ἀλλο πραγμα ὁμωνυμον τε ἐστι και συνωνυμον , οἱον ὁ κοραξ ὁ ὀρνις , καθο μεν κοραξ , ὁμωνυμος προς
το κρεας και στραφεισα ἐφη αὐτῳ : „ ἐχεις , κοραξ , ἁπαντα , νους δε σε λειπει . ”
9999863 βελτιονι
ἡ των παθων ἀμετρος ἰσχυς ἐξασθενησασα πλατος ἐμπαρασχῃ ψυχης τῳ βελτιονι μερει . Προσεξεταστεον δε ὁτι και οἰκειοτατον ἑκαστῳ των
μεν μετασχειν αὐτοις της πολιτειας ἁπαντες ἐν ἐπιτηδευμασι και βιωι βελτιονι διετελουν ὀντες : ἐπει δε της δημοκρατιας των Βυζαντιων
9999861 κινδυνοϲ
το δε πληθοϲ μη μεχρι λειποθυμιηϲ : περιπνευμονιην γαρ ἐπιφοιτηϲαι κινδυνοϲ , ἠν το ϲωμα ἐπιψυχθεν την ψυχην ἐκλειπῃ .
ἀρρωϲτοϲ ᾐ και προϲ τουτοιϲ ἀνωμαλοϲ ἰϲχυρωϲ , ἐϲχατοϲ ὁ κινδυνοϲ και χρη πραττειν τα λελεγμενα , μηδεν ἀλλο περιεργαζομενον
9999850 χρεα
πολλαχοθεν ἀντειπειν , και ἠν ὀνοματα ταυτα χρεων , οὐ χρεα . ἐγω μεν οὐν την ἐμαυτου πορευομενος και ἁμα
φιλοις ἁμαρτειν μεν ὁμολογουντων , την δε αἰτιαν ἐς τα χρεα φεροντων τα ἐν Ῥωμῃ . ὡν ὁ Κορβινος αἰσθανομενος
9999848 ἠρωτησε
ἐοικε τρωγων σικυον , ὡς ἐφανη μελιτωδης ὁ χυμος , ἠρωτησε την διακονουσαν , ὁποθεν πριαιτο : της δε κηπον
πολις , ἀλλα μολις . ἐν Πελλῃ προς φρεαρ προσελθων ἠρωτησε εἰ ποτιμον . εἰποντων δε των ἱμωντων , ἠσαν
9999846 νησιδα
Φυλαμον δοκησεται : εἰτα μετ ' ὀλιγον και : φερωνυμον νησιδα νασσονται προμου . Ἐξερχομενος Διομηδης ἐπι Τροιαν Κομητην τον
τῃ μαχῃ . ἐνιοι δε κατεφυγον καταπονουμενοι εἰς την καταντικρυ νησιδα την Σφακτηριαν . και αὐτος ὁ Δημοσθενης μετεπεμψατο ἀπο
9999844 Μακεδονι
τοὐνομα του βαλλοντος ἐγκεχαραγμενον : ὁθενπερ και Φιλιππῳ ἐφωραθη τῳ Μακεδονι πολιορκουντι Μεθωνην ὁ βαλων ἐκ του τειχους τοξοτης .
ἀποστειλαντος Ἀλεξανδρου ἠρετο τους κομισαντας : τι δε ἐδοκει τῳ Μακεδονι τοσων ὀντων Ἀθηναιων και τοσων ἐμε δωρησασθαι μονον χρυσιῳ
9999844 ἐλπιδι
βεβαιως χρησαμεναι δυσμαχωτατοι τοις ἀντιπαλοις γινεσθαι . Συν δη τοιαυτῃ ἐλπιδι και ἡμεις , διχῃ την δυναμιν διελοντες το πρωτον
οἰκετου δ ' αὐτον ἐμφηναντος ὁπλιταις , τους ὁπλιτας ἐπεισεν ἐλπιδι χρηματων πλεον - ων πεμψαι τινας ἀπο σφων προς
9999843 Αἰθιοπες
των βαρβαρων ὡς την εὐκρατον οἰκουντες . Σκυθαι δε και Αἰθιοπες , οἱ μεν ὑπο κρυους ἐνοχλουμενοι , οἱ δε
δε Μεγαν κολπον τον προς τῳ δυτικῳ ὠκεανῳ , ἰχθυοφαγοι Αἰθιοπες , και μεσημβρινωτεροι μεν τουτων μεχρι της ἀγνωστου γης
9999840 ὠφελησε
οἱ δε ἐπιλογοι ἐχουσιν ὁσα ζων ὁ πενης την πολιν ὠφελησε , διασκευην του παθους , ἠθοποιϊαν , καταδρομην του
πειραν και το θαυμαστον , ὁτι και ἐπι θερμων ῥευματων ὠφελησε προσενεχθεν και ἐκωλυσε παλιν γενεσθαι ῥευματισμον δευτερον . μετριας
9999838 ἐδημιουργησε
γενος το αἰσθησεων ἐστιν , ᾡ κρατηρας οἰκειους ἡ φυσις ἐδημιουργησε . κρατηρες δε ὁρασεως μεν ὀφθαλμοι , ἀκοης δε
ζωτικην οὐσαν τας ἁπλας και ἀπαθεις σφαιρας ἀπ ' αὐτης ἐδημιουργησε , το δε ἐσχατον αὐτης εἰς τα γεννητα και
9999838 Σεληνῃ
δυο ἀγαθοποιοι μετα του Ἑρμου μαρτυρησωσι τῳ Ἡλιῳ και τῃ Σεληνῃ καλλιστην καταρχην τοις ἀναγομενοις σημαινει και εὐπλοησουσι μαλιστα .
