ὑπερ του δεοντος ἀγωνα ἐλεγον . των δε δικαστικων ὀνοματων γραμματεια , διαμαρτυρια , διαθηκαι , ἀντιγραφα , κατασεσημασμενα ,
, ἀνδρος ἐπιφανους και πρωτου Ἐφεσιων τα πολιτικα : και γραμματεια τε εἰσεφοιτα παρα της γυναικος αὐτῳ και στεφανοι ἡμιμαραντοι
9999990 γραμματι
, την τιμωριαν ἀποφυγγανει , του συνειδοτος οὐ προκειμενου τῳ γραμματι : εἰτα παραδειγμασι τουτο βεβαιωσον : ὁ φονευς ἀν
και πινομενον δε ὁϲον γρ . γ ἠ δ ϲυν γραμματι καϲτοριου ἐν τῃ ἐμβαϲει του λουτρου προμαϲηϲαμενων αὐτων ἰϲχαδα
9999982 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999981 συγγραμματι
περιεχομενον νουν , δηλονοτι τον ὀντα νουν και ἐγκειμενον τῳ συγγραμματι . Ἀναγιγνωσκομεν δε τα μεν ἡρωϊκα ἡρωϊκως , ἠγουν
των ὀντων : θεολογησαι γαρ αὐτῳ προκειται ἐν τῳ παροντι συγγραμματι . ἀμελει τοι και περι στοιχειων διαλεγεται και περι
9999979 ξηραντικωτερα
ἀναπλαττοντες . ἐστι δε και τα ξηρα φυλλα των χλωρων ξηραντικωτερα . ὁ δε χυλος οὐκ ἐκ των φυλλων μονον
και ξηροτριβειϲθωϲαν ἐν ἡλιῳ : και ἡ λοιπη δε διαιτα ξηραντικωτερα παραλαμβανεϲθω . ταριχουϲ οὐν ἐϲθιετωϲαν και ναπυ και ϲκορδα
9999978 δημιουργιαν
και ἡ διαπλαστικη δυναμις , εἰ μη ἐχει ὑλην εἰς δημιουργιαν μοριου ἐπιτηδειαν , οὐ δυναται τι ποιησαι . ὁταν
οὐσιωδη προς τι ὑπαρχουσι και συντελουντα εἰς την της φυσεως δημιουργιαν . ἀδυνατον δ ' ἐστιν αὐτα καθ ' αὑτα
9999978 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999978 παρεσκευαζοντο
κειμενην χωραν , αὐτοι δε δογμα γραψαντες ἀκολουθον τοις προειρημενοις παρεσκευαζοντο τα προς την στρατειαν . Περδικκας δε τους τε
του πολεμου παραδοξος ἁπασι γενομενη και ὁ χρονος ἐν ᾡ παρεσκευαζοντο πολυς ἐφελκυσθεις διεχεεν αὐτων τα βουλευματα . των γαρ
9999978 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999978 ἐδιδοσαν
. ἀργυριῳ μεν οὐν οἱ τοτε ἀνθρωποι οὐκ ἐμνηστευοντο , ἐδιδοσαν δε οἱ μεν ἱππους , οἱ δε βους ,
πολεμιαν οὐσαν ἐδῃουν , και δικας των Φλειασιων προκαλουμενων οὐκ ἐδιδοσαν . Σχεδον δε περι τουτον τον χρονον τετελευτηκοτος ἠδη
9999978 πιστευουσι
και Τανταλον γεννησας , ὡς οἱ μυθοι λεγουσι και παντες πιστευουσι , το μεν ὡς οἱ μυθοι λεγουσιν ἀναφορα ,
: ἀλλ ' ἰδου γιγνωσκει , διαφοιτᾳ γαρ , και πιστευουσι μεν ἠδη μυριοι , πηδωσι δ ' ὑφ '
9999978 ἐπρεσβευσαν
και ὁτι ληφθεισης αὐτης περι εἰρηνης πρωτοι Λακεδαιμονιοι προς Ἀθηναιους ἐπρεσβευσαν . οὐχ ὡς ὡρισμενην τινα πολιν , ἀλλ '
ψηφισαμενων δε Ῥωμαιων Κρησι πολεμειν δια ταδε , οἱ Κρητες ἐπρεσβευσαν ἐς Ῥωμην περι διαλλαγων . οἱ δε αὐτους ἐκελευον
9999978 κατελαμβανε
τα προς ἡμας ἐν τοις περι σου λογοις ὀντας ἡμας κατελαμβανε πολλοις τε ῥεουσι και ἀπο πολλων στοματων , πολλοι
