ἐπιστειλαντος μου μεριμνησειν ὑπερ των Θεοφιλου πραγματων , ἀνδρος και σοφωτατου και δικαιοτατου και ὁς ἐν μεσῳ βιβλιων και ἐγρηγορε
της εὐδαιμονιας τελος , και ταυτα δια του παρεισαγομενου προσωπου σοφωτατου παρ ' αὐτῳ . Πεποιηται γαρ Ὀδυσσευς ἀναφωνων :
9999980 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999980 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999977 ἐξαιρετου
προθετικους ἐκαλουν συνδεσμους τας προθεσεις , ἀμεινον ἡγησαμενοι ἀπο της ἐξαιρετου συν - ταξεως την ὀνομασιαν θεσθαι ἠπερ ἀπο της
ἑκαστα και πραπιδων πλουτον και τα ἐοικοτα ἐμφαντικα μαλιστα της ἐξαιρετου και ἀκριβεστερας παρα τους ἀλλους διοργανωσεως ἠν ἐν τε
9999977 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999977 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999977 συνεστηκε
του το συνεχον ἐκλελοιπεναι τυγχανῃ γενομενον , ἐνδοξου προσωπου ἐπιλαμβανομενον συνεστηκε , ἠν δε ἐκ του το αἰτιον , ἀδοξου
. ἐπει γαρ ἐκ των ἐν τῳ τι ἐστι κατηγορουμενων συνεστηκε μονῳ τε ἁρμοζει τῳ πραγματι πρωτως , οὐδεν ἀλλο
9999977 τουνεκα
ἐκεδασσαν , ᾑ ἐνι πειρομεν οἰδμα κατα χρεος ἐμβεβαωτες . τουνεκα νυν ὑμεας γουναζομεθ ' , αἰ κε πιθησθε ,
ἐπεσι φησιν ἀστροφαη Διονυσον ἐν ἀκτινεσσι πυρωπον , Ὀρφευς δε τουνεκα μιν καλεουσι Φανητα τε και Διονυσον . φασι δε
9999977 ἀναλογια
ἀριθμου της δυαδος . γεωμετρικη δε ἐστι μεσοτης ἡ και ἀναλογια κυριως λεγομενη ἡ τῳ αὐτῳ λογῳ ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη
ἐπι των ἐπιμοριων δε ὁ αὐτος λογος : συνεχης μεν ἀναλογια ἐν λογῳ ἡμιολιῳ θʹ Ϛʹ δʹ , διῃρημενη δε
9999976 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999976 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999976 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999976 προθυμιᾳ
ταυτα οὐδενες αὐτων ἐγγυς της πολεως οὐτε πληθει στρατοπεδου οὐτε προθυμιᾳ γενομενοι , ἡ δε ὑμετερα πολις πολλῳ προτερον της
. βλεψας οὐν εἰς τον διδοντα την ἐπιστολην ἡμερον χρησαι προθυμιᾳ περι το ἐργον . Ἐγω σε φιλον τε ᾐδειν
9999976 Δημοσθενης
ποιησαι , πανηγυρικως μελεταται : και γαρ πολυς ἐστιν ἐνταυθα Δημοσθενης κατα Φιλιππου δημηγορων , ἀλλα και ὁ προς Λεπτινην
τις τουτῳ τῳ σχηματι το προοιμιον ἐξενεγκοι , ὡς ὁ Δημοσθενης εἰ μεν περι καινου τινος πραγματος προὐτιθετο , ὠ
9999975 προσδιορισμῳ
* * * συναληθευειν , ἐαν ποιησωμεν την ἀποφασιν τῳ προσδιορισμῳ συναπτοντες την οὐ ἀρνησιν : ἀλλα ποτε μεν συναληθευει
και κατα τουτον τον τροπον δυναμενης της ἀρνησεως μη τῳ προσδιορισμῳ ἀλλα τῳ κατηγορουμενῳ συμπλεκεσθαι . το δε ἀπο των
9999975 λιθου
ναος , Σκοπα δε το ἀγαλμα ἐργον . τουτο μεν λιθου : τα δ ' ἀπαντικρυ χαλκα , Ἑκατης και
. ἐστι δε και Τυχης ναος : ἀγαλμα ὀρθον Παριου λιθου : παρα δε αὐτον θεοις πασιν ἐστιν ἱερον .