. Σεληνης δυνουσης και Ἀρεως ἐπιδυομενου μηδενος ἀγαθοποιου μαρτυρουντος τῃ Σεληνῃ κακιστος θανατος τῳ φυγοντι δηλουται . Σεληνης δυνουσης και
9999837 ληθη
: ἐπει δε και σοι δοκει των μεν ἀτοπων ἡ ληθη τῳ ὀντι σοφη κατ ' Εὐριπιδην εἰναι , το
? ἀνεδησε ? [ ˘˘˘˘˘˘ – – ] ων ? ληθη χαρισιν ? ? ? ξειναις ? ἀνελαμψε [ ˘˘˘˘
9999837 λευκῳ
σιδιον , κηκιδα , ῥουν την ἐρυθρην , ἐν οἰνῳ λευκῳ διατριψας , τουτῳ χρισας , ἐντιθεναι : ἐπειτα πισαι
, καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ ' ἐκ λειχηνων οὐλας και τας
9999837 αἰσχυνῃ
την ψυχην λεγειν : ἠ οὐ τουτο λεγεις ; Οὐκ αἰσχυνῃ , ἐφη , ὠ Σωκρατες ; ἐρωτωμενος ἀντερωτᾳς ;
ἐναυλισθηναι ὁσον δυνασαι ἐπιτρεπεις . και ταυτα λεγων οὐτε θεους αἰσχυνῃ οὐτε τονδε τον ἀνδρα , ὁς νυν μεν σε
9999835 ἡμικυκλιῳ
ἐπι τα Δ , Ξ μερη τῳ ἀπο του Α ἡμικυκλιῳ ὡς ἐπι τα Α , Θ μερη . ὁμοια
χρονῳ ἀνατελλει ἠ δυνει , των δε ἐν τῳ λοιπῳ ἡμικυκλιῳ , ὁ ἐστιν μετα τον αἰγοκερω , ἡ τυχουσα
9999835 φυλαξι
της παρεμβολης αὐτον , και ταυτης γιγνεται κυριος συν τοις φυλαξι τετρακιςχιλιοις και πεντακοσιοις ἀνδρασιν : οἱ δε πεσοντες ἠσαν
ὡς οἰκειῳ δει τῳ δικαιῳ κεχρησθαι τοις οὑτω καλως τραφεισιν φυλαξι : και δια τουτο οὐδε δικαστηρια εἰναι αὐτοις .
9999832 κοκκουϲ
: βοηθει δε αὐτοιϲ και ὁ τηϲ παιωνιαϲ καρποϲ , κοκκουϲ δε πεντεκαιδεκα τουϲ μελαναϲ τριψαϲ μεθ ' ὑδατοϲ πινειν
ἀνα ὀβολουϲ β πυρεθρου ὀβολον α ἀκορου το ἰϲον πεπερεωϲ κοκκουϲ ι μεθ ' ὑδρομελιτοϲ κυαθων β , διδου το
9999832 χαλεπωτατη
ξανθη χολη ὑπεροπτηθειϲα εἰϲ την μελαιναν μεταπεϲουϲα , ὁτε και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι
ἀφεσεις ἐκβαλλομεναι εἰς τας φθαρτικας των κακοποιων ἀκτινας ἐμπεσωσιν , χαλεπωτατη γινεται ἡ νοσος . εἰ μεν γαρ ἀπο Ἀρεως
9999831 κυβερνητικη
ταυταις ἀλλαι ἀλλων ἀκριβεστεραι και αὐταρκεστεραι : ἡττον γαρ διηκριβωται κυβερνητικη γυμναστικης και το πλειστον ἐπι τῃ τυχῃ ἐστι .
δε εἰσιν αἱ στοχαστικαι πασαι τεχναι , οἱον ἰατρικη , κυβερνητικη , ῥητορικη και αἱ τοιαυται : οὐ γαρ ἐξ
9999831 ἐθαυμασε
ποθεν τοινυν ἰχνη παγανων ἐν τῳ παραδεισῳ ; ὁ δε ἐθαυμασε , [ και ] ὡς μεν ἡ παραβολη δηλονοτι
τελευτην και ὡς ταυτα σοι προηγορευε Καλχας . ὁ δε ἐθαυμασε τε και καλειν ἐκελευσε και ἐπεμψεν ὁσα ἐξην ,
9999831 χαλεπῳ
ὁτι οὐχ ὑπερηφανησεν , ματευσαιμην δ ' ἀν εἰκοτι τῳ χαλεπῳ χρωμενος , ὡς και συ εἰ αὐτο τουτο δωρον
βιοτευσει . οἱς δ ' ἀρ ' ὑπερθ ' ὡρης χαλεπῳ ἐν δαιμονι καλη Ἀφρογενης φαινῃ , την δ '
9999830 σταφιδα
. ἀλλο . συκης φλοιον λειον καταπλασσε . ἀλλο . σταφιδα ἀγριαν καταπλασσε . Κεφ . στʹ . [ αʹ
ὀρχιν , λινου καρπον , λιτρον , ἀρου ῥιζαν , σταφιδα ἀγριην , καλαμινθης φυλλα χλωρα , στρουθιου καρπον ,
9999830 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999829 κλυσμα
σχηματιζειν αὐτον : οὐ γαρ συγχωρουσιν αἱ κυστεις εἰσω το κλυσμα παριεναι , σκληραι και βαρειαι γενομεναι και ἐπικειμεναι τῳ
του ῥου τοσουτος διειμενος τῳ οἰνῳ , ὡς ποριμον το κλυσμα δια του κερατος εἰς το ἐντερον ἰεναι . και
9999828 ἐξαλλαγη
δια τεσσαρων ποιησαι προς τους προ της μεσης φθογγους , ἐξαλλαγη γινεται και πλανη ταις αἰσθησεσι του γενομενου παρα το
ἐπειδη τριγωνα και παραλληλογραμμα τα δεικνυμενα , και ἐστιν εἰδων ἐξαλλαγη , ἡ ἰσοτης γενεσεως δειται και μηχανης ὡς καθ
9999828 θεωρητικῳ
. ὡστε γενοιτ ' ἀν ποτε και ἡ ἐν τῳ θεωρητικῳ νῳ ὀρεξις αἰτια τῳ σωματι της κατα τοπον κινησεως
φοβον ἐγκυμονει και οἱον χρειωδεις τινας ἀφορμας ἐκ τουτου τῳ θεωρητικῳ μερει του νοος ἐμβιβαζει , ἐξ ὡν διδασκεται της
9999827 θαυμασῃ
της ὁσιοτητος αὐτον εἰχε τον ἐχθρον . ἱνα δε μη θαυμασῃ τις ἐχθρον ἀκουων τον κοινουμενον της ἀρχης , ἐρω
