μεν οὐν εἰχεν ἐπαγωγον τι και θελκτηριον ἐν τῳ τοιουτῳ βιῳ , ἐπειδη δε την σκληραγωγιαν μονην εἰδεν , οὐδε
ἐκ καταληψεων ἐγγεγυμνασμενων προς τι τελος εὐχρηστον των ἐν τῳ βιῳ . τα αὐτα δε ταυτα και τῃ ῥητορικῃ ἀν
9999844 χαλεπωτατη
ξανθη χολη ὑπεροπτηθειϲα εἰϲ την μελαιναν μεταπεϲουϲα , ὁτε και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι
ἀφεσεις ἐκβαλλομεναι εἰς τας φθαρτικας των κακοποιων ἀκτινας ἐμπεσωσιν , χαλεπωτατη γινεται ἡ νοσος . εἰ μεν γαρ ἀπο Ἀρεως
9999835 ἀκανθα
ἐν τοις ποταμοις γινεται . ἐν ἑτεροις δε τοποις ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας
στολου : Ἰθακης ἀνακτα Λαρτιαδην Ὀδυσσεα ἐγω κατεπεφνον , οὐκ ἀκανθα τρυγονος . ὡς οὐτι χαιρησοντες , ὠ δυσδαιμονες ,
9999806 ὁρμητηριῳ
αἰσθησεων φθαρται τε και φθορας αἰτιαι , ὁ δ ' ὁρμητηριῳ χρωμενος ταις ἀρεταις λογος ἱερος και θειος ὀντως ,
ἠγουν την Μεσσηνην . ἐξ αὐτου ὁρμωμενοι : ἠγουν ὡς ὁρμητηριῳ χρωμενοι . σφισι : τοις Συρακουσιοις . βουλομενοι .
9999805 Μακεδονι
τοὐνομα του βαλλοντος ἐγκεχαραγμενον : ὁθενπερ και Φιλιππῳ ἐφωραθη τῳ Μακεδονι πολιορκουντι Μεθωνην ὁ βαλων ἐκ του τειχους τοξοτης .
ἀποστειλαντος Ἀλεξανδρου ἠρετο τους κομισαντας : τι δε ἐδοκει τῳ Μακεδονι τοσων ὀντων Ἀθηναιων και τοσων ἐμε δωρησασθαι μονον χρυσιῳ
9999804 Λευκιππην
το ὀνομα ἐλεγε : Μελιτην μεν εἰναι την μισθωσαμενην , Λευκιππην δε την ἀνῃρημενην . εἰ δε ταυτα γεγονεν οὑτως
προς θεαν , ὡς ᾠετο . ἐπει δε εἰδε την Λευκιππην , ἀνεφλεγη την ψυχην , και ἐδοξεν αὐτῳ τοτε
9999801 ὑγροτητοϲ
κατα φυϲιν εὐεξιαν ἐπαναγει το μοριον . τηϲ γαρ μοχθηραϲ ὑγροτητοϲ δαπανωμενηϲ ἡ φυϲιϲ ἐπι ταϲ ἰδιαϲ ἐνεργειαϲ ἀφικνειται ,
: οἱ τε εὐθυϲ ἐν τῃ κομιδῃ των καρπων πολληϲ ὑγροτητοϲ πληρωθεντεϲ , οἱ τε ἀλλωϲ ὑδατοϲ προϲλαβοντεϲ , ὀξειϲ
9999799 κυβερνητικη
ταυταις ἀλλαι ἀλλων ἀκριβεστεραι και αὐταρκεστεραι : ἡττον γαρ διηκριβωται κυβερνητικη γυμναστικης και το πλειστον ἐπι τῃ τυχῃ ἐστι .
δε εἰσιν αἱ στοχαστικαι πασαι τεχναι , οἱον ἰατρικη , κυβερνητικη , ῥητορικη και αἱ τοιαυται : οὐ γαρ ἐξ
9999795 ὑδατοϲ
και τα ἀγγεια τα τε του οἰνου και τα του ὑδατοϲ , και ἐν οἱϲ ἑψωϲι τα ὀψα , πωματιζετωϲαν
ἐρευθουϲ χωριϲ ὑγραϲιαϲ . πυριαν οὐν αὐτουϲ ϲυχνωϲ ϲπογγοιϲ ἐξ ὑδατοϲ θερμου και ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα
9999795 νησιδα
Φυλαμον δοκησεται : εἰτα μετ ' ὀλιγον και : φερωνυμον νησιδα νασσονται προμου . Ἐξερχομενος Διομηδης ἐπι Τροιαν Κομητην τον
τῃ μαχῃ . ἐνιοι δε κατεφυγον καταπονουμενοι εἰς την καταντικρυ νησιδα την Σφακτηριαν . και αὐτος ὁ Δημοσθενης μετεπεμψατο ἀπο
9999794 ξηροτητοϲ
θερμον ἐν τῃ πρωτῃ που ταξει , και ὑγροτητοϲ και ξηροτητοϲ ἐν τῳ μεϲῳ πωϲ τετακται . ἐϲτι δε κακοϲτομαχον
τεταμενα ϲωματα και οὐδεν ἀλλο ὑπολειπεται κατα το ϲωμα πλην ξηροτητοϲ , ἡν ἐκ τηϲ ἀμετροτεραϲ κινηϲεωϲ ἐϲχεν : ὡϲτε
9999791 Μεμνονι
, ποιμενι ποιμεσι , λιμενι λιμεσι , Πλατωνι Πλατωσι , Μεμνονι Μεμνοσι , Τρυφωνι Τρυφωσιν : οὑτως οὐν και ταλανι
Ἠμαθιωνος ἀπεδωκε [ ] / ταν βασιληαν ? ? [ Μεμνονι ] / τωι ? Τιθωνου ? [ * ]
9999789 ὀκτωκαιδεκα
