οὑτω τιθωμεν , φησιν , ὡς ἐμπροσθεν , και ἡμιν συγχωρησει τις εἰναι δυνατον ἁ οἰδεν τις δοξασαι αὐτα ἀττα
νομου : μαθετω με δια των αὐτης βεβλημενον βελων , συγχωρησει τουτον ἡ πολις καταγωνισασθαι με τον πολεμον : αὐτον
9999987 συγχωρησας
αὐτοις προσενεχθηναι . ὁ δε βασιλευς ἐπαινεσας τους ἀνδρας και συγχωρησας την εἰρηνην δωρεαις τε μεγαλαις και τιμαις ἡρωικαις ὑπο
υἱοις οἱ πατερες συναγωνιουμενους ἐν τοις γυμνασιοις . ὁ δε συγχωρησας τουτο Λυκουργος τοις ἐμμεινασι τῃ των παιδων ἀγωγῃ πολιτειας
9999983 συγχωρουσι
προς την τυχην ἠ προς τους ἐρωτας , ὁτι μη συγχωρουσι θεσμον φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους
δε και Ἐπικουρος ὁσοι το αὐτοματον εἰσαγουσιν , οὐδετερον τουτων συγχωρουσι , φυσει δε τινι ἀλογῳ διοικεισθαι . Ἀριστοτελης οὐτε
9999979 ἰσχυρως
και τους ὀρχεις των ἀλεκτρυονων : μετα γαρ του τρεφειν ἰσχυρως ἐν ὀλιγῳ και αὐξειν την δυναμιν ἐτι και το
, ὑδατι μετ ' ἐλαιου πολλου καταντλησας , εἰτα διατεινας ἰσχυρως , πρωτον μεν καταξον ὡς ἐξ ἀρχης ἠν κατεαγος
9999978 κλησεως
, οὐδεν κωλυει και τας λοιπας ἐγκλισεις μετατιθεσθαι της ἰδιας κλησεως , ἀναδεξαμενας την ἐκ των συνδεσμων δυναμιν . οὐ
, τον αὐτον και Βριαρεων καλων . περι δε της κλησεως του πελαγους . . . μεν ἐν τῳ τριτῳ
9999978 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999978 στρατευμασι
Ξερξης ἐξηρτησε την θαλασσαν ναυσι και κατεσπειρε την ὁλην γην στρατευμασι και ἐσκεπασε τοις ὁπλοις τον ἀερα και ἐπληρωσε την
ἑτερα κωλων ιζʹ . + εἰωθασιν οἱ περιλειφθεντες ἐν τοις στρατευμασι κομιζειν εἰς τους οἰκους των ἀπολωλοτων ὁσαπερ ἐτι ζωντες
9999978 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999978 συνεχωρησεν
. ἐπεβουλευον : και οἱς σπεισαμενος Δημοσθενης Μαντινευσι και Μενεδαϊῳ συνεχωρησεν ἀναχωρησαι , οὑτοι κρυφα ἐβουλευοντο ἀναχωρειν , ἱνα μητε
βαρβαρον και πολεμικον : οὑ δη περιδεης Διονυσιος γενομενος ἁπαντα συνεχωρησεν και ἐτι πλειω τοις τοτε συλλεχθεισι των πελταστων .
9999978 μαρτυρησει
προς ὑπογαιον ἀρσενικῳ ζῳδιῳ και ὁ του Κρονου δεξιος συμφωνως μαρτυρησει τριγωνῳ τετραγωνῳ τε . . . . . .