ἀιδια ἐγινετο . Ἐγινετο δε , ὁτι λογος πασαν ὑλην κατελαμβανε και εἰχεν ἐν αὑτῳ παντα ὀντων αὐτων ἐκει ἐν
9999978 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999977 μελανες
, και ὁ οἰνος μελας , ἐπειδη των οἰνων οἱ μελανες εἰσι φυσει παχυτεροι . Και ταυτα και τα ψυχοντα
τε οὐσαις ; οὐτε γαρ αἱ μεν λευκαι αἱ δε μελανες . θεσιν δε οὐ δυνατον εἰπειν , ἐπει οὑτως
9999977 ὑπηκουσεν
και ἑτερως . ἀντεπραξεν ἡ γη τοις γεωργοις , οὐχ ὑπηκουσεν , οὐκ ἀπεδωκε τα ἐκφορια . δυναται δε τις
: οὐδενι γαρ των ἐπεσταλμενων παρα του Μαρκιανου ὁ Γεζεριχος ὑπηκουσεν , οὐδε μην λυειν τας γυναικας ἐβουλετο . ὁ
9999977 κρατουσα
. Οὑτω συμβουλευσαμενη ἡ Ἀθηνα ἀνεβη εἰς τον διφρον , κρατουσα ἐν ταις χερσι νικην και δοξαν , τουτεστι ,
δυναται . εἰ δ ' ἐπι πλεον ἡ θερμασια φαινοιτο κρατουσα , και την των ψυχοντων δυναμιν ἐπιτεινειν σε χρη
9999977 κατεψευσατο
εἰτ ' εἰ μεν ἀπεφυγες την γραφην , οὐκ ἀν κατεψευσατο οὑτος του θεου , ἐπειδη δε συνεβη σοι ἁλωναι
κοιλιαν παθη . ἐπει Ἐρασιστρατος ἐν τῳ δευτερῳ Περι κοιλιας κατεψευσατο τε των ἑαυτου πρεσβυτερων , ἐταραξε τε και συνεχει
9999977 παραλαμβανεσθω
ἐνδειξιν [ ἐλαβεν ] , ὡστε το μεν πρωτον λουτρον παραλαμβανεσθω δια την διαθεσιν , το δε δευτερον δια την
ἡ δε διαιτα ἐστω λεπτη και ξηραινουσα . και χρησις παραλαμβανεσθω αὐτοφυων ὑδατων στυπτηριωδων και νιτρωδων μαλλον , εἰτα θειωδων
9999977 κατειληφεν
δυναμεις ἐκ του Δημιουργου την ἀρχην εἰληφεναι καλως ὁ λογος κατειληφεν : οὐδεν γαρ ἀργον , οὐδε περιττον , οὐδε
δε τησδε σεμνοτερον . οὐ γαρ ἑνος πελαγους το μεσον κατειληφεν : ἐξεστι δ ' εἰπειν οὐ πολλην αὐτῃ μονον
9999976 παρεσχετο
μελεταν . ὁτι δ ' ἐν τοσουτῳ λογῳ οὐδαμου μαρτυρας παρεσχετο ὑμιν , ὡς ἠ διατιθεμενῳ τῳ πατρι τῳ ἐμῳ
τραπεζαν ἑνδεκα ταλαντα εἰς τας παρακαταθηκας . Ἁς μεν τοινυν παρεσχετο συνθηκας ὡς κατα ταυτας μισθωσαμενος την τραπεζαν , αὑται
9999976 ναρδινου
ἀποβρεγματι μετα ῥοδινου μεν ἐπι των θερμοτερων , μετα δε ναρδινου ἐπι των ψυχροτερων προσειληφοτων αὐτων σελινου ἠ κυμινου ἠ
γοα . το ἀμμωνιακον ὑδατι λειου . Κηρου λευκου , ναρδινου μυρου , ἀνα γογ . ἰρινου μυρου , γλευκινου
9999976 Στρατεια
, ὡν οἱ ἐπιφανεστατοι Παρμενιων και Φιλωτας . ιϚʹ . Στρατεια Ἀλεξανδρου εἰς τους Παροπανισαδας και τα πραχθεντα κατ '
Ὡς Λακεδαιμονιοι στρατευσαντες εἰς την Ἀττικην τας κτησεις κατεφθειραν . Στρατεια Ἀθηναιων δευτερα ἐπι τους Ποτιδαιατας . Στρατεια Λακεδαιμονιων εἰς
9999976 κρατουν
, φασιν , τους νομους ἐν τῃ πολει ἑκαστοτε το κρατουν . ἠ γαρ ; Ἀληθη λεγεις . Ἀρ '
εἰ θεον καλειν σε δει . δει δε : το κρατουν γαρ νυν νομιζεται θεος . ἐφ ' ὁσον βαδιζεις
9999976 Κασσανδρου
