καλουσι τον συαγρον . Αἰσχυλος γουν ἐν Φορκισι παρεικαζων τον Περσεα τῳ ἀγριῳ τουτῳ συι φησιν : ἐδυ δ '
λεγοντες και ἀλλας γυναικας και ταυτην ἐς Ἀργος συστρατευσασθαι , Περσεα δε , ὡς ἐκρατει της μαχης , φονευσαι των
9999865 ἐκληθη
ἀμφοτερογλωττοιο μεγα σθενος οὐκ ἀλαπαδνον Ζηνωνος . ἀμφοτερογλωσσος δ ' ἐκληθη οὐχ ὁτι διαλεκτικος ἠν , ὡς ὁ Κιττιευς ,
ἑκαστος την ἰδιαν γην ἀπελαμβανε διχα μαχης και φονου . ἐκληθη οὐν ἡ ῥαβδος , ἐν ᾑ ἐγεωμετρουν , ἀκαινα
9999865 Λευκιππην
το ὀνομα ἐλεγε : Μελιτην μεν εἰναι την μισθωσαμενην , Λευκιππην δε την ἀνῃρημενην . εἰ δε ταυτα γεγονεν οὑτως
προς θεαν , ὡς ᾠετο . ἐπει δε εἰδε την Λευκιππην , ἀνεφλεγη την ψυχην , και ἐδοξεν αὐτῳ τοτε
9999862 ἡμισεα
μο λ διπλασιοι εἰσιν Ϟ η . Δις ἀρα τα ἡμισεα ἰσα ἐστι τοις διπλασιοις : πολλαπλασιασθεις δε ὁ μεσος
οὑτινοσουν μετρουμενοι , οἱτινες ἐκ παντος περιττα μερη ἐχουσι τα ἡμισεα κατα την εἰς ἰσα διαιρεσιν : ὡς τα δις
9999854 ἀμαρακινῳ
χρυσων ὁλκειων ἠλειφε κροκινῳ μυρῳ και κινναμωμινῳ και ναρδινῳ και ἀμαρακινῳ και ἰρινῳ . και συγκαλων αὐτους εἰς εὐωχιαν ποτε
και ἀρτεμισιας , και ἐγχυματιζεσθωσαν εἰς τον κολπον σουσινῳ ἠ ἀμαρακινῳ , ἠ πεσσος προστιθεσθω οἱος ὁ ἐννεαφαρμακος και ὁ
9999847 Ἀγαμεμνονι
. ἐξ ὡν μιαν ἑλοντες , Χρυσαν , γερας ἐδοσαν Ἀγαμεμνονι Χρυσηιδα , Χρυσου ἱερεως Ἀπολλωνος θυγατερα . ὁ δε
ἐπι ἀρχοντος Φιλοκλεους ὀλυμπιαδι π ἐτει β . πρωτος Αἰσχυλος Ἀγαμεμνονι , Χοηφοροις , Εὐμενισι , Πρωτει σατυρικωι . ἐχορηγει
9999843 ναυμαχιᾳ
την Σαλαμινα , ναυμαχων δε και τοις Ἀθηναιοις νικησας τῃ ναυμαχιᾳ ὁσους ἐζωγρησεν ἀνευ λυτρων ἀφηκεν . ὁπερ μαθοντες οἱ
περι Ἐρασινιδην στρατηγων , ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι
9999843 θαυμασῃς
ψευσομαι . ἐαν μεντοι ἀναμιμνῃσκομενος ἀλλο ἀλλοθεν λεγω , μηδεν θαυμασῃς : οὐ γαρ τι ῥᾳδιον την σην ἀτοπιαν ὡδ
ἐπ ' αὐτῳ τουτῳ μαλιστα τῳ ᾀσματι . Μη δη θαυμασῃς εἰ και αὐτος εἰκασαι βουλομενος , ὁπερ ἠν τῳ
9999840 πλινθιῳ
και του ἀκρου της οὐρας και ἑνος των ἐν τῳ πλινθιῳ ἀστερων . ὁ δε δια Συηνης παραλληλος τῃ μεν
[ την ] πορειαν | οὐκετι συντεταγμενους ἐχων ἐν τῳ πλινθιῳ [ ] τους στρατιωτας , ἀλλ ' ἐων αὐτους
9999838 κυκλῳ
! ! ] ] υϲιν ? ? προϲκαθημενοι ] εϲ κυκλῳ . ] εναυϲομαι ] τιν . ἀλλ ' ὁμωϲ
ὁπλα και τα περι την ἀγοραν ὑπο των ἱππεων ἐφρουρειτο κυκλῳ , μια τε οὐ κατελειπετο τοις ἀπιεναι βουλομενοις ἐξοδος
9999837 δακτυλικα
δυο διῃρημενον περιοδους . και εἰσι της μεν πρωτης περιοδου δακτυλικα τετραμετρα δʹ , και ἐν ἐκθεσει στιχος ὁμοιος ἑξαμετρος
σε τα της πολεως καρπουμενον . ἐν εἰσθεσει κωλα βʹ δακτυλικα διμετρα , ἀκαταληκτον το αʹ , το δε βʹ
9999836 κυβερνητικη
ταυταις ἀλλαι ἀλλων ἀκριβεστεραι και αὐταρκεστεραι : ἡττον γαρ διηκριβωται κυβερνητικη γυμναστικης και το πλειστον ἐπι τῃ τυχῃ ἐστι .