9999975 κρυσταλλος
το χρυσιον και τα ἐλεφαντινα σκευη και τα ἠλεκτρινα και κρυσταλλος και θυον και ἐβενος και ὁ των γυναικων κοσμος
λευκην : εἰ δ ' οὐκ ἐχεν ἐνδον ἐθειρας , κρυσταλλος κεν ἐην : ὁ δε χρυσολιθῳ δεμας ἀντην εἰκελος
9999975 εἰργαζοντο
σχολαζουσιν ὁρμη ἐνεπεσε περιστασιν ἐκτειχισαι το χωριον . και ἐγχειρησαντες εἰργαζοντο , σιδηρια μεν λιθουργα οὐκ ἐχοντες , λογαδην δε
βοσκηματα κατεβιβαζον ἐκ των ὀρων και της χωρας τα πλειστα εἰργαζοντο . ἐπει δε ἐδοκουν τῳ Ἀγησιλαῳ πανυ ἠδη θαρρειν
9999975 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999975 κατελαμβανε
τα προς ἡμας ἐν τοις περι σου λογοις ὀντας ἡμας κατελαμβανε πολλοις τε ῥεουσι και ἀπο πολλων στοματων , πολλοι
ἀιδια ἐγινετο . Ἐγινετο δε , ὁτι λογος πασαν ὑλην κατελαμβανε και εἰχεν ἐν αὑτῳ παντα ὀντων αὐτων ἐκει ἐν
9999975 παρελαμβανε
Καισαρ , ὡς ἐς ἀμφοτερα προφασιν εὑρων , ᾐει και παρελαμβανε τον τε στρατον και την Κελτικην ἐπ ' αὐτῳ
, την τε ἀρχην παρα του Φαβιου και το ἀξιωμα παρελαμβανε . και μετ ' οὐ πολυ χωρουντων ἐς μαχην
9999975 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999975 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999975 ἐνεμοντο
τε Σπαρτην τε πολυτρηρωνα τε Μεσσην , Βρυσειας τ ' ἐνεμοντο και Αὐγειας ἐρατεινας , οἱ τ ' ἀρ '
τους Ἀγαμεμνονος ὑπηκοους καταλεγων το ἐπος ἐποιησεν Ὀρνειας τ ' ἐνεμοντο Ἀραιθυρεην τ ' ἐρατεινην . ταφους δε των Ἀραντος
9999975 ἑλκομενη
περιδρομος οὐρεσι γαια , Κασπιαδων πυλεων νοτιωτερον οἰμον ἐχουσα , ἑλκομενη και μεχρις ὁμωνυμου ἀμφιτριτης . τριχθα δε μιν ναιουσι
οἱα δρακοντος διττη μελαινα προεκυπτεν , ὑπο τριχων και αὐτη ἑλκομενη . και ὁ Πελλαιος δε δρακων προϋπηρχεν και οἰκοι
9999975 πιπρασκομενα
τουτο οὐν ἐφη ἐπιπαστα . δημιοπρατα δε λεγει τα δημοσιᾳ πιπρασκομενα . διαβαλλει δε αὐτον δια της λεξεως ὡς τα
, εἱς ἐκ της φυλης ἑκαστης : διοικουσι δε τα πιπρασκομενα ὑπο της πολεως παντα , τελη και μεταλλα και
9999975 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την
9999974 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999974 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999974 ἀσυλλογιστοι
ἐχωσι κατα τε το ποιον και τους τροπους , πασαι ἀσυλλογιστοι εἰσιν . ἀποδειξις δε του ἀσυλλογιστους αὐτας εἰναι ἡ
την ἐνδεχομενην ἀντιστροφην ἀλλα και ἀναπαλιν , οὐδεν μαλλον αἱ ἀσυλλογιστοι συλλογιστικαι εἰσιν ἠ ἐμπαλιν . ἠ ἀποφασιν εἰς καταφασιν
9999974 μνημονευει
ἑτεροις : τα της θεου γαρ πανταχως ἐχειν καλως . μνημονευει αὐτου και ἐν Ἀνδρογυνῳ ἠ Κρητι . Τιμοκλης δ