προελθοντι δυο εἰσιν ἀλλοι λοφοι , Φιλιππων μεν αὐτων ὁσον ὀκτωκαιδεκα σταδιους ἀφεστωτες , ἀλληλων δε ὁσον ὀκτω , ἐν
. κατα δε την ναυμαχιαν των μεν Ἀθηναιων διεφθαρησαν τριηρεις ὀκτωκαιδεκα , των δε Λακεδαιμονιων διεφθαρησαν μεν εἰκοσι και τετταρες
9999788 φλεβοτομιᾳ
παρεπηται πυρετοϲ . προ παντων οὐν τῃ ἀπ ' ἀγκωνοϲ φλεβοτομιᾳ χρηϲτεον , εἰγε ἀντεχοι ἡ δυναμιϲ : οὐδεν γαρ
ταις ὑστεραις οὐδε ὁλως χρηστεον , ὡσπερ οὐδε κλυστηρι οὐδε φλεβοτομιᾳ , κινδυνος γαρ ἐφ ' ἑκαστῳ τουτων ἐκτρωσαι την
9999788 ναυμαχιᾳ
την Σαλαμινα , ναυμαχων δε και τοις Ἀθηναιοις νικησας τῃ ναυμαχιᾳ ὁσους ἐζωγρησεν ἀνευ λυτρων ἀφηκεν . ὁπερ μαθοντες οἱ
περι Ἐρασινιδην στρατηγων , ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι
9999784 ἐτυχε
μακαριζοιτο ὁς εὐθυς μεν ἐκ παιδος ἐρασθεις του εὐκλεης γενεσθαι ἐτυχε τουτου μαλιστα των καθ ' ἑαυτον : φιλοτιμοτατος δε
αὐτου δια τροπου τινος , εἰ μεν δια του δεοντος ἐτυχε τροπου , ἀληθως το δεον κατα του τροπου κατηγορηθησεται
9999776 μηλινῳ
ἡπατοϲ και ϲτομαχου καταιονηϲει . Οἰνανθινον τα αὐτα δρᾳ τῳ μηλινῳ και τῳ ῥοδινῳ , ἐκτοϲ του την κοιλιαν μαλαϲϲειν
ψυχρα : και την κοιλιαν ὑπαλειψομεν ὀμφακινῳ τε ἐλαιῳ και μηλινῳ . Εἰ δε πλειων ἡ θερμοτης ᾐ , και
9999775 θηριῳ
κυκλῳ περιλαμβανουσι , του μη καταφανη τον δολον γενεσθαι τῳ θηριῳ πελασαντι . Βοᾳ μεν ὡσανει θρηνων [ μη ]
ἐδιδου , τροφην ἐν ταὐτῳ και ἡδονην τινα ἐπινοησας τῳ θηριῳ ἐν τῳ διασπαν τον ἐριφον , ἀλλα μη δοκειν
9999775 ὀστρεα
οἱ παγουροι , τα δ ' ὀστρακοδερμα , ὡς τα ὀστρεα : των ἐναιμων τα μεν λεγεται σελαχια , ζωοτοκουσιν
. των δ ' ὀστρακοδερμων τα μαλακοσαρκα , οἱα τα ὀστρεα , ὀλιγοτροφα . ἀρτοι κριθινοι , ὁπως ἀν σκευασθωσιν
9999775 ἁλουργιδα
συναγειρας , προςεταχθη μεν ὑπο Μαξιμιανου κατασφαγηναι , γνους δε ἁλουργιδα τε ἐνεδυ και καταλαμβανει τας βρεττανικας πολεις . Παντων
το της ληθης ὑδωρ πιοντα ἐκ της στρατιωτικης χλαμυδος την ἁλουργιδα μεταμφιασασθαι . ἀλλ ' ἐκεινο ὑπειληφα ἀξιεπαινον , μαλλον
9999775 βελτιονι
ἡ των παθων ἀμετρος ἰσχυς ἐξασθενησασα πλατος ἐμπαρασχῃ ψυχης τῳ βελτιονι μερει . Προσεξεταστεον δε ὁτι και οἰκειοτατον ἑκαστῳ των
μεν μετασχειν αὐτοις της πολιτειας ἁπαντες ἐν ἐπιτηδευμασι και βιωι βελτιονι διετελουν ὀντες : ἐπει δε της δημοκρατιας των Βυζαντιων
9999774 σταφιδα
. ἀλλο . συκης φλοιον λειον καταπλασσε . ἀλλο . σταφιδα ἀγριαν καταπλασσε . Κεφ . στʹ . [ αʹ
ὀρχιν , λινου καρπον , λιτρον , ἀρου ῥιζαν , σταφιδα ἀγριην , καλαμινθης φυλλα χλωρα , στρουθιου καρπον ,
9999773 Αἰθιοπες
των βαρβαρων ὡς την εὐκρατον οἰκουντες . Σκυθαι δε και Αἰθιοπες , οἱ μεν ὑπο κρυους ἐνοχλουμενοι , οἱ δε
δε Μεγαν κολπον τον προς τῳ δυτικῳ ὠκεανῳ , ἰχθυοφαγοι Αἰθιοπες , και μεσημβρινωτεροι μεν τουτων μεχρι της ἀγνωστου γης
9999772 πυρετοϲ
ὡϲ βυρϲα τιϲ ἱϲταται . ὁ μεν οὐν ἀκριβηϲ μαραϲμωδηϲ πυρετοϲ , ὡϲ ἐφην , ἀνιατοϲ ἐϲτι . μαραινεται γαρ
ἐπι πλειον ϲαπειη , προηγειται μεν ῥιγοϲ , ἑπεται δε πυρετοϲ , ἐκνικωμενηϲ τηϲ ψυξεωϲ ὑπο του πληθουϲ τηϲ θερμαϲιαϲ
9999771 ἐλπιδι
βεβαιως χρησαμεναι δυσμαχωτατοι τοις ἀντιπαλοις γινεσθαι . Συν δη τοιαυτῃ ἐλπιδι και ἡμεις , διχῃ την δυναμιν διελοντες το πρωτον