δε εἰσιν αἱ στοχαστικαι πασαι τεχναι , οἱον ἰατρικη , κυβερνητικη , ῥητορικη και αἱ τοιαυται : οὐ γαρ ἐξ
9999834 ἀπελθῃς
τῳ νομῳ αὐτου , ἐξελθῃς ἐκ της πολεως αὐτου και ἀπελθῃς ἐν τῃ πολει σου και τῳ σῳ νομῳ χρησῃ
οἰκει ; Ξενω γαρ ἐσμεν ἀρτιως ἀφιγμενω . Μηδεν μακραν ἀπελθῃς , μηδ ' αὐθις ἐπανερῃ με , ἀλλ '
9999832 ἐκτοϲ
ὁμοιωϲ δε και ταϲ ἐφ ' ὑϲτεραϲ πεπονθυιαϲ ἐκλυομεναϲ ἰαϲθαι ἐκτοϲ ὀξυμελιτοϲ και διαδειν και τριβειν ϲκελη μαλιϲτα ἐπι των
διδυμοϲ ἀδηλοϲ ἐϲτιν οἱα τε πανταχοθεν περιπλεομενοϲ : εἰ δε ἐκτοϲ του ἐλυτροειδουϲ ὑπο τοιϲ δαρτοιϲ εἰη , δι '
9999831 κυλικα
λεγοντα ὁτι Λιβυων των Νομαδων τινες οὐδεν ἀλλο κεκτηνται ἠ κυλικα και μαχαιραν και ὑδριαν , και ὁτι οἰκιας ἐχουσιν
δε ὁ πινων : λυσις , γαλακτος ὀνειου πισαι ὁσον κυλικα , ἐπειτα του φαρμακου , ὑφ ' οὑ το
9999831 ϲπλαγχνα
τι και ϲτυψεωϲ . ἡ μεν οὐν ῥιζα αὐτου τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει ποθειϲα και των κακοηθων ἑλκων ἀριϲτον ἐϲτι φαρμακον
θερμον : ὁθεν και αἱ ϲαρκεϲ ἐνιων ζῳων και τα ϲπλαγχνα ϲυναυξεται τε και ϲυμμειουται και καθολου τα ϲωματα τα
9999828 σκε
. ὑπερεχει οὐν το ἀπο της ΒΓ τετραγωνον ὀν μοναδων σκε των ἀπο των ΓΑ , ΑΒ τετραγωνων ὀντων ρπε
ΒΑ ρξθ , τα συναμφοτερα γινονται τξε . ὡστε το σκε τετραγωνον το ἀπο της ΑΓ της ὑποτεινουσης την ὀξειαν
9999828 κερκιδα
αὐτον , ὁταν περιελιξωσιν , εἰς το του ζυγου τρυπημα κερκιδα ξυλινην ἐμβαλοντες , ἡ καλειται ἐνδρυον . ἁμαξης μερη
δυο δε τους δακτυλους , δυο δ ' ἀλλοι την κερκιδα περιαγουσιν ἐπι το πρανες , ὁ δ ' ὑπολοιπος
9999827 Πλουταρχῳ
τε ταφος ἐστιν ἀξιωθεντος Ἀθηναιων και τουτου στρατηγειν , ὁτε Πλουταρχῳ βοηθουντες διεβησαν ἐς Εὐβοιαν , και χωριον Σκιρον ἐπι
ἐν τῳ δημῳ . οὐ χειρον δε και τα παρα Πλουταρχῳ περι Σολωνος καταθεσθαι : “ συνιδων γαρ ” φησι
9999826 σπυριδα
εἰς την της τροφης παρασκευην θυλακος σαγη ὠνομασται . και σπυριδα δε ὀψωνιοδοκον πλεκτην ὀψων σχοινον ἐν Ἀμφιαρεῳ Ἀριστοφανης ἐφη
στρεβλαις τα σωματα κατατεινων ἀποκτειναι κεκαινουργημεναις ἰδεαις θανατου : ἀμμου σπυριδα πληρη βροχοις ἐκδησαμενος ἀνηρτα κατα των αὐχενων , βαρυτατον
9999826 δριμειαϲ
ἀλλα ἀϲθενεϲτερον . περι δε του ἐλαιου εἰρηται . Κινναβαριϲ δριμειαϲ μετριωϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ἐχει δε τι και ϲτυψεωϲ
. Κεφαλαι ταριχηρων μαινιδων καυθειϲαι ξηραντικηϲ γινονται δυναμεωϲ οὐ πανυ δριμειαϲ : ταϲ ἐν ἑδρᾳ γουν ῥαγαδαϲ και γαργαρεωναϲ χρονιωϲ
9999823 ῥητορικῃ
ἡ ῥητορικη . Ὁτι δε και θεος αὐτος ἐχρησατο τῃ ῥητορικῃ , δεικνυουσιν οὑτω : τῳ μεν οὐν συμβουλευτικῳ φασι
ὡς και μετρων τινων μνησθηναι . και ὁταν ἐν τῃ ῥητορικῃ κατασκευαζωμεν , το δικαιον οὐ φιλοσοφιας ἐργον ποιουμεν ,
9999823 ἐκωλυσε
τι περι τον νεανισκον , εἰ μη το βραδεως ἐλθειν ἐκωλυσε το ἐργον . οὐ μην τας γε ἐλπιδας ἀνειλεν
. καταστηναι δε ἐς μαχην τῳ Ἑλληνικῳ και τοις Τρωσιν ἐκωλυσε τους βαρβαρους : παρασκευῃ τε γαρ ἰσοι τῃ ἁπασῃ
9999823 Κελτικηϲ
. α , ἀδαρκηϲ # α , ϲτυπτηριαϲ ὑγραϲ , Κελτικηϲ , κνηκου , κοκκου Κνιδιου , ἀγρωϲτεωϲ ξηραϲ ,
, δαφνιδων , καϲϲιαϲ , μελιλωτου , τηλεωϲ , ναρδου Κελτικηϲ , ϲελινου ϲπερματοϲ , ϲαμψυχου , ἀνιϲου , πανακοϲ
9999820 Πολιτικῳ
ἐν πρωτῃ Πολιτειας : και „ ἰσαιτερον „ και ἐν Πολιτικῳ ” πλησιαιτερον ” και „ ἡσυχαιτατα „ . Ξενοφων
ἀνδρειως ὑπομενῃ και λανθανειν βουλοιτο . πολιτικης μοριου . ἐν Πολιτικῳ ὁ Σωκρατης την δικαστικην ὀργανον φησιν εἰναι της πολιτικης
9999820 ἐλεχθη
ἀλλα χρονιωτερον . Το δε της καππαριος ἰδιον , ὡσπερ ἐλεχθη , παρα ταυτα : και γαρ το φυλλον ἐπακανθιζον
ὁλως οὐ μιγνυουσιν ὡσπερ το ἐρυσισκηπτρον ὑπερ οὑ και ἀρτιως ἐλεχθη . Βρεχουσι δε συντιθεντες τῳ οἰνῳ τῳ εὐωδει :
9999819 ἐτυχθη
μιμνε ποληος . ” Ἰσκεν , ἀμαλδυνουσα φονου τελος οἱον ἐτυχθη ἀνδρασιν : αὐταρ ὁ τηνγε παραβληδην προσεειπεν : “
ἡ αἰτια . . ἡμεις δ ' ἑσταοτες θαυμαζομεν οἱον ἐτυχθη : ὁτι ἀντι του ἐξεπληττομεθα . . . .
