κητ ! [ } ] [ ὑποπτευω ] γα και δεδοικ ' ἐγων μη δ [ τα ] ϲκευαρια παντα
' ἰαχηισι τε σον περι βωμον : ἠ γαρ ἐγωγε δεδοικ ' ἀφραδιην ἐσορων και στασιν Ἑλληνων λαοφθορον . ἀλλα
9999922 δεδοικα
ὀρθη . των γαρ σοφων , οἱς ἀρεσκειν φῃς , δεδοικα μη τινες ἀναφανεντες σοφωτεροι και σε τον μιμουμενον και
τους λογους ἀγωνας οὐ σφοδρα φησαιμ ' ἀν δεδιεναι , δεδοικα δε τους δεινους ἀνταγωνιστας . εἰπω τινας ; τους
9999894 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999888 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999882 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999882 μελιτοϲ
δε Κρητικου ἠ δι ' ἑψηματοϲ καλλιον αὐτο ἀντι του μελιτοϲ ϲκευαζεϲθαι , ὁταν ᾐ το ῥευμα πανυ λεπτον :
, ὀροβινου ἀλευρου ⋖ ι : ξηρῳ χρω και μετα μελιτοϲ . ἐτι δε προϲ τα ῥυπαρα των ἑλκων ἡ
9999881 ἀπανευθε
ᾐδεε Πατροκλον τεθνηοτα διος Ἀχιλλευς : πολλον γαρ ῥ ' ἀπανευθε νεων μαρναντο θοαων τειχει ὑπο Τρωων : το μιν
ἐν δε μιν αὐτον εὑρ ' , ἑταροι δ ' ἀπανευθε καθηατο : τω δε δυ ' οἰω ἡρως Αὐτομεδων
9999881 σταφιδες
Φοινικες οἱ αὐστηροι , μηλα κυδωνια , ἐλαιαι ἁλμαδες , σταφιδες αὐστηραι , ἡ ἐν τοις στεμφυλοις ἀποτιθεμενη σταφυλη ,
τροφιμοι , καστανα , φακη , οἱ γλυκεις φοινικες , σταφιδες αἱ γλυκειαι και λιπαραι , βαλανοι , γογγυλις ,
9999880 ταραχωδες
ἐστι [ ] και προσετι ψευδεσθαι [ - ] , ταραχωδες δε [ ἑκατερον - ] . τα δ '
ὡν συγκεινται ῥυθμους ἐν ἀνισοτητι θεωρεισθαι , και πολυ το ταραχωδες ἐπιφαινοντες , τῳ μηδε τον ἀριθμον ἐξ οὑ συνεστασι
9999880 Φιλια
το μεν ἁπλως ἠν ἀγαθον , θατερον δε κακον . Φιλια δε ἡ μαλιστα και κυριως λεγομενη οὐκ ἀλλη τις
διεξιμεν . Του Ποντικου γαρ στοματος ἐστι πλησιον Βυζαντιων χωρα Φιλια καλουμενη . Εἰτ ' αἰγιαλος τις Σαλμυδησσος λεγομενος ἐφ
9999880 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999880 ἁρμονικη
κιθαριζει , ὁ δε πολιτευεται . ἡ δε γεωμετρικη και ἁρμονικη και ἀστρολογικη θεωρητικαι : οὐτε γαρ πραττουσιν οὐτε ποιουσιν
οὐκετι δε και τῃ γεωμετρικῃ . ἰδιον δε ἐχει ἡ ἁρμονικη το ὑπο μεσου και συναμφω των ἀκρων εἰναι διπλασιον
9999880 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999879 ἐβοηθησεν
ἡ περισσως ἀγαπησασα οὐτε των ἀλλων θεων τις ἠ δαιμονων ἐβοηθησεν αὐτῳ . κατα τον αὐτον οὐν ποιητην : ὁστις
Τορωνην μεν και Ποτιδαιαν πολιορκησας εἱλε , Κυζικηνοις δε πολιορκουμενοις ἐβοηθησεν . Του δ ' ἐτους τουτου διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν
9999878 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999878 ἠρεσκετο
