τυγχανοντα μηνυτεον : ἑρμηνευεται Σαρα μεν | ἀρχη μου , Σαρρα δε ἀρχουσα . το μεν οὐν προτερον εἰδικης συμβολον
ὁ εἱς ἐξ αὐτων . εἰπεν δε Ἁβρααμ : Ὠ Σαρρα , τουτο ἀληθες εἰρηκας : δοξα και εὐλογια παρα
9999868 ἀνωτατω
τῳ θεῳ , αἱ δε ἀνθρωποις , θεῳ μεν αἱ ἀνωτατω και μεγισταιἱλεως γαρ οὐ γινεται τοις οὑτως ἀσεβουσιν ,
προ κατηγοριας και ἀπολογιας ἠδη τῃ ψυχῃ κατεγνωκοτος και τας ἀνωτατω τιμωριας ὡρικοτος ἐπ ' αὐτῳ . χαλεπον δ '
9999867 κελευσε
νομευσι . Τοὐνεκ ' ἀρ ' ᾑσιν ἑκαστος ἐνι κλισιῃσι κελευσε νηας ἀμοιβαιῃσι φυλασσεμεν ἀχρις ἐς ἠω , μη σφεας
ἐσημειωσατο : ἡγεμονες δε μαλιστα δαημονες ἐστιχοωντο νωλεμεως πολεμονδε , κελευσε δε οἱσιν ἑκαστος ἡγεμονων , οἱ δ ' ἀλλοι
9999861 συμμαχιᾳ
και παρασκευων ἀντεφωρμησαν ἁμα και τῃ ἀκαθαιρετῳ του δικαιου χρωμενοι συμμαχιᾳ , δι ' ἡν εὐτολμοτεροι τε ἠσαν και ἀγωνισται
τῳ Ἐφιαλτου πλεοντι μετα δεκα τριηρων Ἀθηνηθεν εἰς Κυπρον ἐπι συμμαχιᾳ τῃ Εὐαγορου , και λαμβανει πασας , ὑπεναντιωτατα δη
9999857 Σαλμωνευς
την Τυρω , ὡς ἀν μητρυια . μετα δε ταυτα Σαλμωνευς , ὑβριστης ὠν και ἀσεβης , ὑπο μεν των
και οὐτε θυσιας οὐτε πανηγυρεις ἐτελει . Ὁτι ὁ αὐτος Σαλμωνευς ἐσχε θυγατερα Τυρω , ἡτις δια την λευκοτητα και
9999857 Καμαρινα
, Κασμεναι δ ' ἐγγυς εἰκοσι μετα Ἀκρας . και Καμαρινα το πρωτον ὑπο Συρακοσιων ᾠκισθη , ἐτεσιν ἐγγυτατα πεντε
οὑτος ὁ Ψαυμις ἐκ Σικελιας , ἐν ταυτῃ δε πολις Καμαρινα και λιμνη , δια τουτο προς την ἐφορον της
9999856 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999855 ὑγροτητι
του ἀφανης ἠν . . Βρεχετο ] τα γαρ ἐν ὑγροτητι και ἀσθενεστερα . ὁσῳ δε μαλλον ἐξικμαζονται , τοσουτῳ
θερμοτητι ὡς ἐπι το πλειστον κεκραται , ἡ δε ἀρκτος ὑγροτητι και ψυχροτητι : τα δε ἀλλα χωρια , καθοσον
9999854 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999854 ὠλετο
βασιλευεν . ἀλλ ' ὁ μεν ὠλεσε λαον ἀτασθαλον , ὠλετο δ ' αὐτος : τῃ δε Ποσειδαων ἐμιγη και
δυσσεβει . Οὐ γαρ τι δουλος . ἀλλ ' ἀδελφος ὠλετο . Πορθων δε τηνδε γην : ὁ δ '
9999851 ἀπανευθε
ᾐδεε Πατροκλον τεθνηοτα διος Ἀχιλλευς : πολλον γαρ ῥ ' ἀπανευθε νεων μαρναντο θοαων τειχει ὑπο Τρωων : το μιν
ἐν δε μιν αὐτον εὑρ ' , ἑταροι δ ' ἀπανευθε καθηατο : τω δε δυ ' οἰω ἡρως Αὐτομεδων
9999851 ἁρπαγην
. και οἱ μεν πελτασται , ὡσπερ εἰκος , εἰς ἁρπαγην ἐτραποντο : ὁ δ ' Ἀγησιλαος κυκλῳ παντα και
πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης : μεγιστη [ ] γαρ τυγχανει
9999850 τριαδα
και μαντευεσθαι τον Ἀπολλωνα ἐκ τριποδος δια το κατα την τριαδα πρωτον φυναι τον ἀριθμον . Ἀφροδιτῃ δε τι θυσιαζειν
, ὡς ὁ γ το ιε ἠ ἡ μονας την τριαδα ἠ τινα ἀλλον , τοτε μερος ἐστι , εἰ
9999850 χαιρετε
ἑστια πατρῳα και δαιμονες οἱ κατεχοντες τουτον τον τοπον , χαιρετε . ὡς δε ταυτ ' εἰπεν , ἡμεις μεν