ἀνω που [ ἐκει ] εἰπομεν , το του Ὁμηρου μαρτυρησει , το στηθος δε πληξας κραδιην ἠνιπαπε μυθῳ :
9999978 ἐξαλλασσουσι
ἐν τῳ ἑτερῳ ἡμικυκλιῳ αἱ ἰσαι περιφερειαι ἐν ἀνισοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , και ἐν πλειονι μεν ἡ
, Γ μερη αἱ ἰσαι περιφερειαι οὐκ ἐν ἰσοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , ἀλλ ' ἐν πλειονι ἡ
9999978 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999978 αἰσθητικων
, ὡστε και τας κρειττους ἀποτυπουται ἐνεργειας ᾑ ὑπο των αἰσθητικων κινειται εἰδων . πως οὐν και μη παροντων των
ἐπιστημαι οὑτως ἐχωσι προς ἀλληλας , το μεν ὁτι των αἰσθητικων εἰδεναι , το δε διοτι των μαθηματικων : οὑτοι
9999978 τεκτονικης
χαρακτηριζεται και οὑ χαριν παντα ποιει . οἱον της μεν τεκτονικης ὑποκειμενα εἰσι τα ξυλα , τελος δε το ποιησαι
ἐπι των ἀλλων τεχνων , ἰατρικης , φερε , και τεκτονικης και χαλκευτικης και των τοιουτων , και μην και
9999977 ἐρωτικης
Χαρικλεους , βουλομενος αὐτους της λυπης ἀπαγαγειν , ἐμβαλλω λογον ἐρωτικης ἐχομενον ψυχαγωγιας : και γαρ οὐδε ἡ Λευκιππη παρην
δοκει κινηθεις δια την ἐμφυτον ἀμαθιαν ὑπεραραι το μετρον της ἐρωτικης ζηλοτυπιας . και νυν ἐκεινον ἐρωντα μαλλον εὐ ἰσθι
9999977 συγχωρησαι
εἰναι κατω της γης πραεις προς τον Δαρειον , ὡστε συγχωρησαι αὐτον προς ἡμας ἐλθειν . ἀλλ ' , ὠ
ἀλλων παντων ἐπι τας ναυς ὁρμωντων , ὁ Νικιας ἠναγκασθη συγχωρησαι περι της εἰς οἰκον ἀναγωγης . ὁμογνωμονων δε ὀντων
9999977 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999977 Μακεδονικον
Ἰλιαδος . ἡ μεν χλαινα ἡρωικον φορημα , χλαμυς δε Μακεδονικον μετα ἑξακοσια ἐτη των ἡρωικων ὀνομασθεισα : Σαπφω πρωτη
ὁπλιτων βαρυτατῃ παρα παντας τους πεζους κεχρηται καθοπλισει κατα τον Μακεδονικον τροπον , ἀσπισι περιφερεσι και δορασι περιμηκεστεροις : το
9999977 λαμβανουσα
. , . : γαστηρ : ἡ παντα τον βιον λαμβανουσα και μη πληρουμενη . οὑτω Φιλοξενος . . .
, και μη οὐσῃ : τῃ γαρ του πεπονθοτος εὐφροσυνῃ λαμβανουσα την συστασιν , οὐ τῃ αὑτης φυσει , ἱκανως
9999977 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999976 ἁλουσης
την ἀληθη δε Τροιαν ἱσταμενην περιορᾳς ; Ἀλλα της πολεμιας ἁλουσης , φησιν , Ἀγαμεμνων ἐφεδρευσει τοις ἀθλοις . ἡ
ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης της πολεως πλην της ἀκρας , ἐκεινῃ πολιορκειν ἐδωκεν
9999976 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999976 βλαστανει
γης , φθινει δε σωματος . θνῃσκει δε πιστις , βλαστανει δ ' ἀπιστια , και πνευμα ταὐτον οὐποτ '