γαρ τις χαριζεται τῳ θεῳ ” . ὁ δε „ θαυμασῃ „ ἐφη ” μαλλον , ὁτι μητε ἱκετευσας ποτε
9999827 τετμησθω
ΑΒΓ προς ὀρθας τε και δια των πολων τεμνει . τετμησθω ἡ ΖΑ διχα κατα το Η σημειον : το
προτε - ρον παραλληλοι αἱ ΑΚ , ΔΕ : και τετμησθω ἡ ΔΕ διχα κατα το Λ , και ἐπεζευχθω
9999826 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999824 τοὐπισω
Λεων δε στραφεις και βρυχησαμενος γε ᾠχετο φυγας τρομαξας εἰς τοὐπισω . Τουτον δ ' ἀλωπηξ προσιδους ' ἐπεφωνει :
την ἐπι τον Ἁιδην φερουσαν ὁδον : ἐπιστρεφονται γουν εἰς τοὐπισω και ὡσπερ οἱ δυσερωτες κἀν πορρωθεν ἀποβλεπειν τα ἐν
9999824 ἀλωπεκα
ΓΘ κερδω ] ἀλωπεκα . Γ πολυιδριν λεγει τον Κλεωνα ἀλωπεκα , ὁτι πολυπειροι αἱ ἀλωπεκες . και παροιμια “
τολμηρον ὀντα , και ἀλκιμον και των φοβουντων καταφρονητικον , ἀλωπεκα δε πανουργον και δολεραν δια το ἐν ταις ἐνεργειαις
9999823 κορῳ
ἱππος ὡσπερ και πρῳην πεπεδημενος ἐμεινεν ἐν ἀργιᾳ τε και κορῳ , τῃ δε ἡ μελετη ταχος ἐδεδωκει και νικην
Πορῳ συγγινεσθαι οὐ τῳ ὀντι δηλουντος ἐστι συγγινεσθαι οὐδε τῳ κορῳ , ἀλλα τινι πραγματι εὐμηχανῳ : τουτο δε ἐστι
9999823 Μεσοποταμιᾳ
σταδιοις : τα δε παραπλησια και ὁ Τιγρις ἐν τῃ Μεσοποταμιᾳ και ὁ Νειλος ἐν τῃ Λιβυῃ μικρον προ των
ἐπερρωσθη τῳ εὐψυχει και ἐνυδρῳ της πολεως μετα τον ἐν Μεσοποταμιᾳ ξηρον αὐχμον , τους τε στρατιωτας ἀνεκτατο , και
9999823 ἐκαθισε
δε Βαρουχ ἐπεθηκε χουν ἐπι την κεφαλην αὐτου , και ἐκαθισε , και ἐκλαυσε τον θρηνον τουτον , λεγων :
δ ' ἐπει ἐγνω ὁτι διατριβη ἐσται ἀμφι ταυτα , ἐκαθισε το στρατευμα ἐνθα ᾠετο ὑγιεινοτατον εἰναι και εὐπροσοδωτατον ὁσα
9999822 ἀγκεα
Σκυθεων μακρον ὁραν Ταναϊν μηδε πελας ναιειν Σκειρωνικον οἰδμα θαλασσης ἀγκεα νειφομενης ἀμφι Μεθουριαδος . νυν δ ' ὁ μεν
ἀνω κεισθαι : και Ὁμηρος : και ἀγκη ποιηεντα . ἀγκεα και ποταμοι : γλυκυτης το σχημα , ὁτε τοις
9999822 κολαξ
πιθηκους * * ὁ μεν γε δειλος , ὁ δε κολαξ , ὁ δε νοθος . Τις δ ' ἐστιν
: ὡς Μενανδρος [ . ] πραττει δ ' ὁ κολαξ ἀριστα παντων : δευτερα ὁ συκοφαντης , ὁ κακοηθης
9999821 βαθη
ταλαντιαιους εἰς ῥοδα μισθους διεδωκε , και κατεστρωθη ἐπι πηχυαια βαθη τα ἐδαφη των ἀνδρωνων ἐμπεπετασμενων δικτυων τοις ἑλιξιν .
δολιχον : μακρον . πορον : πορειαν . βαθιστα : βαθη . Μετ ' οἰδμασιν : ἐν οἰδμασιν . Δηθυνειν
9999820 Σικελικη
ὁ Ἀττικος κεραμος . πρωτον μεν ἡ των κοτταβων εὑρεσις Σικελικη ἐστιν παιδια , ταυτην πρωτων εὑροντων Σικελων , ὡς
τουτων ἑκαστη κατα λογον ἐπιγραφονται , Ῥωμαϊκων Κελτικη τε και Σικελικη και Ἰβηρικη και Ἀννιβαϊκη και Καρχηδονιακη και Μακεδονικη και
9999819 αἰσχρῳ
μην ὀνειροπολουντες ἐκ κληρου διαδοχην , μητ ' ἀλλῳ τῳ αἰσχρῳ και κιβδηλῳ τε και καπηλῳ και ἡκιστα ἐλευθερῳ ἁλισκομενοι
και καθ ' ἡσυχιαν , αὐτος δηλονοτι οὐδεποτε εἰξας τῳ αἰσχρῳ ὀνειδει ἀλογως κινδυνευσειν . ξυμβησεσθαι : ἠτοι κατα γνωμην
9999819 κολλυριοιϲ
βλεφαρον ϲτυπτηριᾳ ϲχιϲτῃ μετ ' ὀξουϲ δριμεοϲ και τοιϲ θερμοτεροιϲ κολλυριοιϲ ἠ τῳ δια ϲανδυκοϲ . μη καθιϲταμενου δε ἀναρραπτειν
το λειψανον του παθουϲ κολλυριοιϲ και τῃ λοιπῃ ἐπιμελειᾳ . κολλυριοιϲ δε ἁπαλοιϲ χρηϲτεον ἐπι τουτων , τοιϲ ἀδηκτοιϲ λεγομενοιϲ
9999818 κοσμῳ
ἡμων τον νουν ἡλιον , ὁς ἐν ἀνθρωπῳ τῳ βραχει κοσμῳ μη ἀνατειλας και το ἰδιον φεγγος ἐκλαμψας , πολυ
το ἀστρον ὁραται δυνον ἐλασσων ἡμισους ἐνιαυτου . Ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ αβγδʹ , ζῳδιακος δε ὁ αεγζʹ ,
9999818 ὁρμητηριῳ
αἰσθησεων φθαρται τε και φθορας αἰτιαι , ὁ δ ' ὁρμητηριῳ χρωμενος ταις ἀρεταις λογος ἱερος και θειος ὀντως ,
ἠγουν την Μεσσηνην . ἐξ αὐτου ὁρμωμενοι : ἠγουν ὡς ὁρμητηριῳ χρωμενοι . σφισι : τοις Συρακουσιοις . βουλομενοι .
