την ὁλην του κανθαρου πραγματειαν τουτο φησιν . ποιαι γαρ ῥινες εἰσι κανθαρῳ , ἱνα και ὀσφρανθωσιν ; κατωκαρα :
: ὀμμα τορον , πυρσωπον , ἐπισκυνιοισι δαφοινον : εὐρειαι ῥινες , στομα δ ' ἀρκιον , οὐατα βαια :
9999971 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999968 Συρακοσιων
προς τον κρημνον αὐτοις ἐξειργαστο , ἐπιχειρουσιν αὐθις τῳ των Συρακοσιων σταυρωματι και ταφρῳ , τας μεν ναυς κελευσαντες περιπλευσαι
ἀν Ἀττικων μεν νεων ἀπολομενων ἑξηκοντα , παρα δε των Συρακοσιων ὀκτω μεν τελεως διεφθαρμενων , ἑκκαιδεκα δε συντετριμμενων .
9999966 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999966 θριδακιναι
μεθ ' ὑδατοϲ και τα ῥοφητα ὠα ἀνευ γαρου και θριδακιναι ἀπεζεϲμεναι . ποτῳ δε ὑδατι παντωϲ χρηϲτεον . διδοναι
ἐδεσματων . μαλιστα δε αὐτων ἁρμοζουσιν αἱ ὑγραι και γλυκειαι θριδακιναι . πεπλυσθωσαν δε ἀκραφνει ψυχρῳ ὑδατι , καλλιστα μεν
9999965 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999965 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999964 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999964 ἐμπιπτουσης
ἐν ἀριστερᾳ κειμενη ἐτι πληττεται ὑπο της χειρος της λαιας ἐμπιπτουσης ἠρεμαιως και οἱον νη Δι ' ἀταλλουσης . ὁρα
δε κατω και την μεν ἐπι το ἑτερον μερος της ἐμπιπτουσης εὐθειας , την δε ἐπι το ἑτερον : εἰ
9999964 τεκτονα
την ἑαυτου ἐσιγησε . και ἐν Κυζικῳ τεκτων τον ἀγχιθυρον τεκτονα ἀποθανοντα και ἐκφερομενον ἰδων δια δανειστας ἐξεχωρησε του ἐργαστηριου
ταις παιδιαις των μαθηματων ὁσα ἀναγκαια προμεμαθηκεναι προμανθανειν , οἱον τεκτονα μετρειν ἠ σταθμασθαι , και πολεμικον ἱππευειν παιζοντα ,
9999964 ἐσπεισατο
ὁσοι ἐνησαν διαφθειρει : και τον Ἱππιαν ὑστερον ἐσαγαγων ὡσπερ ἐσπεισατο , ἐπειδη ἐνδον ἠν , ξυλλαμβανει και κατατοξευει .
: και παλιν ἐπρεσβευσε Φρυνων περι εἰρηνης προς Φιλιππον : ἐσπεισατο τον παιδα ὡραιον ἐκει καταλιπων : ἐγραψατο αὐ -
9999963 Ἀλεξανδρεια
ἐνια καρποφορα , μεταξυ περιειληφοτα τον καρπον , ὡσπερ ἡ Ἀλεξανδρεια δαφνη ἐπιφυλλοκαρπος . Αἱ μεν οὐν διαφοραι των φυλλων
Πηλουσιου λιμνη της Αἰγυπτου . Προς γαρ ζεφυρον κειται ἡ Ἀλεξανδρεια . Ἐνθα Σινωπιταο ] Σινωπη του Σαραπιδος ἱερον ,
9999962 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999962 θερμοτητα
εἰσι των τοιουτων χυμων : οὐτε γαρ ἐρευθος ἐπιφερει οὐτε θερμοτητα πολλην , εἰ μη τι σπανιως , ἀλλα και
, αἱ ὑπο ἀρκτικον και ἀνταρκτικον , μια δε δια θερμοτητα , ἡ ὑπο τον ἰσημερινον , ἡ καλειται διακεκαυμενη
9999962 εὐγενες
] οὐ προσηκον εἰσερχῃ . . ἀγεννεις ] ἀνελευθερους . εὐγενες γαρ λεγομεν πολλακις το ἐλευθερον . . . .