ἐμπηγνυμενου του μισχου , και των φυτευομενων δ ' ἐνια βλαστανει θαττον ἐν αὐτῃ : λεγεται δε και προ των
9999976 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999975 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999975 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999975 Ἀγαμεμνον
τ ' ἐπ ' ἀλλους . ὠ Πανελληνων ἀναξ , Ἀγαμεμνον , ἡκω παιδα σοι την σην ἀγων , ἡν
Εὐριπον ἐχουσιν . τι δε συ σκηνης ἐκτος ἀισσεις , Ἀγαμεμνον ἀναξ ; ἐτι δ ' ἡσυχια τηνδε κατ '
9999975 κομισθεντες
ἀποδεικτικοι εἰσι λογοι , φασιν , οἱ κατα του σημειου κομισθεντες ὑπο των ἀπορητικων ἠ οὐκ ἀποδεικτικοι . και εἰ
συμφορητοι τοπων , οἱ μεν ἐκ των ἐν Ἰταλιᾳ πολεων κομισθεντες , οἱ δ ' ἐξ Ἐρυθρων των ἐν Ἀσιᾳ
9999975 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999975 ἀπολιπουσα
και το περι ἀφθαρσιας ψυχης ὑπαινιττεται δογμα δια τουτου : ἀπολιπουσα μεν γαρ τον οὐρανιον τοπον , ὡς και μικρῳ
, ἀδελφη δε του Περσεα καταπολεμησαντος Αἰμιλιου μετηλλαξε τον βιον ἀπολιπουσα μεγαλην οὐσιαν , ἡς οὑτος ὑπηρξε κληρονομος . ἐν
9999975 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999975 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999975 λαμβανουσης
. ἐν δε τοις ὑστερον χρονοις της πολεως πολλην ἐπιδοσιν λαμβανουσης δια τε τας ἀπο της θαλαττης ἐργασιας και δια
ἀκεραιοι διηγωνιζοντο . τελος δε της μεν ἐνδον δυναμεως ἀφαιρεσιν λαμβανουσης , των δε πολεμιων ἀει πλειονων εἰς την πολιν
9999975 ἐπελθουσης
οὑτοι μεν δη φυλλασσομενοι τε ἀφανως και της κυριας ἡμερας ἐπελθουσης ἐς την δικην ἀνακαλουμενοι , Μερολας μεν τας φλεβας
ἐξαισιων και κατακλυσμων γενομενων , μιας ἡμερας και νυκτος χαλεπης ἐπελθουσης , το τε παρ ' ὑμιν μαχιμον παν ἁθροον
9999975 ἀπικοντο
στρατηγος Τιγρανης μαχομενοι τελευτωσι . Ἐτι δε μαχομενων των Περσεων ἀπικοντο Λακεδαιμονιοι και οἱ μετ ' αὐτων και τα λοιπα
ιζʹ . Χρονῳ δε οὐ πολλῳ μετεπειτα ἀνδρες Χιοι ἐμποροι ἀπικοντο ἐς την Φωκαιην : ἀκουσαντες δε των ἐπεων του
9999975 Σικελικος
οἰκει τις ὡς ἐοικεν ἐν τῳ χασματι λιβανωτοπωλης ἠ μαγειρος Σικελικος . [ παραπλησιαν ὀσμην λεγεις ἀμφοιν γλυκυς . ]
, και τουτο ἀρα τις μυθολογων κομψος ἀνηρ , ἰσως Σικελικος τις ἠ Ἰταλικος τις , παραγων τῳ ὀνοματι δια
9999975 ἀπεφαινοντο
εἰ τι ἀλλο τυγχανει τουτοις ὁμοιογενες ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν
και ἀριθμους κραθεντων των πρωτων στοιχειων . σχεδον οὐν ταὐτον ἀπεφαινοντο τοις ἁρμονιαν αὐτην τιθεμενοις , πλην ὁσῳ σαφεστερον οὑτοι