9999816 ξηροτητοϲ
θερμον ἐν τῃ πρωτῃ που ταξει , και ὑγροτητοϲ και ξηροτητοϲ ἐν τῳ μεϲῳ πωϲ τετακται . ἐϲτι δε κακοϲτομαχον
τεταμενα ϲωματα και οὐδεν ἀλλο ὑπολειπεται κατα το ϲωμα πλην ξηροτητοϲ , ἡν ἐκ τηϲ ἀμετροτεραϲ κινηϲεωϲ ἐϲχεν : ὡϲτε
9999816 λεπιδοϲ
κεκαυμενου , κηκιδοϲ , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἁλοϲ ἀμμωνιακου , λεπιδοϲ χαλκου , ϲχιϲτηϲ ϲτυπτηριαϲ και ὑγραϲ , ἰρεωϲ ,
, χαλκου κεκαυμενου , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἰου ξυϲτου , λεπιδοϲ ϲτομωματοϲ , περιϲτερεωνοϲ ὀρθου , ϲτυπτηριαϲ ϲτρογγυληϲ ἀνα #
9999816 κολοκυντη
ἡ μεν Ἰνδικη κατα το πλειστον ἑψεται , ἡ δε κολοκυντη και ὀπταται . ἀχρι δε του νυν λεγεσθαι παρα
ὑδατι και ἁλι και ἐλαιῳ . δευτεραν δε χωραν ἐχει κολοκυντη : δει δ ' ἐπιλεγεσθαι τας σφοδρα νεαρας :
9999816 φαιδρῳ
την δικην καλουντος . Εἰσεισι γουν ἡ γενναια και μεγαλοψυχος φαιδρῳ τῳ προσωπῳ και την εἰκονα δε κρυπτουσα ὑπο την
εἰναι δυναμιν Ἀγησιλαῳ της βασιλεως παρασκευης , Ἀγησιλαος δε μαλα φαιδρῳ τῳ προσωπῳ ἀπαγγειλαι Τισσαφερνει τους πρεσβεις ἐκελευσεν ὡς πολλην
9999815 ἀτειρεα
ἀρα Σθενελῳ βριαρην κορυν Ἀστεροπαιου χαλκειην και δουρε δυω και ἀτειρεα μιτρην . Ἀλλοις δ ' ἱππηεσσι και ὁπποσοι ἠματι
νειμαντες ἐς ἀσπισι πολλα καμοντος εἰς ἀρετην ; ποιον γαρ ἀτειρεα μοχθον ἀνυσσας οὐκ ἐτλην ; ποιον δε δι '
9999815 ἀκεα
διαγειν λιπαρεοντας , μετα δε , ὡς οὐ παυεσθαι , ἀκεα διζησθαι , ἀλλον δε ἀλλο ἐπιμηχανασθαι αὐτων . Ἐξευρεθηναι
τῃϲι ψαμμοιϲι ἐγκαλινδεεϲθαι και βιοτευειν ἐϲ θαλαϲϲαν : ἑτεροκρανιηϲ ταὐτα ἀκεα . ὁκοια γαρ τῃ κεφαλῃ ὁλῃ ἀκεα προϲφορα ,
9999814 Ἀνδρομαχη
βαθυζωνους τε γυναικας . ἀν δ ' Ἑκτωρ ἀποθανῃ , Ἀνδρομαχη λεγει τι και Ἑκαβη , ἀλλα και Ἑλενη και
οὐ στοχαζεται των ὑποκειμενων προσωπων . και γαρ νυν ἡ Ἀνδρομαχη τα αὐτα φιλοσοφει ἁπερ και ἐμπροσθεν ἡ Κασανδρα :
9999812 Ἀττικῃ
ἀποκτειναι μονον , ἀλλ ' οὐδε νεκρον εἰασαν ἐν τῃ Ἀττικῃ , ἀλλ ' ὑπερ τους ὁρους ἐξεβαλον . Νικιας
. και ὀντων αὐτων οὐ πολλας πω ἡμερας ἐν τῃ Ἀττικῃ ἡ νοσος πρωτον ἠρξατο γενεσθαι τοις Ἀθηναιοις , λεγομενον
9999811 θεατρῳ
μελλων ἐπιλαθομενος εἰς ἀγρον πορευεσθαι . και θεωρων ἐν τῳ θεατρῳ μονος καταλειπεσθαι καθευδων . και πολλα φαγων και της
στεφανωσαι χρυσῳ στεφανῳ , και ἀναγορευσαι τον στεφανον ἐν τῳ θεατρῳ Διονυσιοις τραγῳδοις καινοις : της δε ἀναγορευσεως ἐπιμεληθηναι τον
9999810 Αἰγυπτιᾳ
πεντακισχιλιας , χεννια ταριχηρα μυρια . και Ἱππαρχος ἐν τῃ Αἰγυπτιᾳ Ἰλιαδι : οὐδε μοι Αἰγυπτιων βιος ἠρεσεν οἱον ἐχουσι
μεν μεγεθει μικρον , τῃ δε προσοψει τῃ ἀκανθῃ τῃ Αἰγυπτιᾳ τῃ λευκῃ παρεμφερες , τα δε φυλλα του δενδρου
9999810 Ἀναγεγραφθω
ΓΒ τετραγωνου ἰσον ἐστι τῳ ἀπο της ΓΔ τετραγωνῳ . Ἀναγεγραφθω γαρ ἀπο της ΓΔ τετραγωνον το ΓΕΖΔ , και
της ΖΕ προς το ὑπο των ΖΕ , ΕΗ . Ἀναγεγραφθω γαρ ἀπο της ΖΕ τετραγωνον το ΔΖ , και
9999810 κεφαλαλγιαϲ
τον ὀφθαλμον . γιγνεται δε ταυτα και χωριϲ ἑλκωϲεωϲ , κεφαλαλγιαϲ προηγηϲαμενηϲ ἠ ὀφθαλμιαϲ : ϲυμβαινει δε και φλεγμονηϲ προγενομενηϲ
τηϲ γαϲτροϲ ἀναθυμιαϲειϲ γιγνεται ἠ δια ἐποχην κοιλιαϲ τα τηϲ κεφαλαλγιαϲ . εἰ δε ὑϲτερον μετα την ἑβδομην εἰϲβαλλοι ,
9999809 Ἀνδρομεδα
Κριῳ ζῳδια ταυτα : Κηφευς τε Κασσιεπεια , Περσευς και Ἀνδρομεδα , Ἀθηνα τε και Δελτωτον , συν τουτοις και
