Λιπαραν , καθ ' ἡν και ἡ πολις ἠν , διενειμαντο , τας δ ' ἀλλας ἐγεωργουν κοινηι . το
δραχμην ἑκαστῳ Περικλεους εἰσηγησαμενου . ὑστερον και πολλα ἁμα χρηματα διενειμαντο ἐπι τῃ του θεωρικου προφασει , τα μεν Διοφαντου
9999974 διενοουντο
ὁν εἰποιμεν ἀν ὁτι τους μεν Ἡρακλειτειους , εἰπερ οὑτω διενοουντο τῳ λογῳ , νυν ἐκποδων ποιησομεθα : οὑτοι γαρ
ναυσιν , ἀπολειται τα ἐν Χιῳ πραγματα . οἱ δε διενοουντο βοηθησειν . ἐν τουτῳ δε ὁ Πεδαριτος αὐτος τε
9999974 συλλογισμου
, τον τε προσεχη των πρωτων δυο , ὁτι περι συλλογισμου , και τον ἀπωτερω των ὑστερων δυο , ὁτι
ὑποθετικοι : τα γαρ ἀμφιβαλλομενα ἐν τοις ὑποθετικοις δια κατηγορικου συλλογισμου δεικνυουσιν , ἱνα μη ἐπ ' ἀπειρον προελθωσιν δι
9999973 παρεσκευαζοντο
κειμενην χωραν , αὐτοι δε δογμα γραψαντες ἀκολουθον τοις προειρημενοις παρεσκευαζοντο τα προς την στρατειαν . Περδικκας δε τους τε
του πολεμου παραδοξος ἁπασι γενομενη και ὁ χρονος ἐν ᾡ παρεσκευαζοντο πολυς ἐφελκυσθεις διεχεεν αὐτων τα βουλευματα . των γαρ
9999972 κυαμου
τον δε ἰσχυροτερον ἐνδεχεται . Της δ ' ἀσθενειας του κυαμου κἀκεινο σημειον ἀν τις λαβοι : μονος γαρ δοκει
φυλλα , ἰσα λειωσας ἀναπλασσε και παραπλασας χυλῳ διδου καταπινειν κυαμου μεγεθος και ἐπιρροφειτω οἰνον κεκραμμενον : κινει και καταμηνια
9999972 γιγνωσκομεν
μηδενος ὁλως ἀποτυγχανειν : ἀλλ ' ὡσπερ ἡμεις τα ζῳα γιγνωσκομεν ὁρωντες , ὁτι τουτο μεν ἐστι προβατον , εἰ
οὐ προσδιδασκουσιν , οὐκ ἐννοουντες ὁτι πολλοστον μερος ἐστιν ἁ γιγνωσκομεν ὡν ἀγνοουμεν : ἀλλως τε ὁτι και των ἐναντιων
9999972 διεφαινετο
προϊοντος του χρονου χειρω τα τε χρωματα και τα παρυφισταμενα διεφαινετο . Τι οὐν ἀν τις ἐνταυθ ' ἐνομισεν ,
ὡς ἐπιστελεις οὐ κακως . ἡ τε γαρ σου χρηστοτης διεφαινετο παλαι και ἐπιστελλειν ἐμανθανες . ἡκοντος δε του καιρου
9999972 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999972 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999972 διελεγετο
ἐν ταυτῃ τῃ νησῳ τῃ Θηρᾳ : ἐν αὐτῃ γαρ διελεγετο ἡ Μηδεια . τεκωνται : ἀντι του τεξονται .
ᾀδειν . οὑτως ὑπο του παθους ὡς προς ἐτι ζωντα διελεγετο τον υἱον : τοιουτον γαρ μαλιστα πεφυκασιν αἱ γυναικες
9999972 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999972 ὀξυτερα
ἡ γη διολου κυκλοτερης , ἀλλα κατα τι μερος , ὀξυτερα δε προς ἑκατεραν ὁδον , δυτικην τε και ἀνατολικην
μικροτερων διαστηματων ἐλαττοσι μερεσι της χορδης ἐλαττω πληττοντες ἀερα τα ὀξυτερα ἠχησομεν , τῳ δ ' ἐναντιῳ λογῳ δηλαδη τα
9999971 ἐνεισι
ἐς την Ἐρυθρην καλεομενην θαλασσαν , ἐν τῳ αἱ λιθοτομιαι ἐνεισι αἱ ἐς τας πυραμιδας κατατμηθεισαι τας ἐν Μεμφι :
νους ἐνουσας ἰδεας τῳ ὁ ἐστιν ζῳον , οἱαι τε ἐνεισι και ὁσαι , καθορᾳ , τοιαυτας και τοσαυτας διενοηθη
9999971 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999971 ἐχαρισαντο
εὐεργεσιας Ἀκαρνασι Ῥωμαιοι Λευκαδα και Ἀνακτοριον ἀφελομενοι Κορινθιους ἀνα χρονον ἐχαρισαντο Οἰνιαδας τε ἀποκαταστησαι βουλομενοις ἐπετρεψαν και τας Ἐχιναδας νησους
ἀρα ἐλευθερος εἰμι „ . οἱ δε τελωναι διαχυθεντες . ἐχαρισαντο τε τῳ Ξανθῳ το τελος και ἀπηλλαγησαν . Ὁ