οἰκετου δ ' αὐτον ἐμφηναντος ὁπλιταις , τους ὁπλιτας ἐπεισεν ἐλπιδι χρηματων πλεον - ων πεμψαι τινας ἀπο σφων προς
9999771 ἐριῳ
περι τον μηρον αὐτης . ἐκεινη δε μυσαχθεισα το γεγονος ἐριῳ σπογγισασα τον θορον εἰς την γην ἐρριψε και ἐξ
πεσσῳ προστιθει δια ὑδατος . ἀλλο . γληχωνα λειον ἀναλαβων ἐριῳ καθαρῳ προστιθει : βοηθει δε ὀξει ξεστῳ σπογγος βαπτομενος
9999770 τετμησθω
ΑΒΓ προς ὀρθας τε και δια των πολων τεμνει . τετμησθω ἡ ΖΑ διχα κατα το Η σημειον : το
προτε - ρον παραλληλοι αἱ ΑΚ , ΔΕ : και τετμησθω ἡ ΔΕ διχα κατα το Λ , και ἐπεζευχθω
9999770 βακτηριᾳ
ἐκ της Σινωπης ἀγωνιστην , κατα τον Τηλεφον ἐκεινον , βακτηριᾳ και θυλακῳ . Συνετελει δε αὐτοις και τα σχηματα
ὀγκῳ τε χλανιδος εὐ τεθωρακισμενος , σχημ ' ἀξιοχρεων ἐπικαθεις βακτηριᾳ , ἀλλοτριον , οὐκ οἰκειον , ὡς ἐμοι δοκει
9999770 Αἰγυπτιᾳ
πεντακισχιλιας , χεννια ταριχηρα μυρια . και Ἱππαρχος ἐν τῃ Αἰγυπτιᾳ Ἰλιαδι : οὐδε μοι Αἰγυπτιων βιος ἠρεσεν οἱον ἐχουσι
μεν μεγεθει μικρον , τῃ δε προσοψει τῃ ἀκανθῃ τῃ Αἰγυπτιᾳ τῃ λευκῃ παρεμφερες , τα δε φυλλα του δενδρου
9999769 στυπτηριᾳ
εἰς οὐρον παιδος συν ἁλμῃ , θαλασσιῳ ὑδατι , και στυπτηριᾳ σχιστῃ , ζεσον ἑπτακις ; και ἐασον , και
και διασκεψον ὁτι τον ἰον λαμβανων , ποτε μεν ἐν στυπτηριᾳ προσπλεκει , ποτε δε ὠχραν , ποτε δε ἐλυδριον
9999768 αἰσχυνῃ
την ψυχην λεγειν : ἠ οὐ τουτο λεγεις ; Οὐκ αἰσχυνῃ , ἐφη , ὠ Σωκρατες ; ἐρωτωμενος ἀντερωτᾳς ;
ἐναυλισθηναι ὁσον δυνασαι ἐπιτρεπεις . και ταυτα λεγων οὐτε θεους αἰσχυνῃ οὐτε τονδε τον ἀνδρα , ὁς νυν μεν σε
9999768 Πελληνῃ
ἐθελουσιν ὀνομαζειν , ὁτι κατελυσε πολιτειαν ἐμοι δοκειν την ἐν Πελληνῃ , δωρον το ἐπιφθονωτατον παρα Ἀλεξανδρου του Φιλιππου λαβων
τῃ Κλειτοριᾳ , ἐν δε τῳ προς ἀρκτους Αἰγειροις και Πελληνῃ , ταις Ἀχαϊκαις πολεσι . κειται δε ὑπο το
9999767 ἀμαρακινῳ
χρυσων ὁλκειων ἠλειφε κροκινῳ μυρῳ και κινναμωμινῳ και ναρδινῳ και ἀμαρακινῳ και ἰρινῳ . και συγκαλων αὐτους εἰς εὐωχιαν ποτε
και ἀρτεμισιας , και ἐγχυματιζεσθωσαν εἰς τον κολπον σουσινῳ ἠ ἀμαρακινῳ , ἠ πεσσος προστιθεσθω οἱος ὁ ἐννεαφαρμακος και ὁ
9999767 ἀπελθῃς
τῳ νομῳ αὐτου , ἐξελθῃς ἐκ της πολεως αὐτου και ἀπελθῃς ἐν τῃ πολει σου και τῳ σῳ νομῳ χρησῃ
οἰκει ; Ξενω γαρ ἐσμεν ἀρτιως ἀφιγμενω . Μηδεν μακραν ἀπελθῃς , μηδ ' αὐθις ἐπανερῃ με , ἀλλ '
9999763 ἀλωπεκα
ΓΘ κερδω ] ἀλωπεκα . Γ πολυιδριν λεγει τον Κλεωνα ἀλωπεκα , ὁτι πολυπειροι αἱ ἀλωπεκες . και παροιμια “
τολμηρον ὀντα , και ἀλκιμον και των φοβουντων καταφρονητικον , ἀλωπεκα δε πανουργον και δολεραν δια το ἐν ταις ἐνεργειαις
9999763 ἠθελησε
μεν ἐν τῃ πολει τεθνηκοτων , των δε πεφευγοτων , ἠθελησε κατασχειν : ἠν δε μειζων ἠ ὡστε ὑπ '
ἡμερησια τροφη τῳ στρατῳ . στρατευοντων οὐν κατα της Ἑλλαδος ἠθελησε καινοτομησαι τας φυσεις : Βουβαρης γαρ και ὁ πενταπηχυς
9999763 κολοκυντη
ἡ μεν Ἰνδικη κατα το πλειστον ἑψεται , ἡ δε κολοκυντη και ὀπταται . ἀχρι δε του νυν λεγεσθαι παρα
ὑδατι και ἁλι και ἐλαιῳ . δευτεραν δε χωραν ἐχει κολοκυντη : δει δ ' ἐπιλεγεσθαι τας σφοδρα νεαρας :
9999762 θεωρητικῳ
. ὡστε γενοιτ ' ἀν ποτε και ἡ ἐν τῳ θεωρητικῳ νῳ ὀρεξις αἰτια τῳ σωματι της κατα τοπον κινησεως