λικμητου δεκατευεται : ἀλλα και οὑτως , ἡρῳσσαι , Λιβυων χαιρετε δεσποτιδες . Ἠριον εἰμι Βιτωνος , ὁδοιπορε : εἰ
9999849 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999849 τριακαδα
περι του Ἱππεως κληρου δηλοι , ἑνικως τε και πληθυντικως τριακαδα και τριακαδας την ἡμεραν καλων . Τριβωνευομενοι : Ἀντιφων
την λʹ την ἀρχην και τελος του μηνος , την τριακαδα , την νουμηνιαν . ὁτι . . . εὑρηται
9999849 ἐτελευτησε
οὑς ἠν κρυφα Παρυσατις , καθ ' ὁν καιρον ἐκεινος ἐτελευτησε , δια εὐνουχων καταχωσασα . . . : ἐπει
καταντησει ἐκεισε ὁ περιπατος . Μη ἀποφηνον περι ἀποδημουντος ὁτι ἐτελευτησε , πριν ἀν σκοπησῃς , ὁτι οὐ μεθυει ,
9999849 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999846 κολακειᾳ
τἀλλα οὐ καρτα φρενηρης τις ὠν , ἀλλ ' ἐν κολακειᾳ δεσποτικῃ τεθραμμενος , οὑτως ἐξεκαυθη και συνεταραχθη προς της
δε κολαξ Σωσιπατρος ἀνθρωπος γοης . διαβοητος δε γεγονεν ἐπι κολακειᾳ και ὁ Ἀθηναιων δημος . Δημοχαρης οὐν ὁ Δημοσθενους
9999846 βεβαια
τις μαθειν , φασιν μεν ποιουμενης της Σεληνης ἀληθη και βεβαια ταυτα εὑρεθησεται , και μαλιστα του Ἑρμου συμπαροντος ἠ
ἐπιβουλευουσαν την ἡμετεραν ἀρχην καθαιρησομεν και του λοιπου αὐτοι τε βεβαια ἑξομεν τα παροντα ἀγαθα και ἐν εἰρηνῃ βαθειᾳ και
9999846 σφοδροτητι
το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999845 Μενωνα
δε και τους Ἀραχωτας και σατραπην κατεστησεν ἐπ ' αὐτοις Μενωνα . ἐπηλθε δε και των Ἰνδων τους προσχωρους Ἀραχωταις
ὀττι ταχιστα κρατηρα . . . κελομαι τινα τον χαριεντα Μενωνα καλεσσαι , αἰ χρη συμποσιας ἐπονασιν ἐμοιγε γενεσθαι ἀλλοτα
9999844 ἐνεργητικη
Τυπεσθε , τυπεσθωσαν . Ἑνικα . Τυπτοιμι : πασα μετοχη ἐνεργητικη , το τελος της γενικης τρεψασα εἰς μι και
, προσθετεον , το συμβαν μνημης ἐτυχεν . εἰ δε ἐνεργητικη , το πραχθεν μνημης ἐτυχεν , ὁμοιως δε και
9999844 Νομαδες
ἐρουμεν . Οἱ τοινυν Τρωγλοδυται προσαγορευονται μεν ὑπο των Ἑλληνων Νομαδες , βιον δ ' ἐχοντες ἀπο θρεμματων νομαδικον κατα
δε Λιβυῃ ἀφ ' ἱππων των Λιβυκων , οἱ δη Νομαδες καλουνται , οἱ τε ἀνδρες αὐτοι και οἱ ἱπποι
9999844 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999844 κεφαλαιῳ
εὐδαιμονιας ἀναλαβουσιν . εἰρηται τοινυν περι αὐτης ἐν τῳ ιγʹ κεφαλαιῳ του πρωτου βιβλιου , ὁτι οὐκ ἐστιν ἑξις :
ἠ ὀξυ ; Παντα τα τοιαυτα συνεχωρουμεν ἀλληλοις . Ἐν κεφαλαιῳ δ ' , ἐφην , ὠ Κλεινια , κινδυνευει
9999844 τραχειᾳ
τε ἁγνον πορον των οἰωνων λιπουσα , προσπελαζω ταυτῃ τῃ τραχειᾳ γῃ : λεγει δε τουτο δια τον Καυκασον :
, ἀλλα και ἀπο της ποιας συνθεσεως , ὁταν μη τραχειᾳ χρωμεθα τῃ ἐξαγγελιᾳ , μηδε περιοδους ἐχουσῃ και ἐνθυμηματα
9999844 Ἀρισταρχῳ
του Φιλαδελφου παρα του Ζηνοδοτου ὠρθωθησαν . μετα δε Ζηνοδοτον Ἀρισταρχῳ παλιν ὠρθωθησαν τεταρτῳ ἠ πεμπτῳ ἀπο Ζηνοδοτου τελουντι ,
