ συναπεκεκοπτο το
και ἀνουσια , ὡσπερ ὁ κατ ' ἐπινοιαν ἀνθρωπος ἐξ ἀφαιρεσεως των αἰσθητων ἐν ταις φαντασιαις ἡμων ἠ ταις δοξαις
9999974 κλησεως
, οὐδεν κωλυει και τας λοιπας ἐγκλισεις μετατιθεσθαι της ἰδιας κλησεως , ἀναδεξαμενας την ἐκ των συνδεσμων δυναμιν . οὐ
, τον αὐτον και Βριαρεων καλων . περι δε της κλησεως του πελαγους . . . μεν ἐν τῳ τριτῳ
9999974 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999974 ἐκκαθαιρει
θερμαντικη και εὐωδηϲ ἐϲτιν , ἡτιϲ ϲυν οἰνῳ πινομενη ὑϲτεραϲ ἐκκαθαιρει : ὁ δε καρποϲ ϲυν ῥοφηματι πινομενοϲ γαλα γεννᾳ
: ὡϲτε μετα μελικρατου πινομενη τριων δραχμων μεγεθοϲ τα ἐντοϲ ἐκκαθαιρει : ῥυπτει δε και τα περι το δερμα .
9999973 Λακεδαιμονιος
ἐποιησε πολιν . βοηθησαντες δε ἐς αὐτο Πασιτελιδας τε ὁ Λακεδαιμονιος ἀρχων και ἡ παρουσα φυλακη προσβαλοντων των Ἀθηναιων ἠμυνοντο
σε , σπευδων τοι ξενος γενεσθαι . . Χιλων Δαμαγητου Λακεδαιμονιος . οὑτος ἐποιησεν ἐλεγεια εἰς ἐπη διακοσια , και
9999973 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999973 ἡμικυκλιου
ἀρα τριγωνον μειζον ἐστιν ἠ το ἡμισυ μερος του ΓΖΔ ἡμικυκλιου . ὁμοιως δη δειξομεν , ὁτι και το ΓΗΔ
ἐπι της ΑΓ τμημα κυκλου ἐφεστατω το ΑΕΓ μη μειζον ἡμικυκλιου κεκλιμενον προς το μη μειζον ἡμικυκλιου το ΑΔΓ ,
9999973 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999973 βραχυτατου
μονοι δε οἱ δια θρασυτητα προσιοντες , ἁτε μονοι , βραχυτατου παμπαν ὠνουντο . ὁθεν τοις ἀρχουσιν , ἐλπισασιν ἐς
τουθ ' ὑμιν ἐπιδεικνυναι . ἱνα δ ' ὡς δια βραχυτατου λογου δηλον ὁ βουλομαι ποιησω , παραδειγμα τι γνωριμον
9999972 συντιθεμενη
: ἑν γαρ ἐχειν ὀφειλει , ἀπο της ἐν προθεσεως συντιθεμενη και του ἐπω : ὡς συλλαβη δε κειται ἐν
ἀριθμον ἀποτελουσιν ἠπερ συντιθεμενοι ἑαυτοις , ἡ δε δυας και συντιθεμενη και πολυπλασιαζομενη τον αὐτον ἀριθμον ἀποτελει : δις γαρ
9999972 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999972 ἀδελφος
ἐπαγγελιαν ἐπαγγελειν ἡνπερ ἐγω Τιμαρχῳ , και ἐπειδη Κρωβυλος ὁ ἀδελφος αὐτου ἐδημηγορει , και ὁλως ἀπετολμων ὑμιν οὑτοι περι
ὁ μεν Ἀρχιαδης οὐκ ἐγαμει , ὁ δε Μειδυλιδης ὁ ἀδελφος αὐτου , παππος δε τουτουι ἐγημε . και οὐδεπω
9999972 πληρωσεως
ἀλλου εἰς αὐτον , τουτῳ δε μεθυοντι ἐπακτον το της πληρωσεως . Το δ ' ἐκει πληρουν του νεκταρος τι
δ ' ἐν Μεμφει τινες φιλοσοφων ἐπεχειρησαν αἰτιαν φερειν της πληρωσεως ἀνεξελεγκτον μαλλον ἠ πιθανην , ᾑ πολλοι συγκατατεθεινται .