ἀστρον δε το ἐκ πολλων ἀστερων συστημα , ὡς ἡ Ἀνδρομεδα ἠ ὁ Κενταυρος . οἰδε δε την διαφοραν και
9999807 ἐθεμεθα
τροπον ἀντιθεσεως εἰναι τον νυν εἰρημενον , ἀλλ ' ἁς ἐθεμεθα ἠδη κινησεις τε και μονας ἐναντιας και καθ '
και το προτερον κατεπολεμηθημεν , συν θεῳ ἀμεινον ἠ τοτε ἐθεμεθα τον πολεμον : και γαρ ναυς και τειχη ἐχοντες
9999807 Παφλαγονιᾳ
τοπικα Κορυδαλλοθεν Κορυδαλλονδε Κορυδαλλοι . Κορυλειον , κωμη περισημος ἐν Παφλαγονιᾳ , ἀπο Κορυλου βασιλευσαντος . ὁ οἰκητωρ Κορυλειευς .
ἡμων φυλαξας ἐπεθου μεν Ἀριοβαρζανῃ και Νικομηδει και Γαλαταις και Παφλαγονιᾳ , ἐπεθου δε Ἀσιᾳ , τῳ ἡμετερῳ χωριῳ .
9999806 βελτιστ
στεφανον , οὐχι προησονται τουτοις τας πραξεις , ἀλλα τα βελτιστ ' ἐρουσιν αὐτοι . εἰ δε γενησεται τουτο και
' ἐν τριβωνι παραγων αὐτον φησιν οὑτως : Σωκρατες ἀνδρων βελτιστ ' ὀλιγων , πολλῳ δε ματαιοταθ ' , ἡκεις
9999806 τραχηλῳ
της κεφαλης , των δ ' ἐπικειμενων αὐτοις ἁμα τῳ τραχηλῳ παντι την κεφαλην . ἀνανευουσι μεν οὐν ἐπ '
. Τῳ Καλλιμεδοντος ξυνηνεγκε προς το φυμα το ἐν τῳ τραχηλῳ , σκληρον ἐον και μεγα και ἀπεπτον και ἐπωδυνον
9999806 ἐφυλαχθη
ὁτι και ἡ ἐγγενομενη θεσις του ὀνοματος οὐκ ἀλλως ἀν ἐφυλαχθη , εἰ μη μετα το ὀνομα και το ῥημα
ἐπειδη και ἐν ὁλῳ τῳ μελλοντι , οὑτος εἰ μεν ἐφυλαχθη το νυν , ὡσπερ και τἀληθες ἐχει , περας
9999806 ἐκομισθη
πεντηκοντα : και αὐτος Ἀγησιλαος πολλοις περιπεπτωκως τραυμασιν εἰς Δελφους ἐκομισθη , κἀκει την ἐπιμελειαν του σωματος ἐποιειτο . Φαρναβαζος
εἰναι , πριν τι ὑμας ψηφισασθαι . Ἐπει δ ' ἐκομισθη τα ὀστα του ἀδελφου , ὁ μεν προσποιουμενος παλαι
9999805 ταξεωϲ
την τριτην ταξιν ὑπαρχουϲῃ . Λεπιδιον ἐκ τηϲ τεταρτηϲ ἐϲτι ταξεωϲ των θερμαινοντων . Λευκοϊον . Τουτου και ϲυμπαϲ ὁ
θερμη και ξηρα την κραϲιν ἐϲτιν ἐκ τηϲ τριτηϲ που ταξεωϲ και λεπτομερηϲ και δριμεια ἰϲχυροτερα πολλῳ του ἡδυοϲμου :
9999804 θαυμαζω
⌊ ⌋ αὐξομενου ληιστου των Ἑλληνων ἀλλο τι λεγοντα , θαυμαζω , και δεδοικα τουτον , ὁστις ἀν ἠι ποτε
ἐκ μονου του προσωπου κεφαλαιοις ἐχρησαντο . [ , ] θαυμαζω δε εἰ μη κρινομενου πραγματος αἰτιαν τις ἀποδωσει και
9999804 ϲτυπτικηϲ
ὁ καρποϲ και τα φυλλα ξηραινει κατα την τριτην ταξιν ϲτυπτικηϲ ὀντα δυναμεωϲ : ὁθεν τραυματα μεγαλα κολλᾳ και δυϲεντεριαϲ
ἐλαϲματα διαπυρα ταὐτον ἐργαζεται . μετεχει γαρ ὁ ϲιδηροϲ τηϲ ϲτυπτικηϲ δυναμεωϲ και τουτου γε χαριν παρεϲκευαϲαμην κυλινδρουϲ ϲιδηρουϲ πλεοναϲ
9999804 ὑδατοϲ
και τα ἀγγεια τα τε του οἰνου και τα του ὑδατοϲ , και ἐν οἱϲ ἑψωϲι τα ὀψα , πωματιζετωϲαν
ἐρευθουϲ χωριϲ ὑγραϲιαϲ . πυριαν οὐν αὐτουϲ ϲυχνωϲ ϲπογγοιϲ ἐξ ὑδατοϲ θερμου και ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα
9999803 Καλλιμαχῳ
: ἀλλα πας μεν ἐβαλλε και πας ἐφονευετο και τῳ Καλλιμαχῳ προσεπιπτεν * ὁς καθαπερ προνενευκοτι λιθῳ προς θαλασσαν *
ἀληθες ὑπαρχον , ἐστι και πεπηγος . Ἐπιταξ . παρα Καλλιμαχῳ . το ἐπιῤῥημα , παρα το ἐπιταξω , ἀποβολῃ
9999803 θελησῃ
, ὡστε την του ὑδατος ἐπεχειν ὁρμην , ὁταν τις θελησῃ , και αὐ παλιν ἀνιεναι , ὁ κοινως πετυνιον
, μετα το ἀπολυθηναι την γυναικα μετανοησῃ ἡ γυνη και θελησῃ ἐπι τον ἑαυτης ἀνδρα ὑποστρεψαι , οὐ παραδεχθησεται ;
9999803 ἠναγκασθη
και των ἀλλων ἐγχωριων ἁπαντων συνεπιθεμενων , ὁ βασιλευς διαπορουμενος ἠναγκασθη καταφυγειν ἐπι τους μισθοφορους , ὀντας εἰς τρισμυριους .