φοβον ἐγκυμονει και οἱον χρειωδεις τινας ἀφορμας ἐκ τουτου τῳ θεωρητικῳ μερει του νοος ἐμβιβαζει , ἐξ ὡν διδασκεται της
9999762 λευκῳ
σιδιον , κηκιδα , ῥουν την ἐρυθρην , ἐν οἰνῳ λευκῳ διατριψας , τουτῳ χρισας , ἐντιθεναι : ἐπειτα πισαι
, καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ ' ἐκ λειχηνων οὐλας και τας
9999761 χαραξ
των τοπων Βελβινα νησος οὐ πολυ ἀπωθεν και ὁ Πατροκλου χαραξ : ἐρημοι δ ' αἱ πλεισται τουτων . Καμψαντι
ἀπατηθῃ . ἀναγραφει δε αὐτην κακως Ἀριστοφανης : Ἐξηπατησεν ἡ χαραξ την ἀμπελον . . . , : Ἐργα νεων
9999761 ἐξαλλαγη
δια τεσσαρων ποιησαι προς τους προ της μεσης φθογγους , ἐξαλλαγη γινεται και πλανη ταις αἰσθησεσι του γενομενου παρα το
ἐπειδη τριγωνα και παραλληλογραμμα τα δεικνυμενα , και ἐστιν εἰδων ἐξαλλαγη , ἡ ἰσοτης γενεσεως δειται και μηχανης ὡς καθ
9999760 ὀλιγαρχιᾳ
ἀρχων . Το δε σοφοι λεγει , ἐπειδη ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ οἱ ῥητορες τον δημον ἀγουσι , καθαπερ ἠσαν ἐν
χαριν ᾐδει . και ἀρχην μεν οὐδεμιαν ἠρξεν ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ : ἐπειδη δε ταχιστα ἠλθον εἰς την Ἀκαδημειαν Λακεδαιμονιοι
9999760 θαυμασῃ
της ὁσιοτητος αὐτον εἰχε τον ἐχθρον . ἱνα δε μη θαυμασῃ τις ἐχθρον ἀκουων τον κοινουμενον της ἀρχης , ἐρω
γαρ τις χαριζεται τῳ θεῳ ” . ὁ δε „ θαυμασῃ „ ἐφη ” μαλλον , ὁτι μητε ἱκετευσας ποτε
9999759 τραχηλῳ
της κεφαλης , των δ ' ἐπικειμενων αὐτοις ἁμα τῳ τραχηλῳ παντι την κεφαλην . ἀνανευουσι μεν οὐν ἐπ '
. Τῳ Καλλιμεδοντος ξυνηνεγκε προς το φυμα το ἐν τῳ τραχηλῳ , σκληρον ἐον και μεγα και ἀπεπτον και ἐπωδυνον
9999759 Ἀγαμεμνονι
. ἐξ ὡν μιαν ἑλοντες , Χρυσαν , γερας ἐδοσαν Ἀγαμεμνονι Χρυσηιδα , Χρυσου ἱερεως Ἀπολλωνος θυγατερα . ὁ δε
ἐπι ἀρχοντος Φιλοκλεους ὀλυμπιαδι π ἐτει β . πρωτος Αἰσχυλος Ἀγαμεμνονι , Χοηφοροις , Εὐμενισι , Πρωτει σατυρικωι . ἐχορηγει
9999758 διεξοδῳ
δε ὑγροτερα ἐστι των διαχωρηματων ἠ ὡστε ἐκτυπουσθαι ἐν τῃ διεξοδῳ , ταυτα δε παντα κακιω . Τοισι δε συχνα
γε και την της ψυχης κινησιν την ἐν αὐτῃ ἐν διεξοδῳ οὐσαν ἀιδιῳ ; Ἠ ὁτι το προ ταυτης ἐστιν
9999758 ἡλικιᾳ
μηδ ' ὁτιουν αὐτῳ προσηκειν , και ταυτα ἐν τῃ ἡλικιᾳ ὠν τῃ αὐτῃ . καιτοι πως οἰεσθε , ὠ
δε και παλαιειν εἰδοτας , ἡ δε Παρθενος συμμετρους τῃ ἡλικιᾳ , εὐπλαστους τῳ σωματι , ὀρθιους την ἀναδρομην του
9999758 ἐκομισε
δαφνης τα φυλλα , ἡν τα Θεσσαλιας μεν το πρωτον ἐκομισε Τεμπη , ἐστεφανωσατο δε ὁ ἐν Δελφοις Ἀπολλων την
εἰναι αὐτου . καταβας δε ἐκ τριτου την ἰδιαν ἀξινην ἐκομισε και ἐπηρωτησεν αὐτον , εἰ τουτον ἀπωλεσεν . ὁ
9999756 σκε
. ὑπερεχει οὐν το ἀπο της ΒΓ τετραγωνον ὀν μοναδων σκε των ἀπο των ΓΑ , ΑΒ τετραγωνων ὀντων ρπε
ΒΑ ρξθ , τα συναμφοτερα γινονται τξε . ὡστε το σκε τετραγωνον το ἀπο της ΑΓ της ὑποτεινουσης την ὀξειαν
9999756 χαλεπῳ
ὁτι οὐχ ὑπερηφανησεν , ματευσαιμην δ ' ἀν εἰκοτι τῳ χαλεπῳ χρωμενος , ὡς και συ εἰ αὐτο τουτο δωρον
βιοτευσει . οἱς δ ' ἀρ ' ὑπερθ ' ὡρης χαλεπῳ ἐν δαιμονι καλη Ἀφρογενης φαινῃ , την δ '
9999756 κινδυνοϲ
το δε πληθοϲ μη μεχρι λειποθυμιηϲ : περιπνευμονιην γαρ ἐπιφοιτηϲαι κινδυνοϲ , ἠν το ϲωμα ἐπιψυχθεν την ψυχην ἐκλειπῃ .