τοις σχημασι σημειοις μονον των ᾀδομενων , τηρουντες ἀει το εὐγενες και ἀνδρωδες ἐπ ' αὐτων , ὁθεν και ὑπορχηματα
9999962 ὀκτακισχιλιων
τοις Ῥωμαιων διελελυμαστο σωμασι , διαφθαρεντων ἐν μεν τῃ ναυμαχιᾳ ὀκτακισχιλιων , τετρακισχιλιων δε και πεντακοσιων ἑαλωκοτων : του δε
χρονων ἐσχε κωμας ἀξιολογους και πολεις πλειους των μυριων και ὀκτακισχιλιων , ὡς ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις ὁραν ἐστι κατακεχωρισμενον
9999962 ἀμεινοσι
διαθεσεως ἐπι θερμοτητι πλειονι ἐφελκυσθειη ἀν τα περιττα προς τοις ἀμεινοσι χυμοις , ὁτε λειπεσθαι χωρις παρυφισταμενων τελειν τα ἐνουρουμενα
ἐπηγγελλες φιλων ἠν κηδομενου και ὡς ὁσων μνησθειης εὐθυς ἐν ἀμεινοσι και ὡς ὁ διδους παρῃει την του λαμβανοντος ἡδονην
9999962 φιλοφροσυνην
ἐτι δ ' ἐπει προς , και το τελος φαινεσθαι φιλοφροσυνην . εἰ δε ταυτην προς φιλιαν . ἀλλως την
τους προηκοντας , προς δε τους ὁμηλικας ἀπλαστον ὁμοιοτητα και φιλοφροσυνην , συνεπιτασιν τε και παρορμησιν προς τους νεωτερους φθονου
9999962 προσεταξε
ἡ ὀρεξις και ἡττατο της φυσεως , τηνικαυτα οὐκ ἐνεγκων προσεταξε τον παιδα πριασθαι την λοπαδα . ἐπει δε ἐφατο
ἐπενοησε τι τοιουτο . την μεν ἀλλην δυναμιν παραδους Πιθωνι προσεταξε κατα σχολην ἀκολουθειν , αὐτος δε τους ἱππεις ἀναλαβων
9999962 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999962 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999962 τεκτονες
οἱ μεν ὁπλιται ὁπλα εἰχον , οἱ δε ἐρεται και τεκτονες και λιθουργοι τα ἐπιτηδεια ὀργανα προσεταχθη : ἀρχοι .
τα ὀμματα . και οἱ τα βαρεα αἰροντες χαλκεις και τεκτονες εὐχερεστερον ἀδικουνται τους ὀφθαλμους , οἱ δε δρομεις ἡκιστα
9999962 παραγραφικῳ
εἰληπται : Ἡ δ ' αὐ ἀγραφος διαιρειται προβολῃ , παραγραφικῳ , τῳ ἀπο του ῥητου , μεταληψει , συλλογισμῳ
οἱ ἀστυγειτονες ὡπλισμενοι , και ἐπαυσατο ἡ στασις . ΟΡΙκῳ παραγραφικῳ : και τις της ἐπιβουλης ἡ ἀποδειξις ; οὐτε
9999961 ἐνδοθεν
τε Παριν δαμασαντο Φιλοκτηταο βελεμνα ἠδ ' ὁποσοι δολοεντος ἐσηλυθον ἐνδοθεν ἱππου ἀνερες ὡς τε ποληα θεηγενεος Πριαμοιο περσαντες δαινυντο
καταποσει συνεργειν ἐδεικνυτο τα μεγιστα : κατα δε την ἀρτηριαν ἐνδοθεν μεν τους χονδρους ὑπαλειφει και αὐτην ἀνασπᾳ μετα του
9999961 μεγαλοπρεπες
τους δε Λιβυας θαυμαζοντας την εὐταξιαν και το της ψυχης μεγαλοπρεπες , τροφας τε παρεχεσθαι τοις ἀνθρωποις δαψιλεις και συστρατευειν
εἰς λογον ἀει τελευταν ποιεις . Ἀλλα νη Δια το μεγαλοπρεπες τε και ἐλευθεριον ἀμυδρως ἀν τις ἐμφαινεσθαι φαιη τῳ
9999961 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999961 μεμαρτυρηκεν
ἀποφευγειν αὐτῳ προσηκει , ἀλλ ' ἀν αὐτος ὡς ἀληθη μεμαρτυρηκεν ἀποφηνῃ . Ἐφ ' ᾡ τοινυν , ὠ ἀνδρες