ὑπελθοντων , Ποπλιλιου υἱος ὡς ἐν πολλῃ καταλειφθεις πενιᾳ δανειον ἠναγκασθη λαβειν εἰς την ταφην του πατρος , ὡς ἐρανισθησομενος
9999801 ἑωρακα
ἐτη ταυτα ἐστιν ἀφ ' οὑ σε οὐδεν ἀλλο ποιουντα ἑωρακα , ἠ παρα τους διδασκαλους φοιτωντα και ὡς το
ἠγνοουν εἰ Φιλιππος τελευτησειε : οὐ γαρ δη ταὐτον ἐνυπνιον ἑωρακα Δημοσθενει . . την ἀξιωσιν ] το νομιζειν ἀξιον
9999801 σαρκα
. τον δ ' ἀγαθον μαλακον τε φυσει και πιονα σαρκα ἁλσι μονον λεπτοισι πασας και ἐλαιῳ ἀλειψας : πληθωρην
, και εἰ τροφη το αἱμα , το τρεφον την σαρκα δυναμει ψυχρον ἐστι , παλιν το αἱμα το τρεφον
9999800 χρυσῳ
δια ταυτα και ἐγω παραγινομαι ἐνταυθα προς ὑμας καταλειψασα τους χρυσῳ κεκοσμημενους οἰκους και τον βασιλικον κοιτωνα : και ἐμε
ἀξιον . Ξερξης μεν γαρ ἐν Λυδοις πλατανου κομην ἀγαμενος χρυσῳ το δενδρον ἐκοσμησεν : οὐ γαρ ᾐδει λεγειν ,
9999800 χαλεπῃ
Διαλλαγη ; Προσαγε λαβουσα πρωτα τους Λακωνικους , και μη χαλεπῃ τῃ χειρι μηδ ' αὐθαδικῃ , μηδ ' ὡσπερ
ἐθελωσιν , ὁ δ ' ἑσπεται ὁστε σαοφρων , πριν χαλεπῃ μαστιγι και οὐκ ἐθελων ἐλαηται . κεινοι και τεχνας
9999798 κομηϲ
καϲϲιαϲ # β ἀγαρικου ⋖ δ κροκου ⋖ δ κενταυριου κομηϲ Γρʹ δ μελιτοϲ # β ῥοδων χυλου # δ
ὀξουϲ και καθαιρει γενναιωϲ τον μελαγχολικον χυμον . τηϲ δε κομηϲ κοπτομενηϲ και ϲυν ἑφθῳ μελιτι ἠ και ἑψηματι εἰϲ
9999798 θριδακινη
και τα καλουμενα ἐπισπορα : ταυτα δ ' ἐστι τευτλιον θριδακινη εὐζωμον λαπαθον ναπυ κοριαννον ἀνηθον καρδαμον : καλουσι δε
κριθινοϲ ἠ μαζα ἐξ ἀλφιτων , λαχανων δε ϲευτλον , θριδακινη , ῥεφανοϲ τε και πραϲα και κραμβαι δυϲιν ὑδαϲιν
9999797 τρωγλιτιδοϲ
δε ὑγρα και ἀπεπτα ἀναγοι , ἁρμοδιον τουτο : ϲμυρνηϲ τρωγλιτιδοϲ ⋖ β κροκου ⋖ α πεπερεωϲ κοκκοι ιε μελιτοϲ
κοινου λι ἀϲαρ χαλδαικου λι κελτικου λι θυμιαματοϲ λι ϲμυρνηϲ τρωγλιτιδοϲ λι κοϲτου λι μοϲχου λι ἀμπαρ λι γομφιτου λαδανου
9999797 νευρωδη
Ἡγησιου και των ἀμφι Κριτιον και Νησιωτην , ἀπεσφιγμενα και νευρωδη και σκληρα και ἀκριβως ἀποτεταμενα ταις γραμμαις . πονον
. Φλεγματικον δ ' ἁπλως χυμον γεννᾳ των ζῳων τα νευρωδη μορια , ἐγκεφαλος , πνευμα , νωτιαιος , ἀδενες
9999796 βαρεα
? [ ! ] ? . και τα μεν [ βαρεα ] ? και παχεα δυσκολως διαφορειται [ , τα
φυσει και γλυκεα τοιαυτα δοκει : ὁμοιως και θερμα και βαρεα και των ἀλλων ἑκαστα : τοις δε νοσουσι τας
9999796 Μεμνονι
, ποιμενι ποιμεσι , λιμενι λιμεσι , Πλατωνι Πλατωσι , Μεμνονι Μεμνοσι , Τρυφωνι Τρυφωσιν : οὑτως οὐν και ταλανι
Ἠμαθιωνος ἀπεδωκε [ ] / ταν βασιληαν ? ? [ Μεμνονι ] / τωι ? Τιθωνου ? [ * ]
9999795 Πελληνῃ
ἐθελουσιν ὀνομαζειν , ὁτι κατελυσε πολιτειαν ἐμοι δοκειν την ἐν Πελληνῃ , δωρον το ἐπιφθονωτατον παρα Ἀλεξανδρου του Φιλιππου λαβων