9999816 ἁλουργιδα
συναγειρας , προςεταχθη μεν ὑπο Μαξιμιανου κατασφαγηναι , γνους δε ἁλουργιδα τε ἐνεδυ και καταλαμβανει τας βρεττανικας πολεις . Παντων
το της ληθης ὑδωρ πιοντα ἐκ της στρατιωτικης χλαμυδος την ἁλουργιδα μεταμφιασασθαι . ἀλλ ' ἐκεινο ὑπειληφα ἀξιεπαινον , μαλλον
9999815 λαβρῳ
' ἀναστασεις . ἐμαθον δ ' εὐρυποροιο θαλασσας πολιαινομενας πνευματι λαβρῳ ἐσοραν ποντιον ἀλσος , πισυνοι λεπτοδομοις πεισμασι λαοποροις τε
τοιω γ ' ἑκατερθε πολυσμαραγοιο θαλασσης ἀντιπορω ποταμω καταβαινετον ὑδατι λαβρῳ : ἐνθεν μεν Βορεαο τεμων ἀργητα χαλινα ἀν Σκυθιην
9999814 ἐζητησε
πολιν δεικνυσιν ὁτι ἐκ πολλου το κοινον ἠ το συμφερον ἐζητησε . και δια του και χρησιμον αὐτον εἰπειν και
ὀκνησομεν † ἐπιπροσθηναι , διασαφησαι , Τερεντιανε φιλτατε , ὁπερ ἐζητησε τις των φιλοσοφων προς ἐμ ' ἐναγχος , ”
9999814 ἑνδεκατῃ
ἐν τοισι πυρετοισι τῃ ἑβδομῃ ἠ τῃ ἐνατῃ ἠ τῃ ἑνδεκατῃ ἠ τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἰκτεροι ἐπιγινονται , ἀγαθον , ἠν
νησος . Μασιον , ὀρος ὑπερ της Νισιβιος . Στραβων ἑνδεκατῃ . οἱ οἰκουντες Μασηνοι , ἠ ὡς Παριον Παριανος
9999813 βαινῃ
και κατα ποντον : ἀλλ ' ὁποταν πλειστοισιν ἐρειδομενον ποσι βαινῃ , ἐνθα ταχος γυιοισιν ἀφαυροτατον πελει αὑτου . γριφωδη
της αὐτης ἐννοιας , ὁτι ὁπου ἀν ὁ ἐρωμενος μου βαινῃ Μι - λων , παντα αὐξει , και σμηνη
9999813 πυρετοϲ
ὡϲ βυρϲα τιϲ ἱϲταται . ὁ μεν οὐν ἀκριβηϲ μαραϲμωδηϲ πυρετοϲ , ὡϲ ἐφην , ἀνιατοϲ ἐϲτι . μαραινεται γαρ
ἐπι πλειον ϲαπειη , προηγειται μεν ῥιγοϲ , ἑπεται δε πυρετοϲ , ἐκνικωμενηϲ τηϲ ψυξεωϲ ὑπο του πληθουϲ τηϲ θερμαϲιαϲ
9999812 ὀκτωκαιδεκα
προελθοντι δυο εἰσιν ἀλλοι λοφοι , Φιλιππων μεν αὐτων ὁσον ὀκτωκαιδεκα σταδιους ἀφεστωτες , ἀλληλων δε ὁσον ὀκτω , ἐν
. κατα δε την ναυμαχιαν των μεν Ἀθηναιων διεφθαρησαν τριηρεις ὀκτωκαιδεκα , των δε Λακεδαιμονιων διεφθαρησαν μεν εἰκοσι και τετταρες
9999810 ἀπεπεμψε
μεν λοιπους των Νομαδων ὡς ὑποπτους ὁ Καισαρ ἐς Λιβυην ἀπεπεμψε , Πασιου δε πελασαντος αὐτῳ συν καταφρονησει και μερος
δειπνοποιεισθαι . της δ ' ἡμερας διελθουσης τον μεν κηρυκα ἀπεπεμψε , δους εἰς την αὐριον την ἀναιρεσιν , αὐτος
9999810 σα
τῳ βασιλει συνων : το γαρ Σατυρος ὀνομα εἰς το σα Τυρος διαλαβων προθυμοτερον τον βασιλεα πολεμειν ἐποιησεν , ὡστε
οἱ περι φιλοσοφιαν , και ποιειν οὐκ ὀλιγους εἰς τα σα βλεποντας δικαιοτερους . ποιεις δε και ἡμιν τα περι
9999809 ἀλοχοιο
και γαρ τις θ ' ἑνα μηνα μενων ἀπο ἡς ἀλοχοιο ἀσχαλαᾳ συν νηι πολυζυγῳ . Θουκυδιδης ἐν Περικλεους λογῳ
μεν χολοεντος ἐχις πεφορυγμενος ἰου ἱκτο λεχος ποτι θινα θαλασσαιης ἀλοχοιο : εἰαρι ποντος ὁλος δε περισμαραγει Κυθερειῃ και νεποδες
9999808 κοπῳ
ἐπι θυμῳ και φροντιδι , σωματικως δε ὡς ἐπι ἀμετρῳ κοπῳ . δια δε στεγνωσιν ὁταν δια γλισχροτητα ἠ δια
περιβριθοντα ] ἐμφορτα μελισσαων καματῳ ] τῳ μελιτι καματῳ ] κοπῳ μορυξαις ] μολυναις μορυξαις ] κοψαις ἀναμιξ σκορπιοεντα ]
9999807 λιπαρῳ
, κρυφᾳ δε σκολιαις γενυσσιν ἀνδεροντι ποδας ἠδε κεφαλαν και λιπαρῳ Σμυρναιων ἀστεϊ Ἀρχα μεγαλας ἀρετας , ὠνασς ' Ἀλαθεια