και το συμμαχικον τουτο ἐγενετο Ἀθηναιοις αἰτιον μαλιστα διαφυγειν τον Κασσανδρου πολεμον . Ὀλυμπιοδωρῳ δε τουτο μεν ἐν Ἀθηναις εἰσιν
ἀνδρας Μακεδονας , και δια ταυτα οὐκ ἀναξια ὑστερον ὑπο Κασσανδρου παθειν νομισθεισης , Αἰακιδην [ οὐν ] κατ '
9999976 τετελευτηκεν
τιμαν ὡστε τοσουτων ὁσων ἀκηκοατ ' ἀξιουν , ἐπειδη δε τετελευτηκεν , [ μηδεμιαν ποιησαμενους τουτων μνειαν ] ἀφελεσθαι τι
κρατηρας ἡλατο ὡν συνεγγυς ὀντων οὐδε μνειαν ποτε ἐπεποιητο ; τετελευτηκεν οὐν ἐν Πελοποννησωι . οὐδεν δε παραδοξον ταφον αὐτου
9999975 κερατοειδης
τουτων φθασει τυφλωθηναι , ἡλος προσαγορευεται . ὑποπυος δε ὁ κερατοειδης ἐνιοτε γινεται , ποτε μεν δια βαθους , ποτε
ὁ ἐπιπεφυκως και ὁ ῥαγοειδης ἐχουσι φλεβας , ὁ δε κερατοειδης ἀφλεβος ἐστι δια την χρειαν αὐτου , και ὁτι
9999975 κατεστρατοπεδευσεν
δε ὡς ἀφικετο προς την πολιν , τῃ μεν πρωτῃ κατεστρατοπεδευσεν ᾑ μαλιστα ἐπιμαχον αὐτῳ ἐφαινετο το τειχος , και
τοις Λακεδαιμονιοις , τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας
9999975 μετειληφεν
τον Ἀπολλω τον Πυθιον , των εὐκτικων και ἀπευκτικων ὑμνων μετειληφεν ἰχνη . Οὐκ ἀγνοω δε ὁτι ἀπορητικους τινες τεθεικασι
προς το ἀδηκτοτατον εἰναι : ἐτι και της οὐσιας εὐκρατου μετειληφεν κατα τε θερμοτητα και ψυχροτητα : ὁ δε αἱματιτης
9999975 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999975 ἐλευθεριοι
ἀναγκη γινεσθαι κινουμενης πως της ψυχης , και αἱ μεν ἐλευθεριοι και καλαι ποιουσι τοιαυτας , αἱ δ ' ἐναντιαι
ὀντες βουλεσθαι δικαιοπραγειν , και ἐλευθερια πραττειν , μη ὀντες ἐλευθεριοι . ἐπειτα οὐδε τελεια ἐστιν ἡ ἀρετη ἐν μονῃ
9999975 τυγχανουσι
. εἰσι δε ἐμμελεις μεν ὁσοι συναπτομενοι προς ἀλληλους εὐφοροι τυγχανουσι προς ἀκοην , ἐκμελεις δε ὁσοι μη οὑτως ἐχουσι
αἱ μαλιστα τουτο διαπραττονται , πολλης ἐρημιας τε και ἀναχωρησεως τυγχανουσι δεομεναι : και ὡσπερ τοις νοσουσιν , εἰ μη
9999975 ἀναποδιζει
την ἐναλλαγην ἐχων ἐπιτηδευσεται ψευδη και πλαστογραφιας . εἰ δε ἀναποδιζει τις αὐτων , δηλοι και κλοπας . εἰ δε
την Σεληνην , δηλοι κακιαν του ἐτους . ὁτε δε ἀναποδιζει ὁ κυριος τινος των κατα πηξιν τοπων ἠ των
9999975 τουνεκα
ἐκεδασσαν , ᾑ ἐνι πειρομεν οἰδμα κατα χρεος ἐμβεβαωτες . τουνεκα νυν ὑμεας γουναζομεθ ' , αἰ κε πιθησθε ,
ἐπεσι φησιν ἀστροφαη Διονυσον ἐν ἀκτινεσσι πυρωπον , Ὀρφευς δε τουνεκα μιν καλεουσι Φανητα τε και Διονυσον . φασι δε
9999975 κατειχετο
ἐς δεσποτας τους ἡμετερους . Οἰκος μεν πας Ἁρπαγου κλαυθμῳ κατειχετο : ἐγω δε ἐκπλαγεις ἠια ἐσω . Ὡς δε
ἐθνος αὐθιγενες : τα δε προ τουτων οὐθ ' ὡς κατειχετο προς ἑτερων οὐθ ' ὡς ἐρημος ἠν οὐδεις ἐχει
9999975 σφενδονης
θ ' ἡτις εἰσεισιν γυνη . και μην τυποι γε σφενδονης χρυσηλατου της οὐκετ ' οὐσης οἱδε προσσαινουσι με .