9999972 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999972 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999972 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999972 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999972 κτητικαι
ϲυ ἱ , αἱ δε παραγωγοι , ὡϲ παϲαι αἱ κτητικαι , αἱ και διπροϲωποι καλουνται . παραγον - ται
ἡ ἐγκλινομενη γενικη πρωτοτυπος κτητικην συνταξιν ἀνεδεξατο , εἰπερ αἱ κτητικαι των ἀντωνυμιων ἐγκλισιν ἀνεδεχοντο : κἀν οὑτω γαρ κατεκρατησεν
9999972 τελευτησαντι
πολεως και φυλακα , και τιμας δοτεον και ζωντι και τελευτησαντι , ταφων τε και των ἀλλων μνημειων μεγιστα γερα
οἰκειοτατων ἐπιβουλευθεις ἀπωλετο . ζωντι μεν Δαρειῳ τοιαυτα ξυνηνεχθη , τελευτησαντι δε ταφη τε ἡ βασιλικη και των παιδων ὁποια
9999972 Ἀδωνιδος
Βυβλος , το του Κινυρου βασιλειον , ἱερα ἐστι του Ἀδωνιδος , ἡν τυραννουμενην ἠλευθερωσε Πομπηιος πελεκισας ἐκεινον : κειται
ἀφανισθηναι ἐξ ἀνθρωπων οὐδεν δοκει πραξαι λαμπρον : περι δε Ἀδωνιδος ἠ Ἰασιωνος ἠ των ὁμοιων , ὁσοι περιττης δοξης
9999972 προσαγορευομενη
ἀπηλλακται δε του ξηραινειν και στυφειν . ἡ λυκαψος δε προσαγορευομενη ῥιζαν ἐχει στυπτικωτεραν ταυτης . της δ ' ὀνοχειλου
κατ ' ἀντικρυ νησος ἐστι πελαγια κατα τον ὠκεανον ἡ προσαγορευομενη Βασιλεια . εἰς ταυτην ὁ κλυδων ἐκβαλλει δαψιλες το
9999972 χαλεπωτερος
ἀποκεχωρισται : Ἡσιοδος ἐν Θεογονιᾳ : ἀλλος ἐξ ἀλλου δεχεται χαλεπωτερος ἀθλος : εἰναετες δε θεων ἀπαμειρεται αἰεν ἐοντων ,
: ἐπει και ὁλως ἀν διειργασμενην λαβῃ την γην , χαλεπωτερος : μανης γαρ οὐσης , ἐσικνειται μαλλον : ἀπαθεστεραι
9999972 συμβεβηκεν
τις μοι περιϊοντα αὐτον συλλεγειν και πυνθανεσθαι , τισι πωποτε συμβεβηκεν ὑβρισθηναι και λεγειν τουτους και διηγεισθαι προς ὑμας μελλειν
και Λιβυην : ἀφ ' “ ὡν τας ἠπειρους ὀνομασθηναι συμβεβηκεν . ” τῃδ ' ] τῃ Περσιδι δεικτικως ,
9999972 φανεισαν
μεν „ εἰπε ” μη παραστηναι σοι την φαντασιαν ἠ φανεισαν ἡσυχασθηναι ἠ , εἰ και διηγειτο τις , μακραν
σεληνιακων ἐκλειψεων , ὡς την ἐν μεν Ἀρβηλοις πεμπτης ὡρας φανεισαν , ἐν δε Καρχηδονι δευτερας , ἀναγραφης ἠξιωσθαι ,
9999972 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999972 προσελθε
της βοης . σημαινει δε το καταγε καταγε το προσελθε προσελθε : ἀφ ' οὑ και καταγωγαι οἱ λιμενες :
ἐμαυτον : ἀλλ ' ὁμως γελω . Ὠ δαιμονιε , προσελθε : δεομαι γαρ τι σου . Ἀλλ ' οὐχ
9999972 μεσουρανηματι