9999975 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999975 πλησιαζει
και φιλανθρωπια , ἐκεινοις οὐ προσεισι κακοηθεια , ἐκεινοις οὐ πλησιαζει συκοφαντια , διαβολη δε και πορρωθεν ἀπεληλαται . Εἰς
ἀνομοιῳ . και ἐφ ' ὁσον μεν τῳ κατα φυσιν πλησιαζει , ἡττον ἐστι κινδυνωδες , ἐφ ' ὁσον δε
9999975 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999975 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999975 κλησει
ἐστιν οἱονπερ εἰ τις κυνας ἐν θηρᾳ ἀνακαλοιτο ἀει τῃ κλησει ᾑπερ ὁταν το θηριον ὁρᾳ . το μεν γαρ
μετα τουδε του γραμματος , ἀλλα συ τριπλην ἀνεις τῃ κλησει την ὁδον , ὡν ἡμιν τω δυο , ποιηταις
9999975 Ἐπαφροδιτος
του Διος , ὡς δηλοι Νυμφιος ὁ φιλοσοφος . Οὑτως Ἐπαφροδιτος ἐν Ὑπομνηματι θʹ Ἰλιαδος , παρατιθεμενος Κλειταρχον Αἰγινητην λεξικογραφον
οἱ δικασται : ἠσαν δε κογχαι τινες , ὡς φησιν Ἐπαφροδιτος ἐν ταις Λεξεσιν . τας χοιρινας ] ἠγουν τας
9999975 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999975 ἐγχειρησαι
, εἰτε πυρεκτικως ἐχοιεν εἰτε και μη , και εἰτε ἐγχειρησαι ἠ ἀπαγορευσαι . Αἱ μεν οὐν ὀλεθριως διακειμεναι καταφερονται
τοις νομοις , ἰσμεν ἁπαντες . ἐγω μεντοι οὐδ ' ἐγχειρησαι οἰμαι προτερον τον Λυκουργον ταυτην την εὐταξιαν καθισταναι πριν
9999975 λαμβανοι
εἰσιν εἰς εὐχυμιαν και εἰς ὑπνον ἀγουσαι τα παιδια . λαμβανοι δ ' ἀν καλως και φοινικων : διουρητικοι γαρ
: τουτον ἀν τις τον τροπον πολιορκων τας πολεις ἀν λαμβανοι μαλιστα μηθεν αὐτος ἀνηκεστον παθων . Ὁστις μη ἀσπαζεται
9999974 βλαστοι
, κυαμος ἐξωθεν ἐπιτιθεμενος , κυπαρισσου τα φυλλα και οἱ βλαστοι και τα σφαιρια τα νεα και μαλακα , κυπερου
μαλαχη ἀγρια , μαστιχη Χια , μελι , περσικης οἱ βλαστοι και τα φυλλα , ῥοδοδαφνη , ὀλυνθοι , ὀποβαλσαμον
9999974 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999974 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999974 ἐποιησατο
ἀν ἐγωγ ' αὐτον ἐρωτησαιμι ποτερ ' ἐννομον και δικαιαν ἐποιησατο του ψηφισματος την γραφην ἠ τοὐναντιον ἀδικον και παρανομον
και πολεμικοις κινδυνοις . συστησαμενος οὐν στρατοπεδον ἀξιολογον , συμμαχιαν ἐποιησατο προς Ἀριαιον τον βασιλεα της Ἀραβιας , ἡ κατ
9999974 ἑξακοσιους
: οἱ δε παντες ὑπηρχον ἱππεις τε και πεζοι περι ἑξακοσιους . Ἀντιγονος δε παραλαβων την μετ ' Εὐμενους δυναμιν
Ἀθηναιους και τους μετ ' αὐτων συστρατευομενους ὡς βοσκηματα , ἑξακοσιους τον ἀριθμον , ἐζωγρησε δε και περι τετρακοσιους .
9999974 ἐφησεν
εὑρηται ἡ παις πεφονευμενη και παρεστως ὁ παις ἐπερωτωμενος οὐκ ἐφησεν ἀνῃρηκεναι την παιδα , ἐδεδετο κατα τον νομον ,