δεσμον . τυπον δε την ἐπικειμενην σφραγιδα τῳ δεσμῳ : σφενδονης : της σφραγιδος : προσσαινουσι με : ἡδυνουσι με
9999975 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999975 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999975 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999975 ἱκοντο
και οὐκ ἐθελοντε πιθοντο . Ἐς δ ' ἀρα νηας ἱκοντο συν Ἀργειοισι και ἀλλοις μαντιν ἀγασσαμενοι τον ἀρ '
Φορκυν , ἀμφω ἀδελφειους , οἱ τ ' ἐκ Σαλαμινος ἱκοντο Αἰαντος νηεσσι και οὐκετι νοστον ἑλοντο . Τοισι δ
9999975 ἐνεισι
ἐς την Ἐρυθρην καλεομενην θαλασσαν , ἐν τῳ αἱ λιθοτομιαι ἐνεισι αἱ ἐς τας πυραμιδας κατατμηθεισαι τας ἐν Μεμφι :
νους ἐνουσας ἰδεας τῳ ὁ ἐστιν ζῳον , οἱαι τε ἐνεισι και ὁσαι , καθορᾳ , τοιαυτας και τοσαυτας διενοηθη
9999975 ἐστρατευσαντο
οἱ Τεγεαται ἐπεμψαν ἐς Δελφους , Λακεδαιμονιους ὁτε ἐπι σφας ἐστρατευσαντο αἰχμαλωτους ἑλοντες : Λακεδαιμονιων δε ἀπαντικρυ τουτων ἀναθηματα ἐστιν
τετελευτηκοτα : ἠτοι γαρ οὐδε ὁλως ἐστρατευσαντο , ἠ εἰπερ ἐστρατευσαντο , παντες ἐφυγον . Ἀντισθενης μεν οὐν και Διογενης
9999975 ἀσφαλεια
κλεις ὑπερτατας , ὁτι εἰρηνης οὐσης προς ἀλληλους μεγιστη τις ἀσφαλεια γινεται πασι και των βουλων των ὑπερ αὑτων και
, οὐ χρησομεθα τοις ὀθονιοις πασιν : ἡ μεν γαρ ἀσφαλεια της των κατεαγοτων ἐπιδεσεως ἐκ της πιεσεως και του
9999975 μυρικης
προς Ἐρυθραιον πολεμον φανηναι τον Ἀπολλωνα καθ ' ὑπνον ἐχοντα μυρικης κλωνα . και Μητροδωρος ἐν τῳ περι συνηθειας ἀρχαιοτατον
ἐν πολλοις παρηγαγεν τοποις και ἐν τῃ Εὐρωπῃ τινας δια μυρικης μαντευομενους . και ἐν Λεσβῳ δε ὁ Ἀπολλων μυρικης
9999975 δικαστηρια
δικανικου , συμβουλευτικου , πανηγυρικου , τοποι του μεν δικανικου δικαστηρια , του δε συμβουλευτικου ἐκκλησιαι και δικαστηρια , του
ἁπαντας μεν γαρ τους ὁμιλουντας οὐ . πολλοις γαρ τα δικαστηρια μεταλλα . δει δε οὐδε ἁπαντων κατεγνωκεναι κακιαν .
9999975 ἐσωσαν
φυγοντας ἐκ της τροπης ὑποδεξαμενοι τραυματιας και ἀνοπλους ἁπαντας ὀντας ἐσωσαν , οὐκ ἀγνοουντες , ὁτι κοινον ἐπηγον ἁπασι τοις
θεοις εἰδεναι χαριν ὁτι κἀν τον ἑτερον ὑμιν των βασιλεων ἐσωσαν , παυσασθαι δε ἠδη τας ψυχας και τας γνωμας
9999975 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999975 παρεκελευετο
πατριδος , ἡν ἑτερος Ἀλεξανδρος καθαιρησει . ” Ὁ αὐτος παρεκελευετο τοις ἀνθρωποις ἠ νουν ἠ βροχον . Ὁ αὐτος
κορην και ὀμνυσιν ἠ μην φυλαξειν ἀμολυντον , και θαρρειν παρεκελευετο . Και ἡ μεν παρα τῳ αἰπολῳ ἠν ἐν
9999974 πατριῳ
δε Ἀριστοβουλος και της κατ ' Ἀριστοτελην φιλοσοφιας προς τῃ πατριῳ μετειληχως , ὁποια περι των ἐν ταις ἱεραις βιβλοις
ἐχειν λογαδας περι αὑτον , οὑς καλεισθαι ὑπο Γαλατων τῃ πατριῳ γλωττῃ σιλοδουρους : τουτο δ ' ἐστιν Ἑλληνιστι εὐχωλιμαιοι
9999974 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999974 ἐμποιουν