ἐλαττονα γινεται : εἰ δε ἐν τῳ ὡροσκοπῳ ἠ τῳ μεσουρανηματι γενοιτο , τα ἐναντιωματα ἡττονα ἐσται . Ἀρης Ἡλιῳ
Ἡλιον : ἐαν τοινυν εὑρῃς τον μεν Ἡλιον ἐν τῳ μεσουρανηματι ἠ ἐν τῳ ιαʹ , την δε Ἀφροδιτην ἑσπεριαν
9999972 Κλεανδρος
ἐς τους ὀχετους φεροντες ἐρριψαν . τοιουτῳ μεν δη τελει Κλεανδρος τε και οἱ περι αὐτον ἐχρησαντο , φιλοτιμουμενης ,
λῃσταις παρα την ῥητραν τα χρηματα . προς ταυτα ὁ Κλεανδρος εἰπεν : Ἐπει τοινυν . . . εἰ ,
9999972 διεκαρτερουν
' ἐπι των ἐλεφαντων ἐφεστηκοτες το μεν πρωτον ἀντειχον και διεκαρτερουν πανταχοθεν κατατιτρωσκομενοι , βλαψαι δ ' οὐδεν τους πολεμιους
παντων των ἀναγκαιων ἐκεινην μεν την ἡμεραν και την νυκτα διεκαρτερουν ὑπαιθριοι , πολλοις συνεχομενοι κακοις : δια γαρ το
9999972 ὀβολοι
δραχμαι ἡ δαψιλεστατη δοσις , ἡ δ ' ὀλιγωτατη ὀκτω ὀβολοι , ἡ μεση δεκα : και ποιει μεν μειζονα
Πολλοι , ” ἠ δ ' ὁς , “ ἐκειντο ὀβολοι προ τοιν ποδοιν αὐτου και ἀλλα νομισματα ἐνια ἀργυρα
9999972 πρεσβυτεροι
καλειται προτελεια . Προφερεις : οἱ νεοι μεν ὀντες , πρεσβυτεροι δε φαινομενοι : Αἰσχινης ἐν τῳ κατα Τιμαρχου .
πρεσβυτερων Ἰσραηλ , οὑς αὐτος συ οἰδας ὁτι οὑτοι εἰσι πρεσβυτεροι „ . οὐκουν οὐ τους ὑπο των τυχοντων γεροντας
9999972 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999972 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999972 εὐφροσυναις
. θυμον ἀλδαινουσαν ] την ψυχην αὐξουσαν . . ἐν εὐφροσυναις ] ἁς ἐχω εἰς τους θεους τιμαις . .
μηδεν περι της αὑτου τελευτης εὐλαβηθεις , ἀλλα ταις ἀρχαιαις εὐφροσυναις νεας ἑτερας προσειληφως οὐ μονον δια μνημην των προτερον
9999972 ἀναπληρωσεως
της ἐμπτωσεως παροδον την αὐτην οὐσαν προς αἰσθησιν τῃ της ἀναπληρωσεως . ἐπι δε του ἐλαχιστου ἀποστηματος ἡ μεν ΑΒ
της διαμετρου δακτυλοις τα ἐπιβαλλοντα της ἐμπτωσεως μορια και της ἀναπληρωσεως και ἐτι του ἡμισους της μονης . Ἐπραγματευσατο γραμμικως
9999972 Σικελικος
οἰκει τις ὡς ἐοικεν ἐν τῳ χασματι λιβανωτοπωλης ἠ μαγειρος Σικελικος . [ παραπλησιαν ὀσμην λεγεις ἀμφοιν γλυκυς . ]
, και τουτο ἀρα τις μυθολογων κομψος ἀνηρ , ἰσως Σικελικος τις ἠ Ἰταλικος τις , παραγων τῳ ὀνοματι δια
9999972 φιλοποτης
ἀμετριοισι ποτοις . ὁτι φιλοινος ὁ προς οἰνον ἑτοιμος , φιλοποτης δε ὁ προς ποτους , κωθωνιστης δε ὁ μεχρι
ἐνατον εἰναι μερος της ἀμβροσιας κατα την ἡδονην . οὐδεις φιλοποτης ἐστιν ἀνθρωπος κακος . ὁ γαρ διματωρ Βρομιος οὐ
9999972 τυραννικης
οὐκ ἐπελιπον οἱ κατεγχειρουντες . γελοιος γαρ διδασκαλος ἠν της τυραννικης ἀσφαλειας ὁ τους ἀσταχυας ἀποτεμνων τους ὑπερεχοντας του ληιου