παις . Βασιλευων δε Σκυθεων ὁ Σκυλης διαιτῃ μεν οὐδαμως ἠρεσκετο Σκυθικῃ , ἀλλα πολλον προς τα Ἑλληνικα μαλλον τετραμμενος
βλεπειν . οἱσπερ και ὁ Σεβηρος ἀγγελλομενοις οὐ πανυ τι ἠρεσκετο , ἀλλ ' ἐπαχθης ἠδη και βαρυς κἀκεινῳ ἐγενετο
9999878 κληθεισα
, μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων δε παλι Βορυσθενης κληθεισα . ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την Μηδικην
. Κτισμα δε Καρος ἠν , ἀπο του παιδος αὐτου κληθεισα του γεννηθεντος ἀπο Καλλιρροης της Μαιανδρου , μετα νικην
9999878 μελανοϲ
, πεπερεωϲ λευκου ἰϲα : μελιτι . Πεπερεωϲ λευκου και μελανοϲ , δαυκου Κρητικου , ϲικυου ἡμερου ϲπερματοϲ , μαραθρου
. χαλκανθου # β , ἀρϲενικου # α , ἐλλεβορου μελανοϲ , κανθαριδων θωρακων ἀνα ⋖ α ∠ ʹ ,
9999878 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999877 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999876 ἐφοβειτο
τουτ ' ἠν : ὠδινεν ὀρος , Ζευς δ ' ἐφοβειτο , το δ ' ἐτεκεν μυν . ὁπερ ἀκουσας
την των Κολχων χωραν ἱκεσθαι δια την του πατρος ὀργην ἐφοβειτο . Τουτου χαριν εἰσετι και ἀρτιως πολυφαρμακοι ἀνδρες ὑπαρχουσι
9999875 πλασμα
ἡ Νεα κωμη και Ἀργυρια . „ και τουτο παλιν πλασμα προς την αὐτην ὑποθεσιν , ὁπως σωθειη το „
εἰ μη την ἐπιθετον ἐσκηψαμην μωριαν . τουτο με το πλασμα πιστευθεν ὑπο του τυραννου μη ταὐτα παθειν ἐκεινοις ἐρρυσατο
9999875 ἐτρεψατο
Ξενοκρατης ὀφθεις μονον ἐν τῃ διατριβῃ και ἀποβλεψας προς αὐτον ἐτρεψατο και μετεθηκεν . Πολεμων Φιλοστρατου μεν ἠν υἱος ,
Μακεδονας ἀναγαγων ὑπερεκερασεν : ἡ δε φαλαγξ προσπεσουσα τους πολεμιους ἐτρεψατο . Ἀλεξανδρος ἐν Ἀρβηλοις παρετασσετο . Δαρειος το μεταιχμιον
9999874 δεκατῃ
προσταξει δεκατῃ μηνος ἀει . δια τι δε ἐν τῃ δεκατῃ ; ὡς ἐν τοις περι αὐτης λογοις ἠκριβωσαμεν ,
Συριᾳ και Φοινικῃ και Λιβυῃ και Αἰγυπτῳ ἀνεσιν ποιησαι , δεκατῃ δε ὡρᾳ και ἑνδεκατῃ ἐκλειπουσαν τοις παραθαλασσιοις τοποις θορυβον
9999874 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999874 λαμβανω
τουτο αὐτο ἐπιδειξιν ἡγησαντο . ὁμως δε και αὐτος ἑτεραν λαμβανω ὁδον . ὁταν μεν γαρ εἰς ἐμαυτον ἀπιδω και
οὐτε ψευδος . εἰ δε τις λεγει ὁτι συμπεπλεγμενα αὐτα λαμβανω και λεγω ὁτι Σωκρατης υἱος ἐστι , Σωκρατης μελας
9999873 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999872 Ἐμπεδοκλης
τα δε φυτα αὐτοματως πως κεκινησθαι οὐ δια ψυχης . Ἐμπεδοκλης πρωτα τα δενδρα των ζῳων ἐκ γης ἀναδυναι φησι
ἑκαστον , ἀλλα λογῳ τινι και συνθεσει , καθαπερ φησιν Ἐμπεδοκλης το ὀστουν : ἡ δε χθων ἐπιηρος ἐν εὐστερνοις
9999872 σφοδροτητι
το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999872 εἱπετο