τουτο την μεν γλωσσαν οἰδει , φλεγον αὐτην και παραφροσυνην ἐμποιουν ἐσθιειν αὐτην παρασκευαζει . δικην δε ἰξου την τροφην
ἐλαιου : λιπαρον γαρ ὀν και ἐν τῳ ἐξεμεισθαι ὀλισθον ἐμποιουν , οὐκ ἐᾳ καταξυεσθαι τα σωματα : λιθουμενη γαρ
9999974 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999974 βραχυτατα
την στεφανην . ἐνιοτε δε και τινα συνεπιφερεται ταυταις πανυ βραχυτατα σωματια , θριξι το παχος ἐοικοτα , οὐ μεντοι
περι των Ἀργοναυτων παντα κατα λεπτον ἐγραψα , εἰ και βραχυτατα , ὁσα οὐδε νʹ Ἀπολλωνιοι . * δρακοντοφρουροις ταις
9999974 Πυθαγορειου
και μετροις ἀειδομενα . . . . . . Ἀρχυτα Πυθαγορειου ἐκ του Περι νομου και δικαιοσυνης . Δει δε
τᾳ ἀτιμιᾳ καλοκαγαθω . . . . . . Διωτογενεος Πυθαγορειου ἐκ του Περι ὁσιοτητος . Τως δε νομως οὐκ
9999974 φοινικας
φασκειν ἐληλυθεναι : τουτου δε ἐν τῳ κοιλοτατῳ πεφυκεναι τους φοινικας . ταυτα μεν οὐν ταχ ' ἀμφοτερως ἀν εἰη
ἰδειν δε ἐν Βαβυλωνι ὁ αὐτος λε - γει τους φοινικας αὐτορριζους ἀνατρεπομενους ὑπο των ἐλεφαντων τον αὐτον τροπον ,
9999974 τυγχανουσαν
τοιαυτα : την δε μιαραν μητρυιαν πολεμιον τῳ προγονῳ φυσει τυγχανουσαν , δια τον φονον εἰκος μηδε μιας ἀποσχεσθαι κατα
αὐτου δεσποινης γεννητορων οἰκιαν , μητε ταυτην εἰδεναι προσποιουμενος ἐκεινων τυγχανουσαν , μητε μην ἐν αὐτῃ την δεσποιναν μενουσαν .
9999974 σοφωτατου
ἐπιστειλαντος μου μεριμνησειν ὑπερ των Θεοφιλου πραγματων , ἀνδρος και σοφωτατου και δικαιοτατου και ὁς ἐν μεσῳ βιβλιων και ἐγρηγορε
της εὐδαιμονιας τελος , και ταυτα δια του παρεισαγομενου προσωπου σοφωτατου παρ ' αὐτῳ . Πεποιηται γαρ Ὀδυσσευς ἀναφωνων :
9999974 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999974 συλλογισμου
, τον τε προσεχη των πρωτων δυο , ὁτι περι συλλογισμου , και τον ἀπωτερω των ὑστερων δυο , ὁτι
ὑποθετικοι : τα γαρ ἀμφιβαλλομενα ἐν τοις ὑποθετικοις δια κατηγορικου συλλογισμου δεικνυουσιν , ἱνα μη ἐπ ' ἀπειρον προελθωσιν δι
9999974 Θερσανδρου
του πατρος αὐτου φονον : ὁθεν , ἠγουν ἀπο του Θερσανδρου , ἐχουσι την ἀρχην του σπερματος , τουτεστι του
ἠ γενος ὑπολειπομενον Φριξουτουτων ἑνεκα ἐποιησατο Ἁλιαρτον και Κορωνον τους Θερσανδρου του Σισυφου : Σισυφου γαρ ἀδελφος ἠν ὁ Ἀθαμας
9999974 αἰσθητηριου
δοξειεν ἀν μεταβαλλων ἠ του σωματος μεταβαλλοντος , τουτεστι του αἰσθητηριου , δια τινα χυμον συρρευσαντα ἐκεισε ποτε μεν εἰναι
, οὐκ ὀψεται , οὐχ ὡς οὐκ ὀντος του ὀπτικου αἰσθητηριου , ἀλλ ' ὡς του μεταξυ μη ὀντος ,
9999974 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999974 σκευαζομενα
ὀξους και χλιαρον ἐπιχεομενον και τα δια γλαυκιου και κροκου σκευαζομενα παντα τον αὐτον τροπον και αὐτα προς μετριας φλεγμονας
παρωτιδας δυναμενων , οἱα ἐστι τα δια ζυμης και ἰξου σκευαζομενα βοηθηματα , οὑτοι φανερως αἰτιοι του πνιγηναι τους καμνοντας
9999974 ἐδεισαν
φοβον οὐχ ἡττω της Ἀννιβου τυραννιδος . Περι αὐτης γουν ἐδεισαν Ῥωμαιοι της πολεως . Πολλακις γουν συμμιξαντες και πολλακις