ποιας ὑπερηφανιας αὐτους ἀφεξεσθαι , ποιας αἰκιας , ποιας ὠμοτητος τυραννικης ; ἀλλ ' εἰ μεν ὑμιν ἀποχρη δουλευειν ἁπαντα
9999972 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999972 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999972 ὀλιγαι
, και ἐπαν αἱρεθῃ , προσεοικε τετριγοτι . πτερυγες δε ὀλιγαι το μεγεθος ὑπο τοις ὀφθαλμοις αὐτου ἐκπεφυκασι , και
ἐπιχειρεις , και πλουτον μεν τοσουτον ὀντα , ὁσον οὐκ ὀλιγαι μυριαδες Περσων ἐπλουτουν , οὑς παντας σοι ἐκληρονομησω ,
9999972 Κυπριοις
τῃ του Πατροκλου πυρᾳ τῃ πυρριχῃ κεχρησθαι , ἡν παρα Κυπριοις φησι πρυλιν λεγεσθαι , ὡστε παρα την πυραν της
. παλαι ποτ ' ἠσαν ἀλκιμοι Μιλησιοι : τινες τοις Κυπριοις φασι τουτο ῥηθηναι βουλομενοις ἐχειν συμμαχους . . Θ
9999971 ἐθελουσαν
ὑπερ μεγα τειχος ὀρουσας Ἀλκαθοῳ στονοεντα φερειν ἠμελλεν ὀλεθρον ἁρπαξας ἐθελουσαν ἐυφρονα Τριτογενειαν ἡ τ ' ἐρυμα πτολιος τε και
τους ἐρωντας το ἀναλγητον , ὁπου και Μελανιππῳ τοτε ἐθελοντι ἐθελουσαν ἀγεσθαι Κομαιθω οὐτε παρα των ἑαυτου γονεων οὐτε παρα
9999971 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999971 γεγενημενα
ἀλλου στρατευματος ὀντος Ἑλληνικου . οἱ δε ἐλεγον παντα τα γεγενημενα , και νυν ὁτι πολιορκουνται ἐπι λοφου , οἱ
ἐχοντων αὐτος ἑξειν την αἰτιαν ἠν τα δυστυχως ἠ ἀνοητως γεγενημενα ὡς ἐπραχθη διηγηταιοὐ γαρ ποιητης αὐτων ἀλλα μηνυτης ἠν
9999971 Μεδουσαν
: κατελιπε δε κορας τρεις , Σθενω , Εὐρυαλην , Μεδουσαν . αὑται γημασθαι μεν οὐδενι ἠβουληθησαν , διελομεναι δε
ἀλλως : ἠ γενος ἀντι του θυγατερα , την προειρημενην Μεδουσαν . λυγρον τ ' ἐρανον Πολυδεκτᾳ : ἐπει ἐν
9999971 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999971 ἀναιρεθεισης
φερειν νομιζω : σωτηριαν σοι τῳδε τ ' : το ἀναιρεθεισης της Ἑλενης , φησιν ἡ Ἠλεκτρα , ἐνεδρευσαι και
χειρ δε μερος ἐστιν του ἀνθρωπου , και της χειρος ἀναιρεθεισης συναπολλυται και ὁλος ὁ ἀνθρωπος : οὐκετι γαρ ὁλος
9999971 ἐμπιπτουσαν
διαιρεσιν και τεχνην ἑτερα διαιρεσις ὡς προς την ὑλην την ἐμπιπτουσαν : ἡ γαρ τεχνη διδασκαλος ὡς προς την ὑλην
σκαιον ῥιον ὠθει . και τῳ μεν κυλινδων την ἀνωθεν ἐμπιπτουσαν φοραν του ἀνεμου ἐμφαινει , τῳ δε ὠθει την
9999971 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999971 μησι
δεσμου χωρεει ὁμου ἐξω : και ταυτα γινεται ἐν δεκα μησι το μακρο - τατον . Και κατα τουτον τον