ὁ Λυκουργος παρ ' Ἀρκασιν , ὡς φησιν Ἀριστομενης . μνημονευει και Ὁμηρος τουτου του Λυκουργου : τον Λυκοοργοςὑποφθας δουρι
9999974 συλλογισμου
, τον τε προσεχη των πρωτων δυο , ὁτι περι συλλογισμου , και τον ἀπωτερω των ὑστερων δυο , ὁτι
ὑποθετικοι : τα γαρ ἀμφιβαλλομενα ἐν τοις ὑποθετικοις δια κατηγορικου συλλογισμου δεικνυουσιν , ἱνα μη ἐπ ' ἀπειρον προελθωσιν δι
9999974 βαρβαρικως
και ὑπο τον ἑαυτου ποδα ἡνιοχει τον στρατον . βαλλην βαρβαρικως ὁ βασιλευς λεγεται . Εὐφοριων δε φησι Θουριων εἰναι
, ὁ δε Τιγρανης ἠλθε και τον Πομπηιον ὡς κρειττονα βαρβαρικως προσεκυνησεν . εἰσι δ ' οἱ λεγουσιν ὑπο ῥαβδουχοις
9999974 ἐλαμβανεν
γαρ μη εὐθυς ἐκ του ἑνος ὁπωσουν ἐννοιαν του κοινου ἐλαμβανεν , ἐμενεν ἀν οὑτως ἐχουσα , ὡς εἰ μηδ
ἀκινδυνως προσφερομενη , Λυσις δε και μηκωνειου τεσσαρας ὁλκας ἀλυπως ἐλαμβανεν . και Δημοφων μεν ὁ Ἀλεξανδρου τραπεζοποιος ἐν ἡλιῳ
9999974 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999974 κινδυνευων
αἱρειται γαρ τις ἡδεσθαι ὀψοφαγων και ἀφροδισιαζων ἠπερ τραυματιζομενος και κινδυνευων κατα πολεμον και πολεμιοις μαχομενος . Εἰπων περι τινα
ὡδε . ” Τινα ἐκτεινεν ὡς τυραννος ἀκριτον ὁ νυν κινδυνευων ἀκριτως ; τινα δ ' ἐξεβαλε της πολεως ;
9999974 συγγραμματι
περιεχομενον νουν , δηλονοτι τον ὀντα νουν και ἐγκειμενον τῳ συγγραμματι . Ἀναγιγνωσκομεν δε τα μεν ἡρωϊκα ἡρωϊκως , ἠγουν
των ὀντων : θεολογησαι γαρ αὐτῳ προκειται ἐν τῳ παροντι συγγραμματι . ἀμελει τοι και περι στοιχειων διαλεγεται και περι
9999974 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999974 κεκραμενη
πονηρον πραγμα χρηστος ὠν ποιει . Ὡς ἡδυ συνεσει χρηστοτης κεκραμενη . Θανοντων δε και λογοι φιλοι προδοται . Ἁπαντα
ἱστορει γραφων , εἰς την Σινωπην την προσωτερω πολιν . κεκραμενη δ ' ἀριστα της Ἀσιας σχεδον χωρια γενη τε
9999974 Καλλισθενης
β Περσικων δυο φησι γεγονεναι Ἑλλανικος , ὡσαυτως δε και Καλλισθενης , ἑνα μεν δραστηριον και γενναιον , ἀλλον δε
ἑνδεκα ἑως της φθορας των διανειμαμενων τα ἱερα χρηματα . Καλλισθενης δε την των Ἑλληνικων πραγματων ἱστοριαν γεγραφεν ἐν βυβλοις
9999974 γραμματεια
ὑπερ του δεοντος ἀγωνα ἐλεγον . των δε δικαστικων ὀνοματων γραμματεια , διαμαρτυρια , διαθηκαι , ἀντιγραφα , κατασεσημασμενα ,
, ἀνδρος ἐπιφανους και πρωτου Ἐφεσιων τα πολιτικα : και γραμματεια τε εἰσεφοιτα παρα της γυναικος αὐτῳ και στεφανοι ἡμιμαραντοι
9999974 κυαμου
τον δε ἰσχυροτερον ἐνδεχεται . Της δ ' ἀσθενειας του κυαμου κἀκεινο σημειον ἀν τις λαβοι : μονος γαρ δοκει
φυλλα , ἰσα λειωσας ἀναπλασσε και παραπλασας χυλῳ διδου καταπινειν κυαμου μεγεθος και ἐπιρροφειτω οἰνον κεκραμμενον : κινει και καταμηνια
9999974 μετειληφεν