μελικρατου : ὀλιγον δε ἐϲτω το διδομενον . ὑδρελαιῳ τε λιπαρῳ χλιαρῳ ϲυγχριϲτεον αὐτουϲ και ἐμβιβαϲτεον μεχρι κατωτερου του ὀμφαλου
9999807 διεξοδῳ
δε ὑγροτερα ἐστι των διαχωρηματων ἠ ὡστε ἐκτυπουσθαι ἐν τῃ διεξοδῳ , ταυτα δε παντα κακιω . Τοισι δε συχνα
γε και την της ψυχης κινησιν την ἐν αὐτῃ ἐν διεξοδῳ οὐσαν ἀιδιῳ ; Ἠ ὁτι το προ ταυτης ἐστιν
9999806 Καρχηδονα
των Συρακοσιων αὐθις ἀνορθωσαντες διεχειμαζον . και ἐπεμψαν μεν ἐς Καρχηδονα τριηρη περι φιλιας , εἰ δυναιντο τι ὠφελεισθαι ,
ἀποικισμος αὐτης γεγονεν ὑστερον ἐτεσιν ἑκατον ἑξηκοντα της κατα την Καρχηδονα κτισεως . Ἀλλαι δ ' ὑπαρχουσι νησοι κατ '
9999806 βακτηριᾳ
ἐκ της Σινωπης ἀγωνιστην , κατα τον Τηλεφον ἐκεινον , βακτηριᾳ και θυλακῳ . Συνετελει δε αὐτοις και τα σχηματα
ὀγκῳ τε χλανιδος εὐ τεθωρακισμενος , σχημ ' ἀξιοχρεων ἐπικαθεις βακτηριᾳ , ἀλλοτριον , οὐκ οἰκειον , ὡς ἐμοι δοκει
9999805 ἐταραχθη
οἰκιας και ἀπολυειν ἐλευθερον . Και ταχα ἀν ἑτερος ὠν ἐταραχθη δημον ὁρων τοσουτον μαινομενον και θορυβουμενην πολιν μεγιστην ,
τῳ βασιλει ἁπαντα τα γενομενα . ὁ δε Κροισος ἀκουσας ἐταραχθη και ἐβουλευσατο προς ὑποδειγμα των ἀλλων την Σαμον κατασκαψαι
9999804 ἐγχειρῃ
τῳ θειῳ παρεδωκε δικαστηριῳ . φησι γαρ : ὁς ἀν ἐγχειρῃ τι πραττειν μεθ ' ὑπερηφανιας , ” τον θεον
μηδεν ὀργῃ προ λογισμου χαριζομενη , βεβαιοτερον ὁπως και σταθερωτερον ἐγχειρῃ τοις πρακτεοις . εὐθυς οὐν πεμπετω κηρυκας τους προκαλεσομενους
9999804 αἰσθητικῳ
ἐξωθεν ἡλιου ἀκτινος μη εἰσβαλλουσης , αὐταρκες το ἐν ὑποκειμενῳ αἰσθητικῳ τῳ της μητρος ὀγκῳ την δημιουργιαν συντελεισθαι . Ἀλλ
το αἰσθανομενον , μεγεθος ἐχει : οὐ μεντοι το γε αἰσθητικῳ εἰναι οὐδ ' ἡ αἰσθησις μεγεθος ἐστιν , ἀλλα
9999803 ἠθελησε
μεν ἐν τῃ πολει τεθνηκοτων , των δε πεφευγοτων , ἠθελησε κατασχειν : ἠν δε μειζων ἠ ὡστε ὑπ '
ἡμερησια τροφη τῳ στρατῳ . στρατευοντων οὐν κατα της Ἑλλαδος ἠθελησε καινοτομησαι τας φυσεις : Βουβαρης γαρ και ὁ πενταπηχυς
9999803 ἀκανθα
ἐν τοις ποταμοις γινεται . ἐν ἑτεροις δε τοποις ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας
στολου : Ἰθακης ἀνακτα Λαρτιαδην Ὀδυσσεα ἐγω κατεπεφνον , οὐκ ἀκανθα τρυγονος . ὡς οὐτι χαιρησοντες , ὠ δυσδαιμονες ,
9999801 ἀψευδες
και ἐκτεινας αὐτοχειρι τον φιλον : κἀγω το Φοιβου θειον ἀψευδες στομα ἠλπιζον εἰναι , μαντικῃ βρυον τεχνῃ , ὡς
φιλοσοφον . ἀλλ ' ὠ Εὐριπιδη , χρυσουν σου το ἀψευδες στομα , ὁτε ἐλεγες πολλαι μεν ὀργαι κυματων θαλασσιων
9999800 φλεβοτομιᾳ
παρεπηται πυρετοϲ . προ παντων οὐν τῃ ἀπ ' ἀγκωνοϲ φλεβοτομιᾳ χρηϲτεον , εἰγε ἀντεχοι ἡ δυναμιϲ : οὐδεν γαρ
ταις ὑστεραις οὐδε ὁλως χρηστεον , ὡσπερ οὐδε κλυστηρι οὐδε φλεβοτομιᾳ , κινδυνος γαρ ἐφ ' ἑκαστῳ τουτων ἐκτρωσαι την
9999800 δεδηλωκε
δε τουτοις μετην της πολιτειας οἱς εἰη Ζευς ἑρκειος , δεδηλωκε και Ὑπερειδης ἐν τῳ ὑπερ δημοποιητου , εἰ γνησιος
δημου πολιτης γεγενημενος . ὁν δε τροπον γινονται τινες δημοποιητοι δεδηλωκε Δημοσθενης ἐν τῳ κατα Νεαιρας , εἰ γνησιος .