δωδεκα τον ἑαυτου περατοι κυκλον , ἰσαριθμους τε τοις ἐνιαυτου μησι τας ἡμερας και νυκτος ὡρας ἀγουσιν ἀνθρωποι . Μωυσης
9999971 φυτευομενα
δε φυτειας καθ ' οἱονδηποτε τροπον γινομενης , πριζεσθωσαν τα φυτευομενα πριονι . διατηρητεον δε ἀκριβως τον φλοιον , ἱνα
μελλουσα φυτευεσθαι χωρα . ηʹ . ὁποια εἰναι δει τα φυτευομενα κληματα , και ἀπο ποιου μερους της ἀμπελου ,
9999971 Πεισανδρος
μεν ἐμφαινει ὡς ἀνῃρημενον τον Ἀμυκον : Ἐπιχαρμος δε και Πεισανδρος φασιν ὁτι ἐδησεν αὐτον ὁ Πολυδευκης . Δηιλοχος δε
τε και ἀργινοεντα Καμιρον „ . ὁ πολιτης Καμιρευς . Πεισανδρος ὁ διασημοτατος ποιητης Καμιρευς ἠν . λεγεται και Καμιριτης
9999971 Ὀλυνθιους
οὐδ ' ἀν εἰπειν δυναιτ ' οὐδεις ὁσα τους ταλαιπωρους Ὀλυνθιους προτερον δους Ποτειδαιαν ἐξηπατησε και πολλ ' ἑτερα :
μεταγινωσκειν ἀπρεπες . ἀλλ ' ἐβουλομεθα μεν ἐχθρους καταστησαι τους Ὀλυνθιους , οὐ μην νυν οὐδε τουτον τον τροπον .
9999971 κἀκεινα
δε ἀντιτασσομενοι τῃ κτισει του θεου δια της εὐφημου ἐγκρατειας κἀκεινα λεγουσι τα προς Σαλωμην εἰρημενα , ὡν προτερον ἐμνησθημενφερεται
ὑπευθυνον αὑτον ποιησας νομον εἰσενεγκειν ἐτολμησεν . Ἀλλ ' ὁμως κἀκεινα και ταδε φησους ' ὑπερ ὑμων πραττειν . εἰτα
9999971 καβαλλαριοι
του στρατου και την ποιοτητα τασσειν . Ἐαν γαρ οἱ καβαλλαριοι πλειους εἰσι των πεζων , τας μεν καβαλλαρικας ἀκιας
ἀφεστωτα ἀλληλων ὡς ἀπο λιθου βολης . Ἐαν δε συνεισι καβαλλαριοι ἠ τουλδος , ὀπισθεν αὐτων τον τουλδον ποιειν και
9999971 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999971 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999971 Ἀθηνης
περιπορπιδα θηησαιο . Τοι ' ἀρα δωρα θεας Ἰτωνιδος ἠεν Ἀθηνης : δεξιτερῃ δ ' ἑλεν ἐγχος ἑκηβολον , ὁ
, την νυκτ ' , Οἰνειδαο παις , δια μητιν Ἀθηνης . ἀθετειται , ὁτι και τῃ συνθεσει εὐτελης :
9999971 φαυλοτεροι
ἰοβολου . Καππαδοκαι φαυλοι μεν ἀει , ζωνης δε τυχοντες φαυλοτεροι , κερδους δ ' εἱνεκα φαυλοτατοι . ἠν δ
ἀκολαστος εὐμαθης : κρεισσων ἰδιωτης δικαιος ἠ ἀρχων ἀδικος . φαυλοτεροι : ἀντι του ἀμαθεστεροι προς τους ξυνετωτερους : συγκρινομενοι
9999971 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999971 κατεπαυσεν
μεγα μετα του Σ ἐπι της αἰδους κἀνταυθα την διδασκαλιαν κατεπαυσεν . Καιτοι ἐνεδεχετο και περι των εἰς ψ ληγοντων
μεγιστῳ ἐπαινῳ λελεκται το αἰψα τε και μεγα νεικος ἐπισταμενως κατεπαυσεν . Τι οὐν ; οὐ λιαν ἐστι νυν ἀσφαλες
9999971 Ἀθηνην
' ἐτ ' ἐρωει . Ὡς εἰπων ὀτρυνε παρος μεμαυιαν Ἀθηνην : βη δε κατ ' Οὐλυμποιο καρηνων ἀϊξασα .