προσαποτισαι χρηματα . Διος μεν οὑτω περι των προειρημενων ἡμιν μεμαρτυρηκεν . . . οἱ μεν μεθεξιν λεγουσι και αἰτιον
9999961 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999961 ἑπτακισχιλιων
ἀνῃρεθησαν δε των Ἰλλυριων ἐν ταυτῃ τῃ μαχῃ πλειους των ἑπτακισχιλιων . Ἡμεις δ ' ἐπει τα κατα την Μακεδονικην
μηδε μοιραν των τρισχιλιων , μηδε μερος των ἑξακισχιλιων ἠ ἑπτακισχιλιων . Εἰ δε συμβῃ πλεον του λεχθεντος μετρου εἰναι
9999961 ἀναγκηϲ
πικρον ὁμοιον τιτανῳ και τεφρᾳ , ξηρον και θερμον ἐξ ἀναγκηϲ ἀποτελειται . και μεν δη και δι ' αὐτο
ἐν τῳ β λογῳ . εἰ δ ' ὑπ ' ἀναγκηϲ ποτε χρηϲθαι τινι των τοιουτων ϲυμβαιῃ , αὐτικα προϲφερεϲθαι
9999961 δαιμονες
τινες οἱ καλουμενοι το πρωτον ἐπιζητει , ποτερον θεοι ἠ δαιμονες ἠ τουτων ἀπορροιαι και ποτερον δαιμων εἱς , ἀλλοτε
, ἡ δε τον των ἑαυτης πολιτων , οἱς προγονοι δαιμονες , οὐχ ὑστερον . ἠν μεν οὐν δη σοι
9999961 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999961 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999961 συμπερασμα
οὐδε ἀναγκαιον συναγεται , δηλον ἐντευθεν : το γαρ ἀναγκαιον συμπερασμα ἠ ἐξ ἀναγκαιων ἀμφοτερων ἠ της ἀποφατικης ἀναγκαιας οὐσης
, τουτεστιν ὁ ἐλαττων τῳ μειζονι . και οὑτως το συμπερασμα ἀντιστρεψαντες εὑρησομεν και το Α τινι των Β ἐνδεχομενως
9999960 ἐχρησατο
, παρα το στομα και τον ὀμφακα . συνθετῳ λεξει ἐχρησατο ἀπο του στοματος και του ὀμφακος , ἱν '
ἰασιν . Και ὁ Πλατων ἐν τῳ Συμποσιῳ οὑτως αὐτῃ ἐχρησατο . Ἁλων δε φορτος ἐνθεν ἠλθεν ἐνθ ' ἐβη
9999960 κοιλοτητα
. πως οὐν ταυτα ὑπομενουσιν ὀδυνην ; τῳ βαρεισθαι την κοιλοτητα γινεται ὀδυνη . περιτεινεται γαρ ὁ ὑμην , ποιει
ὀστουν του βραχιονος , μειζον ὑπαρχον του πηχεος , μειζονα κοιλοτητα ἐχει , και το ὀστουν του μηρου , μειζον
9999960 ἀποστροφη
ἐργου : φησι γαρ αὐτῳ ὁτι τουτου του ἀσεβηματος ἡ ἀποστροφη και ἡ ἀναφορα προς σε ἐστιν ‖ ἱνα ‖
ἀληθες . Ἰδωσι : ἰδωνται . Πομπιλε : γλυκυτης , ἀποστροφη και ἀναφωνησις του ποιητου προς τον ἰχθυν . Τρεις
9999960 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999960 πολυσχιδες
, οὑνεκα ταυροφανες τε και ὀρθοκραιρον ὁδευει , οὐρεσιν ἐκταδιοισι πολυσχιδες ἐνθα και ἐνθα . ἐκ του ἀπειρεσιοι ποταμοι καναχηδα
εἱμαρ - μενῃ σκληρᾳ τινι , το των τεχνων ἐφανη πολυσχιδες , και πολυμοχθον , οὐκ ἐστιν ἐκφυγειν τον νουν
9999960 Τυνδαρεων
ὁ Ἀσκληπιος χρυσῳ δελεασθεις ἀναστησαι Ἱππολυτον τεθνηκοτα : οἱ δε Τυνδαρεων , ἑτεροι Καπανεα , οἱ δε Γλαυκον , οἱ
του δε Οἰβαλον , Οἰβαλου δε και νηιδος νυμφης Βατειας Τυνδαρεων Ἱπποκοωντα Ἰκαριον . Ἱπποκοωντος μεν οὐν ἐγενοντο παιδες Δορυκλευς
9999960 χαλαν