ἀρρωϲτοϲ ᾐ και προϲ τουτοιϲ ἀνωμαλοϲ ἰϲχυρωϲ , ἐϲχατοϲ ὁ κινδυνοϲ και χρη πραττειν τα λελεγμενα , μηδεν ἀλλο περιεργαζομενον
9999755 ἐθαυμασε
ποθεν τοινυν ἰχνη παγανων ἐν τῳ παραδεισῳ ; ὁ δε ἐθαυμασε , [ και ] ὡς μεν ἡ παραβολη δηλονοτι
τελευτην και ὡς ταυτα σοι προηγορευε Καλχας . ὁ δε ἐθαυμασε τε και καλειν ἐκελευσε και ἐπεμψεν ὁσα ἐξην ,
9999755 τωι
ται πιονες σκατοφαγοι σαλπαι βδελυχραι , ἁδεαι δ ' ἐν τωι θερει . ἀγε δη τριγλας τε κυφας κἀχαριστους βαιονας
Ταρσου , ἡτις ἐστι πολις της Κιλικιας , διαυγεστατος ἐν τωι ὑδατι και πραυτατος ἐν τωι ῥειν . καυματος δη
9999755 Ἀτρειδαο
γαρ και ἐμευ , οὐχ ὡς ἡ Ἀτρειδεω και ἡ Ἀτρειδαο ἠ καλοιο . . Καθως προκειται οὐν , ἀναφερομεναι
κατα την παραληγουσαν , οὐδεποτε δε ἐν ἀμφοτεροις βραχυνονται , Ἀτρειδαο Ἀτρειδεω , Πριαμοιο , και ἐτι ἐπ ' ἀντωνυμιων
9999754 δουλῳ
ἐαν ἁλληται ἠ ὁ βολος , πενητι ἀηδιαν δηλοι , δουλῳ διαβολην , παρθενῳ κινδυνον , χηρᾳ ψογον : ἐχθρου
συμβουλοις χρησαμενος τοις ἀριστοις και σοφωτατοις , Ἑλικωνι τῳ εὐπατριδῃ δουλῳ , σπερμολογῳ , περιτριμματι , και Ἀπελλῃ τινι τραγῳδῳ
9999754 ἐμῳ
ἑνεκ ' ἀν ποτε ὑπετιθει τον χαλκον τῳ πατρι τῳ ἐμῳ ὁ Βοιωτιος ναυαρχος , Φιλιππῳ ὀφειλων χιλιας δραχμας .
ὑμας . στρατηγων γαρ Κονων περι Πελοποννησον , τριηραρχησαντι τῳ ἐμῳ πατρι παλαι φιλος γεγενημενος , ἐδεηθη δουναι την ἐμην
9999754 ἀφαιρῃ
, τους δε φιλους ἐχθρους ἀποκαλεις τε και τον στρατον ἀφαιρῃ και τα ἐθνη ; ” και ὁ Καισαρ “
παρακολουθῃς και τεκμαιρῃ την νοσον , ἐαν δε τοις ἀριθμοις ἀφαιρῃ ἐκλυτους και νοσωδεστερους ποιει και ταις λαλιαις τετραυλωμενους και
9999750 χοιρειῳ
και ὑποχυσιν ὀφθαλμων θεραπευει . το δε στεαρ μιχθεν συν χοιρειῳ στεατι βοηθει ἀρθριτικοις , τρομωδεσι , και ψυγμενοις ,
δε ποτε ἑλκωθειη το μερος ὑπο των φαρμακων , ἰασθαι χοιρειῳ στεατι ἠ χηνειῳ ὑπαλειφοντα , ἠ ῥοδινῳ . Κεφ
9999749 ἐζητησε
πολιν δεικνυσιν ὁτι ἐκ πολλου το κοινον ἠ το συμφερον ἐζητησε . και δια του και χρησιμον αὐτον εἰπειν και
ὀκνησομεν † ἐπιπροσθηναι , διασαφησαι , Τερεντιανε φιλτατε , ὁπερ ἐζητησε τις των φιλοσοφων προς ἐμ ' ἐναγχος , ”
9999749 ἐχθρῳ
λυπουμενων . κινουσα χορδας τας ἀκινητους φρενων ἐρρετω φιλος συν ἐχθρῳ οὐ παις Ἀχιλλεως , ἀλλ ' ἐκεινος αὐτος εἰ
κατασκευασθειη τις αἰτια ἐπι σε ὡς ξυσσιτησαντα τῳ του βασιλεως ἐχθρῳ , και μηδε την ἐπι του λιμενος μεθ '
9999749 ἐκληθη
ἀμφοτερογλωττοιο μεγα σθενος οὐκ ἀλαπαδνον Ζηνωνος . ἀμφοτερογλωσσος δ ' ἐκληθη οὐχ ὁτι διαλεκτικος ἠν , ὡς ὁ Κιττιευς ,
ἑκαστος την ἰδιαν γην ἀπελαμβανε διχα μαχης και φονου . ἐκληθη οὐν ἡ ῥαβδος , ἐν ᾑ ἐγεωμετρουν , ἀκαινα
9999748 ἐκαθισε
δε Βαρουχ ἐπεθηκε χουν ἐπι την κεφαλην αὐτου , και ἐκαθισε , και ἐκλαυσε τον θρηνον τουτον , λεγων :
δ ' ἐπει ἐγνω ὁτι διατριβη ἐσται ἀμφι ταυτα , ἐκαθισε το στρατευμα ἐνθα ᾠετο ὑγιεινοτατον εἰναι και εὐπροσοδωτατον ὁσα
9999748 Εἰρηνη
ποει καλως . Καλως δητ ' , ὠ ποτνι ' Εἰρηνη φιλη . Ἀγε νυν ἀπαρχου κᾀτα δος τἀπαργματα .