. ἀλλ ' ὁτε δη ἀρ ' ἐμελλε θεαν γλαυκωπιν Ἀθηνην τεξεσθαι , τοτ ' ἐπειτα δολῳ φρενας ἐξαπατησας αἱμυλιοισι
9999971 ἐπαγγελιαν
ὡς οἱον τε μαλιστ ' ἀπεδεξασθε , την τ ' ἐπαγγελιαν την ἐμην και το συμβαν ἀπο της τυχης ,
ὁμαλα γινεται τοις ἐκλεκτοις αὐτου , ἱνα ἀποδοι αὐτοις την ἐπαγγελιαν , ἡν ἐπηγγειλατο , μετα πολλης δοξης και χαρας
9999971 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999971 γεγραμμενην
το ἐπιπεδον εὐθειας φαντασιαν ἀπολιπειν και την ἐν τῳ ἐπιπεδῳ γεγραμμενην περιφερειαν . και γαρ το ἐπιπεδον το ἐπ '
τας ἀληθινας : ἀσκησιν δε παριδων την ἀληθινην ἐπι την γεγραμμενην ὁρμᾳς . “ Προς τε τον ὀνειδισαντα αὐτῳ την
9999971 Μενανδρος
ἐνιοι μεντοι ὡς διαφερουσαν συγκαταλεγουσιν αὐτην τῃ Νεμεσει , ὡς Μενανδρος και Νικοστρατος . Δημητριος δε ὁ Σκηψιος Ἀρτεμιν φησιν
οὑ δη λεγεται ” πρωτη Σαπφω „ ὡς φησιν ὁ Μενανδρος „ τον ” ὑπερκομπον θηρωσα Φαων ' οἰστρωντι ποθῳ
9999971 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999971 συγχωρουσι
προς την τυχην ἠ προς τους ἐρωτας , ὁτι μη συγχωρουσι θεσμον φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους
δε και Ἐπικουρος ὁσοι το αὐτοματον εἰσαγουσιν , οὐδετερον τουτων συγχωρουσι , φυσει δε τινι ἀλογῳ διοικεισθαι . Ἀριστοτελης οὐτε
9999971 συνιστατο
ἡ Ἡλιαια πεντακοσιων : εἰ δε χιλιων δεοι δικαστων , συνιστατο δυο δικαστηρια , εἰ δε πεντακοσιων και χιλιων ,
ἐποχεισθαι , παρακατιων την ἁρματηλασιαν και ἐκ ποσων ἱππων αὐτα συνιστατο ἐδηλωσεν , εἰρηκως : τελη και ἁρματα τεθριππα και
9999971 ἀδελφιδους
, ἀλλα και ὁ ἀνεψιος και ὁ ὑιδους και ὁ ἀδελφιδους και ἱνα νομικωτερον σοι περι τουτων ἐπεξελθοιμι , οἱ
' ἐχειν : και ἐπ ' ἐκεινῳ Καλλιστρατος δυναμενος και ἀδελφιδους ὠν αὐτου οὐκ ἐτιθει νομους . και Μυρωνιδης ὁ
9999971 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ

Back