ποιειϲθαι , καταιονουντα τε και καταπλαττοντα τοιϲ μαλαττειν τε και χαλαν δυναμενοιϲ και τα πνευματα διαλυειν , οἱον κριθινου ἀλευρου
μειζονος δε μετα ξηρασιας μεν και φλεγμονης καταπλασσειν τοις | χαλαν δυναμενοις , μετα καθυγρασμου δε τοις στυφειν ὑπισχνουμενοις ,
9999960 ἀμφιβολοι
ἐπειτα δε ὁτι και του συμφεροντος ἑνεκεν των ἀκουοντων πολλακις ἀμφιβολοι διδονται χρησμοι την διανοιαν αὐτων γυμναζοντες : χρωνται γαρ
. οὐ πεποιθοτες τυχῃ ] οὐ θαρρουντες , ἀλλ ' ἀμφιβολοι ὀντες εἰ ἐτι σωθειημεν . ἐβουκολουμεν ] ὡσπερ ἐθεραπευομεν
9999959 ὑπελαμβανεν
' αὐτο δε το ὑπαρχον : μιαν γαρ των Ἐρινυων ὑπελαμβανεν αὐτην εἰναι , καθο και προσιουσαν και τημελειν αὐτον
προσεφερε και την κυλικα της δυσωδιας μελιτος πληρη τοις λογισμοις ὑπελαμβανεν . Ἐν τουτοις παλιν ἀποφασις ἐξηνεκτο παρα του τυραννου
9999959 τριγενες
και Ταρπαιον ὀρος . και ἐθνικον Ταρπαιος ὡς Ῥωμαιος , τριγενες . Ταρρα , πολις Λυδιας . [ ἀφ '
: ψαμαθος κυαθος καλαθος και λαπαθος . το μεντοι ἀγαθος τριγενες . το δε ὁρμαθος και γυργαθος ὀξυνεται ἀπο μακρας
9999959 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999959 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999959 ἀποκρινομεθα
τινος ἐρωτησαντος δια το ἀποσβεννυσθαι το πυρ ἐν τοις νεφεσιν ἀποκρινομεθα : τι δε ἐστι βροντη ἐρωτησαντος , λεγομεν ψοφος
ἀνθρωπος ; ἠ ποσαχως ὁ ἁλιευς ἀγρευει τους ἰχθυας ; ἀποκρινομεθα δη και προς τουτο : μοναχως , διχῃ ,
9999959 φυλακην
των οὐ ταὐτα βουλομενων ὁπλιται τε ἠλθον και στρατια ἐς φυλακην : ἡς ἐπεξελθουσης ἐκ της Σπαρτωλου ἐς μαχην καθιστανται
παρεισαχθεις ὑπο των ἀλλοτριως ἐχοντων προς Ἀλεξανδρον της μεν πολεως φυλακην ἀπελιπε , των δε φιλων των Ἀλεξανδρου καταφυγοντων εἰς
9999959 Πεισανδρου
ἐξοισων ἐπιγυον . ἠ δωρ ' αἰτων ἀρχην πολεμου μετα Πεισανδρου πορισειεν . ἠ βοιδαριων τις ἀπεκτεινε ζευγος χολικων ἐπιθυμων
Ἀρισταγορου ἀρετης εὐμαρες ἠν διαγνωναι συμβαλοντας , ὁτι του Λακωνικου Πεισανδρου ἀπογονος ἠν , του ποτε συν τῳ Ὀρεστῃ ἀποικιαν
9999959 κατηγορησε
και ἐνιοτε οἱς αὐτος τις ἐνοχος ἐστι , ταυτι φθασας κατηγορησε του πλησιον ἐκφυγειν οὑτω πειρωμενος την διαβολην . και
, μαθητου την φωνην αὐτωι χρησαντος Ἀρχαγορου του Θεοδοτου . κατηγορησε δ ' αὐτου Πυθοδωρος Πολυζηλου , εἱς των τετρακοσιων
9999959 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν
9999959 θεωρητικης
, ὁσων οὐκ ἐστιν ὑπερβολη , οἱον της ἑξεως της θεωρητικης ὑπερβολη οὐκ ἐστιν , οὐδε της ἡδονης της ἐκ
ἡ εὐδαιμονια ἐξ ἐνεργειων μιας τινος ἑξεως , ἠτοι της θεωρητικης , ὡστε εἰ ἡ εὐδαιμονια συνισταται ἐκ των ἐνεργειων