9999971 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999971 ἐπηγγελλοντο
οὐσων των ἀρχων παντα τα παθη και τας οὐσιας ἀποδωσειν ἐπηγγελλοντο , ὑφ ' οὑ τε τι γινεται και πως
ὡς ἀναξια της ἡμετερας προαιρεσεως και φιλανθρωπιας δι ' ὡν ἐπηγγελλοντο βεβουλευμενοις μεμψαμενοι , του δ ' ὡς ἀδυνατοις ἐπιχειρουντος
9999971 συγγραμματι
περιεχομενον νουν , δηλονοτι τον ὀντα νουν και ἐγκειμενον τῳ συγγραμματι . Ἀναγιγνωσκομεν δε τα μεν ἡρωϊκα ἡρωϊκως , ἠγουν
των ὀντων : θεολογησαι γαρ αὐτῳ προκειται ἐν τῳ παροντι συγγραμματι . ἀμελει τοι και περι στοιχειων διαλεγεται και περι
9999971 παρεκελευετο
πατριδος , ἡν ἑτερος Ἀλεξανδρος καθαιρησει . ” Ὁ αὐτος παρεκελευετο τοις ἀνθρωποις ἠ νουν ἠ βροχον . Ὁ αὐτος
κορην και ὀμνυσιν ἠ μην φυλαξειν ἀμολυντον , και θαρρειν παρεκελευετο . Και ἡ μεν παρα τῳ αἰπολῳ ἠν ἐν
9999970 Δημοσθενης
ποιησαι , πανηγυρικως μελεταται : και γαρ πολυς ἐστιν ἐνταυθα Δημοσθενης κατα Φιλιππου δημηγορων , ἀλλα και ὁ προς Λεπτινην
τις τουτῳ τῳ σχηματι το προοιμιον ἐξενεγκοι , ὡς ὁ Δημοσθενης εἰ μεν περι καινου τινος πραγματος προὐτιθετο , ὠ
9999970 Θεμιστοκλεους
, του Φιλελληνος . καταφερεται κτἑ . : ἀλλο δυστυχημα Θεμιστοκλεους ἐπολιορκει Ναξον : δια την ἀποστασιαν αὐτης δι '
ὀργην ἐκκαλουμενον : καταδραμειται δε οὐ μονον Ἀλκιβιαδου φευγοντος ἠ Θεμιστοκλεους ἠ ὁπερ ἀν ᾐ το προσωπον , ἀλλα κοινος
9999970 ἀτεραμονα
των ὀσπριων ἠ και του παντος σιτου κυαμον και φακον ἀτεραμονα γινεσθαι ψευδος ὑποληπτεον ἀλλα μαλιστα διαπειρωμενοι τουτων δια την
δε και το χωριον ὁτε μεν τεραμονα φερειν ὁτε δε ἀτεραμονα της αὐτης ἐργασιας τυγχανον : και των συνεχων αὐλακος
9999970 σοφωτατου
ἐπιστειλαντος μου μεριμνησειν ὑπερ των Θεοφιλου πραγματων , ἀνδρος και σοφωτατου και δικαιοτατου και ὁς ἐν μεσῳ βιβλιων και ἐγρηγορε
της εὐδαιμονιας τελος , και ταυτα δια του παρεισαγομενου προσωπου σοφωτατου παρ ' αὐτῳ . Πεποιηται γαρ Ὀδυσσευς ἀναφωνων :
9999970 ἐρωτικως
, ὁπως Ἀχιλλει ὁπλα κατασκευασηι , τον δε ποιησαι . ἐρωτικως δε ἐχοντα τον Ἡφαιστον της Θετιδος , οὐ φαναι
συνετελεσθη . Δαμας γαρ τις των ἐνδοξων ἀριθμουμενος ἐν Συρακουσσαις ἐρωτικως διετεθη προς τον Ἀγαθοκλεα και το μεν πρωτον δαψιλως
9999970 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999970 διετριβεν
τους στρατιωτας πολυ της πολεως , ἐν ᾑ καθηστο και διετριβεν , ἀπεχοντας . ἐδεδιει γαρ , οἰμαι , μη
αὐτῃ : παρεδιδου δε και τα Ἀλινδα , ἐν ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης
9999970 πεπιστευκεν
ἐκαιροφυλακησε τας ἀκαιριας του λογισμου , ὡς ἀντιβιασασθαι . „ πεπιστευκεν οὐν Ἀβρααμ τῳ θεῳ „ , ἀλλ ' ὡς
πως ὑπερ ἡμων καλως Ἀπολλοδωρος οὑτοσι δοξαζει , εἰ γε πεπιστευκεν ὁτι μετα την ἐξ Ἀθηναιων φιλοτησιαν ἐτι ὀψεται Σωκρατην
9999970 ἱκοντο
και οὐκ ἐθελοντε πιθοντο . Ἐς δ ' ἀρα νηας ἱκοντο συν Ἀργειοισι και ἀλλοις μαντιν ἀγασσαμενοι τον ἀρ '
Φορκυν , ἀμφω ἀδελφειους , οἱ τ ' ἐκ Σαλαμινος ἱκοντο Αἰαντος νηεσσι και οὐκετι νοστον ἑλοντο . Τοισι δ
9999970 δημιουργιαν
και ἡ διαπλαστικη δυναμις , εἰ μη ἐχει ὑλην εἰς δημιουργιαν μοριου ἐπιτηδειαν , οὐ δυναται τι ποιησαι . ὁταν