τῳ γαρ ἀθλιῳ και ταλαιπωρῳ κακης και χαλεπης συμβασης αἰτιας Ἀρισταρχῳ τῳ Μοσχου : και παλιν φανερως ἠδη δι '
9999844 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999843 ἐλαιωδες
ἐπιδηλον ὡς ἠδη την χροιαν ἐπιτειναντος : ὁ δ ' ἐλαιωδες ὁ λογος ὡρισε , τῃ του ἐλαιου μαλιστα προσεοικε
πλευριτικοισι και περιπλευμονικοισιν . Πονηρον δε και το προ ῥιγους ἐλαιωδες οὐρουμενον . Πονηρον δ ' ἐν τοισιν ὀξεσι και
9999843 ἐλπιδες
τις ἐλπιζῃ , οὐκ εὐθεως ἀποβαινει , οὐδε εὐθυπορουσιν αἱ ἐλπιδες , ἀλλα ποτε μεν εἰς ὑψος φερεται τα προσδοκωμενα
δυναμιν ὑπεστελλοντο : ἐμοι δε ταις ἀδικιαις αὐτου συνηυξανοντο δημοκρατιας ἐλπιδες ἐννοιαν χορηγουσαι δικαιαν , ὡς οὐκ ἐσται τον οὑτως
9999842 Ὑαδες
το αὐτο , και λιψ προσεπιπνεει , τῃ πεμπτῃ προσανισχουσιν Ὑαδες , και βροχη τε , και την ἑβδομην ἁπασαν
, ὡς ἀν και τα της ὡρας αὐτας ἀγῃ , Ὑαδες δ ' ἐπι θατερα . ὁρᾳς και τον Ὠριωνα
9999842 κραμα
πονων λιμος και το διψος ἱκανον ὀψον ἐστιν και γλυκυ κραμα , και στερροτερα τε τα σωματα σφισι γιγνεται και
τινων ἐπιφωνησεων κρυπτων ἑνωσας το παν οὑτως εὐ μαλα διεκινησε κραμα , ἑως ἐπεγελασε τις ὑλη τῳ μιγματι λεπτοτερα τε
9999842 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999842 Πηνελοπης
πετρας . το ἐν τῃ τʹ της Ὀδυσσειας Ὁμηρου ὑπο Πηνελοπης ῥηθεν Ὀδυσσει ἀναγνωριζομενῳ αὐτῃ ἐνταυθα ἐπι των πολιτειων παρῳδειται
πυρ ἀνηψε κατα της Τροιας ἀλλο πυρ : ὁ δε Πηνελοπης γαμος της σωφρονος ποσους νυμφιους ἀπωλεσεν ; ἀπεκτεινεν Ἱππολυτον
9999841 Λακεδαιμονιῳ
ἁς παρεσκευαζοντο , ἑτοιμαι ἠδη οὐσαι : και Θηριμενει τῳ Λακεδαιμονιῳ ξυναμφοτεραι ὡς Ἀστυοχον τον ναυαρχον προσταχθεισαι κομισαι , κατεπλευσαν
, ἑνι δε των ὁλων την ἡγεμονιαν ἀπεδωκαν Χειρισοφῳ τῳ Λακεδαιμονιῳ . οὑτοι δε διαταξαντες το στρατοπεδον εἰς την ὁδοιποριαν
9999841 πλημμελη
ὁ θεος οὐ την δημιουργηθεισαν ὑλην , την ἀψυχον και πλημμελη και διαλυτην , ἐτι δε φθαρτην ἐξ ἑαυτης ἀνωμαλον
τεθριππον ἡνιοχος ἐν ἱπποδρομιας ἀγωνι , οὐκ ἀναγκαιον ἀτακτον και πλημμελη τον δρομον γινεσθαι τῳ τεθριππῳ ; τι δ '
9999841 πισυρες
* ζαμενες : λιαν ἰσχυρως * κοτεουσα : ὀργιζομενη * πισυρες : τεσσαρες * κοιλοι : ταπεινοι * ὑπενερθεν :
ἡβωωσα , τεθηλει δε σταφυλῃσι . κρηναι δ ' ἑξειης πισυρες ῥεον ὑδατι λευκῳ , πλησιαι ἀλληλων τετραμμεναι ἀλλυδις ἀλλη
9999841 ἀμφι
ἐπιθοντο , και οἱ πεφραδετην , ὁσα περ πεπρωτο γενεσθαι ἀμφι Κρονῳ βασιληι και υἱει καρτεροθυμῳ : πεμψαν δ '
τον κοσμον των δρωμενων : τοτε δε προσαγοντας ἠδη τους ἀμφι Ἀλεξανδρον οὐκ ἐδεξαντο , ἀλλα λειπουσι τους πρωτους λοφους
9999841 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999840 νεοτητι
πρεποι δ ' ἀν τῃ ἐκεινου ἀρετῃ και τῃ ἐμῃ νεοτητι μηδεν μακρον ἀπαιτειν μηδε ἀκριβη μαλλον ἠ γενναιον τον
διο και ἀνωμαλωϲ ὑγιαινουϲιν . αἱ δε αἰϲθηϲειϲ αὐτοιϲ ἐν νεοτητι μεν ἀκριβειϲ εἰϲι και ἀμεμπτοι , προιουϲι δε ἀπομαραινονται