9999959 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999959 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999959 Κυπριδος
ἑρπει δι ' αἰθρας . Χαους δε , οὐτι γε Κυπριδος παις ὠκυπετας οὐδ ' Ἀρεος καλευμαι : οὐτι γαρ
φιλημ ' ἐδεξω , προδοτιν αἰκαλλων κυνα , ἡσσων πεφυκως Κυπριδος , ὠ κακιστε συ . κἀπειτ ' ἐς οἰκους
9999959 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999959 τἀναντια
μειονας εἰναι . Εἰ δε ταπεινοτερα του μεσου ἠν , τἀναντια παντα συνεβαινε ἀν των προειρημενων , μειζονος ὀντος του
ἀλληλοις εἰτε ἑτερα ἐστι . Πως ; Δηλον ὁτι ταὐτον τἀναντια ποιειν ἠ πασχειν κατα ταὐτον γε και προς ταὐτον
9999959 ἑνδεκατην
ἑνδεκα , και τας μεν δεκα σιτεισθαι , την δε ἑνδεκατην ἀπολειπειν : . οὐκουν ἐκπλαγηναι δικαιον την αὐτοδιδακτον σοφιαν
, τελειως την ἑβδομην εἰναι κρινειν . εἰθ ' οὑτως ἑνδεκατην , τεσσαρεσκαιδεκατην δε μετ ' αὐτην , εἰθ '
9999959 διαληψομεθα
ἐχει γαρ διαφοραν . και πρωτον περι των αἰτιων μικρον διαληψομεθα . των γαρ αἰτιων το μεν τελικον ἐστι ,
ἐπι θερμοτεροιϲ χυμοιϲ ϲυνιϲταμενων ὀγκων διαλαβοντεϲ αὐθιϲ περι των ἐναντιων διαληψομεθα την ἀρχην ἀπο του οἰδηματοϲ ποιουμενοι . ὡϲπερ γαρ
9999959 ἐμονομαχησεν
ἀλλα και ψευδομεθα μη ψευδομενοι , ὡς ὁταν εἰπωμεν Αἰας ἐμονομαχησεν Ἑκτορι : τουτο γαρ και ἀληθες και ψευδος δια
ὑπο ἑνος ὀνοματος ταυτα σημαινηται : ὁταν γαρ εἰπωμεν Αἰας ἐμονομαχησεν Ἑκτορι μη διορισαμενοι περι ποτερου των Αἰαντων ἀποφαινομεθα ,
9999959 θριαμβου
ταις ἀφῃρημεναις . Αὐτος δε ἐπανηλθε : και δοθεντος αὐτῳ θριαμβου , προςετεθη και το ἐπωνυμον του παππου : Ἀφρικανος
Ῥωμαιοις . Βιτουιος δε ὁ στρατηγος ἁλους μερος ἐγενετο του θριαμβου : και ἐπι τουτοις τοις ἐργοις ἑκατερος των ὑπατων
9999959 ἀναγεγραφεν
ἐπι τῳδε Σωτηρα ἐπικληθηναι τον Πτολεμαιον : καιτοι αὐτος Πτολεμαιος ἀναγεγραφεν οὐδε παραγενεσθαι τουτῳ τῳ ἐργῳ , ἀλλα στρατιας γαρ
' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης πολλων ἀναγεγραφεν ἀνδρων ἀποφασεις περι ἑκαστου των ἐκκειμενων κεφαλαιων : ἡμιν
9999959 τερμα
, ὀστεα δ ' ἰσχει γη Μακεδων , ᾑπερ δεξατο τερμα βιου , πατρις δ ' Ἑλλαδος Ἑλλας Ἀθηναι ,
αἰκιζεται ] κολαζει . χαλᾳ ] ἐνδιδωσι . . ἀθλου τερμα ] του καματου τελος . . οὐκ ἀλλο γ
9999958 ἐναρα
ἡ διπλη , ὁτι κυριως το ἐξεναριξε νυν , τα ἐναρα περιειλεν . . . . αὐταρ ἐπει Λυκοοργος ἐνι
Τρωεσσιν ἐκεκλετο μακρον ἀϋσας νηυσιν ἐπισσευεσθαι , ἐαν δ ' ἐναρα βροτοεντα : ὁν δ ' ἀν ἐγων ἀπανευθε νεων
9999958 συγγνωμης
και δια παντος ἠγωνισατο : και το μεν ἀπρεπες της συγγνωμης ἐξεφυγε : την δε ἀπο του κεφαλαιου ὠφελειαν τῳ
της πολεως και δημοσιας ἑνεκα χρειας ἀπιων : και ἐπι συγγνωμης , ὁτι ἐχρην σε οὐκ αὐτα εἰπειν τα ἀποῤῥητα