τῃ Κλειτοριᾳ , ἐν δε τῳ προς ἀρκτους Αἰγειροις και Πελληνῃ , ταις Ἀχαϊκαις πολεσι . κειται δε ὑπο το
9999794 βακτηριᾳ
ἐκ της Σινωπης ἀγωνιστην , κατα τον Τηλεφον ἐκεινον , βακτηριᾳ και θυλακῳ . Συνετελει δε αὐτοις και τα σχηματα
ὀγκῳ τε χλανιδος εὐ τεθωρακισμενος , σχημ ' ἀξιοχρεων ἐπικαθεις βακτηριᾳ , ἀλλοτριον , οὐκ οἰκειον , ὡς ἐμοι δοκει
9999794 κυριῳ
ἐτους : εἰτα ἐπιδωσεις τῳ ἀστερι τῳ ὑποκατωθεν ὀντι τῳ κυριῳ της περιοδου ἑτερας ἡμερας ζ , και καθεξης ἐστ
εἰς τινα τοπον και τυχῃ ὁ κυριος αὐτου συνοδευων τῳ κυριῳ του τριτου τοπου ἀπο του ὡροσκοπου της καταρχης ,
9999793 κορυφῃ
ἀφανης ταφος , Πελοπος δε ἐν Σιπυλῳ μεν θρονος ἐν κορυφῃ του ὀρους ἐστιν ὑπερ της Πλαστηνης μητρος το ἱερον
Ὀρχομενιοις δε ἡ προτερα πολις ἐπι ὀρους ἠν ἀκρᾳ τῃ κορυφῃ , και ἀγορας τε και τειχων ἐρειπια λειπεται :
9999792 οἰνανθη
. ἐμπεπασθω δ ' ἐσθ ' ὁτε τῳ ῥοφουμενῳ ὑδατι οἰνανθη ἠ ἐμβρεχεσθωσαν τῳ ὑδατι ἑλικες ἀμπελου ἠ ῥοας χυλου
εὐσκεπεις και προσειλους . διατελειν γαρ ἀνθουντα δοκει και ἡ οἰνανθη και το ἰον το μελαν και ἀλλ ' ἀττα
9999792 ἠρεσε
ὑμιν φυλαξει το μετριον μηκος των λογων ἑκατερου . Ταυτα ἠρεσε τοις παρουσι , και παντες ἐπῃνεσαν , και ἐμε
. πολλακις γαρ οὐδε ἐν δειπνῳ δεκα ἀνθρωπων ὁ πλακους ἠρεσε πασιν , ἀλλ ' ὁ μεν ἑωλον εἰναι φησιν
9999792 Κολοφωνα
Μυουντα : ἐν Λυδιᾳ Ϛʹ , Ἐφεσον , Λεβεδον , Κολοφωνα , Φωκαιαν , Τεων , Κλαζομενας . Μιλητος δε
ὑστεραιᾳ ἐπλευσαν εἰς Νοτιον , και ἐντευθεν παρασκευασαμενοι ἐπορευοντο εἰς Κολοφωνα . Κολοφωνιοι δε προσεχωρησαν . και της ἐπιουσης νυκτος
9999792 ἀφηκε
ἀλλ ' εἰχε καιρον ἡ φαρετρα και βελος , κριους ἀφηκε και χελωνιους τεχνας και πετροπομπους σφενδονας και συνθεσεις δεινας
τους ἐραστας . ” ταυτα εἰπουσα ἀπεστραφη και συγκαλυψαμενη δακρυων ἀφηκε πηγας . εὐκολοι δε τοις ἐρωσιν αἱ διαλλαγαι και
9999791 ἀφαιρῃ
, τους δε φιλους ἐχθρους ἀποκαλεις τε και τον στρατον ἀφαιρῃ και τα ἐθνη ; ” και ὁ Καισαρ “
παρακολουθῃς και τεκμαιρῃ την νοσον , ἐαν δε τοις ἀριθμοις ἀφαιρῃ ἐκλυτους και νοσωδεστερους ποιει και ταις λαλιαις τετραυλωμενους και
9999791 τετμησθω
ΑΒΓ προς ὀρθας τε και δια των πολων τεμνει . τετμησθω ἡ ΖΑ διχα κατα το Η σημειον : το
προτε - ρον παραλληλοι αἱ ΑΚ , ΔΕ : και τετμησθω ἡ ΔΕ διχα κατα το Λ , και ἐπεζευχθω
9999791 ὁρμητηριῳ
αἰσθησεων φθαρται τε και φθορας αἰτιαι , ὁ δ ' ὁρμητηριῳ χρωμενος ταις ἀρεταις λογος ἱερος και θειος ὀντως ,
ἠγουν την Μεσσηνην . ἐξ αὐτου ὁρμωμενοι : ἠγουν ὡς ὁρμητηριῳ χρωμενοι . σφισι : τοις Συρακουσιοις . βουλομενοι .