9999840 τραχυ
την δε τραχειαν και ἐκ μονης της μεταφορας ἐμφαινειν το τραχυ ὡς το περικοπτων και λωποδυτων την Ἑλλαδα . [
: το γαρ λειον ὡσπερ ὑγιες και ἀπηρωτον το δε τραχυ και ὠζωμενον ἀλλως τε τυφλοις ὀζοις ὡσπερ πεπηρωμενον ,
9999840 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999840 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999840 Φιλια
το μεν ἁπλως ἠν ἀγαθον , θατερον δε κακον . Φιλια δε ἡ μαλιστα και κυριως λεγομενη οὐκ ἀλλη τις
διεξιμεν . Του Ποντικου γαρ στοματος ἐστι πλησιον Βυζαντιων χωρα Φιλια καλουμενη . Εἰτ ' αἰγιαλος τις Σαλμυδησσος λεγομενος ἐφ
9999839 μεμνημεθα
τῃ σαυτου δοξῃ περιθεις . ἀει μεν οὐν σου και μεμνημεθα και συν ἐπαινοις , το γραφειν δε ἡμιν ὑπο
ὑπο σεισμου , ὁς αὐτοις ἐτυχε μεγιστος γε δη ὡν μεμνημεθα γενομενος , ξυμπεπτωκυιαν ἐκπορθει , των ἀνθρωπων ἐς τα
9999838 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999838 ἀμοιβαια
. ἠν δ ' εὐρυπρωκτος ᾐ : ἐκθεσις της διπλης ἀμοιβαια , ἡς προτιθενται στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι δʹ :
δοκῃ της σκηνης : τῃ δε παραγραφῳ ἠτοι κατα προσωπα ἀμοιβαια , ἐν τε τοις ἰαμβικοις και τοις χορικοις ,
9999838 βραχεσι
ἠκριβωμενος , ἠπειγμενος , κεκολασμενος , βεβασανισμενος , κεκριμενος , βραχεσι ῥημασι πολυν νουν ἀπαγγελλων , οὐ λεγειν μαλλον ἠ
μη προηκοντα και λεγων πονηρα . και ταυτ ' ἐν βραχεσι ] δια το ὀλιγωρειν τον ἀκροωμενον ψυχαγωγειν βουλεται δια
9999838 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999838 δρατω
ἁ λεγουσι . . πιθοιτο ] τοις ἀρχουσι . . δρατω πολις ] λειπει το κακως , ἱν ' ᾐ
† ὀλιγον μηδεν ] οὐδεν μελει ] † φροντις ἐστι δρατω ] † πραττετω ὁ βουλεται κρατειτω ] ἀρχετω τονδε
9999837 μηλα
μητραϲ των τετραποδων ζῳων ἐϲθιοντεϲ και ὀξυγαλα και βωλιταϲ και μηλα τα μηπω πεπειρα . Ὁϲα μελαγχολικον χυμον γεννᾳ .
δε μεσον χονδρος , τα δ ' ἑκατερωθεν ἐπι τα μηλα νευοντα ὀστωδη ῥινος ῥαχις . το δε τα τρυπηματα
9999837 ἠριστευσε
φασι τελευτησαι κατιοντα εἰς Πελοποννησον . Ἐχεμος : προσυπακουστεον το ἠριστευσε : την δε παλην ἐνικησεν Ἐχεμος Ἀρκας το γενος
ὁ δε παλᾳ κυδαινων Ἐχεμος Τεγεαν : ὁ δε Ἐχεμος ἠριστευσε παλῃ κυδαινων , ὁ ἐστι δοξαζων την πολιν αὐτου
9999836 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999836 εὐξαιτο
ἀλγειν ἐπι τῃ φωρᾳ . ἀλλα και Ἐφορος ἱστορει ὡς εὐξαιτο , εἰ νικησειεν Ὀλυμπια τεθριππῳ , χρυσουν ἀνδριαντα ἀναθειναι
; Εἰεν . Τι τοινυν ἐστιν , ὑπερ ὁτου κἀν εὐξαιτο ἀν τις τοις θεοις , ὁ μη προνοιας ἐχεται
9999836 βαθειᾳ
ἠν γαρ τις οὐ πολυ ἀπεχων ἐκειθεν ἱερος χωρος ὑλῃ βαθειᾳ συνηρεφης και πετρα κοιλη πηγας ἀνιεισα , ἐλεγετο δε
κροκοι τε ἠσαν περι τον τοπον ἐν μαλακῃ φυομενοι και βαθειᾳ τῃ ποᾳ . συνανετελλε δε αὐτοις και ὑακινθος και