τους λιθους τους ἐπι τῳ ὀρυγματι , ἐν ᾡ ἠν Εἰρηνη , ὡς ἐφη ὁ Ἑρμης , ἱνα ἐλευθερωσῃ αὐτην
9999748 ὀξειᾳ
, βεβαως βεβως : οὑτως οὐν και ποος πους ἐν ὀξειᾳ τασει , ὡσπερ και ἐκ τοὐναντιου ἡ ὀξεια και
και ἐχει λογον εἰς τους δηλωθεντας τοπους , νοσῳ περιπεσειται ὀξειᾳ και ἐπικινδυνῳ και τινα φοβον ἑξει παρα ἐξουσιαστῃ και
9999747 κοσμῳ
ἡμων τον νουν ἡλιον , ὁς ἐν ἀνθρωπῳ τῳ βραχει κοσμῳ μη ἀνατειλας και το ἰδιον φεγγος ἐκλαμψας , πολυ
το ἀστρον ὁραται δυνον ἐλασσων ἡμισους ἐνιαυτου . Ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ αβγδʹ , ζῳδιακος δε ὁ αεγζʹ ,
9999747 ἡμικυκλιῳ
ἐπι τα Δ , Ξ μερη τῳ ἀπο του Α ἡμικυκλιῳ ὡς ἐπι τα Α , Θ μερη . ὁμοια
χρονῳ ἀνατελλει ἠ δυνει , των δε ἐν τῳ λοιπῳ ἡμικυκλιῳ , ὁ ἐστιν μετα τον αἰγοκερω , ἡ τυχουσα
9999747 λαμπρῳ
μεν οὐν , ὁσοι παρεγενοντο ἑλκων κοινωνοι , ἠ τῳ λαμπρῳ σιδηρῳ τα μελη τετρωμενοι , ἠ χειροπληθει λιθῳ μακροθεν
τας ἐλπιδας ἐχοντα | γυμνῃ τῃ ψυχῃ ὑφ ' ἡλιῳ λαμπρῳ και | κονει αὐχμηρᾳ ἐγκαρτερησαι . μεγαλα γαρ |
9999747 Περσεα
καλουσι τον συαγρον . Αἰσχυλος γουν ἐν Φορκισι παρεικαζων τον Περσεα τῳ ἀγριῳ τουτῳ συι φησιν : ἐδυ δ '
λεγοντες και ἀλλας γυναικας και ταυτην ἐς Ἀργος συστρατευσασθαι , Περσεα δε , ὡς ἐκρατει της μαχης , φονευσαι των
9999745 ἀσεβειᾳ
ἀσεβεστατος ἐκριθη . ἀπ ' ἐκεινου οὐν τους Μηλιους ἐπι ἀσεβειᾳ κωμῳδουσιν . οἱ δε , ἐπειδη τις Ἀρισταγορας διθυραμβοποιος
ὁ φιλοσοφος ὑπ ' Ἀνυτου και Μελητου κατηγορηθεις ἐπ ' ἀσεβειᾳ και φθορᾳ των νεων , θανατῳ κατεδικασθη και πιων
9999745 ἡμισεα
μο λ διπλασιοι εἰσιν Ϟ η . Δις ἀρα τα ἡμισεα ἰσα ἐστι τοις διπλασιοις : πολλαπλασιασθεις δε ὁ μεσος
οὑτινοσουν μετρουμενοι , οἱτινες ἐκ παντος περιττα μερη ἐχουσι τα ἡμισεα κατα την εἰς ἰσα διαιρεσιν : ὡς τα δις
9999745 ᾐτησε
γε τον Ἀσκληπιον προς ἡμας ἐπιστολην μηνυουσαν ὡς οὐ ματην ᾐτησε την ἐμην ἐπιστολην . Δομνος ὁ χρηστος ἐκ παλαιων
εἰτα Ποσειδωνος αὐτῃ πλησιασαντος μεταβληθηναι εἰς ἀνδρα : τουτο γαρ ᾐτησε και ἀτρωσιαν . ἠρισε δε και Ἀπολλωνι και ἐνικηθη
9999744 κορῳ
ἱππος ὡσπερ και πρῳην πεπεδημενος ἐμεινεν ἐν ἀργιᾳ τε και κορῳ , τῃ δε ἡ μελετη ταχος ἐδεδωκει και νικην
Πορῳ συγγινεσθαι οὐ τῳ ὀντι δηλουντος ἐστι συγγινεσθαι οὐδε τῳ κορῳ , ἀλλα τινι πραγματι εὐμηχανῳ : τουτο δε ἐστι
9999744 Μεσσηνιᾳ
κατα μεν δη του λογου το εἰκος ἐταφησαν ἐν τῃ Μεσσηνιᾳ και οὐ ταυτῃ : Μεσσηνιων δε αἱ συμφοραι και
: εἰτε τουτου μεν Παμισου καλουμενου ὁμωνυμως τοις ἐν τῃ Μεσσηνιᾳ δυσι , της δε πολεως ἀδηλον ἐχουσης την ἐτυμολογιαν
9999743 φυλαξ
προς την φρονησιν , παντων οὑτος ἀνθρωπων γιγνεται σωτηρ και φυλαξ , ἀνπερ ᾐ τοιουτος . του γαρ παντων ἀρχοντος
. ἐχορηγει Ξενοκλης Ἀφιδναιος . τα του δραματος προσωπα : φυλαξ , χορος , ἀγγελος , Κλυταιμηστρα , Ταλθυβιος κηρυξ
9999742 θαυμασῃς
ψευσομαι . ἐαν μεντοι ἀναμιμνῃσκομενος ἀλλο ἀλλοθεν λεγω , μηδεν θαυμασῃς : οὐ γαρ τι ῥᾳδιον την σην ἀτοπιαν ὡδ
ἐπ ' αὐτῳ τουτῳ μαλιστα τῳ ᾀσματι . Μη δη θαυμασῃς εἰ και αὐτος εἰκασαι βουλομενος , ὁπερ ἠν τῳ
9999742 σπυριδα
εἰς την της τροφης παρασκευην θυλακος σαγη ὠνομασται . και σπυριδα δε ὀψωνιοδοκον πλεκτην ὀψων σχοινον ἐν Ἀμφιαρεῳ Ἀριστοφανης ἐφη