9999800 Φαρμακα
ἱνα το σιαλον ἀνιεναι δυνηται και ἰσχυῃ ὁ καμνων . Φαρμακα δε της ἀναγωγης ἑκταιοισι και ἑβδομαιοισι και ἐνναταιοισι και
πρωτην , ἀνθος ὀλιγον ἐν οἰνῳ λευκῳ εὐωδει προστιθει . Φαρμακα προσθετα εἰς το μητρην καθηραι ἐπιτηδειοτατα : λαβων ἀνθος
9999799 δηλωσῃ
ὑπομνησιν αὐτοις γραφει , ἠ ἱνα και ἐκ του τοπου δηλωσῃ σοι και την κακοηθειαν του νοσηματος . Αἰνος δε
μετα του ἀρθρου εἰπεν οἱον γνωσις των ὀντων , ἱνα δηλωσῃ ὁτι παντων των ὀντων γνωσις ἐστιν ἡ φιλοσοφια και
9999799 εὐσεβειᾳ
Ῥηνειαν , ὁτι οἰκισας αὐτην ὁ Μινως ἀνεθηκε τῳ Ἀπολλωνι εὐσεβειᾳ , το δ ' εὐσεβες δικαιον . του δε
οὐ την τεταγμενην κατα την ἐνεργειαν , ἀλλα την τῃ εὐσεβειᾳ ἐναντιαν ἑξιν . Το δε κατ ' ἀσεβειαν πεπραγμενον
9999798 δακτυλουϲ
δε ἐμειν και ἰρινον μυρον , εἰ τιϲ διαχριϲαϲ τουϲ δακτυλουϲ ἐρεθιζοι . ἐμετικον δε και το μη ἀνιεναι και
αὐτῳ χρηϲτεον . Τα χιμετλα ἑλκωδειϲ εἰϲι διαθεϲειϲ περι τουϲ δακτυλουϲ των χειρων και ποδων ϲυνιϲταμενα χειμωνοϲ ὡρᾳ . δει
9999798 φυλαξ
προς την φρονησιν , παντων οὑτος ἀνθρωπων γιγνεται σωτηρ και φυλαξ , ἀνπερ ᾐ τοιουτος . του γαρ παντων ἀρχοντος
. ἐχορηγει Ξενοκλης Ἀφιδναιος . τα του δραματος προσωπα : φυλαξ , χορος , ἀγγελος , Κλυταιμηστρα , Ταλθυβιος κηρυξ
9999798 μηλινῳ
ἡπατοϲ και ϲτομαχου καταιονηϲει . Οἰνανθινον τα αὐτα δρᾳ τῳ μηλινῳ και τῳ ῥοδινῳ , ἐκτοϲ του την κοιλιαν μαλαϲϲειν
ψυχρα : και την κοιλιαν ὑπαλειψομεν ὀμφακινῳ τε ἐλαιῳ και μηλινῳ . Εἰ δε πλειων ἡ θερμοτης ᾐ , και
9999798 δωδεκατῃ
τους νομους ἐπεχειροτονησατε , οὐσης ἑνδεκατῃ του ἑκατομβαιωνος μηνος , δωδεκατῃ τον νομον εἰσηνεγκεν , εὐθυς τῃ ὑστεραιᾳ , και
ἐν Λιμναις Διονυσου , ᾡ τα ἀρχαιοτερα Διονυσια [ τῃ δωδεκατῃ ] ποιειται ἐν μηνι Ἀνθεστηριωνι , ὡσπερ και οἱ
9999797 Εἰρηνη
ποει καλως . Καλως δητ ' , ὠ ποτνι ' Εἰρηνη φιλη . Ἀγε νυν ἀπαρχου κᾀτα δος τἀπαργματα .