9999836 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999836 ἐκινησε
αὐτου πληρωσωμεν . “ ἐπιτιθεασιν οὐν αὐτῳ τον γοργαθον και ἐκινησε διακλονουμενος . ὁ δε ἐμπορος ἰδων αὐτον ἐθαυμασε και
τοσουτον φειδονται των θηριων χρονον , ὁσον ἐτι παρασκευαζονται . ἐκινησε δε ἡμας οὐδεν , οὐδε ἀντιλαβεσθαι των πραγματων ἠναγκασεν
9999836 ψυχη
καρηνα αἱματος ἀσσον ἰμεν πριν Τειρεσιαο πυθεσθαι . πρωτη δε ψυχη Ἐλπηνορος ἠλθεν ἑταιρου : οὐ γαρ πω ἐτεθαπτο ὑπο
του λεγομενου Πασχα . Πασχα δε ἐστιν , ὁταν ἡ ψυχη το μεν ἀλογον παθος ἀπομαθειν μελετᾳ , την δ
9999835 Μιλτιαδην
ἐργῳ . Τελευτησαντος δε και Στησαγορεω τροπῳ τοιῳδε , ἐνθαυτα Μιλτιαδην τον Κιμωνος , Στησαγορεω δε του τελευτησαντος ἀδελφεον ,
ἐπαινουμεν κατα τους νομους οὑς ἐθηκαν , πως οὐ δικαιον Μιλτιαδην ἐπαινειν , ὁς ἐργῳ τουτον ἐθηκε τον νομον ,
9999835 βουληθῃς
ἐπ ' ἐμποριην : ὁποταν ἐπι το ἐμπορευεσθαι τρεψας ἑαυτον βουληθῃς τα χρεα σου φυγειν και τον της ἀργιας λιμον
ἑξει δε , ἠν οἱ τε θεοι θελωσι και συ βουληθῃς , μαλλον δε , ἐκεινο μεν ἀναβεβλησθω , προς
9999835 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999835 σταφιδες
Φοινικες οἱ αὐστηροι , μηλα κυδωνια , ἐλαιαι ἁλμαδες , σταφιδες αὐστηραι , ἡ ἐν τοις στεμφυλοις ἀποτιθεμενη σταφυλη ,
τροφιμοι , καστανα , φακη , οἱ γλυκεις φοινικες , σταφιδες αἱ γλυκειαι και λιπαραι , βαλανοι , γογγυλις ,
9999835 ἰοτητι
, εὐτε πατηρ περι παιδι χυθειη , ὁς τε θεων ἰοτητι πολυν χρονον ἀλγε ' ἀνατλας ἐλθοι ἑον ποτι δωμα
τε ὁπερ ἐτραγῳδουν περι τα λουτρα και την κοιτην ἐν ἰοτητι γαμων , τουτεστιν ἐν συνοδῳ και συνελευσει , παρα
9999835 θερινῳ
. ὀξους λιτρας ἑκκαιδεκα . Λειου την λιθαργυρον ἐν ἡλιῳ θερινῳ μετ ' ὀξους λιτρας γ . ἑως ἀναλωθῃ το
ἐξωθεν μεν ψυξον και ἐσωθεν . μη κεχρησο δε ἡλιῳ θερινῳ ἠ ἐσθητι ἠ πονῳ : ταυτα γαρ πονος ἐστι
9999834 τρομωδεες
: ἀνεπηδα , ἀνεκεκραγει , ἐμαινετο : πνευμα πουλυ : τρομωδεες αἱ χειρες ἐγενοντο , ὑπο δε τον θανατον ἐλθουσῃ
Κωφωσις ἐν ὀξεσι και ταραχωδεσι παρακολουθουσα , κακον . Αἱ τρομωδεες , ἀσαφεες , ψηλαφωδεες παρακρουσιες , πανυ φρενιτικαι ,
9999834 Ἀρταξερξου
και μονον ἀντι σεμνοτητος ἐξηρκεσε και προσηπται τῳ ὀνοματι τῳ Ἀρταξερξου ὁ Μνημων ὡσπερ ἀλλο τι ἐγκαλλωπισμα , ἐγω δε
ὁ τι σε προσηκει καλειν , Δαρειος ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου πατηρ τα βασιλεια ταυτα κατασχων ἑξηκοντα , οἰμαι ,
9999834 ἰσχυν
, οἱς δε ἐπαμυνειτε χαριν , ὑμιν δ ' αὐτοις ἰσχυν : ἁ ἐν τῳ παντι χρονῳ ὀλιγοις δη ἁμα
τοις ἠδη γεγενημενοις λυπης . και ὁ οἰκτος δε μεγαλην ἰσχυν ἐχει προς παραμυθιαν , μαλιστα ὁταν τις ἐπι κηδειᾳ
9999834 ὀλιγοτητι
οὐ μετριως ἐβαρυθυμουν , οὐ τοσουτον ἐπι τῃ των ἰχθυων ὀλιγοτητι , ὁσον ὁτι και τα ἐναντια προσειληφασιν . εἱς