ἀποφατικη : ἐν δε τῳ πρωτῳ σχηματι τῃ μειζονι ἀει εἱπετο το συμπερασμα . εἰ δη το Α παντι τῳ
Ὁτι Ἀλεξανδρος μετα το ἱεροσυλησαι ἐφευγεν ἐπι το Ποσιδειον . εἱπετο δε αὐτῳ , ὡς ἐοικε , το δαιμονιον ἀορατον
9999872 κινηθεισα
τις αὐτον οὐτε πυρφορος θεου κεραυνος ἐξεπραξεν οὐτε ποντια θυελλα κινηθεισα τῳ τοτ ' ἐν χρονῳ , ἀλλ ' ἠ
μερους μερει γενομενου , ὡσπερ ἐν μιᾳ νευρᾳ τεταμενῃ : κινηθεισα γαρ ἐκ του κατω και ἀνω ἐχει την κινησιν
9999871 ἐλαιωδες
ἐπιδηλον ὡς ἠδη την χροιαν ἐπιτειναντος : ὁ δ ' ἐλαιωδες ὁ λογος ὡρισε , τῃ του ἐλαιου μαλιστα προσεοικε
πλευριτικοισι και περιπλευμονικοισιν . Πονηρον δε και το προ ῥιγους ἐλαιωδες οὐρουμενον . Πονηρον δ ' ἐν τοισιν ὀξεσι και
9999871 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999871 φερεσθω
δεμνιον ἐνδαπιης και λυγος , ἀρχαιον Καρων στεφος . Ἀλλα φερεσθω οἰνος και Μουσων ἡ χαριεσσα λυρη , θυμηρες πινοντες
γε παρωμεν . μη πλεον κτλ . . αʹ . φερεσθω κτλ . βʹ . μονον ἀρχετω κτλ . γʹ
9999871 ἐφυλαξατο
τε γαρ συμφερον λογισμῳ ἐπεγνω , και το ἐναντιον προμαθουσα ἐφυλαξατο . Αἱ δε ὀξειαι και ἀπερισκεπτοι ἐγχειρησεις ταχειας και
Ἀλευατο : και ἀλευατο πολυν ὁμιλον : το ἀλευατο , ἐφυλαξατο : εἰρηται ἀπο του χευω χευατο και τροπῃ και
9999871 αἰτιαϲ
τα ἐντοϲ τραπηϲεται μερη . εἰ δε οὐλη ἐκ τινοϲ αἰτιαϲ ἐξωθεν του βλεφαρου γενομενη ἐκτρεψῃ το βλεφαρον , ἀφαιρειν
. γιγνεται δε τουτο ἠ ἐξ ἀδηλου ἠ ἐκ προδηλου αἰτιαϲ : ἐξ ἀδηλου μεν ἐκ του αὐτοματου ἀραιουμενων των
9999871 οἰνομελιτοϲ
των πτερων και των ποδων και οἱ τηκολιθοι δι ' οἰνομελιτοϲ ἐν τῃ του λουτρου θερμῃ δεξαμενῃ διδοϲθωϲαν και τα
με ἰατροϲ και τοιϲ χρονιοιϲ κωλικοιϲ αὐτην ἐδιδου δι ' οἰνομελιτοϲ , τινεϲ δε και τοιϲ ϲυναγχικοιϲ αὐτην διδοαϲι πινειν
9999871 ἐνεργητικη
Τυπεσθε , τυπεσθωσαν . Ἑνικα . Τυπτοιμι : πασα μετοχη ἐνεργητικη , το τελος της γενικης τρεψασα εἰς μι και
, προσθετεον , το συμβαν μνημης ἐτυχεν . εἰ δε ἐνεργητικη , το πραχθεν μνημης ἐτυχεν , ὁμοιως δε και
9999871 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999870 ξυνθημα
Πλατωνος στρατιωτην ἠ ἰστοριογραφος ἠ ποιητης ; τι γαρ ἀσπιδι ξυνθημα και βακτηριᾳ ; ποιας δε μαχης ἀριστεια Σωκρατης λαβων
ὀλωλαμεν . ἐπει γαρ ἡμας ηὐνας ' Ἑκτορεια χειρ , ξυνθημα λεξας , ηὑδομεν πεδοστιβει κοπωι δαμεντε , οὐδ '
9999869 ἐδημιουργησεν
θεος ἁπλους τε και εὐνους ἀλληλοις ὑπερ τα λοιπα ζῳα ἐδημιουργησεν , αὐτους δε ἀπανθρωπα και ἀνημερα διανοεισθαι , και
οἰου πυνθανεσθαι εἰ τοιαυτην ἡγει την Ἀθηναν , οἱαν Φειδιας ἐδημιουργησεν , οὐδεν των Ὁμηρου ἐπων φαυλοτεραν , παρθενον καλην
9999869 ἡγεμονικα