τους λιθους τους ἐπι τῳ ὀρυγματι , ἐν ᾡ ἠν Εἰρηνη , ὡς ἐφη ὁ Ἑρμης , ἱνα ἐλευθερωσῃ αὐτην
9999797 τραχηλῳ
της κεφαλης , των δ ' ἐπικειμενων αὐτοις ἁμα τῳ τραχηλῳ παντι την κεφαλην . ἀνανευουσι μεν οὐν ἐπ '
. Τῳ Καλλιμεδοντος ξυνηνεγκε προς το φυμα το ἐν τῳ τραχηλῳ , σκληρον ἐον και μεγα και ἀπεπτον και ἐπωδυνον
9999797 πτερυξ
και την τουτου καταλυσιν . προβλημα και σταυροισι κροωτη ≣ πτερυξ : πτερυγα εἰπε του τειχους την περιστασιν της οἰκοδομης
ἡ ἐν σταυροις και σταβαροις τοις πεπηγμενοις ἐκειθε της ταφρου πτερυξ και το παραπετασμα το δικην κροσσιων ἐπεχον ἐν τῃ
9999795 ἀγγελῳ
νυκτας φασιν ἱστασθαι ταυτην την πορειαν , ἀλλα τῳ ἡμερινῳ ἀγγελῳ τον νυκτερινον διαδεχεσθαι . τουτων δε οὑτω γιγνομενων φασι
, ἀνωχθ ' ὁσον ταχιστα , γαθουσῃ φρενι . ἐν ἀγγελῳ γαρ κυπτος ὀρθουται λογος . ἀλλ ' ἠ φρονεις
9999795 Εὐρυπυλοιο
κρυερου Βορεαο βιηφιν ἐκ ῥιζων ἐριπουσα : τοσην ἐπικαππεσε γαιαν Εὐρυπυλοιο δεμας , μεγα δ ' ἐβραχε Τρωιον οὐδας και
θεινομεναι μελιῃσι τοτ ' ἀσπιδες . Ὀψε δε μακρη Πηλιας Εὐρυπυλοιο διηλυθεν ἀνθερεωνος πολλα πονησαμενη : του δ ' ἐκχυτο
9999795 Ἀχιλεα
ἐγχωριοι ἐκ νομου ἀει ἐκει ἐσονται μελανηφοροι και τον ἐννεαπηχυν Ἀχιλεα δακρυουσαι , οὑ ἑνεκα Θετις τῃ θεᾳ Ἡρᾳ δωρειται
εἰς το ἀντρον του Χειρωνος ἐδειξεν * αὐτῳ * τον Ἀχιλεα ἐκει παιδευομενον και παρεδωκεν αὐτον αὐτῳ εἰπων : ἰδε
9999794 σωφροσυνῃ
δε τελος του βιου ἀνυσαιμι ὡσπερ και ἠρξαμην , ἐν σωφροσυνῃ διατελεσας : ἀναξ : θεους γαρ : ἀναξ κυριως
το γαρ ἡδυ και το λυπηρον μονῃ δοκουσιν ὑποκεισθαι τῃ σωφροσυνῃ , και τουτων ἐπικρατουντος του λογου κατορθουσθαι αὐτην ,
9999794 σωτηριᾳ
των ἐγκληματων . ὁ δε βασιλευς περιχαρης γενομενος ἐπι τῃ σωτηριᾳ τἀνδρος μεγαλαις αὐτον δωρεαις ἐτιμησε : γυναικα γαρ αὐτῳ
. „ ὁ μυθος προς ἀνδρα δια θησαυρων εὑρεσιν ἐπι σωτηριᾳ κινδυνευσαντα . κολοιος ἰδων περιστερας ἐν τινι περιστεροτροφειῳ καλως
9999794 δοξῃ
τον λογον λεγειν , ἱνα ἐκ της παραθεσεως των λογων δοξῃ αὐτῳ ὁ Λυσιας σοφος εἰναι : ἐπει δοξει το
λεγει , ἱνα λυθωσιν ἐν τοις νομοθεταις ἠ ἱνα μη δοξῃ μονῳ τῳ Εὐβουλῳ ἐναντιουσθαι ὡς ἐχθρος . οἱ δε
9999794 θηριῳ
κυκλῳ περιλαμβανουσι , του μη καταφανη τον δολον γενεσθαι τῳ θηριῳ πελασαντι . Βοᾳ μεν ὡσανει θρηνων [ μη ]
ἐδιδου , τροφην ἐν ταὐτῳ και ἡδονην τινα ἐπινοησας τῳ θηριῳ ἐν τῳ διασπαν τον ἐριφον , ἀλλα μη δοκειν
9999793 ἐκβεβλησθω
μη ἐκτος της κωνικης ἐπιφανειας , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΘ ἐκβεβλησθω : πεσειται δη ἠ ἐπι την περιφερειαν του κυκλου
ἡλιου δε κεντρον το Β , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΒ ἐκβεβλησθω , και ἐκβεβλησθω δια της ΑΒ και του κεντρου
9999792 βοηθημαϲι
δε και τηϲ ἐκ του ψυχρου βοηθειαϲ , τοιϲ ἀλλοιϲ βοηθημαϲι κεχρηϲθαι τοιϲ δυναμενοιϲ ταϲ ἐμφραξειϲ ἐκφραττειν και το πληθοϲ
παχειαϲ ϲυντιθενται . μιγνυται δε και τοιϲ ἀϲθματικοιϲ και βηχικοιϲ βοηθημαϲι και τοιϲ ἀρτηριακοιϲ : οὐ μην τραχυνει γε την
9999792 ἀσεβειᾳ
ἀσεβεστατος ἐκριθη . ἀπ ' ἐκεινου οὐν τους Μηλιους ἐπι ἀσεβειᾳ κωμῳδουσιν . οἱ δε , ἐπειδη τις Ἀρισταγορας διθυραμβοποιος
ὁ φιλοσοφος ὑπ ' Ἀνυτου και Μελητου κατηγορηθεις ἐπ ' ἀσεβειᾳ και φθορᾳ των νεων , θανατῳ κατεδικασθη και πιων
9999791 θηκε
θεσπεσιον και γαια μεγ ' ἰαχεν , εὐτ ' ἀκαμαντας θηκε παρα Ξανθοιο ῥοον ποδας . Ἐκ δ ' ἐβοησε
ἀϊδνοδηλος και κατα συγκοπην ἀϊδηλος . και τον μεν ἀϊδηλον θηκε θεος : ἀπο του ἀϊδνοδηλος γινεται . ὁ δε
9999791 ἐδησε
μεν εὑρων ῥιψεν , ὁ δ ' οὐχ εὑρων λυγρον ἐδησε βροχον . Ἁ Κυπρις Μουσαισι : κορασια , ταν