οὐσιωδη προς τι ὑπαρχουσι και συντελουντα εἰς την της φυσεως δημιουργιαν . ἀδυνατον δ ' ἐστιν αὐτα καθ ' αὑτα
9999969 εὐμενες
δηλονοτι ἐρωτωντος και του την ἀποκρισιν διδοντος , ὑπερ του εὐμενες αὐτοις ἐσεσθαι το θειον και το ἐσομενον ἀποκαλυψαι κατα
χυμοις ἠ πυκνωσει δερματος συνισταμενων . ἐστι δε και ὑποχονδριῳ εὐμενες , εἰπερ τι και ἀλλο . ἐξανθηματων δε δια
9999969 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999969 Θεσσαλικων
Παραποταμιος . Παραυαιοι , ἐθνος Θεσπρωτικον . Ῥιανος ἐν τεταρτῳ Θεσσαλικων „ συν δε Παραυαιους και ἀμυμονας Ὀμφαλιηας ” .
. . Παραυαιοι : ἐθνος Θεσπρωτικον : Ῥιανος ἐν δ Θεσσαλικων συν δε Παραυαιους και ἀμυμονας Ὀμφαλιηας . καλουνται δε
9999969 δικαστηρια
δικανικου , συμβουλευτικου , πανηγυρικου , τοποι του μεν δικανικου δικαστηρια , του δε συμβουλευτικου ἐκκλησιαι και δικαστηρια , του
ἁπαντας μεν γαρ τους ὁμιλουντας οὐ . πολλοις γαρ τα δικαστηρια μεταλλα . δει δε οὐδε ἁπαντων κατεγνωκεναι κακιαν .
9999969 ὑπετιθεντο
εἰ μεν και καθ ' ὑποστασιν ἐχωριζον , ἀδυνατα ἀν ὑπετιθεντο : οὐ γαρ ἐστιν ὑποστασις των περατων καθ '
περι δε του διδαξαι ἡμας οὐδεν ἐφροντισαν : θεους γαρ ὑπετιθεντο εἰναι τας ἀρχας και ἐκ θεων γεγονεναι , και
9999968 μυριαδας
ἐφηδρευε προς ἀναπληρωσιν των κενουμενων ταξεων , ὡς αὐτοβοει πολλας μυριαδας καταστορεσαι και μηδενα της ἀντιταχθεισης νεοτητος ἀπολιπεσθαι : κτεινουσι
του βασιλεως και μελλοντος ὀλιγοις στρατιωταις προς τους σατραπας διαγωνιζεσθαι μυριαδας ἑπτα στρατιωτων ἐχοντας , συμμαχησαντος αὐτῳ Χαρητος πασῃ τῃ
9999968 Σικελιαν
ταυτης δ ' ἐτι καθεστωσης ἐν πολεμῳ διεβησαν εἰς την Σικελιαν , ἀφελομενοι δε Καρχηδονιων αὐτην ἐπανηλθον ἐπι τους περι
ὑπαρχοντα σωζειν . ἐπειδη δε ἐτελευτησεν ἐκεινος , ὠνειροπολουν μεν Σικελιαν , ἐφιεντο δε Ἰταλιας , ὠρεγοντο δε Καρχηδονος και
9999968 προσηγορευσε
δε τῳ Ἀχαιῳ και Ἐρατοσθενης ἐν Ἀντερινυι τους συας λαρινους προσηγορευσε μεταγαγων και αὐτος ἀπο των λαρινων βοων : οἱ
την Διογενους βακτηριαν συν και τω ποδε ἀριθμων οὑτος τριποδα προσηγορευσε , παντων τραπεζας καλουντων τας παραθεσεις ταυτας . ὁτι
9999968 γραμματεια
ὑπερ του δεοντος ἀγωνα ἐλεγον . των δε δικαστικων ὀνοματων γραμματεια , διαμαρτυρια , διαθηκαι , ἀντιγραφα , κατασεσημασμενα ,
, ἀνδρος ἐπιφανους και πρωτου Ἐφεσιων τα πολιτικα : και γραμματεια τε εἰσεφοιτα παρα της γυναικος αὐτῳ και στεφανοι ἡμιμαραντοι
9999968 πιπρασκομενα
τουτο οὐν ἐφη ἐπιπαστα . δημιοπρατα δε λεγει τα δημοσιᾳ πιπρασκομενα . διαβαλλει δε αὐτον δια της λεξεως ὡς τα
, εἱς ἐκ της φυλης ἑκαστης : διοικουσι δε τα πιπρασκομενα ὑπο της πολεως παντα , τελη και μεταλλα και
9999968 σμικροτης
οὐ μονον ὀξυτης και βαρυτης , ἀλλα και μεγεθος και σμικροτης και λειοτης και τραχυτης φωνης , εὑροι δ '
ἐν τῃ διαστολῃ του σφυγμου ; ὀκτω , μεγεθος , σμικροτης , σφοδροτης , ἀμυδροτης , ταχυτης , βραδυτης ,
9999968 Κορινθιοις
, ἠ ὁτι μουσικωτατοι ἠσαν Κορινθιοι , ἠ ὁτι ἐν Κορινθιοις καλλιστοι ποιηται ἐγενοντο , ὡν εἱς ἠν Ἐσων .
