μεν ἡγουμενος , ὑμεις δε μη βραδεως ἀκολουθειτε μοι και θαρρειτε . οἰδα ἐγω τον Παριν . νεανιας ἐστι καλος
πετροισι ; νυν παλιν σθενει [ ] ωσαι : τοιγαρουν θαρρειτε [ ] μοι [ ] εν ? ? οἰκτρα
9999942 Ἀλεξανδρεια
ἐνια καρποφορα , μεταξυ περιειληφοτα τον καρπον , ὡσπερ ἡ Ἀλεξανδρεια δαφνη ἐπιφυλλοκαρπος . Αἱ μεν οὐν διαφοραι των φυλλων
Πηλουσιου λιμνη της Αἰγυπτου . Προς γαρ ζεφυρον κειται ἡ Ἀλεξανδρεια . Ἐνθα Σινωπιταο ] Σινωπη του Σαραπιδος ἱερον ,
9999941 Συρακοσιων
προς τον κρημνον αὐτοις ἐξειργαστο , ἐπιχειρουσιν αὐθις τῳ των Συρακοσιων σταυρωματι και ταφρῳ , τας μεν ναυς κελευσαντες περιπλευσαι
ἀν Ἀττικων μεν νεων ἀπολομενων ἑξηκοντα , παρα δε των Συρακοσιων ὀκτω μεν τελεως διεφθαρμενων , ἑκκαιδεκα δε συντετριμμενων .
9999941 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999941 ἐπαινεσομεθα
τα των Λακεδαιμονιων ἁρμοττει γενεσθαι : οὐτε γαρ ἐν Ἀθηναις ἐπαινεσομεθα την ξενηλασιαν , οὐτε ἐν Λακεδαιμονι το τοις ξενοις
των τους τριβωνας ἠμφιεσμενων τουτου κατηκοον ἰσμεν , και τουτον ἐπαινεσομεθα και ζηλωσομεν , ὡς αὐτῳ γε οὐκ ἐξεγενετο Σωκρατει
9999940 λιπαρην
. ἐπ ' αὐτῳ δ ' ὀμματα κουρη λοξα παρα λιπαρην σχομενη θηειτο καλυπτρην , κηρ ἀχεϊ σμυχουσα , νοος
τροπῃσιν , ἡνικα δωμα τεθηλεν ὀπωρολογοιο γεωργου , καρπος Ἀθηναιης λιπαρην ὁτε γαυλιδα πληθει και βοτρυς ἡμεριδων θλιβων ἐπιληνια χαιρει
9999939 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999939 μεγαλοπρεπες
τους δε Λιβυας θαυμαζοντας την εὐταξιαν και το της ψυχης μεγαλοπρεπες , τροφας τε παρεχεσθαι τοις ἀνθρωποις δαψιλεις και συστρατευειν
εἰς λογον ἀει τελευταν ποιεις . Ἀλλα νη Δια το μεγαλοπρεπες τε και ἐλευθεριον ἀμυδρως ἀν τις ἐμφαινεσθαι φαιη τῳ
9999939 διεπραττετο
Χρυσιππου αὐτῳ φονος και ἁ προς τον Θυεστην ὡς ὠμα διεπραττετο , παντα ταυτα ζημιωδη και ἀτηρα προς ἀρετην .
πολυν λογον καταβαλλεται περι χρωματων . και ταυτα μεν αὐτῳ διεπραττετο ἀχρις ἐτων εἰκοσι , μετα δε τουτο ἐφοιτησε Σωκρατει
9999939 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999939 τερμα
, ὀστεα δ ' ἰσχει γη Μακεδων , ᾑπερ δεξατο τερμα βιου , πατρις δ ' Ἑλλαδος Ἑλλας Ἀθηναι ,
αἰκιζεται ] κολαζει . χαλᾳ ] ἐνδιδωσι . . ἀθλου τερμα ] του καματου τελος . . οὐκ ἀλλο γ
9999939 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999939 φαλαγγιου
την των ὀδοντων ἀντιτυπιαν ἐγχριμψαντος δε , ὁ ἐστι του φαλαγγιου πληξαντος , ἀνουτητον και ἀτρωτον το σωμα μενει του
ἀρχομενου του ἐαρος ἐν τοις ὁδοις , και αὐτου του φαλαγγιου τα ὠα , ἐαν λαβῃς εἰς ὀνομα του πασχοντος
9999939 σιδης
ἠ ἐπι των ῥοιων εἰρηται . * νεαλεις : νεαροι σιδης δ ' ὑσγινοεντας : και γαρ ῥητεον προς το
του βουτομου μελανα , τῳ δε μεγεθει παραπλησιον τῳ της σιδης . του δε φλεω την καλουμενην ἀνθηλην , ᾡ