οὐτε το φρονειν ἐν μονῳ τῳ δικαιοπραγειν τιθεμενος . Τα ἡγεμονικα αὐτων διαβλεπε και τους φρονιμους , οἱα μεν φευγουσιν
γαρ εἰ ὁτι μαλιστα ἀλληλων ἑνεκεν γεγοναμεν , ὁμως τα ἡγεμονικα ἡμων ἑκαστον την ἰδιαν κυριαν ἐχει : ἐπει τοι
9999869 Ἀττικα
ἐκ λαγονων σπειρας της μητρος εἰχεν , οὐπω την γλωτταν Ἀττικα φθεγγομενην , το σον δε ἀρα ἐκ τινος φυσεως
. ἁπαξαπασαι : ἀντι του πασαι . τα δε τοιαυτα Ἀττικα . μεταπειρωμενας : μεταβαινουσας , μεταβαλλομενας ἀπο πραγματος εἰς
9999868 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999868 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999868 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999868 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999867 δηλωτικα
φωτα και ἀδορυφορητα , ταπεινοτητος και ἀδοξιας τοις γονευσιν ἐστι δηλωτικα , και μαλιστα ὁταν και ὁ της Ἀφροδιτης και
τουτον τα μεν εὐθειων εἰσι τα δε † γενικων † δηλωτικα , το δε τοδε ὁτε μεν εὐθειας ὁτε δε
9999867 διωρισθω
την κατα τοπον κινησιν , περι μεν αἰσθησεως και νου διωρισθω ταυτα : περι δε του κινουντος , τι ποτε
, μια μεθοδος ἀν εἰη περι ἀμφοιν . πρωτον δε διωρισθω , ὁτι αἱ συγκρισεις γινονται οὐ των μεγαλην προς
9999867 ἀπαλλαγεισα
οἰκων ἀναφωνει και ἀνυμνει , των πολεμικων καματων ἐξ ἀπροσδοκητου ἀπαλλαγεισα και δια την σην δυναμιν ἐλευθερον βλεπουσα . ἀλλως
ἀνδρος ἀπο των του σωματος ἡδονων και παθηματων , ὁταν ἀπαλλαγεισα του περι ἐκεινο ταραχου , και ἐπιστρεψασα εἰς ἑαυτην
9999866 ἐξεπιτηδες
ὁ χορος οὐχ ὁτι ἀληθως ἐγινετο , ἀλλ ' Αἰσχυλος ἐξεπιτηδες τουτο ποιει την των γυναικων παριστων φυσιν , ἡνικα
το συμφερον ἡμιν παντος μαλλον εἰδοτες , ἡμεις δ ' ἐξεπιτηδες δρωμεν ἁ παντος ἡμας μαλλον ἐκτριψει ; Ὁλως δε
9999866 εὐξαιτο
ἀλγειν ἐπι τῃ φωρᾳ . ἀλλα και Ἐφορος ἱστορει ὡς εὐξαιτο , εἰ νικησειεν Ὀλυμπια τεθριππῳ , χρυσουν ἀνδριαντα ἀναθειναι
; Εἰεν . Τι τοινυν ἐστιν , ὑπερ ὁτου κἀν εὐξαιτο ἀν τις τοις θεοις , ὁ μη προνοιας ἐχεται
9999866 ἰσχυν
, οἱς δε ἐπαμυνειτε χαριν , ὑμιν δ ' αὐτοις ἰσχυν : ἁ ἐν τῳ παντι χρονῳ ὀλιγοις δη ἁμα
τοις ἠδη γεγενημενοις λυπης . και ὁ οἰκτος δε μεγαλην ἰσχυν ἐχει προς παραμυθιαν , μαλιστα ὁταν τις ἐπι κηδειᾳ
9999866 ἀπεδειξε
τους ἀγωνιστας δει πολλων εὐπορειν δικαιωματων : και δια τουτων ἀπεδειξε την ῥητορικην ὡς ἐκ ταν θεαν κατελθουσαν . Δει
μετα μεγαλης δυναμεως πλησιον εἰναι της Μακεδονιας , Ἀριστονουν μεν ἀπεδειξε στρατηγον , κελευσασα διαπολεμειν τοις περι Κασανδρον , αὐτη
9999866 δημιουργημα
του θηριου ἐδει το τειχος ἀναλωτον εἰναι , το δε δημιουργημα τεχνης ἐστιν , οὐ μυθολογημα συγγραφης . οὑτω τοινυν