ἀληθες ὑποτιθεμεθα ὡς οὐκ ὀντος του ἀληθους πληθει κρινεσθαι και ὀλιγοτητι , ἀλλα τῳ λογῳ . ἀπειροι γαρ δοξαζουσι ποδιαιον
9999834 οἰομεθα
ἀποδιδωσιν ὁ λεγων , τοιουτον δη τινα τον ὁλως πεπαιδευμενον οἰομεθα εἰναι , και το πεπαιδευσθαι το δυνασθαι ποιειν το
ἀμεινον ὀν χειρονος . ” Ὀρθοτατα γε . Ποτερον οὐν οἰομεθα περι βασιλεας τουτ ' ἐγγιγνομενον ἑκαστοτε διαφθειρειν προτερον ,
9999834 βακτηρια
Συκινη μαχαιρα : ἐπι των ἀσθενεστατων και εὐτελων . Συκινη βακτηρια : και : Συκινη ἐπικουρια : ἐπι των ἀσθενως
αἱ δε δη Λακωνικαι ᾠχοντο μετα σου κατα τι χἠ βακτηρια ; ἱνα θοἰματιον σωσαιμι , μεθυπεδησαμην μιμουμενη σε και
9999833 γνωρισμα
μεσον ὁ δικαιος και ἡ δικαιοσυνη , ὁ ἐστιν ἀρετης γνωρισμα . εἰ γαρ ὁ ἀδικος παρανομος και πλεονεκτης ,
Γ : οἱ ἱερεις και οἱ μαντεις δαφνῃ ἐστεφανουντο εἰς γνωρισμα της τεχνης . Γ ὡς ἀλαζων Γ : ὡς
9999833 Ἐμπεδοκλης
τα δε φυτα αὐτοματως πως κεκινησθαι οὐ δια ψυχης . Ἐμπεδοκλης πρωτα τα δενδρα των ζῳων ἐκ γης ἀναδυναι φησι
ἑκαστον , ἀλλα λογῳ τινι και συνθεσει , καθαπερ φησιν Ἐμπεδοκλης το ὀστουν : ἡ δε χθων ἐπιηρος ἐν εὐστερνοις
9999832 ἀφικομεθα
ἐκηληθη ὑπο του μελους . ἐπει δε προς την λιμνην ἀφικομεθα , μικρου μεν οὐδε ἐπεραιωθημεν : ἠν γαρ πληρες
νησος Αἰολου . Ὁμηρος „ Αἰολιην δ ' ἐς νησον ἀφικομεθα „ . οἱ νεωτεροι το ἐθνικον ὁμοιως και ὁμοφωνον
9999832 λογιζομεθα
Ὡστε οὐτε ἡμεις ἡμεις οὐτε τι ἡμετερον ἐργον : οὐδε λογιζομεθα αὐτοι , ἀλλ ' ἑτερου λογισμοι τα ἡμετερα βουλευματα
οἱ πλειονες ἐννοιαν τινα του το δε τι οὑτως ἐχειν λογιζομεθα . Τριτην τα διαβεβλημενα : διαβεβλημενα τα μεμισημενα ,
9999832 εἰρηνῃ
τον τραχηλον του ἀετου Ἱερεμιας , λεγων : Ἀπελθε ἐν εἰρηνῃ και ἐπισκεψηται ἡμας ἀμφοτερους ὁ κυριος . Και ἐπετασθη
ἀχρεια και βαρεα : ἀνευ δε φιλιας οὐδ ' ἐν εἰρηνῃ ζην ἀσφαλες . και μην ὡν εἰπον ἡδεων το
9999832 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999832 λειῳ
ἐν παρισθμιοις . ] Συμφερει τι των εἰρημενων : ἀφρονιτρῳ λειῳ παραπτου , ἐνιοτε δε και ἀνθος νιτρου μισγε .
ἡμερας πλειους κλυζειν ὀξει λευκῳ και ὑδατι ἰσοις ἐζεσμενοις συν λειῳ νιτρῳ , και μετα ταυτα παλιν κλυζειν ὑδατι θερμῳ
9999832 σωφρονι
Παναιτιος , πολιτην αὐτον Ἀθηναιων ποιεισθαι σπευδοντων , εἰπε τῳ σωφρονι μιαν πολιν ἀρκειν . και ὁ των Σπαρτιατων βασιλευς
παρα τον λογον οὐδεν ποιουσιν ἀμφοτεροι , εἰ και τῳ σωφρονι μεν αἱ ἐπιθυμιαι οὐ πολεμουσι , τῳ ἐγκρατει δε
9999832 πλατανῳ
ὁδοιποροι δυο θερους ὡρᾳ περι μεσημβριαν ὑπο καυματος ἐνοχλουμενοι ὡς πλατανῳ περιετυχον ὑπο την αὐτης κλινθεντες σκιαν ἀνεπαυοντο . ἀναβλεψαντες
τῃ πηγῃ πλατανος : ὑπο ταυτῃ την ὑδραν τραφηναι τῃ πλατανῳ φασιν . ἐγω δε το θηριον πειθομαι τουτο και
9999832 ἀμαχητι
ἀλλας των γενομενων προσδεκεο ἐσεσθαι τοι . Ἐκεινο δε ποιησαντι ἀμαχητι ὁ τε ἰσθμος οὑτος και αἱ πολιες προσχωρησουσι .