στρεβλαις τα σωματα κατατεινων ἀποκτειναι κεκαινουργημεναις ἰδεαις θανατου : ἀμμου σπυριδα πληρη βροχοις ἐκδησαμενος ἀνηρτα κατα των αὐχενων , βαρυτατον
9999741 ψυχρῳ
: βληστρισμος : περι δειλην , ἱδρωσε δι ' ὁλου ψυχρῳ : ψυξις : ἀκρεα ψυχρα : οὐκ ἐτι ἀνεθερμαινετο
, δυσθυμιαι : δεξιῳ ἰλλαινεν : ἱδρωσε περι κεφαλην ὀλιγῳ ψυχρῳ : ἀκρεα ψυχρα . Πεμπτῃ , παντα παρωξυνθη :
9999741 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999739 ἐκωλυσε
τι περι τον νεανισκον , εἰ μη το βραδεως ἐλθειν ἐκωλυσε το ἐργον . οὐ μην τας γε ἐλπιδας ἀνειλεν
. καταστηναι δε ἐς μαχην τῳ Ἑλληνικῳ και τοις Τρωσιν ἐκωλυσε τους βαρβαρους : παρασκευῃ τε γαρ ἰσοι τῃ ἁπασῃ
9999739 σκευη
σκευεσιν ἠ τον ἀγρον ἠ ὁτιδηποτε . και μεντοι ἡ σκευη , εἰτε ἡ ὁπλιτικη εἰτε ἡ των ὑποκριτων εἰτε
Θεοφημον , ἠ Θεοφημος , ὁς ὀφειλων τῃ πολει τα σκευη πολυν χρονον οὐκ ἀπεδιδου . ἐαν γαρ καθ '
9999739 λεπιδοϲ
κεκαυμενου , κηκιδοϲ , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἁλοϲ ἀμμωνιακου , λεπιδοϲ χαλκου , ϲχιϲτηϲ ϲτυπτηριαϲ και ὑγραϲ , ἰρεωϲ ,
, χαλκου κεκαυμενου , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἰου ξυϲτου , λεπιδοϲ ϲτομωματοϲ , περιϲτερεωνοϲ ὀρθου , ϲτυπτηριαϲ ϲτρογγυληϲ ἀνα #
9999739 θηκε
θεσπεσιον και γαια μεγ ' ἰαχεν , εὐτ ' ἀκαμαντας θηκε παρα Ξανθοιο ῥοον ποδας . Ἐκ δ ' ἐβοησε
ἀϊδνοδηλος και κατα συγκοπην ἀϊδηλος . και τον μεν ἀϊδηλον θηκε θεος : ἀπο του ἀϊδνοδηλος γινεται . ὁ δε
9999736 Ἀντιπατρῳ
ὑπομνηματων το προσηκον ἡμιν μερος τοδε δραμα το βιβλιον φησιν Ἀντιπατρῳ μεμηνυσθαι παροντα τον Ἀρχιαν . ὁ δ ' Ἀρχιας
οὐκ ὠν ἀξιομαχος ἠναγκασθη την ἐπιτροπην και την ἐξουσιαν πασαν Ἀντιπατρῳ δουναι περι της πολεως . ὁ δε φιλανθρωπως αὐτοις
9999735 βελτιστ
στεφανον , οὐχι προησονται τουτοις τας πραξεις , ἀλλα τα βελτιστ ' ἐρουσιν αὐτοι . εἰ δε γενησεται τουτο και
' ἐν τριβωνι παραγων αὐτον φησιν οὑτως : Σωκρατες ἀνδρων βελτιστ ' ὀλιγων , πολλῳ δε ματαιοταθ ' , ἡκεις
9999735 ἠρωτησε
ἐοικε τρωγων σικυον , ὡς ἐφανη μελιτωδης ὁ χυμος , ἠρωτησε την διακονουσαν , ὁποθεν πριαιτο : της δε κηπον
πολις , ἀλλα μολις . ἐν Πελλῃ προς φρεαρ προσελθων ἠρωτησε εἰ ποτιμον . εἰποντων δε των ἱμωντων , ἠσαν
9999733 κλιμακα
Ἀπο του Κορακησιου ἐστιν ἡ Ποικιλη πετρα , ἡτις ἐχει κλιμακα , δι ' ἡς ἐστιν ὁδος εἰς Σελευκειαν την
. ἀπλωτου τε θαλασσης ἐν Ἰνδοις ἀπεπειρασε , και ἐπι κλιμακα πρωτος ἀνεβη και ἐς πολεμιων τειχος ἐσηλατο μονος και
9999733 ἀλοχοιο
και γαρ τις θ ' ἑνα μηνα μενων ἀπο ἡς ἀλοχοιο ἀσχαλαᾳ συν νηι πολυζυγῳ . Θουκυδιδης ἐν Περικλεους λογῳ
μεν χολοεντος ἐχις πεφορυγμενος ἰου ἱκτο λεχος ποτι θινα θαλασσαιης ἀλοχοιο : εἰαρι ποντος ὁλος δε περισμαραγει Κυθερειῃ και νεποδες
9999733 φλοιοϲ
ζυμη ἰτεαϲ ὁ ὀποϲ καλαμινθη καλαμοϲ ἀρωματικοϲ καλαμου φραγμιτου ὁ φλοιοϲ κεκαυμενοϲ καϲϲια καρπηϲιον κεγχροϲ κεδρινον ἐλαιον κοκκυμηλεαϲ κομμι μαϲτιχη
δερμα δε ϲυν ὀξει καταχριομενον ῥυπτικον ἐϲτιν . ὁ μεντοι φλοιοϲ αὐτου πανυ ϲτυφει . Βακχαριϲ εὐωδηϲ ἐϲτιν ποα παραπληϲιοϲ
9999730 χαλεπα
: ἐνθα δε νυκτα ἀεσαν , και νυκτα μεν ἀεσαμεν χαλεπα φρεσιν ὁρμαινοντες , και Ὁμηρος οὑτως παρετυμολογει : αὐταρ
εἰπειν το Πλατωνικον ἐν τῃ Ἐπινομιδι εἰρημενον οὑτως : εἰτε χαλεπα εἰτε ῥᾳδια , ταυτῃ ἰτεον , ταυτα τα μαθηματα