9999939 κερατοειδης
τουτων φθασει τυφλωθηναι , ἡλος προσαγορευεται . ὑποπυος δε ὁ κερατοειδης ἐνιοτε γινεται , ποτε μεν δια βαθους , ποτε
ὁ ἐπιπεφυκως και ὁ ῥαγοειδης ἐχουσι φλεβας , ὁ δε κερατοειδης ἀφλεβος ἐστι δια την χρειαν αὐτου , και ὁτι
9999939 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999938 διαιρετικη
και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες γαρ αὑται , διαιρετικη , ὁριστικη , ἀποδεικτικη , ἀναλυτικη , ἐπειδη και
ὑπογραφην της ἰδιαιτατα , κἀν τε συστατικη ᾐ κἀν τε διαιρετικη . και ὑπογραφει διχως ἑκαστην , ἀλλα νυν μεν
9999938 ἀπηλλαξαν
και τινων προδοσιαν , οὑτοι μεν διαλυθεντες εἰς τας πατριδας ἀπηλλαξαν του μεγιστου φοβου Καρχηδονιους . και τα μεν κατα
. ὡς δ ' εἰπειν συνελοντα , κληρονομουντες διαγεγονασιν ὡν ἀπηλλαξαν αὐτους ἑκαστοι πολεμων . ἀρ ' ἐχουσι χαριν Λακεδαιμονιοι
9999938 ἀμεινοσι
διαθεσεως ἐπι θερμοτητι πλειονι ἐφελκυσθειη ἀν τα περιττα προς τοις ἀμεινοσι χυμοις , ὁτε λειπεσθαι χωρις παρυφισταμενων τελειν τα ἐνουρουμενα
ἐπηγγελλες φιλων ἠν κηδομενου και ὡς ὁσων μνησθειης εὐθυς ἐν ἀμεινοσι και ὡς ὁ διδους παρῃει την του λαμβανοντος ἡδονην
9999937 ὀκτακισχιλιων
τοις Ῥωμαιων διελελυμαστο σωμασι , διαφθαρεντων ἐν μεν τῃ ναυμαχιᾳ ὀκτακισχιλιων , τετρακισχιλιων δε και πεντακοσιων ἑαλωκοτων : του δε
χρονων ἐσχε κωμας ἀξιολογους και πολεις πλειους των μυριων και ὀκτακισχιλιων , ὡς ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις ὁραν ἐστι κατακεχωρισμενον
9999937 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν
9999937 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999937 παραλαμβανεσθω
ἐνδειξιν [ ἐλαβεν ] , ὡστε το μεν πρωτον λουτρον παραλαμβανεσθω δια την διαθεσιν , το δε δευτερον δια την
ἡ δε διαιτα ἐστω λεπτη και ξηραινουσα . και χρησις παραλαμβανεσθω αὐτοφυων ὑδατων στυπτηριωδων και νιτρωδων μαλλον , εἰτα θειωδων
9999937 δεισασα
αὐτον λαγωου δικην ὑποπτηξαντα μη ἀντιστηναι τοις πολεμουσιν αὐτῳ . δεισασα γαρ ] τα δεινα δεισασα ἐξεπεμψε με του μαντειου
ἠλγουν , και ἐπι την ἀρκτον ἱεντο : ἡ δε δεισασα εἰς τι δενδρον ᾑ ποδων εἰχεν ἀνεθει , και
9999937 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999937 Τυρρηνικου
Πενταθλου Γοργον και Θεστορα και Ἐπιθερσιδην , ἀπεπλεον δια του Τυρρηνικου πελαγους . προσπλευσαντων δ ' αὐτων τῃ Λιπαρᾳ και
Πενταθλου Γοργον και Θεστορα και Ἐπιθερσιδην , ἀπεπλεον δια του Τυρρηνικου πελαγους . προσπλευσαντων δ ' αὐτων τηι Λιπαραι ,
9999936 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999936 ἀποτελεσθῃ
των θηλειων εὐγενεις ἱστασιν ἱππους . ἱνα οὐν μητε ἀμορφον ἀποτελεσθῃ το γεννωμενον ἀλλοκοτους φαντασιας ἐν τῳ μεθυειν της ψυχης
δε , ἱνα το του φοβου και το της ἀγωνιας ἀποτελεσθῃ . οὑτως ὁ τοπος δυναστικος . Ἐαν δε οἱ