. οἱ δε Ἀθηναιοι της πολεως ταυτης ξυνοικιζομενης το πρωτον ἐδεισαν τε και ἐνομισαν ἐπι τῃ Εὐβοιᾳ μαλιστα καθιστασθαι ,
9999974 Σικελιαν
ταυτης δ ' ἐτι καθεστωσης ἐν πολεμῳ διεβησαν εἰς την Σικελιαν , ἀφελομενοι δε Καρχηδονιων αὐτην ἐπανηλθον ἐπι τους περι
ὑπαρχοντα σωζειν . ἐπειδη δε ἐτελευτησεν ἐκεινος , ὠνειροπολουν μεν Σικελιαν , ἐφιεντο δε Ἰταλιας , ὠρεγοντο δε Καρχηδονος και
9999974 Ὀλυμπιας
ἐλσαις ὁλον τε στρατον : ἐν χωριῳ τινι χωριζομενῳ της Ὀλυμπιας κατα την των γεωγραφων βουλην σταδιους τρεις . ὁ
ἀγωνος του ἐν Ὀλυμπιᾳ : ὁθεν , ἠγουν ἀπο της Ὀλυμπιας , ὁ ὑμνος , οὑ πολυ κλεος , πλεκεται
9999974 σφραγιδων
τουτο ἐποιουντο . . σφραγιδονυχαργοκομητας ] ἠγουν τους ἐπιμελουμενους δια σφραγιδων των ὀνυχων αὐτους λευκαινοντας , τους δακτυλιοις και ὀνυχων
γαρ ὑποθηκης οὐτε παρακαταθηκης εἰναι δικας , οὐδε μαρτυρων οὐδε σφραγιδων αὐτοις δειν , ἀλλα πιστευειν παραβαλλομενους : και τα
9999974 γιγνωσκομεν
μηδενος ὁλως ἀποτυγχανειν : ἀλλ ' ὡσπερ ἡμεις τα ζῳα γιγνωσκομεν ὁρωντες , ὁτι τουτο μεν ἐστι προβατον , εἰ
οὐ προσδιδασκουσιν , οὐκ ἐννοουντες ὁτι πολλοστον μερος ἐστιν ἁ γιγνωσκομεν ὡν ἀγνοουμεν : ἀλλως τε ὁτι και των ἐναντιων
9999974 κινδυνευων
αἱρειται γαρ τις ἡδεσθαι ὀψοφαγων και ἀφροδισιαζων ἠπερ τραυματιζομενος και κινδυνευων κατα πολεμον και πολεμιοις μαχομενος . Εἰπων περι τινα
ὡδε . ” Τινα ἐκτεινεν ὡς τυραννος ἀκριτον ὁ νυν κινδυνευων ἀκριτως ; τινα δ ' ἐξεβαλε της πολεως ;
9999974 νησιωτης
κτισαντος . ἐκαλειτο δε και Ὀφιουσα και Δρυοπις . ὁ νησιωτης Κυθνιος . και Κυθνιος τυρος και Κυδιας ὁ ζωγραφος
τον Μενελαου φησι . και δη ἁπαντα ἐσκοπιαζον ὁσα ὁ νησιωτης ἐκεινος νεανισκος . ὁρω δε οὐχ Ἑλενην , μα
9999974 σκορπιου
περι ὁλον το σωμα συναισθησις γινεται κνησμωδης . [ Περι σκορπιου . ] Τοις δε ὑπο σκορπιου πληγεισιν ὁ μεν
, κολοκυνθις ἀγρια , βρυωνια , κυκλαμινος , ἀνδραχνη , σκορπιου θαλασσιου πνιγεντος οἰνῳ το ἀποβρεγμα . Ἀγνου σπερμα ,
9999974 Θετταλικον
; ἐν ταις τρισιν μεν χονδρος ἀγαθος Μεγαρικος . οὐ Θετταλικον τον χρηστον εἰναι φασι δε ; . . .
, και πελτασται Θρᾳκες , και ὁπλιται Μακεδονες , και Θετταλικον ἱππικον : ἐχρωντο οὐν τῳ θεῳ οἱ Ἀθηναιοι ,
9999974 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999974 μνημονευουσι
ἀφειλετο και ἀνθρωπων εἰκονας χαλκας . ἀρχαιοτατον δε ἀγωνισμα γενεσθαι μνημονευουσι και ἐφ ' ᾡ πρωτον ἀθλα ἐθεσαν , ᾀσαι
πολεων των μετεχουσων της Ἀμφικτυονιας τινες οἱπερ ἐκαλουντο Πυλαγοραι : μνημονευουσι δε και τουτων πολλοι , ὡσπερ και Δημοσθενης ἐν
9999974 ἀποδιδοασι
. . . οἱ δε φασιν ἐκ πληρους σπιδεος και ἀποδιδοασι πολλου και μακρου . και γαρ Αἰσχυλος πολλακις την
ἀλλα παρα χρονους τινας ἀναπαυλης τυγχανουσιν , εἰτα ἀναπαυσαμεναι παλιν ἀποδιδοασι πλειονας τους καρπους . ἀμειβομεναι οὐν αἱ ἀρουραι .