προσωπον γινομενης , ὁ Κατιλινας κατ ' οὐδενα των τροπων ἐφησεν ἑαυτου καταγνωσεσθαι φυγην ἑκουσιον και ἀκριτον . ὁ δε
9999974 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999974 ἐνομισθησαν
και ὁ Μνευις , ἀλλα και ὁ Μενδησιος τραγος θεοι ἐνομισθησαν . γʹ . Βιοφις , ἐφ ' οὑ ἐκριθη
ὑπερβαλλουσαν τινα και θειαν δυναμιν , ἐνθεν και τοις πολλοις ἐνομισθησαν θεοι “ . Προδικος δε ὁ Κειος ” ἡλιον
9999974 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999974 μελημα
χαιταισιν ἱσδει : [ Ἀστυμελοισα ] κατα στρατον [ ] μελημα δαμωι [ ] μαν ? ἑλοισα [ ] λεγω
ἐν ἁλιξι θησεμεν ἐν και παλαιτεροις , νεαισιν τε παρθενοισι μελημα . και γαρ ἑτεροις ἑτερων ἐρωτες ἐκˈνιξαν φρενας :
9999974 καταφατικη
ἐστιν ἀγαθον . ἀντιστραφεισα δε ἡ καθολου καταφατικη ἐπι μερους καταφατικη γινεται : τι ἡδυ ἀπονον , οὐδεν ἀπονον ἀγαθον
οἱον οὐ πας ἀνθρωπος δικαιος ἐστιν , ἡ τε μερικη καταφατικη προσλαβουσα το οὐ γινεται μερικη ἀποφατικη , οἱον τις
9999974 αἰσθητου
ὑπεμνησαμεν . μη ὀντος οὐν ἐν τῃ φυσει των πραγματων αἰσθητου τινος ἀφ ' οὑ ἡ νοησις ἐσται του σωματος
την αἰσθησιν παθους , ἀφ ' οὑ δε καθαπερ του αἰσθητου , προς ὁ και ὁμοιοτητα τινα σῳζει . τουτο
9999974 συγγενης
ἡ δελτος ἀνοιχθῃ και ἀνακηρυχθῃ μου ὁ καινος δεσποτης ἠτοι συγγενης τις ἠ κολαξ ἠ καταπυγων οἰκετης ἐκ παιδικων τιμιος
λεγειν Ἱπποκρατους , περι τουτον τον καιρον γενομενην , ὁς συγγενης ἠν Μεγακλεους του νικητου : εἰκος γαρ ἠν ἀκουσαντα
9999974 εὐδοκιμησαι
παθειν ἐστιν ὀφειλομενον . και τουτον ἐν τε τῳ παραυτικα εὐδοκιμησαι και ἐπιτηδειοτερον ἐς το ἐπειτα Ἀλεξανδρῳ γενεσθαι . Ἐν
ἐς ἁπαν και ἐς ληθην ὀλιγου δειν ἡκουσαν ἀνθρωποις . εὐδοκιμησαι δε Γοργιαν λογων ἑνεκα ἐν τε πανηγυρει τηι Ὀλυμπικηι
9999974 πιστευσαι
της Εὐρωπης πασαν , ἡν οὐδ ' ἀν τωι Ἑρμηι πιστευσαι τις λεγοντι . Ἐρατοσθενη δε τον μεν Εὐημερον Βεργαιον
, ἑλεσθαι σε δει σημερον σωζεσθαι μεθ ' ἡμων και πιστευσαι σεαυτον ἐλπιδι κρειττονι , ᾑ παντες πεπιστευκαμεν , ἠ
9999974 Ὀλυμπικον
αὐθαιρετον συμφοραν ἀπεχθανομενοι τε Ἠλειοις και σπουδην ποιουμενοι τιθεναι τον Ὀλυμπικον ἀγωνα ἀντι Ἠλειων , οἱγε ὀλυμπιαδι μεν τῃ ὀγδοῃ
. . ωνα [ ] Ῥοδιον : ἀγωνα τε και Ὀλυμπικον . . . λοκρινωλε . . . . .
9999974 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999974 δοξαζουσι
εἰδοτες διαφοραν ἀκολαστου και ἀκρατους συγκεχυμενως , ἠτοι ἀδιαφορως , δοξαζουσι τον ἀκολαστον ἀκρατη εἰναι και τον ἀκρατη ἀκολαστον .