9999790 ἡμιολιῳ
τετταρων ἁρμονια ἐστιν : ὁ δε ἐννεα προς ἑξ ἐν ἡμιολιῳ , καθ ' ὁν ἡ δια πεντε : ὁ
το ἐν τῳ διπλασιῳ , παιωνικον δε το ἐν τῳ ἡμιολιῳ . Των δε ποδων ἐλαχιστοι μεν εἰσιν οἱ ἐν
9999789 ᾐτησε
γε τον Ἀσκληπιον προς ἡμας ἐπιστολην μηνυουσαν ὡς οὐ ματην ᾐτησε την ἐμην ἐπιστολην . Δομνος ὁ χρηστος ἐκ παλαιων
εἰτα Ποσειδωνος αὐτῃ πλησιασαντος μεταβληθηναι εἰς ἀνδρα : τουτο γαρ ᾐτησε και ἀτρωσιαν . ἠρισε δε και Ἀπολλωνι και ἐνικηθη
9999788 ἐκομισε
δαφνης τα φυλλα , ἡν τα Θεσσαλιας μεν το πρωτον ἐκομισε Τεμπη , ἐστεφανωσατο δε ὁ ἐν Δελφοις Ἀπολλων την
εἰναι αὐτου . καταβας δε ἐκ τριτου την ἰδιαν ἀξινην ἐκομισε και ἐπηρωτησεν αὐτον , εἰ τουτον ἀπωλεσεν . ὁ
9999788 δηνεα
και ἐχθεα και φιλοτητας και βουλας , ἁλιης τε πολυτροπα δηνεα τεχνης κερδαλεης , ὁσα φωτες ἐπ ' ἰχθυσι μητισαντο
τροπῃ του μ εἰς δ και ἐν ὑπερθεσει του ν δηνεα : θεσσαλικον , ὡς Ἀπολλωνιος . Κερδαλεης : πανουργου
9999788 Ἀντιμαχῳ
το ἀργυριον ἀπο της τραπεζης παρα Φορμιωνος Αὐτονομος , ὁσπερ Ἀντιμαχῳ διετελει γραμματευων τον ἁπαντα χρονον . δοθεντος τοινυν του
μη σφω ' Αἰαντε το πληρες σφωε . παρα γαρ Ἀντιμαχῳ και μονοσυλλαβως ἐν τριτῃ Θηβαϊδος το και σφω γεινατο
9999787 ἀξονι
το ΠΡ συμφυες ἑτερῳ ἀξονι , τῳ δ ' αὐτῳ ἀξονι ἑτερον συμφυες τυμπανον το ΣΤ , ἐχον μεν ὁμοιως
ἐστιν ἑκατερῳ των ΑΒ , ΓΔ , συμβαλλετω τῳ ΕΖ ἀξονι το δια της ΗΚΘΛ γραμμης ἐπιπεδον κατα το Μ
9999787 Σαμοιο
Βοιωτιακον Μινυειον , και Σαμον Θρηικιην συντιθεις „ μεσσηγυς τε Σαμοιο και Ἰμβρου , „ ἱνα χωρισῃ ἀπο της Ἰωνικης
δε τις νησος μεσσῃ ἁλι πετρηεσσα , μεσσηγυς Ἰθακης τε Σαμοιο τε παιπαλοεσσης , Ἀστερις , οὐ μεγαλη , λιμενες
9999787 δριμυτατῳ
ὀξουϲ ἐγχυϲει και πεπερεωϲ ἠ κνιδηϲ καρπου ἐν ὀξει τριφθεντοϲ δριμυτατῳ : ἐργωδωϲ δε παραδεχονται , ἀλλα χρη βιαζεϲθαι .
ἀνα # τ ⊂ . τα συκα δε ἀποβρεξας ὀξει δριμυτατῳ ἑψε εἰτα λειου μετα των ἀλλων εἰδων προκεκομμενων κἀπειτα
9999787 ἐληφθη
και ἀπο των προς ἑαυτον και τα προς τους φιλους ἐληφθη , καθως ἐν τῳ δʹ εἰρηται κεφαλαιῳ . τουτοις
παραδεισου της τρυφης , ἐργαζεσθαι την γην , ἐξ ἡς ἐληφθη ” , ἱνα , ἐπει και ὡς δεσποτης ὁ
9999787 ναυπηγικη
ἀκατιων ποιητικη : του δε ἐξ ἀμφοτερων προσεχων , οἱον ναυπηγικη ἐστι τεχνη περι τα ξυλα καταγινομενη πλοιων ποιητικη :
τελος ἀλλο ἐστι παρα την ποιησιν : ἀλλο γαρ ἐστι ναυπηγικη και ἑτερον το πλοιον : της δε πραξεως το
9999786 ὀργιζεσθε
Ἀθηναιους ; εἰ δ ' ὑμετερα , πως οὐκ ἐκεινοις ὀργιζεσθε καταλαβουσι την ἀλλοτριαν ; εἰς τουτο δε προβεβηκαμεν ἐχθρας
, ὁτι οὐ παντες ἰσως ἐπι πασι τοις κατηγορουμενοις ὁμοιως ὀργιζεσθε , ἀλλ ' ἑκαστος τι ὑμων ἐχει προς ὁ
9999786 χαλεπα
: ἐνθα δε νυκτα ἀεσαν , και νυκτα μεν ἀεσαμεν χαλεπα φρεσιν ὁρμαινοντες , και Ὁμηρος οὑτως παρετυμολογει : αὐταρ
εἰπειν το Πλατωνικον ἐν τῃ Ἐπινομιδι εἰρημενον οὑτως : εἰτε χαλεπα εἰτε ῥᾳδια , ταυτῃ ἰτεον , ταυτα τα μαθηματα
9999786 ἐγκωμιῳ
τῃ μαχῃ . Ματρις δ ' ἐν τῳ του Ἡρακλεους ἐγκωμιῳ και εἰς πολυποσιαν φησι τον Ἡρακλεα προκληθηναι ὑπο του
της συμφορας οἰκειον ὀνομα ἐχουσα : ὀδυρμον γαρ ἐχει συν ἐγκωμιῳ του τελευτησαντος . τινες μεν οὐν κοινως εἰπον θρηνους
9999786 Ἠελιοιο
ἑτερωθι νεμεσσησῃ κακοεργος , ἠ και ἀποκλινωσιν ὑπ ' αὐγας Ἠελιοιο , συν τοιοις ἀνδρεσσιν ἀει στρωφωνται , ὑπ '
σφετερῃσιν ἀτασθαλιῃσιν ὀλοντο , νηπιοι , οἱ κατα βους Ὑπεριονος Ἠελιοιο ἠσθιον : αὐταρ ὁ τοισιν ἀφειλετο νοστιμον ἠμαρ .