Ἀργος . Ἐν δε τουτῳ ἐδοκει πρωτον τοις βοιωταρχαις και Κορινθιοις και Μεγαρευσι και τοις ἀπο Θρᾳκης πρεσβεσιν ὀμοσαι ὁρκους
9999968 δουλοσυνης
. Ἠθελες , ὠ Ζηνων , ἀνδρα τυραννον κτεινας ἐκλυσαι δουλοσυνης Ἐλεαν . ἀλλ ' ἐδαμης : δη γαρ σε
ἐπ ' ἡμεας μουνους ἐστρατηλατεε ὁ Περσης τεισασθαι της προσθε δουλοσυνης βουλομενος , χρην αὐτον παντων των ἀλλων ἀπεχομενον ἰεναι
9999968 νεανισκους
ἐστι πλανωσα τον νουν και την διανοιαν , και καταγει νεανισκους εἰς ᾁδην , οὐκ ἐν καιρῳ αὐτων . Και
γυναικας : ὁταν δε τουτων ἀπολαυσωσιν , αὐθις αὐτοις εἰσαγουσιν νεανισκους ἀκμαζοντας , οἱ πλησιαζουσιν αὐτοις ἐκεινοις . ἀφροδισιαζουσιν δε
9999968 προπολεωϲ
, εὐφορβιου ⋖ ιϚ , ὑποκιϲτιδοϲ χυλου ⋖ ιϚ , προπολεωϲ ⋖ ιϚ , ϲμυρνηϲ ⋖ ιϚ , ἑλενιου ⋖
ψυχη βοτανη . ἀντι ὀπου πευκεδανου γλυκυριζηϲ χυλοϲ . ἀντι προπολεωϲ λαδανον . ἀντι πιτυοκαμπηϲ ϲφηκεϲ εἰϲ κεδριαν . ἀντι
9999968 ἐπρεσβευσαν
και ὁτι ληφθεισης αὐτης περι εἰρηνης πρωτοι Λακεδαιμονιοι προς Ἀθηναιους ἐπρεσβευσαν . οὐχ ὡς ὡρισμενην τινα πολιν , ἀλλ '
ψηφισαμενων δε Ῥωμαιων Κρησι πολεμειν δια ταδε , οἱ Κρητες ἐπρεσβευσαν ἐς Ῥωμην περι διαλλαγων . οἱ δε αὐτους ἐκελευον
9999968 τετρακισχιλιοις
, διοτι του δια Βαβυλωνος ὁ δια της Θαψακου ἀρκτικωτερος τετρακισχιλιοις ὀκτακοσιοις , συμπιπτειν φησι πλειους των ὀκτακισχιλιων . πως
ἐδεχοντο τον Σκιπιωνα . ὁ δε ἐσηλθε μεν συν ἀνδρασι τετρακισχιλιοις , και φυγη ταχεια των Καρχηδονιων ἐς την Βυρσαν
9999968 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999968 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999968 ἐσπεισαντο
θουροι δε πυρωπεες , αἰολοδειροι , δορκοισιν φιλιην παρα τεμπεσιν ἐσπεισαντο , ἠθαλεοι τε πελουσι και ἀλληλοισιν ὁμαυλοι , εὐνας
, σκοροδα δε σιτουνται προθυμοτατα . οἱ τοινυν ταυτα προμαθοντες ἐσπεισαντο προς αὐτους ἑκοντες ἀθηριαν : ὁστις δε τῃ τουτων
9999968 ἑλκομενη
περιδρομος οὐρεσι γαια , Κασπιαδων πυλεων νοτιωτερον οἰμον ἐχουσα , ἑλκομενη και μεχρις ὁμωνυμου ἀμφιτριτης . τριχθα δε μιν ναιουσι
οἱα δρακοντος διττη μελαινα προεκυπτεν , ὑπο τριχων και αὐτη ἑλκομενη . και ὁ Πελλαιος δε δρακων προϋπηρχεν και οἰκοι
9999968 κατελαμβανε
τα προς ἡμας ἐν τοις περι σου λογοις ὀντας ἡμας κατελαμβανε πολλοις τε ῥεουσι και ἀπο πολλων στοματων , πολλοι
ἀιδια ἐγινετο . Ἐγινετο δε , ὁτι λογος πασαν ὑλην κατελαμβανε και εἰχεν ἐν αὑτῳ παντα ὀντων αὐτων ἐκει ἐν
9999968 παραλιῳ
ποταμου ἐκβολων , και τῃ ἀπο τουτου του Εὐξεινου Ποντου παραλιῳ μεχρι του μυχου του Καρκινιτου κολπου . Και ἡ
εἰναι . ἐστι και ἑτερα πολις πλησιον Γαζης προς τῳ παραλιῳ μερει . ὁ πολιτης της προτερας Ἀνθηδονιος . ἐστι
9999968 ἐνεργητικην