Εἰ οὐν δικαιως , τα ἐργα και το παρα τοις δοξαζουσι βελτιον : εἰ δ ' οὐ δικαιως , ἐπι
9999974 Καλλικλεους
εἰναι νεον το ἐπιγραμμα το ἐπ ' αὐτῳ φησι : Καλλικλεους δε του Μεγαρεως ποιημα ὁ ἀνδριας ἐστιν . ἀνηρ
, πως παλιν ἠνεσχετο Θρασυμαχου , πως Πωλου , πως Καλλικλεους , πως της γυναικος ἠνειχετο , πως του υἱου
9999974 μαχομενη
καταλελειπται ἀρα μια προτασις ἡ λεγουσα οὐ πας ἀνθρωπος ἀντιφατικως μαχομενη : και γαρ ἐπι παντος χρονου και ἐπι πασης
ἀλογος κατα την εἰρημενην , ἀλλα πῃ μετεχουσα λογου και μαχομενη προς τον λογον . διο και τον του ἐγκρατους
9999974 καταπλασματι
ῥοδινῳ βεβρεγμενῳ . εἰτ ' ἐξωθεν ὁλη ἡ κεφαλη καταπλασσεσθω καταπλασματι παρηγορικῳ , ὡς τῳ δια μελιλωτου ἠ λινοσπερμου ἀλευρου
φιλοπονως ὡστε εὐαφες γενεσθαι : και μαλαξας παραπτομενος ῥοδινῳ χρω καταπλασματι ἐπιρριπτων και ἐξωθεν φυλακης χαριν φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης
9999974 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999974 φανεισαν
μεν „ εἰπε ” μη παραστηναι σοι την φαντασιαν ἠ φανεισαν ἡσυχασθηναι ἠ , εἰ και διηγειτο τις , μακραν
σεληνιακων ἐκλειψεων , ὡς την ἐν μεν Ἀρβηλοις πεμπτης ὡρας φανεισαν , ἐν δε Καρχηδονι δευτερας , ἀναγραφης ἠξιωσθαι ,
9999974 τολμησει
την προσηκουσαν δῳ τιμωριαν : ἰσασι γαρ ὁτι οὐδεις ἐτι τολμησει , ὁτι οὐδεις ἀγανακτησαι θεους , ἐαν μη τιμωρησωμεθα
ὀφθαλμοις ἑκαστος ὑμων την πατρῳαν ἑστιαν οἰκαδ ' ἀπελθων ἰδειν τολμησει ⌈ ⌉ , ἀπολελυκοτες μεν τον προδοτην τον πρωτον
9999974 τεκουσης
κελευσας γαρ , πριν ἀποτιτθον γενεσθαι , μη ἀποσπαν της τεκουσης μητε ἀρνα μητε ἐριφον μητε ἀλλο τι των ἐν
θεραπαιναν ἐπεπλεκετο αὐτῃ . ταυτης οὐν εἰτ ' ἐξ αὐτου τεκουσης , εἰτ ' ἐξ ἀλλου τινος , ὁμωνυμος Ἀθηνιωνι
9999974 δοκουντι
ταυτα ὁ Ἀρχυτας λεγει . δωριζει δε οὑτος , τῳ δοκουντι οὐν δωρικως ἀντι του δοκουσι . τοι περι τα
ὁ παις αὐτῳ Νιοβης παιδι ἰσα οἰσεσθαι Διος γε εἰναι δοκουντι . ἐπῳκησαν δε και Ἑρμιονα ὑστερον Δωριεις οἱ ἐξ
9999974 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999973 κατεκαυσεν
ἐγημε : τας δ ' ἀλλας ζωσας ἐν κωμηι τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν Ἱεραν
τον των ἀργυρασπιδων ἡγουμενον συλλαβων και καταθεμενος εἰς σειρον ζωντα κατεκαυσεν , Εὐδημον δε τον ἐξ Ἰνδων καταγαγοντα τους ἐλεφαντας
9999973 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999973 ἐβουλου
ἐστιν , οὐδεν δει διαφερεσθαι . συ δε , εἰ ἐβουλου πολιτικως αὐξησαι τον λογον , παρετιθεις ἀν αὐτοις και
Και μοι εἰπε , ὠ Θρασυμαχε : τουτο ἠν ὁ ἐβουλου λεγειν το δικαιον , το του κρειττονος συμφερον δοκουν
9999973 βλαπτουσι
προστρεχουσι και των ἐπερχομενων περι την πραιδαν ῥεμβομενων εὐκολως ἐπανισταμενα βλαπτουσι τουτους . Τουτο δε διαφορως και ἑκουσιως ποιειν ἐπιτηδειοι
φυλλον αὐτου οὐκ ἀπορρυησεται : ἀλλα και τα φυτευομενα οὐ βλαπτουσι καμπαι ἠ σκωληκες , ἐαν σικυου ἀγριου ῥιζαν ἀποβρεξας
9999973 ἀνεχωρησεν