τον Ἀπολλω τον Πυθιον , των εὐκτικων και ἀπευκτικων ὑμνων μετειληφεν ἰχνη . Οὐκ ἀγνοω δε ὁτι ἀπορητικους τινες τεθεικασι
προς το ἀδηκτοτατον εἰναι : ἐτι και της οὐσιας εὐκρατου μετειληφεν κατα τε θερμοτητα και ψυχροτητα : ὁ δε αἱματιτης
9999974 τμητικην
ὁ και ψυχοτροφον , Ῥωμαϊστι δε βεττονικη , δυναμιν ἐχει τμητικην : πικρα γουν ἐστι και ὑποδριμυς . Κηκις ἡ
και διακρατειν εὐτονως τα ἀκρα . ὀσφραντα δε προσαγεσθω τα τμητικην ἐχοντα δυναμιν , και ἐν ταις ἀνεσεσι σικυαζεσθωσαν ἐνεργως
9999974 θυγατερα
πολις ἐν Θεσσαλιᾳ . Τινες δε φασι την Κυρηνην Πηνειου θυγατερα γενεσθαι , κακως . Ἐνεμεν γαρ παρ ' αὐτῳ
δε κἀκεινο προς τουτοις , ὁτι ἀρα ἀπορων ἐκδουναι την θυγατερα , ἐδωκεν αὐτῃ προικα ἐχειν τα ἐπη τα Κυπρια
9999974 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999974 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999974 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999974 ἑλκουσι
ἠ ἡτταν ἐκ βιας ἐπιθυμιων , αἱ προσελθουσαι ἀγουσι και ἑλκουσι και οὐκετι ἐργα ἐωσιν εἰναι , ἀλλα παθηματα παρ
διογενεις δε τους θεους λεγει ὁτι ἐκ Διος το γενος ἑλκουσι : πατηρ γαρ ἀνδρων τε θεων τε ὁ Ζευς
9999974 ἐπλανατο
λεγω το κυαμους ἑφθους βοωσα και κατα παν το θερος ἐπλανατο και τα ἑξης : ταυτα γαρ και τα τοιαυτα
του Διος οἰστρωθεντος του Πηγασου ἐκπιπτει και χωλουται : και ἐπλανατο κατα το Ἀληιον χωλος . και Ὁμηρος φησιν :
9999974 βαρυτεροι
, ὁπου μηδε τοις ἐλαττοσιν , ὁτι , ἐφη , βαρυτεροι ὀντες ἀσθενεστερους τους ἀντιπαλους ἑξομεν και της τουτων χωρας
βλαπτει και βαρυνει . Οἱ δε ποταμιοι και λιμναιοι ἐτι βαρυτεροι τουτεων . Πουλυποδες δε και σηπιαι και τα τοιαυτα
9999974 κατεψευσατο
εἰτ ' εἰ μεν ἀπεφυγες την γραφην , οὐκ ἀν κατεψευσατο οὑτος του θεου , ἐπειδη δε συνεβη σοι ἁλωναι
κοιλιαν παθη . ἐπει Ἐρασιστρατος ἐν τῳ δευτερῳ Περι κοιλιας κατεψευσατο τε των ἑαυτου πρεσβυτερων , ἐταραξε τε και συνεχει
9999974 ἐπικρατειᾳ
' ὁλα τα ὀντα τῃ της αἰτιας δυναμει και τῃ ἐπικρατειᾳ εὐλογως ἀν ἀποδοιη τις , ἡ δ ' ἐχει
ὀξει ἐν Σικανοις της Σικελιας : ἐν τῃ Καρχηδονιων δε ἐπικρατειᾳ κρηνη ἐστιν ᾑ το ἐφισταμενον ἐλαιῳ ἐστιν ὁμοιον ,
9999974 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999974 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999973 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999973 κοιλιης
ἐπην νουσος ἐπιγενηται , τῳ ὑδατι πολλῳ χωρεει ὑπο της κοιλιης , και ἐς τον σπληνα ἐρχεται ἀει ἀπο του
, τα παρ ' οὐς μαλιστα . Τοις ἀσωδεσι , κοιλιης ταραχωδης ἐπιστασις δια ταχεων ἐξανθει οἱα κωνωπων κεντηματα ,
9999973 κατειληφεν