9999936 δειλια
ἐξωθεν προσπιπτοντα και δια τουτο περι φοβους ἠν ἡ τε δειλια και ἡ ἀνδρεια , οὐχ οὑτω και ὁ ἀκολαστος
, δυο το ἑν γενοιτ ' ἀν : ἡ γαρ δειλια κακον και ἀγαθον , το μεν τῃ φυσει το
9999936 τριγενες
και Ταρπαιον ὀρος . και ἐθνικον Ταρπαιος ὡς Ῥωμαιος , τριγενες . Ταρρα , πολις Λυδιας . [ ἀφ '
: ψαμαθος κυαθος καλαθος και λαπαθος . το μεντοι ἀγαθος τριγενες . το δε ὁρμαθος και γυργαθος ὀξυνεται ἀπο μακρας
9999936 προαιρετικη
τον ἡλιον και περι την σεληνην ἰδια τις ἐστι και προαιρετικη και κατα φυσιν ἡ κατα πλατος κινησις , καθ
οἰκειαϲ κοιλοτητοϲ ἐπι το ἀϲυνηθεϲ , ὑφ ' ἡϲ ἡ προαιρετικη παραποδιζεται κινηϲιϲ . διαφοραϲ δε τουτου λεγειν ἑτεραϲ οὐκ
9999936 πολιτικῃ
ἐς χειρας προτερον ἠλθε Ῥωμαιων ἑκατερωθεν , οὐχ ὑπο συνταξει πολιτικῃ στρατευσαμενων , ἀλλα ἀριστινδην ἐπειλεγμενων οὐδ ' ἀπειροπολεμων ἐτι
ἀκουε δη . εἰ ὑπετιθεσο , φησιν , την τῃ πολιτικῃ συνεριθον ῥητορικην διδασκειν , τους δε μανθανοντας κακως αὐτῃ
9999936 κοτε
' ἀνθρακοϲ , ἀλλοτε δε ὡϲ ἀπο κρυϲταλλου ψυχροπαγηϲ : κοτε δε και αἱμα τοιϲι ἐϲχατοιϲι ϲκυβαλοιϲι ἐπιρρεει ξανθον ,
του ὀρεος εἰσι πεντε : τουτο το πεδιον ἠν μεν κοτε Χορασμιων , ἐν οὐροισι ἐον Χορασμιων τε αὐτων και
9999936 ἑνδεκατην
ἑνδεκα , και τας μεν δεκα σιτεισθαι , την δε ἑνδεκατην ἀπολειπειν : . οὐκουν ἐκπλαγηναι δικαιον την αὐτοδιδακτον σοφιαν
, τελειως την ἑβδομην εἰναι κρινειν . εἰθ ' οὑτως ἑνδεκατην , τεσσαρεσκαιδεκατην δε μετ ' αὐτην , εἰθ '
9999936 Νικομαχου
δε θεος νους ἐστι του κοσμου . ] Ἀριστοτελης δε Νικομαχου Σταγειριτης ἀρχας μεν ἐντελεχειαν ἠτοι εἰδος ὑλην στερησιν :
ἠνικ ' Ἀριστογειτων Ἱππαρχον κτεινε και Ἁρμοδιος , και παλιν Νικομαχου του την περι των ζωγραφων ἐλεγειαν πεποιηκοτος οὑτος δη
9999936 μονοσυλλαβως
οἱ γαρ Ἰωνες δισυλλαβως λεγουσιν ὀϊς , οἱ δε Ἀττικοι μονοσυλλαβως και τας οἰς και πολλα του αὐτου γενους .
πατταλου λαβειν : ἐπιμεληθηναι . παυ : το παυσαι λεγουσι μονοσυλλαβως . παυσικαπη : μηχανημα τροχῳ ἐμφερες , δι '
9999936 αἰσχροι
μεν γαρ καλοι τα τοιαυτα οὐχ ὑπομενουσιν : οἱ δε αἰσχροι και ἡδεως προσιενται , νομιζοντες δια την ψυχην καλοι
νικωντες οἱ τε καλοι καλλιους δοκουσιν εἰναι , οἱ τε αἰσχροι δεινοτεροι : παν γαρ το ἐλευθερον καλον . εἰ
9999936 ἐστρατοπεδευσαντο
. Χειρισοφος μεν οὐν και ὁσοι ἐδυνηθησαν του στρατευματος ἐνταυθα ἐστρατοπεδευσαντο , των δ ' ἀλλων στρατιωτων οἱ μη δυναμενοι
ἀπαγουσιν αὐτους ἀπο του λοφου και προελθοντες ἐς το ὁμαλον ἐστρατοπεδευσαντο ὡς ἰοντες ἐπι τους πολεμιους . Τῃ δ '
9999936 ὁρια
ἐστω Κρονος Καρκινου μοιρᾳ καʹ ὁριοις Ἀφροδιτης : διαμετρει Αἰγοκερως ὁρια Ἀρεως : οὑτος ἠν Ταυρου μοιρᾳ κζʹ : ἐνθαδε
, τα δε ὀστεα βραδεως ἀφισταται , ᾑ ἀν τα ὁρια του μελασμου γενηται και ἡ ψιλωσις του ὀστεου .