ξενιτευων και σχεδον ὡς εἰ κατα προθεσιν ἀπειπαμενος και την ἐνεργητικην την περι τας πολεμικας και πολιτικας πραξεις και την
μετα της ὁριστικης ἐγκλισεως και ἐτι των ὑπολοιπων διαθεσιν δηλουν ἐνεργητικην , οὐ μην ἐπιδεχομενοις την παθητικην . ἐστιν δε
9999968 ἠραντο
, Λουκιος Κορνηλιος Λεντουλος και Φουλβιος Φλακκος ὑπατοι κατα Ῥηγουλων ἠραντο πολεμον ἐντος των ἰταλικων ὁριων , και νικης γενομενης
αἰθερα , ἐν ᾡ ταυτα . ὁσοι μεν οὐν κρατος ἠραντο της ἐπιστημης και ὁσαι πολεις και ὁσοι βασιλεις ἐρωτι
9999968 κοιλιης
ἐπην νουσος ἐπιγενηται , τῳ ὑδατι πολλῳ χωρεει ὑπο της κοιλιης , και ἐς τον σπληνα ἐρχεται ἀει ἀπο του
, τα παρ ' οὐς μαλιστα . Τοις ἀσωδεσι , κοιλιης ταραχωδης ἐπιστασις δια ταχεων ἐξανθει οἱα κωνωπων κεντηματα ,
9999968 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την
9999968 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999968 πολιῳ
ποιμνιων χρηστεον καλαμινθῃ και ἀσφοδελῳ , ἠ γλιχωνι , ἠ πολιῳ , ἠ κονυζῃ , ἠ ἀβρο - τονῳ :
ἀπεκριναμην αὐτοις . Ἀπελθων δε ἐς την πανηγυριν ἐπεστην τινι πολιῳ ἀνδρι και νη τον Δι ' ἀξιοπιστῳ το προσωπον
9999967 παραλαμβανεσθω
ἐνδειξιν [ ἐλαβεν ] , ὡστε το μεν πρωτον λουτρον παραλαμβανεσθω δια την διαθεσιν , το δε δευτερον δια την
ἡ δε διαιτα ἐστω λεπτη και ξηραινουσα . και χρησις παραλαμβανεσθω αὐτοφυων ὑδατων στυπτηριωδων και νιτρωδων μαλλον , εἰτα θειωδων
9999967 αἰσθητηριου
δοξειεν ἀν μεταβαλλων ἠ του σωματος μεταβαλλοντος , τουτεστι του αἰσθητηριου , δια τινα χυμον συρρευσαντα ἐκεισε ποτε μεν εἰναι
, οὐκ ὀψεται , οὐχ ὡς οὐκ ὀντος του ὀπτικου αἰσθητηριου , ἀλλ ' ὡς του μεταξυ μη ὀντος ,
9999967 ἐκρινετο
τυραννιδος χαλεπωτερα και δεινοτερα νυν , ἠ ὁταν της τυραννιδος ἐκρινετο , ἐπι το δικαστηριον αὐτον εἰςαγγελλοντες ἐληλυθαμεν : και
ἀλλο οὐδεν ἐπεσημανθη , ἀλλ ' ἐν τῃ φωνῃ μουνῃ ἐκρινετο . Τα δε νυκταλωπικα ἱδρυετο , ὡς και τα
9999967 ἐοικεν
, μη πειθοι δ ' ἡμας , τι πλεον : ἐοικεν οὐν ὁ Πλατων οὐ τοις οὐσιν ἀνθρωποις γραψαι τους
ἀν εἰη . Οὐ φαινεται . Ἠινιττετο ἀρα , ὡς ἐοικεν , ὁπερ ἀρτι ἐγω ἐλεγον , ὁ λεγων το
9999967 Σικελικων
. και Ἀνδρεας ὁ Πανορμιτης ἐν τῳ τριακοστῳ τριτῳ των Σικελικων των κατα πολιν , ὡς ἀπο δυο νεων προσαγοιτο
δευτερῳ . : Ὑκκαρον , φρουριον Σικελιας , ὡς Φιλιστος Σικελικων πρωτῳ . Ἀπολλοδωρος δ ' ἐν δευτερῳ Χρονικων πολιν
9999967 αὐταρκες
ἁπλουν και αὐταρκες ὀντως οὐδεν δειται : το δε δευτερως αὐταρκες , δεομενον δε ἑαυτου , τουτο δειται του νοειν
ἐκρινεν αὐτην , τῃ δ ' ἀναλογικῃ ἁρμονιᾳ : | αὐταρκες τ ' ἐνομιζε μεχρι του δια πασων στησαι την
9999967 εἰργαζοντο
σχολαζουσιν ὁρμη ἐνεπεσε περιστασιν ἐκτειχισαι το χωριον . και ἐγχειρησαντες εἰργαζοντο , σιδηρια μεν λιθουργα οὐκ ἐχοντες , λογαδην δε