του ἀνακτος λεγει , τουτεστι † της τυφωσεως † , ἀνεχωρησεν ἡ φλοξ : ἠ ἡ φλοξ του ἀνακτος τουτου
και πολλα τετραποδα καταλιπων του καπνου σκοτεινοτεραν την νυκτα ποιουντος ἀνεχωρησεν ἐς τοπον δασυ και συσκιον . ἡμερας δε γενομενης
9999973 Πυθαγορειων
των ἠθων . ταυτα δ ' οὐ μονον παρα των Πυθαγορειων ἀκουειν ἐστι λεγοντων , ἀλλα και Ἀριστοξενος οὑτως ἀποφαινεται
κατα γενη τεταγμενως οὑτω διηλθομεν περι Πυθαγορου τε και των Πυθαγορειων , ἰθι δη το μετα τουτο και τας σποραδην
9999973 Ἰσχομαχος
ὁπως οὐκ εἰ παρασιτος , φιλτατε : ὁ δ ' Ἰσχομαχος ὁδι τρεφων σε τυγχανει . ὁπως δε την νυμφην
τα ὑποζυγια , τουτο συ με διδασκε . Και ὁ Ἰσχομαχος γελασας εἰπεν : Ἀλλα παιζεις μεν συγε , ἐφη
9999973 Ποσειδωνιος
, τοσουτον εἰποντες μονον ὁτι των Παρθυαιων συνεδριον φησιν εἰναι Ποσειδωνιος διττον , το μεν συγγενων το δε σοφων και
πολιους : ἐκπινεται γαρ ἡ οἰκεια της τριχος ὑγροτης . Ποσειδωνιος δε φησιν : ἐν Συριᾳ ἐν τοις βασιλικοις συμποσιοις
9999973 μισθοφορων
οὐν φθασαι τους πολεμιους το ὁμοιον ἐπραξε . των μεν μισθοφορων τινας χρημασι πεισας ἐξεπεμψεν ὡς αὐτομολους , συνταξας λεγειν
πλειστους των ἐκει Σικελων ἐξεβαλεν , των δ ' ἰδιων μισθοφορων τους ἐπιτηδειοτατους ἐπιλεξας κατῳκισεν . Και τα μεν κατα
9999973 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999973 Αἰγυπτιων
. Του δε κοσμου ἠν ἐτος ͵γσξθʹ . . Θηβαιων Αἰγυπτιων ιγʹ ἐβασιλευσε Ῥαυωσις , ὁ ἐστιν ἀρχικρατωρ , ἐτη
Φυσικων ἐπιτομηι και Ἑκαταιος ἐν τηι πρωτηι περι της των Αἰγυπτιων φιλοσοφιας : κατασκευαζειν δε ἀγαλματα και τεμενη τωι μη
9999973 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999973 φυλαττουσι
χαρακτηριζεται . ἀλλως τε δη τουτο το ἑν στοιχειον εἰδοπεποιημενον φυλαττουσι , λεγοντες αὐτο εἰναι ὑλικον αἰτιον . ὡστε συμβησεται
Καλως δε εἰρηται , ὁτι τα συνῃρημενα την των ἐντελων φυλαττουσι κλισιν , και οὐχι τα πεπονθοτα την των ἀπαθων
9999973 ἐρωτησει
οὐ μην κατα ταυτα προενεχθεισης : οὐδε γαρ ἐστιν ἐν ἐρωτησει ἠ ὀνομα τι προενεχθηναι ἠ ῥημα . ὁτι δε
τωι Ἁιδηι . ἐπιρροιζει ] ἐπιβοαις , ἐπιβαλλεις . ἐν ἐρωτησει . μη ἐξ ἀναγκης τουτο πεποιηκεν ; δυοιν ]
9999973 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999973 χωρουσης
φευγειν ὁρμησαντες εἰς το πεδιον ὑπο της Ῥωμαϊκης φαλαγγος ὁμοσε χωρουσης ἀπεθνησκον , οἱ δε πλειους αὐτων ὠθουμενοι τε ὑπ
πεπονθα παθος . αἰσθομενος γαρ τα περι ταυτης θρυλλουμενα μη χωρουσης μου της διανοιας ἐπιμελες μεν ἐθεμην ἐκκλιναι τους ταυτα
9999973 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999973 βουλομενῳ
, πολλους ἀγωνιστας ἑξετε της ἀρετης , ἀν δε τῳ βουλομενῳ και τοις διαπραξαμενοις χαριζησθε , και τας ἐπιεικεις φυσεις
ουτε . καιτοι τις οὐκ οἰδεν , ὁτι παντι τῳ βουλομενῳ ῥᾳστον ἐργον ἀν γενοιτο συγχεαι και ἀνελειν ὁμονοιαν ἐκ
9999973 νουσημα
ἐπιχωρια ἐστιν : χωρις δε , ἠν τι παγκοινον κατασχῃ νουσημα ἐκ μεταβολης των ὡρεων , και τουτεου μετεχουσιν .