9999935 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999935 μισθοφοροις
ἁπαντα κινδυνον ὑπερ της πολεως ἁπασης : οὐδ ' ἡγησω μισθοφοροις τισι και ξενοις ὡς ἀληθως αὐτους προσεοικεναι δοξειν ,
τοιουτων ἐνεπεσε τις ὁρμη προς μεταθεσιν τοις μετ ' Ἀντιγονου μισθοφοροις , ἐν οἱς και των ἡγεμονων πλειους προθυμους εἰναι
9999935 γραφευς
, περι θεων τε και ἡρωων οἱοι εἰσιν , ὡσπερ γραφευς μηδεν ἐοικοτα γραφων οἱς ἀν ὁμοια βουληθῃ γραψαι .
μορον οὐ νοεοντες ἐφισταμενον καταντην Βοϊσκος ἁπο Κυζικου , καινου γραφευς ποιηματος , τον ὀκταπουν εὑρων στιχον , Φοιβῳ τιθησι
9999935 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999934 λιπαροι
ποαι μετ ' ἀλφιτων λεπτων ἐμψυχουσιν ἱκανως , και φοινικες λιπαροι του ὑμενοειδους αὐτων ἐξαιρεθεντος δι ' ἑψησεως τακεροι γενηθεντες
τε ϲαρκεϲ ϲυντηκονται , και οἱ ὀνυχεϲ γρυπουνται , και λιπαροι και ἐκλευκοι ἠ ἐξωχροι φαινονται . του δε παθουϲ
9999934 εἰδες
ἐκπλαγεις οὐν ὁ Χαιρεας ἀνεκραγε “ που γαρ συ Καλλιροην εἰδες την ἐμην ; ” “ οὐκετι σην ” εἰπεν
τοπον , τον χρονον , ποτε , που , πως εἰδες : εἰ δε μετεχων , ἐνοχος εἱς ταις αὐταις
9999934 συγγνωμης
και δια παντος ἠγωνισατο : και το μεν ἀπρεπες της συγγνωμης ἐξεφυγε : την δε ἀπο του κεφαλαιου ὠφελειαν τῳ
της πολεως και δημοσιας ἑνεκα χρειας ἀπιων : και ἐπι συγγνωμης , ὁτι ἐχρην σε οὐκ αὐτα εἰπειν τα ἀποῤῥητα
9999934 ὑπηρετουν
στρατηγῳ περι του μεγεθους της δυναμεως , και παντα προθυμως ὑπηρετουν . ὁ δε Ἀννιβας το τε θερος ἐκεινο και
ὑπεδει , ἀλλος ἐτρεφεν , ἀλλος ἐνοσοκομει , ὀλιγα αὐτῳ ὑπηρετουν . νυν δε ταλας οἱα πασχω πλειοσι δουλευων ἀνθ
9999934 ἀποδιδωσι
ὁλας διαφορας ἡμιν παραδιδωσι των προσωπων , την δε πρωτιστην ἀποδιδωσι ταξιν τοις ὡρισμενοις τε και κυριοις δια δυο ταυτας
μη εἰναι διαφερουσας προτασεις την αἰτιαν ἀπο των πραγματων αὐτων ἀποδιδωσι , λογον αὐτην προσαγορευων , ὡς και Πλατων ἐν
9999934 διαλεγομεθα
τους ἀγαθους περι ἑκαστα , τουτεστιν εἰτε μετα ἀριστων ἰατρων διαλεγομεθα ἠ γεωμετρων , εἰτε προς τους ὁμοιους , ἠγουν
ὡς εἰδες , πρωτῳ ἐντετυχηκα σοι και περι του Πρωτεσιλεω διαλεγομεθα , διαλεξομεθα δε και περι του καταλογου των ἡρωων
9999934 πολυσχιδες
, οὑνεκα ταυροφανες τε και ὀρθοκραιρον ὁδευει , οὐρεσιν ἐκταδιοισι πολυσχιδες ἐνθα και ἐνθα . ἐκ του ἀπειρεσιοι ποταμοι καναχηδα
εἱμαρ - μενῃ σκληρᾳ τινι , το των τεχνων ἐφανη πολυσχιδες , και πολυμοχθον , οὐκ ἐστιν ἐκφυγειν τον νουν
9999934 θεωρητικης
, ὁσων οὐκ ἐστιν ὑπερβολη , οἱον της ἑξεως της θεωρητικης ὑπερβολη οὐκ ἐστιν , οὐδε της ἡδονης της ἐκ
ἡ εὐδαιμονια ἐξ ἐνεργειων μιας τινος ἑξεως , ἠτοι της θεωρητικης , ὡστε εἰ ἡ εὐδαιμονια συνισταται ἐκ των ἐνεργειων
9999934 παραλλαγη
ἡ δ ' ἀναφορα προς την ἡμετεραν αἰσθησιν ἐν ταυτῃ παραλλαγη γινεται των μερων : οὐδεν γαρ κωλυει την μεν
παραγεταιΟὐ . πιθανην ἀπολογιαν τινες φασιν , ὡς ἐν ῥημασι παραλλαγη προσωπων : διωκετον γαρ ἀντι του διωκετην : και
9999934 ἐπαισα
, αἱ δ ' ἁπλαι εἰς τα ἀλλοπαθη , ἐμαυτον ἐπαισα , ἐμε [ συ ] ἐπαισας , των ῥηματων
οὐδεν , ἀλλα γη πεποιημαι : ἐχω δ ' ὁκοσον ἐπαισα χὠκος ' ἠεισα χὠκοσς ' ἐρασθην [ τα δ
9999933 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999933 δεδοικως
ὁ παρακεκομμενος την φρονησιν . καταπληξ δε ψοφοδεης , ὁ δεδοικως τα παντα . . παραβεβλημενος : Ἐκδεδομενος . .