ἐπι τοσουτον , ὡστε και τον βασιλεα αὐτων μεγαλαυχειν ὡς ἀμαχητι νενικηκοτα τον πολεμον . του δε συνθηματος γενομενου ἐξαιφνης
9999832 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999831 ἀσεβημα
: ἀλλ ' ἐστιν αὐτοις παρανομημα , μαλλον δ ' ἀσεβημα , και κατεγνωσται το καινοτομηθεν . Διο τουτο οὐδεις
και οἱ τεως ἑταιροι ἀπεστρεφοντο ὡς το Ἀνουβιδειον σεσυληκοτα και ἀσεβημα αὐτων ἡγουντο εἰναι εἰ συνεπιον ποτε ἠ συνειστιαθησαν αὐτῳ
9999831 ἐμπειριᾳ
σωφροσυνῃ μεμιγμενος ἐσται , ὁ δε του πρεσβυτερου συνεσει και ἐμπειριᾳ : και δια φυσιν γυναικι και ἀνδρι ἑτεροι λογοι
δε ἡμας εἰκος ἐπικρατησαι , πρωτον μεν πληθει προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας
9999831 ἐπανελθῃ
τηρειν τριακοστην , και ἀν μεν ἀπο της θηρας σωος ἐπανελθῃ , Διι σωτηρι θυειν , ἐαν δε ἀποθανῃ ,
συμβεβηκοτα φασκειν ἐγγυησεσθαι τε και μενειν αὐτου , ἑως ἀν ἐπανελθῃ ὁ Φιντιας . αὐτος μεν οὐν ἐπι τουτοις εὐθυς
9999831 δουλα
καθεστηκ ' οὐς ' ἐλευθερων ἀπο : τα βαρβαρων γαρ δουλα παντα πλην ἑνος . ἀγκυρα δ ' ἡ μου
κρειττω και ἀμεινω δεσποζοντα , τα δε ἡττω και χειρω δουλα : των οὐν αὑτου τα δεσποζοντα ἀει προτιμητεον των
9999831 στυπτηρια
ἐπιχρισθεις γλυκει , ἀνηθου σπερματος κεκαυμενου ἡ τεφρα καταπλασσομενη , στυπτηρια σχιστη λεια συν ὀξει , στυπτηρια ἡ ὑγρα μετ
το τεταρτον μερος , διακλυζομενων των πεπονθοτων , ὑγρα τε στυπτηρια . πεπερι δ ' ἐντιθεμενον τῳ διακενῳ του ὀδοντος
9999831 ἠθοποιϊαν
εἰδοτος ἀκουσας τα λεγομενα . Μιγνυσι δε πολλαχου την τε ἠθοποιϊαν και την του προσωπου ὑποβολην , ὁταν ἑτερῳ προσωπῳ
οὐχ ὡς τερπομενον ἐν αὐτῳ . Εἰτα ἐπαγει κατ ' ἠθοποιϊαν , τινας ἀν λογους εἰπεν ὁ Ζευς ὀργιζομενος ,
9999831 μαλακιᾳ
τι μεν ὠλιγωρηθη ; τι δε ἐπεβουλευθη ; τι μεν μαλακιᾳ προειθη ; τι δε πονηριᾳ διεφθαρη ; βασιλευς μεν
μαλλον , ἐπει ὁρω σε ἐρωντα οὐχ ἁβροτητι χλιδαινομενου οὐδε μαλακιᾳ θρυπτομενου , ἀλλα πασιν ἐπιδεικνυμενου ῥωμην τε και καρτεριαν
9999831 φλεγματωδη
μεγα οὑτω καθαιρειν . ἡ δ ' ἰρις ἀγει μεν φλεγματωδη και ὑπομυξα και χολωδη : εἰ δε πλειον του
δε οὐκ ἀκριβηϲ ἠτοι τον χολωδη πλειονα κεκτηται ἠ τον φλεγματωδη : ὁϲ δη και μαλλον ἐϲτιν εὐιατοϲ ἑτοιμωϲ δυναμενου
9999830 ἐξεθετο
ὠδυνατο . Ἐν τουτῳ τῳ τμηματι ὁ Ἱπποκρατης και φυσικους ἐξεθετο λογους και θεραπευτικους ὀδυνων . τοιγαρουν ὑποτιθεται νοσημα ,
συνεπισχυσει . Ταυτα παντα και ὁ Ὠριων ἐν τῳ βιβλιῳ ἐξεθετο . Ἐπει δε τινες φθονῳ φερομενοι ἠ ἀπειριᾳ μονομερως