ἀπῃ των ὀργανων , οἱς ἀν προσῃ το προτεθεν ἀποτελεσθηναι δημιουργημα . ἐκειθεν ἀποδειξιν τε μανθανει και σοφιστας ἑλειν και
9999866 μαλακιᾳ
τι μεν ὠλιγωρηθη ; τι δε ἐπεβουλευθη ; τι μεν μαλακιᾳ προειθη ; τι δε πονηριᾳ διεφθαρη ; βασιλευς μεν
μαλλον , ἐπει ὁρω σε ἐρωντα οὐχ ἁβροτητι χλιδαινομενου οὐδε μαλακιᾳ θρυπτομενου , ἀλλα πασιν ἐπιδεικνυμενου ῥωμην τε και καρτεριαν
9999865 Θηρωνα
φερων γυμνοτερον αὐτου κατηγορειν ἐπειρατο νεωτερισμου . και οὑτω τον Θηρωνα , ὑπεραγανακτησαντα θυγατρος ἁμα και γαμβρου , συρρηξαι προς
ἐπει Θηρωνος ἱπποις ὁ Ξενοκρατης ἐνικησε , διο και συνανεκηρυξε Θηρωνα . ὁμοκληρον δε τον ἀδελφον ἠ δια το του
9999865 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999865 χειμωνι
των ἀγρων ἀνεστησαν οὐκ οὐσης αὐτοις οὐδε ποας ἐν γε χειμωνι , οἱ δε πολεις τας αὑτων καταλελοιπεσαν , και
μεν τῳ θερει πλειονι ποματι χρωμεθα , ἐν δε τῳ χειμωνι ἐλαττονι . ἀλλα τῃ διαφορησει το τοιουτον συμβαινει ,
9999864 γνωσομεθα
δευτερῳ : και ἐαν ἀποκριθῃς μοι εὐσταθως , δηλον ὁτι γνωσομεθα ὁτι ἡ καρδια σου οὐκ ἐξισταται . Και παλιν
ὁριζειν τα δια μεσου πελαγη , ἁπερ ἐν τοις ἐφεξης γνωσομεθα . Ἀπωθεν της Εὐρωπης , κατα μηδεν μερος συναπτουσα
9999864 ὀγδοης
Ἀθηνησιν Ἰσαγορου παρειληφεναι την ἀρχην κατα το πρωτον ἐτος της ὀγδοης και ἑξηκοστης ὀλυμπιαδος . Και μην ἀπο γε της
οὑς δ ' ὑπακουσαντας ἀπελυσαν . ταυτα μεν οὐν της ὀγδοης . . . . : ἐν δε τηι ἐνατηι
9999864 θυγατρες
ἐμην καταπαυσω ἀοιδην : ἀστερες εὐφεγγεις , Διος αἰγιοχου τε θυγατρες , ἱλατε και κλεος αἰεν ἐμῃ πορσυνετ ' ἀοιδῃ
ἐμβεβαυια δι ' αἰθερος : αἱ δε οἱ ἀγχι Ἠελιοιο θυγατρες ἐθαμβεον ἑστηυιαι θεσπεσιον περι κυκλον , ὁν Ἠελιῳ ἀκαμαντι
9999863 ἐστεφανωσε
ἀνεσειεν ἐπιδεικνυς . ὁ δε ἡσθη μαλιστα και τον λοχαγον ἐστεφανωσε και πλεοσι των ἀθλων ἐδωρησατο πεντε και εἰκοσι μυριασιν
τον πατερα ἀναζητειν χρη . Ὁτι Ἀλεξανδρος τον Ἀχιλλεως ταφον ἐστεφανωσε και Ἡφαιστιων τον του Πατροκλου , αἰνιττομενος ὁτι και
9999863 κλιμα
τον ζεφυρον , ἡ δε Περσις τας ὁδους ἠ το κλιμα του εὐρου . Ἡ δε πεζα , ἠτοι το
, Ἀρης Λεοντι , Ἀφροδιτη Αἰγοκερῳ , ὡροσκοπος Παρθενῳ , κλιμα βʹ . οὑτος ἡγεμονικος ὑπαρχων ἡγεμονικῃ ἐχθρᾳ περιπεσων τῳ
9999863 ἠθοποιϊαν
εἰδοτος ἀκουσας τα λεγομενα . Μιγνυσι δε πολλαχου την τε ἠθοποιϊαν και την του προσωπου ὑποβολην , ὁταν ἑτερῳ προσωπῳ
οὐχ ὡς τερπομενον ἐν αὐτῳ . Εἰτα ἐπαγει κατ ' ἠθοποιϊαν , τινας ἀν λογους εἰπεν ὁ Ζευς ὀργιζομενος ,
9999863 κορυθες
, ἀνερα δ ' ἀνηρ . Ψαυον δ ' ἱπποκομοι κορυθες λαμπροισι φαλοισι Νευοντων , ὡς πυκνοι ἐφεστασαν ἀλληλοισι .