9999730 λαβρῳ
' ἀναστασεις . ἐμαθον δ ' εὐρυποροιο θαλασσας πολιαινομενας πνευματι λαβρῳ ἐσοραν ποντιον ἀλσος , πισυνοι λεπτοδομοις πεισμασι λαοποροις τε
τοιω γ ' ἑκατερθε πολυσμαραγοιο θαλασσης ἀντιπορω ποταμω καταβαινετον ὑδατι λαβρῳ : ἐνθεν μεν Βορεαο τεμων ἀργητα χαλινα ἀν Σκυθιην
9999729 ἐρημῳ
ἐναλλασσων ταυτα ἀκυρολογει . . . ἀποικοι μεν οἱ ἐν ἐρημῳ τοπῳ πεμπομενοι οἰκησαι , ἐποικοι δε οἱ ἐν πολει
: τουτο γαρ δει συμπαρομαρτειν : τῳ δ ' ἀρετης ἐρημῳ οὐδε ἀλλο καλως ἐχειν οὐδεν προσηκει . τι οὐν
9999728 θηλυκα
γενικῃ . και ἐστιν εἰπειν , ὁτι τα εἰς ηξ θηλυκα οὐ φαινεται παραληγομενα τῳ ω , οἱον πηληξ ἡ
φαυλων ποιει . ἐν δε τοις της Ἀφροδιτης τοποις δια θηλυκα προσωπα μετεωρισμους ποιει , και ψογον και λυπας και
9999728 τριψεωϲ
Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια μζ Πωϲ ἐπιμελητεον ἐγκαυϲεωϲ μη Περι ἑωθινηϲ τριψεωϲ μθ Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ ν Περι ἀπεψιαϲ να Περι
χωριϲ λιπουϲ ἠ ϲυν τινι των διαφορητικων . Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ . Ἡ δε ἑϲπερινη τριψιϲ τοιϲ κοπωδεϲιν ἠ ἐξηραϲμενοιϲ
9999728 ϲπλαγχνα
τι και ϲτυψεωϲ . ἡ μεν οὐν ῥιζα αὐτου τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει ποθειϲα και των κακοηθων ἑλκων ἀριϲτον ἐϲτι φαρμακον
θερμον : ὁθεν και αἱ ϲαρκεϲ ἐνιων ζῳων και τα ϲπλαγχνα ϲυναυξεται τε και ϲυμμειουται και καθολου τα ϲωματα τα
9999728 θελῃς
και τους κινουμενους ὀδοντας . ἐαν δε και καταμηνια γυναικων θελῃς καταγαγειν , εἰς ἐριον βαλε ἐκ του φαρμακου και
πλευρα ι . τοσουτον ἐσται ἡ πλευρα τουτου . Ἐαν θελῃς την διαμετρον εὑρειν ἀπο της πλευρας του αὐτου ,
9999728 σα
τῳ βασιλει συνων : το γαρ Σατυρος ὀνομα εἰς το σα Τυρος διαλαβων προθυμοτερον τον βασιλεα πολεμειν ἐποιησεν , ὡστε
οἱ περι φιλοσοφιαν , και ποιειν οὐκ ὀλιγους εἰς τα σα βλεποντας δικαιοτερους . ποιεις δε και ἡμιν τα περι
9999727 χωρησῃ
ἀλλ ' ἐκ του τελους : και ὁταν μεν τουτο χωρησῃ κατα νουν , κἀν τα μεταξυ πολλα ὀντα μη
δη δια του ζῳδιακου ἀπο του α ἐπι το β χωρησῃ , της φορας αὐτων οὐκ ἐπι εὐθειας του ζῳδιακου
9999726 ϲτυπτικηϲ
ὁ καρποϲ και τα φυλλα ξηραινει κατα την τριτην ταξιν ϲτυπτικηϲ ὀντα δυναμεωϲ : ὁθεν τραυματα μεγαλα κολλᾳ και δυϲεντεριαϲ
ἐλαϲματα διαπυρα ταὐτον ἐργαζεται . μετεχει γαρ ὁ ϲιδηροϲ τηϲ ϲτυπτικηϲ δυναμεωϲ και τουτου γε χαριν παρεϲκευαϲαμην κυλινδρουϲ ϲιδηρουϲ πλεοναϲ
9999725 χρυσῳ
δια ταυτα και ἐγω παραγινομαι ἐνταυθα προς ὑμας καταλειψασα τους χρυσῳ κεκοσμημενους οἰκους και τον βασιλικον κοιτωνα : και ἐμε
ἀξιον . Ξερξης μεν γαρ ἐν Λυδοις πλατανου κομην ἀγαμενος χρυσῳ το δενδρον ἐκοσμησεν : οὐ γαρ ᾐδει λεγειν ,
9999724 ἐκβεβλησθω
μη ἐκτος της κωνικης ἐπιφανειας , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΘ ἐκβεβλησθω : πεσειται δη ἠ ἐπι την περιφερειαν του κυκλου
ἡλιου δε κεντρον το Β , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΒ ἐκβεβλησθω , και ἐκβεβλησθω δια της ΑΒ και του κεντρου
9999724 κοραξ
ἀλλο πραγμα ὁμωνυμον τε ἐστι και συνωνυμον , οἱον ὁ κοραξ ὁ ὀρνις , καθο μεν κοραξ , ὁμωνυμος προς
το κρεας και στραφεισα ἐφη αὐτῳ : „ ἐχεις , κοραξ , ἁπαντα , νους δε σε λειπει . ”

Back