δυναμεις ἐκ του Δημιουργου την ἀρχην εἰληφεναι καλως ὁ λογος κατειληφεν : οὐδεν γαρ ἀργον , οὐδε περιττον , οὐδε
δε τησδε σεμνοτερον . οὐ γαρ ἑνος πελαγους το μεσον κατειληφεν : ἐξεστι δ ' εἰπειν οὐ πολλην αὐτῃ μονον
9999973 αἰσθητηριου
δοξειεν ἀν μεταβαλλων ἠ του σωματος μεταβαλλοντος , τουτεστι του αἰσθητηριου , δια τινα χυμον συρρευσαντα ἐκεισε ποτε μεν εἰναι
, οὐκ ὀψεται , οὐχ ὡς οὐκ ὀντος του ὀπτικου αἰσθητηριου , ἀλλ ' ὡς του μεταξυ μη ὀντος ,
9999973 ἑξακοσιοις
δε ἐκεινων ἐστρατευον ἐπ ' αὐτους μυριοις πεζοις και ἱππευσιν ἑξακοσιοις . οἱ δε πυθομενοι και ἐτι ὀντες ἀπαρασκευοι ,
σημειου ἐπι σημειον ἀποκαθισταται ἐν ἐτων μυριασι τριακονταπεντε και ἐτεσιν ἑξακοσιοις τριακονταπεντε . οὑτος δε ἐστιν ὁ καλουμενος μεγας ἐνιαυτος
9999973 δριμειαι
. αἱ δε ῥιζαι των λαχανωδων φυτων κακοχυμοι μεν ὁσαι δριμειαι , καθαπερ ἡ των κρομμυων και πρασων και σκοροδων
και προς τας ἐκκρισεις εὐ ἐχουσιν . σαλπαι αἱ πελαγιαι δριμειαι , εὐστομοι , δυσφθαρτοι , δυσδιαχωρητοι , τροφωδεις ,
9999973 κανθαριδας
θεραπεια των λυμαινομενων θηριων τας ἀμπελους . μθʹ . προς κανθαριδας και τα μειζονα ζωα τα λυμαινομενα τον καρπον .
ἐσθιουσαι , ὡσπερουν ἐλαφοι τα ἰοβολα ζῳα και αἱ χελιδονες κανθαριδας . οἱ τε μυρμηκες και οἱ σκνιπες ἀνθρωποις μεν
9999973 φοινικας
φασκειν ἐληλυθεναι : τουτου δε ἐν τῳ κοιλοτατῳ πεφυκεναι τους φοινικας . ταυτα μεν οὐν ταχ ' ἀμφοτερως ἀν εἰη
ἰδειν δε ἐν Βαβυλωνι ὁ αὐτος λε - γει τους φοινικας αὐτορριζους ἀνατρεπομενους ὑπο των ἐλεφαντων τον αὐτον τροπον ,
9999973 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999973 Θερσανδρου
του πατρος αὐτου φονον : ὁθεν , ἠγουν ἀπο του Θερσανδρου , ἐχουσι την ἀρχην του σπερματος , τουτεστι του
ἠ γενος ὑπολειπομενον Φριξουτουτων ἑνεκα ἐποιησατο Ἁλιαρτον και Κορωνον τους Θερσανδρου του Σισυφου : Σισυφου γαρ ἀδελφος ἠν ὁ Ἀθαμας
9999973 τρυφαλεια
οὑνεκ ' ἀρ ' αὐτου ἀλγινοεντ ' ἀπαλαλκε φονον κρατερη τρυφαλεια : σμερδαλεον δε οἱ ἠτορ ἐνι στηθεσσιν ὀρινθη βλημενου
ἡ δε κυλινδομενη καναχην ἐχε ποσσιν ὑφ ' ἱππων αὐλωπις τρυφαλεια , μιανθησαν δε ἐθειραι αἱματι και κονιῃσι : παρος
9999973 ἀπαγορευων
ἐς τον ὁμοιον τῳ βασιλει λογον οἰομενου τε , ὡς ἀπαγορευων προς τα δεσμα ψευσεται τι κατα των ἀνδρων „
ἠ προσπορευησθε τῳ θυσιαστηριῳ ” . ταυτα δ ' οὐκ ἀπαγορευων μαλλον ἠ γνωμην ἀποφαινομενος διεξερχεται : τῳ μεν γε
9999973 δακτυλιους
την ἠχω του ἀνδρος ; φησι δε ὁ Δαμις και δακτυλιους ἑπτα τον Ἰαρχαν τῳ Ἀπολλωνιῳ δουναι των ἑπτα ἐπωνυμους
σκευην Περσικην και δαρεικους δεκα : ᾐτει δε μαλιστα τους δακτυλιους , και ἐλαβε πολλους παρα των στρατιωτων . κωμην