λιθοισι δωματος ὑψηλοιο , βιας ἀνεμων ἀλεεινων , ὡς ἀραρον κορυθες τε και ἀσπιδες ὀμφαλοεσσαι . Τασις δε ἐστι λογου
9999863 ἐλευθεριῳ
ἡμιν ἐγενετο , θυσας ἐν τῃ Πλαταιων ἀγορᾳ ἱερα Διι ἐλευθεριῳ και ξυγκαλεσας παντας τους ξυμμαχους ἀπεδιδου Πλαταιευσι γην και
και ἑπου . ” και ἰδοντες αὐτον οἱ ἐν τῳ ἐλευθεριῳ δεσμωτηριῳ περιεβαλλον παντες , ὡς οὐδ ' οἰηθεισιν αὐτοις
9999863 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999862 μνα
οὐ μετριωϲ ἐξαλλαϲϲεται κατα την τηϲ ὑληϲ διαφοραν . Ἡ μνα ὀνομα ϲταθμου ἐχει οὐγγιαϲ ιϚʹ , ⋖ ρκηʹ ,
τε και νεαν “ συναπτε . εἰρηται , ὁτι ἡ μνα ἐχει ἰταλικους στατηρας μʹ , οὐγγιας κʹ . οὐκ
9999862 ἡμερῳ
δε ἡμερων οἱ καρποι . εἰ δε ἐντυχοις ποτε φυτῳ ἡμερῳ παρα την ἀνθην εὐωδει , δρεπου των φυλλων μαλλον
εὐωδες ἐστι και ἡδυ , το δε ἀγριον παραπλησιον τῳ ἡμερῳ , πλατυφυλλοτερον δε και εὐμηκεστερον , και πολλας ἐχον
9999862 ὠνομαζετο
προς μητρος Ἐμισηνος ἐγεγονει . ὁ πατηρ δε αὐτῳ Βασιλιδης ὠνομαζετο , Θεοκλεια δε ἡ μητηρ . εὐφυης δε ἐπι
μυριοις ἐτεσι προτερον ἠ Μενελαον ἐκεισε προσχειν το χωριον οὑτως ὠνομαζετο . και οὐκ ἀντικρυς μεν ἐλεγε τοὐνομα τουτ '
9999862 ἀνηνεχθη
, εἰτε διατεταμενον εἰτε στρογγυλον περι οὑ νυν διαλεγεται . ἀνηνεχθη τοιγαρουν πτυελον περιφερες , στρογγυλον . γινωσκει ἡ τεχνη
μεθυουσιν : ὑγροτης γαρ ἐπ ' ἀμφοιν ἐπι τα ἀνω ἀνηνεχθη πολλη . εὐλογον δε τουτο το παθος αἰτιον εἰναι
9999862 δακρυουσα
περι λυσεως , ἡ γυνη συνεχως ἐντυγχανουσα τοις γραμμασι και δακρυουσα των ὀψεων ἐστερηθη , καταλιπων ὁ παις παρα τῃ
ὁσῳ θαλερωτερον , τοσουτῳ και γοητοτερον . ἐαν δε ἡ δακρυουσα ᾐ και καλη και ὁ θεατης ἐραστης , οὐδ
9999862 Ἀρταξερξου
και μονον ἀντι σεμνοτητος ἐξηρκεσε και προσηπται τῳ ὀνοματι τῳ Ἀρταξερξου ὁ Μνημων ὡσπερ ἀλλο τι ἐγκαλλωπισμα , ἐγω δε
ὁ τι σε προσηκει καλειν , Δαρειος ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου πατηρ τα βασιλεια ταυτα κατασχων ἑξηκοντα , οἰμαι ,
9999862 ἐλπιδες
τις ἐλπιζῃ , οὐκ εὐθεως ἀποβαινει , οὐδε εὐθυπορουσιν αἱ ἐλπιδες , ἀλλα ποτε μεν εἰς ὑψος φερεται τα προσδοκωμενα
δυναμιν ὑπεστελλοντο : ἐμοι δε ταις ἀδικιαις αὐτου συνηυξανοντο δημοκρατιας ἐλπιδες ἐννοιαν χορηγουσαι δικαιαν , ὡς οὐκ ἐσται τον οὑτως
9999862 ἐμπειριᾳ
σωφροσυνῃ μεμιγμενος ἐσται , ὁ δε του πρεσβυτερου συνεσει και ἐμπειριᾳ : και δια φυσιν γυναικι και ἀνδρι ἑτεροι λογοι
δε ἡμας εἰκος ἐπικρατησαι , πρωτον μεν πληθει προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας
9999862 αἰσθητηρια
ταυτα συμβαινει , ὡς λεγομεν . Ὁτι δε ταχυ τα αἰσθητηρια και μικρας διαφορας αἰσθανεται , σημειον το ἐπι των
δυναμις ἡ αἰσθησις , ἀλλ ' ἐν τῃ προς τα αἰσθητηρια οὐσιωμενη νευσει και του ζῳου οὐσα συμπληρωτικη οὐδε ἐνεργειν
9999862 ἡμιτελη
ὑποβεβλημενος Εὐπατοριαν ἀφ ' αὑτου προσηγορευσε , Πομπηιος δ ' ἡμιτελη καταλαβων , προσθεις χωραν και οἰκητορας Μαγνοπολιν προσειπεν .