9999973 Ἡρακλειδης
ἀλλα μοι ἐν στηθεσσιν ἀληθευουσι μενοιναι . ὁ δε φυσικος Ἡρακλειδης εἰναι ὀντως φησι σανιδας τινας Ὀρφεως , γραφων οὑτως
γινεται τα του βιου αὐτου πβ . . τουτον φησιν Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος [ . , . ] περι αὑτου
9999973 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999973 νευματι
οὐ προσηκουσης τοσαυτην θεμενον προνοιαν , ὑποταττει σου Παλαιστινην τῳ νευματι : συ δε περιχαρως ἐδεξω το γερας οὐ προς
δε στησαι , ἠ τῃ τουβᾳ ἠ τῃ φωνῃ ἠ νευματι της χειρος , και ἱστανται : δια δε τουτο
9999973 ἐξεπλευσαν
. παρεσκευασαντο δε ναυς ἑξηκοντα , και ταυτας πολυτελως καταρτισαντες ἐξεπλευσαν εἰς Σαμον , ἐν ᾑ κατελαβον τους ἀλλους στρατηγους
ἠν και οἱ ἐφορμουντες ὀλιγωρως εἰχον και ἐνιοι ἀνεπαυοντο , ἐξεπλευσαν ἐξω του λιμενος , και ἡ μεν ἐπι Ἑλλησποντου
9999973 ἐπλετο
οὐκ ἀεκοντε πετεσθην νηας ἐπι γλαφυρας : τῃ γαρ φιλον ἐπλετο θυμῳ . Νεστωρ δε πρωτος κτυπον ἀϊε φωνησεν τε
πασαι ἐπειγομεναι προρεοντι . μαρτυς ἐγων ὁτι μυθος ὁδ ' ἐπλετο πασιν ἀλαθης : ἠν μεν γαρ βροτον ἀλλον ἠ
9999973 συνηνεγκεν
καιρον , οὐκ ἐποιησαν τουτο . ἀλλ ' ὁτι οὐ συνηνεγκεν αὐτοις φεισαμενοις ; και μην δια τουτο γε εἰσονται
εἰ της Φιλιππου μεριδος ἡ πολις ἐγενετο , οὐκ ἀν συνηνεγκεν , ἐπιστωσατο μεν αὐτο και κατα ἐθνη και κατα
9999973 πλανωμενη
κυνηγετουντος ἐρασθεισα ἐθηρευεν μεταθεουσα ταις ἐπιθυμιαις . φοιτωσα γαρ και πλανωμενη παντας τους ὀρειους ἐπεξῃει δρυμους , ὡς μυθον εἰναι
τοι ] ἠγουν προσελθειν και ἀκουσαι τα κατ ' ἐμε πλανωμενη ] φερομενη . γνωμικον Ἡ πημονη , φησι ,
9999973 κανα
οὐ περιμενει την σην σχολην . ἀλλ ' εἰσιτε : κανα προχειρα , χερνιβας , θυληματα ποιειτε . ποι κεχηνας
Ἐριχθονιου βασιλευοντος πρωτον κατεστησαν αἱ ἐν ἀξιωματι παρθενοι φερειν τα κανα τῃ θεῳ , ἐφ ' οἱς ἐπεκειτο τα προς
9999973 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την
9999973 ἐπιδεκτικη
ἡ δυας δια το ἀρχοειδες οὐπω των ἀρτιου καθαρων ἰδιωματων ἐπιδεκτικη οὐσα οὐδε των ὑποδιαιρεσεων . ὁτι ἐν πρωτῃ τετραδι
γαρ οὐτε πλατος ἐπιδεχεται εὐθυμετρικη οὐσα και μονου του ὁμωνυμου ἐπιδεκτικη μερους , οὐτε μην μιγνυμενη τινι των ἐντος δεκαδος
9999973 κατεσκευασμενη
διαλλαττει της Θουκυδιδου λεξεως ἡ Δημοσθενους ἡ παρα τον αὐτον κατεσκευασμενη χαρακτηρα , εἰπωμεν : ἀπαιτει γαρ ὁ λογος .