9999973 ἀμελεια
„ Πλεθρον . ἑκτον μερος σταδιου . Πλημμελεια . πολλη ἀμελεια . Πλημμελειν , το ἀτακτειν και ὑβριζειν και ῥᾳθυμειν
ἐρων , ἡ του τοιουτου ἀπληστια και ἡ των ἀλλων ἀμελεια και ταυτην την πολιτειαν μεθιστησιν τε και παρασκευαζει τυραννιδος
9999972 γραμματι
, την τιμωριαν ἀποφυγγανει , του συνειδοτος οὐ προκειμενου τῳ γραμματι : εἰτα παραδειγμασι τουτο βεβαιωσον : ὁ φονευς ἀν
και πινομενον δε ὁϲον γρ . γ ἠ δ ϲυν γραμματι καϲτοριου ἐν τῃ ἐμβαϲει του λουτρου προμαϲηϲαμενων αὐτων ἰϲχαδα
9999972 ἐκαλουντο
μεχρι του χανειν ἐπ ' ἀνθρακων ὀπτωμενοι : σωληνισται δε ἐκαλουντο οἱ συναγοντες τα ὀστρεα . Φαινιας γουν φησιν ὁ
νυν ἐπ ' ἀδοξον μετακειται πραγμα , προτερον δ ' ἐκαλουντο παρασιτοι οἱ ἐπι την του ἱερου σιτου ἐκλογην αἱρουμενοι
9999972 ἀθροισαι
ἐλαττωματα και την των Τιτανων ἐπ ' αὐτον συνδρομην , ἀθροισαι στρατιωτας ἐκ της Νυσης , ὡν εἰναι συντροφους διακοσιους
μηχανας ἐκτος βελους . ἐπειτα γενομενης ἡμερας προσεταξε τοις ὑπηρεταις ἀθροισαι τα βελη τα πεσοντα παρα των Ῥοδιων , ἐκ
9999972 παραγγελμα
μαχην . Θηβαιοι νυκτωρ εἰσπεσειν Ἀθηναζε διενοουντο . Ἰφικρατης μαθων παραγγελμα ἐδωκεν Ἀθηναιοις νυκτωρ ὑποσημηναντος ἐς ἀγοραν ἀθροιζεσθαι : προδιδοται
σημειον ἀμφιγνοουντες παρεπλεον . οἱ δε των Ἀθηναιων κατα το παραγγελμα [ ταις ] ἐπισημοις των νεων ἐφθανον διδοντες διττας
9999972 νεανισκους
ἐστι πλανωσα τον νουν και την διανοιαν , και καταγει νεανισκους εἰς ᾁδην , οὐκ ἐν καιρῳ αὐτων . Και
γυναικας : ὁταν δε τουτων ἀπολαυσωσιν , αὐθις αὐτοις εἰσαγουσιν νεανισκους ἀκμαζοντας , οἱ πλησιαζουσιν αὐτοις ἐκεινοις . ἀφροδισιαζουσιν δε
9999972 Βορυσθενης
πεντακοσιων σταδιων , ἱερα του Ἀχιλλεως , πελαγια . Εἰτα Βορυσθενης ποταμος πλωτος ἐφ ' ἑξακοσιους σταδιους και πλησιον ἀλλος
Ὀλβια καλουμενη , μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων παλιν Βορυσθενης κληθεισα : ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την
9999972 βραχυτατην
δεηθεντες δια το ἐν τοις κατ ' οὐρανον παραλλαξιν ὁποιανουν βραχυτατην ἡμιν ἐπινοουμενην οὐ μικραν ἐργαζεσθαι διαφοραν , ἑκαστον των
λυσιτελειν ἀπεχθανεσθαι και φιλονικειν μηδε τῃ μεγιστῃ πολει προς την βραχυτατην κωμην : ὁταν δε δη προς ἀνθρωπους ᾐ πολιν
9999972 τμητικης
ταξιν , θερμοτητα δ ' οὐδεμιαν ἐπιφανη κεκτηται . Μυρικη τμητικης ἐστι και ῥυπτικης δυναμεως ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανως :
, ἐχει δε τι και διαφορητικον . ὁ δε καρπος τμητικης μετεχει δυναμεως . Παπυρος καυθεισα φαρμακον γινεται ξηραντικον ὡς
9999972 Φιλιππους
και καλουσιν ἑκατονταφυλλα : πλειστα δε τα τοιαυτα ἐστι περι Φιλιππους : οὑτοι γαρ λαμβανοντες ἐκ του Παγγαιου φυτευουσιν :