9999785 χαλεπωτατη
ξανθη χολη ὑπεροπτηθειϲα εἰϲ την μελαιναν μεταπεϲουϲα , ὁτε και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι
ἀφεσεις ἐκβαλλομεναι εἰς τας φθαρτικας των κακοποιων ἀκτινας ἐμπεσωσιν , χαλεπωτατη γινεται ἡ νοσος . εἰ μεν γαρ ἀπο Ἀρεως
9999785 ὀπισθε
. . . . . φευγων , ὁ δ ' ὀπισθε διωκων , προσθε μεν ἐσθλος ἐφευγε , διωκε δε
ἀνομιας του Ἰσραηλ ἀφισταμενος ἀπ ' αὐτων Κυριος , μετελευσεται ὀπισθε ποιουντα το θελημα αὐτου , ὁτι οὐδενι των ἀγγελων
9999785 κορῳ
ἱππος ὡσπερ και πρῳην πεπεδημενος ἐμεινεν ἐν ἀργιᾳ τε και κορῳ , τῃ δε ἡ μελετη ταχος ἐδεδωκει και νικην
Πορῳ συγγινεσθαι οὐ τῳ ὀντι δηλουντος ἐστι συγγινεσθαι οὐδε τῳ κορῳ , ἀλλα τινι πραγματι εὐμηχανῳ : τουτο δε ἐστι
9999785 ὀστεα
το σηπεσθαι , ὡς παρ ' Ὁμηρῳ : λευκ ' ὀστεα πυθεται ὀμβρῳ . καθαρθεις δε Ἀπολλων τον της δρακοντοκτονιας
. Ἐκ γενεης δε ἠ ἐν αὐξησει ἐξαρθρησαντα , τα ὀστεα βραχυνεται τα κατω του ὀλισθηματος , και σαρκες μινυθουσι
9999785 δυαδα
περιεξουσι , παλιν κἀνταυθα της οἰκειοτητος του ἡμισους προς την δυαδα , καθ ' ἡν ἐπιδιμερης ὁ λογος ἐστι ,
ὡς Ἀπολλωνα μεν την μοναδα οὐσαν , Ἀρτεμιν δε την δυαδα , την ἑξαδα Γαμον και Ἀφροδιτην , την δε
9999784 Κλεωνι
εὐ μεν εἰδως ὁτι ὡς οἱον τε μαλιστα ἐπιτηδειος εἰη Κλεωνι , οὐχ ἡγουμενος δ ' ἀν αὐτον τολμησαι τι
δ ' ἀκονῃ σκληρᾳ παραθηγομενης βρυχεις κοπιδος , δηχθεις αἰθωνι Κλεωνι . χλανιδες δ ' οὐλαι καταβεβληνται , θωρακα δ
9999784 ἀσεβειᾳ
ἀσεβεστατος ἐκριθη . ἀπ ' ἐκεινου οὐν τους Μηλιους ἐπι ἀσεβειᾳ κωμῳδουσιν . οἱ δε , ἐπειδη τις Ἀρισταγορας διθυραμβοποιος
ὁ φιλοσοφος ὑπ ' Ἀνυτου και Μελητου κατηγορηθεις ἐπ ' ἀσεβειᾳ και φθορᾳ των νεων , θανατῳ κατεδικασθη και πιων
9999784 ἠθελησε
μεν ἐν τῃ πολει τεθνηκοτων , των δε πεφευγοτων , ἠθελησε κατασχειν : ἠν δε μειζων ἠ ὡστε ὑπ '
ἡμερησια τροφη τῳ στρατῳ . στρατευοντων οὐν κατα της Ἑλλαδος ἠθελησε καινοτομησαι τας φυσεις : Βουβαρης γαρ και ὁ πενταπηχυς
9999783 μηλινῳ
ἡπατοϲ και ϲτομαχου καταιονηϲει . Οἰνανθινον τα αὐτα δρᾳ τῳ μηλινῳ και τῳ ῥοδινῳ , ἐκτοϲ του την κοιλιαν μαλαϲϲειν
ψυχρα : και την κοιλιαν ὑπαλειψομεν ὀμφακινῳ τε ἐλαιῳ και μηλινῳ . Εἰ δε πλειων ἡ θερμοτης ᾐ , και
9999782 ἐμῳ
ἑνεκ ' ἀν ποτε ὑπετιθει τον χαλκον τῳ πατρι τῳ ἐμῳ ὁ Βοιωτιος ναυαρχος , Φιλιππῳ ὀφειλων χιλιας δραχμας .
ὑμας . στρατηγων γαρ Κονων περι Πελοποννησον , τριηραρχησαντι τῳ ἐμῳ πατρι παλαι φιλος γεγενημενος , ἐδεηθη δουναι την ἐμην
9999781 μακαριζω
* μακαριστος . εὐτυχη . ὡς ] * καθα . μακαριζω . * θεα - σασθαι . ὠ . ἠγουν
δ ' ἐγω μακαριζω μεν : τον δε ἀνδρα ἐγω μακαριζω Ἀρκεσιλαν τον σον πατερα και το ἐκεινου ἀνδρειον τε
9999781 Ὠκεανοιο
ποτ ' ἀρ ' ἐσμεν , εἰ μη ἐσχατιαις ἀκαλαρροου Ὠκεανοιο Λυγκευς εἰσενοησεν νησον πευκηεσσαν , ἰδ ' εὐρεα δωματ
ἑνος ἀνδρος ὑποτρομεεσκον ὁμοκλην . Και τοτ ' ἀπ ' Ὠκεανοιο κιεν χρυσηνιος Ἠως . Ὑπνος δ ' οὐρανον εὐρυν
9999781 Δημοκριτωι
. Ἀρτεμωνος Ἀβδηριτης . οὑτος φορτοβαστακτης ἠν , ἐντυχων δε Δημοκριτωι ἐφιλοσοφησε και ἐπι ῥητορειαν ἐσχε . και πρωτος λογους
των στοιχειων . . Γ . διο και Λευκιππωι και Δημοκριτωι τοις λεγουσιν ἀει κινεισθαι τα πρωτα σωματα ἐν τωι

Back