φασι τον Διομηδη μεχρι της θαλαττης , καταλιπειν δ ' ἡμιτελη και ταυτην και τας ἀλλας πραξεις μεταπεμπτον οἰκαδε γενομενον
9999862 φιλονεικιᾳ
πιστιν ἐχωρησεν , ἱνα μη παντα αὐτος ἐνθυμουμενος και ἀποδεικνυς φιλονεικιᾳ τῃ προς Φιλιππον μαλλον δοκῃ λεγειν ἠ ὡς αὐτην
ἀγωνοθετων οὐκ ἐπ ' ἀνδραγαθιᾳ , ὑβρεως δε και στασεως φιλονεικιᾳ , και τον μαλλον πληκτην στεφανουμενον . και ταυτα
9999862 Ἀργοναυτικα
οἱ δε μεσσαβα καλουσιν . οὑτως σχολιον εὑρον εἰς τα Ἀργοναυτικα , . , . . . . Αὐτως :
σημαινει τεταραγμενους , ὁλκους τας ἐκχυσεις . Ἀπολλωνιος ὁ τα Ἀργοναυτικα , . , . . . Ἀνταξιον : ἰσοτιμον
9999862 φιλικα
. ὀχθος ] ὁ . ὁ ταφος . φιλα ] φιλικα . κεκευθεν ] κρυπτει . Ἀϊδωνευς ] ὁ .
και χαριζεσθαι συγγενειας ὀνοματι : ἡ δ ' ἐμπαλιν τα φιλικα παντα ἐτρεψεν ἠθεσι και λογοις βουλαις τε και πραξεσιν
9999862 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999861 νυκτερινῃ
τα δε πατρικα φθειρει , και πλειον το κακον ἐν νυκτερινῃ γενεσει εἰτε ἑῳος εἰτε ἑσπεριος : τοτε γαρ οὐ
εἰναι . Κατα δε τον καιρον , δει ἐν τῃ νυκτερινῃ ὡρᾳ ἐπιτελεισθαι τους ὑπνους : τοτε γαρ ἐπιτηδειοτης ἐστι
9999861 εὐπραγια
τουτοισιν ] ἠγουν μετα ταυτα τα ἑξης . εὐπραξις ] εὐπραγια . ὡς ] καθα . τοδ ' ἀγχιστον ]
εὐφορον , πολυφορον , εὐκαρπον , πολυκαρπον : και δενδρου εὐπραγια , εὐθηνια , εὐφορια , πολυκαρπια , εὐκαρπια ,
9999861 ἀνωτατω
τῳ θεῳ , αἱ δε ἀνθρωποις , θεῳ μεν αἱ ἀνωτατω και μεγισταιἱλεως γαρ οὐ γινεται τοις οὑτως ἀσεβουσιν ,
προ κατηγοριας και ἀπολογιας ἠδη τῃ ψυχῃ κατεγνωκοτος και τας ἀνωτατω τιμωριας ὡρικοτος ἐπ ' αὐτῳ . χαλεπον δ '
9999861 ἐνειη
το νευρον μη δεκτικον ὑγροτητος οὐκ ἀν ἐνταυθα ὁ κοπος ἐνειη κατα φυσιν : εἰ δε ὁ κοπος ἐξαλλαγη τις
και περιπατων και θεατρων οὐδεν ὀφελος , εἰ μη νους ἐνειη και νομος . νους δε και νομος περι τουτων
9999861 ἡμερᾳ
. . . . . . . Ὁτε τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ οὐκ ἀκουσαμεν του Μεμνονος . Χθισδον μαν , [
του καταλειφθεντος της πολεως ἡγεμονος . ὡς δε τῃ κατοπιν ἡμερᾳ τας παρα του δικτατορος ἐπιστολας ἐλαβον οἱ των κοινων
9999860 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999860 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999860 ἐμελλετε
, τα ἐσχατα παθειν , ἁτε δη και αὐτοι πραττειν ἐμελλετε , εἰ κατωρθωσατε ἁς πολλακις ἠλθετε ἐπ ' †
ὁτι ἐγγυτατα . . . : εἰς ἐννοιαν ἐλθοντες ὡν ἐμελλετε πασχειν ὑπο Λεσβιων μη μαλακισθεντες . . . :
9999860 ἠγανακτησεν
δε νεανισκος ἐμε φερων παρεστησεν αὐτῳ : ὁ δε Πλουτων ἠγανακτησεν τε και προς τον ἀγαγοντα με , Οὐπω πεπληρωται