της ὀρειου χιλιους και πεντακοσιους σταδιους , μεχρι πολιν ὑπερβαντες Φιλιππους τα στενα Κορπιλων και Σαπαιων , της Ῥασκουπολιδος ὀντα
9999972 πιθηκου
. Κακα κακων : τα ὑπερβολικα κακα . Καλλιου : πιθηκου . Τα δυσχερη γαρ των ὀνοματων εὐφημοτερον εἰωθασιν οἱ
κ Καλλιας πτερορρυει : . . . και καλλιου , πιθηκου . τα δυσχερη γαρ των ὀνοματων εὐφημοτερον εἰωθασιν οἱ
9999972 παρεθετο
δειξαι τι ἐστι το λεγειν λογους ἀριθμων τα ἐνταυθα εἰναι παρεθετο την συμφωνιαν : και γαρ ἡ συμφωνια οὐκ ἀριθμος
Κυθνος γεγονεν , ἐστι δε ὀνομα κυριον . ταυτα μεν παρεθετο , ὁ τε Ὠριγενης και Ὠριων πατρωνυμικα : τυπου
9999972 ἀμενηνα
δ ' ἀλφιτα λευκα παλυνειν . πολλα δε γουνουσθαι νεκυων ἀμενηνα καρηνα , ἐλθων εἰς Ἰθακην στειραν βουν , ἡ
Ἀτλαντος νιφοεντα παγον και χειμα φυγουσαι Πυγμαιων τ ' ὀλιγοδρανεων ἀμενηνα γενεθλα : τῃσι δ ' ἀρ ' ἱπταμενῃσι κατα
9999972 Τροφωνιου
: ᾡ οἱ κατοικουντες πλακουντας ἐβαλλον μελιτι δεδευμενους . ἐς Τροφωνιου ] τον οἰκον . τι κυπταζεις ἐχων : περιττευει
και Ἡρᾳ τε Ἡνιοχῃ και Δημητρι ἡν ἐπονομαζοντες Εὐρωπην του Τροφωνιου φασιν εἰναι τροφον . καθ ' ἑκαστην δε των
9999972 καταπλασμασι
πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι τα μερη , και κενουν την
σκληροτερα τυχῃ , συν τινι των λεπτομερων ἐλαιων . και καταπλασμασι δ ' ἀν τις ἐπι των φλεγμαινοντων και σηπομενων
9999972 διενοουντο
ὁν εἰποιμεν ἀν ὁτι τους μεν Ἡρακλειτειους , εἰπερ οὑτω διενοουντο τῳ λογῳ , νυν ἐκποδων ποιησομεθα : οὑτοι γαρ
ναυσιν , ἀπολειται τα ἐν Χιῳ πραγματα . οἱ δε διενοουντο βοηθησειν . ἐν τουτῳ δε ὁ Πεδαριτος αὐτος τε
9999972 ἐπρεσβευσαν
και ὁτι ληφθεισης αὐτης περι εἰρηνης πρωτοι Λακεδαιμονιοι προς Ἀθηναιους ἐπρεσβευσαν . οὐχ ὡς ὡρισμενην τινα πολιν , ἀλλ '
ψηφισαμενων δε Ῥωμαιων Κρησι πολεμειν δια ταδε , οἱ Κρητες ἐπρεσβευσαν ἐς Ῥωμην περι διαλλαγων . οἱ δε αὐτους ἐκελευον
9999972 ἀστερες
τα ὀρη διεζωσμενα νοτια ὡς τα πολλα . Οἱ κομηται ἀστερες ὡς τα πολλα πνευματα σημαινουσιν , ἐαν δε πολλοι
Παρατηρειν δε δει πως ἐχουσι συνοικειωσεως οἱ την κυρειαν λαβοντες ἀστερες προς τας χωρας ἠ πολεις αἱς το συμπτωμα διασημαινεται
9999972 ἐθελησει
ἰδων τον βασιλεα θρηνουντα οὐ μαλλον τοτε ἠ πρωην θρηνειν ἐθελησει ; . ἐπωνυμῳ ] τουτο φησιν , ὁτι ταχεως
' ἑστιας , ὁποι ποτ ' ἀν ἀφικῃ , κοινωνειν ἐθελησει σοι των εὐσεβων και δικαιων οὐθεις , αὐτοις τ
9999972 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999972 εὐμενες
δηλονοτι ἐρωτωντος και του την ἀποκρισιν διδοντος , ὑπερ του εὐμενες αὐτοις ἐσεσθαι το θειον και το ἐσομενον ἀποκαλυψαι κατα