βοσκηματα κατεβιβαζον ἐκ των ὀρων και της χωρας τα πλειστα εἰργαζοντο . ἐπει δε ἐδοκουν τῳ Ἀγησιλαῳ πανυ ἠδη θαρρειν
9999967 κινητικην
γαρ την των ὁλων γενεσιν ἐρωτα συμπαρελαβον , τουτεστι την κινητικην και συναγωγον των ὀντων αἰτιαν , ὁ μεν Ἡσιοδος
λεγουσι της ψυχης , ἀλλ ' οἱ μεν ἐπι την κινητικην δυναμιν αὐτης ἀπενεχθεντες των λοιπων ὠλιγωρησαν , οἱ δε
9999967 Ἀριστειδης
της ἀγορας ἰδειν ἀνισχοντα , τουτο δε ἀνα στομα ἐχειν Ἀριστειδης μελετησεται τημερον ἐν τῳ βουλευτηριῳ ὡρας τεταρτης . ταυτα
* : δυσπαραιτητοι ] Παραιτουμαι το συγγνωμην αἰτω , ὡς Ἀριστειδης : παραιτεισθαι μεν οὐκ οἰδα . δυσπαραιτητος δε κριτης
9999967 Λευκιου
ἀκοντισαι μεν ἀμεινονων ὀντων των Καισαρος , συμπλεκεσθαι δε των Λευκιου μονομαχων : και πολλους ἐκτεινον συμπλεκομενοι . Ὡς δε
Ῥωμαιων ἐς την Ἑλλαδα ἠπειγετο , στρατηγουντος Ποπλιου και ναυαρχουντος Λευκιου . . . . , . . ὁτι ὁ
9999967 πεντακοσιοι
Ὀυουλτουρνῳ ποταμῳ , ἐν ᾑ πολιορκουμενοι Πραινεστινων ἀνδρες τετταρακοντα και πεντακοσιοι προς ἀκμαζοντα Ἀννιβαν ἐπι τοσουτον ἀντεσχον , ὡσθ '
των Ἀθηνων του αὐτου θερους τελευτωντος χιλιοι ὁπλιται Ἀθηναιων και πεντακοσιοι και χιλιοι Ἀργειων και χιλιοι των ξυμμαχων ναυσι δυοιν
9999967 διεπλευσεν
ὁδε Γναιον Κορνηλιον Σκιπιωνα ἐπι τοις ἐν Ἰβηριᾳ πραγμασι καταλιπων διεπλευσεν ἐς Τυρρηνιαν , ὁθεν ὁδευων τε και συμμαχους ,
νικησας ἐν Χαλκιδι θειον Ὁμηρον . του δε ἀγωνος διαλυθεντος διεπλευσεν ὁ Ἡσιοδος εἰς Δελφους χρησομενος και της νικης ἀπαρχας
9999967 Θεσσαλιαν
οὐδ ' ἐπιχειρειν ἐδυνατο . ἐντευθεν ὁ μεν Ἀρχελαος ἐπι Θεσσαλιαν δια Βοιωτων ἀνεζευγνυε και συνηγεν ἐς Θερμοπυλας τα λοιπα
Πηλει δωρησασθαι , ᾑ τα προσπιπτοντα των θηριων διαχρωμενος εἰς Θεσσαλιαν κατηλθε , και κατελθων κατεπολεμησεν Ἀκαστον και την Ἰωλκον
9999967 Μεσοποταμιαν
: ἐνεχθεντες δε δια Μηδιας και Παραιτακηνης ἐμβαλλουσιν εἰς την Μεσοποταμιαν , ἡν ἀπολαμβανοντες εἰς μεσον αἰτιοι κατεστησαν τῃ χωρᾳ
ἐπι το Σεμιραμιδος σημα , και ἐν δεξιᾳ ἐχων την Μεσοποταμιαν ἐξιησι δια Σελευκειας εἰς τον Περσικον κολπον . Ἡ
9999967 καταπλασμασι
πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι τα μερη , και κενουν την
σκληροτερα τυχῃ , συν τινι των λεπτομερων ἐλαιων . και καταπλασμασι δ ' ἀν τις ἐπι των φλεγμαινοντων και σηπομενων
9999967 παρεθετο
δειξαι τι ἐστι το λεγειν λογους ἀριθμων τα ἐνταυθα εἰναι παρεθετο την συμφωνιαν : και γαρ ἡ συμφωνια οὐκ ἀριθμος
Κυθνος γεγονεν , ἐστι δε ὀνομα κυριον . ταυτα μεν παρεθετο , ὁ τε Ὠριγενης και Ὠριων πατρωνυμικα : τυπου
9999967 κυβερνητων
ἐκελευσε συμπλεκεσθαι . οὐ μην οὐδ ' ἐνταυθα την των κυβερνητων τεχνην ἀπρακτον εἰναι συνεβαινεν , ἀλλ ' εὐφυως ἐκκλινοντες
τουτων προνοιας εἰς το μηδεν ἡκωμεν , καθαπερ τι σκαφος κυβερνητων ἀπορουν . Καιτοι ὁταν ἐξ ἀτελειας , ὠ Δημοσθενες