Περσεως . ὡς δ ' οὐκ ἐγινετο τουτῳ παις , δεδοικως Παλλαντα , Νισον και Λυκον τους ἀδελφους ἐρχεται εἰς
9999933 ὑπελαμβανεν
' αὐτο δε το ὑπαρχον : μιαν γαρ των Ἐρινυων ὑπελαμβανεν αὐτην εἰναι , καθο και προσιουσαν και τημελειν αὐτον
προσεφερε και την κυλικα της δυσωδιας μελιτος πληρη τοις λογισμοις ὑπελαμβανεν . Ἐν τουτοις παλιν ἀποφασις ἐξηνεκτο παρα του τυραννου
9999933 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999933 ζητουν
τι περι την πρωτην πεψιν γεννηθεν πνευμα και την ἐξοδον ζητουν , πλανωμενον συνδιακριθῃ τοις οὐροις λεπτον μεν ὀν και
εἰς ὁν ἐταχθη τοπον : ἐνδεες δε και το τοπον ζητουν . Ἀρχη δε οὐκ ἐνδεες των μετ ' αὐτο
9999933 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999933 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999933 χωρημα
. Ξ πλεκταναισι ] περιπλοκαις . περιδρομον κυτος : το χωρημα της ἀσπιδος : ἡ δε περιφερεια της ἀσπιδος κυκλῳ
ψηλαφᾳ . εὐρυτερον : πλατυτερον . κυτος : πλατος , χωρημα , την θεσιν . ἀμφιβαλεσθαι : εἰς το ,
9999933 διωρισεν
ζωονδιασκοπειν φαινεται το της ὀψεως ἀηθες . ταυτα μεν οὑτω διωρισεν ὁ γραφευς , τοις δε νομευσιν ἡγειται της πορειας
το πρωτον . και ὁτι ὁ νομος οὐ προς ἑν διωρισεν , τινι δοτεον , και τινι μη : εἰ
9999933 ξυμμαχων
και Λακεδαιμονιοι ξενηλασιας μη ποιωσι μητε ἡμων μητε των ἡμετερων ξυμμαχων , τας δε πολεις ὁτι αὐτονομους ἀφησομεν , εἰ
' ἀλλον μηδενα τειχος ἐχοντα , το δε πλεον των ξυμμαχων ἐξοτρυνοντων και φοβουμενων του τε ναυτικου αὐτων το πληθος
9999933 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999933 εὐωδης
και σταφυλινου , τριχομανες , ἀμωμον , καρδαμον , σχοινος εὐωδης , ξιφιον , ναρδος , ὠκιμοειδες , ἐχιον ,
ῥιζα δε δακτυλου παχος , ὁσον σπιθαμης το μηκος , εὐωδης , ἐδωδιμη ἑφθη . Στεαρ : προς μεν την
9999933 δικαστικη
κρισεως και ὁ ἀδικειν νομισθεις μη εἰσπραχθειη πλεον ἠπερ ἡ δικαστικη βουλεται ψηφος . εἰ γαρ μη ὑπηρχον οἱ ταυτα
ταις πολεσιν ἀκολασταινοντας και παρανομουντας ὀρθως κολαζει ; οὐχ ἡ δικαστικη ; Ναι . Ἠ ἀλλην οὐν τινα καλεις και
9999933 θερμα
τα χρωματα , οἱ χυλοι , οἱ ἀτμοι , τα θερμα , τα ψυχρα , τα λεια , τα τραχεα
σιτοφορος χωρα . ὑπερκειται δε της των Ἀμασεων τα τε θερμα ὑδατα των Φαζημωνιτων ὑγιεινα σφοδρα , και το Σαγυλιον
9999933 διεξοδικως
ἠ οὐ ἀποκρινασθαι . Πυσμα δε ἐστι , προς ὁ διεξοδικως ἀπαντησαι δει και δια πλειονων , ὡς ἐχει το
των μεσων , ἁ καλειται διανοητα , ἐπειδη διανυστικως και διεξοδικως αὐτα γιγνωσκομεν δια των συλλογισμων , οἱον τα μαθηματα