χυμοις ἠ πυκνωσει δερματος συνισταμενων . ἐστι δε και ὑποχονδριῳ εὐμενες , εἰπερ τι και ἀλλο . ἐξανθηματων δε δια
9999972 παραγωγῃ
ἀλλα μην και το ἑκαστατω και ἑκαστερω ἠν ἐν συγκριτικῃ παραγωγῃ . τα γ ' οὐν προκατειλεγμενα δεδεικται ὡς εἰη
μεσου μερους ἐπι φαλαγγος , εὑρουσιν ἰσως ταυτα ὡς ἐν παραγωγῃ , τουτεστιν δια των ἀκρων του μεσου μερους ,
9999972 τυγχανουσι
. εἰσι δε ἐμμελεις μεν ὁσοι συναπτομενοι προς ἀλληλους εὐφοροι τυγχανουσι προς ἀκοην , ἐκμελεις δε ὁσοι μη οὑτως ἐχουσι
αἱ μαλιστα τουτο διαπραττονται , πολλης ἐρημιας τε και ἀναχωρησεως τυγχανουσι δεομεναι : και ὡσπερ τοις νοσουσιν , εἰ μη
9999972 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999972 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999972 φανεν
φιλη . Ἀκτις ἀελιου , το καλ - λιστον ἑπταπυλῳ φανεν Θηβᾳ των προτερον φαος , ἐφανθης ποτ ' ,
φυσιν γινομενον οὐχ οὑτως ἐστι σιγηθεν ἀηδες ὡς φαινομενον : φανεν γαρ πλεον ἐρυθριασει και ὑβρισθησεται . θεον δε την
9999972 δημιουργιαν
και ἡ διαπλαστικη δυναμις , εἰ μη ἐχει ὑλην εἰς δημιουργιαν μοριου ἐπιτηδειαν , οὐ δυναται τι ποιησαι . ὁταν
οὐσιωδη προς τι ὑπαρχουσι και συντελουντα εἰς την της φυσεως δημιουργιαν . ἀδυνατον δ ' ἐστιν αὐτα καθ ' αὑτα
9999972 ἐπηγγελλοντο
οὐσων των ἀρχων παντα τα παθη και τας οὐσιας ἀποδωσειν ἐπηγγελλοντο , ὑφ ' οὑ τε τι γινεται και πως
ὡς ἀναξια της ἡμετερας προαιρεσεως και φιλανθρωπιας δι ' ὡν ἐπηγγελλοντο βεβουλευμενοις μεμψαμενοι , του δ ' ὡς ἀδυνατοις ἐπιχειρουντος
9999972 κἀντευθεν
ἐφη , κωφον ἡγῃ τον Ἀσκληπιον , εἰ μη δυναται κἀντευθεν ἡμων εὐχομενων ἀκουειν . Ἰδων δε ποτε δυο τινας
τι βροντᾳ ἀποδιδομενος λογος ὁτι πυρ ἐν τοις νεφεσιν ἀποσβεννυται κἀντευθεν ἐν αὐτοις ψοφος γινεται , οὐκ ἐστιν εἰς προτασεις
9999972 βασιλικα
τα μεν στρατιωτικα τῳ Ἀρει , τα δε ἡγεμονικα και βασιλικα τῳ Διι , τα δε λογικα και πεπαιδευμενα τῳ
ἐξαπατησας αὐτον . μεταπεμψαμενος οὐν τους πιστοτατους των εἰωθοτων τα βασιλικα γραμματα διακομιζειν , διδωσιν αὐτοις ἐντολας [ ἀπορρητων ,
9999972 ἐντυγχανει
δε ἐπι την θηραν του Καλυδωνιου καπρου ἐλθων , Εὐρυτῳ ἐντυγχανει και κτεινει τουτον ἀκων . Παλιν οὐν ὁ Πηλευς
ὑποστρεφῃ , ἐπι τα ὑψηλοτερα του κοσμου ἀνατρεχων ἀει κυκλοις ἐντυγχανει μειζονα του χειμερινου τμηματα ὑπερ γης ἐχουσι : και
9999972 μεμαθηκεν
ἐφη : και Ζηνωνειον γε φακην ἑψειν ὁς μη φρονιμως μεμαθηκεν , ὡς οὐκ ἀλλως δυναμενης ἑψηθηναι φακης εἰ μη
γε ἠ ὁτι οἱος τ ' ἀν εἰη ἁ μη μεμαθηκεν ἐνεργειν ; Οὐκουνὠ Θωμασιεκαι ἐπι των ἀλλων τεχνων ,
9999972 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .

Back