9999967 δουλοσυνην
ἀν προκαμων ἀλλωι καματον μεταδοιης , οὐτ ' ἀν πτωχευων δουλοσυνην τελεοις : οὐδ ' , εἰ γηρας ἱκοιο ,
τουτους ηὐξησατε ῥυματα δοντες , και δια ταυτα κακην ἐσχετε δουλοσυνην . ὑμεων δ ' εἱς μεν ἑκαστος ἀλωπεκος ἰχνεσι
9999967 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999967 ἐνεργουσα
κατα την ἀτελη κινησιν , ἀλλ ' ὡς μη προτερον ἐνεργουσα ὑστερον δια το παρειναι το αἰσθητον την ἐνεργειαν προβαλλομενη
και ἐπι των ἀνθρωπων τετακται ἡ δικη , ταὐτα ἐκεινοις ἐνεργουσα : ἐκεινα μεν γαρ κρατει την ταξιν των ὀντων
9999967 μετειληφεν
τον Ἀπολλω τον Πυθιον , των εὐκτικων και ἀπευκτικων ὑμνων μετειληφεν ἰχνη . Οὐκ ἀγνοω δε ὁτι ἀπορητικους τινες τεθεικασι
προς το ἀδηκτοτατον εἰναι : ἐτι και της οὐσιας εὐκρατου μετειληφεν κατα τε θερμοτητα και ψυχροτητα : ὁ δε αἱματιτης
9999967 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999967 κρατουσα
. Οὑτω συμβουλευσαμενη ἡ Ἀθηνα ἀνεβη εἰς τον διφρον , κρατουσα ἐν ταις χερσι νικην και δοξαν , τουτεστι ,
δυναται . εἰ δ ' ἐπι πλεον ἡ θερμασια φαινοιτο κρατουσα , και την των ψυχοντων δυναμιν ἐπιτεινειν σε χρη
9999967 ἀνεστρεψεν
καταβας ᾑπερ ἀνεβη και διακολυμβησας τον Τιβεριν , εἰς Βηιους ἀνεστρεψεν : οἱ δε Κελτοι κατανοησαντες τα ἰχνη του προσφατως
μη ἀποδιδουσι τους φορους , οὑς και ὑποταξας ἑαυτῳ παλιν ἀνεστρεψεν . Ἐπι τουτου δε τις ἠν Ἀβδημονος παις νεωτερος
9999967 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999967 ἀμμωνιακου
καρδαμωμου ἀνα ⋖ δʹ , κηρου , στεατος μοσχειου , ἀμμωνιακου θυμιαματος ἀνα γο βʹ . τα ξηρα τοις τηκτοις
, ἁλος ἀμμωνιακου , ἰου , ἀριστολοχιας , λιβανου , ἀμμωνιακου θυμιαματος , ἀνα δραχμας ὀκτω : στυπτηριας δραχμας ἑπτα
9999967 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999967 συες
ἱνα θεσκελα ἐργα τετυκτο , ἀρκτοι τ ' ἀγροτεροι τε συες χαροποι τε λεοντες , ὑσμιναι τε μαχαι τε φονοι
νηπιον εἰς συναισθησιν αὐτης μαλλον ἐρχεσθαι . καθως γαρ αἱ συες αἰρας φαγουσαι σκοτουσι τους ὑπ ' αὐτων τρεφομενους γαλαθηνους
9999967 Πλουταρχου
ἐπολιορκουν Κλειταρχον , [ ὁς προτερον ] μεν ἀντιστασιωτης ἠν Πλουταρχου και διεπολιτευετο [ ] [ ] προς αὐτον ,
περι Ἠλιν , ἡς Ἱ . μνημονευει . . , Πλουταρχου ἐκ του Περι του διαβαλλειν . Ἱ . λεγει
9999967 τμητικην
ὁ και ψυχοτροφον , Ῥωμαϊστι δε βεττονικη , δυναμιν ἐχει τμητικην : πικρα γουν ἐστι και ὑποδριμυς . Κηκις ἡ
και διακρατειν εὐτονως τα ἀκρα . ὀσφραντα δε προσαγεσθω τα τμητικην ἐχοντα δυναμιν , και ἐν ταις ἀνεσεσι σικυαζεσθωσαν ἐνεργως
9999967 ὀξυτεροι
ἀλληλων οἱ φθογγοι ταις τασεσιν , ἐπει οἱ μεν αὐτων ὀξυτεροι , οἱ δε βαρυτεροι : αἱ δε τασεις αὐτων