9999933 χρησαιτο
δε μεγιστον , ἐπιδειξις ἐσται το πραγμα ὁστις ἀν ἀριστα χρησαιτο τῳ πλουτῳ και τῃ εὐχῃ , δηλωσει γαρ οἱος
' ὀλιγων ἱσταμενῳ , μηδε τοις πλειοσιν ἐχειν ὁ τι χρησαιτο . σκεψαι γαρ : πολλους ἀνθρωπους οὐτε χαιρειν τοις
9999933 δακτυλιων
προαγει τον νεοττον . Αἰγυπτιων δε οἱ μαχιμοι ἐπι των δακτυλιων εἰχον ἐγγεγλυμμενον κανθαρον , αἰνιττομενου του νομοθετου , δειν
[ - ] , ὑποβολας παιδιων , ἀναγνωρισμους δια τε δακτυλιων και δια δεραιων , ταυτα γαρ ἐστι δηπου τα
9999933 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999933 κεκαυμενοϲ
ϲυν μελιλωτῳ και βουτυρῳ και ἑτερα πλειϲτα . ὁ δε κεκαυμενοϲ ὑϲϲωποϲ ποιει την ἐξ αὐτου ϲυναγομενην αἰθαλην ἠ λιγνυν
φαρμακοιϲ : ῥυπτικηϲ δε οὐκ ἐλαχιϲτηϲ μετεχει δυναμεωϲ ὁ τε κεκαυμενοϲ χαλκοϲ και ἡ λεπιϲ αὐτου και το ἀνθοϲ και
9999933 δυσωδης
: και καθολου ξηραντικην ἐχουσι δυναμιν και ἀδηκτον . Ἀναγυρις δυσωδης ἐστι και δριμεια διαφορητικης και θερμαινουσης δυναμεως , ἡς
καλουμενος ὀλεθριος , καθ ' ὁν ἠτοι κοπρος ἐμειται ἠ δυσωδης ἐστιν ἡ ἐκπνοη , πολλακις δ ' ἐρυγη τοιαυτη
9999933 Κασσιεπεια
. . Ἡ δε και αὐτη παιδος ἐπειγεται εἰδωλοιο δειλη Κασσιεπεια : τα δ ' οὐκετι οἱ κατα κοσμον φαινεται
. . . , Κατα δε τα Σφαιρικα βορροθεν ἀνατελλει Κασσιεπεια και τα δεξια μερη του Ἱππου : νοτοθεν δυνει
9999932 ἐπιταφιῳ
την πατριδα , λαβουσαν γυναικος σχημα . Ὡσπερ ἐν τῳ ἐπιταφιῳ Πλατων το : ὠ παιδες , ὁτι μεν ἐστε
, δια τουτο γεγραπται αὐτῳ , ἀντιγραφειν βουλομενῳ τῳ Θουκυδιδου ἐπιταφιῳ : ὁπερ ψευδος . Ἐκ δε του μη ἐμπαθους
9999932 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999932 δαιμονες
τινες οἱ καλουμενοι το πρωτον ἐπιζητει , ποτερον θεοι ἠ δαιμονες ἠ τουτων ἀπορροιαι και ποτερον δαιμων εἱς , ἀλλοτε
, ἡ δε τον των ἑαυτης πολιτων , οἱς προγονοι δαιμονες , οὐχ ὑστερον . ἠν μεν οὐν δη σοι
9999932 ἐναρα
ἡ διπλη , ὁτι κυριως το ἐξεναριξε νυν , τα ἐναρα περιειλεν . . . . αὐταρ ἐπει Λυκοοργος ἐνι
Τρωεσσιν ἐκεκλετο μακρον ἀϋσας νηυσιν ἐπισσευεσθαι , ἐαν δ ' ἐναρα βροτοεντα : ὁν δ ' ἀν ἐγων ἀπανευθε νεων
9999932 πολιτικῳ
τῳ ἀλογῳ παρασχοι ; ἐνταυθα δε ταὐτον το πρακτικον τῳ πολιτικῳ : και ὁ πρακτικος γαρ ἠ ἑνα κοσμει ἠ
τεχναι γαρ λογικαι και αὐται , προσετεθη το ἐν πραγματι πολιτικῳ : ἡ γαρ γραμματικη οὐ περι τα πολιτικα ἀλλα
9999932 συνηνεγκεν
καιρον , οὐκ ἐποιησαν τουτο . ἀλλ ' ὁτι οὐ συνηνεγκεν αὐτοις φεισαμενοις ; και μην δια τουτο γε εἰσονται
εἰ της Φιλιππου μεριδος ἡ πολις ἐγενετο , οὐκ ἀν συνηνεγκεν , ἐπιστωσατο μεν αὐτο και κατα ἐθνη και κατα