9999830 κελευῃς
ἐγω δε ἀμελω : ἐαν των κατ ' οἰκον ἐπιμελεισθαι κελευῃς , ἐγω δε ὀλιγωρω : ἐαν τα κατ '
ἀλλα πως ποιω ; οὑτω γαρ ποιησω ὁπως ἀν συ κελευῃς . ὁταν μη εἰδω ὁτι ἐρωτᾳς , κελευεις με
9999830 ἐφοβειτο
τουτ ' ἠν : ὠδινεν ὀρος , Ζευς δ ' ἐφοβειτο , το δ ' ἐτεκεν μυν . ὁπερ ἀκουσας
την των Κολχων χωραν ἱκεσθαι δια την του πατρος ὀργην ἐφοβειτο . Τουτου χαριν εἰσετι και ἀρτιως πολυφαρμακοι ἀνδρες ὑπαρχουσι
9999830 μελιτοϲ
δε Κρητικου ἠ δι ' ἑψηματοϲ καλλιον αὐτο ἀντι του μελιτοϲ ϲκευαζεϲθαι , ὁταν ᾐ το ῥευμα πανυ λεπτον :
, ὀροβινου ἀλευρου ⋖ ι : ξηρῳ χρω και μετα μελιτοϲ . ἐτι δε προϲ τα ῥυπαρα των ἑλκων ἡ
9999830 Κυκλωπας
χρωνται νομοις . ὁ γαρ Ἀρισταρχος λεγει δικαιους εἰναι τους Κυκλωπας ἐκτος του Πολυφημου : φησι γουν περι αὐτων “
μ ' ὁ φορτος εὐφρων ἐπι κωμον ἠρος ὡραις ἐπι Κυκλωπας ἀδελφους . φερε μοι , ξεινε , φερ '
9999829 τραγῳδιᾳ
' ἱππηλατειν . Ὁ δε τις τον αὑτου φησιν ἐπι τραγῳδιᾳ ἀνεπτερωσθαι και πεποτησθαι τας φρενας . Λογοισι τἀρα και
. Τουτον φησιν Ἀντισθενης ἐν ταις Διαδοχαις θεασαμενον ἐν τινι τραγῳδιᾳ Τηλεφον σπυριδιον ἐχοντα και τἀλλα λυπρον ᾀξαι ἐπι την
9999829 ὠφελειᾳ
και κρατειν διαφερει . ἀρχειν μεν το τινων ἐπ ' ὠφελειᾳ προϊστασθαι , κρατειν δε το βιᾳ τινας ἀγειν ἐπι
τελεον τους πυρετους , μετα του και την διαιταν τῃ ὠφελειᾳ τῃ ἀπο του φαρμακου μη ἀντιπρασσειν . οὐδεν γαρ
9999829 μηνοειδες
Ἑλληνες ἀτρεμας εἰχον προς τῳ Ἀρτεμισιῳ . Οἱ δε βαρβαροι μηνοειδες ποιησαντες των νεων ἐκυκλουντο , ὡς περιλαβοιεν αὐτους :
εὐγενειας περιηρτημενος τῳ ὑποδηματι , τουτο δε ἐστιν ἐπισφυριον ἐλεφαντινον μηνοειδες , και παρελθων ἐς το Ῥωμαιων βουλευτηριον πιθανον μεν
9999829 κηρα
ἐφησε δυο κηρε δια του - ε , ἀλλα δυο κηρα δια του - α . . . . Χ
αὐθις , ὁς σφιν ὀνειδεσσιν τον ἐμον διεμησατο ποτμον . κηρα δ ' ἐγω την μοι θεος ὠπασε γεινομενῳ περ
9999829 μαλακτικηϲ
ὁθεν και το ἐξ αὐτου ἐλαιον ἀδηκτου διαφορητικηϲ ἐϲτι και μαλακτικηϲ δυναμεωϲ και ταιϲ τηϲ ὑϲτεραϲ ϲκληροτηϲιν ἐπιτηδειον . και
ἀποϲταϲιν , ϲυνθετου δε δυναμεωϲ ἐϲτι ϲτυπτικηϲ τε ἁμα και μαλακτικηϲ : ὁθεν και ϲτομαχου και κοιλιαϲ και ἐντερων και
9999829 δρομημα
: ἐγενηθη δε τις ὡρᾳ νυκτερινῃ τριτῃ . το δε δρομημα της Σεληνης ἐστι μοιρων ιβʹ ∠ ʹ ιεʹ .
μοιρᾳ ζʹ , Σεληνη Παρθενου μοιρᾳ λʹ : ἑως ὀψε δρομημα μοιρων ιδʹ ιεʹ . το δ ' ἐκ της

Back