9999958 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999958 λιμενες
πινακες οἱ πτυκτοι : ἀλλαι γαρ ἀλλους ἀκραι σχηματιζουσι : λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι
κολπου . μετα δε Γλυκυν λιμενα ἐφεξης εἰσι δυο ἀλλοι λιμενες , ὁ μεν ἐγγυτερω και ἐλαττων Κομαρος ἰσθμον ποιων
9999958 κατεσκαψεν
τον δ ' ἀλλον ὀχλον ἀπεδοτο , την δε πολιν κατεσκαψεν . Ἐπι δε της ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα
πολεις τας ὑπο Μουσικανῳ τεταγμενας ἐπελθων τας μεν ἐξανδραποδισας αὐτων κατεσκαψεν , εἰς ἁς δε φρουρας εἰσηγαγε και ἀκρας ἐξετειχισε
9999958 διδασκουσα
χρησεται , ἡ παρθενος δε ἑπεται κοσμιως το θηλυ χορευειν διδασκουσα , ὡς εἰναι τον ὁρμον ἐκ σωφροσυνης και ἀνδρειας
λεγεται . λεγεται γαρ το ὀργανον και ἡ μεθοδος ἡ διδασκουσα ἡμας το πως δει ἀποτελειν και ἐργαζεσθαι τα ἐν
9999958 κουροι
πυρι βαλλε θυηλας . και σπονδοποιειται γε τους δαιτυμονας : κουροι μεν κρητηρας ἐπεστεψαντο ποτοιο , νωμησαν δ ' ἀρα
ἠγινεον ἀνα ἀστυ , πολυς δ ' ὑμεναιος ὀρωρει : κουροι δ ' ὀρχηστηρες ἐδινεον , ἐν δ ' ἀρα
9999958 ἑξακισχιλιους
νικᾳ τους προ βασιλεως τεταγμενους και εἰς φυγην ἐτρεψε τους ἑξακισχιλιους , και ἀποκτειναι λεγεται αὐτος τῃ ἑαυτου χειρι Ἀρταγερσην
τουτους μεν εἰς ταξεις κατεχωρισεν , ὀντας πεζους μεν μυριους ἑξακισχιλιους συντεταγμενους , ἱππεις δε περι ἑξακοσιους , προς δε
9999958 ἀπολαβῃ
σωματος εὐθυνει κακος δαιμων μεχρις οὑ και τον ἐσχατον κοδραντην ἀπολαβῃ . μακαριος ἀνηρ , οὑ της ψυχης οὐδεις ἐπιληψεται
και παλιν διηθησον και οὑτω ποιει θερμαινων , ἑως οὑ ἀπολαβῃ την συσταθμιαν των τριων λιτρων . εἰθ ' οὑτως
9999958 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999958 τοὐπισθεν
και ὀδυνη ἐς τους κροταφους και το βρεγμα και ἐς τοὐπισθεν της κεφαλης , και τα ὠτα ἠχεει , και
το ζωσμα , ἐς τοὐμπροσθεν ἀγουσι , και αὐθις ἐς τοὐπισθεν . Οἱ δε τινες οὐχι περι το ζωσμα περιβαλλουσι
9999958 εἰδες
ἐκπλαγεις οὐν ὁ Χαιρεας ἀνεκραγε “ που γαρ συ Καλλιροην εἰδες την ἐμην ; ” “ οὐκετι σην ” εἰπεν
τοπον , τον χρονον , ποτε , που , πως εἰδες : εἰ δε μετεχων , ἐνοχος εἱς ταις αὐταις
9999958 προμηθειᾳ
κατηνεχθη και τους παιδας αὐτῳ διδασκαλῳ κατελαβε , θειᾳ δε προμηθειᾳ ὁ Γελων περιῃει μονος , και το γε παραδοξον
ἠδη μελλων ἀνηνυτον και ἀτελη πονον διαθλειν ἐπικουφιζεται ἐλεῳ και προμηθειᾳ του παντων σωτηρος θεου , ὁς ἐχρησεν ἐκ των
9999958 ἀμφισβητουσι
του , „ τους ἡγεμονας ἀνειλεν ὁ θεος φυλαττεσθαι και ἀμφισβητουσι προς ἑαυτους οἱ ῥητορες και οἱ στρατηγοι , ”
οἱ τον Εὐξεινον οἰκουντες το ἀγαλμα εἰναι παρα σφισιν , ἀμφισβητουσι δε και Λυδων οἱς ἐστιν Ἀρτεμιδος ἱερον Ἀναιιτιδος .