: ὁκοταν δε αἱ ἡμεραι παρελθωσιν ἐν ᾑσι κρινεται το νουσημα , ὁ τε πονος ἐλασσων ἐχῃ , ἀναμαρτητον διαιτησθαι
9999973 παραγραφη
εὐθυδικιαν το ῥητον ἐξεβαλλεν ἠ κρινεσθαι ἐπι τοισδε ἐλεγον , παραγραφη ἀν ἠν : τουτο γαρ παραγραφης ἰδιον το δια
, πως δυναται ἡ μεταληψις παραγραφη λεγεσθαι : ὁτι γαρ παραγραφη και αὑτη κεκληται , δηλον ἀφ ' ὡν Ἑρμογενης
9999973 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999973 Συρακουσων
κατα την προτεραν φιλιαν πεισθεντες . ἀφικομενων οὐν ἐκ μεν Συρακουσων Ἑρμοκρατους και ἀλλων ἐς την Καμαριναν , ἀπο δε
κολπωι , μικρον ὑστερον της [ ἀπο ] Κροτωνος και Συρακουσων κτισεως ἀποικισθεντες ὑπο Εὐανθους : Ἐφορος δ ' οὐκ
9999973 ἐλευθερωσαι
ἐξηγορασεν , ὑπεφθειρεν διοριζεται : φανεροποιει ἀπολυσασθαι : ἐκχειν , ἐλευθερωσαι , ἀπαλλαξαι ἐκ τωνδε : ἐκ τουτων φευξεται :
ὁρμωντα , ὡστε και τους Σικελιωτας και τους ἀλλους Ἑλληνας ἐλευθερωσαι . ἀλλως : ἐνιοι μεν Ἑλλαδα την Σικελιαν ἠκουσαν
9999973 τετραπλασια
προς γ : της δε ἡμισειας της ΒΔ δυναμει ἐστι τετραπλασια , ὡστε δια τουτο μειζονα γινεσθαι ἑκατεραν των ΒΖ
δυναμει τετραπλασιονες . Ἰσμεν , ὁτι τα μηκει διπλασια δυναμει τετραπλασια . ὡστε και ἡ Α ὁλη της ἡμισειας αὐτης
9999973 συγγνωμην
ἀτιμιαν ἐτηρησα τῳ νεῳ το κερδος . πεμπε δη γραμματα συγγνωμην αἰτουντα και τους πολλους των παιδαγωγων ἱεροσυλους ἡγου .
τι των της ψυχης παθων αἰτιον εἰναι λεγῃ , ποιει συγγνωμην , ὡς ἐπι τουτου : δι ' ἐρωτα τον
9999972 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999972 Κολοφωνιον
χρυσος : και γαρ πολυ φασι παραλλαττειν του ἀλλου τον Κολοφωνιον χρυσον . Αἰθομενον πυρ ] Λαμπον ἐν νυκτι :
οἱ μεν Χιον , οἱ δε Σμυρναιον , πολλοι δε Κολοφωνιον αὐτον νομιζουσιν : εἰναι μεντοι γε ἐλεγεν Βαβυλωνιος ,
9999972 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις

Back