Διωνος φιλοσοφια ῥητορικωτερα τῳ Ἀπολλωνιῳ ἐφαινετο και ἐς το εὐφραινον κατεσκευασμενη μαλλον , ὁθεν διορθουμενος αὐτον φησιν ” αὐλῳ και
9999973 βραχυτατην
δεηθεντες δια το ἐν τοις κατ ' οὐρανον παραλλαξιν ὁποιανουν βραχυτατην ἡμιν ἐπινοουμενην οὐ μικραν ἐργαζεσθαι διαφοραν , ἑκαστον των
λυσιτελειν ἀπεχθανεσθαι και φιλονικειν μηδε τῃ μεγιστῃ πολει προς την βραχυτατην κωμην : ὁταν δε δη προς ἀνθρωπους ᾐ πολιν
9999973 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999973 ἐνεργουσα
κατα την ἀτελη κινησιν , ἀλλ ' ὡς μη προτερον ἐνεργουσα ὑστερον δια το παρειναι το αἰσθητον την ἐνεργειαν προβαλλομενη
και ἐπι των ἀνθρωπων τετακται ἡ δικη , ταὐτα ἐκεινοις ἐνεργουσα : ἐκεινα μεν γαρ κρατει την ταξιν των ὀντων
9999973 παρελαμβανε
Καισαρ , ὡς ἐς ἀμφοτερα προφασιν εὑρων , ᾐει και παρελαμβανε τον τε στρατον και την Κελτικην ἐπ ' αὐτῳ
, την τε ἀρχην παρα του Φαβιου και το ἀξιωμα παρελαμβανε . και μετ ' οὐ πολυ χωρουντων ἐς μαχην
9999973 ἐλευθεριοτητα
οὐν ὑπο ἐθους ἠ ὁπωσουν μεταβαλλοι , ἐλθοι ἀν εἰς ἐλευθεριοτητα : ἀλλ ' ὁ μεν τῳ ὀντι ἀσωτος βελτιων
του προκειμενου ἐργου , ὡς ἐρει . Ὁτε ἐλεγε την ἐλευθεριοτητα περι χρηματων μεσοτητα . ὡς γαρ ἡ ἐλευθεριοτης ἀπο
9999973 ποιουμεθα
ὁ σπουδαιος . και ἐπι των ἀλλων ἁπαντων δη μετρον ποιουμεθα την ἀρετην και τον σπουδαιον . ὡς γαρ ὁ
των ἀλλων των ὁμογενων . οὑ δε ἑνεκα τον λογον ποιουμεθα , τουτ ' ἐστιν , ὁτι σοφιαν την ὀνομαζομενην
9999973 δουλοσυνης
. Ἠθελες , ὠ Ζηνων , ἀνδρα τυραννον κτεινας ἐκλυσαι δουλοσυνης Ἐλεαν . ἀλλ ' ἐδαμης : δη γαρ σε
ἐπ ' ἡμεας μουνους ἐστρατηλατεε ὁ Περσης τεισασθαι της προσθε δουλοσυνης βουλομενος , χρην αὐτον παντων των ἀλλων ἀπεχομενον ἰεναι
9999972 Ἀριστειδης
της ἀγορας ἰδειν ἀνισχοντα , τουτο δε ἀνα στομα ἐχειν Ἀριστειδης μελετησεται τημερον ἐν τῳ βουλευτηριῳ ὡρας τεταρτης . ταυτα
* : δυσπαραιτητοι ] Παραιτουμαι το συγγνωμην αἰτω , ὡς Ἀριστειδης : παραιτεισθαι μεν οὐκ οἰδα . δυσπαραιτητος δε κριτης
9999972 Ὀλυμπιος
κεν ἁδροσυνῃ σταχυες νευοιεν ἐραζε , εἰ τελος αὐτος ὀπισθεν Ὀλυμπιος ἐσθλον ὀπαζοι , ἐκ δ ' ἀγγεων ἐλασειας ἀραχνια
φαλαγγες . Ὡς δ ' ὁτ ' ἐν οὐρεσι πρωνας Ὀλυμπιος οὐρανοθεν Ζευς ἀμφι μιῃ κορυφῃ συναρηροτας ἀλλυδις ἀλλον ῥηξῃ
9999972 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999972 ἐπρεσβευοντο
ὑπαρχουσαν ξυμμαχιαν ἐξηταζον και ἐς τα περι Πελοποννησον μαλλον χωρια ἐπρεσβευοντο , Κερκυραν και Κεφαλληνιαν και Ἀκαρνανας και Ζακυνθον ,
. αἰσθανομενοι δε τουτων οἱ Καρχηδονιοι και αὐτοι περι συμμαχιας ἐπρεσβευοντο παρα τον Συφακα . και ὁ Σκιπιων , πυνθανομενος
9999972 τερμασι
στηλαι του Ἡρακλεουςἡ τε Ἀλυβη και ἡ Ἀβεννα παρα τοις τερμασι της καθ ' ἡμας θαλασσης και της ἀρχης του
: Δημοσθενης ἐν τῳ προς Φαινιππον . τα προς τοις τερμασι των χωριων ἐσχατιας ἐλεγον , οἱς γειτνιᾳ εἰτε ὀρος
9999972 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999972 βαλανεια
, πιττοκοπεισθαι , παρατιλτρια , παρατιλλεσθαι παραλεγεσθαι . βαλανευς βαλανευτρια βαλανεια βαλανευτικη βαλανευειν βαλανειον . μερος δε βαλανειου ἐσχαρα και
το κατεπειγον μετα την φλεβοτομιαν και την λοιπην ἐπιμελειαν . βαλανεια μεν ὑγραινει και θερμαινει αὐτικα . το γαρ θερμον
9999972 ἀπεστερησεν
ἑνεκα ἐπεβουλευσα αὐτῳ : ὁ γαρ πρεσβυτερος ἀδελφος παντα λαβων ἀπεστερησεν ἡμας . Ἰσως δ ' ἐρει ὡς οὐκ ἐστι
, ὁς δια τα Συρων πατρια και ἡμας των ἰχθυων ἀπεστερησεν ἑτερ ' ἐκ Συριας παρεισφερων . καιτοι γε Ἀντιπατρος

Back