9999958 Κολοφωνιων
, ὁπου ποτε ἐν τοις δυσκαταλυτοις πολεμοις το ἱππικον των Κολοφωνιων ἐπικουρησειε , λυεσθαι τον πολεμον : ἀφ ' οὑ
ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω τειχεος ποιευμενους
9999958 ὑπεδεξαντο
πολεις τε και οἰκιας οὐ καλως οὐδ ' ἐν δικῃ ὑπεδεξαντο , ἀλλ ' ὡστε θανατους τε και σφαγας και
νοητων ἡ δε των αἰσθητων ἀυλως και γνωστικως ἐν αὐτοις ὑπεδεξαντο . ὡστε ἐσται αἰσθησις ψυχης δυναμις μερικη γνωστικη ,
9999958 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999958 ἐστρατοπεδευσαντο
. Χειρισοφος μεν οὐν και ὁσοι ἐδυνηθησαν του στρατευματος ἐνταυθα ἐστρατοπεδευσαντο , των δ ' ἀλλων στρατιωτων οἱ μη δυναμενοι
ἀπαγουσιν αὐτους ἀπο του λοφου και προελθοντες ἐς το ὁμαλον ἐστρατοπεδευσαντο ὡς ἰοντες ἐπι τους πολεμιους . Τῃ δ '
9999957 εἰωθεισαν
ταις ναυσιν ὀντες του λιμενος ἐστερημενοι , τροφης δε ἀπορουντες εἰωθεισαν καθ ' ἡμεραν ἐπι την χωραν ἐξιεναι και τας
ἐν οἰκῳ θυριδας μη ἐχοντι . και γαρ ἀντιπαθειᾳ τινι εἰωθεισαν ὡς ἐπιπαν οἱ ἀγριοι κροκοδειλοι νυκτος ἐπερχεσθαι τῳ δηχθεντι
9999957 θαυμασμου
” , “ Ποσειδον ” και “ Ἀπολλον ” ἐπι θαυμασμου , ἐπιρρηματικως , ἐκπληκτικον , ἐπι θαυμασμου τουτο .
τα ὑπ ' αὐτων κελευομενα παντας βιουν , σπουδαζοντες μειζονος θαυμασμου και σεμνοτητος τυχειν , ἀνεπλασαν περι αὑτους ὑπερβαλλουσαν τινα
9999957 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999957 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999957 τρισυλλαβως
ἀνευ του ι . οἱ γαρ Ἰωνες την ἀηδιαν συναλειφοντες τρισυλλαβως γραφουσιν , διο και ἐξεταθη . ἀκυλος : ὁ
τον Ὀλυμπον Ἑστιαιας . το ἐθνικον Ἑστιαιευς . λεγεται και τρισυλλαβως . ἐστι και ἀλλη Ἀκαρνανιας . ὁ πολιτης Ἑστιαιωτης
9999957 Ὀλυμπιου
κιθαρας μεσον Ἀσκληπιου και της Ὑγιειας δεικνυσινἀναθημα τουτ ' ἠν Ὀλυμπιου του πατρος . Ὀλυμπιου δια χρονου παλιν οἰκαδε εἰσελθον
πολιν εἰς το λοιπον . ἑτερωθι δε ἐτι λαμπροτερον Προς Ὀλυμπιου Διος σε χρυσεα κλυτομαντι Πυθοι λισσομαι Χαριτεσσι τε και
9999956 διπλασιονι
και τετραγωνον : ὁ μεν οὐν ἀπο μοναδος τριτος ἐν διπλασιονι λογῳ , τετταρα , τετραγωνος ἐστιν , ὁ δε
δε ἐστιν ἡ των λογων ὁμοιοτης . τα γαρ ἐν διπλασιονι λογῳ ὀντα ὁποσα ἀν ᾐ , καθο τοιαυτα ἐστι
9999956 συμποσια
συμποσιῳ καθηκον ἀναστρεφομενην ἐπιστημην οὐσαν του πως δει ἐξαγεσθαι τα συμποσια , και του πως δει συμπινειν : την δ
πολιτειᾳ , φησιν : ὁ καλουμενος κοτταβος παρηλθεν εἰς τα συμποσια και περι Σικελιαν , ὡς φησιν Δικαιαρχος , πρωτον
9999956 τρισμυριοι
δε πασα δυναμις ἠν των περι τον Εὐμενη πεζοι μεν τρισμυριοι πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε
πληθος ἠν τοδε : της μεν Σπαρτιητικης ταξιος πεντακισχιλιοι και τρισμυριοι ἀνδρες ὡς ἐοντων ἑπτα περι ἑκαστον ἀνδρα , και
9999956 διαλεγομεθα
τους ἀγαθους περι ἑκαστα , τουτεστιν εἰτε μετα ἀριστων ἰατρων διαλεγομεθα ἠ γεωμετρων , εἰτε προς τους ὁμοιους , ἠγουν
ὡς εἰδες , πρωτῳ ἐντετυχηκα σοι και περι του Πρωτεσιλεω διαλεγομεθα , διαλεξομεθα δε και περι του καταλογου των ἡρωων
9999956 ἐπαισα
, αἱ δ ' ἁπλαι εἰς τα ἀλλοπαθη , ἐμαυτον ἐπαισα , ἐμε [ συ ] ἐπαισας , των ῥηματων
οὐδεν , ἀλλα γη πεποιημαι : ἐχω δ ' ὁκοσον ἐπαισα χὠκος ' ἠεισα χὠκοσς ' ἐρασθην [ τα δ
9999956 ἀποδιδωσι
ὁλας διαφορας ἡμιν παραδιδωσι των προσωπων , την δε πρωτιστην ἀποδιδωσι ταξιν τοις ὡρισμενοις τε και κυριοις δια δυο ταυτας
μη εἰναι διαφερουσας προτασεις την αἰτιαν ἀπο των πραγματων αὐτων ἀποδιδωσι , λογον αὐτην προσαγορευων , ὡς και Πλατων ἐν
9999956 ἀπομελι
, τοτε παλιν συμφερει μεταβαινειν ἐπι το ὑδαρες μελικρατον ἠ ἀπομελι παρεχειν αὐτο κατ ' ὀλιγον και μη ἀθροως :
και χωρις πυρετου το νευρωδες πεπονθοσιν . ὑδρομελι δε και ἀπομελι και μελιμηλον αὐτα μεν ἐφ ' ἑαυτων οὐκ ἐπιτηδεια
9999956 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999956 ὀξυτατοι
βουποροι , ὁ ἐστιν : ὀβελισκοι σφαττειν δυναμενοι , ἑκατερωθεν ὀξυτατοι . το δε ἐκλυτοι ὡς προς τα μεσαγκυλα :
προς τῃ Ἰταλιᾳ , ἐν ᾑ γινονται πορφυραι διαφοροι και ὀξυτατοι . βουλεται οὐν δηλουν , ἱνα μη σε πληγας
9999956 μετεπεμψαντο
Σταγειριτην και ἑορτην ἠγον Ἀριστοτελεια : και ἐν Χαλκιδι τελευτησαντος μετεπεμψαντο το σωμα και βωμον ἐπεστησαν τῳ ταφῳ και Ἀριστοτελειον
αὐτῳ μεγα οἱ Ἀθηναιοι προτερον πολεμιον νομιζοντες προξενον ἐποιησαντο και μετεπεμψαντο , βουλομενοι Σιταλκην σφισι τον Τηρεω , Θρᾳκων βασιλεα
9999956 ἀφροσυνην
ὡς οὐ δεοι ὁδοιπορειν . ὁ δε ὡς ἐγνω την ἀφροσυνην αὐτων , ἐπεψηφισε μεν οὐδεν , τας δε πολεις
ἐν αὐλῃ . Πολλων οὐν φονευομενων ἀλληγορικως Ὁμηρος την βαρβαρικην ἀφροσυνην ὑπο Διομηδους τετρωσθαι παρεισηγαγεν . Ὁμοιως δ ' ὁ
9999956 φιλοτεχνως
ἐπιμιξιαν ἐξημερωμενοι τας ἀγωγας . οὑτοι τον κασσιτερον κατασκευαζουσι , φιλοτεχνως ἐργαζομενοι την φερουσαν αὐτον γην . αὑτη δε πετρωδης
ποταμου γεφυραν σταδιων πεντε το μηκος κατεσκευασεν , εἰς βυθον φιλοτεχνως καθεισα τους κιονας , οἱ διεστηκεσαν ἀπ ' ἀλληλων
9999956 Ἀδραστεια
τιμωρησασαν : θεα γαρ ἠν τους ὑπερηφανους τιμωρουσα . : Ἀδραστεια ἡ Νεμεσις . παραινει δε πτοεισθαι μη ποτε τις
, ὡς Χαραξ ἐν Ἑλληνικων δευτερῳ . . . . Ἀδραστεια : Ἐστι δε και Τρωαδος Ἀδραστεια τοπος , ἀπο
9999956 Λαομεδοντι
δ ' ἐπιλησονται , το ἐγω και Φοιβος Ἀπολλων ἡρῳ Λαομεδοντι πολισσαμεν ἀθλησαντες . ” τον δε μεγ ' ὀχθησας
ὁ Ἰλῳ καλλιπε συν κτεατεσσιν : ὁ δ ' ὠπασε Λαομεδοντι : αὐταρ ὁ Λαομεδων Πριαμῳ πορεν , ὁς μιν

Back