ὑπερβεβηκε τας Σεσοωσιος πραξεις : ὁ δε βασιλευς οὐχ ὁπως ἠγανακτησεν , ἀλλα και τοὐναντιον ἡσθεις ἐπι τηι παρρησιαι σπουδασειν
9999860 ἑρμηνευς
: οὑτος γαρ ἡμιν ἐστι των ἀπο του ἠερος γινομενων ἑρμηνευς , ἠν ὑγιαινων τυγχανῃ : την δε φρονησιν αὐτῳ
ψυχης τελειας ὀντα βλαστηματα ; μη γαρ ποτε φαυλου λογος ἑρμηνευς γενοιτο δογματων θειωντο γαρ καλλος αὐτων οἰκειοις μιασμασιν αἰσχυνει
9999860 οἰομεθα
ἀποδιδωσιν ὁ λεγων , τοιουτον δη τινα τον ὁλως πεπαιδευμενον οἰομεθα εἰναι , και το πεπαιδευσθαι το δυνασθαι ποιειν το
ἀμεινον ὀν χειρονος . ” Ὀρθοτατα γε . Ποτερον οὐν οἰομεθα περι βασιλεας τουτ ' ἐγγιγνομενον ἑκαστοτε διαφθειρειν προτερον ,
9999860 κελευσω
ἐγω προ του θησαυρου , φιλοφρονησομαι τουτον και λουσαμενον ἡκειν κελευσω την ὡραν ἐπι το δειπνον . οἱ δε ἀποπνιγησονται
ἀπιτε καταλιποντες τονδε τον ἀνδρα : ὁταν δ ' ἐγω κελευσω , παρεστε προς την κρισιν . αἰτιωμαι δε οὐτε
9999860 ὑδωρ
ὁ δε οὐχ οὑτως ἐποιησεν , ἀλλ ' ἀριστον μεν ὑδωρ φησι των ἀλλων στοιχειων . ἐπι δε τῃ συγκρισει
ὀμβριῳ τῳ μη ἐκ μολιβδινων δωματων , το γαρ τοιουτον ὑδωρ πινομενον , προξενον γινεται δυσεντεριας και τοις ὑγιαινουσι :
9999859 ἐφυλαξεν
Λυκοθοας Λυκοθοαντος ὠ Λυκοθοαν , του γαρ Θοας την κλισιν ἐφυλαξεν , και παλιν παμμελας παμμελανος ὠ παμμελαν , τριταλας
δικαιοσυνην , ἐλεγχου δε ποιησας κυριους ὁμως αὑτῳ το λοιπον ἐφυλαξεν , ὁπως ὁποσον ἀφησει , ἁπασιν εἰη καταφανες .
9999859 γνωρισμα
μεσον ὁ δικαιος και ἡ δικαιοσυνη , ὁ ἐστιν ἀρετης γνωρισμα . εἰ γαρ ὁ ἀδικος παρανομος και πλεονεκτης ,
Γ : οἱ ἱερεις και οἱ μαντεις δαφνῃ ἐστεφανουντο εἰς γνωρισμα της τεχνης . Γ ὡς ἀλαζων Γ : ὡς
9999859 Ὀδυσσευς
της τρυγονος και μετα θανατον : ἐξ αὐτου γαρ και Ὀδυσσευς ἀπωλετο . οὐ ξιφιαι : περισσον το πρωτον οὐ
Κρητης ἐποικοι γεγονασιν , ὡς φησιν Ὁμηρος : λεγει γουν Ὀδυσσευς προς Πηνελοπην „ ἀλλη δ ' ἀλλων ” γλωσσα
9999859 κολακειᾳ
τἀλλα οὐ καρτα φρενηρης τις ὠν , ἀλλ ' ἐν κολακειᾳ δεσποτικῃ τεθραμμενος , οὑτως ἐξεκαυθη και συνεταραχθη προς της
δε κολαξ Σωσιπατρος ἀνθρωπος γοης . διαβοητος δε γεγονεν ἐπι κολακειᾳ και ὁ Ἀθηναιων δημος . Δημοχαρης οὐν ὁ Δημοσθενους
9999859 εὐνηθεισα
τεκε δι ' Ἀφροδιτη , Ἰδης ἐν κνημοισι θεα βροτῳ εὐνηθεισα . οὐκ ἐρωσιν , οὐ πασχουσιν : ἠ γαρ
[ ] ιος ? ἱληκοιτε [ ] Φλεγυηισι συν ἀνδρασιν εὐνηθεισα [ ] : [ ] ! οι και ἐπειτα
9999859 μονηϲ
ϲωματοϲ το παθοϲ , εἰ δε πεπεμμενον , τηϲ κυϲτεωϲ μονηϲ , ἀλλα και τοπικη ὀδυνη ἐϲτιν . Τι δηλουϲιν
ταυτα χωριϲ του θερμαινειν αὐϲτηρα . τηϲ δε ὑγραϲ δυϲκραϲιαϲ μονηϲ ϲυνιϲταμενηϲ τα ξηραινοντα των ἐδεϲματων ἀνευ του θερμαινειν ἠ

Back