9999932 δεδομενῃ
εἰδει εἰδος , ἀπο δε της ἑτερας χωριον παραλληλογραμμον ἐν δεδομενῃ γωνιᾳ , ἐχῃ δε το εἰδος προς το παραλληλογραμμον
. Κοσμει Σπαρταν ἡν ἐλαχες : ὁτι δει στεργειν τῃ δεδομενῃ τυχῃ και ἀνεχεσθαι . Καδμεια νικη : ἡ ἐπι
9999931 ἀπαγωγην
ἀπαγοντες οὐκ εἰς ἀμφιβολον ἀλλ ' εἰς ὁμολογουμενως ἀτοπον την ἀπαγωγην ποιουνται , ὡσπερ και ὁ γεωμετρης βουλομενος δειξαι ,
ζητουμενα , ὡν το μεν προτερον ἐχει την παραγραφην , ἀπαγωγην οὐσαν της εὐθυδικιας , το δε δευτερον κατα μιαν
9999931 ἀπεκρινατο
ἐς τα βασιλεια ἀφικομενων και τα αὐτοις ἐνταλθεντα ἀπαγγειλαντων , ἀπεκρινατο βασιλευς ἑτοιμως ἐχειν παντα ποιειν , εἰ γε ὑπακουσομενοι
κραυγης ἐξαιτουντος ἐπι τιμωριαν τον Θεμιστοκλεα , ὁ μεν βασιλευς ἀπεκρινατο δικαστηριον καταστησειν ἐκ των ἀριστων Περσων , και το
9999931 παραγραφικῳ
εἰληπται : Ἡ δ ' αὐ ἀγραφος διαιρειται προβολῃ , παραγραφικῳ , τῳ ἀπο του ῥητου , μεταληψει , συλλογισμῳ
οἱ ἀστυγειτονες ὡπλισμενοι , και ἐπαυσατο ἡ στασις . ΟΡΙκῳ παραγραφικῳ : και τις της ἐπιβουλης ἡ ἀποδειξις ; οὐτε
9999931 ῥινες
την ὁλην του κανθαρου πραγματειαν τουτο φησιν . ποιαι γαρ ῥινες εἰσι κανθαρῳ , ἱνα και ὀσφρανθωσιν ; κατωκαρα :
: ὀμμα τορον , πυρσωπον , ἐπισκυνιοισι δαφοινον : εὐρειαι ῥινες , στομα δ ' ἀρκιον , οὐατα βαια :
9999931 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999931 ταλαινα
τοθεν το παντοτολμον φρονειν μετεγνω . βροτους θρασυνει γαρ αἰσχρομητις ταλαινα παρακοπα πρωτοπημων . ἐτλα δ ' οὐν θυτηρ γενεσθαι
γνωσομαι εἰ κουφον δηλον το της αἰτησεως τελος . Ξ ταλαινα ] ἀθλια . μη ] τουτεστι το κουφον αἰτημα
9999931 ἀριθμητικως
ὁσοις ὑπερεχει ἡ ὑπο ΔΖΒ γωνια συναγομενη δια των προϋποδεδειγμενων ἀριθμητικως μοιρας α δ , της ὑπο ΤΠΜ γωνιας #
του β , συναγεται ὁ διπλασιος , ὁς εὑρισκεται και ἀριθμητικως : οἱον του ἐπιτριτου ὁ δ προλογος πολυπλασιασθεις μετα
9999931 διαληψομεθα
ἐχει γαρ διαφοραν . και πρωτον περι των αἰτιων μικρον διαληψομεθα . των γαρ αἰτιων το μεν τελικον ἐστι ,
ἐπι θερμοτεροιϲ χυμοιϲ ϲυνιϲταμενων ὀγκων διαλαβοντεϲ αὐθιϲ περι των ἐναντιων διαληψομεθα την ἀρχην ἀπο του οἰδηματοϲ ποιουμενοι . ὡϲπερ γαρ
9999931 ὁμοειδης
πολιτικην φιλοσοφιαν , ἐγνωμεν προσθειναι και τηνδε την συνταξιν : ὁμοειδης γαρ και αὐτη και προς τους αὐτους ἀνδρας και
: ἀλλ ' ἐστι παρ ' αὐτοις κυκλος τις , ὁμοειδης σχηματων ταξις , φυλακη συμπλοκης φωνηεν - των ἡ
9999931 ἀφικοιντο
χρυσιον , ἱνα μηδεις αὐτους διεφθειρεν , ἀλλ ' ἐπειδη ἀφικοιντο εἰς την ἡλικιαν , χρησιμοι γιγνοιντο ταις πολεσι .