| αἰθαλωσαντες μονον διηλθον . οἱ δε ἐτι και τωνδε ὀξυτεροι οὐδε ἑν ἐξεργασασθαι ἐφθασαν , ἀλλα ἀραιᾳ μεν ὑλῃ
9999967 ἐλευθεριοτητα
οὐν ὑπο ἐθους ἠ ὁπωσουν μεταβαλλοι , ἐλθοι ἀν εἰς ἐλευθεριοτητα : ἀλλ ' ὁ μεν τῳ ὀντι ἀσωτος βελτιων
του προκειμενου ἐργου , ὡς ἐρει . Ὁτε ἐλεγε την ἐλευθεριοτητα περι χρηματων μεσοτητα . ὡς γαρ ἡ ἐλευθεριοτης ἀπο
9999967 μονιμα
σημαινομενον . φαινεται δε πολλα τοιαυτ ' εἰναι των ζωων μονιμα και μονης της ἁπτικης κοινωνουντα αἰσθησεως . αὑτη γαρ
, ἀστρα ἀπλανη , στασιμα , ἀμεταθετα , ἀκινητα , μονιμα , ἑστηκοτα , βιαιοτερον γαρ το ἀφορητα : πλανωμενα
9999967 Φιλιππους
και καλουσιν ἑκατονταφυλλα : πλειστα δε τα τοιαυτα ἐστι περι Φιλιππους : οὑτοι γαρ λαμβανοντες ἐκ του Παγγαιου φυτευουσιν :
της ὀρειου χιλιους και πεντακοσιους σταδιους , μεχρι πολιν ὑπερβαντες Φιλιππους τα στενα Κορπιλων και Σαπαιων , της Ῥασκουπολιδος ὀντα
9999967 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999967 ἀκαταληκτα
ἑφθημιμερους : τα δε ἑξης δυο ἐν ἐκθεσει ἰαμβεια τριμετρα ἀκαταληκτα . βοασομαι . . . ταν ὑπερτονον : παρα
τοις φροντισταις παραθεντων “ κωλα ἀναπαιστικα , διμετρα ὑπερκαταληκτα και ἀκαταληκτα και καταληκτικα . νυν οὐν χρησθων : νυν οὐν
9999967 μελανες
, και ὁ οἰνος μελας , ἐπειδη των οἰνων οἱ μελανες εἰσι φυσει παχυτεροι . Και ταυτα και τα ψυχοντα
τε οὐσαις ; οὐτε γαρ αἱ μεν λευκαι αἱ δε μελανες . θεσιν δε οὐ δυνατον εἰπειν , ἐπει οὑτως
9999967 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999966 παραλληλογραμμῳ
. ἐστι δε και το μεν ΓΖ παραλληλογραμμον τῳ ΒΜ παραλληλογραμμῳ ἰσον , το δε ΓΗ τῳ ΒΝ : ἀπεναντιον
ἐστι [ και ὁμοιον ] το ΚΛ παραλληλογραμμον τῳ ΓΝ παραλληλογραμμῳ . δια τα αὐτα δη και το μεν ΚΜ
9999966 βελτιων
ἡ ψυχη του σωματος ἐν τῳ ζην το ζῳον χωριζομενη βελτιων γινεται ἑαυτης ἐν τε τοις ὑπνοις κατα τους ὀνειρους
σκυταριοις ῥαπτοισι φορων Ἐφεσηια γραμματα καλα . ποσῳ γαρ τουτων βελτιων Γοργιας ὁ Λεοντινος , περι οὑ φησιν ὁ αὐτος
9999966 ἀντεγκλημα
προσωπων ” πεποιηκε συνεσταναι το ζητημα : και την στασιν ἀντεγκλημα : το γαρ εὐδοκιμον του προσωπου δυναται τοις τα
τῃ ἐναλλαγῃ των λεγοντων , ὡς εἰρηται : το δε ἀντεγκλημα το κεφαλαιον πλατυνεται ὑπο του φευγοντος κοινῳ τοπῳ και
9999966 κατεστρατοπεδευσεν
δε ὡς ἀφικετο προς την πολιν , τῃ μεν πρωτῃ κατεστρατοπεδευσεν ᾑ μαλιστα ἐπιμαχον αὐτῳ ἐφαινετο το τειχος , και
τοις Λακεδαιμονιοις , τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας
9999966 κομισθεντα
δενδρα ταυτα τα ἀγλαοκαρπα , ὁτι σοι μη ἐθελοι δευρο κομισθεντα βριθομενων των κλαδων ἐναρμοσθεντα τῃ γῃ ταὐτον ποιειν .
λαβειν . τα μεν οὐν εἰς Ἰταλιαν ὑπ ' Αἰνειου κομισθεντα ἱερα τοις εἰρημενοις ἀνδρασι πειθομενος γραφω των τε μεγαλων

Back