βοεους δ ' ἐξηπτεν ἱμαντας , ἐκ διφροιο δ ' ἐδησε , καρη δ ' ἑλκεσθαι ἐασεν : ἐς διφρον
9999790 Ἰταλιᾳ
πως ἐσπλευσαντες . εἰσι δε και νυν ἐτι ἐν τῃ Ἰταλιᾳ Σικελοι , και ἡ χωρα ἀπο Ἰταλου βασιλεως τινος
των ὀχλων κατακοπησεσθαι , περι δε το τελευταιον τριωρον γενομενης Ἰταλιᾳ και Κιλικιᾳ και Λιβυῃ και τοις προς ἑσπεραν κατοικουσι
9999790 μασχαλῃ
προς την κεφαλην του βραχιονος ἐχοντι , ὡς ὑφαρμοσειεν τῃ μασχαλῃ παρα τας πλευρας ὑπο την κεφαλην του βραχιονος ὑποτιθεμενον
κεφαλῃ . ἀλλη : ἐχεσθαι τον | ἑαυτου ὠμον τῃ μασχαλῃ ἁρμοζοντα , ὡστε ἀνοχηθηναι , ἁμα κρεμασθαι κατα την
9999789 ἐδωκα
εἰμι : οὐτε γαρ ἐκελευσα οὐτ ' ἠναγκασα οὐτ ' ἐδωκα : και ἐτι προστιθημι αὐτοις ὁτι οὐδε παρεγενομην πινοντι
ἐαν ἐνεγκω , μη ὀντων μελλοντων : ὁ γαρ ἐθηκα ἐδωκα ἡκα , ἐπειπερ εἰχον τους μελλοντας ἐλεγχοντας , οὐ
9999789 τριψεωϲ
Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια μζ Πωϲ ἐπιμελητεον ἐγκαυϲεωϲ μη Περι ἑωθινηϲ τριψεωϲ μθ Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ ν Περι ἀπεψιαϲ να Περι
χωριϲ λιπουϲ ἠ ϲυν τινι των διαφορητικων . Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ . Ἡ δε ἑϲπερινη τριψιϲ τοιϲ κοπωδεϲιν ἠ ἐξηραϲμενοιϲ
9999789 ἡλικιᾳ
μηδ ' ὁτιουν αὐτῳ προσηκειν , και ταυτα ἐν τῃ ἡλικιᾳ ὠν τῃ αὐτῃ . καιτοι πως οἰεσθε , ὠ
δε και παλαιειν εἰδοτας , ἡ δε Παρθενος συμμετρους τῃ ἡλικιᾳ , εὐπλαστους τῳ σωματι , ὀρθιους την ἀναδρομην του
9999789 φαραγγα
τῳ αὐχενι , παρα τον βροχον εἰρηται , ὁν και φαραγγα καλουσι . και ἡ μεν συνηθεια βρογχον καλει :
προς ἀνατολας μακραν , και ἰδον τοπον ἀλλον μεγαν , φαραγγα ὑδατος , ἐν ᾡ και δενδρα χροα ἀρωματων ὁμοιων
9999788 ἀμαρακινῳ
χρυσων ὁλκειων ἠλειφε κροκινῳ μυρῳ και κινναμωμινῳ και ναρδινῳ και ἀμαρακινῳ και ἰρινῳ . και συγκαλων αὐτους εἰς εὐωχιαν ποτε
και ἀρτεμισιας , και ἐγχυματιζεσθωσαν εἰς τον κολπον σουσινῳ ἠ ἀμαρακινῳ , ἠ πεσσος προστιθεσθω οἱος ὁ ἐννεαφαρμακος και ὁ
9999788 ὁρισμῳ
ἐν ἰδιοις μετασχηματισμοις διαφορους χρονους δηλουν : προστιθησι δε τῳ ὁρισμῳ και φησι μετ ' ἐνεργειας και παθους ἠ οὐδετερου
εἰς καταφασιν και ἀποφασιν : οὐδεποτε γαρ ὁμωνυμος φωνη ἐν ὁρισμῳ τινος ἠ ὑπογραφῃ λαμβανομενη , οἱον οὐδεις ὁριζομενος ἠ
9999788 ἀμυγδαλα
νηʹ . ποτε δει συναγειν τας ἀμυγδαλας . νθʹ . ἀμυγδαλα πικρα γλυκεα ποιησαι . ξʹ . καταγραπτα ἀμυγδαλα ποιησαι
, ἡ δε δοϲιϲ κοχλιαριον νηϲτει . καλον δε και ἀμυγδαλα μαλιϲτα πικρα ϲυνεψειν τῃ πτιϲϲανῃ και κεφαλωτον πραϲον ϲυν
9999788 σκυλακα
Ἀπολλωνος και μιας των Ἀντηνορος θυγατερων , ᾑ ἐμιγη εἰς σκυλακα μεταβαλων : διο και τερασκοπον αὐτον ἐποιησεν , ὡς
ὡς και Ὁμηρος δεικνυσι λεγων ὠμοι ἐγω . σκυλαξ : σκυλακα την Ἑκαβην λεγει , ὁτι κυων ἐγενετο , ὡς
9999787 ὑδατοϲ
και τα ἀγγεια τα τε του οἰνου και τα του ὑδατοϲ , και ἐν οἱϲ ἑψωϲι τα ὀψα , πωματιζετωϲαν
ἐρευθουϲ χωριϲ ὑγραϲιαϲ . πυριαν οὐν αὐτουϲ ϲυχνωϲ ϲπογγοιϲ ἐξ ὑδατοϲ θερμου και ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα
9999787 ξηροτητοϲ
θερμον ἐν τῃ πρωτῃ που ταξει , και ὑγροτητοϲ και ξηροτητοϲ ἐν τῳ μεϲῳ πωϲ τετακται . ἐϲτι δε κακοϲτομαχον
τεταμενα ϲωματα και οὐδεν ἀλλο ὑπολειπεται κατα το ϲωμα πλην ξηροτητοϲ , ἡν ἐκ τηϲ ἀμετροτεραϲ κινηϲεωϲ ἐϲχεν : ὡϲτε
9999786 δουλῳ
ἐαν ἁλληται ἠ ὁ βολος , πενητι ἀηδιαν δηλοι , δουλῳ διαβολην , παρθενῳ κινδυνον , χηρᾳ ψογον : ἐχθρου
συμβουλοις χρησαμενος τοις ἀριστοις και σοφωτατοις , Ἑλικωνι τῳ εὐπατριδῃ δουλῳ , σπερμολογῳ , περιτριμματι , και Ἀπελλῃ τινι τραγῳδῳ

Back