εἰς τουτο προηλθον ὑβρεως ὡστε παντων των ἀνθρωπων εἰς οὑς ἀφικοιντο ἠκρωτηριαζον τας ῥινας : [ ἀφ ' ] ὡν
9999931 κεινῳ
: “ Μεντορ , μηκετι ταυτα λεγωμεθα κηδομενοι περ : κεινῳ δ ' οὐκετι νοστος ἐτητυμος , ἀλλα οἱ ἠδη
ἀτειρεα μιτρην . Ἀλλοις δ ' ἱππηεσσι και ὁπποσοι ἠματι κεινῳ ἠλθον ἀεθλευσοντες Ἀχιλληος ποτι τυμβῳ δωρα πορεν παντεσσιν .
9999931 προαιρετικα
ἐφ ' ἡμιν μεν προαι - ρεσις και παντα τα προαιρετικα ἐργα , οὐκ ἐφ ' ἡμιν δε το σωμα
ἐν ἑαυτοις πορωδεις τε και λιθωδεις συστασεις πηγνυσθαι τε τα προαιρετικα νευρα και τους συνδεσμους και τους τενοντας , ἐπιτηδειως
9999931 γλυκεως
λειοτατα ποιησας ἀποτιθημι : διδωμι δε κοχλ . βʹ μετα γλυκεως κεκραμενου : ἐπι δε των πυρεττοντων μεθ ' ὑδατος
δυνατως , βιαιως , ῥαγδαιως , πιθανως , ἡδεως , γλυκεως , ἐπαγωγως , εὐθυρρημονως , ἀνυποστολως , τεχνικως ἐντεχνως
9999931 λαμβανετωσαν
και ῥυπτικον των κατα τον θωρακα παθων . ἀμυγδαλων οὐν λαμβανετωσαν ἠ πιστακιων ἠ σταφιδων ἠ στροβιλιων και τας ἐκ
εὑροι τουτου τοις ὑδεριωσι καλλιον βοηθημα ; των δε προποματων λαμβανετωσαν ἀψινθατου και μαλιστα του ἐχοντος και ναρδοσταχυος πλειονος ἠ
9999931 ἑωρακοτες
αἰσθηται και τα παρ ' ἑκαστην ἰδια ταις λοιπαις . ἑωρακοτες γαρ τι ξανθον οἱον στυρακα λεγομεν ἑωρακεναι τι εὐωδες
ἀπο του ἀστεοςγινωσκετε , οἰμαι , τον χωρον οἱ μεν ἑωρακοτες , οἱ δε πεπυσμενοιἐγκυκλιον ἀγουσιν ἑορτην οὐδε του λαχοντος
9999931 θεωρητικην
ἐν ταὐτῳ γαρ παρορμαν ἐπιχειρει εἰς τε την πρακτικην και θεωρητικην φιλοσοφιαν . το μεν γαρ κτησασθαι φρονησιν ποιητικης τινος
: ἀγαθον γαρ τῳ σπουδαιῳ το εἰναι : την γαρ θεωρητικην διωκει ζωην και την ἑαυτου οὐσιαν συνισταναι ζητει :
9999931 θερμοτητα
εἰσι των τοιουτων χυμων : οὐτε γαρ ἐρευθος ἐπιφερει οὐτε θερμοτητα πολλην , εἰ μη τι σπανιως , ἀλλα και
, αἱ ὑπο ἀρκτικον και ἀνταρκτικον , μια δε δια θερμοτητα , ἡ ὑπο τον ἰσημερινον , ἡ καλειται διακεκαυμενη
9999931 μεγαλητορι
γαρ τοι ἐγωγε πολλ ' ἀπεμυθεομην : συ δε σῳ μεγαλητορι θυμῳ εἰξας ἀνδρα φεριστον , ὁν ἀθανατοι περ ἐτισαν
γαρ τοι ἐγωγε πολλ ' ἀπεμυθεομην : συ δε σῳ μεγαλητορι θυμῳ εἰξας ἀνδρα φεριστον , ὁν ἀθανατοι περ ἐτισαν
9999931 ἐνοησεν
τε δυ ' ἐρχομενω , και τε προ ὁ του ἐνοησεν ὁππως κερδος ἐῃ : μουνος δ ' εἰ περ
τις ἀνδρων οὐκετ ' ἐοντων ἐφρασατ ' : οὐδ ' ἐνοησεν ἁπαντ ' ὀνομαστι καλεσσαι μορφωσας : οὐ γαρ κ
9999931 χαλεπωτεραν
ἐγωγε ἀθλια , ἡτις την γην ὡς ἐπιβουλον ἐφυλαττομην πολυ χαλεπωτεραν ἐχουσα την θαλασσαν , ἐφ ' ἡν κατεφυγον .
: τροπον γαρ τινα και ὁ μετανοων σῳζεται , την χαλεπωτεραν των ἐν τῳ σωματι παθων νοσον ψυχης ἐκτρεπομενος .

Back